• Nenhum resultado encontrado

[PENDING] ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΕΠΙΠΛΩΝ (ΔΡΟΜΕΑΣ Α.Β.Ε.Ε.Α.) ΓΙΑ ΤΑ ΕΤΗ 2005-2009

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΕΠΙΠΛΩΝ (ΔΡΟΜΕΑΣ Α.Β.Ε.Ε.Α.) ΓΙΑ ΤΑ ΕΤΗ 2005-2009"

Copied!
53
0
0

Texto

(1)

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΣΧΟΛΗΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ 2011

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ

ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΕΠΙΠΛΩΝ

(ΔΡΟΜΕΑΣ Α.Β.Ε.Ε.Α.) ΓΙΑ ΤΑ ΕΤΗ 2005-2009

ΣΤΑΜΟΥΛΗ ΣΤΕΦΑΝΙΑ-ΜΑΡΙΑ Α.Ε.Μ.: 8325

(2)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ - ΠΡΟΦΙΛ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΡΟΜΕΑΣ ΑΒΕΕΑ... 9

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ - ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ...13

2.1 ΔΕΙΚΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ... 16

2.2 ΔΕΙΚΤΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ... 20

2.3 ΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΜΕΙΑΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ...22

2.4 ΔΕΙΚΤΗΣ ΑΜΥΝΤΙΚΟΥ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ... 23

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ - ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ... 26

3.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ... 27

3.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ... 28

3.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ....30

3.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΙΝΗΣΗΣ... 32

3.5 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ... 34

3.6 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΠΑΓΙΩΝ...37

3.7 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ...39

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ - ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ...41

4.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ ΜΙΚΤΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ... 42

4.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ... 43

4.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ... 45

4.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ...47

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ... 49

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ - ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ...52

(3)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

(4)

Οι αριθμοδείκτες είναι σχέσεις μεταξύ μεγεθών, λογιστικής ή στατιστικής προελεύσεως, που καταρτίζονται με σκοπό τον προσδιορισμό της πραγματικής θέσεως ή της αποδοτικότητας των διαφόρων τμημάτων ή ολοκλήρων τομέων της οικονομικής μονάδας και σε τελική ανάλυση , της πραγματικής καταστάσεως ολόκληρης της οικονομικής μονάδας ή και γενικότερα του κλάδου στον οποίο ανήκει η μονάδα αυτή.

Με τους αριθμοδείκτες προσδιορίζεται η σχέση μεταξύ βασικών επιχειρηματικών μεγεθών, διευκολύνεται η επιχειρηματική δράση και επεξηγούνται τα αποτελέσματα που προκύπτουν από αυτήν. Με το σύστημα των αριθμοδεικτών προσδιορίζεται επίσης, ο βαθμός αποδόσεως των διαφόρων δραστηριοτήτων της οικονομικής μονάδας, με σκοπό την ορθολογικότερη εκμετάλλευση των μέσων δράσεώς της.

Με την χρήση αριθμοδεικτών στην οικονομική ανάλυση μιας επιχείρησης μπορούμε να προσδιορίσουμε παραδείγματος χάρη εάν υπάρχει περίσσεια ή έλλειμμα στα αποθέματα, εάν τα διαθέσιμα επαρκούν ώστε να κινηθεί άνετα και να λειτουργεί ομαλά η επιχείρησης και σε περίπτωση που θα εμφανιστεί μια ευκαιρία να την εκμεταλλευτεί, εάν οι απαιτήσεις είναι υπέρογκες και η αποπληρωμή τους γίνεται με δυσκολία και γενικότερα ποια είναι η αξία της επιχείρησης και εάν αυτή είναι βιώσιμη.

Η συσχέτιση βασικών μεγεθών από τη θέση και τη δραστηριότητα των οικονομικών μονάδων και ο προσδιορισμός των αριθμοδεικτών , που γίνεται με βάση τα μεγέθη αυτά, οδηγεί στη δημιουργία μιας πυραμίδας, στην κορυφή της οποίας βρίσκεται ο δείκτης:

Αποτελέσματα Ίδια κεφάλαια

Με την παραπέρα ανάλυση του κορυφαίου αυτού δείκτη προχωρεί η διερεύνηση στην οικονομική μονάδα προς τρεις βασικές κατευθύνσεις:

(5)

α. την ανάλυση της οικονομικής διαρθρώσεώς της β. την ανάλυση της αποδοτικότητας της

γ. την ανάλυση της διαχειριστικής πολιτικής της.

Γ ια την κατάρτιση των αριθμοδεικτών τα λογιστικά μεγέθη λαμβάνονται από :

• τον ισολογισμό

• το λογαριασμό γενικής εκμεταλλεύσεως

• το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως

• τους λογαριασμούς της γενικής εκμετάλλευσης

• τους λογαριασμούς της αναλυτικής λογιστικής

• τα λογιστικά και εξωλογιστικά έντυπα και στατιστικά στοιχεία της οικονομικής μονάδας

Οι αριθμοδείκτες καταρτίζονται με βάση τους εξής κανόνες :

1) Η συσχέτιση των μεγεθών γίνεται κατά τρόπο ώστε οι δείκτες -αριθμοί που προκύπτουν να είναι ευθέως ανάλογοι με την κατάσταση που απεικονίζουν, δηλαδή οι υψηλότεροι δείκτες να αντιστοιχούν σε ευνοϊκότερες καταστάσεις και οι χαμηλότεροι σε δυσμενέστερες.

2) Τα μεγέθη των συσχετίσεων επιλέγονται κατά τρόπο που να μειώνει στο ελάχιστο π.χ. τα λάθη ή τις επιπτώσεις νομισματικών διακυμάνσεων.

3) Στη θέση των απόλυτων τιμών, κατά το δυνατό, λαμβάνονται οι τιμές μέσου όρου.

4) Οι δείκτες που αναφέρονται στην έννοια του κόστους, κατά κανόνα, εκτιμούνται σε συσχέτιση με δείκτες που η σύνθεσή τους βασίζεται σε ποσοτικά δεδομένα.

5) Δείκτες που οι όροι τους αναφέρονται σε διάστημα χρήσεως μικρότερο από δώδεκα (12) μήνες δεν είναι ενδεικτικοί της όλης καταστάσεως της οικονομικής μονάδας και κρίνονται πάντοτε σε συσχέτιση με δείκτες αντίστοιχων χρονικών

(6)

6) Οι δείκτες καλύπτουν όλους τους τομείς δραστηριότητας της οικονομικής μονάδας. Για το λόγο αυτό ταξινομούνται σε ομάδες κατά τρόπο που να επιτρέπει μια αρκετά πλατύτερη ανάλυση κάθε δραστηριότητας .

ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΓΛΣ1

Για την κατάρτιση των αριθμοδεικτών που εξασφαλίζονται από το Γενικό Λογιστικό Σχέδιο, οι οικονομικές μονάδες οδηγούνται από τις αρχές της ορθολογικής διαχειρίσεως και διοικήσεως και από τη σκοπιμότητα βελτίωσης και συστηματοποιήσεως της οικονομικής έρευνας και αναλύσεως στον τομέα της δραστηριότητας τους. Οι ακόλουθοι βασικοί στόχοι, που διέπουν την κατάρτιση των αριθμοδεικτών λαμβάνονται υπόψη από τις οικονομικές μονάδες :

^ Η εξασφάλιση των μέσων διαγνώσεως και εκτιμήσεως των όρων ή συνθηκών κάτω από τις οποίες λειτουργούν οι οικονομικές μονάδες .

^ Η κατάρτιση των δεικτών με τρόπο ενιαίο, ώστε να είναι δυνατή η σύγκρισή τους με τους δείκτες ομοειδών οικονομικών μονάδων,

^ Η καλύτερη αξιοποίηση του λογιστικού και στατιστικού υλικού των οικονομικών μονάδων, για την εξυπηρέτηση όχι μόνο των αναγκών τους και πλατύτερα εκείνων που ασχολούνται με την έρευνα των διάφορων τομέων της επιχειρηματικής δραστηριότητας, αλλά και γενικότερα, π.χ. των Οργανισμών ή Υπηρεσιών που ασχολούνται με οικονομικές και κοινωνικές μελέτες σε υψηλότερο επίπεδο.

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΧΡΗΜΑ ΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ2

1. 1 Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο, Δ. Καούνης, Αθήνα 1999.

2.

(7)

Θεωρητικά, θα μπορούσε να υπάρξει ένα υπεράριθμο πλήθος αριθμοδεικτών οι οποίοι θα μπορούσαν να υπολογιστούν με βάση τις λογιστικές καταστάσεις ενός οργανισμού.

Ο καθένας από εκείνους τους αριθμοδείκτες θα μπορούσε να δώσει στον αναλυτή κάποια πληροφορία, αν και πολλοί από αυτούς τους αριθμοδείκτες αναγκαστικά θα ήταν πολύ στενά συσχετισμένοι μεταξύ τους και έτσι θα προσέφεραν στην ουσία παρόμοιες και όχι συμπληρωματικές πληροφορίες. Για το λόγο αυτό, χρειάζεται να υπάρχει κάποια συστηματική μέθοδος βάσει της οποίας θα μπορούσε κάποιος αναλυτής να ταξινομήσει όλους τους αριθμοδείκτες σε κοινές ομάδες. Με τη χρήση μιας συστηματικής μεθόδου ταξινόμησης, ο αριθμός των αριθμοδεικτών ανά ομάδα θα μπορούσε να μειωθεί σημαντικά σε εκείνους οι οποίοι προσφέρουν συμπληρωματική πληροφόρηση.

Στη διεθνή βιβλιογραφία, αναφέρονται τρεις μέθοδοι για την ταξινόμηση των χρηματοοικονομικών αριθμοδεικτών. Η πρώτη μέθοδος βασίζεται στην καθιερωμένη επιχειρηματική πρακτική και τις προσωπικές απόψεις πολλών αναλυτών με μακρά εμπειρία. Τα περισσότερα βιβλία τα οποία γράφτηκαν και γράφονται σχετικά με τη χρηματοοικονομική ανάλυση βασίζουν την ταξινόμηση τους σε αυτή τη «γενικά αποδεκτή» μέθοδο.

Δηλαδή, οι διάφοροι συγγραφείς και αναλυτές προσδιορίζουν εκ των προτέρων ποιες θα πρέπει να είναι οι σχέσεις μεταξύ των διαφόρων μεγεθών και βάσει προκαθορισμένων αυτών συσχετίσεων, εντοπίζονται και παρουσιάζονται ομαδοποιήσεις των διαφόρων δεικτών για κάθε ένα οργανισμό. Η κλασική μέθοδος «ϋϋ Ροηί» χαρακτηρίζεται από αυτή την αφαιρετική λογική. Σε αντίθεση με αυτό τον τύπο λογικής , η τρίτη

3. 2 Αριθμοδείκτες και Management, Walsh, Ciarian- Παπαϊωάννου (μεταφραστής), Τρισεύγενη Επιμελητής Τρουπάκης, Εκδόσεις Πατάκης.

(8)

μέθοδος χαρακτηρίζεται από μια «επαγωγική» (inductive) λογική. Αυτή θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί σαν μια εμπειρική μέθοδος , βάσει της οποίας συλλέγονται εμπειρικά στοιχεία σε σχέση με διάφορους αριθμοδείκτες και αυτά υποβάλλονται σε στατιστική ανάλυση για να εξευρεθεί η οποιαδήποτε εμπειρική σχέση η οποία μπορεί να υπάρχει σε αυτά τα δεδομένα. Η πιο κοινή στατιστική μέθοδος η οποία χρησιμοποιείται είναι η αποκαλούμενη «ανάλυση παραγόντων» (factor analysis), η οποία στην πιο συνηθισμένη της μορφή προσφέρει μια ευκαιρία στον αναλυτή να «εξερευνήσει» τα δεδομένα.

Στη συνέχεια θα παρουσιάσουμε τις ακόλουθες κατηγορίες χρηματοοικονομικών καταστάσεων:

1. Αριθμοδείκτες ρευστότητας μιας οικονομικής μονάδας.

2. Αριθμοδείκτες διαρθρώσεως κεφαλαίων και βιωσιμότητας 3. Αριθμοδείκτες απόδοσης κεφαλαίων

4. Αριθμοδείκτες αποδοτικότητας στοιχείων ενεργητικού 5. Αριθμοδείκτες εκμετάλλευσης στοιχείων

6. Αριθμοδείκτες εξόδων λειτουργίας 7. Χρηματιστηριακοί αριθμοδείκτες.

(9)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΠΡΟΦΙΛ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΡΟΜΕΑΣ ΑΒΕΕΑ

(10)

ΠΡΟΦΙΛ ΕΤΑΙΡΙΑΣ 3

Η ΔΡΟΜΕΑΣ ΑΒΕΕΑ ιδρύθηκε το 1979. Δραστηριοποιείται στην παραγωγή και εμπορία επίπλων γραφείου, διαχωριστικών τοιχωμάτων και συστημάτων αρχειοθέτησης. Εδρεύει στη ΒΙ.ΠΕ. Σερρών, 80 ^ βορειοανατολικά της Θεσσαλονίκης. Οι παραγωγικές και κτιριακές εγκαταστάσεις ανέρχονται σε 55.000 τ.μ., επί οικοπέδου 115.0000 τ.μ..

Η παραγωγή είναι καθετοποιημένη με υπερσύγχρονο εξοπλισμό στους τομείς:

• Επεξεργασίας και βαφής ξύλου

• Επεξεργασίας και βαφής χάλυβα

• Χύτευσης Αλουμινίου

• Χύτευσης Πλαστικών

• Χύτευσης Πολυουρεθάνης

• Παραγωγής μεταλλικών εξαρτημάτων

• Τ απετσαρίες

Διαθέτει πιστοποιητικό ISO 9001 : 2000, πιστοποιητικό περιβαλλοντικής προστασίας ^ 14000:2004, EMAS και ΕΛΟΤ 1801. Το 1999 βραβεύτηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την Υγιεινή και Ασφάλεια των Εργαζομένων.

Η εταιρία απασχολεί 271 άτομα προσωπικό εκ των οποίων 52 απασχολούνται στη διοίκηση, οι 30 στις πωλήσεις και τα υπόλοιπα άτομα στην παραγωγή. Η σύνθεση του προσωπικού έχει ως εξής : 51 πτυχιούχοι ανώτατης και ανώτερης εκπαίδευσης, 80 ειδικευμένοι τεχνίτες, 140 άτομα λοιπό προσωπικό.

3www.dromeas.gr

(11)

Το δίκτυο πωλήσεων της εταιρίας περιλαμβάνει 32 επώνυμα καταστήματα στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας και των Βαλκανίων.

Εξάγει ολοκληρωμένα προϊόντα και εξαρτήματα στην Μ. Βρετανία, Αυστραλία, Σαουδική Αραβία, Αραβικά Εμιράτα, Αίγυπτο, Κύπρο, Ρωσία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Σερβία κ.λπ. Συμμετέχει στις διεθνείς εκθέσεις INTERZUM και ORGATEC, οι οποίες πραγματοποιούνται στην Κολωνία της Γερμανίας καθώς και στην INDEX που λαμβάνει χώρα στο Ντουμπάι των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Από τον Νοέμβριο του 2000 οι μετοχές της εταιρίας διαπραγματεύονται στην Κύρια Αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών.

Η εταιρία συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο των εταιριών : α) ΚΕΜ ΑΒΕΕ "Καλούπια Εξαρτήματα Μετάλλου Πλαστικού" με ποσοστό 90%. Η εταιρία ιδρύθηκε το 2002, έχει έδρα τη ΒΙ.ΠΕ Λευκώνα Σερρών και οι παραγωγικές και κτιριακές εγκαταστάσεις της ανέρχονται σε 2.534 τ.μ. σε οικόπεδο 6.655 τ.μ.. Σκοπός της εταιρίας είναι η κατασκευή καλουπιών έκχυσης αλουμινίου και πλαστικών, καθώς και η παραγωγή πλαστικών εξαρτημάτων.

β) DROMEAS ΜΠΓ ΙΕΠΕ Βουλγαρίας με ποσοστό 100% που ιδρύθηκε το 2003. Η εταιρία είναι εγκατεστημένη σε κεντρικό σημείο της Σόφιας Βουλγαρίας και ασχολείται με λιανικές πωλήσεις των προϊόντων στην περιοχή.

Η ΔΡΟΜΕΑΣ είναι σήμερα η μεγαλύτερη εταιρία του κλάδου στην Ελλάδα και μία από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη από πλευράς υποδομής, τεχνολογίας, εγκαταστάσεων, παραγωγικότητας και ποιότητας προϊόντων. Τα προϊόντα της είναι στην πρώτη γραμμή από άποψη αισθητικής, σχεδιασμού, χρηστικότητας και εργονομίας ώστε σε συνδυασμό με την ποιότητα και την ανταγωνιστικότητα των τιμών να προσφέρουν στον πελάτη τα μέγιστα οφέλη.

Η εταιρία από το 2000 υλοποίησε τετραετές επενδυτικό πρόγραμμα, ο προϋπολογισμός του οποίου ανήλθε σε 28,4 εκατ. €.

Με την ολοκλήρωση του επενδυτικού προγράμματος η εταιρία πέτυχε:

(12)

• Τη διεύρυνση της «γκάμας» των παραγόμενων προϊόντων

• Τη βελτίωση του κόστους παραγωγής και ποιότητας προϊόντων

• Την παραγωγή νέων προϊόντων

• Την αύξηση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας των παραγόμενων προϊόντων

• Την οργάνωση των συνθηκών αποθήκευσης και διακίνησης των προϊόντων

• Την εξοικονόμηση ενέργειας

• Την περιβαλλοντική μέριμνα

(13)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ

(14)

Οι αριθμοδείκτες ρευστότητας χρησιμεύουν στον προσδιορισμό της βραχυχρόνιας οικονομικής θέσης ενός οργανισμού , όσο και στην ικανότητα της οικονομικής μονάδας να ανταποκρίνεται στις βραχυχρόνιες της υποχρεώσεις. Οι πιο κοινοί αριθμοδείκτες οι οποίοι χρησιμοποιούνται σε αυτή τη κατηγορία , είναι οι εξής:

■ Αριθμοδείκτης κεφαλαίου κίνησης

■ Αριθμοδείκτης άμεσης ρευστότητας

■ Αριθμοδείκτης ταμιακής ρευστότητας

■ Αριθμοδείκτης αμυντικού χρονικού διαστήματος

Πριν ξεκινήσει η ανάλυση αυτής της κατηγορίας αριθμοδεικτών χρειάζεται να εξηγηθεί η έννοια του κεφαλαίου κίνησης και ο τρόπος υπολογισμού του.

Το ποσό το οποίο εξάγεται από τη διαφορά μεταξύ του συνόλου των βραχυπρόθεσμων στοιχείων του ενεργητικού (συμπεριλαμβανομένων των χρηματικών διαθεσίμων, υπολοίπων στοιχείων του κυκλο- φορούντος ενεργητικού, όπως και των μεταβατικών λογαριασμών του ενεργητικού) και του συνόλου των βραχυπρόθεσμων στοιχείων του παθητικού (συμπεριλαμβανομένων των βραχυπροθέσμων υποχρεώ­

σεων και των μεταβατικών λογαριασμών του παθητικού) καλείται κεφάλαιο κίνησης ή καθαρό κεφαλαίο κίνησης. Το κεφάλαιο κίνησης δηλαδή δείχνει το μέγεθος των κυκλοφοριακών στοιχείων ενεργητικού τα οποία παραμένουν, εάν υποτεθεί ότι εξοφλούνται όλες οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της επιχείρησης.

Μια επιχείρηση θα πρέπει να διατηρεί ένα επαρκή ποσό κεφαλαίου κίνησης έτσι ώστε να μπορεί να ικανοποιεί τις βραχυχρόνιες της υποχρεώσεις, να διαθέτει επαρκεί αποθέματα για τις ανάγκες της παραγωγής ή διάθεσης των προϊόντων στους πελάτες της και να μπορεί να πληρώνει έγκαιρα τους προμηθευτές της για να παίρνει εκπτώσεις στις αγορές της. Μια επιχείρηση η οποία δεν διαθέτει

(15)

επαρκές κεφάλαιο κίνησης ή ακόμη αντιμετωπίζει περιπτώσεις αρνητικού κεφαλαίου κίνησης, δεν μπορεί να εκπληρώσει τις βραχυχρόνιες της υποχρεώσεις και να συνεχίσει την λειτουργία της.

Η ρευστότητα μιας επιχείρησης, σαν γενική έννοια, μπορεί να εξηγηθεί σαν η μετατροπή των αποθεμάτων ή και των πρώτων υλών της επιχείρησης σε πωλήσεις, των πωλήσεων επί πιστώσει σε απαιτήσεις και των απαιτήσεων σε μετρητά.

Η ρευστότητα μιας επιχείρησης εξαρτάται από δύο διαφορετικούς κύκλους ή ομάδες συναλλαγών. Ο πρώτος κύκλος συναλλαγών αφορά τις αγορές της επιχείρησης. Οι αγορές αυξάνουν τις υποχρεώσεις της επιχείρησης προς τους προμηθευτές της οι οποίες εξοφλούνται με μετρητά σε κάποιο μεταγενέστερο χρονικό σημείο. Ενδιάμεσα, η επιχείρηση αυτή εκτελεί παραγγελίες πωλήσεων προς τους πελάτες της οι οποίες αυξάνουν το ύψος των απαιτήσεων προς τρίτους. Οι απαιτήσεις αυτές, με τη σειρά τους, θα μετατραπούν σε μετρητά. Αυτός ο δεύτερος κύκλος ονομάζεται κύκλος πωλήσεων. Σαν αποτέλεσμα, η συνολική ρευστότητα μιας επιχείρησης εξαρτάται τόσο από το χρονικό εύρος του κύκλου αγορών, δηλαδή της συχνότητας εξόφλησης των υποχρεώσεων της επιχείρησης, δηλαδή τη συχνότητα είσπραξης των απαιτήσεων της.

Ο όλος κύκλος αγορών εμπορευμάτων, πωλήσεων, εξόφλησης υποχρεώσεων, και είσπραξης απαιτήσεων, καθορίζει τις ανάγκες μιας επιχείρησης για τη διατήρηση ενός συγκεκριμένου ύψους ρευστότητας.

Στη διεθνή βιβλιογραφία ο όλος αυτός κύκλος καλείται «cash to cash cycle», δηλαδή κύκλος μετατροπής μετρητών.4

5. 4 Ανάλυση Αριθμοδεικτών, Ν. Καρτάλης.

(16)

2,1 ΔΕΙΚΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ

Ο αριθμοδείκτης αυτός δείχνει το μέτρο ρευστότητας μιας επιχείρησης και το περιθώριο ασφαλείας, ώστε αυτή να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στην πληρωμή των καθημερινών απαιτητών υποχρεώσεων. Όσο πιο προβλέψιμες είναι οι εισροές χρημάτων μιας επιχείρησης τόσο είναι γενικότερα αποδεκτός ένας πιο χαμηλός δείκτης.

Ο δείκτης αυτός δείχνει τη φαινομενική ποσοτική σχέση των κυκλοφοριακών περιουσιακών στοιχείων του ενεργητικού στον ισολογισμό της μονάδος με τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις, στο ίδιο χρονικό πλαίσιο του ενός έτους από την ημερομηνία του ισολογισμού και όχι τόσο την ικανότητα της επιχείρησης να ανταποκριθεί στις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της χωρίς να καταφύγει στον πρόσθετο δανεισμό. Επιπλέον, το μέγεθος του δείκτη αυτού χαρακτηρίζει, εφόσον αυτός πραγματικά ελέγχεται από την διοίκηση, την επιχειρηματική προσωπικότητα αυτής σαν επιθετικής ή συντηρητικής .

Χρησιμεύει στην αξιολόγησης της βραχυπρόθεσμης ρευστότητας της επιχείρησης και ιδιαίτερα στη χορήγηση πίστωσης από προμήθειες ή κεφαλαίων κίνησης από τις τράπεζες αλλά και στην διατήρηση αυτής, από τη διοίκηση, σε ορθολογικά επίπεδα.

Ο συγκεκριμένος αριθμοδείκτης είναι τόσο γενικός έτσι ώστε η αξία και η σπουδαιότητα του περιορίζεται, αν αυτός δεν συνοδεύεται και από άλλους συμπληρωματικούς για τον προσδιορισμό της ρευστότητας δείκτες.

Δεν κρίνεται απαραίτητος ο προσδιορισμός των παραπάνω αριθμοδεικτών στην περίπτωση που προκύψει υψηλός αριθμοδείκτης κεφαλαίου κίνησης.

Πρέπει να τονιστεί ότι, επειδή το ύψος των κεφαλαίων κίνησης και το μέγεθος του αριθμοδείκτη εξαρτώνται από πολλούς και ποικίλους παράγοντες μεταξύ των οποίων και το είδος της κάθε επιχείρησης, δεν είναι δυνατό να καθοριστεί ένα «πρότυπο» αριθμοδείκτη για όλες τις

(17)

επιχειρήσεις. Μία ικανοποιητική τιμή για αυτό το δείκτη, είναι η τιμή 2.

Παρ’ όλα αυτά ανάλογα με τον κλάδο στον οποίο ανήκει η επιχείρηση μπορούν να οριστούν κάποια όρια τιμών.

Γ ια παράδειγμα: 1,7 - 2 θα μπορούσε να οριστεί η τιμή του δείκτη για τις βιομηχανίες και 1 , 2 - 2 για τις επιχειρήσεις εμπορίας και παροχής υπηρεσιών.

Πολλές φορές όμως είναι δυνατό, μια επιχείρηση παρά το γεγονός ότι έχει υψηλό αριθμοδείκτη γενικής ρευστότητας να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις τρέχουσες υποχρεώσεις της. Αυτό μπορεί να συμβαίνει διότι η διοίκηση της δεν έχει κάνει ορθολογική κατανομή των πληροφοριακών της στοιχείων σε σχέση με το βαθμό ρευστότητας αυτών.

Σαν παράδειγμα μπορεί να αναφερθούν η υπεραποθεματοποίηση ετοίμων προϊόντων και πρώτων υλών σε σύγκριση με τις πωλήσεις της ή χαμηλή ταχύτητα κυκλοφορίας αυτών, ή ότι στις απαιτήσεις της περιλαμβάνονται τέτοιες «εν καθυστερήσει» οι οποίες δύσκολα θα εισπραχτούν, καθώς και απαιτήσεις οι οποίες εξοφλούνται με δόσεις και οι οποίες συνήθως αποτελούν μακροπρόθεσμες απαιτήσεις. Πέρα από αυτά μια αύξηση των υποχρεώσεων της επιχείρησης συνοδευόμενη από μείωση των πωλήσεων της μπορεί να οδηγήσει σε ανεπάρκεια κεφαλαίου κίνησης.

Το κεφαλαίο κίνησης μιας επιχείρησης δίνει όπως ειπώθηκε παραπάνω, το όριο ασφαλείας για την προστασία των βραχυχρόνιων πιστωτών της.

Βγαίνει το συμπέρασμα λοιπόν, ότι όσο μεγαλύτερο είναι το κεφάλαιο κίνησης της δεδομένης επιχείρησης, τόσο πιο ευνοϊκή είναι η θέση της από την άποψη ότι μπορεί να ανταποκρίνεται :

^ στην πληρωμή των τρεχουσών υποχρεώσεων της, των σταθερών δαπανών, των απαιτητών τόκων και μερισμάτων και

^ στο να απορρόφα τυχόν τρέχουσες ζημίες, μειώσεις στην τρέχουσα αξία των αποθεμάτων και προσωρινών επενδύσεων,

(18)

καθυστερήσεις μεγάλων ποσών απαιτήσεων, καθώς και το κόστος ορισμένων έκτακτων γεγονότων.

Το συμπέρασμα αυτό μπορεί να θεωρηθεί σωστό, όταν η διοίκηση της επιχείρησης κάνει συστηματικό έλεγχο των επί μέρους στοιχείων του κυκλοφορούντος ενεργητικού.

Αν μελετήσουμε την ρευστότητα μιας επιχείρησης από την πλευρά των μετόχων της, τότε μπορεί να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ένας υψηλός αριθμοδείκτης κεφαλαίου κίνησης ενδέχεται να μην αποτελεί και την πλέον συμφέρουσα (κερδοφόρο) θέση, ιδιαίτερα αν η επιχείρηση διατηρεί πολλά ρευστά διαθέσιμα ή έχει να κάνει μεγάλα αποθέματα ή τέλος να έχει χορηγήσει μεγάλες πιστώσεις στους πελάτες της.

Σε γενικές γραμμές ένας χαμηλός αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας παρέχει την ένδειξη ύπαρξης μεγαλύτερου βαθμού κινδύνου στην επιχείρησης απ’ ότι ένας υψηλός αριθμοδείκτης. Εν τούτοις, ένας χαμηλός αριθμοδείκτης μπορεί να δείχνε ότι η διοίκηση της επιχείρησης κάνει μια πιο εντατική χρήση των κυκλοφοριακών της στοιχείων, δηλαδή διατηρεί τα ρευστά διαθέσιμα της στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο ή η ταχύτητα κυκλοφορίας των αποθεμάτων και των απαιτήσεων της βρίσκεται στο ανώτατο δυνατό σημείο.

Πάντως, το ύψος των ρευστών διαθεσίμων εξαρτάται από το πόσο που απαιτείται για να ανταποκριθεί η επιχείρηση στις τρέχουσες υποχρεώσεις της, στις δαπάνες της καθώς και από ένα ποσό για την αντιμετώπιση έκτακτων περιστατικών.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η επάρκεια ή μη κεφαλαίου κίνησης σε μια επιχείρηση εξαρτάται από πολλούς και ποικίλους παράγοντες μεταξύ των οποίων είναι:

^ οι όροι παροχής πιστώσεων προς την επιχείρηση από τους προμηθευτές της σε σχέση με τους όρους παροχής διευκολύνσεων στους πελάτες της για την πώληση των προϊόντων της,

(19)

^ Ο χρόνος είσπραξης των απαιτήσεων και η ταχύτητα είσπραξης αυτών,

^ Η ταχύτητα κυκλοφορίας των αποθεμάτων της επιχείρησης,

^ Τα γενικά χαρακτηριστικά του γενικού χρηματοδοτικού προγράμματος,

^ Η εποχικότητα ή μη της επιχείρησης και η διάρκεια του επιχειρηματικού της κύκλου και

^ Η εξάπλωση ή μη της επιχείρησης, αν δηλαδή η επιχείρησης βρίσκεται στο στάδιο της εξάπλωσης της ή όχι.

Εάν μια επιχείρηση εμφανίζει για μια σειρά ετών συνεχή μείωση του αριθμοδείκτη κεφαλαίου κίνησης, αυτό δείχνει ότι αρχίζει να αναπτύσσεται μια όχι ευνοϊκή κατάσταση για την επιχείρηση όσον αφορά την ικανότητα της να ανταποκρίνεται στις τρέχουσες υποχρεώσεις της. Υπάρχει όμως πιθανότατα μια πτωτική εικόνα του αριθμοδείκτη όχι μόνο να μην δείχνει μη ευνοϊκή οικονομική κατάσταση, αλλά αντίθετα να καταλήγει σε μια πιο ορθολογική χρησιμοποίηση του υπάρχοντος κεφαλαίου κίνησης και ως εκ τούτου η επιχείρηση χρειάζεται σχετικά μικρότερο κυκλοφορούν ενεργητικό.

Υπολογίζουμε το Δείκτης Κυκλοφοριακής Ρευστότητας για τα έτη 2005 - 2009:

ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΕΝΕΡΓ. + ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓ. ΕΝΕΡΓ.

ΒΡΑΧΥΠΡΟΘ. ΥΠΟΧΡ. + ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓ. ΠΑΘΗΤ.

2005 (17.421.821+97.100) / (6.760.891+1.605.295) 2,09 2006 (17.778094+102921) / (6.594.522+1.586.379) 2,19 2007 (18.705.034+112.125) / (6.091.211+1.524.807) 2,47 2008 (17.963.454+111.770) / (7.316.716+1.592.292) 2,03

(20)

Παρατηρούμε ότι τα τρία έτη ο Δείκτης Κυκλοφοριακής Ρευστότητας έχει αυξητική τάση και είναι μεγαλύτερος από τη μονάδα και συνεπώς η επιχείρηση δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα ρευστότητας, αντιθέτως έχει την ικανότητα να εξοφλεί εγκαίρως τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της.

Το ότι ο δείκτης το 2008 και 2009 μειώθηκε, δεν φαντάζει απαραίτητα κακό, διότι υψηλός δείκτης σημαίνει ότι τα κεφάλαια των μετόχων, των δανειστών ή των πελατών αντί να επενδύονται, μένουν αχρησιμοποίητα. Σε κανονικές συνθήκες ένα αποτέλεσμα ίσο με 2 θα είναι πολύ καλό (πάντα όμως εξαρτάται από τον κλάδο στον οποίο εντάσσεται η επιχείρηση).

2.2 ΔΕΙΚΤΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ

Ο δείκτης αυτός δείχνει την σχέση των πλέον ρευστοποιήσιμών κυκλοφοριακών στοιχείων προς τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις αποτελώντας έτσι μια πιο αυστηρή μέτρηση της ικανότητας της επιχείρησης να ανταποκριθεί στις τρέχουσες υποχρεώσεις της.

Επιπλέον, ορίζει τις φορές που τα στοιχεία του ενεργητικού που ρευστοποιούνται άμεσα καλύπτουν τις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις της επιχείρησης.

Ικανοποιητική τιμή: >1.

Μειονέκτημα του αριθμοδείκτη θεωρείται η αδυναμία αξιολόγησης των επιμέρους λογαριασμών που συμμετέχουν στον υπολογισμό πρώτα και πριν αυτοί χρησιμοποιηθούν στο σύνολο τους. Η αδυναμία αυτή μετριάζεται, όσον αφορά τις απαιτήσεις, με την αφαίρεση από το σύνολο τους του λογαριασμού προβλέψεων για επισφαλείς πελάτες.

Στον δείκτη ειδικής ή άμεσης ρευστότητας δεν παρουσιάζονται τα αποθέματα λόγω δυσκολίας ρευστοποίησής τους.

(21)

Υπολογίζουμε το Δείκτης Άμεσης Ρευστότητας για τα έτη 2005 - 2009:

ΚΥΚΛΟΦ. ΕΝΕΡΓ. - ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ+ ΜΕΤΑΒ. ΛΟΓ. ΕΝΕΡΓ.

ΒΡΑΧΥΠΡΟΘ. ΥΠΟΧΡ. + ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓ. ΠΑΘΗΤ.

2005 (17.421.821+97.100-8.398.931) / (6.760.891+1.605.295) 1,09 2006 (17.778.094+102.921-9.651.389) / (6.594.522+1.586.379) 1,01 2007 (18.705.034+112.125-10.322.330) / (6.091.211+1.524.807) 1,12 2008 (17.963.454+111.770-9.573.079) / (7.316.716+1.592.292) 0,95 2009 (20.695.135+110.238-11.952.000) / (11.398.873+1.453.465) 0,69

Τα έτη 2005 - 2007 ο δείκτης είναι μεγαλύτερος από τη μονάδα και η επιχείρηση έχει την ικανότητα να μετατρέπει τα περιουσιακά της στοιχεία σε μετρητά και μέσω αυτών να εξοφλεί της βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της, αλλά από τον αριθμητή αφαιρούμε τα αποθέματα (π.χ. γιατί δεν θέλουμε να αδειάσουμε τις βιτρίνες των καταστημάτων μας για να καλύψουμε τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις). Σε κανονικές συνθήκες ένα αποτέλεσμα ίσο με 1 θα είναι πολύ καλό (πάντα εξαρτώμενο από τον κλάδο).

Αντίθετα, εάν ο αριθμοδείκτης είναι μικρότερος της μονάδος (2008 και 2009) σημαίνει ότι τα ευκόλως ρευστοποιήσιμα στοιχεία της επιχείρησης δεν επαρκούν για να καλύψουν τις τρέχουσες υποχρεώσεις της.

(22)

2.3 ΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΜΕΙΑΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ

Ταμειακή ρευστότητα είναι η ικανότητα εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της επιχείρησης με μετρητά. Στα μετρητά περιλαμβάνονται και τα στοιχεία εκείνα που ρευστοποιούνται εύκολα (στοιχεία ταχύτητας κυκλοφορία ή διαθέσιμα), όπως καταθέσεις όψεως, επιταγές, τοκομερίδια κ.α.

Θεωρείται μειονέκτημα για το δείκτη, όταν μια επιχείρηση σκόπιμα και πλασματικά αυξάνει με διάφορους τρόπους το υπόλοιπο του λογαριασμού Ταμείο κατά την ημερομηνία του ισολογισμού για να βελτιώσει τους δείκτες ρευστότητας. Επιπλέον, ο δείκτης ταμειακής ρευστότητας μπορεί να υπολογιστεί ακριβώς μόνο από τον εσωτερικό ελεγκτή, διότι οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις λήγουν τον επόμενο μήνα, επομένως δεν μπορούν να προκύψουν άμεσα από τις δημοσιευμένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις.

Ικανοποιητική τιμή: <1.

Υπολογίζουμε το Δείκτη Ταμειακής Ρευστότητας για τα έτη 2005-2009:

ΤΑΜΕΙΑΚΑ + ΙΣΟΔΥΝΑΜΑ ΤΑΜΕΙΑΚΑ + ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ ΒΡΑΧ/ΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡ. + ΜΕΤ/ΚΟΙ ΛΟΓ/ΣΜΟΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ

2005 1.642.687 / (6.760.891+1.605.295) 0,20 2006 544.716 / (6.594.522+1.586.379) 0,07 2007 1.706.143 / (6.091.211+1.524.807) 0,22 2008 1.529.034 / (7.316.716+1.592.292) 0,17 2009 1.488.053 / (11.398.873+1.453.465) 0,12

(23)

Ο δείκτης αυτός δείχνει πόσες φορές ΑΜΕΣΑ τα Διαθέσιμα καλύπτουν τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις. ΑΜΕΣΑ σημαίνει: ταμείο, Λογαριασμοί Όψεως και όποιο άλλο στοιχείο του Ενεργητικού ΑΜΕΣΑ ρευστοποιήσιμο (επιταγές ολίγων ημερών) μπορούν να καλύψουν το σύνολο των Βραχυπρόθεσμων Υποχρεώσεων.

Σε όλα τα έτη που εξετάζουμε η ταμειακή ροή είναι μικρότερη του ενός.

Αυτό σημαίνει ότι η εταιρεία έχει δημιουργήσει λιγότερα μετρητά τη διάρκεια του έτους από ότι χρειάζεται για να πληρώσει τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Δηλαδή υπάρχει ανάγκη να συγκεντρωθούν χρήματα για την κάλυψη των υποχρεώσεων.

Η έλλειψη μετρητών μπορεί να σημαίνει λάθη στον προϋπολογισμό της εταιρείας, ή λάθη στην πολιτική που ακολουθεί η εταιρεία για την εξόφληση των απαιτήσεών της.

Αξίζει βέβαια να αναφερθεί ότι ακόμα και τράπεζες δεν εμφανίζουν άμεση ρευστότητα μεγαλύτερης της μονάδος.

2.4 ΔΕΙΚΤΗΣ ΑΜΥΝΤΙΚΟΥ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ

Ο δείκτης αμυντικού διαστήματος δείχνει το βασικό διάστημα βιωσιμότητας, δηλαδή για πόσες ήμερες τα ρευστά και τα ρευστοποιήσιμα στοιχεία της επιχείρησης μπορούν να καλύψουν τα λειτουργικά της έξοδα. Χρησιμοποιείται στην καλύτερη αξιολόγηση της ρευστότητας και στην ομαλή λειτουργία της επιχείρησης σε συνδυασμό και με τους άλλους σχετικούς αριθμοδείκτες αλλά και στην βιωσιμότητα αυτής σε περιπτώσεις κρίσεως.

Μειονέκτημα θεωρείται το γεγονός κατά το οποίο ο δείκτης υποθέτει μια στατικότητα όσον αφορά τις δραστηριότητες εκείνες της επιχείρησης που δημιουργούν τις εισροές ενώ συνεχίζονται οι εκροές. Αυτό ισχύει συνήθως σε επιχειρήσεις με έντονη εποχική διακύμανση και στις οποίες

(24)

ο αριθμοδείκτης έχει εφαρμογή. Επίσης δεν λαμβάνεται υπόψη η πιστοληπτική ικανότητα της επιχείρησης μέσα από την οποία αυτή μπορεί να αντεπεξέλθει αυξάνοντας την αμυντική της ικανότητα. Τέλος, μειονέκτημα θεωρείται η αναγκαιότητα διαχωρισμού των απαραίτητα να πληρωθούν και των ανελαστικών δαπανών για τον αναλυτή ο οποίος δεν έχει πρόσβαση στα βιβλία της επιχείρησης.

Υπολογίζουμε το Δείκτης Άμεσης Ρευστότητας για τα έτη 2005 - 2009:

ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ - ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ*

* ΗΜΕΡΗΣΙΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ = Α-Β+Γ+Δ+Ε+Ζ 365 ΟΠΟΥ: Α: ΚΟΣΤΟΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ

Β: ΕΝΣΩΜ/ΝΕΣ ΑΠΟΣΒΕΣΕΙΣ ΣΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ Γ: ΕΞΟΔΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

Δ: ΕΞΟΔΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Ε: ΕΞΟΔΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ

Ζ: ΧΡΕΩΣΤΙΚΟΙ ΤΟΚΟΙ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΗ ΕΞΟΔΑ

Α Β Γ Δ Ε Ζ

2005 9.182.000 940.000 1.734.000 0 4.132.000 116.000 2006 9.924.000 1.103.000 1.926.000 0 3.962.000 551.000 2007 9.743.988 1.262.298 2.224.162 0 4.237.129 760.000 2008 9.801.099 1.326.634 2.151.937 0 4.287.667 922.000 2009 8.080.964 1.298.909 1.867.612 0 4.173.422 681.000

(25)

ΗΜΕΡΗΣΙΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ

ΔΑΠΑΝΕΣ

2005 38.970

2006 41.808

2007 43.022

2008 43.386

2009 36.998

2005 (17.421.821-8.398.931) / 38.970 231,53 2006 (17.778.094-9.651.389) / 41.808 194,38 2007 (18.705.034-10.322.330) / 43.022 194,84 2008 (17.963.454-9.573.079) / 43.386 193,38 2009 (20.695.135-11.952.000) / 36.998 236,31

Τα αποτελέσματα του δείκτη είναι αρκετά ικανοποιητικά, διότι η επιχείρηση είναι σε θέση να καλύψει τις λειτουργικές της δαπάνες, χωρίς να βασίζεται στα λειτουργικά της έσοδα.

Βέβαια, βλέπουμε μια πτώση τα έτη 2006 έως 2008. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι η εταιρεία εμφανίζει μεγαλύτερες λειτουργικές δαπάνες αυτά τα τρία έτη. Το 2009 λοιπόν η εταιρεία μπόρεσε να μειώσει κατά 6,000 περίπου τα λειτουργικά της έξοδα. Με αυτόν τον τρόπο η τιμή του δείκτη αμυντικού διαστήματος αυξήθηκε και η εταιρεία έχει πλέον μεγαλύτερη ευελιξία στην εξόφληση των λειτουργικών της δαπανών, χωρίς βέβαια να βασίζεται στα λειτουργικά της έσοδα. Θα ήταν καλό για την Δρομέας να αυξήσει το κυκλοφορούν ενεργητικό της (π.χ. αύξηση ταμειακών διαθεσίμων) και να μειώσει τις ημερήσιες λειτουργικές δαπάνες της.

(26)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

(27)

3.1 ΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ

Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων δείχνει πόσες φορές κατά μέσο όρο εισπράττονται κατά τη διάρκεια της χρήσης οι απαιτήσεις της οικονομικής μονάδας.

Χρησιμοποιείται για να μετρήσει την αποτελεσματικότητα της διοίκησης της οικονομικής μονάδας όσο αναφορά στην είσπραξη των απαιτήσεών της. Χρησιμεύει παράλληλα στην εκτίμηση της πιστοληπτικής ικανότητας μιας μονάδας δίνοντας ένα μέτρο κάλυψης που μπορούν να προσφέρουν οι ιδιοκτήτες στους πιστωτές.

Για τον αριθμοδείκτη ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων δεν μπορεί να οριστεί μία ικανοποιητική τιμή. Παρ’ όλα αυτά όσο μεγαλύτερος είναι ο δείκτης, δηλαδή η ταχύτητα λήψης των απαιτήσεων, τόσο μειώνονται οι ημέρες που παρέχει η επιχείρηση πίστωση στους πελάτες, με αποτέλεσμα να μειώνεται ο κίνδυνος είσπραξης των απαιτήσεων.

Παράλληλα η διοίκηση της επιχείρησης είναι σε θέση να παρακολουθήσει ευκολότερα την πορεία επισφαλών απαιτήσεων προς τις συνολικές υποχρεώσεις.

Υπολογίζουμε το Δείκτης ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων για τα έτη 2005 - 2009:

ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ και ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ

Μ. Ο. ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ

2005 6.369.396

2006 6.187.208

2007 6.300.538

2008 6.048.192

2009 6.342.633

(28)

2005 (631.000+287.000)/6.369.396 0,14

2006 (329.000+846.000)/6.187.208 0,19

2007 (359.000+604.000)/6.300.538 0,15

2008 (347.000+563.000)/6.048.192 0,15

2009 (236.000+953.000)/6.342.633 0,19

Παρατηρούμε ότι η τιμή του δείκτη έχει μια αρκετά ομαλή πορεία με μικρές αποκλίσεις από τη μία χρήση στην άλλη. Παρ’ όλα αυτά η τιμή του δεν είναι αρκετά μεγάλη και άρα δεν είναι αρκετά ικανοποιητική. Οι απαιτήσεις εισπράττονται με πολύ αργό ρυθμό, το οποίο σημαίνει ότι η πολιτική της εταιρείας ως προς την είσπραξη απαιτήσεων δεν είναι αρκετά αποτελεσματική.

3.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ.

Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας εξόφλησης βραχυχρόνιων υποχρεώσεων δείχνει πόσες φορές το κόστος πωλήσεων καλύπτει τις αγορές που έγιναν με πίστωση μέσα στη χρήση και υπολογίζεται σε φορές ή μέρες.

Δεν μπορεί να οριστεί μία ικανοποιητική τιμή για τον δείκτη αυτό, απλώς μία επιχείρηση θα μπορούσε να είναι ικανοποιημένη εάν οι ημέρες είσπραξης των απαιτήσεών της είναι ικανοποιητικά λιγότερες από τις ημέρες εξόφλησης των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεών της.

Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας εξόφλησης βραχυχρόνιων υποχρεώσεων μπορεί να συγκριθεί με τον αριθμοδείκτη ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων, εάν είναι ικανοποιητικό.

Παρ’ όλα αυτά πρέπει να σημειωθεί ότι σε περίπτωση που η τάση του δείκτη είναι πτωτική αυτό οφείλεται στον περιορισμό πίστωσης από τους προμηθευτές στην επιχείρηση.

(29)

Υπολογίζουμε το Δείκτης εξόφλησης βραχυχρόνιων υποχρεώσεων για τα έτη 2005 - 2009:

ΚΟΣΤΟΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ - ΕΝΣΩΜ/ΝΕΣ ΑΠΟΣΒΕΣΕΙΣ ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

ΕΝΣΩΜ/ΝΕΣ ΑΠΟΣΒ

Μ.Ο. ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΥΠΟΧΡ.

2005 940.000 2005 7.534.765

2006 1.103.000 2006 6.677.692

2007 1.262.298 2007 6.342.867

2008 1.326.634 2008 6.703.964

2009 1.298.909 2009 9.357.795

2005 (9.182.000-940.000)/7534765 1,09

2006 (9.924.000-1.103.000)/6677692 1,32

2007 (9.743.988-1262298)/6342867 1,34

2008 (9.801.099-1326634)/6703964 1,26

2009 (8.080.964-1298909)/9357795 0,72

Όπως βλέπουμε και σε αυτό τον πίνακα, οι τιμές του δείκτη δεν έχουν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ τους όπως και οι τιμές του αριθμοδείκτης ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων.

Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα των δύο δεικτών , διαπιστώνουμε ότι οι τιμές του δείκτη είσπραξης των απαιτήσεων, δηλαδή οι μέρες είσπραξης των απαιτήσεων είναι μικρότερες από τις μέρες εξόφλησης των υποχρεώσεών της.

(30)

Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική εξόφλησης υποχρεώσεων και είσπραξης απαιτήσεων της εταιρείας ακολουθεί μία αρκετά καλή πορεία, με αποτέλεσμα να εμφανίζει όλο και καλύτερη εικόνα για την επιχείρηση.

3.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ

Ο δείκτης αυτός δείχνει τον βαθμό ανανέωσης των αποθεμάτων της επιχείρησης μέσα στη χρήση. Ή αλλιώς δείχνει τον χρόνο που παρέμειναν τα αποθέματα στην οικονομική μονάδα. Ουσιαστικά, ο αριθμοδείκτης κυκλοφοριακής ταχύτητας αποθεμάτων είναι ένα από τα μέτρα του βαθμού χρησιμοποίησης των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης.

Ικανοποιητική τιμή του δείκτη θα μπορούσε να οριστεί το 10.

Όσο μεγαλύτερος είναι ο δείκτης τόσο πιο αποτελεσματικά λειτουργεί η επιχείρηση. Σε περίπτωση που η τιμή του δείκτη δεν είναι ικανοποιη - τική, τότε θα πρέπει να ελεγχθεί εάν υπάρχει υπεραποθεματοποίηση (χαμηλές πωλήσεις σε σχέση με το υπάρχον απόθεμα).

Υπολογίζουμε το Δείκτης κυκλοφοριακής ταχύτητας αποθεμάτων για τα έτη 2005 - 2009:

________ΚΟΣΤΟΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ_________

ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ ΠΕΡΙΟΔΟΥ

(31)

Μ. Ο. ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ

2005 7.776.588

2006 9.025.160

2007 9.986.860

2008 9.947.705

2009 9.357.795

2005 9.182.000/7.776.588 1,18

2006 9.924.000/9.025.160 1,10

2007 9.744.000/9.986.860 0,98

2008 9.801.099/9.947.705 0,99

2009 8.080.964/9.357.795 0,86

Με μία πρώτη ματιά οι τιμές του δείκτη για όλα τα χρόνια είναι αρκετά χαμηλές με πτωτική τάση. Αυτό είναι αρκετά αρνητικό για την επιχείρηση, διότι το πιο πιθανό είναι να έχει πολλά αποθέματα στις αποθήκες της με αποτέλεσμα αυτά να μένουν απούλητα. Ο μεγάλος όγκος αποθεμάτων είναι υπεύθυνος για τις υπερβολικά χαμηλές τιμές του δείκτη.

Η εταιρεία θα πρέπει να βρει έναν τρόπο ώστε να ελαττώσει τα αποθέματά της και να αυξήσει την ταχύτητα κυκλοφορίας των αποθεμάτων. Ένας τρόπος για να το επιτύχει αυτό είναι να εκθέτει τα αποθεματικά της προϊόντα (stock) σε νέους χώρους διαμορφωμένους για αυτό τα σκοπό καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς.

(32)

3.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΙΝΗΣΗΣ

Πριν υπολογίσουμε τον δείκτη ταχύτητας κυκλοφορίας καθαρού κεφαλαίου κίνησης, θα πρέπει να αναλυθεί ο όρος κεφάλαιο κίνησης.

Κεφάλαιο Κίνησης

Το κεφάλαιο κίνησης μιας εταιρείας είναι το χρηματικό ποσό που είναι δεσμευμένο για τις συνήθεις λειτουργίες της επιχείρησης (εκτός από το πάγιο ενεργητικό) και τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται συνιστούν τους παράγοντες εκείνους που κυρίως επηρεάζουν το συνολικό ρυθμό ταμειακής κίνησης. Επιπλέον το κεφάλαιο κίνησης αποτελεί μέσο μέτρησης ρευστότητας.

Τα μέρη από τα οποία αποτελείται το κεφάλαιο κίνησης είναι το κυκλοφορούν ενεργητικό και το παθητικό της επιχείρησης και η διαφορά ανάμεσα στα ποσά των δύο αυτών μερών αποτελεί τον υπολογισμό για το ύψος του κεφαλαίου κίνησης που απαιτείται, δηλαδή:

ΚΑΘΑΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΙΝΗΣΗΣ= ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ +ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓ. ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ -ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ -ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓ. ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι για την αύξηση του κεφάλαιο κίνησης μιας οικονομικής μονάδας. Κάποιοι από αυτούς είναι οι εξής:

• Έκδοση νέων μετοχών

• Πωλήσεις παγίων περιουσιακών στοιχείων

• Κέρδη από τα έσοδα κεφαλαίων, χρεογράφων κ.α.

(33)

Με τον υπολογισμό του αριθμοδείκτη η επιχείρηση μπορεί να ελέγξει εάν η χρήση του κεφαλαίου κίνησης είναι επαρκής και εάν διατηρεί μεγάλα κεφάλαια κίνησης σε σχέση με τις πωλήσεις αποθεμάτων και υπηρεσιών.

Ικανοποιητικός θα μπορούσε να θεωρηθεί ο δείκτης που η τιμή του είναι υψηλή. Παρ’ όλα αυτά εάν ο δείκτης είναι υπερβολικά μεγάλος και η ταχύτητα κυκλοφορίας κεφαλαίου κίνησης μεγάλη δεν είναι σίγουρο ότι η αποδοτικότητά του είναι μέγιστη. Πολλές φορές ο υψηλός δείκτης είναι ένδειξη ανεπάρκειας κεφαλαίου κίνησης, χαμηλής ταχύτητας ανανέω­

σης των αποθεμάτων και είσπραξης απαιτήσεων.

Αντίθετα, εάν η τιμή του δείκτη είναι μικρή αυτό σημαίνει ή ότι το κεφάλαιο κίνησης έχει πλεόνασμα, ή ότι οι πωλήσεις δεν είναι αρκετά υψηλές.

Υπολογίζουμε το δείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας καθαρού κεφαλαίου κίνησης για τα έτη 2005 - 2009:

ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ κ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΘΑΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΙΝΗΣΗΣ

ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ κ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

2005 16.633.000

2006 18.823.000

2007 19.418.772

2008 10.424.736

2009 16.539.464

(34)

ΚΑΘΑΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΙΝΗΣΗΣ

2005 9.152.765

2006 9.700.114

2007 11.201.141

2008 9.166.216

2009 7.953.035

2005 16.633.000/9.152.765 1,82

2006 18.823.000/9.700.114 1,94

2007 19.418.772/11.201.141 1,73

2008 10.424.736/9.166.216 1,14

2009 16.539.464/7.953.035 2,08

Διαπιστώνουμε ότι ο δείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας καθαρού κεφαλαίου κίνησης είναι αρκετά χαμηλός. Οι λόγοι για τους οποίους ο δείκτης έχει χαμηλή τιμή θα μπορούσαν να είναι οι εξής: α) μικρός όγκος πωλήσεων και β) πλεονάζον κεφάλαιο κίνησης.

Από τον τύπο διαπιστώνουμε ότι οι πωλήσεις της Δρομέας βρίσκονται σε ικανοποιητικά επίπεδα με εξαίρεση το 2008 που έχουν πέσει στο μισό του 2007. Έτσι λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι η εταιρεία κατέχει πλεονάζον καθαρό κεφάλαιο κίνησης.

3.5 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ

Με τη χρήση του αριθμοδείκτη ταχύτητας κυκλοφορίας ενεργητικού η επιχείρηση μπορεί να ελέγξει εν μέρει εάν η διοίκησή της κάνει ορθή χρήση του συνολικού ενεργητικού με σκοπό την επίτευξη ορισμένου όγκου πωλήσεων.

Referências

Documentos relacionados