• Nenhum resultado encontrado

Η αντράκλα (Portula oleracea L.) ως ζιζάνιο και λαχανευόμενο φυτό

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Η αντράκλα (Portula oleracea L.) ως ζιζάνιο και λαχανευόμενο φυτό"

Copied!
65
0
0

Texto

(1)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Η ΑΝΤΡΑΚΛΑ (Portulaca olerácea L.) ΩΣ ΖΙΖΑΝΙΟ ΚΑΙ ΛΑΧΑΝΕΥΟΜΕΝΟ ΦΥΤΟ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑΤΗΣ ΚΑΛΑΪΤΖΗ ΧΑΡΙΚΛΕΙΑΣ

ΚΑΛΑΜΑΤΑ 2004

(2)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Η ΑΝΤΡΑΚΛΑ (Portulaca olerácea L.) ΩΣ ΖΙΖΑΝΙΟ ΚΑΙ ΛΑΧΑΝΕΥΟΜΕΝΟ ΦΥΤΟ

ΚΑΛΑΜ ΑΤΑΣ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΛΑΪΤΖΗ ΧΑΡΙΚΛΕΙΑΣ

ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΗΑΙΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ. (ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ)

ΚΑΛΑΜΑΤΑ 2004

(3)

Στην μνήμη του παππού μου Κωνσταντίνου και σε όσους αγωνίστηκαν για μένα...

(4)

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Η παρούσα πτυχιακή εργασία έχει ως αντικείμενο τη μελέτη ενός σημαντικού ζιζανίου των αρδευομένων καλλιεργειών, της αντράκλας.

Ειδικότερα στο πρώτο μέρος της εργασίας (θεωρητικό) περιγράφονται τα βασικά χαρακτηριστικά του φυτού ( μορφολογικά, βιο-οικολογικά, και άλλα ), οι ζημιογόνες ιδιότητες του και η ωφελιμότητά ως λαχανευόμενου φυτού.

Στο δεύτερο μέρος (πειραματικό), περιγράφονται οι πειραματικές εργασίες που έγιναν στο Εργαστήριο Ζιζανιολογίας του Μπενακείου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου και οι οποίες αφορούν την μελέτη της βλαστικότητας σπόρων διάφορης προέλευσης, μετά από διάφορες μεταχειρίσεις και σε τέσσερα διαφορετικά χρονικά διαστήματα από την συγκομιδή.

Στο σημείο αυτό επιθυμώ να ευχαριστήσω τον εισηγητή και καθηγητή μου κύριο Ηλιόπουλο Αναστάσιο για την ανάθεση, την επίβλεψη αλλά και το αμέριστο ενδιαφέρον του για την πραγματοποίηση της παρούσας μελέτης καθώς επίσης και την καθηγήτριά μου κυρία Αγριοπούλου Σοφία για την συμπαράστασή και τις συμβουλές της.

Τέλος θα ήθελα να ευχαριστήσω και τον επιστήθιο φίλο μου Τσακίρη Μανώλη, που μου συμπαραστάθηκε και με βοήθησε καθ όλη την διάρκεια της εκπόνησης της μελέτης αυτής.

(5)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ (Θεωρητικό)

Η ΑΝΤΡΑΚΛΑ ΩΣ ΖΙΖΑΝΙΟ ΚΑΙ ΩΣ ΛΑΧΑΝΕΥΟΜΕΝΟ ΦΥΤΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΒΙΟΟΙΚΟΛΟΠΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ

ΦΥΤΟΥ--- σελ 1

1.1. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ...σελ. 1 1.2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΦΥΤΟΥ... σελ. 2 1.3. ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΦΥΤΟΥ... σελ. 3 1.3.1. ΕΔΑΦΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ...σελ.3 1.3.1.1 Εδαφικές απαιτήσεις... σελ.3 1.3.1.2 Κλιματικές απαιτήσεις... σελ. 4 1.3.2 ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ...σελ.4 1.3.2.1 Βιολογικός κύκλος... σελ.4 1.3.2.2 Φύτρωμα... σελ.4 1.3.2.3 Άνθηση... σελ.4 1.3.3 ΔΙΑΣΠΟΡΑ - ΒΛΑΣΤΗΣΗ...σελ.6 1.3.3.1 Διασπορά... σελ.6 1.3.3.2 Βλάστηση... σελ.6 1.3.3.2.1 Σύγκριση Portulaca olerácea L. και Sida spinosa L. (οικ. Malvaceae) σε ότι αφορά το ποσοστό της βλάστησης σε διάφορες θερμοκρασίες υγρού εδάφους κατά την διάρκεια επτά ημερών... σελ.7

1.3.3.2.2 Επίδραση του βάθους σποράς στην βλάστηση σπόρων αντράκλας και αγριοντοματιάς {Solanum nigrum) ...σελ.9

1.3.3.2.3 Επίδραση του βάθους σποράς στην βιωσιμότητα και βλαστικότητα των σπόρων της αντράκλας...σελ. 10

1.3.3.2.4 Αλληλεπίδραση αιθυλενίου, νιτρικού νατρίου και νιτρώδους νατρίου στην προαγωγή της βλάστησης της Portulaca olerácea στο σκοτάδι... σελ. 12

1.3.4 ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΦΥΤΟΥ... σελ. 13

(6)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΡΟΚΑΛΟΥΜΕΝΕΣ ΖΗΜΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜ ΕΤΩΠΙΣΗ...σελ.14 2.1 ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΦΩΣΦΟΡΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ PORTULACA OLERACEA ΜΕ ΤΟ ΜΑΡΟΥΛΙ (LACTUCA SATIVA)... σελ.14 2.2 ΖΗΜ ΙΕΣ... σελ.15 2.3 ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ... σελ.15 2.3.1 ΧΗΜΙΚΗ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ...σελ.16 2.3.1.1 Ζιζανιοκτόνα... σελ.16 2.3.1.2 Ανάπτυξη ανθεκτικότητας της Portulaca olerácea στο ζιζανιοκτόνο linuron.. σελ. 16 2.3.1.4 Ανταγωνιστική αλληλεπίδραση ζιζανιοκτόνων στην Portulaca olerácea....σελ. 18 2.3.1.5 Εναλλακτικές εφαρμογές... σελ. 19 2.3.2 ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ...σελ.20 2.3.2.1 Δυνατότητες καταπολέμησης με το Dichotomophthora ροΓίαίαοαβ... σελ.20 2.3.2.2 Δυνατότητες καταπολέμησης με έντομα...σελ.21 2.3.3 ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΜΕ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ...σελ.22 2.3.3.1 Σκάλισμα...σελ.22 2.3.3.2 Κάλυψη εδάφους με μαύρο πλαστικό...σελ.22 2.3.4 ΗΛΙΟΑΠΟΛΥΜΑΝΣΗ...σελ.24 2.3.5 ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ...σελ.28 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ Η ΑΝΤΡΑΚΛΑ ΩΣ ΛΑΧΑΝΕΥΟΜΕΝΟ

ΦΥΤΟ...σελ.29 3.1 ΘΡΕΠΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΧΗΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ PORTULACA OLERACEA... σελ.29 3.2 ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ PORTULACA OLERACEA... σελ.30 3.3 ΠΙΘΑΝΕΣ ΤΟΞΙΚΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ PORTULACA OLERACEA.. σελ.30

(7)

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ (ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ)

ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΒΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΣΠΟΡΩΝ ΤΗΣ ΑΝΤΡΑΚΛΑΣ ΥΠΟ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ... σελ.34 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ...σελ.35 2. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ...σελ.36 3. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ...σελ.39 4. ΣΥΖΗΤΗΣΗ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...σελ.44 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΕΙΚΟΝΩΝ

(8)

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ (ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ)

Η Αντράκλα ως ζιζάνιο και λαχανευόμενο φυτό

(9)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΒΙΟΟΙΚΟΑΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΦΥΤΟΥ

1.1 ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ

Η αντράκλα (Portulaca olerácea L.) είναι ένα πολύ σημαντικό ζιζάνιο το οποίο απαντάται σε πολλές αρδευόμενες καλλιέργειες. Ανήκει στο γένος Portulaca και στο είδος olerácea της οικογένειας Portulacaceae. Στην οικογένεια αυτή περιλαμβάνονται γύρω στα 500 είδη.

Από Αιγυπτιακά κείμενα φαίνεται ότι υπήρχε στα χρόνια του Φαραώ. Έχει αναφερθεί ότι πρωτοβρέθηκε στην Δυτική Ασία και πιστεύεται ότι εισήχθη στις Ηνωμένες Πολιτείες από την Νότια Ευρώπη. Σε άλλα κείμενα φαίνεται ότι η Ευρώπη αποτελούσε τον τόπο καταγωγής του φυτού όπου και εκεί, το 1400 π.Χ, το καλλιεργούσαν ως σαλατικό. Στην Ινδία και το Ιράν χρησιμοποιείτο ως τροφή για περισσότερα από 2000 χρόνια.

Γενικότερα στον κόσμο άρχισε να καλλιεργείται στα μέσα του 17ου αιώνα.

Σήμερα είναι διαδεδομένο, ετήσιο, ποώδες ζιζάνιο των καλλιεργούμενων και ακαλλιέργητων αγρών. Παράλληλα, καλλιεργείται ως λαχανικά σε ορισμένες περιοχές του κόσμου.

Η συνήθης κοινή ονομασία του στα ελληνικά είναι αντράκλα, απαντάται όμως και ως τρέμπλα, χλιμίτσα και αλλιώς (Καββάδας 1956).

Σε ορισμένες περιοχές του κόσμου, όπως για παράδειγμα στην Αυστραλία και στις Η.Π.Α., καλείται pigweed (έχει χρησιμοποιηθεί ως τροφή χοίρων), αλλά και purslane, ενώ στην Γαλλία καλείται pourpier potager.

(10)

1.2 ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΦΥΤΟΥ

Πρόκειται για ένα μέτριας ανάπτυξης φυτό με σαρκώδεις βλαστούς και φύλλα. Η ανάπτυξή του είναι συνήθως έρπουσα στο έδαφος, ενώ μπορεί να υπάρχουν και

ορισμένοι όρθιοι βλαστοί.

Τα νεαρά σπορόφυτα έχουν κοτυληδόνες επιμήκεις, ωοειδείς, μάλλον σαρκώδεις, και φύλλα ωοειδή. Τόσο οι κοτυληδόνες όσο και τα φύλλα είναι έμμισχα (εικ. 1).

Στο αναπτυγμένο φυτό ο βλαστός είναι λείος και σαρκώδης, διακλαδιζόμενος, μήκους 10-30 αη, ενώ συνήθως έρπει στο έδαφος. Πολλοί βλαστοί εκπτύσσονται, προς διάφορες κατευθύνσεις, συνήθως κατ’ ευθείαν από την κύρια ρίζα. Τα φύλλα βρίσκονται κατ’ εναλλαγή ή σχεδόν αντίθετα συχνότερα δε απαντώνται στο τελείωμα των βλαστών.

Είναι λεία και στερούνται μίσχου.

Τα άνθη είναι κίτρινα και μικρά, χωρίς ποδίσκο, βρίσκονται στις μασχάλες των φύλλων ή στα σημεία διακλαδώσεων του βλαστού. Αργότερα εξελίσσονται σε σφαιροειδείς κάψες με πολλούς μικρούς, μαύρους και γυαλιστερούς σπόρους (εικ.2).

Ο σπόρος είναι μαύρος με υπόλευκες ουλές στο ένα άκρο, σχεδόν στρογγυλός και λεπτός, ενώ η επιφάνειά του καλύπτεται από καμπυλωτές σειρές οι οποίες αποτελούνται από πολύ λεπτές πτυχές.

Εικόνα 1. Σπορόφυτα αντράκλας

(11)

Εικόνα 2. Κάψες και σπόροι αντράκλας.

1.3 ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΦΥΤΟΥ

1.3.1 ΕΔΑΦΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

1.3.1.1 Εδαφικέ£ απαιτήσεις

Η αντράκλα ευδοκιμεί σε εκτάσεις ποτιστικές αλλά και σε διαβρωμένες πλαγιές με υψόμετρο μέχρι 2.700 πι.

Το φυτό προτιμά ανοικτό περιβάλλον, παρ ’όλα αυτά όμως ευδοκιμεί και σε εδάφη με αρκετή υγρασία, χαλαρά αλλά και πλούσια σε θρεπτικά στοιχεία. Γενικά δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα ανάπτυξης σε οποιοδήποτε έδαφος. Γ ενικά τα πλούσια εδάφη, με διαθέσιμη υγρασία και ηλιακό φως, είναι εκείνα στα οποία το ζιζάνιο αναπτύσσεται καλύτερα.

Το γεγονός ότι η αντράκλα εντάσσεται στα 04 φυτά (http://purslaneask.com/benefits.htm) αλλά και η αποδοτικότητά της σε νερό, οδηγεί κάποιους στην υποστήριξη της άποψης, ότι το φυτό αυτό αποτελεί τροφή του μέλλοντος.

(12)

1.3. ϊ .2 Κλιματικέο απαιτήσεις

Σε ότι αφορά το κλίμα, το φυτό δεν ανέχεται πολλές βροχοπτώσεις, καθώς η ανάπτυξή του δυσχεραίνεται. Η αντράκλα απαιτεί μακρά φωτοπερίοδο (φυτό μεγάλης ημέρας) και ο αριθμός των σπόρων που παράγει βρίσκεται σε συσχέτιση με τα ποσοστά φωτός που λαμβάνουν οι σπόροι.

Το ζιζάνιο αυτό είναι ανεκτικό στην ένταση φωτός, στην μείωση της θερμοκρασίας και στους διαφόρους τύπους εδάφους.

Τα φυτά παράγουν σπόρους ανάλογα με την επίδραση των παραπάνω παραγόντων.

1.3.2 ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ - ΦΥΤΡΩΜΑ - ΑΝΘΗΣΗ

1.3.2.1 Βιολογικός κύκλος

Σε ό,τι αφορά το βιολογικό του κύκλο, ολοκληρώνεται σε 2 έως 3,5 μήνες σε τροπικά κλίματα το ίδιο δε χρονικό διάστημα ισχύει και στην εύκρατη ζώνη όταν επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες.

Αντίθετα σε ήπιο καιρό ή σε περιόδους βροχοπτώσεων ο βιολογικός κύκλος είναι δυνατόν να διαρκέσει 4 μήνες.

1.3.2.2 Φύτρωμα

Το φύτρωμα ολοκληρώνεται σε μια ημέρα σε θερμοκρασία 300Ο40°(λ Αντίθετα σε θερμοκρασίες 10°€-20°€ το φύτρωμα απαιτεί 2 ημέρες. Χρονικά το φύτρωμα εντοπίζεται κυρίως στα τέλη της άνοιξης με αρχές καλοκαιριού ιδιαίτερα μετά από άρδευση ή βροχόπτωση.

(13)

1.3.2.3 Άνθηση

Η αντράκλα ανθίζει όταν έχει αποκτήσει 10-12 φύλλα τα οποία χρονικά εκπτύσσονται σε 1 μήνα.

Γενικά η άνθηση λαμβάνει χώρα τους μήνες Ιούλιο-Σεπτέμβριο ενώ πολλές φορές στα κείμενα αναφέρεται ότι το χρονικό αυτό διάστημα παρατείνεται 1 μήνα.

Η άνθηση και η μετατροπή του άνθους σε καρπό γίνεται, στο βόρειο τμήμα των Ηνωμένων Πολιτειών, τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο. Υπάρχει όμως και η περίπτωση να αρχίσει τον Απρίλιο στις νοτιότερες περιοχές.

(14)

1.3.3 ΔΙΑΣΠΟΡΑ - ΒΛΑΣΤΗΣΗ

1.3.3.1 Διασπορά

Οι σπόροι του ζιζανίου διαδίδονται με τον άνεμο, με το νερό αλλά και με τους σπόρους που έπεσαν στο χωράφι κατά τη διάρκεια της συγκομιδής.

Ολόκληρα φυτά τα οποία εξήλθαν του εδάφους μπορούν να επιζήσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα ενώ παράλληλα υπάρχει η δυνατότητα να εκπτύξουν και πάλι ρίζα, γεγονός που οδηγεί στην επανεγκατάστασή τους στην ίδια ή και σε άλλη περιοχή.

Στην αντράκλα παρατηρείται το φαινόμενο της δυνατότητας της ωρίμανσης των σπόρων ακόμα και από φυτά που εκριζώθηκαν πρόωρα και αφέθηκαν στον αγρό.

1.3.3.2 Βλάστηση

Οι σπόροι αρχίζουν να βλαστάνουν εντός 12 ωρών μετά την εμβάπτισή τους στο νερό. Αν και η βλάστηση λαμβάνει χώρα σε συνθήκες φωτός αλλά και σκοταδιού δεν υπάρχει συμφωνία σε ότι αφορά τη φύση και την έκταση του λήθαργου έτσι ώστε να είμαστε σίγουροι ότι μερικοί σπόροι θα μπορέσουν να βλαστήσουν εύκολα μετά την ωρίμανση.

Για τη βλάστηση στο εργαστήριο, οι σπόροι απαιτούν υψηλές θερμοκρασίες.

Ικανοποιητική θερμοκρασία για την έκπτυξη του φυτού θεωρείται αυτή των 30°040°0 για χρονικό διάστημα μίας ημέρας.

Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν τη βλαστικότητα του σπόρου. Οι σημαντικότεροι από αυτούς αναφέρονται παρακάτω:

Φως. Οι σπόροι των ζιζανίων γενικότερα, αλλά και ειδικότερα της αντράκλας, απαιτούν φως προκειμένου να βλαστήσουν. Η κατεργασία του εδάφους (όργωμα) την νύκτα, προτάθηκε σαν ένας τρόπος να μειώσει τη βλάστηση των ζιζανίων, σε μια υπό εγκατάσταση καλλιέργεια. Στην πράξη, όμως, αυτό αποδείχθηκε ότι δεν μπορεί να αποτελέσει μια βιώσιμη προσέγγιση, στην διαχείριση των ζιζανίων.

Περιοχή προέλευσης του σπόρου. Από μια μελέτη με σπόρους αντράκλας που συγκομίσθηκαν τον Αύγουστο σε δύο γεωγραφικές περιοχές του κόσμου με διαφορετικό κλίμα (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Καναδά), διαπιστώθηκε ότι η περιοχή

(15)

προέλευσης των σπόρων μπορεί να έχει σημαντική επίπτωση στη βλαστικότητα των σπόρων. Στη συγκεκριμένη μελέτη, οι σπόροι από τα Η.Α.Ε. είχαν μικρό βαθμό ληθάργου και βλάστησαν γρηγορότερα, σε ευρεία κλίμακα συνθηκών επώασης, σε αντίθεση με τους σπόρους από τον Καναδά.

Εποχή παραγωγής και ωρίμανσης του σπόρου. Στην ίδια μελέτη προκειμένου να εξετασθεί η επίδραση του χρόνου ωρίμανσης του σπόρου στη βλαστικότητά του, συλλέχθηκε σπόρος από την ίδια τοποθεσία σε διαφορετικές εποχές (Νοέμβριος, Φεβρουάριος, Μάιος και Αύγουστος). Το ποσοστό της βλάστησης ήταν σημαντικά υψηλότερο για τους σπόρους που συλλέχθησαν τον Μάϊο και τον Νοέμβριο και η ταχύτητα βλάστησης ήταν πιο γρήγορη για αυτούς που συλλέχθησαν Μάιο και Αύγουστο. Σε ό,τι αφορά τις απαιτήσεις σε φως και θερμοκρασία για βλάστηση, βρέθηκε ότι αυτές ποικίλλουν ανάλογα με την τοποθεσία και τον χρόνο ωρίμανσης του σπόρου.

Οι σπόροι από τον Καναδά μαζί με αυτούς που ωριμάζουν κατά την διάρκεια του χειμώνα στα Ηνωμένα Εμιράτα, απαιτούν φως και υψηλή θερμοκρασία για την βλάστησή τους.

Ηλικία του σπόρου. Η επίδραση της ηλικίας του σπόρου στο ποσοστό της βλάστησης ήταν σημαντική για τους σπόρους προέλευσης Καναδά αλλά όχι για τους σπόρους προέλευσης Η. A ,Ε. Σπόροι από τον Καναδά που αποθηκεύτηκαν για 5 μήνες σε θερμοκρασία δωματίου βλάστησαν πιο γρήγορα και σε πιο υψηλό ποσοστό από ότι φρέσκοι σπόροι από την ίδια περιοχή.

1.3.3.2.1 Σύγκριση Portulaca oleracea L. και Sida spinosa L.Coik. Malvaceae) σε ότι αφορά το ποσοστό της βλάστησης σε διάφορες θερμοκρασίες υγρού εδάφους κατά την διάρκεια επτά η αβρών.

Όπως είναι αναμενόμενο οι σπόροι των διαφόρων ζιζανίων δεν βλαστάνουν με την ίδια ευκολία και δεν έχουν την ίδια ικανότητα βλάστησης. (Egley Η. Grant 1990). Το γεγονός αυτό οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, οι οποίοι επηρεάζουν την

βλαστικότητα και αναφέρθηκαν παραπάνω.

(16)

Από τον πίνακα 1 φαίνεται ότι σε θερμοκρασία 30°C και τα δύο ζιζάνια έχουν υψηλό ποσοστό βλάστησης, (Portulaca olerácea 95% Sida spinosa 100%), γεγονός που οφείλεται στο ότι τα φυτά είναι ανεκτικά σε τέτοιες, όχι ιδιαίτερα υψηλές, θερμοκρασίες.

Με την αύξηση όμως της θερμοκρασίας το ποσοστό της βλάστησης ελαττώνεται πολύ για την Sida, όχι όμως για την Portulaca.

Αυτό δείχνει ότι η Portulaca olerácea είναι ανεκτική και σε υψηλές θερμοκρασίες (μέχρι 60°C).

Πίνακας 1. Ποσοστό (%) των βιώσιμων σπόρων Portulaca olerácea L. και Sida spinosa L., που παρέμειναν σε υγρό έδαφος, για επτά ημερήσιους θερμοκρασιακούς κύκλους (55°C για 6 ώρες \ 30°C για 18 ώρες, 60°C για 2 ώρες και 30°C για 22 ώρες και 30°C για 24 ώρες). (Weed Science 1990. Volume 38. ρ.

429-435)

Species 30"C 55UC\30"C 60°C\30UC

Sida spinosa 100 19 43

Common purslane 95 91 88

(17)

Τ Ε I

Τ Μ Η Μ Α

ΟΝ & RlRAtOQHKHl j ΚΑΛΑΜ ΑΤΑΣ

1.3.3.2.2 Επίδραση του βάθους σποράς στην βλάστηση σπόρων αντράκλας και αγριοντοιιατιάς (Solanum nigrum)

Όπως είναι φυσικό, οι σπόροι των ζιζανίων δεν βλαστάνουν με την ίδια ευκολία και την ίδια ταχύτητα. Η βλάστηση γενικότερα εξαρτάται από τους προαναφερθέντες παράγοντες αλλά και από το βάθος στο οποίο φυτεύεται ή θα βρεθεί λόγω κατεργασίας του εδάφους, ο κάθε σπόρος.

Το αν ο σπόρος φυτευθεί σε μικρό ή μεγάλο βάθος εξαρτάται και από το μέγεθος του. Σπόροι με μικρό μέγεθος (όπως για παράδειγμα σπόροι αντράκλας) φυτεύονται σε μικρά βάθη (0,5-2cm), ενώ βαρύτεροι και μεγαλύτεροι σπόροι (όπως για παράδειγμα σπόροι αγριοντοματιάς), φυτεύονται σε μεγαλύτερα βάθη (6-8cm).

Η ικανότητα αυτή των σπόρων να βλαστάνουν από μεγαλύτερα βάθη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν μέθοδος καταπολέμησης αντί της ηλιοαπολύμανσης (Rubin Banish, Abraham Benjamin 1984).

Στο γράφημα 1 συγκρίνεται η ικανότητα βλάστησης δυο διαφορετικών, στο μέγεθος, ζιζανίων της αντράκλας και της αγριοντοματιάς. Όπως φαίνεται οι σπόροι της αντράκλας (μικροί σπόροι) βλαστάνουν σε μεγαλύτερο ποσοστό σε βάθος 0,5cm κάτι που δεν συμβαίνει με τους βαρείς σπόρους της αγριοντοματιάς. Αντίθετα όταν το βάθος αυξάνεται από l-6cm η βλαστικότητα της αντράκλας μειώνεται αισθητά ενώ της αγριοντοματιάς αυξάνεται.

Τέλος όταν το βάθος αυξάνεται περισσότερο (8-10cm) η βλαστικότητα και των δύο ζιζανίων μηδενίζεται, κάτι που σημαίνει ότι μικροί αλλά και μεγάλοι σπόροι δεν ανέχονται πολύ μεγάλα βάθη.

(18)

15

Bt a j c r r )

Γράφημα 1 Αποτέλεσμα του βάθους σποράς στο ποσοστό της βλάστησης για την αντράκλα και την αγριοντοματιά. (Weed Science 1984. Volume 32. ρ. 138-142)

1.3.3.2.3 Επίδραση του βάθους σποράς στην βιωσιμότητα και βλαστικότητα των σπόρων της αντράκλας

Η βιωσιμότητα και η βλαστικότητα των σπόρων της αντράκλας αλλά και γενικά όλων των ζιζανίων, σαν έννοιες είναι αντίθετες.

Βιωσιμότητα είναι η ικανότητα που έχουν οι σπόροι να φυτρώνουν.

Αντίθετα η βλαστικότητα, που εκφράζεται σε ποσοστό %, δείχνει το ποσό των σπόρων που καταφέρνουν να βλαστήσουν, στις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρίσκονται.

Γενικά όλοι οι σπόροι είναι βιώσιμοι, δηλαδή ικανοί να φυτρώσουν, αλλά από αυτούς βλαστάνουν μόνο εκείνοι που βρίσκονται στις κατάλληλες συνθήκες.

Κατάλληλες συνθήκες είναι για παράδειγμα το μαλακό περίβλημα των σπόρων ή ότι αυτοί δεν βρίσκονται σε λήθαργο αλλά και άλλες.

(19)

Σε πειράματα που έγιναν (Ε§1βγ Ο. Η. 1978) οι ερευνητές κατέγραψαν τη σχέση του βάθους στο οποίο σπέρνεται κάθε σπόρος, με την βιωσιμότητα και βλαστικότητα αυτών.

Τα βάθη σποράς ήταν 8, 23 και 38 ογπ, ενώ το χρονικό διάστημα των παρατηρήσεων ήταν 6, 18 και 30 μήνες.

Πίνακας 2. Σύγκριση βιωσιμότητας και βλαστικότητας σπόρων αντράκλας και αγριοντοματιάς, σε διαφορετικούς μήνες και σε διαφορετικά βάθη σποράς. (Weed Science 1978. Volume 26. Issue 3. May.)

6 μήνες

Βάθος (cm) Βιωσιμότητα (%) Βλαστικότητα (%)

8 85 27

23 86 50

38 83 75

18 μήνες

Βάθος (cm) Βιωσιμότητα (%) Βλαστικότητα (%)

8 11 0

23 3 0

38 20 0

30 μήνες

Βάθος (cm) Βιωσιμότητα (%) Βλαστικότητα (%)

8 37 0

23 1 0

38 6 0

Όπως φαίνεται από τα αποτελέσματα που προέκυψαν στους 6 μήνες σε βάθος 8 έτη η βιωσιμότητα είναι 85% αλλά η βλαστικότητα είναι πολύ χαμηλή, μόλις 27%. Το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η αντράκλα φυτρώνει από μικρά βάθη (0,5-2 αη). Το ίδιο συμβαίνει και στα άλλα βάθη.

Σε ότι αφορά τους 18 και 30 μήνες, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι οι σπόροι, αν και είναι βιώσιμοι, δεν είναι ικανοί να βλαστήσουν. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι οι σπόροι βρίσκονται σε λήθαργο, αλλά ίσως και στην διαφορά που μπορεί να έχουν οι σπόροι στο γενετικό τους υλικό, (διαφορά ίδιων σπόρων στο μέγεθος αλλά και στο σχήμα σε κάποιες περιπτώσεις).

(20)

Η διαφορά αυτή που παρουσιάζεται σε σπόρους του ίδιου είδους, αποτελεί πρόβλημα σε όλες τις μελέτες που αφορούν την βιωσιμότητα και την βλαστικότητα των σπόρων (Dawson J. Η. and V. F. Bruns 1975).

1,3.3.2.4 Αλληλεπίδραση αιθυλενίου, νιτρικού νατρίου και νιτοώδουο νατοίου στην προαγωγή της βλάστησης της Portulaca olerácea στο σκοτάδι

Αν οι σπόροι του ζιζανίου βρίσκονται σε λήθαργο και η βλάστηση δεν είναι εφικτή με φυσικές μεθόδους (για παράδειγμα εμβάπτιση σπόρων σε νερό), τότε προκειμένου να προαχθεί το φύτρωμά τους, οι ερευνητές χρησιμοποιούν τεχνικές μεθόδους. Μια τέτοια τεχνική μέθοδος είναι η χρήση αιθυλενίου.

Το αιθυλένιο διεγείρει περίπου το 1/3 των σπόρων του φυτού που βρίσκονται σε λήθαργο, να βλαστήσουν στο σκοτάδι (Egley G. Η. 1984).

Έρευνες έχουν γίνει με σκοπό να αυξήσουν το ποσοστό της βλάστησης των σπόρων, στο σκοτάδι με χρήση του νιτρικού νατρίου και του αιθυλενίου (Egley G. Η.

1984).

Τα αποτελέσματα των ερευνών, έδειξαν ότι το νιτρικό κάλιο όταν εφαρμόστηκε κατευθείαν στους σπόρους, δεν διέγειρε την βλάστηση, ενώ όταν εφαρμόστηκε μαζί με το αιθυλένιο, διέγειρε μεν την ωρίμανση όχι όμως περισσότερο από ότι την διέγειρε το αιθυλένιο, όταν εφαρμόστηκε μόνο του.

Η προ-επώαση των σπόρων σε νιτρικό κάλιο για 4-7 ημέρες πριν την εφαρμογή του αιθυλενίου αύξησε την βλάστηση.

Το νιτρικό νάτριο ήταν αποτελεσματικό μόνον όταν οι σπόροι επωάστηκαν αρχικά σε αιθυλένιο και έπειτα σε νιτρικό κάλιο. Το νιτρώδες νάτριο, διέγειρε περίπου το 25% των σπόρων για να βλαστήσουν χωρίς αιθυλένιο και χωρίς να επωαστούν σε νιτρικό κάλιο.

Υψηλότερο ποσοστό βλάστησης επιτυγχάνεται όταν το αιθυλένιο εφαρμόζεται μαζί με το νιτρώδες κάλιο (ΚΝΟ2).

Τα αποτελέσματα ενισχύουν την πεποίθηση ότι παρ’ όλο που το νιτρικό νάτριο ασκεί επιδράσεις, διαμέσου της μετατροπής του σε νιτρώδες νάτριο στο σπόρο, ο ρυθμός μετατροπής του μπορεί να αποτελεί περιοριστικό παράγοντα για την βλάστηση των

(21)

σπόρων του φυτού στο σκοτάδι.

Τελικά το αιθυλένιο, σε συνδυασμό με το νιτρώδες νάτριο, μπορεί να διευκολύνει την βλάστηση των σπόρων αυξάνοντας την ευαισθησία τους σε κάθε επέμβαση.

Σε ότι αφορά την αποθήκευση, μια μικρή ποσότητα σπόρων οι οποίοι αποθηκεύτηκαν σε υγρό περιβάλλον για 19 χρόνια απέδειξαν ότι μπορούν να βλαστήσουν και κατόπιν να παράξουν φυσιολογικά φυτά.

Η αποθήκευση των σπόρων γενικά, σε υγρό ή μη περιβάλλον, μπορεί να διακόψει το λήθαργο και έτσι να προαχθεί η βλάστηση.

1.3.4 ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΦΥΤΟΥ

Σε αυτοφυείς πληθυσμούς της Portulaca olerácea, από διάφορα μέρη του κόσμου, ερευνητές έχουν διακρίνει 5 υποείδη με βάση το μέγεθος του σπόρου και άλλα χαρακτηριστικά (για παράδειγμα: δομή της testa κ.λπ.). Σ’ αυτά περιλαμβάνεται το υποείδος olerácea που είναι διαδεδομένο ως ζιζάνιο και το υποείδος sativa που συνήθως καλλιεργείται ως λαχανικά.

Η ύπαρξη των συγκεκριμένων υποειδών δεν έχει γίνει ευρέως αποδεκτή. Γενικά, όμως, είναι παραδεκτό ότι υπάρχει μεγάλη γενετική παραλλακτικότητα μέσα στο είδος, σε βαθμό που το Portulaca olerácea να θεωρείται ως ένα σύμπλεγμα (complex) ειδών ή υποειδών.

Κάποιες προσπάθειες για τη συγκέντρωση και διατήρηση γενετικού υλικού της αντράκλας έχουν γίνει από το Διεθνή Οργανισμό Διατήρησης Φυτικού Γενετικού Υλικού (IBPGR).

(22)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΠΡΟΚΑΛΟΥΜΕΝΕΣ ΖΗΜΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

2.1 ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΦΩΣΦΟΡΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ PORTULACA OLERACEA ΜΕ ΤΟ ΜΑΡΟΥΛΙ (LACTUCA SATIVA)

Μελέτες έχουν γίνει, υπό ελεγχόμενες συνθήκες, με σκοπό να προσδιορίσουν την ανταγωνιστικότητα του ζιζανίου με το μαρούλι, (Santos Μ. Bielinski, Joan A. Dusky

1998) όσον αφορά το θρεπτικό στοιχείο φώσφορος.

Σε πειράματα σε γλάστρες, που περιείχαν έδαφος ελλειμματικό σε φώσφορο, σπάρθηκε αντράκλα και μαρούλι, το καθένα μόνο του καθώς και τα δύο μαζί, σε διάφορες πυκνότητες (2, 4 και 8 φυτά / 100 m ).

Στα φυτά χορηγήθηκε φώσφορος σε δόσεις 0, 0,4 και 0,8 gr/lt.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η αντράκλα αντέδρασε στο φώσφορο αυξάνοντας την ανταγωνιστική του ικανότητα έναντι του μαρουλιού, ενώ καμία αύξηση δεν παρατηρήθηκε στην ανταγωνιστικότητα του μαρουλιού.

Οι βλαστοί της αντράκλας μειώνονται με την πυκνότητα των φυτών και αυξάνονται με την δόση του φωσφόρου. Η ανταγωνιστικότητα του ζιζανίου αυξήθηκε με τις υψηλές δόσεις φωσφόρου ενώ η ανταγωνιστική ικανότητα του μαρουλιού παρέμεινε αμετάβλητη. Στη σχέση αντράκλα - μαρούλι, το ζιζάνιο φαίνεται ότι απορροφά περισσότερο φώσφορο όταν καλλιεργείται μόνο του, αλλά και όταν βρίσκεται σε ανταγωνισμό με το μαρούλι.

Γενικά ο ανταγωνισμός του φωσφόρου παίζει σημαντικό ρόλο στην αλληλεπίδραση μαρουλιού και αντράκλας.

Ο ανταγωνισμός του φωσφόρου φαίνεται να είναι ο βασικός μηχανισμός της αλληλεπίδρασης του ζιζανίου με το μαρούλι, σε εδάφη με χαμηλή συγκέντρωση φωσφόρου. Παρ’ όλα αυτά όμως πρόσθετες έρευνες θα πρέπει να γίνουν με σκοπό τον προσδιορισμό άλλων σημαντικών παραγόντων, οι οποίοι είναι πιθανόν να επηρεάζουν

(23)

την ανταγωνιστικότητα του ζιζανίου. Επίσης μια μέθοδος εναλλακτικής λίπανσης, θα πρέπει να αναζητηθεί με σκοπό να μειώσει την δράση του ζιζανίου.

2.2 ΖΗΜΙΕΣ

Επειδή η αντράκλα αναπτύσσεται σε μεγάλους πληθυσμούς, δημιουργεί πολλά προβλήματα, ιδιαίτερα σε αρδευόμενες καλλιέργειες. Θεωρείται έντονα ανταγωνιστικό ζιζάνιο για τις καλλιέργειες γιατί αφαιρεί από το έδαφος μεγάλες ποσότητες υγρασίας και θρεπτικών στοιχείων. Με τον τρόπο αυτό προκαλεί σοβαρή μείωση αποδόσεων αλλά και υποβάθμιση της ποιότητας των προϊόντων όταν υπάρχει σε υψηλές πυκνότητες μέσα σε καλλιέργειες.

Επιπλέον, αποτελεί ενδιάμεσο ξενιστή παθογόνων, εντόμων και νηματωδών που μπορεί να προκαλέσουν ασθένειες ή να προσβάλουν τα καλλιεργούμενα φυτά.

Στην Ελλάδα η αντράκλα αποτελεί το 13°, κατά σειρά σπουδαιότητας, ζιζάνιο.(Δαμανάκη Μ. Ε. 1979)

Έχει αναφερθεί ότι εμφανίζεται σε εκτάσεις που καλλιεργούνται αραβόσιτος, βαμβάκι, σακχαρότευτλα, καπνός, λαχανικά, τομάτα, πατάτα, εσπεριδοειδή αλλά και σε ελαιώνες. Αποτελεί σημαντικό ζιζάνιο ιδιαίτερα σε λαχανοκομικές καλλιέργειες όπου και καταλαμβάνει την πρώτη θέση έναντι άλλων ζιζανίων (σε επισκόπηση που έγινε βρέθηκε να υπάρχει σε 65.000 στρ. σε σύνολο 172.000 στρ που εξετάσθηκαν κατά το έτος 1976). Στην καλλιέργεια αραβόσιτου η αντράκλα ήταν 12η σε σπουδαιότητα, στην καλλιέργεια βάμβακος 14η, σακχαρότευτλων 13η, καπνού 4η, πατάτας 3η, τομάτας 5η και εσπεριδοειδών 9η.

2.3 ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ

Η αντράκλα είναι ζιζάνιο που καταπολεμάται δύσκολα.

Επειδή οι βλαστοί του είναι σαρκώδεις, αφυδατώνονται δύσκολα.

Το γεγονός αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, μετά από το σκάλισμα, τμήματα βλαστών να ριζοβολούν όταν έρθουν σε επαφή με υγρό έδαφος.

Η αντράκλα είναι γενικά ευαίσθητη σε πολλά ζιζανιοκτόνα. Έχει βρεθεί όμως ότι η

(24)

με ένα από τα ειδικά αγρωστωδοκτόνα

Γενικά για την καταπολέμηση των ζιζανίων χρησιμοποιούνται τρεις μέθοδοι, ανάλογα βέβαια σε κάθε περίπτωση, με τα διαθέσιμα μέσα: Η χημική καταπολέμηση, η βιολογική καταπολέμηση και η καταπολέμηση με καλλιεργητικά μέτρα.

2.3.1 ΧΗΜΙΚΗ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ

2.3.1.1 Ζι£ανιοκτόνα

Η χημική μέθοδος είναι η κύρια μέθοδος που χρησιμοποιείται για την καταπολέμηση της αντράκλας αλλά και των άλλων ζιζανίων στις περισσότερες καλλιέργειες. Έτσι, σε ορισμένες σημαντικές καλλιέργειες χρησιμοποιούνται τα παρακάτω ζιζανιοκτόνα τα οποία είναι αποτελεσματικά και στην αντράκλα (Γιαννοπολίτης Κ. Ν. - Ε. Α. Πασπάτης, Σ. Βυζαντινόπουλος 1985):

Αμπέλι: atrazine, napropamide, oxyfluorfen

Αραβόσιτος: atrazine, alachlor, metolachlor, bentazone Βαμβάκι: alachlor, dinitramine, diuron

Ελιά: diuron, EPTC, simazine Εσπεριδοειδή: diuron, simazine

Ζαχαρότευτλα: metamitron, chloridazon, metolachlor, phenmedipham Καπνός:(σπορεία και χωράφια):η3ρΓορ3Γηΐθε

Μηδική: EPTC, diuron, bentazone Πατάτα: EPTC, linuron, prometryne

2.3.1.2 Ανάπτυξη ανθεκτικότητας της Portulaca olerácea στο ζιζανιοκτόνο linuron

Από πειράματα που έγιναν (ΗΠΑ) στο θερμοκήπιο και στον αγρό, διαπιστώθηκε ανθεκτικότητα του ζιζανίου αυτού, που συλλέχθηκε από καλλιέργεια καρότου (Daucus carota) στο οποίο είχε χρησιμοποιηθεί το ζιζανιοκτόνο linuron για πολλά χρόνια.

Η εκτίμηση του ερευνητή προήλθε χρησιμοποιώντας μια δοκιμή με την οποία κατάφερε να προσδιορίσει την ανθεκτικότητα του ζιζανίου στο linuron και το atrazine (Masabni G. Joseph, Bernard H. Zandastra 2000).

(25)

Μεταγενέστερα πειράματα τα οποία έγιναν στο θερμοκήπιο, απέδειξαν ότι ο συγκεκριμένος βιότυπος που ανακαλύφθηκε ήταν ανθεκτικός στο linuron σε δόσεις μέχρι 11,2 Kg/ha και στο atrazine μέχρι 179 Kg/ha. Ο ανθεκτικός βιότυπος ήταν συγκριτικά με τον ευαίσθητο 300 φορές πιο ανθεκτικός στο linuron και 400 φορές πιο ανθεκτικός στο atrazine. Ο ανθεκτικός στο linuron βιότυπος της αντράκλας, ήταν ανθεκτικός και στα ζιζάνιοκτόνα diuron, cyanazine και prometryn αλλά όχι στο bromoxynil. Και οι δύο βιότυποι της Portulaca olerácea (ευαίσθητος και ανθεκτικός) ήταν ευαίσθητοι στα ζιζανιοκτόνα hexazinone και bentazone.

2.3.1.3 Φυσιολογικές διαφορές αετα£ύ ευαίσθητου και ανθεκτικού βιοτύπου της Portulaca olerácea

Μελέτες έχουν πραγματοποιηθεί με σκοπό να συγκρίνουν τα φυσιολογικά χαρακτηριστικά του ευαίσθητου στο linuron βιοτύπου με εκείνα του ανθεκτικού (Masabni Joseph, Bernard Zandastra 1999).

Ο ευαίσθητος βιότυπος των φυτών δίνει βαρύτερους σπόρους οι οποίοι βλαστάνουν πιο γρήγορα από ότι οι σπόροι του ανθεκτικού βιότυπου.

Οκτώ εβδομάδες μετά τη σπορά ο ευαίσθητος βιότυπος είχε αναπτύξει μεγαλύτερο νωπό και ξηρό βάρος από τον ευαίσθητο. Ο ευαίσθητος βιότυπος των φυτών αυτού του ζιζανίου, είχε μια σημαντικά υψηλή αφομοίωση CO2 στους 30°C, ήταν όμως ίδια με αυτή του ανθεκτικού βιότυπου στους 40°C.

Ο ευαίσθητος βιότυπος είχε μια, σημαντικά, υψηλή αφομοίωση CO2 σε βαθμό συγκέντρωσης CO2 600ppm. Ο ευαίσθητος βιότυπος είχε υψηλότερη καρβοξυλίωση και φωτοχημικά αποτελέσματα.

Αναλυτικότερα αποτελέσματα

Από το πείραιια στο Οεριιοκήπιο

Ο ανθεκτικός βιότυπος του ζιζανίου βλάστησε δυο ημέρες μετά την σπορά ενώ ο

(26)

Και οι δυο βιότυποι έφτασαν στο μέγιστο της βλάστησής τους μετά την πάροδο 4-5 ημερών. Το 60% έως 80% του βιότυπου του ζιζανίου, ο οποίος δεν δέχθηκε την επέμβαση, επισημαίνει ότι δεν υπάρχει έμφυτη διαφορά στην βλάστηση. Έτσι προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο ανθεκτικός βιότυπος του ζιζανίου είχε υψηλά επίπεδα ανθεκτικότητας στο atrazine και το linuron.

Επίσης το linuron σε όλες τις αναλογίες φάνηκε ότι μειώνει το νωπό βάρος του ανθεκτικού βιότυπου ενώ για τα φυτά που ανήκουν στον ευαίσθητο βιότυπο, φαίνεται ότι το νωπό τους βάρος μειώνεται 4 ημέρες μετά τη βλάστηση, ενώ 10 ημέρες μετά, τα φυτά νεκρώνονται.

Παρ’ όλα αυτά και με τους δυο βιότυπους απαιτούνται 7 ημέρες προκειμένου να εμφανιστεί κάποια ζημιά στην Portulaca olerácea, όταν εφαρμόζεται μια οποιαδήποτε αναλογία του ζιζανιοκτόνου linuron.

Από το πείραιια στον αγρό

Το υψηλό επίπεδο ανθεκτικότητας στο linuron και το ακόμα υψηλότερο στο atrazine, επισημαίνει ότι ο βιότυπος του ζιζανίου αυτού αποτελεί ένα μοναδικό και ενδιαφέρον παράδειγμα ανθεκτικότητας στα ζιζανιοκτόνα.

Η διαχείριση της ανθεκτικότητας του φυτού στο linuron, στον αγρό παρουσιάζει μια πρόκληση για τους παραγωγούς καρότων, που οφείλεται στις περιορισμένες επιλογές των ζιζανιοκτόνων που εφαρμόζονται σε αυτά.

2.3.1.4 Ανταγωνιστική αλληλεπίδραση ζιζανιοκτόνων στην Portulaca olerácea

Στην επιλογή των ζιζανιοκτόνων πρέπει να δίνεται προσοχή καθώς υπάρχουν ζιζανιοκτόνα τα οποία δρουν ανταγωνιστικά, αλληλεπιδρώντας το ένα στο άλλο.

Πιο συγκεκριμένα για την αντράκλα έχει βρεθεί, με πειράματα στην Ελλάδα, ότι το ζιζανιοκτόνο ioxynil σε συνδυασμό με τα ζιζανιοκτόνα των αγρωστωδών alloxydim- sodium, sethoxydim και άλλα, παρουσιάζει ανταγωνιστική αλληλεπίδραση (Eleftherohorinos I. G. and G. Ν. Giannopolitis 1999).

Αναλυτικότερα όταν το ioxynil εφαρμόστηκε ταυτόχρονα με τα παραπάνω

(27)

ζιζανιοκτόνα των αγρωστωδών παρατηρήθηκε ανταγωνιστική αλληλεπίδραση, δηλαδή μειωμένη αποτελεσματικότητα του ioxynil στην Portulaca.

Όταν η εφαρμογή των ζιζανιοκτόνων έγινε με ένα μικρό χρονικό διαχωρισμό (1- 3) μεταξύ τους, η ανταγωνιστικότητα ενισχύσθηκε και ένα διάστημα περισσότερων ημερών ήταν απαραίτητο, για την εξουδετέρωσή της.

2.3.1.5 Εναλλακτικές εφαριιογές Βρωμιούχο μεθύλιο

Τα αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποιήθηκε στην Νότια Ελλάδα, έδειξαν ότι η αντράκλα απαντάται πολύ συχνά στα θερμοκήπια. Το βρωμιούχο μεθύλιο χρησιμοποιείται ως ένα ευρέως φάσματος απολυμαντικό εδάφους, σε καλλιέργειες πολλών λαχανικών.

Αυτό συμβαίνει γιατί είναι το πιο αποτελεσματικό απολυμαντικό εδάφους που καταπολεμά τους νηματώδεις, έντομα, ασθένειες και ζιζάνια.

Πιο συγκεκριμένα, πειράματα που έγιναν στην πιο πάνω περιοχή, έδειξαν ότι το βρωμιούχο μεθύλιο έχει άριστη αποτελεσματικότητα κατά του ζιζανίου αυτού (Eleftherohorinos I. G. and G. Ν. Giannopolitis 1999).

Από το 2005 όμως, η χρήση του βρωμιούχου μεθυλίου ως απολυμαντικό εδάφους θα απαγορευθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση (καταστρέφει το όζον της ατμόσφαιρας). Έτσι, γίνονται προσπάθειες για την ανεύρεση άλλων τρόπων απολύμανσης, εναλλακτικών του βρωμιούχου μεθυλίου.

Ιωδιούχο μεθύλιο

Πειράματα που έγιναν στο εργαστήριο και στον αγρό, από τον Zhang et all (1997), έδειξαν ότι το ιωδιούχο μεθύλιο στην αποτελεσματικότητά του ήταν ίσο ή και καλύτερο από το βρωμιούχο μεθύλιο σε ότι αφορά τον έλεγχο της αντράκλας.

Βασισμένοι στο παραπάνω αποτέλεσμα, θα λέγαμε ότι το ιωδιούχο μεθύλιο μπορεί να καθιερωθεί σαν ένας αντικαταστάτης του βρωμιούχου μεθυλίου, ο οποίος

(28)

Και αυτό γιατί μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις σαν όμοιο του βρωμιούχου μεθυλίου, για την απολύμανση του εδάφους, ενώ παράλληλα έχει καλύτερη αποτελεσματικότητα κατά πολλών εχθρών και ασθενειών, ενώ ταυτόχρονα δεν καταστρέφει το όζον της ατμόσφαιρας.

Dazomet

Πρόκειται για ένα χημικό απολυμαντικό εδάφους, το οποίο είναι σχετικά ακίνδυνο για τους χρήστες ενώ ο περιβαλλοντικός του υποβιβασμός είναι γρήγορος.

Ταυτόχρονα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σχετικά εύκολα. Σε ότι αφορά την αποτελεσματικότητά του κατά των ζιζανίων, τα δημοσιευμένα μέχρι τώρα αποτελέσματα επισημαίνουν ότι αυτό το απολυμαντικό δρα αποτελεσματικά κατά του ζιζανίου.

Σύμφωνα με τα παραπάνω προκύπτει το συμπέρασμα ότι το βρωμιούχο μεθύλιο ελέγχει ικανοποιητικά το συγκεκριμένο ζιζάνιο, στα θερμοκήπια. Η ηλιοαπολύμανση και το Dazomet από την άλλη πλευρά έχουν μια συνήθως ικανοποιητική αποτελεσματικότητα στα ζιζάνια αλλά ο έλεγχος τον οποίο παρέχουν μπορεί σε μερικές περιπτώσεις να μην είναι αποδεκτός.

Αυτό σημαίνει ότι η μη χρησιμοποίηση του βρωμιούχου μεθυλίου σίγουρα θα κάνει τον έλεγχο των ζιζανίων στα σπορεία και στα θερμοκήπια πολύ πιο δύσκολο.

Η δυσκολία δε αυτή μπορεί να οδηγήσει στη μετατροπή των ζιζανίων σε ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα στα θερμοκήπια, τα επόμενα χρόνια (Eleftherohorinos I.G. and G. Ν. Giannopolitis 1999)

2.3.2 ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ

2.3.2.1 Δυνατότητες καταπολέμησης ΐιε το ιιύκητα Dichotomophthora portulacae

Ο μύκητας αυτός προκαλεί ασθένεια στα φυτά της αντράκλας που αναπτύσσονται στη φύση, με μαύρισμα και στένωση της βάσης του στελέχουςίΚΕεΐεννΐοζ Μ. J. CA 95616)

Η ανάπτυξη και η αναπαραγωγή του μύκητα καθώς και η παθογένειά του σε

(29)

φύλλα και στελέχη του φυτού, μελετήθηκαν σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον, με τεχνητές μολύνσεις.

Έτσι διαπιστώθηκε ότι ο μύκητας παράγει σκληρώτια και κονίδια στους μολυσμένους ιστούς. Εύκολα δε παράγει μεγάλες ποσότητες κονιδίων στη βάση του στελέχους.

Οι ευνοϊκές θερμοκρασίες για την παραγωγή κονιδίων αλλά και την ανάπτυξή τους, ήταν μεταξύ 24-33°C. Τα κονίδια βλάστησαν μέσα σε 1 ώρα στους 15-24°C και η μόλυνση πραγματοποιήθηκε μεταξύ 2-8 ωρών στους 15-33°C. Υγρασία απαιτείται για την βλάστηση των κονιδίων και την μόλυνση. Βυθισμένες νεκρωτικές κηλίδες εμφανίζονται στα φύλλα μέσα σε διάστημα 2 ημερών μετά τον εμβολιασμό. Τα φύλλα γίνονται κίτρινα και ξηραίνονται μέσα σε διάστημα 4-7 ημερών. Οι βλαστοί μαυρίζουν και αρχίζουν να ξηραίνονται από την κορυφή. Τελικά νεκρώνεται ολόκληρο το φυτό.

Με τα παραπάνω πειράματα φάνηκε ότι ο μύκητας αυτός μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη βιολογική καταπολέμηση της Portulaca olerácea. Χρειάζονται, όμως, να γίνουν και άλλες έρευνες, πριν προχωρήσει η χρήση του, στην πράξη.

2.3.2.2 Δυνατότητες καταπολέμησης ΐιε έντοιια

Στην περιοχή της Νότιας Αμερικής έχουν εξεταστεί ως πιθανά για την βιολογική καταπολέμηση του ζιζανίου, ορισμένα έντομα τα οποία στη φύση τρέφονται πάνω σ’

αυτό. (Cruttwell. R. Ε., F. D. Bennett 1995)

Εκτενείς μελέτες έγιναν με αρκετά έντομα και προέκυψαν τα παρακάτω συμπεράσματα:

Ενδιαφέρον για τον βιολογικό έλεγχο του ζιζανίου υπάρχει ιδιαίτερα στους λαχανόκηπους αλλά και σε άλλες συναφείς καλλιέργειες.

Η αντράκλα είναι ένας ενδιάμεσος ή εναλλακτικός ξενιστής εντόμων τα οποία κάνουν σημαντική ζημιά στα καλλιεργούμενα φυτά. Συνεπώς, μόνο έντομα τα οποία είναι περιορισμένα στην αντράκλα, δηλαδή δεν την χρησιμοποιούν ως ενδιάμεσο ή εναλλακτικό ξενιστή, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μέσα βιολογικού ελέγχου. Με άλλα λόγια θα πρέπει να είναι έντομα εξειδικευμένα, που προσβάλλουν μόνο την αντράκλα. Από την έρευνα προέκυψε ότι υπάρχει ένα σύμπλοκο ολιγοφάγων εντόμων,

(30)

Από τα είδη που δοκιμάσθηκαν, εκλεκτικά και ικανοποιητικής αποτελεσματικότητας βρέθηκαν τα ΗβΙϊοώηβζ quinqueguttata και Pegomya

2.3.3 ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΜΕ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

2.3.3.1 Σκάλισιια

Το σκάλισμα μετά από άρδευση, όταν η αντράκλα είναι σε νεαρό στάδιο σποροφύτου, μπορεί να μειώσει σημαντικά τον πληθυσμό του ζιζανίου. Παρ’ όλα αυτά με το σκάλισμα είναι δυνατόν να έρθουν στην επιφάνεια νέοι σπόροι του ζιζανίου (σημειωτέον η αντράκλα φυτρώνει μόνο από μικρό βάθος) οι οποίοι μπορεί να δώσουν νέα φυτά στις επόμενες εβδομάδες.

Επιπλέον, όταν το σκάλισμα γίνεται σε μεγαλύτερα φυτά του ζιζανίου αυτού, θα πρέπει τα ξεριζωμένα φυτά να μαζεύονται πριν από την άρδευση και να αφήνονται έξω από το χωράφι για να ξεραθούν. Αυτό είναι απαραίτητο επειδή οι σαρκώδεις βλαστοί της αντράκλας εύκολα ριζοβολούν σε επαφή με το υγρό έδαφος.

2.3.3.2 Κάλυρ/η εδάφους ΐιε ιιαύρο πλαστικό

Η κάλυψη του εδάφους με μαύρο πλαστικό ή και άλλα υλικά (άχυρο, ορυζόφλοιος και άλλα) που εμποδίζουν την ανάπτυξη των ζιζανίων είναι μια μέθοδος που χρησιμοποιείται στα καλλωπιστικά φυτά, τα λαχανικά και τους κήπους και δίνει καλά αποτελέσματα στην αντράκλα. Για να είναι αποτελεσματικά αυτά τα οργανικά υλικά εδαφοκάλυψης, θα πρέπει να έχουν ένα πάχος τουλάχιστον 3 ιντσών.

Παλαιότερες έρευνες έχουν δείξει ότι πολλοί καλλιεργητές προτιμούν μη-χημικά σκευάσματα στις εφαρμογές που ακολουθούν για να εξουδετερώσουν τα διάφορα ζιζάνια. Στις περιπτώσεις αυτές, λύση αποτελεί η χρήση μαύρου πλαστικού. Η μηχανική κατεργασία του εδάφους μπορεί να προκαλέσει ασθένειες στις ρίζες των φυτών και δυσμορφίες στην ανάπτυξή τους. Έτσι η χρήση μαύρου πλαστικού μπορεί αποτελεσματικά και όχι χημικά, να προάγει τον έλεγχο του ζιζανίου ενώ ταυτόχρονα μπορεί να οδηγήσει στην αύξηση της παραγωγής.

Τα πλεονεκτήματα από την χρήση του μαύρου πλαστικού είναι πολλά.

(31)

Κατ’ αρχάς η κάλυψη μπορεί να μειώσει την έκπλυση των θρεπτικών συστατικών διατηρώντας ταυτόχρονα την υπάρχουσα υγρασία.

Μειώνει την εδαφική συμπύκνωση, ενώ αυξάνει τα επίπεδα του διοξειδίου του άνθρακα γύρω από το qn)TO.(Bonanno ahd Lamont, 1987, Clarkson and Frazier 1960) Ακόμα αυξάνεται η θερμοκρασία του εδάφους, στην περιοχή κάτω από το πλαστικό, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε πρώιμη και αυξημένη παραγωγή. (Bonanno and Lamont 1987, Ricotta and Masiunas 1988, Wien and Minotti 1987)

Σε πείραμα που έγινε (9) οι ερευνητές χρησιμοποίησαν την μέθοδο της ηλιοαπολύμανσης με κάλυψη του εδάφους με μαύρο και διάφανο πλαστικό και έτσι σύγκριναν το ποσοστό της βλαστικότητας που προέκυψε μετά την κάλυψη, αλλά και απουσία αυτής.

Τα αποτελέσματα φαίνονται αναλυτικά στο παρακάτω γράφημα:

Τ Μ Η Μ Α

Ic v K m F O N & ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ

90 80

Χωρίς πλαστικό Με μαύρο πλαστικό Με διάφανο πλαστικό Μεταχείριση

Γράφημα 2. Βλαστικότητα σπόρων αντράκλας μετά από κάλυψη του εδάφους με διάφανο και μαύρο πλαστικό. (Weed Science 1983. Volume 31. ρ. 170-179)

Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η κάλυψη με μαύρο πλαστικό δεν επηρεάζει το

(32)

όταν το έδαφος έμεινε ακάλυπτο. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις η βλάστηση έφτασε το 78%.

Αντίθετα όταν το έδαφος καλύφθηκε με διαφανές πλαστικό το ποσοστό της βλαστικότητας ήταν ιδιαίτερα χαμηλό, μόλις 4%.

Η διαφορά αυτή στα αποτελέσματα, οφείλεται στο γεγονός ότι η βλάστηση των σπόρων του ζιζανίου επηρεάζεται σημαντικά από τον τύπο του πλαστικού, με το οποίο, εάν χρειάζεται, καλύπτεται το έδαφος.

Πιο συγκεκριμένα το μαύρο πλαστικό αφήνει τους σπόρους να φυτρώσουν κάτω από αυτό και δεν τους σκοτώνει, κάτι που συμβαίνει όταν το έδαφος καλύπτεται με διαφανές πλαστικό. Το μαύρο πλαστικό δεν σκοτώνει τους σπόρους αλλά αυξάνει λίγο την θερμοκρασία κάτω από αυτό.

Αντίθετα η κάλυψη με διαφανές πλαστικό αυξάνει πολύ την θερμοκρασία, οπότε οι σπόροι νεκρώνονται για αυτό και το ποσοστό της βλάστησης είναι εξαιρετικά χαμηλό (4%).

2.3.4 ΗΛΙΟΑΠΟΛΥΜΑΝΣΗ

Μια άλλη μέθοδος καταπολέμησης των ζιζανίων γενικά, είναι η ηλιοαπολύμανση η οποία αποτελεί και εναλλακτική λύση αντί του βρωμιούχου μεθυλίου όπως εκτενώς αναφέρθηκε παραπάνω.

Πρόκειται για μια φυσική μέθοδο καταπολέμησης η οποία συνίσταται στην θέρμανση του υγρού εδάφους με κάλυψη με διαφανές πλαστικό, με σκοπό την παγίδευση της ηλιακής ακτινοβολίας.

Ένα από τα πειράματα που έγιναν, (Egley Η. Grant 1998) απέδειξε ότι η βλάστηση των σπόρων των ζιζανίων εξαρτάται από την θερμοκρασία του εδάφους, την υγρασία και την ατμόσφαιρα. Πιο συγκεκριμένα όμως, ένα άλλο πείραμα έδειξε ότι η αντράκλα δεν είναι ευαίσθητη στην ηλιοαπολύμανση καθώς σε θερμοκρασία εδάφους 40°C το ποσοστό της βλαστικότητας είναι πολύ υψηλό (98%) μέσα σε χρονική διάρκεια μικρότερη της μιας ημέρας.

Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι η αντράκλα δεν μπορεί να καταπολεμηθεί με την μέθοδο αυτή (όταν η θερμοκρασία του εδάφους είναι 40°C) καθώς βλαστάνει σε υψηλό ποσοστό.

Referências

Documentos relacionados

3.1 Οι ατέλειες της φαρμακευτικής αγοράς Η φαρμακευτική αγορά χαρακτηρίζεται από ατέλειες τόσο στη ζήτηση όσο και στην προσφορά.23 Από την πλευρά της ζήτησης, οι ασθενείς-καταναλωτές