• Nenhum resultado encontrado

[PENDING] Διαχρονική και διεπιχειρησιακή ανάλυση των ισολογισμών των επιχειρήσεων "ELVE A.E." και "ΜΑΝΤΩΝΙΑ Α.Ε." που ασχολούνται με την κατασκευή ετοίμων ενδυμάτων για την πενταετία 1993-1997

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "Διαχρονική και διεπιχειρησιακή ανάλυση των ισολογισμών των επιχειρήσεων "ELVE A.E." και "ΜΑΝΤΩΝΙΑ Α.Ε." που ασχολούνται με την κατασκευή ετοίμων ενδυμάτων για την πενταετία 1993-1997"

Copied!
125
0
0

Texto

(1)

Τ.Ε.Ι. Κ ΑΒΑΛΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜ Η Μ Α ΛΟΠ ΣΤΙΚ Η Σ

πτυχιακή εργασία

θέαα:

“Διαχρονική και Διεπιχεφησιακή ανά/.υση των Ισολογισμών των επιχειρήσεων

‘EL VE Α.Ε.

’ ’

και ‘ ‘ΜΑΝΤΩΝΙΑ Α.Ε.

’ ’

που ασχολούνται με την κατασκευή ετοίμων ενδυμάτων για την πενταετία 1993-1997“

Σπουδάστρια:

Φ ιλα ρέτου Α ργυρή

Kαθηγητήc:

κ. Αρβανιτίδης ΚωνΑος

Κ αβάλα, Δεκέμβριος 1998

(2)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΜΕΡΟΣ A ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1 1 Αντικείμενο Εργασΰις: Σκοπός Εργασίας... 2

1,2 Ορισμοί Βασικών Εννοιών... 3

1.2.1 Ορισμός Διαχρονικής και Διεπιχειρησιακής Ανάλυσης... 3

1.2.2 Ισολογισμός...3

1.2.2.1 Έννοια και Χαρακτηριστικά του Ισολογισμού... 3

1.2.2.2 Σκοποί και Σημασία Ισολογισμού... 4

1.2.2.3 Είδη Ισολογισμών... 5

1.2.2.4 Κατάσταση Ισολογισμού Τέλους Χρήσης... 6

1 2.3 Έννοια Επιχείρησης... 6

1.2 4 Ανώνυμη Εταιρεία... 7

1.2.4.1 Έννοια Ανώνυμης Εταιρείας...^ 1.2.4 2. Χαρακτηριστικά Ανώνυμης Εταιρείας... 7

1.3 Μεθοδολογία της Εργασίας... 9

1.4 Περιορισμοί και Επιφυλάξεις... 9

ΜΕΡΟΣ Β’ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ μέρος: ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 2.1 Γενικά... Π 2.2 Σκοπός Αναλύσεως των Λογιστικών Καταστάσεων... 12

2.3 Μέθοδοι Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης... 13

2.3.1 Ανάλυση Κοινού Μεγέθους...13

2.3.2 Ανάλυση με Αριθμοδείκτες... 14

2.3.2.1 Γενικά... 14

2.3.2.2 Έννοια Αριθμοδεικτών... 14

(3)

2 3 .2 3 Χρήση και Χρησιμότητα Αριθμοδεικτών... 15

2.3.2 4 Προβλήματα στη χρη^σιμοποίηση αριθμοδεικτών... 16

2 4 Αριθμοδείκτες...17

2.4.1 Αριθμοδείκτης Ρευστότητας... 18

2.4.1.1 Αριθμοδείκτης Γενικής Ρευστότητας... 18

2.4.1.2 Αριθμοδείκτης Ειδικής Ρευστότη^τας... 19

2.4.1.3 Αριθμοδείκτης Ταμειακής Ρευστότητας...20

2.4.1.4 Αριθμοδείκτης Αμυνπκού Χρονυίού Διαστήματος...20

2.4 2 Αριθμοδείκτες Δραστηριότητας... 21

2.4.2.1 Γενικά... 21

2.4.2.2 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Εισπράξεως Απαιτήσεων...21

2.4.2.3 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Βραχυπρόθεσμων Υποχρεώσεων...22

2.4.2 4 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκλοφορίας Αποθεμάτων... 23

2.4.2.5 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Καθαρού Κεφαλαίου Κινήσεως... 24

2.4.2.6 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκλοφορίας Ενεργη-ηκού... 25

2.4.2 7 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκλοφορίας Παγίων...26

2.4.2.8 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκλοφορίας Ιδίων Κεφαλαίων... 27

2.4.3 Αριθμοδείκτες αποδοτικότητας... 27

2.4.3.1 Γενικά... 27

2.4.3.2 Αριθμοδείκτης Μικτού Κέρδους... 28

2.4.3.3 Αριθμοδείκτης Καθαρού Κέρδους...29

2.4.3 .4 Αριθμοδείκτης Αποδοτικότητας Απασχολούμενων Κεφαλαίων...30

2.4.3.5 Αριθμοδείκτης Αποδοτικότητας Ενεργητικού... 31

2.4.3.6 Συνδυασμένος Αριθμοδείκτης Αποδοτικότητας Ενεργητικού... 31

2.4.3.7 Αριθμοδείκτης Αποδοτικότητας Ιδίων Κεφαλαίων.. .. 32

2.4.3.8 Αριθμοδείκτης Οικονομικής Μοχλεύσεως... 33

2.4.3.9 Αριθμοδείκτης Δαπανών Συντήρησης και Επισκευών προς Παγια... 33

2.4.3.10 Αριθμοδείκτης Δαπανών Συντηρήσεως και Επισκευών προς Πωλήσεις...34

2.4.3.11 Αριθμοδείκτης Αποσβέσεων Παγίων... 34

2.4.3.12 Αριθμοδείκτης Αποσβέσεων προς Πωλήσεις...34

2.5.1 Αριθμοδείκτες Διαρθρώσεων Κεφαλαίων και Βιωσιμότητας...34

2J.1.1 Γενικά... 34

2.5.1.2 Αριθμοδείκτης Ιδίων προς Συνολικά Κεφάλαια... 36

2.5.1.3 Αριθμοδείκτης Ιδίων προς Ξένα Κεφάλαια... 36

2.5.1.4 Αριθμοδείκτης Ιδίων Κεφαλαίων προς Πάγια... 37

2.5.1.5 Αριθμοδείκτης Κυκλοφορούντος Ενεργητικού προς Ξένα Κεφάλαια... 37

2.5.1.6 Αριθμοδείκτης Παγίων προς Μακροχρόνιες Υποχρεώσεις...38

(4)

2.5.1.7 Αριθμοδείκτης Καλύψεως Τόκων... 38

2 6.1 Ετιενδυτνκοί Αριθμοδείκτες... 39

2 6.11 Γενικά... 39

2.6.1.2 Κέρδη κατά Μετοχή... 40

2.6.1.3 Μέρισμα κατά Μετοχή...40

2.6.1.4 Η Τρέχουσα Μερισματικη Ατιόδοση...41

2.6.1.5 Το Ποσοστό των Διανεμόμενων Κερδών... 41

2.6.1.6 Μερισματικη Απόδοση Ιδίων Κεφαλαίων...42

2.6.1.7 Εσωτερική Αξία Μετοχής... 42

2.6 1.8 Αόγος Τιμής προς Κέρδος ανά Μετοχή... 42

2.6.1.9 Ταμειακή Ροή κατά Μετοχή...43

2.6.1.10 Απόσβεση κατά Μετοχή.... ...43

ΜΕΡΟΣ F ’ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΚΕΦΑΑΑΙΟ 3 Διαχρονική ανάλυση ισολογισμών της επιχείρησης ΚΙΤΣΙΚΟΠΟΥΑΟΥ “ ELVE Α.Ε.” 3.1 Εισαγωγή... 44

3.2 Γενικά για την επιχείρηση... 45

3.3 Ανάλυση της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης...45

3.4 Ανάλυση Αριθμοδεικτών Αποτελεσμάτων (Αποδοτικότητα και Δραστηριότητα)...47

3.5 Ανάλυση Μακροχρόνιας Οικονομικής Ανάλυσης (Βιωσιμότητα) και Επενδύσεως... 51

3 6 Συμπεράσματα... 53

ΚΕΦΑ^ΝΑΙΟ 4 Διαχρονική Ανάλυση Ισολογισμών της Επιχείρησης “ ΜΑΝΤΩΝΙΑ Α.Ε.” 4 1 Γενικά για την επιχείρηση... 75

4.2 Ανάλυση της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης... 75

4.3 Ανάλυση Αριθμοδεικτών Αποτελεσμάτων (Αποδοτικότητας και Δραστηριότητας)...77

4.4 Ανάλυση Μακροχρόνιας Οικονομικής Κατάστασης... 80

4.5 Συμπεράσματα... 82

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 5.1 Διεπιχειρησιακή Ανάλυση των Επιχειρήσεων...

(5)

6.1 Συμτιεράσματα...

7.1 Προτάσεις Πολιτικής...

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΒΙΒ.ΜΟΓΡΑΦΙΑ-______

ΜΕΡΟΣ Δ’

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

.107

108

...117

(6)

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Η χρηματοοικονομική ανάλυση ενδιαφέρει πολλές κατηγορίες μεμονωμένων ανθρώπων και οικονομικών οργανισμών, ανάλογα με τη θέση που κατέχει και το ρόλο που παίζει το καθένα απ’ αυτά στην οικονομία

Είναι γεγονός ότι η χρηματοοικονομική ανάλυση αποτελεί σήμερα πολύτιμο εργαλείο στα χέρια διαφόρων ιρορέων όπως τραπεζών, εταιρικών επενδύσεων, διοικήσεων των επιχειρήσεων κλπ.. Με τις αναλύσεις μπορεί να διαπιστωθεί κατά πόσο η πολιτική που ακολουθεί η ετηχείρηση είναι αποδοτική για την επιχείρηση και πως διαγράφονται οι προοπτικές για το μέλλον. ‘

Η εργασία αυτή απευθύνεται σ ’ όλους όσους ενδιαφέρονται ν ’ ασχοληθούν με την χρήση των σύγχρονων μεθόδων χρηματοοικονομικής ανάλυσης των λογιστικών καταστάσεων της επιχείρησης.

Τελειώνοντας θέλω να εκφράσω τις θερμές ευχαριστίες μου στον καθηγητή του Τ.Ε.Ι. Καβάλας κ. Αρβανιτίδη ο οποίος είχε την ευγενική καλοσύνη να μελετήσει τα χειρόγραφα μου και να κάνει πολύτιμες υποδείξεις. Επίσης, θέλω να ευχαριστήσω τις επιχειρήσεις “ Elve Α.Ε.” του κ. Κιτσικόπουλου και “ Μαντωνια Α.Ε.” του κ.

Τσομπανίδη που με βοήθησαν για την ολοκλήρωση της εργασίας.

‘ ΝΙΚΗΤΑ ΝΙΑΡΧΟΥ. ' 'Χρημαηοικανομική (τνάλοση λογισηκών κπταστάστων' Σελ. 15.

(7)

ΜΕΡΟΣ A’

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1 Αντικείμενο Εργασίας: Σκοπός Εργασίας

Η σημαντικότερη ττηγή για την συγκέντρωση τοον χρηματοοικονομικών ττληροφοριών αποτελεί το λογιστικό σύστημα.

Η συγκέντρωση των λογιστικών καταστάσεων τιροέρχεται από δημοσίευση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων για εξωτερική χρήση.

Με την κατάρτιση των λογιστικών καταστάσεων ο ρόλος της Λο-, ιστικής από τεχνικής απόψεως τελειώνει

Απ’ το σημείο όμως αυτό άρχισε ο άλλος σπουδαίος ρόλος ο οποίος αναφέρεται στη διερεύνηση, ερμηνεία και αξιολόγηση των λογιστικών καταστάσεων.

Οι λογιστικές καταστάσεις παρουσιάζουν τα εξής μειονεκτήματα που δυσχεραίνουν το έργο των αναλυτών.

1. Τα στοιχεία είναι πολύ συνοπτικά και ανομοιόμορφα καταταγμένα

2. Ο χρόνος που μεσολαβεί από το τέλος της χρήσης στην οποία αναφέρεται, μέχρις ότου να δημοσιευτούν είναι αρκετά μακρύς.

Για την αντιμετώπιση των παραπάνω μειονεκτημάτων χρησιμοποιείται η χρηματοοικονομική ανάλυση η οποία ασχολείται με τον υπολογισμό των κατάλληλων μεγεθών και σχέσεων που είναι χρήσιμες για την λήψη σημαντικών αποφάσεων. Έτσι επιτελείται μια σημαντική λειτουργία αποφάσεων. Έτσι επιτελείται μια σημαντική λειτουργία μετατροπής ποικιλιών στοιχείων, από απλούς αριθμούς σε χρήσιμες πληροφορίες.

(8)

1.2 Ορισμοί Βασικών Εννοιών

1.2.1 Ορισμός Διαχρονικής και Διίπιχειρησιακής Ανάλυσης

1.2.1.1 Διαχρονική ανάλυση αναφέρεται στη ανάλυση τοαν αριθμοδε«τών και την σύγκριση με τους αντίστοιχους δείκτες της ε^χειρήσεως στο παρελθόν^

1.2.1.2 Διεπιχειρησιακή ανάλυση ορίζεται η ανάλυση των αριθμοδεικτών μιας ετηχείρησης και η σύνκριση τους με τους αντίστοιχους δείκτες των συναγωνιστριών επιχειρήσεων.

1.2.2 Ισολογισμός

1.2.2.1 Έννοια και Χαρακτηριστικά του Ισολογισμού

Ισολογισμός λέγεται η συνοπτική λογισπκή κατάσταστ τιου συντάσσεται ύστερα από απογραφή και η οποία απεικονίζει μεθοδικά και εύληπτα σ’ ενιαίο νόμισμα (δραχμές), την περιουσιακή συγκρότηση της επιχειρήσεως σε μια ορισμένη στιγμή και η οποία προκύτττει από οικονομική και νομική θέση των ενεργητικών και παθητικών στοιχείων της.^

Αν θα θέλουμε να δούμε τη σχέση απογραφής με τον Ισολογισμό, θα διαπιστώναμε ότι η απογραφή προσδιορίζεται με κάθε λεπτομέρεια ενώ ο ισολογισμός απεικόνιζει περιληπτικά και μεθοδικά τα δεδομένα της απογραφής και τέλος ο Ισολογισμός περιλαμβάνει την παρουσίαση στοιχείων (Ενεργητικού-Παθητικού) σε παράπλευρα σκέλη ενώ η απογραφή σε κάθετη διάταξη.

Ο Ισολογισμός ως μαθηματικός τύπος εμφανίζεται με την αλγεβρική ισότητα Ε = Π ή G = Π + κ θ

" ΑΡΒΑΝ1Τ1ΔΗΣΚΩΝ/ΉΟΣ. ' 'Ανάλυση Ισολογισμών' Σ ελ 37.

' ΚΟΝΤΑΚΟΣΓ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ. Γενική Λογιστική ", Σελ.. 50.

(9)

ότΓου Ε = Ενεργηπκό: είναι τα μέσα δράσεως της ετηχείρησης όταος μηχανήματα, ττελάτες, μετρητά κλπ.

Π = Παθητικό είναι το σύνολο υτιοχρεώσεων σε τρίτους (προμηθευτές, γραμμάτια πληρωτέα κλπ) και

κ. θ. = καθαρή θέση είναι το ίδιο κεφάλαιο της επιχείρησης,

1.2.2.2 Σκοποί και Σημασία Ισολογισμού

Οι σκοποί που επιδιώκονται κατά την σύνταξη του Ισολογισμού είναι οι εξής:

α) Προσδιορισμός της περιουσιακής θέσεως και η παραστατική ατιεικόνιση της συνθέσεως.

β) Ο προσδιορισμός του προκύψαντος αποτελέσματος, από τις εργασίες της επιχείρησης κατά τη διάρκεια της χρήσεως.

Με τον Ισολογισμό δημοσιεύεται στο τύπο η περιουσιακή θέση της επιχειρήσεως, Η χρησιμ ότητα της δημοσίευσης των Ισολογισμό έγκειται στο εξής:

α) η διοίκηση της επιχείρηση^ πληροφορείται για την πορεία των εργασιών της επιχειρήσεως.

β) Καθορίζεται από τα αποτελέσματα χρήσεως το διανεμητέο μέρισμα στους μετόχους, γ) Το Υπουργείο εμπορίου παρακολουθεί την λειτουργία της επιχείρησης,

δ) Οι πιστωτές και το κοινό παίρνουν πληροφορίες για την διατήρηση του μετοχικού κεφαλαίου και αγορά μετοχών ή όχι αντίστοιχα.

ε) Το προσωπικό βγάζει συμπεράσματα για την μελλοντική πορεία των εργασιών της εταιρείας και την βελτίωση ή όχι της οικονομικής θέσεως στο μέλλον,

στ) Οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες αντλούν πολύτιμες πληροφορίες που είναι χρήσιμες για την κατάρτιση προγραμμάτων οικονομικής πολιτικής της νέας περιόδου.

(10)

Οι ισολογισμοί διακρίνονται:

I Ανάλογα με το Δίκαιο που ρυθμίζει την κατάρτιση τους, σε:

1. Εμπορικούς, που συντάσσονται με βάση τις οικείες διατάξεις του Εμπορικού Δικαίου.

2. Φορολογικούς, που συντάσσονται με βάση τις διατάξεις της Φορολογικής Νομοθεσίας,

II Ανάλογα με το χρόνο συντάξεως τω ν ισολογισμών, σε.

1. Τακτικούς Ισολογισμούς, π.χ. Ισολογισμούς τέλους χρήσεων.

2. Προσωρινούς Ισολογισμούς (μηνιαίους ή τριμηνιαίους).

3. Έκτακτους Ισολογισμούς, που συντάσσονται λόγω έκτακτων γεγονότων της ζωής των ετηχειρήσεων (διάλυση, συγχώνευση κλπ ), και διακρίνονται σε:

α) Ισολογισμούς εκκαθαρίσεων β) Ισολογισμούς διάλυσης γ) Ισολογισμούς μετατροπής

III Ανάλογα αν ο Ισολογισμός αφορά σε μια επιχείρηση ή συγκρότημα επιχειριίσεων, σε:

1. Ισολογισμούς μια επιχειρήσεως.

2. Ενοποιημένους Ισολογισμούς των εταιρειών HOLDINGS.

1.2.2.3 Είδη Ισολογισμών

IV Από σκοπιά της οικονομικής τω ν επιχειρήσεων, σε:

1. Στατικό, όπου το αποτέλεσμα προσδιορίζεται από την σύγκριση δύο διαδοχικών ισολογισμών.

2. Δυναμικό, όπου ο μέγεθος της αξίας εξαρτάται από την αποδοτικότητα της επιχείρησης.

3. Ονομαστικό, όπου το πραγματικό αποτέλεσμα μετριέται κατά την διάλυση της, συγκρίνοντας την αρχική εισφορά με το τελικό ποσό. Το κύκλωμα λοιπόν έχει τη μορφή χρήμα - πράγμα - χρήμα.

4. Οργανικό. Σε αντίθεση με τις άλλες μορφές το κύκλωμα έχει την μορφή πράγμα - χρήμα - πράγμα.

(11)

Στον Ισολογισμό αττεικονίζονται δύο στήλες:

Τα στοιχεία της κλειόμενης χρήσης.

Τα στοιχεία της προηγούμενης χρήσης.

Η ημερομηνία κλεισίματος είναι η τελευταία μέρα της χρήσης, δηλ. 31 Δεκεμβρίου ή 30 Ιουνίου κάθε έτους.

1.2.3 Έννοια Επιχείρησης

1.2.2.4 Κατάσταση Ισολογισμού ΤέλΛυς Χρήσης

Μπορούμε να ορίσουμε γενικά την επιχείρηση ως ένα αυτοτελή οργανισμό, ο οποίος με μια σειρά πράξεων και ενεργειών οικονομικής φύσεως, αποβλέπει στον εφοδιασμό της αγοράς με αγαθά ή υπηρεσίες, με σκοπό το κέρδος.

Από τον ορισμό αυτό συνεπάγεται ότι:

α) Η επιχείρηση πρέπει να είναι συντεταγμένη σ ’ ένα οριγανικό σύνολο, το οποίο επιδιώκει και εκτελεί σειρά οικονομικών πράξεων με ορισμένο σκοπό,

β) Οι πράξεις και οι ενέργειες έχουν οικονομικό χαρακτήρα.

γ) Οι πράξεις της επιχειρήσεως διενεργούνται για λογαριασμό της απρόσωπης αγοράς, δ) Το κίνητρο των επιχειρηματικών πράξεων είναι το κέρδος το οποίο καλύπτει την

αμοιβή του ιδίου κεφαλαίου, της εξασφάλισης αυτού απ’ τον επιχειρηματικό κίνδυνο και την αμοιβή του επιχειρηματία κλπ.

(12)

1.2.4 Ανώνυμη Εταιρία

1.2.4.1 Έννοια Ανώνυμης Εταιρίας

Ανώνυμη Εταιρία είναι η εμτιορική κεφαλαιουχική εταιρία με νομική προσωτπκότητα τιου το κεφάλαιο της είναι διαιρεμένο σε ίσα μερίδια r .; μετοχές, και για τα εταιρικά χρέη της ευθΰνεται μόνο αυτή με την ^ ρ ιουσ ία της και όχι οι μέτοχοι.

Η ανώνυμη εταιρία αποκτά νομική προσωπικότητα με την καταχώρηση στο οικείο μητρώο ανωνύμων εταιριών, την διοικητική απόφαση για την σύσταση της εταιρίας και την έγκριση του καταστατικού της.

Οι συνέπειες της νομικής προσωπικότητας είναι ότι: η ανώνυμη εταιρία διαθέτει δική της τιεριουσία, έχει την ικανότητα να παρίσταται στα δικαστήρια, έχει δίκιά της επωνυμία, δική της κατοικία και ιθαγένεια.

1.2.4.2 Χαρακτηριστικά Ανώνυμης Εταιρίας

Τα βασικά χαρακτηριστικά της ανώνυμης εταιρίας είναι τα ακόλουθα:

α) Ο νόμος ορίζει για την ίδρυση της αρκετά μεγάλο κεφάλαιο.

β) Το κεφάλαιο της εταιρίας διαιρείται σε ίσα μερίδια, που ενσωματώνονται σ’ έγγραφα, τις μετοχές.

Οι μετοχές είναι αξιόγραφα, που μεταβιβάζονται εύκολα. Αν είναι ανώνυμες, μεταβιβάζονται με την παράδοση της νομής και συμφωνία των μερών ότι μεταβιβάζεται και η κυριότητα. Αν είναι ονομαστικές, απαιτείται και εγγραφή στα βιβλία της εταιρίας, στηριζόμενη σε γραπτή συμφωνία μεταβιβάσεως των μετοχών, γ) Για τη σύσταση της ανώνυμης εταιρίας απαιτούνται αυστηροί όροι δημοσιότητας,

συμβολαιογραφικό έγγραφο, έγκριση του νομάρχη και δημοσίευση του καταστατικού στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Αλλά και σ ’ ολόκληρη τη διάρκεια της ζωής η δημοσιότητα είναι απαραίτητη. Επίσης, ο έλεγχος της εττοτττεύουσας αρχής είναι συνεχής.

" ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑ. ' Λογιστική Εταιριών' \ Σε/.. 17.

- 7 -

(13)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I ΕΙΣΑΓΩΓΗ δ) Η διάρκεια της ανώνυμης εταιρίας είναι μακρά (συνήθως 50 οτών). Καταγγελία της

ανώνυμης εταιρείας πριν από την λήξη δεν επιτρέττεται. Έτσι η σταθερότητα και η συνέχεια είναι σίγουρη.

ε) Η ευθύνη των μετόχων της ανώνυμης εταιρίας είναι περιορισμένη και φθάνει μέχρι το ποσό της εισφοράς τους. Οι μέτοχοι συνεπώς δεν ευθύνονται προσωπικά με την ατομική τους ;.εριουσία για τις υττοχρεώσεις της εταιρίας,

στ) Οι αποφάσεις στην ανώνυμη εταιρία παίρνονται κατά πλειοψηφία. Οι αποφάσεις για τα τρέχοντα ζητήματα είναι αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου και οι σοβαρότερες αποφάσεις (αύξηση κεφαλαίου, διάλυση εταιρίας κ.α.) είναι αρμοδιότητα της γενικής συνέλευσης των μετόχων. Στη γενική συνέλευση έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν όλοι οι μέτοχοι. Κάθε μετοχή αντιπροσωπεύει μια ψήιρο.

ζ) Η ανώνυμη εταιρία, λόγω της σοβαρότητας της, παρέχει πλεονεκτήματα που καμία άλλη μορ^ή εταιρίας δεν έχει. Στις αρχές, στις τράπεζες και την αγορά γενικώς αντιμετωπίζεται με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη. Σ ’ αυτό συντελεί και ο εύκολος τρόπος μεταβιβάσεως των μετοχών.

η) Η ανώνυμη εταιρία έχει την εμπορική ιδιότητα κατά το τυπικό κριτήριο. Το άρθρο 1 του Κ.Ν. 2190/20 ορίζει ότι:

"Πάσα ανώνυμη εταιρία είναι εμπορική και αν ο σκοπός αυτής δεν είναι εμπορικής επιχείρησης".

(14)

1.3 Μεθοδολογία της Εργασίας

Η εργασία διαιρείται σε έξι κεφάλαια:

Στο πρώτο κεφάλαιο ανατττύσσονται το αντικείμενο της χρηματοοικονομικής ανάλυσης, οι ορισμοί των βασικών εννοιών που εμφανίζονται στην εκφώνηση της εργασίας, οι ^ ριορισμοί και επιφυλάξεις και η μεθοδολογία.

Στο δεύτερο κεφάλαιο αναπτύσσονται θεωρητικά οι αριθμοδείκτες κατά τους οποίους θα γίνει ανάλυση, η έννοια και ο σκοπός της αναλύσεως.

Στο τρίτο κεφάλαιο, το οποίο αποτελεί τμήμα του πρακτικού μέρους, εφαρμόζουμε τους αριθμοδείκτες στη μια επιχείρηση, και στο τέταρτο στην άλλη ετηχείρηση. Σ ’ αυτό το τμήμα γίνεται διαχρονική ανάλυση.

Στο τέταρτο κεφάλαιο θα πραγματοποιηθεί διεπιχειρησιακή ανάλυση.

Στο πέμτΓΓΟ κεφάλαιο θα εξαγάγουμε συμπεράσματα και στο τελευταίο κεφάλαιο θα δώσουμε προτάσεις πολιτικής για την βελτίωση της θέσης των επιχειρήσεων.

1.4 Περιορισμοί και Επιφυλάξεις

Η ανάλυση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων είναι μια μέθοδος που δημιουργεί την πληροφόρηση.

Υπάρχουν όμως ορισμένοι παράγοντες που μειώνουν και δυσχεραίνουν την πληροφόρηση. Οι σημαντικότεροι είναι:

1. Το φαινόμενο δημιουργίας καλών εντυπώσεων. Οι επιχειρήσεις προκειμένου να δημιουργήσουν καλή εντύπωση στο κοινό με τις λογιστικές καταστάσεις για την ικανότητας τους αυξάνουν ορισμένα στοιχεία.

2. Η παράλειψη στοιχείων από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.

Αυτά τα στοιχεία είναι:

α) Τα σχέδια για τα νέα προϊόντα που εισέρχονται στην αγορά.

β) Η ικανότητα και συμβολή στο έργο της εταιρίας των στελεχών της επιχείρησης.

γ) Οι δημόσιες σχέσεις της επιχείρησης.

- 9 -

(15)

δ) Η ποιότητα των μηχανημάτων και η εμφάνιση της τεχνολογικής ικανότητας.

3. Κατά την σύνταξη των λογιστικών καταστάσεων εφαρμόζονται λογιστικές μέθοδοι που διαφέρουν από επιχείρηση σε επιχείρηση και συνεπώς δεν μπορούν να δώσουν ολοκληρωμένη εικόνα κατά την ανάλυση και σύγκριση των καταστάσεων.

4. Η συνοπτική μορφή των χρηματοιοκονομικών καταστάσεων. Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται περιλητττικά. Κατά τον τρόττο αυτό έχουμε πληροφόρηση για λιγότερους λογαριασμούς, αττό τους τόσους πολλούς ττάνω στους οττοίους στηριζόμαστε κατά την ανάλυση των καταστάσεων, για να καταλήξουμε σε συμ^ράσματα.

(16)

2.1 Γενικά

ΜΕΡΟΣ Β’

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Η χρηματοοικονομική ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων έχει ως αντικείμενο τη μελέτη των σχέσεων των οικονομικών στοιχείων που αναφέρονται σε δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς και των τάσεων αυτών, διαχρονικά.

Η ανάλυση αυτή περιλαμβάνει τρεις διαδικασίες. Η ττρώτη αναφέρεται στην επιλογή και υπολογ\σμό ορισμένων σχέσεων μεταξύ των αναφερόμενων στοιχείων, η δεύτερη συνίσταται στην κατάταξη των δεδομένων και η τρίτη περιλαμβάνει την αξιολόγηση, μελέτη και ερμηνεία των παραπάνω σχέσεων. Οι παραπάνω διαδικασίες αναλύσεως κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες:

Στις συγκρίσεις και μετρήσεις με βάση τα οικονομικά στοιχεία των λογιστικών καταστάσεων δύο ή περισσοτέρων χρήσεων.

Στις συγκρίσεις και μετρήσεις με βάση τα οικονομικά στοιχεία των λογιστικών καταστάσεων μιας χρήσης.

Για την χρηματοοικονομική ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων συνήθως απαιτείται η διενέργεια και των δύο κατηγοριών αναλύσεων που προαναφέρθηκαν.

(17)

2J1 Σκοπός Αναλύσεως των Λογιστικών Καταστάσεων

Η ερμηνεία και αξιολόγηση των στοιχείων των λογιστικών καταστάσεων απαιτεί μια κάποια εξοικείωση με τις βασικές μεθόδους χρηματοοικονομικής αναλύσεως. Φυσικά, το είδος της χρηματοοικονομικής αναλύσεως των λογιστικών καταστάσεων εξαρτάται απ’

το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των αναλυτών. Ως εκ τούτου, μπορεί να ακολουθούνται διάφοροι μέθοδοι αναλύσεως ανάλογα με το επιδιωκόμενο σκοπό που δίνεται έμφαση κάθε ιρορά, όττως π.χ. οι βραχυχρόνιοι πιστωτές ενδιαφέρονται πρωτίστως για την ικανότητα της επιχείρησης να ανταποκρίνεται στις τρέχουσες υποχρεώσεις. Έτσι στην προκείμενη περίπτωση εξετάζεται η σχέση των κυκλοφοριακών στοιχείων προς τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις, προκειμένου ν ’ αξιολογηθεί η τρέχουσα οικονονομική θέση.

Η διοίκηση της επιχειρήσεως ενδιαφέρεται για την σύνθεση και την διάρθρωση των κεφαλαίων. Σε πολλές περιπτώσεις, η ανάλυση των λογιστικών μπορεί να χρησιμεύσει και ως μέσο αξιολόγησης της διοίκησης, κατά πόσο είναι αποτελεσματική και ικανή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της.

Οι εργαζόμενοι ενδιαφέρονται για τη μακροχρόνια σταθερότητα και προοπτική αυτής, γιατί συνδέεται με την ικανότητα της ετηχείρησης να καταβάλει τις αμοιβές τους..’

Με την ανάλυση των στοιχείων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, οι αποφάσεις δεν στηρίζονται στη διαίσθηση αλλά σε ορισμένα πορίσματα, οπότε μειώνεται, έτσι, η αβεβαιότητα που υπάρχει στη λήψη αποφάσεων.

Βέβαια, η ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων δεν αποδυναμώνει τον υποκειμενικό παράγοντα.

Η ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων μπορεί να γίνει από διαιρορετική σκοπιά, ανάλογα με τον ετπδιωκόμενο σκοπό.

Συνεπώς, πριν από την ανάλυση πρέπει να γίνεται κατάταξη και ομαδοποίηση ορισμένων λογιστικών καταστάσεων.

^ ΝΙΑΡΧΟΣ ΝΙΚΗΤΑΣ. ' Χρηματοοικονομική Ανάλυση Λογιστικών Καταστάσεων' Ι ε λ 20-2J.

- 1 2 -

(18)

2.3 Μέθοδοι Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης

Οι μέθοδοι αναλύσεως ισολογισμών κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες.

1. Συγκριτική ή διαχρονική μέθοδος ανάλυσης. Ασχολείται με την ανάλυση των ισολογισμών, ασχολείται με την μελέτη των διαιρόρων στοιχείων και την εξαγωγή συμ^ρασμάτων που αναφέρονται στην πορεία ορισμέναχν οικονομικών μεγεθών και αριθμοδεικτών ως και την πρόβλεψη των εξελίξεων. Μ ’ αυτή τη μέθοδο γίνεται σύγκριση των λογιστικών στοιχείων με άλλα προηγούμενων ετών ή χρήσεων.

2. Μέθοδος αναλύσεως των χρονολογικών σειρών με αριθμοδείκτες τάσεως.

3. Εξειδικευμένες μέθοδοι οι οποίες περιλαμβάνουν την ανάλυση των μεταβολών της οικονομικής θέσεως μιας επιχειρήσεως, την ανάλυση του νεκρού σημείου καθώς και άλλες.

4. Διαστρωματική ή κάθετη μέθοδο ανάλυσης. Η διαστρωματική ή κάθετη ανάλυση περιλαμβάνει την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων “ κοινού μεγέθους’ ’ και τον υπολογισμό διαφόρων αριθμοδεικτών.

2.3.1 Ανάλυση Κοινού Μεγέθους

Στην ανάλυση κοινού μεγέθους κάθε στοιχείο του ισολογισμού διαιρείται με το σύνολο του ενεργητικού ή του παθητικού, ενώ κάθε στοιχείο των αποτελεσμάτων χρήσεως διαιρείται με το σύνολο των καθαρών πωλήσεων. Ως εκ τούτου η κατάσταση

“ κοινού μεγέθους” του Ισολογισμού παρουσιάζει κάθε στοιχείο αυτού ως ποσοστό επί τοις εκατό του συνό/ >υ του ενεργητικού ή του παθητικού και η κατάσταση “ κοινού μεγέθους” των αποτελεσμάτων χρήσης παρουσιάζει κάθε στοιχείο αυτού ως ποσοστό επί τοις εκατό του συνόλου των καθαρών πωλήσεων.

Με την ανάλυση κοινού μεγέθους απεικονίζεται η σύνθεση και η δομή των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού και γίνεται πιο κατανοητή.

(19)

Με την έκφραση των αττολύτων μεγεθών των οικονομικών στοιχείων σε ττοσοστό επί τοις εκατό πετυχαίνεται ταχύτερη και ακριβέστερη αντίληψη της σπουδαιότητας κάθε στοιχείου.

ΚΕΦ ΑΜ ΙΟ 2

23.2 Ανάλυση με Αριθμοδείκτες

2.3.2.1 Γενικά

Η χρήση αριθμοδεικτών αποτελεί μια από τις ττλέον διαδεδομένες μεθόδους χρηματοοικονομικής ανάλυσης.

Έτσι, οι μέχρι τώρα αναπτυχθείσες μέθοδοι αναλύσεως συμπληρώνονται με την χρησιμοτΓοίηση των αριθμοδεικτών, οι oroioi βοηθούν στην ερμηνεία των οικονομικών στοιχείων της ετηχείρησης.

2.3.2.2 Έννοια Αριθμοδεικτών

Ο αριθμοδείκτης είναι μια απλή μαθηματική έκφραση της σχέσης ενός στοιχείου προς το άλλο ή η σχέση μεταξύ των τιμών του ιδίου στοιχείου σε δύο δια(ρορετικές χρήσεις. Παράδειγμα: Αν το κυκλοφορούν ενεργητικό μιας επιχειρήσεως είναι 9.000.000 δρχ., οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις 3.000.000 δρχ., τότε διαιρώντας το πρώτο ποσό με το δεύτερο βρίσκουμε τον αριθμοδείκτη γενικής ρευστότητας (9.000.000 : 3.000.000 = 3) Ο αριθμοδείκτης αυτός δηλώνει ότι το κυκλοφορούν ενεργητικό είναι τριπλάσιο των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων της επιχειρήσεως.

(20)

2.J.2.3 Χρήση και Χρησιμότητα Αριθμοδεικτών

Η πρακτική αξία των αριθμοδεικτών έγκειται στο γεγονός ότι δύο δεδομένα, τα οποία είναι απομονωμένα το ένα απ’ το άλλο, αλλά καθ’ ένα διατηρεί την εσωτερική του αξία, μπορούν ν ’ αποκτήσουν σημαντικό ενδιαφέρον, όταν ερευνηθούν με τη μορφή κάτκηας σχέσεως.

Οι αριθμοδείκτες είναι για την ετηχείρηση το αναλυτικό μέσο και γνώμονας για την λήψη οποιασδήποτε αποφάσεως αλλά πέραν αυτού οι αριθμοδείκτες οι αριθμοδείκτες προειδοποιούν για τυχόν ανωμαλίες σχετικές με την διαχείρηση και γενικά για όλα τα ευπαθή της σημεία.

Η χρησιμοτιοίηση των αριθμοδεικτών πρέπει να γίνεται με σύνεση και κριτικό ττνεύμα και δεν πρέπει να επιδιώκουμε συμτιεράσματα τιερισσότερα απ’ αυτά που μας δίνουν.

Η επιλογή μιας ομάδας αριθμοδεικτών εξαρτάται από τα στοιχεία τα οποία διαθέτει η επιχείρηση, αλλά βασικά εξαρτάται απ’ τον επιδιωκόμενο σκοπό που θα εξυπηρετήσει.

Για την κατάρτιση των αριθμοδεικτών τα λογιστικά μεγέθη λαμβάνονται από:

Ισολογισμό,

Λογαριασμό γενικής εκμεταλλεύσεως.

Λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης.

Λογαριασμούς γενικής και αναλυτικής λογιστικής.

Λογιστικά και εξωλογιστικά έντυπα και στατιστικά στοιχεία της οικονομικής μονάδας.

(21)

Πέραν της χρησιμότητας που παρουσιάζει η ανάλυση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων παρουσιάζει και προβλήματα στη χρησιμοποίηση αριθμοδεικτών.

Ενδεικτικά:

α) Δυσκολία στην επιλογή αριθμοδεικτών Θεωρητικά είναι δυνατόν να υπολογισθούν εκατοντάδες αριθμοδείκτες, αλλά συνήθως μόνο μερικοί απ’ αυτούς είναι χρήσιμοι.

Αρα, έγκειται η δυσκολία στην απόφαση της επιλογής, ποιοί δέκτες πρέπει να συμπεριληφθούν στην έρευνα κατά πρώτον και στην συνέχεια να υπολογισθούν.

β) Ύ παρξη Υποκειμενικού Παράγοντα Κάθε ομάδα ατόμων που συσχετίζονται με την επιχείρηση ευνοούν την επιλογή και υπολογισμό διαιρόρων αριθμοδεικτών ανάλογα με το επιδιωκόαενο σκοπό.

γ) Δυσχέρεια στη σύγκριση αριθμοδεικτών δύο επιχειρήσεων του ιδίου κλάδου Δεδομένου ότι μια ετηχείρηση έχει τα δικά της ατομικά χαρακτηριστικά, τα οποία επηρεάζουν την οικονομική τους θέση, είναι πολύτιμος ο υπολογισμός των αριθμοδεικτών για ολόκληρο τον κλάδο.^

Όμως ο υπολογισμός των αριθμοδεικτών μιας άλλης επιχείρησης είναι δύσκολος και η σύγκριση μη αντικειμενική. Και τούτο γιατί η επιχείρηση για τον υπολογισμό των αριθμοδεικτών άλλης επιχείρησης του ιδίου κλάδου στηρίζεται στις δημοσιευμένες λογιστικές καταστάσεις, οι οποίες περιέχουν τα στοιχεία των λογιστικών καταστάσεων περ ιλ η^κά .

2.3.2.4 Προβλήματα στη χρησιμοποίηση αριθμοδεικτών

'' ΝΙΑΡΧΟΣ ΝΙΚΗΤΑΣ. ' Χρηματοοικονομική Ανάλυση Λο^'ΐστικών Καταστάσεων' Σ ελ 23.

- 16-

(22)

2.4 Αριθμοδείκτες

Οι κυριάτεροι και περισσότεροι στη χρηματοοικονομική ανάλυση τοον λογιστικών καταστάσεων αριθμοδείκτες μπορούν να καταταγούν στις εξής κατηγορίες:

1. Αριθμοδείκτες ρευστότητας {Liquidity Ratios). Χρησιμοττοιούνται για τον προσδιορισμό τόσο της βραχυχρόνιας οικονομικής θέσεως όσο και της ικανότητας της ν ’ ανταποκριθεί στις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις.

2. Αριθμοδείκτες δραστηριότητας {Activity Ratios). Χρησιμοποιείται προκειμένου να μετρηθεί ο βαθμός αποτελεσματικότητας επιχειρήσεως στην χρησιμοποίηση των περιουσιακών της στοιχείων,

3. Αριθμοδείκτης αποδοτικότητας {Profitability Ratios). Με αυτούς μετράται η αποδοτικότητα μιας επιχειρήσεως, η δυναμικότητα των κερδών της και η ικανότητα της διοικήσεως. Μ ’ άλλα λόγια οι αριθμοδείκτες απτιδοτικότητας μετρούν το βαθμό επιτυχίας ή αποτυχίας της επιχείρησης.

4. Αριθμοδείκτες διαρθρώσεως κεφαλαίων και βιωσιμότητας. Μ ’ αυτούς εκτιμάται η μακροχρόνια ικανότητα μιας επιχείρησης ν ’ ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της και ο βαθμός προστασίας που αναλαμβάνουν οι πιστωτές της.

5. Επενδυτικοί Αριθμοδείκτες. Οι αριθμοδείκτες αυτοί συσχετίζουν τον αριθμό των μετοχών μιας ετηχείρησης και τη χρηματιστηριακή τους αξία με τα κέρδη, τα μερίσματα και τα άλλα περιουσιακά στοιχεία της.

Η ταξινόμηση των αριθμοδεικτών κατά κατηγορίες είναι χρήσιμη, γιατί βοηθά στο να ετηκεντρώνεται η ανά>.υση σ’ ορισμένα σημεία που ενδιαφέρουν τον αναλυτή.

(23)

Ρευστότητα είναι η ικανότητα της επιχείρησης ν ’ ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της, τόσο χρονικά όσο και πχχτοτικά.

Ρευστότητα, με την στενή έννοια, είναι η αντιπαραβολή των υποχρεώσεων της επιχειρήσεως προς τα αντιστοίχως κατεχόμενα μέσα πληρωμής.

Η ρευστότητα εμφανίζεται σαν αριθμοδείκτης με αριθμητή τα αναγκαιούντα μέσα πληρωμής και παρονομαστή τα κατεχόμενα μέσα πληρωμής, και τα δύο σαν χρονοττοσά.

2.4.1 Αριθμοδείκτης Ρευστότητας

Ρευστότητα =Αναγκαιούντα μέσα Κατεχόμενα μέσα

Οι αριθμοδείκτες που χρησιμοποιούνται περισσότερο για το προσδιορισμό της βραχυχρόνιας οικονομικής θέσεως μιας επιχειρήσεως και της ικανότητας της ν ’ ανταποκρίνεται στις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις της είναι οι εξής:

1. Αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας.

2. Αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας.

3. Αριθμοδείκτης ταμειακής ρευστότητας.

4. Αριθμοδείκτης αμυντικού χρονικού διαστήματος.

2.4.1.1 Αριθμοδείκτης Γενικής Ρευστότητας

Ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας είναι πλέον χρησιμοποιούμενος αριθμοδείκτης και βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο των κυκλοφοριακών στοιχείων μιας επιχείρησης με το σύνολο των βραχυχρόνιων υποχρεώσεων.

Αριθμός Γενικής Ρευστότητας =Διαθέσιμα + Απαιτήσεις + Αποθέματα Βραχυχρόνιες Υποχρεώσεις

(24)

ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας δεν δείχνει μόνο το μέτρο της ρευστότητας μιας επιχειρήσεως, αλλά και το ττεριθώριο ασφαλείας, ττου διατηρεί η διοίκηση της, για να είναι σε θέση να αντιμετωττίσει κάποια ανε^θύμητη εξέλιξη στη ροή κεφαλαίων κινήσεως.

Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας τόσο καλύτερη, από πλευρά ρευστότητας, είναι η θέση της επιχειρήσεως.

2.4.1.2 Αριθμοδείκτης Ειδικής Ρευστότητας

Ο αριθμοδείκ ης ειδικής ρευστότητας επινοήθηκε για να περιλάβει όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία μετατρέπονται όλα σε ρευστά και αγνοεί όλα εκείνα τα στοιχεία του κυκλοφορούντος ενεργητικού τα οττοία δεν μετατρέττονται εύκολα σε μετρητά.

Ο αριθμοδείκτης αυτός είναι το πηλίκο της διαιρέσεως των ταχέως ρευστοποιήσιμων στοιχείων μιας επιχειρήσεως (μετρητά σε ταμείο, τραπεζικές καταθέσεις, χρεόγραφα, απαιτήσεις) με το σύνολο των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων.

Αριθμοδείκτης Ειδικής Ρευστότητας = Διαθέσιμα + Απαιτήσεις Βραχυπρόθεσμες Απαιτήσεις

Όλα τα παραπάνω στοιχεία που υπάρχουν στον αριθμητή είναι δυνατόν να μετατραπούν γρήγορα σε χρήμα πλην των απαιτήσεων που συχνά δεν είναι εύκολα και γρήγορα μετατρέψιμες σε χρήμα.

Στον υπολογισμό του αριθμοδείκτη αυτού δεν περιλαμβά\·ουν;

1. Τα αποθέματα πρώτων και βοηθητικών υλών γιατί δεν θεωρούνται ταχέως ρευστοποιήσιμα.

2. Όι προκαταβληθείσες δαπάνες οι οποίες κανονικά χρειάζονται κ ά ^ ιο χρονικό διάστημα για να μετατραπούν σε χρήμα.

(25)

Ένας αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας γύρω στη μονάδα θεωρείται ικανοτΓΟίητικός και δείχνει μια καλή τρέχουσα οικονομική κατάσταση. Αντίθετα, αν είναι μικρότερος της μονάδας δείχνει ότι τα αμέσως ρευστοτιοιήσιμα στοιχεία της επιχειρήσεως είναι ανεπαρκή για να καλύψουν τις τρέχουσες υποχρεώσεις της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

2.4.1.3 Αριθμοδείκτης Ταμειακής Ρευστότητας

Η ταμειακή ρευστότητα εκφράζει την ικανότητα μιας επιχείρησης για την εξόφληση των τρεχόντων και ληξιπρόθεσμων υπτιχρεώσεων της και εκφράζεται από τη σχέση:

Αριθμοδείκτης Ταμειακής Ρευστότητας = · Διαθέσιμο Ενεργητικό Αηξιπρόθεσμες Υποχρεώσεις

Ο αριθμοδείκτης δείχνει πόσες ιρορές τα διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία μιας ετηχειρήσεως καλύπτουν τις ληξυτρόθεσμες υποχρεώσεις της.

2.4.1.4 Αριθμοδείκτης Αμυντικού Χρονικού Διαστήματος

Ο αριθμοδείκτης αμυντικού χρονικού διαστήματος είναι το πηλίκο της διαιρέσεως των αμέσως ρευστοποιήσιμων στοιχείων μιας επιχείρησης προς τις ημερήσιες προβλεπόμενες λειτουργικές δαπάνες αυτής και εκφράζεται από τη σχέση;

Αριθμοδείκτης Αμυνηκού _ Διαθέσιμα + Απαιτήσεις Χαρακτήρα Χρονικού Διαστήματος Προβλεπόμενες Ημερήσιες

Αειτουργικές Δαπάνες

Με τον όρο προβλεπόμενες ημερήσιες λειτουργικές δαπάνες νοούνται τόσο οι τρέχουσες όσο και οι μελλοντικές δαπάνες που απαιτούνται για την συνέχιση της ομαλής λειτουργίας μιας ετηχείρησης και βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο τω· λειτουργικών

-2 0-

(26)

δαπανών (κόστος πωληθέντων + δαπάνες διοικήσεως + δαπάνες διαθέσεαιν + διάφορες καθημερινές πληρωμές) με τον αριθμό των ημερών του έτους (365 ημέρες)

1.42 Αριθμοδείκτες Αραστηριότητας

2.4.2.1 Γενικά

Υπάρχουν διάφοροι μέθοδοι που μπορούν να μετρήσουν την παραγωγικότητα και το βαθμό χρησιμοποιήσεως των περιουσιακών στοιχείων της επιχειρήσεως.

Η χρησιμοποίηση ορισμένων αριθμοδεικτών δραστηριότητας βοηθά να προσδιορίσουμε το βαθμό μετατροπής ορισμένων περιουσιακών στοιχείων.

Είναι απαραίτητο να προσδιορίζονται οι αριθμοδείκτες δραστηριότητας οι οποίοι είναι οι εξής;

1. Αριθμοδείκτης ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων.

2. Αριθμοδείκτης ταχύτητας βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων.

3. Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων.

4 Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας καθαρού κεφαλαίου κινήσεως.

5. Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας ιδίων κεφαλαίων.

2.4.2.2 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Εισπράξεως Απαιτήσεων

Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας εισπράξεως απαιτήσεως είναι το πηλίκο της διαιρέσεως των καθαμ <ν πωλήσεων με το μέσο όρο των ατταιτήσεων.

Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Καθαρές Πωλήσεις Εισπράξεως Απαιτήσεων Μέσος Όρος Απαιτήσεων

Ως καθαρές πωλήσεις νοούνται αυτές που εμφανίζονται στο τέλος της χρήσεως.

Για την περίπτωση των απαιτήσεων είναι προτιμότερο να πάρουμε το μέσο όρο των

(27)

απαιτήσεων, της αρχής και του τέλους χρήσης διότι οι απαιτήσεις ότιως εμφανίζονται στον Ισολογισμό, δηλ. στο τέλος χρήσεως, δεν δίνουν αντιπροσωπευτική εικόνα.

Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας εισπράξεως απαιτήσεων δείχνει πόσες φορές, κατά μέσο όρο, εισπράττονται κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσεως οι απαιτήσεις της επιχειρήσεως.

Για τον υπολογισμό της χρονικής περιόδου που απαιτείται για την είσπραξη των απαιτήσεων της χρησιμοποιείται ο αριθμοδείκτης της μέσης διάρκειας παραμονής των απαιτήσεων στην επιχείρηση:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Μέση διάρκεια 365 X Μέσο Ύψος Απαιτήσεων παραμονής απαιτήσεων Καθαρές Πωλήσεις

2.4.2.3 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Βραχυπρόθεσμων Υποχρεώσεων

Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο αγορών της χρήσεως με το μέσο ύψος βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων προς τους προμηθευτές της (προμηθευτές και γρ. πληρωτέα), με την προϋπόθεση ότι όλες οι αγορές γίνονται με πίστωση.

Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Αγορές

Βραχυπρόθεσμων Υποχρεώσεων Μέσο Ύψος Βραχ. Υποχρεώσεων

Αν διαιρέσουμε τον αριθμό των ημερών με το παραπάνω αριθμοδείκτη, τότε έχουμε σε αριθμό ημερών, το χρονικό διάστημα που οι υποχρεώσεις παραμένουν απλήρωτες και χρησιμοποιούμε την παρακάτω σχέση;

Μέση Διάρκεια Παραμονής Μέσο Ύψος Βραχ. Υποχρεώσεων X 365

Βραχυπρόθεσμων Υποχρεώσεων Αγορές

(28)

Στην πράξη το σύνολο των αγορών σπάνια δημοσιεύεται ή δεν δημοσιεύεται καθόλου οπότε χρησιμοτιοιούν αντί αυτού το κόστος πωληθέντων. Στην περίπτωση αυτή ο αριθμοδείκτης ταχύτητας βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων στηρίζεται στη σχέση:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κόστος Πωληθέντων Βραχυπρόθεσμων Υποχρεώσεων ΜέσοΎψος Βραχ. Υποχρεώσεων

Ο παραπάνω αριθμοδείκτης δείχνει πόσες φορές μέσα στη χρήση ανανεώθηκαν οι ληφθείσες από την επιχείρηση πιστώσεις ή αλλιώς πόσες φορές το κόστος πωληθέντων καλύτττει τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις.

2.4.2.4 Αριθμοδείκτης Ταχύτητοις Κυκλοφορίας Αποθεμάτων

Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αττοθεμάτων βρίσκεται αν διαιρέσουμε το κόστος πωληθέντων με το μέσο απόθεμα των προϊόντων, ήτοι:

Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κόστος Πωληθέντων η Κυκλοφορίας Αποθεμάτων Μέσο Απόθεμα Προϊόντων

Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας απχ)θεμάτων δείχνει πόσες φορές ανανεώθηκαν τα αποθέματα της εταχείρησης, σε σχέση με τις πωλήσεις στη χρήση.

Αν διαιρέσουμε τις μέρες του έτους με τον αριθμοδείκτη τότε θα πάρουμε την διάρκεια σε μέρες, που τα αποθέματα χρειάζονται να μετατραπούν σε πωλήσεις.

Έτσι διαπιστώνεται η ταχύτητα με την οποία τα αποθέματα κυκλοφορούν στη διάρκεια της χρήσεως και ελέγχεται ι πιθανή υπεραποθεματοποίηση.

Όταν η ταχύτητα κυκλοφορίας αποθεμάτων είναι χαμηλή συνήθως σχετίζεται με υπεραποθεματοποίηση.. Η μεγάλη ταχύτητα, πάλι, δεν σημαίνει υψηλά κέρδη, γιατί μπορεί να μειώνεται το περιθώριο κέρδους ή να μειώνεται η τιμή πωλήσεως των αποθεμάτων. Η χαμηλή ταχύτητα κυκλοφορίας απχιθεμάτων υποχρεώνει την επιχείρηση

Στο απόθεμα προϊόντων περιλαμβάνονται τόσο τα έτοιμα αποθέματα όσο και οι a ' ύλες και ημικατεργασμένα προϊόντα.

(29)

να διατηρεί υψηλούς τους δείκτες ρευστότητας γιατί ακριβούς αργούν χρονικά να μετατραπουν τα αποθέματα σε μετρητά.

2.4.2.5 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Καθαρού Κεφα>ναίου Κινήσεως

Βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο των καθαρών πωλήσεων μιας επιχείρησης με το σύνολο των καθαρών κεφαλαίων κίνησης. Ήτοι:

Αριθμοδείκτης Ταχύτητας _ Καθαρές Πωλήσεις Καθαρού Κεφαλαίου Κίνησης Καθαρό Κεφάλαχιο Κίνησης

Ο αριθμοδείκτης αυτός δείχνει ποιο είναι το ύψος των πωλήσεων που επιτεύχθηκε από κάθε μονάδα καθαρού κεφαλαίου κινήσεως και αν η επιχείρηση διατηρεί μεγάλα κεφάλαια κινήσεως, σε σχέση με τις πωλήσεις.

Ένας υψηλός αριθμοδείκτης μπορεί να παρέχει ένδειξη ανεπάρκειας κεφαλαίων κινήσεως και χαμηλή ταχύτητα ανανεώσεως των αποθεμάτων ή ταχύτητας εισπράξεως απαιτήσεων.

Στη περίπτωση αυτή, η ανεπάρκεια στα κεφάλαια κινήσεως μπορεί να συνοδεύεται από αυξημένες τρέχουσες υποχρεώσεις, οι οποίες ενδέχεται να είναι ληξιπρόθεσμες πριν απο την μετατροπή αποθεμάτων έτοιμων προϊόντων και απαιτήσεων σε μετρητά.

Χαμηλή ταχύτητα κυκλοφορίας κεφαλαίων μπορεί να είναι αποτέλεσμα υπεραυξημένων καθαρών κεφαλαίων κίνησης χαμη>.ής ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων και απαιτήσεων ή ενός αυξημένου ποσού κεφαλαίου κίνησης επενδυμένου σε προσωρινές επενδύσεις.

Οσο περισσότερες είναι οι πωλήσεις, σε σχέση με το καθαρό κεφάλαιο, τόσο λιγότερο ευνοϊκή είναι η κατάσταση της επιχείρησης, αν η ταχύτητα κυκλοφορίας των κεφαλαίων κίνησης επιτεύχθηκε με τη χρησιμοποίηση αυξημένων βραχυχρόνιων πιστώσεων.

(30)

Υττάρχ':! στενή σχέση μεταξύ των πωλήσεων και του κεφαλαίου κίνησης, γιατί όσο αυξάνουν οι πωλήσεις τόσο περισσότερα κεφάλαια κίνησης χρειάζονται για αποθέματα και για αυξημένες τηστώσεις στους πελάτες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

2Α.2.6 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκ>α>φορίας Ενεργητικού

Ο αριθμοδείκτης αυτός είναι το ττηλίκο της διαιρέσεως των καθαρών τιωλήσεων μιας χρήσεως με το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων της επιχειρήσεως, που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια της χρήσης, ήτοι:

Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Καθαρές Πωλήσεις g Κυκλοφορίας Ενεργητικού Σύνολο Ενεργητικού

Ένας υψηλός αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας ενεργητικού σημαίνει ότι η επιχείρηση χρησιμοποιεί εντατικά τα περιουσιακά της στοιχεία προκειμένου να πραγματοποιήσει τις πωλήσεις της.

Αντίθετα, ένας χαμηλός αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας ενεργητικού αποτελεί ένδειξη όχι εντατικής χρησιμοποίησης των περιουσιακών της στοιχείων, οπότε θα πρέπει ή να αυξήσει το βαθμό χρησιμοποιήσεως ή να προβεί σε ρευστοτιοίηση των περιουσιακών στοιχείων αυτής.

Η ανοδική πορεία του εν λόγω αριθμοδείκτη διαχρονικά παρέχει ένδειξη μιας τηο εντατικής εκμεταλλεύσεως των στοιχείων του ενεργητικού και τούτο γιατί η άνοδος συνδέεται είτε με την άνοδο πωλήσεων είτε με την αναλογικά μεγαλύτερη αύξηση των πωλήσεων σε σχέση με την αύξηση του ενεργητικού.

Αντίθετα μείωση του αριθμοδείκτη διαχρονικά παρέχει ένδειξη μιας ολοένα μικρότερης χρησιμοποίησης του ενεργητικού. Η ερμηνεία του αριθμοδείκτη πρέπει να είναι προσεκτική γιατί οι πωλήσεις της επιχείρησης αναφέρονται σε τρέχουσες τιμές ενώ

* Οι Καθαρές Πωλήσεις = Πωλήσεις - (Επιστροφές Πωλήσεων ^ Εκπτώσεις).

Επίσης αν το σύνολο του Ενεργητικού Αρχής διαφέρει σημανακά απ ’ το Ενεργητικό Τέλους Χρήσης τότε το πραγματικό ύψος βρίσκεται ως εξής:

(Σύνολο Ενεργητικού Αρχής Σύνολο Ενεργητικού Τέλους) / 2 -2 5-

Referências

Documentos relacionados