• Nenhum resultado encontrado

Ανασκόπηση της διεθνούς και ελληνικής βιβλιογραφίας σε επίπεδο θεωρητικής εξέτασης καθώς και εφαρμογής εμπειρικών ερευνών γύρω από τη διατηρησιμότητα και επιβίωση των μεταποιητικών μονάδων

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Ανασκόπηση της διεθνούς και ελληνικής βιβλιογραφίας σε επίπεδο θεωρητικής εξέτασης καθώς και εφαρμογής εμπειρικών ερευνών γύρω από τη διατηρησιμότητα και επιβίωση των μεταποιητικών μονάδων"

Copied!
58
0
0

Texto

(1)

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΑΟΓΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΑΑΣ ΤΜΗΜΑ ΑΟΓΙΣΤΙΚΗΣ

ΙΙΤνΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΕΑΑΗΝΊΚΗΣ ΒΙΒΑΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΣΕ ΕΗΙΠΕΔΟ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΡΙΑΤΗΡΗΣΙΜΘΤΗΤΑ

ΚΑΙ ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ

ΕΗΙΒΑΕΨΗ : ΜΙΧΑΗΛ ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ ΕΠΙΚ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

ΕΚΠΟΝΗΣΗ : ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΣ

ΚΑΒΑ,ΥΝ, ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2002

(2)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

To αντικείμενο της παρούσης εργασίας είναι η προσέγγιση του θέματος της διατηρησιμότητας - επιβίωσης των μεταποιητικών μονάδων. Η προσέγγιση βασίστηκε σε δεδομένα που προέκυψαν από την ανασκόπηση τόσο της διεθνούς όσο και της εγχώριας βιβλιογραφίας.

Από έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε 30 πολυεθνικές μακρόβιες επιχειρήσεις, μεταποιητικές σχεδόν στο σύνολο τους, προέκυψε ότι η πολύχρονη επιβίωση τους βασίστηκε σε τέσσερις παράγοντες -κλειδιά : στην ικανότητα στους να προσαρμόζονται στις εξελίξεις, στην συνεκτικότητα, δηλαδή στην ικανότητα τους να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν ένα κοινωνικό σύστημα με ισχυρό αυτοπροσδοιορισμό, στην ανεκτικότητα που επέδειξαν σε παράπλευρες δραστηριότητες και τέλος στην συντηρητική χρηματοδότηση τους.

Από την παρούσα εργασία προέκυψε επίσης το συμπέρασμα ότι εκείνοι οι κλάδοι της μεταποίησης που η παραγωγή τους χαρακτηρίζεται από ένταση εργασίας όπως της κλωστοϋφαντουργίας, του ξύλου και των επίπλων της ένδυσης και της υπόδησης, επιβιώνουν σε χώρες με φθηνό εργατικό δυναμικό. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την μεταφορά της παραγωγής των κλάδων αυτών σε χώρες που πληρούν την παραπάνω προϋπόθεση. Η τάση αυτή της διεθνοποίησης της παραγωγής επηρέασε και την ελληνική μεταποίηση, γεγονός που εκφράστηκε με την μεταφορά τμήματος των παραγωγικών δραστηριοτήτων ορισμένων μεταποιητικών επιχειρήσεων σε συγκεκριμένους κλάδους στις γειτονικές βαλκανικές χώρες

Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας, η διάχυση της πληροφορίας, της γνώσης και της τεχνογνωσίας, η διάδοση των προτύπων διασφάλισης της ποιότητας και της περιβαλλοντικής διαχείρισης και η διεθνοποίηση της παραγωγής είναι οι κυριότεροι από τους παράγοντες που άλλαξαν το τοπίο της ανταγωνιστικότητας στον παγκόσμιο χάρτη της μεταποίησης. Οι μεταποιητικές επιχειρήσεις που θα μπορέσουν να προσαρμοστούν καλύτερα και ταχύτερα θα έχουν και τις περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης.

Όσον αφορά τα μέτρα που θα πρέπει να λάβουν οι επιχειρήσεις προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιβίωση τους αλλά και την ανταγωνιστικότητα τους όλες οι πηγές συγκλίνουν στις ίδιες κατευθύνσεις. Επενδύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη, το ανθρώπινο δυναμικό, τις καινοτομίες και την γνώση.

Εν κατακλείδι η διατηρησιμότητα των μεταποιητικών επιχειρήσεων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα τους και συγκεκριμένα οι δυο τελευταίες έννοιες αποτελούν προϋπόθεση για την επιβίωση τους.

(3)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. Ε ΙΣΑ ΓΩ ΓΗ ...4

2. ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΒΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ Ε Π ΙΧ Ε ΙΡ Η Σ Η Σ ...5

2.1 ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ...5

2.2 ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ... 6

2.3 Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ... 12

3. Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ Μ ΕΤΑΠΟ ΙΗΣΗΣ... 13

3.1 Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗΣ ΣΤΟΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΧΩΡΟ...13

3.2 Η ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ...18

3.3 Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΑΛΑΔΑΣ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΗ ΣΤΙΒΟ... 20

3.4 Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΑΑΑΔΑ... 23

3.5 ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗΣ... 37

4. ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑ ΤΗΡΗΣΙΜ ΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΤΙΚΩΝ Ε ΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩ Ν...43

4.1 ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΠΟΑΙΤΙΚΗ...43

4.2 ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ...46

4.3 Ο ΝΕΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΣ ΝΟΜΟΣ...50

5. ΣΥΜ Π ΕΡΑ ΣΜ Α ΤΑ ...54

6. ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΒΙΒ ΛΙΟΓΡΑΦ ΙΑΣ... 55

ΠΑ ΡΑ ΡΤΗ Μ Α ... 57

(4)

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΥΝΤΜΗΣΕΩΝ ΑΕΠ - Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν Ε.Ε. - Ευρωπαϊκή Ένωση

ΕΣΥΕ - Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδας ΚΠΣ - Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης

Μ.Μ.Ε. Μικρομεσαίες Μεταποιητικές Επιχειρήσεις ΟΝΕ - Οικονομική Νομισματική Ένωση

Ο.Ο.Σ.Α - Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης Π.Ο.Ε. - Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου

ΣΈ.Β, - Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων

ΣΤΑΚΟΔ - Στατιστική Κατηγορία Οικονομικής Δραστηριότητας Σ.Β.ΒΈ - Σύνδεσμος Βιομηχάνων Βορείου Ελλάδος CIP - Competitive Industrial Performance COM - commission

EDI - Foreign Direct Investment

GATT - General Agreement on Tariffs and Trade ISO - International Organization for Standardization MAV - Manufacturing Added Value

NICs - Newly Industrialized Countries

OECD - Organization of Economical Corporation and Development UNIDO - United Nations Industrial Development Organization

(5)

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η παρούσα εργασία αποτελεί μια βιβλιογραφική ανασκόπηση των δεδομένων που αφορούν τον δευτερογενή τομέα της μεταποίησης και συγκεκριμένα την διατηρησιμότητα των μεταποιητικών μονάδων.

Το είδος των βιβλιογραφικών πηγών που χρησιμοποιήθηκαν μπορεί να χωριστεί σε 4 κατηγορίες:

■ σε έρευνες οι οποίες είτε αποτέλεσαν θέμα κάποιου βιβλίου είτε δημοσιεύτηκαν αυτούσιες στον περιοδικό και ηλεκτρονικό τύπο,

■ σε στατιστικά δεδομένα που δημοσιεύουν, σχετικοί με το αντικείμενο, οργανισμοί, όπως η ΕΣΥΕ, η Eurostat, η UNIDO κι ο ΟΟΣΑ,

■ σε άρθρα που περιελάμβαναν απόψεις διακεκριμένων ανθρώπων της επιχειρηματικής και ακαδημαϊκής κοινότητας.

■ σε εργασίες με συναφές αντικείμενο

Η πρώτη ενότητα της εργασίας περιλαμβάνει την θεωρητική ουσιαστικά προσέγγιση του θέματος, κατά την οποία με βάση την έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε μακρόβιες επιχειρήσεις, αναλύονται εκείνα τα στοιχεία που αποτέλεσαν την βάση της μακροζωίας τους. Αξίζει να σημειωθεί το γεγονός ότι η θεωρητική προσέγγιση των εννοιών «βιωσιμότητα» και

«διατηρησιμότητα» δεν κατέστη δυνατή παρόλο την έντονη αναζήτηση των εννοιών αυτών τόσο στην διεθνή όσο και την ελληνική βιβλιογραφία.

Στην δεύτερη ενότητα πραγματοποιείται μια συνοπτική περιγραφή και εκτίμηση της πορείας αλλά και της παρούσης κατάστασης του κλάδου της μεταποίησης τόσο στον διεθνή όσο και στον ελλαδικό χώρο. Στατιστικά στοιχεία, αποσπάσματα από σχετικές έρευνες και εκθέσεις οργανισμών και μεμονωμένων ατόμων συνθέτουν την πορεία και την εικόνα της μεταποίησης.

Έμφαση δίνεται στους παράγοντες εκείνους που επηρέασαν κατά καιρούς ίην πορεία της μεταποίησης με σκοπό τον εντοπισμό των παραμέτρων και του τρόπου που αυτοί επέδρασαν θετικά ή αρνητικά σε κάθε περίπτωση. Τέλος σταχυολογούνται επιλεκτικά ορισμένες απόψεις ανθρώπων τόσο της βιομηχανίας όσο και του πανεπιστημιακού χώρου, οι οποίοι μέσω της αρθρογραφίας έχουν κατά καιρούς σχολιάσει τον οικονομικό κλάδο της μεταποίησης.

Στην τρίτη ενότητα παρουσιάζονται τα μέτρα και οι ενέργειες που καλούνται να πάρουν οι μεταποιητικές επιχειρήσεις προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιβίωση τους και κατ’ επέκταση την ανταγωνιστικότητα τους. Επίσης παρατίθενται οι κατευθύνσεις του Υπουργείου Ανάπτυξης σχετικά με τον νέο αναπτυξιακό νόμο καθώς και οι απόψεις επιχειρηματιών, όπως του κ.Δ.Δασκαλόπουλου προέδρου του ομίλου ΔΕΛΤΑ και του κ. Δ. Συμεωνίδη, προέδρου του Σ.Β.Β.Ε, αλλά και ανθρώπων της ακαδημαϊκής κοινότητας οι οποίοι έχουν πραγματοποιήσει έρευνες σχετικές με τον κλάδο της μεταποίησης όπως ο κ.Θ.Παλάσκας.

Στην τελευταία ενότητα συνοψίζονται τα κυριότερα σημεία της εργασίας.

(6)

2. Βιωσιμότητα και μακροβιότητα της εττιχείρησης

2.1 Ορισμός της βιώσιμης επιχείρησης

«Η βιώσιμη επιχείρηση είναι συντηρητική ως προς την χρηματοδότηση της, με ένα προσωπικό που ταυτίζεται με την εταιρεία και μια διοίκηση που επιδεικνύει ανεκτικότητα και ευαισ θησία απέναντι στον κόσμο μέσα στον οποίο ζει»

Ο παραπάνω ορισμός συνοψίζει τα αποτελέσματα της έρευνας της Royal Dutch/Shell, «Corporate change: A look at How Long-Established Companies Change» (Σεπτέμβριος 1983) \ H έρευνα βασίσθηκε στα ιστορικά 30 πολυεθνικών εταιρειών, μεταποιητικές στην συντριπτική πλειοψηφία τους, με μεγάλη διάρκεια ζωής που κατάφεραν να διατηρήσουν στο ακέραιο την εταιρική τους ταυτότητα (βλ. Παράρτημα). Η επεξήγηση του ορισμού δίνεται με την ανάλυση της εν λόγω μελέτης που ακολουθεί.

Η μελέτη αποκάλυψε ότι η μέση διάρκεια ζωής μιας επιχείρησης του καταλόγου Fortune 500, από την στιγμή της δημιουργίας της μέχρι τον θάνατο της, ήταν μόνο 40 έως 50 χρόνια. (Η μελέτη εντόπισε επίσης πολλές επιχειρήσεις με διάρκεια ζωής πάνω από 200 χρόνια). Το νούμερο αυτό βασίζεται στις περισσότερες έρευνες που έχουν γίνει για τη γέννηση και τον θάνατο των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, πάνω από το ένα τρίτο των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονταν το 1970 στον κατάλογο Fortune 500 είχε εξαφανισθεί το 1983 - είτε είχαν συγχωνευθεί ή αγοραστεί ή διασπαστεί σε μικρότερες.

Μια πρόσφατη μελέτη της Ellen de Rooij «Μια σύντομη έρευνα ττάνω στην αναμενόμενη διάρκεια ζωής των εταιρειών σε μια σειρά χωρών», του Ομίλου Stratix Consulting Group (Άμστερνταμ 1996), δείχνει ότι ο μέσος όρος προσδοκώμενης διάρκειας ζωής για όλες τις επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως μεγέθους που μετρήθηκαν στην Ιαπωνία και στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, φθάνει μόνον τα 12,5 χρόνια.^

Γιατί λοιπόν τόσες πολλές επιχειρήσεις πεθαίνουν πρόωρα; Σύμφωνα με το πόρισμα της μελέτης της Shell·, οι εταιρείες πεθαίνουν επειδή τα στελέχη τους εστιάζουν την προσοχή τους στην οικονομική δραστηριότητα της παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών και ξεχνούν πως η αληθινή φύση των οργανισμών τους είναι αυτή της ανθρώπινης κοινότητας. Οι περισσότερες μεγάλες επιχειρήσεις υποφέρουν από έλλειψη μαθησιακών ικανοτήτων. Μοιάζουν ανίκανες να προσαρμοστούν και να εξελιχθούν καθώς ο κόσμος αλλάζει γύρω τους.

' DE GEUS Α. (1997): Εταιρεία ένας ζωντανός οργανισμός,σελ.220

^ Ellen de Rooij (1996) : Μια σύντομη έρευνα πάνω στην αναμενόμενη διάρκεια ζωής των εταιρειών σε μια σειρά χωρών, Αμστερνταμ 1996,όπως αυτό αποδόθηκε από τον DE GEUS Α. (1997); Εταιρεία ένας ζωντανός οργανισμός, σελ.18

(7)

Από την ερευνητική δουλειά της Royal Dutch/Shell προέκυψε ότι υπήρχαν τέσσερις κοινοί παράγοντες - κριτήρια βιωσιμότητας των επιχειρήσεων:

1. Οι μακρόβιες επιχειρήσεις ήταν ευαίσθητες απέναντι στο περιβάλλον τους.

Είτε είχαν βασίσει την ευημερία τους στην γνώση (όπως οι τεχνολογικές καινοτομίες της Dupont), είτε σε φυσικές πλουτοπαραγωγικές πηγές (όπως η πρόσβαση της Hudson Bay στις γούνες των Καναδικών δασών), παρέμεναν σε αρμονία με τον κόσμο που τους περιέβαλλε. Όσοι πόλεμοι, υφέσεις, τεχνολογικές και πολιτικές αλλαγές κι αν ξεσπούσαν κι έσβηναν ολόγυρα τους, εκείνες έμοιαζαν πάντοτε να ξεχωρίζουν, έχοντας τις κεραίες τους τεντωμένες και συντονισμένες με οτιδήποτε συνέβαινε γύρω τους και κατάφερναν να αντιδρούν με τρόπο έγκαιρο στις κοινωνικές συνθήκες που τις περιέβαλλαν.

2. Οι μακρόβιες εταιρείες χαρακτηρίζονταν από συνεκτικότητα με μια έντονη αίσθηση κοινής ταυτότητας.

3. Οι μακρόβιες επιχειρήσεις επιδείκνυαν ιδιαίτερη ανεκτικότητα σε περιφερειακές δραστηριότητες: στον πειραματισμό, τους νεωτερισμούς και τις εκκεντρικότητες, μέσα στα όρια πάντοτε της συνεκτικής επιχείρησης, ανεκτικότητα που βοηθούσε να διευρύνουν την ικανότητα τους για την κατανόηση των δυνατοτήτων τους

4. Οι μακρόβιες εταιρείες ήταν συντηρητικές στην χρηματοδότηση. Ήταν φειδωλές και δεν διακινδύνευαν αναίτια τα κεφάλαια τους. Κατανοούσαν την σημασία των χρημάτων με ένα παλιομοδίτικο τρόπο. Γνώριζαν πόσο χρήσιμο πράγμα ήταν να έχεις διαθέσιμα μετρητά στο ταμείο. Αυτό τους έδινε ευελιξία και ανεξαρτησία για δράση. Μπορούσαν να αξιοποιήσουν εναλλακτικές επιλογές που ήταν ανέφικτες για τους ανταγωνιστές τους.

Μπορούσαν να αρπάζουν ευκαιρίες χωρίς να πρέπει πρώτα να πείσουν τρίτους χρηματοδότες για την ελκυστικότητα τους.

Αξιοσημείωτο είναι ο εντοπισμός και των παραγόντων που δεν εμφανίζονταν στον κατάλογο. Η ικανότητα για απόδοση κερδών στους μετόχους έμοιαζε να μην έχει καμία σχέση με την μακροβιότητα. Η κερδοφορία μιας εταιρείας ήταν ένα σύμπτωμα της επιχειρηματικής της υγείας, αλλά ούτε την προμήνυε ούτε την καθόριζε. Ούτε έμοιαζε η μακροβιότητα να έχει καμία σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία μιας εταιρείας, τον ιδιαίτερο κλάδο της, τα συγκεκριμένα προϊόντα της ή την χώρα προέλευσης της.

Τα συμπεράσματα της έρευνας επιβεβαιώθηκαν πρόσφατα από μια πηγή με μεγάλη ακαδημαϊκή αξιοπιστία, την μελέτη “Built to Last: Successful Habits of Visionary Companies” {Νέα Υόρκη 1994) που διεξήγαγαν στο Πανεπιστήμιο του Stanford στις ΗΠΑ, οι καθηγητές James Collins και Jerry Porras. Από την εν λόγω μελέτη προκύπτει ότι οι πλέον σημαντικές μακρόβιες εταιρείες συνδύαζαν ευαισθητοποίηση απέναντι στο περιβάλλον τους με ισχυρή αίσθηση ταυτότητας: «οι εταιρείες με όραμα επιδεικνύουν ένα ισχυρό κίνητρο 2.2 Κριτήρια βιωσιμότητας των εττιχειρήσεων^

' DE GEUS Α. (1997): Εταιρεία ένας ζωντανός οργανισμός, σελ.24-27

(8)

για πρόοδο, κίνητρο που τους δίνει την δυνατότητα να αλλάζουν και να προσαρμόζονται, χωρίς να διακινδυνεύουν τις πολύτιμες βασικές τους αξίες.^

Η μελέτη της Royal Dutch/Shell ενισχύει την άποψη ότι οι εταιρείες αποτελούν ζωντανούς οργανισμούς και, συνεπώς, επιδεικνύουν τη συμπεριφορά και τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των ζωντανών οργανισμών. Όλες οι εταιρείες μαθαίνουν. Όλες οι εταιρείες, άλλες με λιγότερο άλλες με περισσότερο σαφή τρόπο, έχουν μια ταυτότητα που παίζει καθοριστικό ρόλο για τη συνεκτικότητα τους. Όπως όλοι οι οργανισμοί, η ζωντανή εταιρεία υπάρχει πρωτίστως για τη δική της επιβίωση και βελτίωση: για να εκπληρώσει τις δυνατότητες της και για να γίνει όσο μεγαλύτερη μπορεί. Τα κέρδη για τους μετόχους και η εξυπηρέτηση των πελατών είναι τα μέσα για την επίτευξη της επιβίωσης και της ευημερίας της κάθε εταιρείας.

Ακολουθεί ανάλυση των τεσσάρων παραγόντων - χαρακτηριστικών των μακρόβιων εταιρειών που έχουν καταφέρει να επιβιώσουν και να ευδοκιμήσουν μακροπρόθεσμα.

Η ευαισθητοποίηση απέναντι στο περιβάλλον

Η ευαισθητοποίηση απέναντι στο περιβάλλον (εσωτερικό και εξωτερικό επιχειρησιακό περιβάλλον) αντιπροσωπεύει την ικανότητα μιας εταιρείας να μαθαίνει και να προσαρμόζεται. Μια εταιρεία, που ενδιαφέρεται για την επιβίωση της, προκειμένου να αντιμετωπίσει ένα κόσμο που διαρκώς αλλάζει πρέπει να αναπτύξει την ικανότητα της να μεταστρέφεται και να αλλάζει, να αναπτύσσει νέες δεξιότητες και νέες νοοτροπίες, με δυο λόγια, να αναπτύσσει την ικανότητα να μαθαίνει. Η μελέτη της Royal Dutch/Shell δίνει πολλά παραδείγματα για τη βασική φύση των αναγκαίων εσωτερικών αλλαγών που είναι απαραίτητες προκειμένου οι επιχειρήσεις να επιβιώσουν μέσα σε ένα αβέβαιο επιχειρηματικό περιβάλλον.

Η DuPont είναι ένα κλασσικό και πασίγνωστο παράδειγμα. Το σύνολο των δραστηριοτήτων της είχε σταδιακά μεταστραφεί από την πορίτιδα και την παραγωγή δυναμίτη στα χημικά με τις συσκευασίες από σελοφάν και τις έρευνες της στα πλαστικά, μέσω της πλειοψηφίας των μετοχών της General Motors που βρέθηκε να κατέχει. Ήταν φανερό ότι αυτή η ευαισθητοποίηση επέτρεψε την επιχείρηση να πάρει αποφάσεις για τη γρήγορη μετάβαση από τη μια δραστηριότητα στην άλλη, ενισχύοντας εγκαίρως τη θέση της στην χημική βιομηχανία, ώστε να προλάβει την βιομηχανική ανάπτυξη που συνόδευσε τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Συνεπώς, οι μακρόβιες επιχειρήσεις έχουν ένα τρόπο να μαθαίνουν δια της προσαρμογής.

Η μάθηση δια της προσαρμογής είναι μια εμπειρική διαδικασία με την οποία οι επιτυχημένες επιχειρήσεις βρίσκουν τρόπους να αντιδρούν στα σημάδια COLLINS J., PORRAS J. {1994); Built to Last: Successful Habits of Visionary Companies, Νέα Υόρκη 1994, όπως αυτό αποδόθηκε από τον DE GEUS Α. (1997): Εταιρεία ένας ζωντανός οργανισμός,σελ.24

(9)

αλλαγής του επιχειρηματικού περιβάλλοντος τους, να αντιμετωπίζουν τις πιέσεις για αλλαγές που ασκεί ο εξωτερικός κόσμος και να αντιδρούν έγκαιρα και όχι καθυστερημένα προβλέποντας τα γεγονότα αντί να τρέχουν πίσω από αυτά και αλλάζοντας την εσωτερική τους δομή.

Οι περισσότερες από τις εταιρείες με μεγάλη διάρκεια ζωής, σύμφωνα με την μελέτη, είχαν προβλέψει την ανάγκη για αλλαγή τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους. Πιο συχνά, αυτή η ευκαιρία είχε δημιουργηθεί μέσα από μια κρίση, μέσα από μια καινούρια απειλή που προερχόταν από το επιχειρηματικό περιβάλλον - ένα νέο ανταγωνιστή, ένα περιοριστικό κανονισμό, μια στροφή της αγοράς, ή από την εμφάνιση μιας ανταγωνιστικής τεχνολογίας. Οι μακροβιότερες επιχειρήσεις έμοιαζαν να έχουν μια έμφυτη ικανότητα να μπορούν να εκμεταλλεύονται τις κρίσεις αυτές και να τις μετατρέπουν σε νέες δραστηριότητες

Η συνεκτικότητα

Η συνεκτικότητα και η ταυτότητα είναι σαφές πως αποτελούν πλευρές της εγγενούς ικανότητας μιας εταιρείας να δημιουργεί μια κοινότητα και μια προσωπικότητα. Οι επιτυχημένες εταιρείες, σύμφωνα με την μελέτη, είναι οργανωμένες γύρω από ένα στόχοπη διατήρηση της ως μια κοινότητας που θα συνεχίσει να υπάρχει και να αναπτύσσει τις δυνατότητες της.

Και η κερδοφορία είναι ένα μέσο για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Για να επιτύχει κερδοφορία και μακροβιότητα, η εταιρεία πρέπει να προσέξει τις ποικίλες διαδικασίες που αφορούν στη δημιουργία μιας κοινότητας; να καθορίσει την ιδιότητα του μέλους, να καθιερώσει κοινές αξίες, να προσλάβει ανθρώπους, να αναπτύξει τις ικανότητες τους, να αξιολογήσει τις δυνατότητες τους, να διαχειρίζεται τις σχέσεις της με τους εξωτερικούς συνεργάτες και τους τρίτους, και να καθιερώσει πολιτικές ευπρεπούς αποχώρησης των στελεχών από την εταιρεία.

Ανεξάρτητα από το βαθμό διαφοροποίησης τους, οι υπάλληλοι των μακρόβιων εταιρειών διακατέχονταν από μια αίσθηση κοινής ταυτότητας - η αίσθηση ότι ανήκεις σε ένα κοινωνικό σύστημα με ισχυρό αυτοπροσδοιορισμό που διατηρεί τη συνεκτική του ταυτότητα. Η Unilever, σύμφωνα με την μελέτη, έβλεπε τον εαυτό της ως ένα στόλο, κάθε πλοίο του οποίου ήταν ανεξάρτητο, όμως ο στόλος ήταν ισχυρότερος από το άθροισμα των πλοίων. Αυτή η αίσθηση του να ανήκεις σε ένα οργανισμό και να μπορείς να ταυτίζεσαι με τα επιτεύγματα του, μπορεί εύκολα να απορριφθεί ως «άυλο» ή αφηρημένο στοιχείο για την αλλαγή.

Αλλά η ιστορία έχει επανειλημμένως δείξει ότι οι ισχυροί εργασιακοί δεσμοί ήταν απαραίτητοι για την επιβίωση στην διάρκεια μιας αλλαγής. Αυτή η συνεκτικότητα με βάση την ιδέα της «κοινότητας» σήμαινε πως οι μάνατζερ επιλέγονταν για προαγωγή κατά κανόνα από το εσωτερικό της εταιρείας, από τα μέλη της, και θεωρούσαν πως είχαν καθήκον να φροντίζουν για την μακροβιότητα της επιχείρησης. Κάθε γενιά μάνατζερ ήταν μόνο ένας συνδετικός κρίκος σε μια μακριά αλυσίδα. Εκτός από συνθήκες κρίσης.

(10)

πρωταρχική προτεραιότητα και βασικό ενδιαφέρον της διοίκησης αποτελούσε η ευημερία του οργανισμού ως συνόλου.

Ανεκτικότητα

Το τρίτο κριτήριο για την διατηρησιμότητα των επιχειρήσεων είναι η ανεκτικότητα μιας εταιρείας και η ικανότητα της να χτίζει εποικοδομητικές σχέσεις με άλλες οντότητες, μέσα και έξω από την ίδια. Μια επιτυχημένη σε βάθος χρόνου εταιρεία θα πρέπει να υιοθετήσει μια πολιτική που θα τη χαρακτηρίζει μεγάλη ανεκτικότητα με την οποία πετυχαίνει δυο σκοπούς:

■ Κάνει πιο εύκολη την αντιμετώπιση των απρόβλεπτων αλλαγών του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.

■ Οδηγεί σε μια συνεχή, σταδιακή αναδόμηση της εταιρείας

Στη μελέτη της Shell για τη διατηρησιμότητα των επιχειρήσεων προκύπτει ότι εταιρείες που είχαν καταφέρει να επιβιώσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα το είχαν καταφέρει επειδή επέτρεπαν να συμβαίνουν διάφορα πράγματα στο περιθώριο: επειδή επέτρεπαν δραστηριότητες πέρα από τη βασική επιχειρηματική τους δραστηριότητα, χωρίς να παρεμβαίνουν υψώνοντας τοίχους σε κάθε πιθανή αλλαγή κατεύθυνσης. Οι εταιρείες εφάρμοζαν ευρύτατα αποκεντρωμένες δομές και εκχωρούσαν αρμοδιότητες. Δεν επέμεναν στην άμεση σχέση με την αρχική μορφή δραστηριότητας ως κριτήριο για την επιλογή νέων πιθανών ευκαιριών, ούτε στον άμεσο κεντρικό έλεγχο κάθε κίνησης για διαφοροποίηση.

Κάθε εταιρεία που λειτουργούσε επί εκατό ή και περισσότερα χρόνια είχε περάσει μια περίοδο προσαρμογής τόσο βαθιά που είχε αναγκαστεί να αλλάξει ριζικά τη βασική της δραστηριότητα. Κάποιες μάλιστα είχαν κάνει αυτή την αλλαγή αρκετές φορές:

■ Booker McConnell, η «εταιρεία της Γουιάνα» ήταν μια Αγγλική επιχείρηση που ιδρύθηκε το 1900. Πρώτη της δραστηριότητα ήταν η παραγωγή ζάχαρης στην Λατινική Αμερική. Στην συνέχεια, άρχισε να διευρύνει τις επενδύσεις της, κάτω από μια διοίκηση που είχε ένα εξωστρεφή προσανατολισμό, αλλά και για να αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο εθνικοποίησης της βασικής της δραστηριότητας στην Γουιάνα. Έτσι, επεκτάθηκε στον τομέα της ναυτιλίας και του λιανικού εμπορίου, όπως και στον εκδοτικό τομέα. Το ετήσιο βραβείο Booker για την λογοτεχνία είναι περίφημο αν και η εταιρική ταυτότητα της Booker McConnell παραμένει άγνωστη στο ευρύ κοινό.

■ W. R. Grace, ιδρύθηκε το 1854 από ένα Ιρλανδό μετανάστη στο Περού, που εμπορευόταν γκουάνο (ένα φυσικό λίπασμα). Στην συνέχεια εισήλθε στον τομέα παραγωγής ζάχαρης και κασσίτερου. Τελικά η εταιρεία ίδρυσε την Pan American Airways. Σήμερα είναι κυρίως μια χημική εταιρεία, αν και παραμένει επίσης στις ΗΠΑ ο κύριος παροχέας υπηρεσιών αιμοκάθαρσης.

Εταιρείες όπως η Booker McConnell, η W. R. Grace, η DuPont, η Shell, η Mitsui, ήταν πολύ εύκολο να προσαρμοστούν στις αλλαγές επειδή διέθεταν ανεκτικότητα. Η ανεκτικότητα ήταν το βασικό χαρακτηριστικό που έκανε δυνατή την διαφοροποίηση, χωρίς ποτέ όμως η εταιρεία να πάψει να υπάρχει

(11)

ως σύνολο. Οι εταιρείες αυτές ήταν ιδιαίτερα ανεκτικές απέναντι στους μικρούς βλαστούς που ξεπετάγονταν από τον κύριο κορμό τους: μικροί επιφανειακά άγνωστοι τομείς, που πιθανώς να είχαν κοπεί από το εταιρικό κλαδευτήρι κάπου αλλού, αλλά που εδώ τους δόθηκαν αρκετά περιθώρια για να περιπλανηθούν μέχρι την στιγμή που η εταιρεία θα τους χρειαζόταν ως όχημα για μια νέα προσπάθεια.

Με δυο λόγια συστήματα που εισάγουν ηθελημένα την διαφοροποίηση στην δραστηριότητα - ακόμη και βραχυπρόθεσμα σε βάρος των υπόλοιπων διαδικασιών - και που επιτρέπουν να αναπτύσσονται απρόσκοπτα δραστηριότητες στο περιθώριο της κύριας παραγωγικής δραστηριότητας, ενισχύουν σε σημαντικό βαθμό τις πιθανότητες επιβίωσης από γενεά σε γενεά. Τα συστήματα που επιδεικνύουν ανεκτικότητα επιβιώνουν. Η ανεκτικότητα, με άλλα λόγια, πηγάζει από ένα σύστημα αξιών. Κι αυτό μπορεί να υπάρχει σε μια εταιρεία όταν οι άνθρωποι αναγνωρίζουν την αξία της δημιουργίας ενός περιθωρίου για καινοτομίες. Αυτός είναι ο λόγος που κάποιες εταιρείες εγκαθιστούν παράλληλους θύλακες καινοτομίας όπως τα περίφημα “skunkworks" της Lockheed ή τις περίφημες δραστηριότητες της 3-Μ και της Motorola, οι οποίες στην πορεία εξελίχθηκαν σε βασικές επιχειρηματικές δραστηριότητες. Στην ουσία, οι εταιρείες αυτές δημιουργούν θύλακες μέσα στον οργανισμό τους στους οποίους μπορεί να εμφανιστεί μια καινοτομία. Οι θύλακες αυτοί κρύβονται συνήθως στους πίσω χώρους της εταιρείας. Η ανώτερη διοίκηση τους εμπιστεύεται, δεν τους επιβλέπει, τους κρατά μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και δεν ασχολείται μαζί τους εκτός και αν της ζητηθεί να το κάνει.

Συντηρητική χρηματοδότηση

Τέλος, το τέταρτο χαρακτηριστικό της μακροβιότητας των επιχειρήσεων όπως αυτό προέκυψε από την μελέτη, είναι η συντηρητική χρηματοδότηση δηλαδή η ικανότητα της εταιρείας να διαχειρίζεται αποδοτικά την ανάπτυξη και την εξέλιξη της. Η μη ισορροπημένη κατανομή χρημάτων πιθανώς να αποτελεί μια απειλή για την μελλοντική βιωσιμότητα μιας εταιρείας.

Για να κατανοήσει το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας των νεοϊδρυόμενων εταιρειών και να ανακαλύψει τους παράγοντες που βρίσκονται πίσω από τις ελάχιστες επιτυχίες, ο R. Onians'* στην έρευνα “Making Small Fortunes:

Success Factors in Starting a Business" (Ιανουάριος 1995) που πραγματοποίησε σε δέκα επιτυχημένες και δέκα αποτυχημένες νεοϊδρυθείσες εταιρείες ανακάλυψε ότι το marketing, η στρατηγική θέση και η ανάπτυξη προϊόντων ήταν σημαντικοί παράγοντες αλλά δευτερεύοντες σε σχέση με μια σειρά άλλων παραγόντων.

Οι εταιρείες κατάφερναν να επιβιώσουν ή όχι ανάλογα με τον τρόπο που διαχειρίζονταν τους πόρους τους: τους ανθρώπους τους, τις πληροφορίες

ONIANS, R. (1995): Making Small Fortunes: Success Factors in Starting a Business, Άμστερνταμ 1995, όπως αυτό αποδόθηκε από τον DE GEUS Α. (1997); Εταιρεία ένας ζωντανός οργανισμός, σελ.24

(12)

τους και τα χρήματα τους. Επιπρόσθετα, οι εννέα στους δέκα αποτυχημένόυς επιχειρηματίες εξαρτιόνταν σε μεγάλο βαθμό από βραχυπρόθεσμα χρέη. Σε πέντε από αυτές τις περιπτώσεις ήταν οι αποκαλούμενοι «φίλοι» τους, οι τραπεζίτες, αυτοί που επέβαλλαν τους όρους και τις συνθήκες για τη ρευστοποίηση των επιχειρήσεων τους. Η εικόνα ήταν πολύ διαφορετική στις δέκα επιτυχημένες εταιρείες, που όλες τελικά εξελίχθηκαν σε σημαντικές διεθνείς επιχειρήσεις. Οκτώ στις δέκα δεν είχαν πάρει ποτέ δάνειο. Ήταν ολότελα ελεύθερες από χρέη και έτσι υπήρξαν πάντα. Δυο εταιρείες που είχαν δανειστεί χρήματα, το είχαν κάνει για να αντιμετωπίσουν συγκεκριμένες άμεσες ανάγκες και είχαν ξεχρεώσει τα χρέη τους στο ακέραιο.

Η αυτοσυγκράτηση στη χρηματοδότηση δεν είναι απλά κάποια ιδιοτροπία μιας παλαιότερης εποχής, όταν η πίστωση ήταν λιγότερη εύκολη. Φαίνεται πως είναι μια ουσιαστική προϋπόθεση για τις εταιρείες που ελπίζουν να επιβιώσουν και να ζήσουν για πολλά χρόνια.

Η μελέτη της Shell έδειξε επίσης ότι σχεδόν κάθε εταιρεία που ξεπερνούσε το μέσο όρο ζωής είχε μια συντηρητική προσέγγιση στο θέμα της χρηματοδότησης της. Αν δεν ήταν ελεύθερες δανείων, τότε ήταν εξαιρετικά προσεκτικές στο θέμα του δανεισμού και των κεφαλαίων προς επένδυση. Με δυο λόγια, γνώριζαν πόσο σημαντικό ήταν να διατηρούν χρήματα στο χρηματοκιβώτιο τους.

Αρχικά, ίσως να μοιάζει παράδοξο το να περιορίζεις την ταχύτητα της ανάπτύξης μιας εταιρείας εξαρτώντας την από την ικανότητα της να δημιουργεί η ίδια τα κεφάλαια της. Αλλά η ανάπτυξη μέσω δανεισμού ή μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών είναι επικίνδυνη, ακριβώς επειδή δεν έχει περιορισμούς. Όντας υποχρεωμένη να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις της, η εταιρεία χάνει τις επιλογές της που προέρχονται από τη δυνατότητα να έχει χρήματα στο χρηματοκιβώτιο.

Οι επιχειρήσεις με μεγάλη διάρκεια ζωής γνωρίζουν ότι το να έχουν διαθέσιμα χρήματα σημαίνει πως έχουν την ευελιξία και την ανεξαρτησία να δράσουν όταν οι ανταγωνιστές τους δεν θα μπορούν. Έχοντας οικοδομήσει συστηματικά τη δουλειά τους, μπορούν να αρπάξουν τις ευκαιρίες χωρίς να πρέπει να πείσουν τρίτους -τους χρηματοδότες- για την ελκυστικότητα της απόφασης τους. Μπορούν να πάρουν αποφάσεις, χωρίς να πρέπει να εξαρτώνται από καθαρά οικονομικά κριτήρια. Τα διαθέσιμα χρήματα τους δίνουν τη δυνατότητα να ελέγχουν τη χρονική συγκυρία.

Με τον τρόπο αυτό ο συντηρητισμός στη χρηματοδότηση λειτουργεί ως κυρίαρχη δύναμη, προκειμένου να διατηρηθεί ο ρυθμός εξέλιξης της εταιρείας στη σωστή κλίμακα. Οι καθηγητές James Collins και Jerry Porras αναφέρουν ότι οι διευθυντές της Hewlett-Packard απέφευγαν τα μακροπρόθεσμα χρέη, μια φαινομενικά παράλογη πολιτική. Όμως αρνούμενη να αναλάβει μακροπρόθεσμα χρέη για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης της, η Hewlett- Packard επέβαλλε στον εαυτό της να μάθει πώς να χρηματοδοτεί από μόνη της και εξολοκλήρου με δικές της δυνάμεις την κατά 20% περίπου ετήσια ανάπτυξη της. Αυτός ο μηχανισμός δημιούργησε μια εταιρεία με εξαιρετικά

(13)

πειθαρχημένα στελέχη, που λειτουργούν σε ένα επίπεδο λιτότητας και ταυτόχρονα αποτελεσματικότητας.^

2.3 Η σημασία της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων^

Ο εντοπισμός της σημασίας της βιωσιμότητας μιας επιχείρησης αντικατοπτρίζεται ουσιαστικά στο τίμημα από τον θάνατο της.

Όταν πεθαίνει μια επιχείρηση η ανθρώπινη κοινότητα που συνδέεται μαζί της διαλύεται. Οι άνθρωποι χάνουν τις δουλειές τους. Μένουν χωρίς στήριγμα, χωρίς μια εργασιακή κοινότητα. Το ίδιο χαμένοι βγαίνουν και όσοι έχουν σχέση με την επιχείρηση-οι πελάτες και οι προμηθευτές της.

Αυτό είναι ένα ιδιαίτερο οξύ πρόβλημα, ειδικά στα αναπτυσσόμενα κράτη, όπου οι ιδιωτικές επιχειρήσεις έχουν συχνά σε μεγάλο βαθμό την ευθύνη για την υποδομή της χώρας. Αυτό το είδος κοινωνικής καταστροφής περιγράφεται συχνά ως ένα εγγενές πρόβλημα του καπιταλισμού ή ως η σκοτεινή πλευρά των πολυεθνικών εταιρειών, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται όταν ζωντανές εταιρείες παρακμάζουν σε απλά οικονομικές και στη συνέχεια πεθαίνουν.

' DE GEUS Α. (1997): Εταιρεία ένας ζωντανός οργανισμός.

® COLLINS J., PORRAS J. (1994J; Built to Last: Successful Habits of Visionary Companies, Νέα Υόρκη 1994, όπως αυτό αποδόθηκε από τον DE GEUS Α. (1997): Εταιρεία ένας ζωντανός οργανισμός, σελ.24

(14)

3. Η πορεία της μεταποίησης

3.1 Η πορεία της μεταποίησης στον π αγκόσμιο χώρο

Ποιο είναι η πορεία της μεταποίησης στον κόσμο; Η καλύτερη ίσως απάντηση είναι ότι η πορεία αυτή χαρακτηρίζεται από μεγάλη ποικιλία και μεγάλες αποκλίσεις. Η ανάλυση που ακολουθεί πραγματοποιείται σε διάφορα επίπεδα ξεκινώντας με τα γενικά στοιχεία της μεταποίησης και συνεχίζει με τον σχολιασμό ανά γεωγραφική περιοχή (Ευρωπαϊκή Ένωση, Ασία κτλ) ή οικονομική κατηγορία (ανεπτυγμένες, αναπτυσσόμενες χώρες κτλ).

Γενικά Στοιχεία®

Τα στατιστικά στοιχεία που ακολουθούν παρέχουν πληροφορίες για την βιομηχανική ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα σε διεθνές επίπεδο.

Η ικανότητα μιας χώρας να παράγει και να εξάγει μετριέται με τον δείκτη ανταγωνιστικής βιομηχανικής επίδοσης (CIP). Ο δείκτης αυτός αποτελείται από τους επιμέρους δείκτες:

Τον δείκτη της Μεταποιητικής Προστιθέμενης Αξίας κατά κεφαλή (MAV)

^ Τον δείκτη των Εξαγωγών της Μεταποίησης κατά κεφαλή Το μερίδιο των προϊόντων μέσης και υψηλής τεχνολογίας στον δείκτη της Μεταποιητικής Προστιθέμενης Αξίας κατά κεφαλή

Το μερίδιο των προϊόντων μέσης και υψηλής τεχνολογίας στον δείκτη των Εξαγωγών της Μεταποίησης κατά κεφαλή

Οι δύο πρώτοι δείκτες δίνουν πληροφορίες για την δυναμικότητα της βιομηχανίας, ενώ οι δύο τελευταίοι αντικατοπτρίζουν την τεχνολογική πολυπλοκότητα και την βιομηχανική αναβάθμιση.

Οι τιμές του δείκτη αφορούν τα έτη 1985 και 1998 και παρατίθενται στον πίνακα 1. Η κατάταξη των 87 χωρών/οικονομιών (επιλεγμένες με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία για ενδοοικονομική σύγκριση) με βάση των δείκτη CIP φανερώνει το ακόλουθο γενικό και αναμενόμενο συμπέρασμα: οι εκβιομηχανισμένες οικονομίες συγκεντρώνονται κοντά στην κορυφή της κατάταξης, μεταβατικές οικονομίες και οικονομίες μεσαίου εισοδήματος κοντά στην μέση και οι χαμηλού εισοδήματος αναπτυσσόμενες χώρες στην ουρά της κατάταξης.

Η σταθερότητα κάποιων χωρών στην κατάταξη με βάση τον δείκτη CIP κατά την διάρκεια των ετών ισχυροποιεί το γεγονός ότι η βιομηχανική επίδοση μεταβάλλεται δύσκολα. Ωστόσο υπήρξαν και εξαιρέσεις. Μεγάλη βελτίωση της θέσης τους από το 1985 επέδειξαν οι μεσαίας κλίμακας αναπτυσσόμενες οικονομίες (Κίνα, Κόστα Ρίκα, Μαλαισία, Μεξικό, Φιλιττπίνες, και η Ταϊλάνδη).

° UNIDO (2002): Industrial Development Report 2002/2003, σελ1-4

(15)

Η τόνωση της βιομηχανικής δραστηριότητας των οικονομιών αυτών οφείλεται κυρίως στην ένταξη τους στην παγκόσμια αλυσίδα αξιών διαμέσου πολυεθνικών συνεργασιών.

Πίνακας 1: Κατάταξη οικονομιών με βάση τον δείκτη CIP, 1985 και 1998

Κατάταξη Χώρα/ Οικονομία Τιμή Δείκτη Κατάταξη Τιμή Δείκτη

1985 1998 1985 1998 1985 1998 Γ 1 1985 1998 .

6 1 Σιγκαπούρη 0,587 0,883 40 45 Τυνησία 0,064 0,068

1 2 Ελβετία 0,808 0,751 35 46 Βενεζουέλα 0,085 0,060

15 3 Ιρλανδία 0,379 0,739 53 47 Χιλή 0,030 0,056

2 4 Ιαπωνία 0,725 0,696 56 48 Γ ουατεμάλα 0,028 0,056

3 5 Γερμανία 0,635 0,632 65 49 Ινδονησία 0,012 0,054

5 6 ΗΠΑ 0,599 0,564 50 50 Ινδία 0,034 0,054

4 7 Σουηδία 0,633 0,562 38 51 Ζιμπάμπουε 0,071 0,052

7 8 Φινλανδία 0,494 0,538 57 52 Ελ Σαλβαδόρ 0,027 0,051

8 9 Βέλγιο 0,489 0,495 46 53 Μαρόκο 0,038 0,048

12 10 Μ. Βρετανία 0,426 0,473 41 54 Σαουδ.Αραβία 0,063 0,047

10 11 Γ αλλία 0,450 0,465 49 55 Κολομβία 0,035 0,041

11 12 Αυστρία 0,445 0,453 47 56 Μαυρίκιος 0,037 0,041

13 13 Δανία 0,424 0,443 67 57 Αίγυπτος 0,012 0,038

14 14 Ολλανδία 0,398 0,429 48 58 Περού 0,037 0,035

19 15 Ταϊβάν (Κίνας) 0,292 0,412 39 59 Αμάν 0,069 0,032

9 16 Καναδάς 0,474 0,407 55 60 Πακιστάν 0,028 0,031

16 17 Ιταλία 0,379 0,384 58 61 Εκουαδόρ 0,025 0,025

22 18 Κορέα 0,247 0,370 64 62 Κένυα 0,013 0,025

21 19 Ισπανία 0,259 0,319 60 63 Ιορδανία 0,022 0,024

20 20 Ισραήλ 0,290 0,301 66 64 Ονδούρας 0,012 0,023

17 21 Νορβηγία 0,348 0,301 52 65 Τζαμάικα 0,032 0,022

30 22 Μαλαισία 0,116 0,278 51 66 Παναμάς 0,032 0,022

28 23 Μεξικό 0,125 0,246 69 67 Βολιβία 0,009 0,021

24 Τσεχία 0,243 68 Αλβανία 0,021

45 25 Φιλλιπίνες 0,044 0,241 71 69 Σρι Λάνκα 0,008 0,017

26 26 Πορτογαλία 0,159 0,240 62 70 Νικαράγουα 0,020 0,017

34 27 Ουγγαρία 0,088 0,239 63 71 Παραγουάη 0,013 0,015

28 Σλοβενία 0,221 72 Μοζαμβίκη 0,013

23 29 Αυστραλία 0,214 0,211 74 73 Μπαγκλαντές 0,008 0,011

18 30 Χονγκ- Κονγκ 0,320 0,204 54 74 Αλγερία 0,029 0,009

24 31 Νέα Ζηλανδία 0,188 0,186 72 75 Καμερούν 0,008 0,008

43 32 Ταϊλάνδη 0,058 0,172 59 76 Σενεγάλη 0,023 0,008

27 33 Βραζιλία 0,140 0,149 68 77 Ζάμπια 0,010 0,007

25 34 Πολωνία 0,176 0,143 75 78 Νιγηρία 0,006 0,006

29 35 Αργεντινή 0,122 0,140 79 79 Νεπάλ 0,001 0,006

44 36 Κόστα Ρίκα 0,053 0,129 70 80 Τανζανία 0,009 0,005

61 37 Κίνα 0,021 0,126 78 81 Μαλάουι 0,003 0,003

36 38 Τουρκία 0,082 0,108 73 82 Μαγαδασκάρη 0,008 0,003

32 39 Νότιος Αφρική 0,096 0,108 77 83 Κεντ.Αφρική 0,003 0,003

33 40 Ελλάδα 0,093 0,102 80 84 Ουγκάντα 0,001 0,003

37 41 Ρουμανία 0,072 0,095 85 Υεμένη 0,001

31 42 Μπαχρέιν 0,099 0,089 76 86 Γκάνα 0,006 0,001

42 43 Ουρουγουάη 0,062 0,087 87 Αιθιοπία 0,000

44 Ρωσία 0,077

(Πηγή: UNIDO, Industrial Development report 2002/2003)

(16)

Στο διάγραμμα ττου ακολουθεί τταρουσιάζονται οι μεγάλοι «νικητές» και οι μεγάλοι «χαμένοι» της κατάταξης βιομηχανικής επίδοσης με βάση τον δείκτη CIP.

Κίνα Φιλιππίνες Ινδονησία Ταϋλάνδη Ιρλανδία Αίγυπτος Αλγερία Ομάν Σενεγάλη Παναμάς Τζαμάικα Σαουδ.Αραβία Ζιμπάμπουε Χονκ-Κόνγκ Βενεζουέλα

Τανζανία

υ κερδίθηκαν ή που χάθηκαν

Διάγραμμα 1: Οι μεγάλοι κερδισμένοι και οι μεγάλοι χαμένοι της κατάταξης 1985-1998

(Πηγή: UNIDO, Industrial Development report 2002/2003)

Οι αναπτυγμένες χώρες

Οι εκβιομηχανισμένες χώρες είτε διατήρησαν τις θέσεις τους είτε μετακινήθηκαν ελάχιστα σε σχέση με το 1985. Εξαίρεση αποτελεί η Ιρλανδία η οποία, χάρη στην ανάπτυξη που παρουσίασε τα τελευταία χρόνια σε συστήματα υψηλής τεχνολογίας, σκαρφάλωσε στην τρίτη θέση πραγματοποιώντας άλμα 12 θέσεων και αναγκάζοντας μεγάλες δυνάμεις όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία να της δώσουν την θέση τους.

Η γενική τάση ωστόσο είναι, η μεταφορά των μεταποιητικών δραστηριοτήτων από τις εκβιομηχανισμένες χώρες είτε στις «μεταβατικές» (όπως είναι η Ουγγαρία, η Σλοβακία κ.α.) είτε στις αναπτυσσόμενες (Φιλιττπίνες, Χιλή, Κόστα Ρίκα κ.α.).

(17)

Κι ενώ τα προηγούμενα χρόνια η μεταφορά αυτή γινόταν κυρίως λόγω του ελκυστικού φθηνού εργατικού δυναμικού των αναπτυσσόμενων χωρών, μια άλλη σημαντική διάσταση που θα επηρεάσει τη μεταφορά βιομηχανικών δραστηριοτήτων από τις αναπτυγμένες στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι η επιλογή των πρώτων (α) να ξεφορτωθούν το βιομηχανικά λεγόμενο σύννεφο που καλύπτει σε μόνιμη βάση τους ουρανούς των χωρών αυτών και (β) να μη σπαταλώνται άσκοπα οι πρώτες ύλες του πλανήτη.

Οι αναπτυσσόμενες χώρες

Αντίθετα από ότι συμβαίνει στις αναπτυγμένες χώρες οι αναπτυσσόμενες χώρες έχουν τεράστιες προοπτικές στην παραγωγή συνήθων βιομηχανικών προϊόντων που ικανοποιούν τις ανάγκες επιβίωσης αλλά και ανύψωσης του βιοτικού επιπέδου των κοινωνιών που εξέρχονται από τη φτώχεια. Όλα λοιπόν τα βιομηχανικά προϊόντα από τα τρόφιμα μέχρι τα μηχανήματα και τις συσκευές συμβατικής τεχνολογίας, έχουν ευνοϊκότερες προοπτικές στις αναπτυσσόμενες χώρες χαμηλού εργατικού κόστους. Αν τέλος τυχαίνει το επίπεδο παιδείας των χωρών αυτών να είναι ανεβασμένο ή να επιδέχεται ταχεία άνοδο, τότε οι προοπτικές τους είναι πολύ καλύτερες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των αναπτυσσόμενων χωρών είναι οι χώρες του Ασιατικού χώρου για τις οποίες γίνεται ξεχωριστή αναφορά παρακάτω.

Οι οικονομίες χαμηλής κλίμακας

Οι χαμηλής κλίμακας οικονομίες παρέμειναν στην βάση της κατάταξης ενώ παράλληλα τσ χάσμα ανάμεσα σε αυτές και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες μεγάλωσε κατά την διάρκεια της περιόδου που εξετάζεται. Το στοιχείο αυτό αποδεικνύει την απόκλιση στην βιομηχανική ανάπτυξη που υπάρχει ανάμεσα στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Οι χαμηλής κλίμακας αναπτυσσόμενες οικονομίες δεν ανέβηκαν την σκάλα της τεχνολογίας. Στοιχεία δείχνουν ότι 42 από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες δεν μετέβαλαν την τεχνολογική τους υποδομή από το 1985 ως το 1998.

Η.Π.Α. ®

Η διεθνοποίηση της παραγωγής οδήγησε σε υποκατάσταση της εγχώριας παραγωγής από το εμπόριο-υπηρεσίες, κάτι που είναι σύνηθες στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Στις χώρες αυτές και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, ένα πολύ μεγάλο κομμάτι των βιομηχανικών προϊόντων της εγχώριας βιομηχανίας προέρχεται από χώρες χαμηλού εργατικού κόστους, καθώς η παραγωγή στο εσωτερικό της χώρας σε προϊόντα ανειδίκευτης ή χαμηλής εξειδίκευσης εργασίας, είναι ουσιαστικά ασύμφορη οικονομικά. Το φαινόμενο αυτό φαίνεται να συνδέεται με την τάση ενίσχυσης του μεριδίου των υπηρεσιών στο ΑΕΠ σε βάρος των μεριδίων της μεταποίησης και του πρωτογενούς τομέα.

® ΜΥΡΟΠΑΝΝΗΣ, Γ. (1997) Οι Ευρωπαϊκές Πολιτικές για μια Ανταγωνιστική Εξαγωγική Βιομηχανία, σελ.25-27

Referências

Documentos relacionados

Η προσθήκη του συγχρονισμού της κοινωνικής δικτύωσης στην έξυπνη τηλεόραση και στις HTPC πλατφόρμες μπορεί να παρέχει μια αλληλεπίδραση τόσο στο περιεχόμενο επί της οθόνης όσο και από