• Nenhum resultado encontrado

[PENDING] Στάσεις και αντιλήψεις εκπαιδευτικών του Νομού Θεσσαλονίκης απέναντι στο διαδικτυακό εκφοβισμό. Τρόποι αντιμετώπισης και μείωσης του φαινομένου

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "Στάσεις και αντιλήψεις εκπαιδευτικών του Νομού Θεσσαλονίκης απέναντι στο διαδικτυακό εκφοβισμό. Τρόποι αντιμετώπισης και μείωσης του φαινομένου"

Copied!
122
0
0

Texto

(1)

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ & ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ

ΜΟΝΑΔΩΝ

Διπλωματική Εργασία

«Στάσεις και αντιλήψεις εκπαιδευτικών του Νομού Θεσσαλονίκης απέναντι στο διαδικτυακό εκφοβισμό. Τρόποι

αντιμετώπισης και μείωσης του φαινομένου.»

Της:

Καρυπίδου Θεοδώρα (1132017)

Επιβλέπων Καθηγητής:

Γρηγορόπουλος Ηρακλής

Υποβλήθηκε ως απαιτούμενο για την απόκτηση του μεταπτυχιακού διπλώματος ειδίκευσης στη Διοίκηση & Οργάνωση εκπαιδευτικών μονάδων

Θεσσαλονίκη, 2019

(2)

2

Ευχαριστίες

Ολοκληρώνοντας τον κύκλο των μεταπτυχιακών μου σπουδών στο Πρόγραμμα «Οργάνωση και Διοίκηση Εκπαιδευτικών Μονάδων» του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος, θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου σε όλους όσους συνέβαλαν στην ολοκλήρωση αυτής μου της προσπάθειας για την εκπόνηση της συγκεκριμένης διπλωματικής εργασίας.

Ιδιαιτέρως, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον επιβλέποντα καθηγητή μου κ.

Γρηγορόπουλο Ηρακλή για τις συμβουλές του και την πολύτιμη καθοδήγησή του που συνέβαλαν στην ολοκλήρωση της διπλωματικής μου εργασίας.

Επίσης, ευχαριστώ θερμά όλους τους εκπαιδευτικούς που συμμετείχαν στη συγκεκριμένη έρευνα αλλά και την οικογένεια μου που με στήριξε σε όλη τη διάρκεια των σπουδών μου.

“You can't be against bullying without actually doing something about it.”

- Randi Weingarten

(3)

3

Πίνακας περιεχομένων

Ευχαριστίες ... 2

Περίληψη ... 8

Σκοπός ... 8

Υλικό και μέθοδος ... 10

Αποτελέσματα ... 10

Συμπεράσματα ... 11

Μέρος 1ο Θεωρητική προσέγγιση ... 13

Εισαγωγή... 14

Διατύπωση του προβλήματος ... 16

Κεφάλαιο πρώτο: ... 18

Διαδικτυακός εκφοβισμός - Cyber Bullying ... 18

1.1 Εισαγωγή στο σχολικό εκφοβισμό ... 18

1.2 Διαδικτυακός σχολικός εκφοβισμός ... 19

1.3 Διαφορές σχολικού εκφοβισμού & διαδικτυακού εκφοβισμού ... 22

1.4 Είδη διαδικτυακής επίθεσης ... 25

1.5 Επιπτώσεις διαδικτυακού εκφοβισμού ... 28

1.6 Αντιμετώπιση του διαδικτυακού σχολικού εκφοβισμού ... 30

1.6.1 Ο ρόλος του σχολείου και των εκπαιδευτικών ... 33

1.6.2 Κύριες κατευθύνσεις εκπαιδευτικών για την αντιμετώπιση του εκφοβισμού ... 36

(4)

4

Κεφάλαιο δεύτερο: Ανασκόπηση βιβλιογραφίας ... 39

2.1 Στοιχεία για την έκταση του φαινομένου ... 39

2.2 Στάσεις και αντιλήψεις εκπαιδευτικών για τον διαδικτυακό εκφοβισμό ... 41

Μέρος 2ο: Ερευνητική προσέγγιση ... 48

Κεφάλαιο τρίτο: Μεθοδολογία της έρευνας ... 49

3.1 Εισαγωγή ... 49

3.2 Σκοπός ... 49

3.3 Ερευνητικά ερωτήματα και ερευνητικές υποθέσεις ... 50

3.4 Είδος έρευνας – διαδικασία εκτέλεσης ... 51

3.5 Μέσο συλλογής δεδομένων ... 52

3.5.1 Κλίμακα ερωτηματολογίου – βαθμολόγηση ... 53

3.6 Δείγμα και διαδικασία συλλογής δεδομένων ... 56

3.7 Στατιστικές τεχνικές ... 57

3.8 Εγκυρότητα και αξιοπιστία ... 58

3.8.1 Εγκυρότητα ... 58

3.8.2 Αξιοπιστία ... 59

Κεφάλαιο τέταρτο: Αποτελέσματα της έρευνας ... 61

4.1 Εισαγωγή... 61

4.2 Γενικά και δημογραφικά στοιχεία ... 61

4.3 Στάσεις εκπαιδευτικών σε φανταστικά σενάρια σχολικού διαδικτυακού εκφοβισμού ... 71

(5)

5 4.4 Προσδιορισμός ευαισθητοποίησης για τον εκφοβισμό στο Διαδίκτυο 74 4.5 Προσδιορισμός των τρόπων αντιμετώπισης του εκφοβισμού που

ακολουθούν οι εκπαιδευτικοί ... 76

4.6 Συσχετίσεις ... 79

4.6.1 Συσχέτιση ανάμεσα στην σοβαρότητα των περιστατικών διαδικτυακού εκφοβισμού και στην πιθανότητα παρέμβασης ... 80

4.6.2 Συσχέτιση ανάμεσα στο βαθμό σοβαρότητας ενός περιστατικού εκφοβισμού και στο βαθμό των στρατηγικών για την αντιμετώπιση του εκφοβισμού ... 83

4.6.3 Συσχέτιση ανάμεσα στο συνολικό βαθμό επίγνωσης των εκπαιδευτικών για το διαδικτυακό εκφοβισμό και στην πιθανότητα παρέμβασης ... 84

4.6.4 Συσχέτιση ανάμεσα στο συνολικό βαθμό ευαισθητοποίησης των εκπαιδευτικών για το διαδικτυακό εκφοβισμό και στο συνολικό βαθμό στους τρόπους αντιμετώπισης ... 85

4.7 Ανάλυση παλινδρόμησης ... 86

4.7.1 Ανάλυση παλινδρόμησης ... 87

Κεφάλαιο πέμπτο: Ερμηνεία ερευνητικών ερωτημάτων και υποθέσεων - Συζήτηση ... 91

1ο ερευνητικό ερώτημα ... 91

2ο ερευνητικό ερώτημα ... 93

3ο ερευνητικό ερώτημα ... 95

Ερευνητική υπόθεση Υ1 ... 98

(6)

6

Ερευνητική υπόθεση Υ2: ... 99

Ερευνητική υπόθεση Υ3 ... 100

Ερευνητική υπόθεση Υ4 ... 101

Συμπεράσματα ... 103

Βιβλιογραφία ... 107

Παράρτημα – ερωτηματολόγιο ... 114

(7)

7

(8)

8

Περίληψη

Η παρούσα διπλωματική εργασία διερευνά τις στάσεις και τις αντιλήψεις εκπαιδευτικών του Νομού Θεσσαλονίκης σχετικά με τον εκφοβισμό που πραγματοποιείται στο Διαδίκτυο. Η μελέτη επικεντρώνεται στην επίγνωση των εκπαιδευτικών για το διαδικτυακό εκφοβισμό, καθώς διερευνούνται οι σχετικές γνώσεις τους σε στοιχεία που σχετίζονται με το φαινόμενο, αλλά και οι στρατηγικές που ακολουθούν για την αντιμετώπιση του. Παράλληλα, διερευνάται η στάση τους σχετικά με τη σοβαρότητα των περιστατικών αλλά και η πιθανότητα να παρέμβουν.

Σκοπός

Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η ανάδειξη των στάσεων και των αντιλήψεων των εκπαιδευτικών του Νομού Θεσσαλονίκης για το διαδικτυακό εκφοβισμό. Στόχοι της έρευνας αποτελούν η ανάδειξη της ευαισθησίας των εκπαιδευτικών σε στοιχεία που σχετίζονται με το διαδικτυακό εκφοβισμό αλλά και ο βαθμό συμφωνίας τους για τη χρήση στρατηγικών που χρησιμοποιούν για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Τέλος, στο σκοπό της έρευνας συγκαταλέγεται η διερεύνηση της ύπαρξης συσχετισμού μεταξύ της σοβαρότητας που αποδίδουν οι εκπαιδευτικοί στα περιστατικά διαδικτυακού εκφοβισμού, της πιθανότητας τους να παρέμβουν και των στρατηγικών αντιμετώπισης που χρησιμοποιούν. Τα ερευνητικά ερωτήματα μέσω των οποίων θα επιχειρηθεί η επίτευξη του σκοπού της εργασίας είναι τα εξής:

(9)

9 1. Σε ποιο βαθμό οι εκπαιδευτικοί αξιολογούν τη σοβαρότητα ενός περιστατικού διαδικτυακού εκφοβισμού και ποιος είναι ο βαθμός της πιθανότητας να παρέμβουν;

2. Σε ποιο βαθμό οι εκπαιδευτικοί παρουσιάζουν επίγνωση για το διαδικτυακό εκφοβισμό;

3. Σε ποιο βαθμό οι εκπαιδευτικοί εφαρμόζουν στρατηγικές αντιμετώπισης του διαδικτυακού εκφοβισμού;

Παράλληλα, στην εργασία θα διερευνηθούν οι εξής ερευνητικές υποθέσεις:

Υ1: Υπάρχει στατιστικά σημαντική σχέση ανάμεσα στο βαθμό σοβαρότητας ενός περιστατικού διαδικτυακού εκφοβισμού και στο βαθμό της πιθανότητας παρέμβασης;

Υ2: Υπάρχει στατιστικά σημαντική σχέση ανάμεσα στο βαθμό σοβαρότητας που αποδίδουν οι εκπαιδευτικοί και στο βαθμό εφαρμογής στρατηγικών αντιμετώπισης;

Υ3: Ο βαθμός επίγνωσης των εκπαιδευτικών για το διαδικτυακό εκφοβισμό σχετίζεται στατιστικώς σημαντικά με το βαθμό εφαρμογής στρατηγικών αντιμετώπισης;

Υ4: Ο βαθμός επίγνωσης των εκπαιδευτικών σχετίζεται στατιστικώς σημαντικά με το βαθμό παρέμβασης;

(10)

10

Υλικό και μέθοδος

Στην έρευνα συμμετείχαν 120 εκπαιδευτικοί που υπηρετούν σε σχολεία του Νομού Θεσσαλονίκης. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο με ερωτήσεις κλειστού τύπου. Για την ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε η ποσοτική μέθοδος. Το ερωτηματολόγιο των εκπαιδευτικών προέκυψε από την σύνθεση των ερωτηματολογίων:

• Ερωτηματολόγιο “Bullying Attitude Questionnaire” (Craig, et al., 2000). Το οποίο εξέταζε την στάση των εκπαιδευτικών απέναντι σε δύο φανταστικά σενάρια - περιστατικά διαδικτυακού σχολικού εκφοβισμού.

• Ερωτηματολόγιο “Sensibility Scale on Cyber Bullying” (Tanrıkulu et al, 2013). Το οποίο προσδιόριζε την ευαισθητοποίηση των εκπαιδευτικών απέναντι στο διαδικτυακό εκφοβισμό και τους κινδύνους του Διαδικτύου

• Ερωτηματολόγιο “Handling bullying questionnaire” (HBQ) (Bauman, Rigby

& Hoppa, 2008, το οποίο διερευνούσε τους τρόπους που χρησιμοποιούν οι εκπαιδευτικοί για την αντιμετώπιση του εκφοβισμού.

Αποτελέσματα

Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι εκπαιδευτικοί παρουσίασαν μεγάλη ενσυναίσθηση προς τα θύματα του διαδικτυακού εκφοβισμού ενώ αξιολόγησαν ως πάρα πολύ σοβαρά τα σενάρια αυτά. Παράλληλα εξέφρασαν ως πολύ πιθανό να παρέμβουν στα περιστατικά με σκοπό να τα αντιμετωπίσουν. Επίσης, φάνηκε πως οι εκπαιδευτικοί παρουσιάζουν υψηλή ευαισθητοποίηση στις μεταβλητές που

(11)

11 σχετίζονται με του κινδύνους και τον εκφοβισμό στο διαδίκτυο ενώ παράλληλα έδειξαν να συμφωνούν στο ότι χρησιμοποιούν τρόπους που αντιμετωπίζουν το φαινόμενο. Επίσης, από τα αποτελέσματα αναδείχθηκε θετική σχέση ανάμεσα στη αξιολόγηση της σοβαρότητας ενός περιστατικού και στη πιθανότητα παρέμβασης και στο συνολικό βαθμό χρήσης στρατηγικών αντιμετώπισης. Αντίστοιχα θετική συσχέτιση βρέθηκε ανάμεσα στην ευαισθητοποίηση των εκπαιδευτικών για τους κινδύνους και τον εκφοβισμό στο διαδίκτυο και στο βαθμό εφαρμογής τρόπων για την αντιμετώπιση του φαινομένου.

Συμπεράσματα

Το δείγμα φάνηκε να χαρακτηρίζει το διαδικτυακό εκφοβισμό ως ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Συνολικά, αναδείχτηκε πως οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουν τους κινδύνους του Διαδικτύου και το φαινόμενο του εκφοβισμού που αναπτύσσεται εκεί.

Επίσης, φάνηκε πως χρησιμοποιούν διάφορους τρόπους να αντιμετωπίσουν τον εκφοβισμό με επικρατέστερους την συζήτηση με άλλους συναδέλφους, τη μη αγνόηση, και την παροχή βοήθειας προς τους μαθητές να αποκτήσουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση (οι θύτες για να μην εκφοβίζουν και τα θύματα να μην εκφοβίζονται).

Από την ανάλυση συσχετίσεων διαπιστώθηκε πως όσο αυξανόταν η σοβαρότητα που απέδιδαν οι εκπαιδευτικοί στα περιστατικά εκφοβισμού τόσο αυξανόταν και η χρήση των στρατηγικών για την αντιμετώπιση. Αντίστοιχα, όσο αυξανόταν ο βαθμός ευαισθητοποίησης τους απέναντι στους κινδύνους και στον εκφοβισμό στο Διαδίκτυο τόσο αυξανόντουσαν και οι στρατηγικές αντιμετώπισης.

Σχετικά με την επίδραση των δημογραφικών στοιχείων στο βαθμό χρήσης των στρατηγικών αντιμετώπισης, φάνηκε πως η θέση υπηρεσίας επιδρά στατιστικώς

(12)

12 σημαντικά. Αύξηση στη θέση υπηρεσίας (δηλαδή μια θέση μεγαλύτερης ευθύνης όπως παραδείγματος χάριν αυτή του διευθυντή) προβλέπει αύξηση του βαθμού χρήσης των στρατηγικών. Αντίστοιχη επίδραση ασκεί και η ηλικία, με τους μεγαλύτερους σε ηλικία εκπαιδευτικούς, να αυξάνουν το βαθμό χρήσης στρατηγικών.

Ωστόσο κατά πως φάνηκε η ισχυρότερη μεταβλητή επίδρασης ήταν η θέση υπηρεσίας.

(13)

13

Μέρος 1

ο

Θεωρητική προσέγγιση

(14)

14

Εισαγωγή

Ο σχολικός εκφοβισμός είναι ένα διαδεδομένο πρόβλημα επιθετικής συμπεριφοράς στις σχολικές μονάδες. Ως φαινόμενο, επηρεάζεται από πλήθος παραγόντων και εμπλεκόμενων προσώπων με σημαντικά αρνητικές συνέπειες για τους μαθητές. Για το λόγο αυτό, το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού γίνεται συχνά το αντικείμενο μελέτης τόσο στην εγχώρια όσο και στην διεθνή ερευνητική κοινότητα. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια μέσω της επιστημονικής ανασκόπησης του θέματος έχει αποτυπωθεί μια νέα διάσταση του φαινομένου. Η διάσταση αυτή αναφέρεται στη μετεξέλιξη του φαινομένου από την ανάμιξη των νέων τεχνολογιών και της ευρείας χρήσης του Διαδικτύου. Ο σχολικός εκφοβισμός έχει πλέον νέα μέσα εξάπλωσης και σηματοδοτεί μια νέα εποχή στη μάστιγα της επιθετικής συμπεριφοράς που λαμβάνει χώρα στο χώρο του σχολείου.

Ο εκφοβισμός μέσω του Διαδικτύου είναι ένα σχετικά πρόσφατο φαινόμενο, τόσο νέο, όσο νέα είναι και η χρήση των μέσων του Διαδικτύου. Οι μαθητές πλέον έρχονται αντιμέτωποι με ταχύτατα ραγδαίες τεχνολογικές αλλαγές και ορισμένες φορές δεν μπορούν να αντιληφθούν τις συνέπειες που επιφέρει η μη ορθή χρήση των ηλεκτρονικών μέσων. Οι τεχνολογίες όπως το Διαδίκτυο, οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης, τα κινητά τηλέφωνα, η άμεση αποστολή μηνυμάτων και η ηλεκτρονική αλληλογραφία επιτρέπουν την επικοινωνία με συχνότητα και ταχύτητα που δεν ήταν δυνατή στο παρελθόν.

Στο πλαίσιο αυτό, ο ρόλος των εκπαιδευτικών για την αντιμετώπιση των επιθετικών μορφών συμπεριφοράς μέσα από το χώρο του Διαδικτύου είναι σημαντικός. Οι εκπαιδευτικοί είναι υπεύθυνοι για την παρακολούθηση της συμπεριφοράς των μαθητών, τον καθορισμό των κανόνων της τάξης, την ενίσχυση

(15)

15 της θετικής συμπεριφοράς και την επιβολή πειθαρχικών συνεπειών στην ακατάλληλη επιθετική συμπεριφορά. Ως εκ τούτου, η κατανόηση των στάσεων και των αντιλήψεων των εκπαιδευτικών για την επιθετική συμπεριφορά των μαθητών που αναπτύσσεται μέσα από το χώρο του Διαδικτύου είναι κρίσιμη για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου του εκφοβισμού. Οι στάσεις και αντιλήψεις των εκπαιδευτικών μπορούν να δώσουν μια βαθύτερη κατανόηση στο φαινόμενο και να οδηγήσουν στην αποτελεσματική διαχείριση για την αντιμετώπιση του.

Η παρούσα εργασία χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος αφορά σε μια θεωρητική προσέγγιση γύρω από το εξεταζόμενο θέμα. Πραγματοποιείται μια ερμηνευτική προσέγγιση στο φαινόμενο του διαδικτυακού εκφοβισμού ενώ αναδεικνύονται, μέσω μιας βιβλιογραφικής ανασκόπησης, οι στάσεις και οι αντιλήψεις εκπαιδευτικών για το διαδικτυακό εκφοβισμό από ήδη υπάρχουσες έρευνες. Το δεύτερο μέρος αφορά σε μια ερευνητική προσέγγιση για την ανάδειξη των απόψεων των εκπαιδευτικών του Νομού Θεσσαλονίκης. Στο ερευνητικό μέρος, διερευνούνται οι γνώσεις των εκπαιδευτικών για το διαδικτυακό εκφοβισμό, οι στρατηγικές που ακολουθούν για την αντιμετώπιση του φαινομένου αλλά και η σχέση μεταξύ αυτών των δύο παραγόντων.

(16)

16

Διατύπωση του προβλήματος

Ο σχολικός διαδικτυακός εκφοβισμός, δηλαδή ο εκφοβισμός και η θυματοποίηση (cyber bullying) που αναπτύσσεται στο χώρο και στα μέσα του Διαδικτύου, αποτελεί ένα νέο πραγματικό κίνδυνο για τους μαθητές (Kowalski, Limber & Agatston, 2008). Σε διεθνές επίπεδο, ο ηλεκτρονικός εκφοβισμός επηρεάζει αρνητικά τους μαθητές καθώς επιφέρει από επώδυνες έως και καταστροφικές συνέπειες. Η αντιμετώπιση του φαινομένου στις μέρες μας αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση των εκπαιδευτικών και άλλων εμπλεκόμενων προσώπων (Hinduja &

Patchin, 2010 ˙ Kowalski et al., 2008). Οι εκπαιδευτικοί έχουν συνεχή παρουσία στις σχολικές αίθουσες παρακολουθώντας τη συμπεριφορά και τις ενέργειες των μαθητών.

Συνεπώς ο ρόλος τους κρίνεται ως σημαντικός στην αντιμετώπιση του φαινομένου καθώς έχουν τη δυνατότητα να αντιληφθούν επιθετικές συμπεριφορές τις οποίες εάν τις διαχειριστούν καταλλήλως μπορούν να τις περιορίσουν με τελικό στόχο να τις εξαλείψουν εντελώς.

Οι εκπαιδευτικοί βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης πολλών μορφών εφηβικής επιθετικότητας, συμπεριλαμβανομένου και του διαδικτυακού εκφοβισμού (Slonjie & Smith, 2008). Μελέτες για τον εκφοβισμό αποτυπώνουν ότι οι σχολικές κοινότητες αποτελούν σημαντικό παράγοντα σε κάθε είδους ζητήματα που σχετίζονται με τον εκφοβισμό (Li, 2006).

Εάν οι εκπαιδευτικοί στα σχολεία δεν θεωρούν ότι ο διαδικτυακός εκφοβισμός είναι ένα σοβαρό πρόβλημα που χρήζει αντιμετώπισης, τότε οι όποιες παρεμβάσεις πολύ πιθανό να μην επιφέρουν θετικά αποτελέσματα (Sassu, 2006). Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι νοοτροπίες και οι αντιλήψεις των

(17)

17 εκπαιδευτικών καθώς συμμετέχουν καθημερινά στη σχολική ζωή και στα προβλήματα που σχετίζονται με τον ηλεκτρονικό εκφοβισμό.

Το ερώτημα όμως που τίθεται είναι κατά πόσο οι εκπαιδευτικοί είναι σε θέση να αναγνωρίσουν φαινόμενα σχολικής διαδικτυακής βίας; Η απάντηση στην ερώτηση είναι περίπλοκη και σαφώς προαπαιτεί απαντήσεις σε ένα πλήθος περισσότερων ερωτήσεων που αφορούν στην επίγνωση και ευαισθητοποίηση των εκπαιδευτικών απέναντι στον κυβερνοεκφοβισμό.

Παράλληλα, ένα δεύτερο ερώτημα που γεννάται είναι η στάση των δασκάλων απέναντι σε φαινόμενα διαδικτυακής επίθεσης που αναπτύσσονται στο σχολείο. Το ερώτημα για το πώς ενεργούν οι εκπαιδευτικοί όταν έρχονται αντιμέτωποι με θύματα και θύτες διαδικτυακού εκφοβισμού στο χώρο του σχολείου μπορεί να συμβάλει εξίσου στην εξάλειψη του φαινομένου. Συγκεκριμένα, οι μαθητές μπορούν να ενεργούν διαφορετικά εάν γνωρίζουν ότι οι διαδικτυακές επιθετικές πράξεις δεν είναι αποδεκτές και ειδικότερα όταν αυτές οι πράξεις δεν μένουν ατιμώρητες ή δεν στην υποπίπτουν στη προσοχή των εκπαιδευτικών.

Η αναγκαιότητα της συγκεκριμένης μελέτης, έγκειται στο γεγονός ότι παρόλο που ο διαδικτυακός εκφοβισμός έχει αυξηθεί σημαντικά, είναι περιορισμένος ο αριθμός των μελετών που επικεντρώνονται στις στρατηγικές που ακολουθούν οι εκπαιδευτικοί με παράλληλη ανάδειξη της σχετικής τους ευαισθησίας και επίγνωσης για το εξεταζόμενο θέμα (Sezer, Yilmaz, Gizem & Ylimaz K., 2015).

(18)

18

Κεφάλαιο πρώτο:

Διαδικτυακός εκφοβισμός - Cyber Bullying

1.1 Εισαγωγή στο σχολικό εκφοβισμό

Στην βιβλιογραφία συναντάμε μια πλειάδα ορισμών για το σχολικό εκφοβισμό, οι οποίοι συχνά βασίζονται στο πρωτοποριακό έργο του Olweus (1993), ο οποίος χαρακτήρισε τον εκφοβισμό ως την επανειλημμένη έκθεση ενός ατόμου σε αρνητικές ενέργειες εκ μέρους ενός ή περισσότερων μαθητών. Στον εν λόγω ορισμό, υπονοείται ότι ο εκφοβισμός αναφέρεται σε μια ανισορροπία δύναμης, δηλαδή σε μια ασύμμετρη σχέση εξουσίας κατά την οποία ένας μαθητής εκτίθεται αβοήθητος σε αρνητικές καταστάσεις, δυσκολευόμενος να υπερασπιστεί τον εαυτό του, εξαιτίας του μαθητή ή των μαθητών που τον παρενοχλούν. Κατά την ανάπτυξη αυτού του ορισμού, οι ερευνητές υποστήριξαν ότι αυτές οι ενέργειες μπορούν να λάβουν τη μορφή λεκτικής βίας, σωματικής κακοποίησης (ή απόπειρας σωματικής κακοποίησης) ή έμμεσες μορφές βίας όπως χειρονομίες, εκφράσεις προσώπου ή συστηματική αγνόηση, απόκλιση ή απομόνωση ενός ατόμου (Ambert, 1995 ˙ Olweus, 1993 ˙ Sullivan, Cleary, & Sullivan, 2004).

Αν και ο ορισμός του Olweus έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως, οι ερευνητές έχουν αναγνωρίσει, εν μέρει, ορισμένους περιορισμούς. Συγκεκριμένα, ο Finkelhor και λοιποί συγγραφείς (2012) ανέδειξαν ότι ο ορισμός του Olweus αποκλείει την ομότιμη επιθετικότητα που συμβαίνει μεταξύ ίσων και ότι η ανισορροπία ισχύος είναι δύσκολο να καθοριστεί καθώς ποικίλλει ανάλογα με το πλαίσιο. Για τους λόγους αυτούς, οι ερευνητές που μελετούν τις αλληλεπιδράσεις που σχετίζονται με τον

(19)

19 εκφοβισμό συχνά αποφεύγουν τη χρήση αυτού του όρου. Για παράδειγμα, οι Faris και Felmlee (2014), μελετώντας το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού, επικεντρώθηκαν περισσότερο στην πράξη της επιθετικότητας προκειμένου να εξηγήσουν το φαινόμενο. Αντίστοιχα, ο Pascoe (2013), σε παρόμοια μελέτη, προσάρμοσε στον ορισμό του Olweus, μια εστίαση στις επιθετικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ φίλων και συμμαθητών χωρίς απαραίτητα να υπάρχει ανισορροπία δύναμης.

Οι περισσότερες έρευνες για το σχολικό εκφοβισμό, συνηγορούν στο γεγονός ότι ως φαινόμενο περιλαμβάνει, τη σωματική επίθεση, τον κοινωνικό αποκλεισμό, τις απειλές και τις λεκτικές επιθέσεις όπως πειράγματα, προσβολές, άσεμνα και αγενή προσωνύμια και παρατσούκλια (Boulton, 1997). Ένας ακόμη ορισμός, ορίζει το φαινόμενο του εκφοβισμού ως τις επαναλαμβανόμενες και επίμονες αρνητικές ενέργειες εναντίον ενός ή περισσοτέρων ατόμων μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον με έντονα στοιχεία υποτίμησης από το θύτη προς το θύμα (Salin, 2003). Αυτές οι αρνητικές ενέργειες μπορεί να περιλαμβάνουν λεκτική επίθεση (π.χ. φωνή, προσβολή ή απειλή), υπονόμευση του έργου του μαθητή (π.χ. σκίσιμο εργασίας, κλέψιμο τετραδίου κτλ) ή υποτιμητική κριτική. Ο Einarsen et al., (2009), εντόπισε στον τελευταίο ορισμό πως αυτό που καθιστά μια αρνητική ενέργεια ή πράξη σε εκφοβισμό, είναι το στοιχείο της συχνότητας, της επανάληψης και της επιμονής.

1.2 Διαδικτυακός σχολικός εκφοβισμός

Το Διαδίκτυο από την εμφάνιση του μέχρι και σήμερα έχει προσφέρει σημαντικά οφέλη στους περισσότερους τομείς της ζωής. Είναι γνωστό ότι η ενημέρωση, η ψυχαγωγία, η επικοινωνία, ακόμη και το εμπόριο, επηρεάστηκαν

(20)

20 σημαντικά από το Διαδίκτυο καθώς μέσω αυτού οι εν λόγω τομείς δέχτηκαν την ανάλογη ανάπτυξη και βελτίωση. Πέραν όμως των θετικών στοιχείων που επέφερε η χρήση του Διαδικτύου, έχουν διαπιστωθεί ορισμένες αρνητικές επιπτώσεις. Μια εξ αυτών, αναφέρεται στον εκφοβισμό που πραγματοποιείται στον κυβερνοχώρο δηλαδή στο διαδικτυακό εκφοβισμό (Aoyama et al., 2011). Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η ικανότητα των παιδιών να εκφοβίζουν τους συνομηλίκους τους αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς εξαιτίας ενός συνδυασμού τεχνολογικών εξελίξεων και της αυξανόμενης προσβασιμότητας του Διαδικτύου και του Παγκόσμιου Ιστού (Sezer, et al., 2015).

Στη διεθνή βιβλιογραφία, συναντάμε αρκετούς ορισμούς οι οποίοι ερμηνεύουν το φαινόμενο του διαδικτυακού εκφοβισμού. Μια πλειάδα ερευνητών και συγγραφέων συνηγορούν στην άποψη ότι ο διαδικτυακός εκφοβισμός πρόκειται για την «παρενόχληση» στο Διαδίκτυο. Αναλυτικότερα, ο διαδικτυακός εκφοβισμός περιγράφεται ως το φαινόμενο κατά το οποίο ένα άτομο ή ομάδα ατόμων, χρησιμοποιώντας ηλεκτρονικά μέσα όπως ηλεκτρονικό υπολογιστή, κινητό τηλέφωνο και άλλες ηλεκτρονικές συσκευές, εκφοβίζουν ή «βασανίζουν» άλλα άτομα (Kowalski et al., 2008 ˙ Patchin & Hinduja, 2006 ˙ Smith et al., 2006).

Η Willard (2006) όρισε εν συντομία το διαδικτυακό εκφοβισμό ως τη διαδικασία αποστολής επιβλαβών ή σκληρών κειμένων ή εικόνων χρησιμοποιώντας το Διαδίκτυο ή άλλες συσκευές ψηφιακής επικοινωνίας. Κατά τον Shek (2004), o διαδικτυακός εκφοβισμός, ορίζεται ως το φαινόμενο κατά το οποίο ένα άτομο προωθεί επιβλαβή, σκληρά κείμενα ή εικόνες στο Διαδίκτυο μέσω μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή άλλων ψηφιακών συσκευών επικοινωνίας και άμεσων μηνυμάτων (chat rooms ή blogs). Τα περιεχόμενα των μηνυμάτων μπορεί να ποικίλουν, από τη διάσπαση των φυσικών χαρακτηριστικών κάποιου ατόμου, στην

(21)

21 αποκάλυψη ευαίσθητων προσωπικών πληροφοριών του θύματος όπως σεξουαλικών και άλλων συμπεριφορών. Δεν είναι λίγοι οι συγγραφείς που ασπάζονται την άποψη ότι ο ηλεκτρονικός εκφοβισμός περιλαμβάνει το ίδιο περιεχόμενο με τον παραδοσιακό εκφοβισμό, αλλά εξαρτάται ή αναπαράγεται μέσω της χρήσης του Διαδικτύου και του παγκόσμιου ιστού (WWW).

Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο ηλεκτρονικός εκφοβισμός μπορεί να εκδηλωθεί με τους εξής τρόπους:

➢ Αποστέλλοντας σκληρά, άσεμνα, αγενή, κακόβουλα και μερικές φορές απειλητικά μηνύματα.

➢ Δημιουργώντας ιστοτόπους που αναπαράγουν ιστορίες, κινούμενα σχέδια, εικόνες και αστεία προς γελοιοποίηση άλλων.

➢ Δημοσιεύοντας στο Διαδίκτυο φωτογραφίες από ορισμένους μαθητές, ζητώντας από τους υπόλοιπους συμμαθητές να τις αξιολογήσουν, με υποτιμητικές ερωτήσεις και όρους.

➢ Σπάζοντας το λογαριασμό του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κάποιου μαθητή με σκοπό την αποστολή ενοχλητικού υλικού σε άλλους.

➢ Εξαπατώντας ένα άτομο να αποκαλύψει ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, μέσω κάποιας υπηρεσίας άμεσων μηνυμάτων, με σκοπό τη διαβίβαση αυτών των πληροφοριών σε άλλους (Tettegah, Betout & Taylor, 2006).

(22)

22 Μελέτες που εξετάζουν το διαδικτυακό εκφοβισμό, αποτύπωσαν μια σημαντική αύξηση του φαινομένου, αναδεικνύοντας ότι είναι πολλοί οι μαθητές που έρχονται αντιμέτωποι με το διαδικτυακό εκφοβισμό, είτε εντός είτε εκτός του σχολικού περιβάλλοντος (Williams & Guerra, 2007). Χαρακτηριστική είναι η έρευνα των Keith και Martin το 2005. Στην εν λόγω έρευνα, πάνω από το 42% των μαθητών ανέφεραν ότι έχουν πέσει θύματα ηλεκτρονικού εκφοβισμού, το 35% ανέφεραν ότι έχει απειληθεί διαδικτυακά ενώ το 57% των μαθητών δήλωσαν ότι έχουν εντοπίσει άσεμνα σχόλια στο Διαδίκτυο που τους αφορούν.

Σε μια μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην Ταιβάν, ο Chen (2005), ανέδειξε ότι ορισμένα άτομα, δύναται να πέσουν θύματα διαδικτυακού εκφοβισμού ακόμη και όταν παίζουν παιχνίδια σε ηλεκτρονικές πλατφόρμες. Την ίδια χρονική περίοδο, δύο μελέτες ανέδειξαν ότι 1 στους 5 μαθητές έρχεται αντιμέτωπος με τον διαδικτυακό εκφοβισμό. (Beran and Li, 2005 ˙ Smith et al., 2006 ˙ Ybarra and Mitchell, 2004).

Αντίστοιχα, μελέτες αποτυπώνουν ότι οι μαθητές δύναται να συναντήσουν διαδικτυακό εκφοβισμό είτε ως παθητικοί μάρτυρες του φαινομένου είτε ως θύματα σε βαθμό που κυμαίνεται από 10% έως 35% (Raskauskas & Stoltz, 2007 ˙ Shariff &

Hoff, 2007).

1.3 Διαφορές σχολικού εκφοβισμού & διαδικτυακού εκφοβισμού

Συνεχίζοντας την ερμηνευτική προσέγγιση στο διαδικτυακό σχολικό εκφοβισμό, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ένα σημαντικό στοιχείο που τον χαρακτηρίζει και τον διαφοροποιεί από τον «παραδοσιακό» εκφοβισμό το οποίο αναφέρεται στην ταχύτητα διάδοσης του. Ο Franek (2004) ήταν ένας από τους

(23)

23 πρώτους ερευνητές που εστίασε στη ταχύτητα με την οποία εξαπλώνεται ο εκφοβισμός στο Διαδίκτυο. Στην μελέτη του χρησιμοποίησε ένα παράδειγμα για να αποτυπώσει την ταχύτητα με την οποία ένας μαθητής μπορεί να γίνει θύμα μέσω του Διαδικτύου. Ένας μαθητής, που κατέχει ένα κινητό τηλέφωνο με ενσωματωμένη ψηφιακή φωτογραφική μηχανή και πρόσβαση στο Internet, μπορεί να το χρησιμοποιήσει με σκοπό να φωτογραφίσει ένα θύμα, παραδείγματος χάριν σε ένα ντουλάπι που τον ανάγκασαν να μπει ή σε μια τουαλέτα, με σκοπό να αναρτήσει τη φωτογραφία στο Διαδίκτυο για την γελοιοποίηση του. Μόλις ταχυδρομηθεί ή αναρτηθεί διαδικτυακά η φωτογραφία, η ζημιά είναι μη αναστρέψιμη ακόμα και αν αφαιρεθεί από την ιστοσελίδα. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι μέσω του Διαδικτύου και του παγκόσμιου ιστού, επιβλαβείς φάρσες και πειράγματα μπορούν να συμβούν με ταχύτητα ανάλογη με εκείνη που χρειάζεται το πάτημα ενός κουμπιού. Το δυσάρεστο στην όλη έκταση που έχει λάβει το φαινόμενο, είναι πως η πρόοδος της τεχνολογίας, ήταν τόσο γρήγορη που οι μαθητές δεν είχαν το χρόνο να σκεφτούν τις συνέπειες των ενεργειών τους, λόγω της εύκολης πρόσβασης.

Ένα ακόμη διαφοροποιητικό στοιχείο του διαδικτυακού εκφοβισμού από τον εκφοβισμό έγκειται στην αδυναμία απομάκρυνσης του θύματος από τους «νταήδες»

«εκφοβιστές», καθώς η απομάκρυνση είναι πρακτικά αδύνατη. Πριν από την εμφάνιση του Διαδικτύου τα παιδιά που δεχόντουσαν εκφοβισμό μπορούσαν να ξεφύγουν από τους «εκφοβιστές» με απομάκρυνση, μετοίκηση, ή παύση κάθε είδους επικοινωνίας. Η εμφάνιση του εκφοβισμού στο Διαδίκτυο, κατέστησε σχεδόν αδύνατη την προστασία των παιδιών από τον εκφοβισμό, λόγω της τεράστιας έκτασης που μπορεί να λάβει το φαινόμενο στο χώρο αυτό (Tettegah, Betout &

Taylor, 2006).

(24)

24 Το φαινόμενο επιβεβαίωσε και ένας ειδικός στη σχολική ασφάλεια ο οποίος έκανε λόγο για τη γενιά που είναι "πάντα συνδεδεμένη". Τα σημερινά παιδιά έχουν μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον όπου το διαδίκτυο είναι ευρέως προσπελάσιμο (Wendland, 2003). Τα παιδιά που δεν έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο είναι μειοψηφία σε σύγκριση με τα παιδιά που έχουν πρόσβαση σε αυτό. Συνεπώς, αυτή η πρόσβαση στην τεχνολογία και η ευκολία της χρήσης της, καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την απομάκρυνση των παιδιών από τους θύτες, οι οποίοι μπορεί να είναι συναισθηματικά πολύ επιβλαβείς για το θύμα.

Ένα ακόμη διαφοροποιητικό στοιχείο της διαδικτυακής εκφοβιστικής συμπεριφοράς είναι η αόρατη συμπεριφορά των ατόμων που ασκούν τον εκφοβισμό.

Ο ηλεκτρονικός εκφοβισμός δεν πρόκειται για μια εμπειρία πρόσωπο με πρόσωπο καθώς τα άτομα που τον ασκούν, σε πολλές των περιπτώσεων, καλύπτονται από ανωνυμία (Slonje & Smith, 2008). Σύμφωνα με τις έρευνες των (Kowalski &

Limber, 2007) και (Vandebosch & Van Cleemput, 2007) το 50% των θυμάτων του διαδικτυακού εκφοβισμού δεν γνώριζε την ταυτότητα του συμμαθητή που του επιτιθόταν ενώ άγνωστα παρέμεναν και άλλα στοιχεία όπως το φύλο του.

Επιπρόσθετα, σε σύγκριση με τον πιο παραδοσιακό εκφοβισμό, το άτομο που ασκεί διαδικτυακό εκφοβισμό, ενδέχεται να έχει λιγότερη επίγνωση ή να μην γνωρίζει καθόλου τις συνέπειες που προκαλούνται από τις πράξεις του. Χωρίς τέτοιες άμεσες ανατροφοδοτήσεις, ενδέχεται να υπάρχουν λιγότερες ευκαιρίες για ενσυναίσθηση (συμπόνια) ή τύψεις και κατά επέκταση να υπάρξουν λιγότερες ευκαιρίες για παρέμβαση (Slonje & Smith, 2008).

(25)

25

1.4 Είδη διαδικτυακής επίθεσης

Όπως στον παραδοσιακό εκφοβισμό αναπτύσσονται διάφορα είδη και υποκατηγορίες επιθετικότητας, έτσι και στον διαδικτυακό εκφοβισμό μπορούμε να εντοπίσουμε ορισμένα είδη επίθεσης. Οι Smith, Mahdavi, Carvalho και Tippett (2006, σελ 6) εκπόνησαν μια λεπτομερή μελέτη γύρω από το φαινόμενο του διαδικτυακού εκφοβισμού. Στην μελέτη τους ανέδειξαν έξι διαφορετικές υποκατηγορίες διαδικτυακής επιθετικότητας οι οποίες διαφαίνονται ακολούθως:

➢ Εκφοβισμός μέσω μηνυμάτων κειμένου.

➢ Εκφοβισμός μέσω εικόνων / βιντεοκλίπ (μέσω κινητών τηλεφώνων ή ηλεκτρονικού υπολογιστή).

➢ Εκφοβισμός μέσω κινητών τηλεφώνων.

➢ Εκφοβισμός μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

➢ Εκφοβισμός μέσω άμεσων μηνυμάτων ανταλλαγής (Chat rooms, Viber, WhatsΑpp. κτλ.).

➢ Εκφοβισμός μέσω ιστότοπων (Παραδείγματος χάριν, εκφοβισμός στα κοινωνικά δίκτυα όπως το Facebook).

Η Willard (2006, σελ 1-2) σε μια ανάλογη προσπάθεια για τη κατηγοριοποίηση των τύπων του διαδικτυακού εκφοβισμού και της ηλεκτρονικής επιθετικότητας αποτύπωσε τις εξής κατηγορίες:

➢ Φλέγουσα επιθετικότητα (Flaming cyber bullying activity): Αναφέρεται στην αποστολή επιθετικών, αγενών και χυδαίων μηνυμάτων.

➢ Παρενόχληση (Harassment): Αναφέρεται στην επαναλαμβανόμενη (κατά εξακολούθηση) αποστολή προσβλητικών μηνυμάτων.

(26)

26

➢ Διαδικτυακή καταδίωξη – μανιώδης παρακολούθηση στο διαδίκτυο (Cyber stalking): Αναφέρεται στην επαναλαμβανόμενη αποστολή κακόβουλων ή εκφοβιστικών απειλών ή μηνυμάτων. Ωστόσο, ο όρος stalking μπορεί να λάβει διαφορετικές διαστάσεις. Σε πολλές περιπτώσεις, ο θύτης που ασκεί αυτό το είδος διαδικτυακής επίθεσης έχει εμμονή με το θύμα. Συνεπώς τα μηνύματα μπορούν να περιέχουν ακραίες μορφές θαυμασμού ή αγάπης. Σε περίπτωση που το θύμα ενοχλείται, παρεξηγείται ή δεν επιτρέπει αυτή τη συμπεριφορά θεωρείται είδος διαδικτυακής επίθεσης. Το cyberstalking εκδηλώνεται σε διαφορετικές μορφές:

✓ Με αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων spam ή ιών.

✓ Με επαναλαμβανόμενη παρενόχληση μέσα από ανώνυμα τηλεφωνήματα, ανεπιθύμητα μηνύματα στο κινητό ή στο chat.

✓ Με διαδικτυακή «κατασκοπεία» μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

✓ Με σύναψη επικοινωνίας με φίλους και συγγενείς του πληγέντος προσώπου μέσω διαδικτύου ή κινητού τηλεφώνου κλπ.

✓ Με δημοσιοποίηση ιστοσελίδων που παρουσιάζουν φωτογραφίες και προσωπικά στοιχεία του θύματος (http://cyberhelp.eu).

➢ Σπίλωση και δυσφήμιση (Denigration): Αναφέρεται σε περιπτώσεις όπου δημοσιεύονται αναληθή στοιχεία στο Διαδίκτυο ή σε περιπτώσεις όπου θίγεται και στοχοποιείται ένα άτομο έπειτα από μια σκληρή δήλωση για την προσωπικότητα του. Συμπεριλαμβάνει τη διάχυση ψεύτικων, κακοήθων και σκληρών ειδήσεων, όπως φωτογραφιών και βίντεο καθώς και αποστολή ή ανάρτηση αναληθών ή και προσβλητικών δηλώσεων στα μέσα κοινωνικής

(27)

27 δικτύωσης. Στόχος του δράστη είναι να βλάψει τη φήμη του θύματος ή να χαλάσει τις φιλίες και σχέσεις του με άλλους.

➢ Προσωποποίηση (Impersonation): Αναφέρεται σε περιπτώσεις διαδικτυακής επίθεσης όπου ο θύτης προσποιείται ότι είναι ένα άλλο πρόσωπο με σκοπό να σπιλώσει τη φήμη του ή να δημιουργήσει κακεντρεχές περιεχόμενο χωρίς την αποκάλυψη των προσωπικών του στοιχείων.

Δημόσια αποκάλυψη προσωπικών και ευαίσθητων στοιχείων (Οuting &

Τrickery): Αναφέρεται και ως τρόπος δημόσιου εξευτελισμού με την αποκάλυψη εμπιστευτικών πληροφοριών, προσωπικών φωτογραφιών ή και συζητήσεων. Οι θύτες σε αυτό το είδος επιθετικότητας δημιουργούν μια οικεία σχέση με το θύμα με σκοπό να αποσπάσουν πληροφορίες και να τις δημοσιεύσουν με σκοπό τον εξευτελισμό του. Η δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών στην καλύτερη περίπτωση είναι επώδυνη.

Αποκτά, όμως, δυσάρεστες διαστάσεις, όταν η δημοσιοποίηση επιφέρει και σοβαρές συνέπειες στη ζωή του θύματος. Για παράδειγμα, μπορεί να έχει εκφραστεί αρνητικά για πρόσωπα, όπως παραδείγματος χάριν για τους εκπαιδευτικούς ή το διευθυντή του σχολείου που φοιτά ή να έχει εκμυστηρευτεί λεπτομέρειες της προσωπικής του ζωής όπως οι σεξουαλικές του προτιμήσεις.

➢ Αποκλεισμός (Exclusion): Αναφέρεται σε περιπτώσεις όπου οι θύτες αποκλείουν και απομακρύνουν τα θύματα από μέλη μιας διαδικτυακής ομάδας (διαδικτυακά παιχνίδια, ομάδες σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ομάδες άμεσων μηνυμάτων κτλ). Το φαινόμενο αυτό συμβαίνει συχνά, με τους δημοφιλείς μαθητές να πείθουν τους υπόλοιπους συμμαθητές/συμμαθήτριες της τάξης, να μην επικοινωνούν καθόλου (ζωντανά ή διαδικτυακά) με τον

(28)

28 λιγότερο αγαπητό μαθητή. Το να ανήκεις σε μια ομάδα αποτελεί κοινωνική ανάγκη κάθε ανθρώπου. Και οι σχέσεις που οικοδομούνται στο Διαδίκτυο είναι όλο και πιο σημαντικές για τα σύγχρονα παιδιά ίσως και σπουδαιότερες από τις διαπροσωπικές σχέσεις στην πραγματική ζωή. Συνεπώς, ο αποκλεισμός από μια ομάδα, και προπάντων για τους εφήβους, είναι μια δύσκολα διαχειρίσιμη και εξαιρετικά επώδυνη κατάσταση (http://cyberhelp.eu).

1.5 Επιπτώσεις διαδικτυακού εκφοβισμού

Παρόλο που η έρευνα για τις επιπτώσεις του διαδικτυακού εκφοβισμού είναι λιγότερο εκτεταμένη από αυτή του παραδοσιακού εκφοβισμού, οι ερευνητές πιστεύουν ότι οι επιπτώσεις του εκφοβισμού στον κυβερνοχώρο ενδέχεται να είναι παρόμοιες ή δυνητικά πιο επιβλαβείς από τον παραδοσιακό εκφοβισμό (Ybarra &

Mitchell, 2004).

Εκτιμάται ότι ο σχολικός διαδικτυακός εκφοβισμός πλήττει περίπου 1,5 εκατομμύρια νέους, καθιστώντας το, πιθανότατα, το πιο υποτιμημένο πρόβλημα στα σχολεία σήμερα. Ο εκφοβισμός, δύναται να προκαλέσει προβλήματα ψυχικής υγείας τα οποία μπορεί να επηρεάσουν τους μαθητές ακόμη και πολύ καιρό μετά την ολοκλήρωση των μαθητικών τους σπουδών (Demko, 1996). Ένα παιδί που εκφοβίζεται, είναι πιο πιθανό να υποφέρει από κατάθλιψη και να αναπτύξει χαμηλή αυτοεκτίμηση η οποία μπορεί να διαρκέσει ακόμη και μετά την ενηλικίωση του (Nansel et al., 2001, Ybarra, 2004). Οι επιθετικές συμπεριφορές που σχετίζονται με τον εκφοβισμό, μπορούν να οδηγήσουν σε ψυχολογική, συναισθηματική ή σωματική βλάβη των θυμάτων τους. Άλλες παρενέργειες μπορεί να περιλαμβάνουν μια μετά-

(29)

29 τραυματική διαταραχή άγχους, κατάχρηση ουσιών, προβλήματα κοινωνικής και προσωπικής σχέσης (Tettegah, Betout & Taylor, 2006).

Έρευνες καταδεικνύουν ότι ο διαδικτυακός εκφοβισμός επηρεάζει αρνητικά τα ακαδημαϊκά επιτεύγματα και τις δεξιότητες των μαθητών (Shariff και Hoff, 2007).

Επιπρόσθετα, υπάρχουν ευρήματα που δείχνουν ότι ο εκφοβισμός μειώνει το κίνητρο για τη συμμετοχή στο σχολείο ενώ παράλληλα δημιουργεί προβλήματα στην εστίαση του παραδιδόμενου μαθήματος (Beale & Hall, 2007, Li, 2007). Παρόμοια αποτελέσματα, ανέδειξαν στη μελέτη τους οι Ybarra και Mitchell (2004), καθώς αποτύπωσαν ότι οι μαθητές που δέχονται κατά εξακολούθηση διαδικτυακό εκφοβισμό, είναι πολύ αναστατωμένοι γεγονός που συμβάλει αρνητικά στους βαθμούς τους και γενικότερα στην ακαδημαϊκή τους επίδοση.

Άλλες έρευνες, εστιάζουν στις ψυχολογικές επιπτώσεις των παιδιών που εκφοβίζουν ή διαπράττουν αδικήματα εκφοβισμού. Κατά τον Nansel (2001), οι θύτες, μεγαλώνοντας ως ενήλικες, είναι πιο πιθανό να εμπλακούν σε εγκληματική συμπεριφορά. Επιπλέον, ο ίδιος συγγραφέας διαπίστωσε ότι οι θύτες είναι πιο πιθανό να εμπλακούν σε κατανάλωση οινοπνεύματος και καπνίσματος τσιγάρων. Επίσης, διαπίστωσε ότι οι άνδρες θύτες είναι τέσσερις φορές πιο πιθανό ενώ οι γυναίκες είναι οκτώ φορές πιο πιθανό να προβούν σε καταστάσεις αυτοχειρίας σε σύγκριση με τους υπόλοιπους συμμαθητές τους.

Το γεγονός ότι ο διαδικτυακός εκφοβισμός πλήττει τόσο το θύμα όσο και το θύτη, αναδείχτηκε και στην μελέτη των Ttofi, Farrington, Losel και Loeber οι οποίοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η συμπεριφορά εκφοβισμού οδήγησε σε αυξημένο κίνδυνο εγκληματικότητας για το θύτη και σε αυξημένο κίνδυνο κατάθλιψης για το θύμα. Αντίστοιχα, ο Sheree και λοιποί συγγραφείς αναφέρουν ευρήματα βασισμένα

(30)

30 στη Μελέτη Υγείας και Ανάπτυξης του Christchurch, σύμφωνα με την οποία η εκφοβιστική συμπεριφορά και η θυματοποίηση στην παιδική ηλικία, συσχετίστηκαν με υψηλότερα ποσοστά μεταγενέστερων προβλημάτων ψυχικής υγείας και προσαρμογής. Είναι ενδιαφέρον ότι τα μεγέθη των επιδράσεων δεν διαφοροποιούνται σημαντικά ανάλογα με το φύλο ή την ηλικία κατά την οποία αξιολογήθηκαν τα αποτελέσματα. Επιπρόσθετα ο Lösel και ο Bender (2011) σε μια συνδυασμένη πειραματική και μελλοντική διαχρονική μελέτη που λειτούργησε για πάνω από μια δεκαετία, ανέδειξε ότι η εκφοβιστική συμπεριφορά και η θυματοποίηση προέβλεπαν επίσης συμπτώματα άγχους, κατάθλιψης και κοινωνικής απόσυρσης.

1.6 Αντιμετώπιση του διαδικτυακού σχολικού εκφοβισμού

Δυστυχώς, ο διαδικτυακός εκφοβισμός μπορεί να είναι τόσο βλαβερός για ένα παιδί όσο ο εκφοβισμός κατά πρόσωπο, αλλά συχνά ο διαδικτυακός εκφοβισμός είναι πιο περίπλοκος στο να ανιχνευτεί ή να αποτραπεί (Blair, 2003). Το πρόβλημα της αναγνώρισης ή της ανίχνευσης του ηλεκτρονικού εκφοβισμού μπορεί να οφείλεται, εν μέρει, στο γεγονός ότι οι ενήλικες και τα παιδιά σχετίζονται με την τεχνολογία με διαφορετικούς τρόπους (Snider & Borel, 2004). Οι ενήλικες χρησιμοποιούν την τεχνολογία ως εργαλείο, ενώ τα παιδιά χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο για ψυχαγωγία και επικοινωνία με φίλους. Όταν ένα παιδί παρενοχλείται στο Διαδίκτυο, επηρεάζεται σε επίπεδα που δεν είναι πάντα εμφανή στους ενήλικες.

Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να γνωρίζουν τους πολυάριθμους τρόπους με τους οποίους οι μαθητές χρησιμοποιούν τη τεχνολογία, ώστε να μπορούν να παρακολουθούν πιθανές ενδείξεις και προβλήματα που σχετίζονται με τον εκφοβισμό

(31)

31 στον κυβερνοχώρο και τη θυματοποίηση. Θα πρέπει να διδάξουν στους μαθητές πώς να προστατεύσουν τον εαυτό τους όταν βρίσκονται on-line, ειδικότερα όταν οι μαθητές χρησιμοποιούν διαδικτυακές πλατφόρμες όπως το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, τα chat-rooms, τα κοινωνικά δίκτυα, υπηρεσίες άμεσων μηνυμάτων όπως το Viber και άλλους διαδικτυακούς ιστοτόπους που προσφέρουν σύνδεση και επικοινωνία με άλλους χρήστες (Sezer, et al., 2015).

Ο Huffaker (2004) διερεύνησε πώς τα παιδιά χρησιμοποιούν ευρέως τα ιστολόγια και τα κοινωνικά δίκτυα όπως το Facebοok το Instagram κτλ. για να επικοινωνούν και να εκφράζονται. Η μελέτη του έδειξε ότι οι νέοι είναι πιο πιθανό να αποκαλύψουν προσωπικές πληροφορίες σε ιστολόγια σε σύγκριση με chat rooms ή φόρουμ. Εξετάζοντας τις διαφορετικές τεχνολογικές επινοήσεις που χρησιμοποιούν οι μαθητές, οι εκπαιδευτικοί πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η εικονική ταυτότητα ενός παιδιού μπορεί να είναι ένα σημαντικό μέρος της αυτοεκτίμησης του. Ως εκ τούτου, ο διαδικτυακός εκφοβισμός μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ευημερία του παιδιού, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ικανότητα του να λειτουργήσει στο σχολικό περιβάλλον.

Τα τελευταία χρόνια, η πλειονότητα των σχολείων, αναγνωρίζει ότι ο σχολικός εκφοβισμός δεν είναι ένα απλό θέμα που παραβλέπεται καθώς πρόκειται για ένα σημαντικό ζήτημα που απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Μάλιστα, διάφορες χώρες όπως η Γερμάνια, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Νορβηγία, η Πολωνία, το Ισραήλ, η Ιταλία και άλλες, έχουν προβεί σε ενέργειες αντιμετώπισης του φαινομένου. Είναι σημαντικό τα σχολεία να θέτουν σε λειτουργία προγράμματα πρόληψης του εκφοβισμού. Σε αυτά τα προγράμματα επιτυγχάνεται μια στοχευμένη ενημέρωση μαθητών η οποία τονίζει τις επιπτώσεις του εκφοβισμού και συμβάλει στην αποφυγή του. Ένα προληπτικό πρόγραμμα κατά του διαδικτυακού εκφοβισμού στα σχολεία

(32)

32 έχει εκδοθεί από το συμβούλιο της Ευρώπης. Το εγχειρίδιο για την καταπολέμηση της ρητορικής μίσους στο Διαδίκτυο μέσα από την εκπαίδευση στα ανθρώπινα δικαιώματα, παροτρύνει τους εκπαιδευτικούς να μάθουν τις αντιλήψεις των μαθητών τους για το διαδικτυακό bullying μέσα από μια σχολική δραστηριότητα. Στόχος της δράσης αυτής ήταν να δώσεις στους μαθητές γνώση σχετικά με τις διαφορετικές μορφές που μπορεί να λάβει ο εκφοβισμός στο Διαδίκτυο. Παράλληλα, η δράση στόχευε στην αύξηση του επιπέδου επίγνωσης των μαθητών όσον αφορά στη σημασία της αντίδρασής τους σε αυτά τα περιστατικά (Tettegah, et al., 2006).

Η Baum και η Catalano (2009) επαινούν τα προληπτικά προγράμματα πάταξης του φαινομένου, καθώς κρίνουν ότι το σημαντικότερο βήμα για την πρόληψη είναι η ορθή εκπαίδευση εκπαιδευτικών και εκπαιδευόμενων. Τα προγράμματα αυτά στοχεύουν στην κάλυψη της ανάγκης για αύξηση ευαισθητοποίησης του κοινού για την επιθετικότητα στο Διαδίκτυο. Όταν οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί έχουν μεγαλύτερη επίγνωση του προβλήματος τότε με την σειρά της αυξάνεται η ευαισθητοποίηση οδηγώντας τους εκπαιδευτικούς σε περισσότερο εστιασμένες εκστρατείες και θέσπιση προληπτικών μέτρων. Οι Cox και Speziale (2009) τονίζουν πως για να αποφευχθεί η επιθετικότητα στο Διαδίκτυο χρειάζονται τα υποψήφια θύματα να κατέχουν ένα σημαντικό υπόβαθρο γνώσης ώστε βρισκόμενοι σε μια τέτοια κατάσταση να αναγνωρίσουν τους πιθανούς κινδύνους και να στραφούν στην αναζήτηση βοήθειας.

Referências

Documentos relacionados