• Nenhum resultado encontrado

[PENDING] ΕΙΚΟΝΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΙ ΤΟΠΟΙ ΟΠΟΥ ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΣΥΝΑΝΤΙΟΥΝΤΑΙ, ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΝΤΑΙ, ΑΝΤΑΛΛΑΣΣΟΥΝ ΑΠΟΨΕΙΣ, ΠΡΟΩΘΟΥΝ ΙΔΕΕΣ ΚΑΙ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ - Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ-ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "ΕΙΚΟΝΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΙ ΤΟΠΟΙ ΟΠΟΥ ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΣΥΝΑΝΤΙΟΥΝΤΑΙ, ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΝΤΑΙ, ΑΝΤΑΛΛΑΣΣΟΥΝ ΑΠΟΨΕΙΣ, ΠΡΟΩΘΟΥΝ ΙΔΕΕΣ ΚΑΙ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ - Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ-ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ"

Copied!
77
0
0

Texto

(1)

Τ.Ε.Ι. ΚΑΒΑΛΑΣ

ΤΜΗΜΑ: ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

ΘΕΜΑ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΕΙΚΟΝΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ

ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΙ ΤΟΠΟΙ ΟΠΟΥ ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΟΙ ΦΟΡΕΙΣ

ΣΥΝΑΝΤΙΟΥΝΤΑΙ, ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΝΤΑΙ, ΑΝΤΑΛΛΑΣΣΟΥΝ ΑΠΟΨΕΙΣ, ΠΡΟΩΘΟΥΝ ΙΔΕΕΣ ΚΑΙ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΚΑΙ

ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ . Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ.

ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ .

ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΣΠΟΥΔΑΣΤΡΙΑ:

κ.ΤΣΟΛΑΚΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΜΑΡΚΑΚΗ ΚΩΝ/ΝΑ

(2)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η εργασία εκπονείται στα πλαίσια της έρευνας γύρω από το θέμα των εικονικών κοινοτήτων, δίνοντας έμφαση στην εξήγηση της έννοιας του όρου, της λειτουργίας αλλά και της χρησιμότητας αυτών, όσον αφορά τις επιχειρήσεις και το ευρύτερο καταναλωτικό κοινό, το οποίο θέλει να συμμετέχει στις νέες τεχνολογίες καθημερινά.

Σκοπός αυτής της έρευνας είναι να δώσει την ετυμολογική και την σημασιολογική έννοια του όρου, αλλά και να εντρυφήσει σε αυτόν, κάτι το οποίο γίνεται με την εκτενή ανάλυση του θέματος. Πρωταρχικός, όμως, σκοπός και στόχος, είναι, να αποδειχθεί ότι είναι ένας τρόπος για την εφαρμογή καλής στρατηγικής για την αντιμετώπιση του ανταγωνισμού, από τις επιχειρήσεις.

Η έρευνα ξεκινάει από εμβρυϊκό στάδιο, το οποίο αποτελεί το 1ο Κεφάλαιο και εξηγεί τι ακριβώς είναι μια απλή κοινότητα, η κοινότητα των ανθρώπων.

Παρουσιάζεται, η έννοια, τα είδη και η λειτουργία της κοινότητας ως πολιτισμικός και φυσικός χώρος, προκειμένου να γίνει κατανοητό για ποιο λόγο χρησιμοποιήθηκε ο όρος κοινότητα.

Το 2ο Κεφάλαιο, έχει σκοπό την εξήγηση της έννοια του εικονικού, για να ολοκληρωθεί η ετυμολογία των Εικονικών Κοινοτήτων. Δίνεται έμφαση σε αυτό το κεφάλαιο, στην Εικονική Πραγματικότητα και πώς αυτή χρησιμοποιείται.

Στη συνέχεια, ένα από τα ουσιώδη μέρη της έρευνας, περιλαμβάνεται στο Κεφάλαιο 3, όπου αναφέρεται στην εξέλιξη των Εικονικών Κοινοτήτων, στα είδη που υπάρχουν σήμερα, καθώς επίσης και το τεχνικό κομμάτι αυτών. Γίνεται μια προσπάθεια σύγκλισης των Εικονικών Κοινοτήτων με το Ηλεκτρονικό Εμπόριο, παρατηρείται η λήψη των αυξανόμενων εσόδων, καθώς επίσης και οι παράγοντες για την επιτυχία της δημιουργίας τους.

Η έρευνα παράγει τα συμπεράσματά της, τα οποία αναφέρονται στο Κεφάλαιο 4, όπου αναλύονται διεξοδικά. Είναι εύλογο να γεννιέται η απορία, της ελληνικής πραγματικότητας, αν εφαρμόζονται δηλαδή Εικονικές Κοινότητες σήμερα στην Ελλάδα. Στο 5ο Κεφάλαιο, γίνεται αναφορά σε ελληνικούς ιστοχώρους που φιλοξενούν Κοινότητες, χώροι οι οποίοι ενδείκνυνται στο τέλος της έρευνας.

Πρακτικό μέρος της έρευνας, θεωρείται το 6ο Κεφάλαιο, όπου δίνεται ένα ερωτηματολόγιο, σε περιορισμένο δείγμα επιχειρήσεων, προκειμένου να γίνει γνωστό κατά πόσο, και αν εφαρμόζονται οι Κοινότητες στην Ελλάδα, πόσο αποτελεσματικές είναι, και πως ανταποκρίνεται το κοινό. Όλα τα παραπάνω αποτελούν το σκοπό του ερωτηματολογίου, τα αποτελέσματα του οποίου αναφέρονται στο 6ο Κεφάλαιο, όπου περιλαμβάνει και μια μικρή μελλοντική έρευνα, όσον αφορά τις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας.

(3)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ο

ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ

1.1 Έννοια και ετυμολογία

Η κοινότητα προέρχεται από τη λέξη κοινόν, το οποίο αντιπροσωπεύει τις πολιτειακές ενώσεις στην αρχαία Ελλάδα . Αυτές αποτελούνταν αρχικά από πολλές πόλεις της ίδιας φυλής ή, αργότερα, και από ξένες πόλεις, που η καθεμιά, διατηρούσε συνήθως την αυτονομία της, είχε τη δική της νομοθεσία, έκοβε δικά της νομίσματα, αλλά δεν είχε δικαίωμα να συνάψει χωριστή συνθήκη με άλλη πολιτεία ή να επιχειρήσει πόλεμο .

Κοινότητα είναι μία ομάδα ζώντων οργανισμών, ανθρώπων, φυτών ή ζώων που ζουν σε ένα κοινό περιβάλλον. Αυτό που χαρακτηρίζει μία κοινότητα είναι η συνεχής αλληλεπίδραση μεταξύ των φορέων που την αποτελούν. Σε μια κοινότητα που την αποτελούν άνθρωποι υπάρχουν πολλοί παράμετροι που μπορούν να σχηματίσουν κανόνες και ιδιαίτερες καταστάσεις μέσα σε αυτή. Αξίες, προτιμήσεις, ήθη, έθιμα, ανάγκες και πιστεύω μπορούν να διαπλαθούν ανάμεσα στα μέλη.

Ο τόπος, γεωγραφικός και συμβολικός, ως οικιστήριο ανθρώπων, είναι μια γεωγραφική και πολιτισμική ενότητα, μέσα στην οποία εξελίσσεται ένας συγκεκριμένος τύπος ζωής, διαμορφωμένος από αρχαιότερα εθιμικά πρότυπα, μαγικοθρησκευτικές πρακτικές και την αναμφίβολη ικανότητα του ανθρώπου να αλληλεπιδρά με τη φύση, να την προσαρμόζει ή να προσαρμόζεται, παράγοντας μια ιστορική-πολιτισμική και οικολογική συνέχεια στο ρεύμα του χρόνου. Οι κοινότητες ως συσσωματώσεις ατόμων υπήρξαν σε όλα τα μήκη και πλάτη της υδρογείου, ως σύνολα παραγωγής πολιτισμού ή φορείς επιβίωσης των ατόμων που τις απάρτιζαν από τα πανάρχαια χρόνια. Οι οικογένειες, προϊστορικές ομαδοποιήσεις νομαδικής φύσης, έγιναν στο πέρασμα του χρόνου δομικές μονάδες μικρών ή μεγάλων κοινοτήτων.

1.2 Είδη

Οι κοινότητες χωρίζονται σε:

γεωγραφικές που αποτελούν ομάδες ανθρώπων ανάλογα με την εδαφική περιφέρεια που ανήκουν

πολιτισμικές που αποτελούνται από ανθρώπους με ίδια πολιτισμική κληρονομιά και κουλτούρα

εθνικές που αποτελούν ομάδες από κοινά έθνη.

(4)

1.3 Η ελληνική κοινότητα

Η μελέτη της ελληνικής κοινότητας στην περίοδο της Τουρκοκρατίας ιδιαίτερα αναδεικνύει σχήματα της ελληνικής νοοτροπίας εν γένει, αλλά ερμηνεύει επίσης τον συνεκτικό ιστό που απαντάται σήμερα σε όλες τις ελληνικές κοινότητες που διαμορφώνονται στην παγκοσμιότητα και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τους. Ο εξαστισμός, αυτή η καθοριστική διαδικασία που αποκόλλησε τον άνθρωπο από το φυσικό του περιβάλλον, συμπίεσε και το μαγικοθρησκευτικό πλέγμα που καθοδηγεί με τρόπο αόρατο τα άτομα σε μια ιδιότυπη συνεργατική και συμβιωτική σχέση. Η μαγεία που αναπτύσσεται στη σχέση του ανθρώπου με τη φύση χάθηκε στα πλαίσια του εξορθολογισμού και της τεχνολογίας των αστικών κέντρων. Η συνολική μαγεία της κοινότητας, όμως, ως πολιτισμικός παράγοντας έμεινε βαθιά ριζωμένη στο συλλογικό ασυνείδητο των Ελλήνων καθορίζοντας και τον χαρακτήρα τους

Η κοινότητα είναι μια συσσωμάτωση ανθρώπων οι οποίοι, σε συγκεκριμένες περιστάσεις, αποφασίζουν να ζήσουν από κοινού σε ένα χώρο τον οποίο επιλέγουν και διαμορφώνουν δομώντας τον για τον σκοπό αυτό και στον οποίο δημιουργούνται σταδιακά, πολιτισμικές, παραγωγικές, κοινωνικές και κατ’ επέκταση πολιτικές σχέσεις.

Η ελληνική κοινότητα είναι ένα ιστορικό μόρφωμα, το οποίο διαμορφώθηκε εξελικτικά στην πορεία του ελληνικού έθνους σε συγκεκριμένες ιστορικές περιστάσεις και του οποίου η σημασία και ο ρόλος αναδείχτηκαν κυρίως κατά την περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αν και συγκροτήθηκε ως σύστημα εκπροσώπησης των τοπικών ελληνικών κοινωνιών, κατά κανόνα μέσω του θεσμού της Δημογεροντίας, η οποία εκλεγόταν άμεσα ή έμμεσα, εντούτοις η κοινότητα υπήρξε κατά τη χρονική εκείνη περίοδο το αποκλειστικό σε πολλές περιπτώσεις σημείο αναφοράς και συσπείρωσης του ελληνικού στοιχείου και εγγυήτρια της αυτόνομης λειτουργίας, στο πλαίσιο του ευρύτερου σχηματισμού της αυτοκρατορίας.

Αυτό το οποίο ονομάζεται ελληνική παράδοση ή ελληνικό παραδοσιακό πολιτισμό αποτελεί γέννημα της κοινοτικής ζωής, έτσι όπως διαμορφώθηκε κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας. Ειδικά για τον Έλληνα, η τοπική συνάφεια, η κοινότητα, η γειτονιά έχουν μεγαλύτερη σημασία από τη γενετική συνάφεια, τη συγγένεια του αίματος. Τούτο φαίνεται ιδιαίτερα στο γεγονός ότι για τους Έλληνες σημείο αναφοράς είναι ο τόπος καταγωγής τους, ενώ για παράδειγμα για τους Σέρβους ή άλλους λαούς το οικογενειακό τους όνομα.

Η κοινότητα υπήρξε κάτι πολύ πιο σημαντικό από διεκπεραιωτής των φόρων, γιατί έχει μία διάσταση και έναν ρόλο οικονομικό, κοινωνικό, πολιτισμικό και πολιτικό συγχρόνως. Η λαογραφία ενδιαφέρεται για τις κοινωνικές δομές και σχέσεις που αναπτύχθηκαν στις κοινότητες της συγκεκριμένης εποχής, γιατί αυτές αντανακλούν ένα συγκεκριμένο ήθος που διέπει την κοινοτική ζωή. Το συλλογικό ήθος της κοινότητας αντανακλά το σύνολο αξιών, κανόνων και τρόπων συμπεριφοράς. Οι αξίες δεν μπορούν να γίνουν κατανοητές παρά μόνο σε σχέση με τους θεσμούς και η κοινότητα αποτέλεσε ένα θεσμό που διαμόρφωσε ιστορικά συγκεκριμένες αξίες, οι οποίες μπορούν να ερμηνεύσουν το πνεύμα της κοινότητας ως σύνολο κανόνων και προσδοκιών.

(5)

1.4 Η κοινότητα ως φυσικός χώρος

Οι συσσωματώσεις των ανθρώπων σε οικισμούς, χωριά και πόλεις θεωρείται πως εξυπηρετούν αρχικά τη θεμελιώδη ανάγκη προστασίας από τους φυσικούς καταναγκασμούς. Για παράδειγμα οι περιορισμοί που θέτει το φυσικό περιβάλλον ονομάζονται φυσικοί καταναγκασμοί. Είναι δυνατόν να ελεγχθούν σταδιακά από τον άνθρωπο με την επέμβαση του πολιτισμού, δηλαδή της εργασίας του και του επιπέδου της τεχνολογίας που έχει αναπτύξει. Η επέμβαση του ανθρώπου δημιουργεί μια διαλεκτική σχέση με τη φύση που γεννά μια συνεχή αλληλεπίδραση.

Αυτή διαμορφώνει ουσιαστικά μια οικολογική σχέση που μετατρέπει το φυσικό περιβάλλον σε πολιτισμικό. Παράλληλα με την εργασία θα γεννηθούν στο χώρο παραγωγικές σχέσεις άρα και κοινωνικές.

Η σχέση μεταξύ ανθρώπου και υλικού αντικειμένου (παραγωγική) θα μετατραπεί σε σχέση ανθρώπου με άνθρωπο (κοινωνική σχέση). Η κοινοτική αλληλεγγύη κατά τις αγροτικές εργασίες είναι μια μορφή λειτουργίας του κοινοτικού συστήματος, στο πλαίσιο του οποίου λειτουργούσε η αλληλεγγύη της τοπικής αγροτικής μικροκοινωνίας. Στον παραδοσιακό άνθρωπο, όπου το λογικό και το άλογο συνδυάζονται και αλληλοσυμπληρώνονται, δεν είναι μόνο η ορθολογική αξιοποίηση του φυσικού περιβάλλοντος που θα επιφέρει την ευημερία αλλά και η επίκληση του μεταφυσικού του μαγικοθρησκευτικού στοιχείου.

Η οριοθέτηση του χώρου γίνεται με τελετουργίες συνυφασμένες με συγκεκριμένες μαγικοθρησκευτικές αντιλήψεις για τον κόσμο και τη φύση. Έτσι το χωριό φυτεύεται (τελετουργία ριζώματος). Στο έθιμο αυτό προστίθεται και ένα δεύτερο στοιχείο: εκτός από το περιμετρικό όργωμα, που παραπέμπει στο σύμβολο του κύκλου, γίνεται και θυσία ζώων. Ο οικισμός τελικά μικρός ή μεγάλος είναι ένας πολυσύνθετος οργανισμός που συναιρεί τις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτισμικές και πολιτικές λειτουργίες της ανθρώπινης ομάδας που συγκεντρώνεται σε αυτόν και δεν μπορούμε να καθορίσουμε το πρωταρχικό και το δευτερεύον, αυτό που προηγείται στην οργάνωσή του και αυτό που έπεται, ακριβώς λόγω των στενών διαπλοκών που τον χαρακτηρίζουν.

Τις τέσσερις πόρτες του χωριού, που βλέπουν στις τέσσερις πόρτες του ορίζοντα, τις φυλάσσουν προστάτες της χριστιανοσύνης, η επίκληση των οποίων γίνεται από τον ιερέα. Η οριοθετική ίδρυση τεσσάρων ξωκλησιών που βλέπουν στα τέσσερα σημεία τον ορίζοντα έχει αποτρεπτική λειτουργία. Αυτή η λειτουργία συχνά ενισχύεται με τη σταδιακή προσθήκη ξωκλησιών περιμετρικά του χωριού, με αποτέλεσμα το «ζώσιμο» του χωριού σε έναν κύκλο. Ο κύκλος είναι το χαρακτηριστικότερο, ίσως, αποτροπαϊκό σύμβολο: προστατεύει ό,τι είναι μέσα του και κρατάει έξω κάθε κακό. Ο κυκλικός χορός, το «ζώσιμο» της εκκλησίας αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα των αντιλήψεων για τον κύκλο.

To χωριό μπορεί να οριοθετηθεί κυκλικά και με ξύλινους σταυρούς, ενισχύοντας έτσι και με ένα δεύτερο σύμβολο τις αποτρεπτικές ικανότητες του κύκλου. Διαδεδομένο έθιμο αποτελεί επίσης και τo γκαίνιασμα του χωριού, που συνίσταται στο όργωμά του περιμετρικά με ζώα, τα οποία στο τέλος θυσιάζονται και θάβονται σε σημεία της οριοθετικής γραμμής. Στο έθιμο αυτό προστίθεται και ένα δεύτερο στοιχείο. Εκτός από το περιμετρικό όργωμα, που παραπέμπει και πάλι στο σύμβολο του κύκλου, γίνεται και θυσία ζώων. Είναι γνωστό το έθιμο της θυσίας ενός

(6)

κόκορα στα θεμέλια του σπιτιού, το οποίο είναι διαδεδομένο και στον σύγχρονο αστικό χώρο. Toύτο παραπέμπει έμμεσα στην ανθρωποθυσία για το στέριωμα κάθε μεγάλου έργου. Άξιο μνήμης είναι το γιοφύρι της Άρτας, στο οποίο ο πρωτομάστορας θυσιάζει τη γυναίκα του με δόλο, για την επίτευξη του σημαντικού έργου.

1.5 Η κοινότητα ως πολιτισμικός χώρος

Ο πολιτισμικός χώρος, ως η μόνη διαρκής και καθολικά υπαρκτή βάση της κοινωνικής οργάνωσης και του τρόπου ζωής ενός συνόλου ανθρώπων, είναι ο χώρος στον οποίο συναιρούνται όλες οι δραστηριότητες των ανθρώπων του συγκεκριμένου χώρου. Στις παραδοσιακές κοινωνίες οι πολιτισμικές εκφάνσεις της (culture) διέπουν το σύνολο των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και χαρακτηρίζονται από αξιολογική ουδετερότητα σε αντιδιαστολή προς τις πολιτιστικές εκφάνσεις (civilization) λαών που βρίσκονται σε ακμή και που αξιολογούνται ως ξεχωριστές κατακτήσεις του πολιτισμού, ιεραρχικά ανώτερες σε σύγκριση με τις πολιτιστικές εκφάνσεις άλλων λαών ή με προηγούμενες ιστορικές περιόδους του ίδιου λαού. Η παραδοσιακή φορεσιά, το παραδοσιακό τραγούδι ή ο χορός ανήκουν στις πολιτισμικές εκφάνσεις, χαρακτηρίζουν κάθε τοπική παραδοσιακή κοινωνία και δεν μπορούν αν αξιολογηθούν ως ανώτερες ή κατώτερες ανάλογα με κάθε τοπική κοινωνία. Κάθε κοινωνία έχει τις δικές της πολιτισμικές εκφάνσεις, οι οποίες προκύπτουν από το σύνολο της κοινότητας.

Αντίθετα, τα αρχιτεκτονικά μνημεία της Ακρόπολης για παράδειγμα ή η κλασική ευρωπαϊκή μουσική ανήκουν στις πολιτιστικές εκφάνσεις λαών που βρίσκονται στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο σε ακμή και οφείλονται σε ξεχωριστά άτομα, των οποίων το όνομα κατά κανόνα διασώζεται. Ο διαχωρισμός αυτών των δύο όρων βοήθησε στη βαθύτερη κατανόηση των παραδοσιακών φαινομένων. Ωστόσο το περιεχόμενο των δύο όρων δεν έχει παγιωθεί με αποτέλεσμα να εξακολουθούν τόσο ο προβληματισμός ως προς τους όρους όσο και οι προτάσεις για το περιεχόμενο που οι όροι αυτοί θα μπορούσαν να προσλάβουν.

1.6 Νόστος

Έτσι η ζωή του παραδοσιακού ανθρώπου στην καθημερινότητά της ή στις ξεχωριστές στιγμές της κυλά στον πολιτισμικό χώρο της μικρής ή μεγαλύτερης κοινότητας στην οποία εντάσσεται. Οι βιωματικές εμπειρίες, οι κανόνες, οι αξίες και οι προσδοκίες που χαρακτηρίζουν την κοινότητα διαμορφώνονται και προσλαμβάνονται μέσα σε αυτόν τον χώρο πραγματικό και ιδεατό. Ο κοινός πολιτισμικός χώρος είναι και αυτός ένα στοιχείο που κρατάει την κοινότητα ενωμένη και συμβάλλει ώστε να αναπτυχθεί μεταξύ των μελών της έντονα το αίσθημα του ανήκειν.

Έχει επισημανθεί πως ο αποχωρισμός των Ελλήνων από την κοινότητα όπου μεγάλωσαν και όπου αισθάνονται ότι «λειτουργούν» τους αποκόπτει από το σύστημα αναφοράς τους. Για αυτό φροντίζουν, όταν εγκαθίστανται σε μεγάλες πόλεις στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, να οργανώνονται πάλι σε κοινότητες, τις παροικίες.

Κορυφαία στιγμή σύσφιξης των δεσμών μιας κοινότητας είναι το πανηγύρι.

Πρόκειται για τη συναίρεση του κοσμικού στοιχείου με το θρησκευτικό συναίσθημα.

(7)

Για έναν πολύπλευρο συνδυασμό υλικών απολαύσεων, κοινωνικών εκδηλώσεων, πολιτισμικής κληρονομιάς και μαγικοθρησκευτικής πίστης, (παραδοσιακά τραγούδια και χορός, έθιμα, γνωριμία κοριτσιού και αγοριού).

Όσον αφορά στους οικισμούς, τα χωριά και τις πόλεις, στην παραδοσιακή κοινωνία η διαφορά τους δεν έγκειτο ούτε στο μέγεθος τους ούτε στον αριθμό των κατοίκων τους, αλλά στην κοινοτική τους λειτουργία, που τους εξασφάλιζε δεσμούς συνοχής. Ο ν. 1833/34 περί Δήμων, ως αποτέλεσμα των νέων οικονομικών σχέσεων που επικράτησαν στην αγορά, διέλυσε το κοινοτικό σύστημα και αντικατέστησε την κοινοτική αλληλεγγύη με τις πελατειακές σχέσεις, γεγονός που καλλιέργησε τον ατομικισμό και την επιθυμία προσωπικής κοινωνικής ανάδειξης. Έτσι αυτή εκδηλώθηκε ιδιαίτερα με τη χωρική και κοινωνική κινητικότητα, δηλαδή με τη μετακίνηση προς την πόλη, την εξασφάλιση, διαμέσου του προσωπικού βουλευτή, μιας θέσης στο Δημόσιο και την αναρρίχηση στα μικροαστικά στρώματά της.

Αντικείμενο εξαστισμού χωρίς προηγούμενο, η Αθήνα των δεκαετιών του ’50, ’60 και ’70 αποτέλεσε ένα μεγάλο χωνευτήρι τοπικών πολιτισμών, πεποιθήσεων και τρόπων ζωής.

Ο άνθρωπος της περιφέρειας «εισρέει» στον χώρο της πόλης, φέροντας πρακτικές και νοοτροπίες που καθορίζονται από τις αγροτικές καταβολές του και την παραδοσιακή ζωή. Η συλλογή βιωματικών αφηγήσεων και η καταγραφή της ιστορίας των συνοικιών συμβάλλουν στον «φωτισμό» των απρόσωπων στατιστικών δεδομένων και απεικονίζουν τον αστικό πολιτισμό που ενυπάρχει στον χώρο της πόλης και ο οποίος συνυπάρχει με τον παραδοσιακό πολιτισμό, έτσι όπως προσαρμόζεται ιδιότυπα μέσα στον αστικό χώρο. Ο νεοφερμένος στον χώρο της πόλης, ανάλογα με την περιοχή από την οποία προέρχεται και τις δυνατότητες που αυτή του πρόσφερε, δημιουργεί ένα μωσαϊκό από διαφορετικά περιβάλλοντα που συσπειρώνουν και ομαδοποιούν κατηγορίες ανθρώπων. Συγχρόνως όμως πολλαπλασιάζονται και τα φαινόμενα ατομικισμού, που αποκόβουν το νέο πολίτη από την πρακτική της παράδοσής του, η οποία κατεξοχήν χαρακτηρίζεται από το ομαδικό, συλλογικό πνεύμα.

Ωστόσο, στην ουσία δεν τελειώνουν όλα με την αποδόμηση των κοινοτήτων και την ανάπτυξη της αστικής ζωής. Συχνά εκδηλώνεται η νοσταλγία προς την τοπική πατρίδα. Αυτή η νοσταλγία μεταμορφώνει το άλλοτε και χτίζει μια ετεροτοπία. Έτσι η παραδοσιακή ζωή με τις κοινοτικές λειτουργίες της, που συνέβαλαν στην εξασφάλιση συνοχής και στη δημιουργία συγκεκριμένων κοινωνικών σχέσεων και πολιτισμικών εκφάνσεων, εξακολουθεί να «ζει» μέσα στις πόλεις, μακριά από την παραδοσιακή κοινότητα μέσα στις καρδιές των ανθρώπων, οι οποίοι επαναδομούν την αποδομημένη πραγματικότητα με τον νου τους, δημιουργώντας μια φαντασιακή πραγματικότητα, που τους συνδέει με τον ομφάλιο λώρο, ακόμη και αν δεν τον γνώρισαν ποτέ σε φυσικό επίπεδο.

1.7 Συμπέρασμα

Η κοινότητα είναι ένας θεσμός της τοπικής αυτοδιοίκησης . Ως κοινότητα αναγνωρίζεται από το νόμο ένας ή περισσότεροι οικισμοί , που έχουν πληθυσμό 301- 10.000 κατοίκους. Η κοινότητα διοικείται από το κοινοτικό συμβούλιο με προϊστάμενο τον πρόεδρο της κοινότητας. Οι κοινοτικοί σύμβουλοι εκλέγονται για 4 τέσσερα χρόνια με εκλογές, στις οποίες ψηφίζουν οι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς

(8)

καταλόγους κάτοικοι του οικισμού. Στη χώρα μας υπήρχαν το 1971, 5.783 κοινότητες.

Όρος που χρησιμοποιείται με πολλές έννοιες, συνηθέστερα ως συνώνυμος της κοινωνίας, της κοινωνικής οργάνωσης και του κοινωνικού συστήματος ή της συλλογικής δραστηριότητας.

Ιστορικά καθιερώθηκε και ταυτίστηκε με την έννοια μιας ειδικής εδαφικής αυτονομίας (συνήθως περιορισμένου χαρακτήρα) και συνδέθηκε με την τοπική αυτοδιοίκηση για ορισμένες δραστηριότητες τοπικού χαρακτήρα και σημασίας. Κατά καιρούς έχουν χρησιμοποιηθεί διάφορα κριτήρια για τον χαρακτηρισμό διαφόρων ομάδων ανθρώπων ως κ. (κοινωνικοπολιτικά, εδαφικά, βιολογικά, θρησκευτικά, εθνικά κ.ά.). Κοινότητα στην ουσία είναι το σύνολο των ανθρώπων που συμβιώνουν σε έναν τόπο ή σε μια ιστορική περίοδο.

Από κοινωνιολογική άποψη η κοινότητα ισοδυναμεί με την ύπαρξη ενός δικτύου δεσμών μεταξύ των ανθρώπων, το οποίο βασίζεται σε συνειδητά (και όχι ενστικτώδη) στοιχεία και σε πολιτιστικές παραστάσεις. Μολονότι η κοινότητα μπορεί, υπό ευρεία έννοια, να συμπεριλάβει ολόκληρη την ανθρωπότητα, επιστημονικά ο όρος αναφέρεται στην ύπαρξη πολλών κοινοτήτων με κριτήριο τον χρόνο και τον χώρο.

Επομένως, η έννοια χρησιμοποιείται σε περιορισμένες και ειδικές μορφές, οι οποίες περιλαμβάνουν σε μια συνολική σχέση διάφορες ιδιαίτερες δομές που υπόκεινται σε μια διαδικασία μεταβολής.

Όσον αφορά την κοινότητα μέσα από τον όρο της κοινωνίας μπορούμε να ανατρέξουμε στα χρόνια των φιλοσόφων και στην δική τους επεξήγηση στον όρο της κοινωνίας.

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη (Πολιτικά Νικομάχεια), η κοινωνία απορρέει από την ίδια τη φύση του ανθρώπου ως «κοινωνικού και πολιτικού ζώου» και, γι’

αυτό το λόγο, διαφορετικού από τα υπόλοιπα ζώα . Μάλιστα, ο ίδιος τη συνέδεε με το υπέρτατο αγαθό της αυτάρκειας (Ηθικά Νικομάχεια) .

Αντίστοιχα, οι σοφιστές κατέληξαν στη θεωρία του κοινωνικού συμβολαίου, δηλαδή της ύπαρξης μιας εκούσιας μορφής συμβίωσης που καθορίζεται από συμφωνίες μεταξύ των ατόμων, χάρη στην οποία οι άνθρωποι περνούν από τη φυσική στην κοινωνική κατάσταση. Το θέμα του συμβολαίου επαναπροσδιορίστηκε από τους μεγάλους στοχαστές του 17ου και του 18ου αιώνα και συγκεκριμένα από τους Χομπς, Λοκ και Ρουσό, οι οποίοι το προσέγγισαν συμβατικά ως θεμέλιο και δικαίωση μιας ορισμένης κρατικής οργάνωσης. Συγκεκριμένα, ο Λοκ, μολονότι πίστευε στην ελευθερία και την ανεξαρτησία όλων των ανθρώπων, θεωρούσε απαραίτητη τη σύναψη ενός κοινωνικού συμβολαίου για την αποφυγή συγκρούσεων και την αρμονική συμβίωση.

Ο Ρουσό πίστευε πως η μονήρης φύση του ανθρώπου (την οποία θεωρούσε ως τη φυσική του κατάσταση) τον οδηγούσε σε προστριβές με τους υπόλοιπους, οι οποίες αμβλύνονταν μέσω κάποιων κοινά αποδεκτών κανόνων.

Η κοινότητα είναι μια ένωση προσώπων που έχουν κοινή καταγωγή ή κοινά ενδιαφέροντα και επιδιώξεις.

Eίναι όμως απαραίτητος και ο ακόλουθος σχολιασμός πάνω στις έννοιες κοινότητα, κοινωνία αρχικά και εικονική πραγματικότητα στο τέλος ώστε να σχηματιστεί ένα αυστηρότερο νοητικό μοντέλο για τις εικονικές κοινότητες.

i) O όρος κοινότητα έχει επανειλημμένως χρησιμοποιηθεί ως ταυτόσημος προς τον όρο κοινωνία, αλλά στην πραγματικότητα οι αντίστοιχες δύο έννοιες δεν ταυτίζονται.

Κοινότητα και κοινωνία είναι δύο ιδεότυποι που περιγράφουν και αναλύουν τα

(9)

κοινωνικά δεδομένα σε μια προσπάθεια να κατανοηθεί η διαφορά ανάμεσα στην προβιομηχανική και τη μεταβιομηχανική κοινωνία.

Ο Γερμανός κοινωνιολόγος Φέρντιναντ Τένις (Tοnnies), χρησιμοποιώντας τους όρους αυτούς, δεν υποδηλώνει σύνολα προσώπων ή είδη συλλογικής ζωής αλλά τύπους δεσμού και είδη σχέσεων: η κοινότητα και η κοινωνία είναι ιδεατοί τύποι, με τους οποίους μπορεί να αναλυθεί και να περιγραφεί η κοινωνική πραγματικότητα.

Ειδικότερα, αποδίδουν τα πρότυπα ιδιοτήτων που χαρακτηρίζουν το ίδιο το γεγονός της σύνδεσης των προσώπων μεταξύ τους. Ο Τένις θεωρεί την κοινότητα ως ένα είδος δεσμού που αναφέρεται σε ό,τι ανήκει από κοινού στους ανθρώπους.

Η εξειδίκευση της οδηγεί σε μια κοινή εδαφική τοποθέτηση, σε μια κοινότητα τόπου (κοινή εγκατάσταση) και κορυφώνεται στην κατ' εξοχήν ανθρώπινη μορφή κοινότητας, στην κοινότητα πνεύματος, που χαρακτηρίζεται από τη συντονισμένη δραστηριότητα για την εκπλήρωση κοινού σκοπού (κοινή δράση). Η οικογένεια, το χωριό και η κωμόπολη με τις παραδοσιακές δραστηριότητες τους (οικιακή οικονομία, καλλιέργεια της γης, λαϊκή τεχνική και τέχνη) είναι χαρακτηριστικές εκφάνσεις κοινοτικού δεσμού, θεμέλιο της κοινότητας θεωρεί ο Τένις τη φυσική βούληση που αντιστοιχεί, στον ψυχικό χώρο, εκπηγάζει από το παρελθόν και περιέχει μια υποτυπώδη και αδιαμόρφωτη ροπή προς το μέλλον.

Αντίθετα, στο πλαίσιο της κοινωνίας ο δεσμός μεταξύ των ατόμων δεν είναι δεσμός συμβίωσης αλλά συνύπαρξης. Εδώ αναπτύσσονται τριβές και συναγωνισμοί.

που διευθετούνται με κοινή συμφωνία. Οι μορφές της συλλογικής ζωής που χαρακτηρίζουν την κοινωνία είναι η μεγαλούπολη, το κράτος και ο πληθυσμός, όπου αναπτύσσονται το εμπόριο, η βιομηχανία και η επιστήμη. Στη βάση της κοινωνίας υπάρχει η λογική βούληση, που δεν είναι κάτι το πρωταρχικό αλλά απορρέει από την ίδια τη σκέψη και ισχύει μόνο για τον δημιουργό της. Η λογική βούληση προτρέχει της δραστηριότητας προς την οποία κατατείνει και την περιέχει ως παράσταση, είναι δηλαδή στραμμένη προς το μέλλον, σε αντίθεση με τη φυσική που απορρέει από το παρελθόν.

Σε τελευταία ανάλυση, η ομοιότητα της κοινότητας προς την κοινωνία είναι εξωτερική: κοινό γνώρισμα τους είναι η ειρηνική συγκατοίκηση των επιμέρους ατόμων. Όμως στο πλαίσιο της κοινωνίας τα άτομα διαβιώνουν απομονωμένα, η παραγωγή και η προσφορά γίνονται στη βάση της ανταλλαγής και της ανταπόδοσης και η σφαίρα δραστηριότητας του ενός ατόμου δεν επιδέχεται παρεμβολές εκ μέρους του άλλου.

Ο Γάλλος κοινωνιολόγος Εμίλ Ντυρκέμ (Durkheim) δέχεται τη διάκριση κοινότητας-κοινωνίας, αλλά τους δίνει διαφορετικό περιεχόμενο: πρώτα, αντικαθιστά τις έννοιες της κοινότητας και της κοινωνίας, ως μορφές δεσμού, με τις έννοιες της μηχανικής και της οργανικής αλληλεγγύης, αντίστοιχα. Έπειτα, αντιστρέφει την αξιολογική αποτίμησή τους.

Η μηχανική αλληλεγγύη είναι η συνοχή που ενώνει τα στοιχεία ενός άψυχου σώματος, είναι η αλληλεγγύη της ομοιομορφίας, εξαιτίας της οποίας η συλλογική προσωπικότητα απορροφά την ατομική.

Η οργανική αλληλεγγύη, αντίθετα, πετυχαίνει την ενότητα του συνόλου με την εξατομίκευση των μερών και επιτρέπει στο κάθε όργανο να διατηρήσει τη δική του φυσιογνωμία.

Η μετάβαση από τις παλαιότερες στις σύγχρονες μορφές κοινωνίας είναι, κατά τον Ντυρκέμ, μετάβαση από την απλότητα στην πολυπλοκότητα, από τη μηχανική αλληλεγγύη στην οργανική αλληλεγγύη. Αντίθετα προς όσα διδάσκει ο Τένις, ο καταμερισμός της εργασίας πετυχαίνει, κατά τον Ντυρκέμ, τη συσπείρωση

(10)

των ατόμων και ενισχύει τους μεταξύ τους δεσμούς, συντελεί δηλαδή στην αντικατάσταση της μηχανικής από την οργανική αλληλεγγύη.

Ο Τένις, επηρεασμένος από τον Μαρξ, διατυπώνει ένα απαισιόδοξο σχήμα, το οποίο αποδίδει τις ευθύνες της ανταγωνιστικότητας μεταξύ των ανθρώπων στον καταμερισμό της εργασίας.

Ο Ντυρκέμ, επηρεασμένος από τον Κοντ, διατυπώνει ένα σχήμα αισιόδοξο, που αποδίδει τους δυσμενείς όρους διαβίωσης των ανθρώπων όχι στον καταμερισμό της εργασίας αλλά στην κακή εφαρμογή του.

(11)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ο

ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΙΚΟΝΙΚΟΥ

2.1 Έννοια

«Εικονικός» (Virtual) σημαίνει φαινομενικός, αυτός που αναφέρεται στην εικόνα των πραγμάτων και όχι στην ουσία τους, πλασματικός, ιδεατός. To λεξικό COD, 1991 ορίζει την λέξη virtual ως εξής: "Εικονικό-δυνητικό (virtual) σημαίνει κάτι νοητό που εμφανίζεται ως πραγματική οντότητα, αλλά είναι κατασκευασμένο μέσα από πρόγραμμα πληροφορικής. "(COD, 1991).

Με βάση τον παραπάνω ορισμό, θα μπορούσε να ορίσει κάποιος τις εικονικές κοινότητες, ως κοινωνικές συγκεντρώσεις, που προκύπτουν από το Δίκτυο, όταν επαρκής αριθμός ατόμων συνεχίζει και αναπαράγει τη μεταξύ του αλληλεπίδραση (συνομιλία σε πραγματικό χρόνο, ανταλλαγή μηνυμάτων e-mail, α- σύγχρονη συνομιλία newsgroups) για αρκετό χρονικό διάστημα, με επαρκή συναισθηματική συμμετοχή τους, ώστε να σχηματιστούν ιστοί ανθρώπινων σχέσεων (Rheingold, 1993). Είναι αμέσως προφανές, πως η τρέχουσα αντίληψή μας για την έννοια του χώρου έρχεται σε σύγκρουση με τα παραπάνω, ή δεν επαρκεί για την κατανόησή του. Προφανώς, για την κατανόηση αυτή των νέων πραγματικοτήτων, είναι απαραίτητο να επεκταθεί η αντιληπτική κατηγορία του χώρου, πέρα από το υλικό μέρος του. Παρακάτω, θα εξεταστεί ο τρόπος που μεταφέρονται τα νοήματα στις εικονικές κοινότητες, καθώς και πως δομούνται και συγκρατούνται. Έτσι, θα φανούν και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους και οι διαφορές τους από τις παραδοσιακές ανθρώπινες κοινότητες.

Ο Regis Debray στο βιβλίο του «Η επιστήμη της επικοινωνίας», αναφέρει πως τα τηλεματικά δίκτυα -άρα και το Internet- είναι ένα πραγματικό Μέσο Μαζικής Επικοινωνίας. Θεωρεί πως η τηλεόραση και το ραδιόφωνο πρέπει να ονομάζονται ΜΜ Ενημέρωσης. Η επικοινωνιακή όμως σχέση, τόσο στον εικονικό, όσο και στον υλικό κόσμο, αναπτύσσεται πάνω σε μια κοινά αποδεκτή βάση που ορίζουν τα μέλη της σχέσης αυτής. Ο Χτούρης Σ. αναφέρει πως η βάση αυτή μπορεί να είναι μια σύμβαση, όπως η κοινή αποδοχή κανόνων χρήσης του Δικτύου, αλλά και κάτι πιο σύνθετο: μια κοινή αποδοχή ορισμένων νοημάτων, κάποια κοινωνική πρακτική ή ακόμα κοινές κοινωνικές αξίες και κοινοί πολιτισμικοί προσανατολισμοί. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, για να σχηματιστεί η συνοχή και συγκράτηση της ομάδας των ατόμων, είναι απαραίτητο τα μέλη να αντιλαμβάνονται τα νοήματα με όμοιο ή τουλάχιστον παρόμοιο τρόπο. Στον εικονικό χώρο οι προϋποθέσεις αυτές δημιουργούν κοινωνικά μορφώματα συγγενή κατά κάποιο τρόπο με τις παραδοσιακές ανθρώπινες κοινότητες.

Βασικό για την κατανόηση αυτού του φαινομένου είναι να εξεταστεί ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο γίνονται αντιληπτά τα νοήματα, εκτός «υλικού χώρου». Η εικονική επικοινωνία και αλληλεπίδραση έχουν ως βασικό διαφοροποιητικό στοιχείο από τις παραδοσιακές μορφές τους την απουσία φυσικής παρουσίας των ατόμων που επικοινωνούν, καθώς επίσης και την α-τοπικότητα της επικοινωνιακής και κοινωνικής σχέσης που προκύπτει (Χτούρης: 161).

(12)

2.2 Ένταξη στον εικονικό χώρο

Στην εικονική κατάσταση επικοινωνίας, οι μη λεκτικές κοινές παραδοχές και συμβάσεις που περιβάλλουν και υποστηρίζουν τα λεκτικά νοήματα και οι οποίες κατασκευάζουν ένα αόρατο δίκτυο κοινωνικά διαμεσολαβούμενων προσδιορισμών που δίνουν νόημα στις λέξεις και τις συμπεριφορές στην εκάστοτε κοινωνία, δεν υπάρχουν. Όπως λείπουν και οι ταυτίσεις των μελών της κοινότητας με τις λειτουργίες της και τα πολιτιστικά της σύμβολα, μια και αυτές δημιουργούνται μέσα από την ανθρώπινη δραστηριότητα μέσα στον υλικό κόσμο της κοινότητας, π.χ.

εκκλησία, σχολείο, δρόμοι.

Ο Χτούρης συμπληρώνει ότι ο χώρος και τα υλικά στοιχεία που περιλαμβάνει (κτίρια, δρόμοι, κ.λ.π.) αποτελούν κεντρικά σημεία αναφοράς της τοπικής ταυτότητας και της συλλογικής μνήμης της κοινότητας. Οι κοινές παραδοχές και συμβάσεις που συνοδεύουν τα λεκτικά νοήματα, αναφέρονται σε τρόπους ένδυσης, σε κώδικες συμπεριφοράς, στάσης του σώματος, προφοράς, τόνου της φωνής, επιλογής συγκεκριμένων λέξεων, μορφασμούς και πολλά άλλα συμβολικά στοιχεία που επιτρέπουν στο άτομο να υποθέσει πώς ακριβώς πρέπει να συμπεριφερθεί σε μια κατάσταση ή κοινωνία. Με τον τρόπο αυτό, το άτομο μαθαίνει να ρυθμίζει και να τροποποιεί τη συμπεριφορά του, ανάλογα με την προσδοκούμενη, μέσω μαθημένων μοντέλων συμβατικής κοινωνικής συμπεριφοράς.

2.3 Εικονική πραγματικότητα

Μέσα στον όρο του εικονικού εντάσσεται και η εικονική πραγματικότητα.

Πολλοί παράγοντες στις μέρες μας χρησιμοποιούν την εικονική πραγματικότητα για να τονίσουν ή να δείξουν κάτι με πολύ εύκολο τρόπο αφού η νέα αυτή

«τεχνολογία»έχει ενταχθεί για τα καλά στη ζωή των ανθρώπων.

Εικονική Πραγματικότητα (Virtual Reality) εννοείτε το σύνολο των τεχνολογικών καινοτομιών, οι οποίες, μέσω του επηρεασμού των ανθρώπινων αισθήσεων και της παροχής της αίσθησης της προοπτικής, δίνουν στο χρήστη την ψευδαίσθηση ότι υπάρχει κάποιο αντικείμενο στον χώρο που τον περιβάλλει, ότι βρίσκεται σε ένα χώρο ή ότι βιώνει μία κατάσταση. Η ψευδαίσθηση αυτή γίνεται ακόμα πιο πραγματική, αν επηρεάζονται περισσότερες από μία αισθήσεις. Σήμερα, η εικονική πραγματικότητα βασίζεται σε τεχνολογίες ήχου και βίντεο συνοδευόμενες από ένα περιβάλλον διεπαφής με έναν υπολογιστή, το οποίο διαβάζει τις κινήσεις ενός μέλους του σώματος του χρήστη. Οι κινήσεις αυτές αλλάζουν την κατεύθυνση των ήχων και την προοπτική αυτών που βλέπει ο χρήστης, έτσι ώστε αυτός να βλέπει και να ακούει σε έναν τεχνητό κόσμο, ο οποίος ανταποκρίνεται στις κινήσεις του, ακριβώς όπως και ο πραγματικός. Ο στόχος της εικονικής πραγματικότητας είναι να παρέχει στο χρήστη ένα περιβάλλον υπό τον έλεγχο του υπολογιστή, που είναι πολύ κοντά στη φυσική πραγματικότητα έτσι ώστε ο χρήστης να έχει εμπειρία και να νιώθει παρών μέσα σε αυτήν την τεχνητή πραγματικότητα.

Aν και η εισαγωγή οπωσδήποτε κρίνεται μακροσκελής παρόλα αυτά είναι απαραίτητη για να καταλήξει κανείς στο τι εννοείται τελικά σήμερα με τον όρο

«εικονική κοινότητα».

Ο όρος «εικονική πραγματικότητα» (Virtual Reality - VR) έχει γίνει γνωστός εδώ και καιρό στο ευρύ κοινό από τις ταινίες του Hollywood. Ο όρος δημιουργήθηκε αρχικά από τον Jaron Lanier, ιδρυτή του VPL Research (1989). Άλλοι παρόμοιοι όροι

(13)

περιλαμβάνουν 'τεχνητή πραγματικότητα' (Myron Krueger, δεκαετία 1970), 'κυβερνοχώρος' (William Gibson, 1984), και πιο πρόσφατα, 'εικονικοί κόσμοι' και 'εικονικά περιβάλλοντα' (δεκαετία 1990) [Beier, 2001]. Η εικονική πραγματικότητα (ΕΠ) παρουσιάζει στο χρήστη ένα χώρο εργασίας που του δίνει την αίσθηση ότι η πληροφορία που παρουσιάζεται από τον Η/Υ συμπεριφέρεται όπως τ' αντικείμενα του πραγματικού κόσμου [Χαρίτος & Μαρτάκος 1999, Μπιλάλης κ.ά. 2001]. Η οθόνη του Η/Υ δεν αποτελεί πλέον ένα παράθυρο του κόσμου. Ο χρήστης αισθάνεται ότι βρίσκεται «μέσα» στον Η/Υ. Μπορεί ν' αλληλεπιδράσει με τα στοιχεία του εικονικού κόσμου, να μετακινηθεί μέσα σ' αυτόν και να τον αλλάξει. Πρόκειται για έναν

«εικονικό κόσμο», έναν κόσμο δηλαδή χωρίς υλική σύσταση, μια τεχνητή τρισδιάστατη απεικόνιση που δημιουργείται μέσω των τεχνολογιών τρισδιάστατων γραφικών, κίνησης και εξομοίωσης ενός ισχυρού ηλεκτρονικού υπολογιστή και που επιτρέπει στον χρήστη να αλληλεπιδρά μ' αυτόν τον εικονικό κόσμο μέσω πράξεων, κινήσεων και εκτιμήσεων που μοιάζουν με τις καθημερινές του ενέργειες στο πραγματικό του περιβάλλον. Με άλλα λόγια, η εικονική πραγματικότητα είναι μια αλληλεπίδραση (interface) ανθρώπου-μηχανής, που βιώνεται από τον άνθρωπο με τρόπο φυσικό και ενστικτώδη.

2.4 Συστατικά στοιχεία εικονικής πραγματικότητας

Το κύριο πλεονέκτημα από τη χρήση αλληλεπίδρασης ΕΠ με τον Η/Υ είναι ότι ο χρήστης μπορεί να αλληλεπιδρά με το σύστημα χρησιμοποιώντας ενέργειες και κινήσεις που μοιάζουν με τις καθημερινές του δραστηριότητες [Χαρίτος &

Μαρτάκος, 1999]. Οι άνθρωποι είναι πολύ καλοί στην αναγνώριση προτύπων, και στην αλληλεπίδραση με τρισδιάστατα αντικείμενα του πραγματικού χώρου, πράγμα το οποίο μπορεί ν' αποδειχθεί πολύ χρήσιμο σε περιπτώσεις που χρειάζεται να ληφθούν αποφάσεις από πολύπλοκα πληροφοριακά συστήματα όπως αυτά που περιγράφονται παρακάτω.

Ένα σύστημα εικονικής πραγματικότητας (ΕΠ) αποτελείται από τα συστατικά που φαίνονται στο Σχήμα 1 :

Σχήμα 1. Συστατικά στοιχεία ενός συστήματος εικονικής πραγματικότητας

Σύστημα απεικόνισης (viewer) / τρισδιάστατη σκηνή: Αυτά τα δυο στοιχεία συνδέονται στενά αφού η επιλογή του τρισδιάστατου περιβάλλοντος

(14)

απεικόνισης ως 3D viewer υποδηλώνει μια τρισδιάστατη υλοποίηση του σκηνικού (3D scene). Η τρισδιάστατη σκηνή λαμβάνει συνεισφορές από ένα τρισδιάστατο μοντέλο του εδάφους και τρισδιάστατες απεικονίσεις των αντικειμένων του πραγματικού κόσμου. Και τα δυο μαζί αποτελούν την τρισδιάστατη μηχανή απεικόνισης (3D player engine).

Μοντέλο εδάφους: μια γεωγραφική βάση δεδομένων του εδάφους σε τρισδιάστατη μορφή

Τρισδιάστατα μοντέλα του πραγματικού κόσμου,

Συσκευές εισόδου ΕΠ,

Συσκευές εξόδου ή απεικόνισης ΕΠ.

(15)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ο

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ , ΤΕΧΝΙΚΟ ΚΟΜΜΑΤΙ , ΤΙ ΚΑΙ ΠΟΙΟΝ ΤΟΜΕΑ ΩΦΕΛΕΙ

Οι εικονικές κοινότητες είναι διαδικτυακοί τόπο, όπου εμπλεκόμενοι φορείς συναντούνται, συνεργάζονται και ανταλλάσσουν απόψεις, προωθούν ιδέες και μοιράζονται επιχειρησιακές, εμπορικές πρακτικές.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, οι πρόγονοι του Διαδικτύου χρησιμοποιούνταν από τους επιστήμονες προκειμένου να μοιραστούν δεδομένα, να συνεργαστούν στην έρευνα και να ανταλλάξουν μηνύματα. Στην ουσία, οι ερευνητές σχημάτισαν διαδραστικές κοινότητες που δεν είχαν φυσική παρά μόνο ηλεκτρονική υπόσταση. Οι παραπάνω κοινότητες μπορούν να θεωρηθούν ως οι πρώτες εικονικές κοινότητες που επικεντρώνονταν, κυρίως, στην κοινωνική αλληλεπίδραση της από κοινού χρήσης πληροφοριών και ερευνητικών αποτελεσμάτων. Άλλος πρόγονος των εικονικών κοινοτήτων ήταν οι λεγόμενοι ηλεκτρονικοί πίνακες ανακοινώσεων (bulletin board), που εμφανίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Αποτελεί ιστορικό γεγονός ότι, το Διαδίκτυο, ως επικοινωνιακό μέσο, έχει γνωρίσει άνευ προηγουμένου ρυθμούς υιοθέτησης. Πράγματι, το ραδιόφωνο χρειάστηκε 38 χρόνια για να υιοθετηθεί από 50 εκατομμύρια χρήστες. Η τηλεόραση, για το ίδιο πλήθος χρηστών, χρειάστηκε 13 χρόνια, ενώ το Διαδίκτυο μόλις πέντε (Hanson 2000). Παράλληλα, αυξήθηκαν δραματικά κι οι δαπάνες για επιχειρησιακή επικοινωνία μέσω του Διαδικτύου (ΟΟΣΑ 2002), γεγονός που δείχνει τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται από τον επιχειρηματικό κόσμο.

Παρόλα αυτά, όπως φάνηκε και από τους κύκλους ζωής της τεχνολογίας και διάδοσης καινοτομίας (ΚΔΚ), η εξάπλωση του Διαδικτύου βρίσκεται στα πρώτα της στάδια. Αυτό σημαίνει ότι, βρίσκεται σε διαρκή εξέλιξη η οποία επιτρέπει την απρόσκοπτη ανάπτυξη καινοτόμων επιχειρησιακών στρατηγικών και σχημάτων. Οι ευκαιρίες και οι δυνατότητες μόχλευσης του Διαδικτύου, άρα και των εικονικών κοινοτήτων, σε επιχειρησιακά μοντέλα βρίσκονται στην αιχμή της έρευνας αλλά και των επιχειρηματικών προσπαθειών. Ειδικά για τις εικονικές κοινότητες, τα μέχρι τώρα αποτελέσματα δείχνουν ότι απαιτείται ένας συνδυασμός των κοινωνικών αναγκών του χρήστη με την προσφορά αξίας της επιχείρησης (Dann and Dann 2001).

Η κοινωνική ανάγκη καθοδηγεί το χρήστη να αλληλεπιδράσει με άλλους χρήστες στο ηλεκτρονικό περιβάλλον, ενώ η πρόταση αξίας είναι το αναμενόμενο όφελος από την επιχείρηση που αποκτά διαδικτυακή παρουσία.

Μια από τις πολλές ιδέες που εμφανίστηκαν στον επιχειρηματικό κόσμο με την ανάπτυξη του Διαδικτύου, και ίσως από τις πλέον ενδιαφέρουσες, είναι οι εικονικές κοινότητες. Η AOL οφείλει την τεράστια εμπορική επιτυχία της στη δημιουργία εικονικών κοινοτήτων. Η Amazon.com κατέστη ο ηγέτης στο ηλεκτρονικό λιανεμπόριο κυρίως λόγω των σχέσεων που ανέπτυξε με και μεταξύ των πελατών της. Οι Cothrel και Williams (2000) υποστηρίζουν ότι, οι κοινότητες έχουν καταστεί ένα ξεχωριστό χαρακτηριστικό επιτυχίας των δραστηριοτήτων στο ηλεκτρονικό περιβάλλον. Σήμερα υπάρχουν πάνω από 300.000 δικτυακές τοποθεσίες που μπορούμε να θεωρήσουμε ότι διατηρούν κάποια στοιχεία εικονικών κοινοτήτων.

(16)

Πάνω από το 85% αυτών θεωρείται ότι ανήκει σε εμπορικές επιχειρήσεις (McWilliam 2000).

Οι εικονικές κοινότητες μπορεί να είναι αληθινές κοινότητες, μπορεί να είναι ψεύτικες, ή μπορεί να είναι κάτι εντελώς καινούριο στη σφαίρα των κοινωνικών συμβολαίων, όσον αφορά τη δίψα για επικοινωνία, που ακολούθησε στην αποσύνθεση των παραδοσιακών κοινοτήτων ανά τον κόσμο .

Ως εικονικές κοινότητες λοιπόν μπορούν να οριστούν οι ενώσεις μέσω του Διαδικτύου (εικονικό περιβάλλον) προσώπων που έχουν κοινά ενδιαφέροντα και επιδιώξεις και των οποίων οι ενώσεις, αποδίδουν τα πρότυπα ιδιοτήτων που χαρακτηρίζουν το ίδιο το γεγονός της σύνδεσης των προσώπων μεταξύ τους και αναφέρονται σε ό,τι ανήκει από κοινού σε αυτά τα πρόσωπα.

Οι εικονικές κοινότητες είναι η περιοχή του Διαδικτύου όπου συγκλίνουν οι θεωρίες της επικοινωνίας, η συμπεριφορά του καταναλωτή και η τεχνολογία προκειμένου να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον πρόκλησης. Οι εικονικές κοινότητες χρηστών στο Διαδίκτυο αναπτύχθηκαν για να ικανοποιήσουν μια βασική ανθρώπινη ανάγκη-επιθυμία, αυτή της επικοινωνίας.

Μοιάζουν πάρα πολύ στις άλλες κοινότητες κατά κάποιο τρόπο απατηλά, κι αυτό γιατί οι άνθρωποι που επικοινωνούν μέσω λέξεων σε μια οθόνη το κάνουν σύμφωνα με τις επικοινωνιακές ικανότητές τους, καθώς και τις ανθρώπινες ανάγκες τους. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι άνθρωποι αυτοί μοιράζονται τους τρόπους ζωής ο ένας με τον άλλο πράγμα που συμβαίνει και στις παραδοσιακές κοινότητες.

Οι εικονικές κοινότητες λειτουργούν ως δίκτυα επικοινωνίας. Όπως σε κάθε δίκτυο επικοινωνίας, η κύρια χρηστικότητα του Διαδικτύου είναι ότι επιτρέπει την εγκαθίδρυση και την υποστήριξη διασυνδέσεων μεταξύ των ατόμων (Rheingold 1993). Οι εικονικές κοινότητες διαφέρουν από τις παραδοσιακές ως προς την ικανότητά τους να προσφέρουν πολλαπλούς τρόπους ταυτόχρονης επικοινωνίας μεταξύ ατόμων. Το Διαδίκτυο επιτρέπει στα άτομα να επικοινωνούν έναν-προς-έναν, ένας-προς-πολλούς-προς-έναν και ένας-προς-πολλούς. Οι εικονικές κοινότητες αναπτύχθηκαν ακριβώς χάρη σ’ αυτή τη δυνατότητα που προσέφερε το Διαδίκτυο στους χρήστες του σε παγκόσμια κλίμακα.

Οι κοινότητες, όπως και οι παραδοσιακές κοινότητες, μπορούν να περιγραφούν ως τα περιβάλλοντα στα οποία τα άτομα συναλλάσσονται ή συναθροίζονται με όρους Διαδικτύου, προκειμένου (Schuler 1996):

Να ανταλλάξουν πληροφορίες και ιδέες.

Να μοιραστούν κοινά ενδιαφέροντα.

Να διασκεδάσουν και να ψυχαγωγηθούν.

Να αναζητήσουν βοήθεια.

Να προσφέρουν υποστήριξη.

Να εμπορευτούν αγαθά και υπηρεσίες.

Να σχηματοποιήσουν και να υποστηρίζουν σχέσεις.

Οι εικονικές κοινότητες εμφανίζονται όταν ένα σύνολο ατόμων που επικοινωνεί μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών και Διαδικτύου επεκτείνεται πέρα από την ανταλλαγή πληροφορίας στο σχηματισμό μιας κοινοτικής δομής βασισμένης στην από κοινού χρήση αγαθών και υπηρεσιών (Dann and Dann 1999).

Πολλοί πιστεύουν ότι οι ηλεκτρονικές αγορές που θα αποδειχθούν εμπορικά επιτυχημένες και οικονομικά βιώσιμες είναι εκείνες που θα οργανώσουν

(17)

αποτελεσματικές εικονικές κοινότητες για την εξυπηρέτηση πολλαπλών κοινωνικών και οικονομικών αναγκών (Cothrell and Williams 1999). Με τη δημιουργία ισχυρών εικονικών κοινοτήτων, οι επιχειρήσεις έχουν την ευκαιρία δημιουργίας συνδρομητικού αγοραστικού κοινού, ενώ αποκομίζουν χρηματοοικονομικά οφέλη από αυτό μέσω διαφημίσεων, συναλλακτικών ή και άλλων χρεώσεων.

Υπάρχουν πέντε στοιχεία-κλειδιά που διαχωρίζουν τις εικονικές κοινότητες από οποιεσδήποτε άλλες δικτυακές περιοχές (Cothrell and Williams 1999):

 Πρώτον, οι εικονικές κοινότητες έχουν για μέλη τους άτομα που μοιράζονται το αίσθημα του «ανήκειν» στην κοινότητα.

 Δεύτερον, η κοινότητα έχει έναν οργανωτή ή ένα οργανωτικό σώμα που διευκολύνει την ανάπτυξη και τη συντήρηση της κοινότητας.

 Τρίτον, όπως σε κάθε κοινότητα, οι εικονικές κο

Referências

Documentos relacionados