• Nenhum resultado encontrado

[PENDING] Διευθυντικό δικαίωμα εργοδότη. Μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασιακής σύμβασης

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "Διευθυντικό δικαίωμα εργοδότη. Μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασιακής σύμβασης"

Copied!
80
0
0

Texto

(1)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚ Ο Ε Κ Π Α Ι Δ Ε Υ Τ Ι Κ Ο Ι Α Ρ Υ Μ Λ Κ .\ Β Α .\ Α Σ ΣΧΟ ΛΗ Δ ΙΟ ΙΚ Η Σ Η Σ K .U Ο ίΚ Ο Ν Ό .Μ ΙΑ Σ

ΤΜΗΜΑ ΛΟ ΓΙΣΤΙΚ Η Σ

- Π Τ Υ Χ ΙΑ Κ Η ΕΡΓΑΣΙΑ -

ΘΕΜΑ ; ΔΙΕΥΘ ΥΝ ΤΙΚ Ο ΔΙΚ.\Ιί1ΛΙΑ ΕΡΓΟΔΟΤΗ - ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ B.VAJ1TIKH Μ Ε ΤΑΒΟ ΔΗ ΤΟΝ Ο ΡΟ Ν ΕΡΓΑΣΙ.ΛΚΗΣ Σ Υ Μ Β Α ΣΗ Σ

Σπονδαοτής ΒΑΡΚνΗΣ ΓΕΟΡ ΓΙΟΣ

(Ιοάν\'ΐνα (Α Ρ . Β α λα ω ρίτη 1 5 , 4 5 5 0 0 It>a>"v'iva)

Κ α θιιγιιτή ς ΚΑΜΠ.ΔΝΤΑΗΣ Α Ρ Χ Ο Ν Τ Η Σ

Έ να ρ ξη : 25 - 2 - 1 993 Π α ρά δοσ η : 14 - 9 - 1 9 9 5

(2)

Τ Ε Χ \ Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Ε Κ Π Α Ι Α Ε Υ Τ Ι Κ Ο Ι Α Ρ Υ Μ Α Κ -\Β Α -\-\Σ Σ Χ Ο Α Η Α Ι Ο Ι Κ Η Σ Η Σ Κ Α Ι Ο ΙΚ Ο .\ Ό .Μ Ι-\ Σ

Τ Μ Η Μ Α Α Ο Γ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ

τ.·

Π ^ ! f ^ ^

- Π Τ Υ Χ Ι.\ Κ Η Ε Ρ Γ Α ΣΙΑ -

Θ Ε Μ Α : Α ΙΕ Υ Θ Υ Ν Τ Ι Κ Ο ΑΙΚ Λ.ΙΛΛ1Α Ε Ρ Γ Ο Α Ο Τ Η - Μ Ο Ν Ο Μ Ε Ρ Η Σ B ilA H T IK H Μ Ε ΤΑΒ Ο ΛΗ Τ Ο Ν Ο Ρ Ο Ν Ε Ρ Γ Α Σ ΙΑ Κ Η Σ Σ Υ Μ Β Α Σ Η Σ

Σ π ο υ δ α σ τ ή ς Β.ΥΡΕ,νΗΣ Γ Ε ίΙΡ ΓΙΟ Σ

(Ιω ά ν τ 'ΐν α (Α Ρ . Β α Α α ω ρ ίτη 1 5 , 4 5 5 0 0 Ιω ά ν ν ιν α )

Κ α θ η γ η τ ή ς Κ Α Μ Π .\Ν Τ .\Η Σ Α Ρ Χ Ο Ν Τ Η Σ

'YcJU'yc ο

Έ ν α ρ ξ η : 2 5 - 2 - 1 9 9 3 Π α ρ ά δ ο σ η : 1 4 - 9 - 1 9 9 3

(3)

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΥΝΤΜ ΗΣΕΟΝ

Α.Ε. = Ανώνυμη Εταιρεία

Α.Κ. = Αστικός Κώδικας

Α.Ν. = Αναγκαστικός Νόμος

Απόφ. = .Απόφαση

Αριθμ. = Αριθμός

Α.Τ.Ε. = Αγροτική Τράπεζα Ελλάδας

Β.Δ. = Βασιλικό Διάταγμα

Δ.Ε.Ν. = Δελτίο Εργατικής Νομοθεσίας Ε.Ε.Δ. = Επιθεώρηση ΙΚΑ Ασφαλιστικού κ'

Εργατικού δικαίου

Εδαφ. = Εδάφιο

Εφ. Αθην. = Εφετείο Αθηνών Εφ. Θεσ. = Εφετείο Θεσσαλονίκης Κ. Πολ. Δικ. = Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας Μ.Β,Μ. = Μονομερής Βλαπτικιί Μεταβολή

Μ.Π. = Μονομελές Πρωτοδικείο

Ν. = Νόμος

Ν.Δ. = Νομοθετικό Διάταγμα

Ν.Π.Δ.Δ. = Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου

Παραγρ. = Παράγραφο

Σ.Σ.Ε. = Συλλογική Σύμβαση Εργασίας

Τμ. = Τμήμα

(4)

Π ΙΝ Α Κ ΑΣ Π ΕΡΙΕΧΟΜ ΕΝΟ Ν

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΑΙΕΥΘΥΝΤΙΚΟ ΑΙΚ.\ΙΩΜΑ ΕΡΓΟΛΟΤΗ

ΚΕΦ.λΛΑΙΟ Ιο

1. ΕΝΝΟΙΑ ΑΙΕΥΘΥΝΤ1ΚΟΥ ΑΙΚ.\1ΩΜΑΤΟΣ

ΚΕΦΑ/\ΑΙΟ 2ο

2. .ΑΣΚΗΣΗ ΑΙΕΥΘΥΝΤΙΚΟΥ ΑΙΚ.ΑΙΩΜ.ΑΤΟΣ

ΚΕΦΑΑΑΙΟ 3ο 3. ΕΚΤΑΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΉΣ

3.1 ΑΙΕΥΘΥΝΉΚΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΡΓΟΔΟΤΗ 3.2 ΑΉΟΧΡΕΩΣΗ ΥΠΑΚΟΥΗΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ 3.3 ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ

3.4 ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΕΡΓΑΣΙ.ΑΣ 3.5 ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΕΡΓΑΣΙ.ΛΣ 3.6 ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΕΡΓ.\ΣΕΑΣ

13 13 14 16 16 17 18

ΚΕΦ.ΑΑΑΙΟ 4ο

4. Κ.ΑΤ.ΑΧΡΗΣΗ - ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΥΠΕΡΒ.ΑΣΗΣ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΙΚΟΥ ΔΙΚ.ΑΙΩΜΑΤΟΣ 20

4.1 ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΔΙΕΥΘΥΝΉΚΟΥ ΔΠΟΑΙΩΜΑΤΟΣ 20 4.2 Σ^ΕΠΕΙΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ 20

ΚΕΦΑίΑΑΙΟ 5ο

5. ΝΟΜΟΑΟΓΙΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

(5)

5.1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΛΙΕΥΘΥΝΉΚΟΥ ΔΙΚ,^ΙΟΜΑΤΟΣ ΕΡΓΟΔΟΤΗ

5.2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ Δ.Δ ΕΡΓΟΔΟΤΗ 5.3 ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΑΝ.ΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ 5.4 ΕΚΤΑΣΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΙΚΟΥ ΔΙΚ.ΑΙΩΜΑΤΟΣ 5.5 ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΕΝ.ΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ

ΟΡΓΆΝΩΣΗ Κ.\1 .\ΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ 5.6 ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ Δ1ΕΥΘΥΝΟΝΤΩΝ ΥΠΑΑ.\ΗΔΩΝ

ΣΕ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ 5.7 ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΜΙΣΘΩΤΟΥ

5.8 ΕΝΝΟΙΑ - ΕΚΤΑΣΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ 5.9 ΕΓΚΥΡΗ ΜΕΤ.λΒΟΑΗ ΩΡΑΡΙΟΥ

5.10 ΣΥΜΦΩΝΗΜΕΝΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΝΑ ΜΕΤΑΒΑΔΔΕΙ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ

5.11 ΒΑ.ΑΠΤΙΚΗ ΜΕΤ\ΒΟΑΗ ΕΙΔΟΥΣ ΕΡΓ\ΣΙΑΣ 5.12 ΜΕΤΑΒΟΔΗ ΕΙΔΟΥΣ ΕΡΓΑΣΓ\Σ

23 24

26 27 27 28

28 29 29

ΚΕΦΑ,λΑΙΟ 6ο

6. ΕΓΓΡΑΦΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 6.1 ΑΔ^ΥΑΓΗ ΩΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

6.2 ΕΝΝΟΙΑ ΒννΑΠΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΒΟ/\ΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΥΘΥΝΉΚΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΕΡΓΟΔΟΤΗ

30 30

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ByVAHTIKH ΜΕΤΑΒΟΔΗ ΟΡΩΝ ΕΡΓ.\ΣΓ\Σ

ΚΕΦ.ΑΔ\ΙΟ Ιο 1. ΕΝΝΟΙΑ - ΙΈΝΤΚ.\

ΚΕΦΑ^νΑΙΟ 2ο

2. ΕΚΤΑΣΗ - ΕΦ.λΡΜΟΓΗ 35

2.1 ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΕΝΑΝΤΙ ΜΙΣΘΩΤΟΥ 35

(6)

2.2 ΕΚΤΑΣΗ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΒΛΑΠΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ 2.3 ΕΦΑΡΜΟΓΗ - ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ Β/\ΑΗΤΙΚΗΣ

ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ

2.4 ΣΥΝΈΠΕΙΕΣ ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ Β.ΥΑΠΤΙΚΗΣ ΜΕΤ.ΑΒΟ/\ΗΣ ΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΓ\Σ

35 36

ΚΕΦΑ^ΥΑΙΟ 3ο

3. .4ΣΚΗΣΗ ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΒΛΑΠΉΚΗΣ ΜΕΤ.ΑΒΟΛΗΣ

ΜΕ ΒΑΣΗ ΚΥΡΙΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ 39

3.1 ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ 39

3.2 ΣΥΝΑΙΑΣΜΟΣ ΚΥΡΙΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ 40

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο

4. ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΔΙΙ04ΣΤΗΡΙΩΝ

4.1 ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ Β/ΥΑΠΉΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ 4.2 Κ.ΑΈΑΧΡΗΣΉΚΗ ΜΕΤΑΘΕΣΗ

4.3 ΜΕΤΑΘΕΣΗ - .ΑΠΟΣΙΈΑΣΗ ΜΙΣΘΩΤΟΥ 4.4 ΒΔΑΠΤΙΚΗ ΜΕΈΑΒΟ.ΑΗ - ΜΕΈΑΒΟ.ΑΗ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

ΕΡΓΟΔΟΤΗ

4.4.1 ΜΕΤΑΒΟ.ΑΗ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ 4.4.2 ΔΙΑΔΟΧΗ ΕΡΓΟΔΟΤΗ

4.5 ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΒΑΑΠΉΚΗ ΜΕΤΑΒΟ.ΑΗ ΣΑΤνίΒΑΣΗΣ 4.6 ΜΙΣΘΟΣ - ΠΑΡΟΧΕΣ - ΕΞΕΑΕΥΘΕΡΙΟΤΗΤΑΣ -

ΜΕΙΩΣΗ ΑΠΟΔΟΧΩΝ

4.7 ΑΡΝΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΜΙΣΘΩΤΟΥ Κ.ΑΤΑ ΤΟΥΣ .ΑΡΧΙΚΟΥΣ ΟΡΟΥΣ

4.8 ΒΔΑΠΤΙΚΗ MET.ABO/VH Κ.ΑΙ ΜΕΤΑΘΕΣΗ 4.9 Β.ΔΑΠΤΙΚΗ ΜΕΤ.ΑΒΟΑΗ - ΣΥΜΨΗΦΙΣΜΟΣ ΜΙΣΘΟΥ 4.10 ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ Β.ΑΑΠΤΙΚΗ ΜΕΤ.ΑΒΟ.ΑΗ ΣΥΜΒ.ΑΣΗΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ

4.11 ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ Β.ΑΑΠΤΙΚΗ ΜΕΤ.ΑΒΟ.ΑΗ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤ.ΑΣ 4.12 ΑΠΟΛΑΈΗ ΜΕΤΑ .ΑΠΟ Μ.Β.Μ. ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

- Δ1ΚΟΝΟΜΙΚ.Α

44 44 45 46

47 47 48 49 49

50 51

(7)

4.13 ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΒΛΑΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ 56 - EKAJKHTIKH .ΑΠΟΛΥΣΗ

4.14 ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ Β.ΑΑΠΉΚΗ ΜΕΤ.ΑΒΟ.ΑΗ ΣΥΜΒ.ΑΣΗΣ 56 - ΑΠΟΛΥΣΗ ΕΚ Π.\ΑΝΗΣ

4.15 Β.νΑΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟ/ΑΗ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ 57 ΠΟΥ ΕΞΙΣΟΥΤΑΙ ΜΕ ΑΠΟΛΥΣΗ

4.16 ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΣΥΜΒ.ΑΣΗΣ 57 ΕΡΓΑΣΙΑΣ - Μ.Β.Μ. ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

4.17 ΒΛΑΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ - ΑΙΚ.ΑΙΩΜ.Α ΜΙΣΘΩΤΟΥ 58 - ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΑΥΞΗΣΗΣ ΩΡΑΡΙΟΥ

4.18 .ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΕΚΤΟΣ ΕΔΡ.ΑΣ 59

4.19 ΒΛ.ΑΠΤΙΚΗ ΜΕΤ.ΑΒΟ.ΑΗ 6θ

4.20 .ΑΞΙΩΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ Κ.ΑΙ Ν.Π.Δ.Δ 6ΐ 4.21 ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΣΥΝΙΣΤΩΣΑ Β.ΑΑΠΉΚΗ

METABOiAH 62

4.22 ΚΑΤΑΧΡΗΣΉΚΗ ΚΑΤΑΠΉΑΙΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ Β^ΑΑΠΤΙΚΗ

ΜΕΤ.ΑΒΟΔΗ 63

4.23 ΒΛΑΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΕΠΙ ΣΥΜΒ.ΑΣΕΩΣ

ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ 64

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο

5. ΕΓΓΡΑΦΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓ.ΑΣΙ.ΑΣ 5.1 ΕΝΝΟΙΑ Β.ΑΑΠΤΙΚΗΣ ΜΕΤ.ΑΒΟ.ΑΗΣ Κ.ΑΙ

ΔΙΕΥΘΥΝΉΚΟΥ ΔΙΚ.ΑΙΩΜ.ΑΤΟΣ ΕΡΓΟΔΟΤΗ 5.2 ΕΝΝΟΙΑ Β.ΑΑΠΤΙΚΗΣ ΜΕΤ.ΑΒΟ.ΑΗΣ 5.3 .ΑΑΑΑΓΗ ΩΡ.ΑΣ ΕΝ.ΑΡΞΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

- ΔΕ ΣΑΤίΙΣΤΑ ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

66 66

68

69

ΤΜΗΜΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜ.ΑΤΩΝ

ΒΙΒΛΙΟΓΡ.ΑΦΙΑ

(8)

ΕΙΣΑΓίΙΓΗ

Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου.

Όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από το φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για παρεχόμενη εργασία ίσης αξίας.

Με το νόμο καθορίζονται οι γενικοί όροι εργασίας, που συμπλη­

ρώνονται από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας συναπτόμενες με ελεύθερες διαπραγ-ματεύσεις.

Με τη σύμβαση εργασίας καθορίζονται οι όροι εκτελέσεως της εργασίας, η φύση, η έκταση και το είδος αυτής, ο μισθός κτλ. Οι συμφωνημένοι όροι ισχύουν μόνο εφόσον εξασφαλίζουν στο μισθωτό μεγαλύτερη προστασία από την προβλεπόμενη από το Νόμο, γιατί το εργατικό Δίκαιο διέπεται από τη βασική αρχή του ελαχίστου ορίου προστασίας του μισθωτού. Η σύμβαση εργασίας είναι έγκυρη, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου. Διαφορετικά έχουμε την άκυρη σύμβαση εργασίας ή την απλή σχέση εργασίας.

,Δπό άποψη εξαρτήσεως του μισθωτού έχουμε :

1) τη σύμβαση εξαρτήσεως εργασίας , 2) τη σύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών και 3) τη σύμβαση μισθώσεως έργου.

,λπό άποψη χρονικής διάρκειας έχουμε :

1) τη σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου και 2) τη σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου.

Στο στάδιο της λειτουργίας της σύμβασης εργασίας υποχρεώσεις έχουν και ο μισθωτός και ο εργοδότης,

α) Οι υποχρεώσεις του μισθωτού είναι ; 1) η υποχρέωση για παροχή εργασίας και 2) η υποχρέωση πίστεως.

β) Οι υποχρεώσεις του εργοδότη είναι :

1) η υποχρέωση καταβολιις μισθού και Δώρων εορτών 2) η υποχρέωση πρόνοιας

3) η υποχρέωση για απασχόληση του μισθωτού

•4) η υποχρέωση για παροχή κανονικής άδειας

(9)

5) η υποχρέωση χορήγησης άδειας για ανεύρεση νέας εργασίας στις απολύσεις με προειδοπσίπση

6) η υποχρέωση για έκδοση πιστοποιητικού εργασίας και 7) εκπλήρωση κάθε υπσχρέωσης που επιβάλλουν οι διατάξεις

της εργατικής νομοθεσίας (υγιεινή και ασφάλεια εργασίας - τήρηση ωραρίων εργασίας εβδομαδιαίας ανάπαυσης κλπ.) Οι συνέπειες παράβασης από τον εργαζόμενο τόσο της υποχρέωσης παροχής εργασίας όσο και της υποχρέωσης πίστεως δίνουν το δικαίωμα στον εργοδότη

α) να ζητήσει αποζημιώσεις για ζημιές που υφίσταται β) να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας για σπουδαίσ λόγο γ) να επιβάλει πειθαρχικές ποινές.

Οι συνέπειες παράβασης από τον εργοδότη των υποχρεώσεων του επισύρουν μεγάλες ευθύνες και ποινικές κυρώσεις.

Εκτός όμως από αυτές τους τις υποχρεώσεις, τόσο ο εργαζόμενος όσο και ο εργοδότης έχουν και τα αντίστοιχα δικαιώματά τους.

Για τον εργοδότη το δικαίωμα του προσανατολίζεται στη ρύθμιση κάθε θέματος που αναφέρεται στην οργάνωση και λειτουργία της επιχείρησης του. Αυτό σημαίνει ότι διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη είναι το δικαίωμα να καθορίζει τις συνθήκες και τους όρους εργασίας, δηλαδή τον τόπο - τρόπο - είδος - χρόνο κτλ. της εργασίας με σκοπό την καλή οργάνωση, λειτουργία και ανάπτυξη της επιχείρησης.

Το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη απορρέει απ' αυτή τη φύ­

ση της εργασιακής σύμβασης και όχι από κάποια ειδική διάταξη της εργατικής νομοθεσίας.

Το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη πρέπει να ασκείται σύμ­

φωνα με το άρθρο 281 Α.Κ μέσα στα όρια της καλής πίστης, γιατί υπόκειται σε δικαστικό έλεγ·χο και δεν είναι ανεξέλεγκτο.

Για τον εργαζόμενο το δικαίωμα του αναφέρεται στην αντίδρασή του για την καταγγελία της εργασιακής σύμβασης που προέρχεται από τον εργοδότη και οφείλεται στην μονομερής μεταβολή των όρων της εργασιακής σύμβασης που βλάπτει το μισθωτό.

(10)

Συνεπώς ρονομερής βλαπτική μεταβολή θεωρείται κάθε ενέργεια από μέρους του εργοδότη, που Βλάπτει τα συμφέροντα του μισθωτού είτε υλικά, είτε ηθικά. Η μεταβολή αυτή ισούται με άτακτη καταγγελία της αορίστου χρόνου εργασιακής σύμβασης και πρέπει να προέρχεται από μονομερή ενέργεια του εργ'οδότη και όχι από άλλο λόγο.

Στόχος και σκοπός της μελέτης αυτής είναι η ανάλυση και ο ε­

ντοπισμός όσο το δυνατόν βαθύτερα και εκτενέστερα τόσο του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη όσο και της μονομερής βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας και η διατύπωση των δυνατοτήτων που προσφέρουν το καθένα για τον εργαζόμενο και για τον εργ’οδότη μέσα από τις νομικές διατάξεις που εφαρμόζονται προκειμένου να ελέγξουν τη σωστή εφαρμογ'ή τους.

Η μελέτη αυτή χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος γήνεται η ανάλυση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη και που όπως αναφέρεται και από τον τίτλο δίνεται έμφαση στις ενέργειες και τις κινήσεις του εργοδότη απέναντι στον μισθωτό με αφορμή την οργάνωση και λειτουργία της επιχείρησης που αντιπροσωπεύει.

Στο δεύτερο μέρος γίνεται η ανάλυση της μονομερής Βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας, ανάλυση που δίνει έμφαση στις ενέργειες και τις κινήσεις του μισθωτού απέναντι σε αλλαγές της συμβάσεως εργασίας. Βλαπτικές για τον ίδιο (μισθωτό) προκειμένου να αντιμετωπίσει τις δυσμενείς Βλαπτικές μεταβολές προς το πρόσωπό του από τον εργοδότη.

Το πρώτο μέρος περυλαμβάνει ξεκινώντας από μια εκτενέστερη α­

ναφορά πάνω στην έννοια του διευθυντικού δικαιώματος και την άσκηση εκ μέρους του εργοδότη του δικαιώματος αυτού πάνω στον καθορισμό του είδους εργασίας, τον τρόπο εκτέλεσης της εργασίας, το χρόνο εργασίας και τον τόπο εργασίας.

Συνέχεια γίνεται αναφορά στις συνέπειες μιας υπέρβασης και κατάχρησης του δικαιώματος επιφέροντας αμέσως ή εμμέσως υλική ή ηθική Βλάβη για το μισθωτό. Περνώντας στο κύριο μέρος έχουμε μια εκτενέστερη ανάλυση πάνω στην νομολογία των δικαστηρίων και τέλος το πρώτο μέρος της μελέτης μας κλείνει με την αναφορά

(11)

σε έγγραφα του Υπουργείου Εργασίας.

Το δεύτερο μέρος περιλαμΒάνει στην αρχή μια ανάλυση της μονο­

μερής βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας μέσω της έννοιας, της άσκησης και της εφαρμογής με βάση κάποιων κύριων διατάξεων των άρθρων 7 του Ν2112/20, το Ν3239/55, άρθρα 3όΐ, 648, 652, 200, 26ΐ, 288 του Α.Κ. κ.ά. λόγω ενεργειών του εργοδότη που θεωρούνται βλαπτικές για τον εργαζόμενο.

Στη συνέχεια περνώντας στο κύριο μέρος έχουμε μια εκτενέστερη αναφορά στην νομολογία των δικαστηρίων με τις περιπτώσεις που προκαλούν μονομερή βλαπτική μεταβολή της σύμβασης εργασίας και τέλος το δεύτερο μέρος κλείνει με την αναφορά μας που γίνεται πάνω σε έγ"γραφα του Υπουργείου Εργασίας.

(12)
(13)

Μ ΕΡ Ο Σ Π Ρ Ο Τ Ο

Δ ΙΕ Υ Θ Υ Ν Τ ΙΚ Ο Δ Ι Κ Α Ι Ο Μ Α Τ Ο Υ Ε Ρ Γ Ο Δ Ο Τ Η

Κ Ε Φ Α Α Λ ΙΟ Ιο

1. ΕΝΝΟΙΑ ΑΙΕΥ0ΥΝΤΙΚΟΥ ΑΙΚ-\ΙΩΜΛΤΟΣ

Ο όρος διευθυντικό δικαίωμα χρηοψοποιείται με δύο τουλάχιστον διαφορετικές έννοιες.

Κατά τη μια, την πιο πλατιά έννοια, σημαίνει τη γενική ελευθερία του εργοδότη, να παίρνει κάθε μέτρο σχετιζόμενο με την παροχή εργασίας που κρίνεται κατάλληλο για την καλή οργάνωση της επιχείρησης. Με την έννοια αυτή όλες οι αποφάσεις του εργ'οδότη σχετικά με θέματα εργασίας, αρχίζοντας από την πρόσληψη του μισθωτού ως την απόλυσή του, ανήκουν στο διευθυχαικό δικαίωμα ή τη διευθυντική εξουσία.

Κατά την άλλη έννοια, την πιο στενή σημαίνει το δικαίωμα του εργοδότη να καθορίζει μονομερώς τους όρους εργασίας κατά το μέτρο που δεν καθορίζεται από κάποια άλλη πηγή. Η υλοποίηση αυτού του δικαιώματος γίνεται με διατάξεις, οδηγίες και άλλες μονομερής πράξεις. Με την έννοια αυτή το διευθυντικό δικαίωμα, είναι προσδιοριστικό των όρων εργασίας οι οποίοι, για το λόγο ακριβώς ότι εξειδικεύονται έτσι και γίνονται συγκεκριμένοι από τον εργοδότη, ονομάζονται εξειδικευμένοι ή συγκεκριμένοι όροι σε αντιδιαστολή με τους αφηρημένους και έχουν για χαρακτηριστικό τους ότι, όπως διαμορφώνονται μονομερώς έτσι λοιπόν και μεταβάλλονται μονομερώς.

Ο εργοδότης λοιπόν κατά την άσκηση του διευθυντικού δι­

καιώματος οφείλει να λαμβάνει υπόψη του την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, εψ’ όσον ια λαμΒανόμενα μέτρα ή οι δινόμενες εντολές αφορούν τους περισσότερους μισθωτούς. Ετσι πχ. κατά την κατανομή και την ανάθεση εργασίας (ανάθεση υπερωριακής εργασίας, εργασίας κατά την Κυριακή. Νυχτερινής εργασίας^, όπως επίσης και στην περίπτωση στην οποία δίνει γενικές κατευθύνσεις

(14)

και οδηγίες σχετικά με τη διατήρηση της τήξεως (απαγόρευση καπνίσματος, έλεγχος μισθωτών κ.ά.,). Έτσι κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις οι μισθωτοί πρέπει να τύχουν της ίδιας μεταχειρίσεως.

Έτσι σύμφωνα με το άρθρο 652 Α.Κ. η ρύθμιση κάθε θέματος που αναφέρεται στην οργάνωση και τη λειτουργία της επιχείρησης ανήκει στον εργοδότη. Αυτό σημαίνει ότι το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη είναι το δικαίωμα να καθορίζει τις συνθιικες και τους όρους εργασίας δηλαδή τον τύπο - τρόπο - είδος - χρόνος κτλ. της εργασίας με σκοπό την καλή οργάνωση, λειτουργία και ανάπτυξη της επιχείρησης θΑΠ 627/83 - ΑΠ 842/85).

Το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη, απορρέει από αυτή τη φύση της εργασιακής σύμβασης και όχι από κάποια ειδική διάταξη της εργασιακής Νομοθεσίας ή του Αστικού κώδικα, και συνεπώς δεν μπορεί να υποστηριχτεί ότι αυτό αποτελεί δικαίωμα από κανόνα δημόσιας τάξεως ή αναγκαστικού δικαίου γι' αυτό και δεν είναι απεριόριστο και ανεξέλεγκτο.

Όπως αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα το διευθυντικό δικαίωμα εκ­

φράζει την εξουσία του εργοδότη μέσα στην εκμετάλλευση και την ενότητα της διοίκησης σε αυτή. Πιο συγκεκριμένα εκφράζει την οικονομική εξουσία του εργοδότη στον καθορισμό της τύχης της επιχείρησης, την οργανωτική εξουσία στον καθορισμό της τύχης της ,\ειτουργίας, την προσωπική εξουσία με τον καθορισμό του τρόπου προσαρμογές της συμπεριφοράς του εργαζομένου. Η τεράστια πολιτικοοικονομική σημασία του δικαιώματος αυτού δημιούργέσε έγκαιρα ενδιαφέρον για την απάντηση σε δύο ερωτήματα : - ποια η νομιμοποίηση της εξουσίας του εργοδότη - ποια η νομική φύση του διευθυντικού δικαιώματος

ΙΊ νομιμοποίηση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη με την πλατιά ή την στενή έννοια συμπλέκεται αναπόφευκτα με την ιδεολογική διαμάχη για το κοινωνικό σύστημα. Συνήθως ως νομιμοποιητικά στοιχεία της διευθυντικής εξουσίας φέρονται η ιδιοκτησία ή πιο συγκεκριμένα η κοινωνική λειτουργία της, η σύμβαση και η ένταξη της εκμετάλλευσης. Κάθε ένα από τα στοιχεία

(15)

αυτά δεν μπορεί μόνο του να δώσει επαρκή εξήγηση. Όπως όλοι γνωρίζσυμε μέσα στα πλαίσια του Δημοκρατικού πολιτεύματος, από το σύνταγμα κατοχυρώνεται η ελευθερία επιχειρηματικής δράσης, που αποτελεί έκφραση της ελευθερίας για αξιοποίηση της ιδιοκτησίας και της προσωπικής ελευθερίας του ατόμου που επιτρέπει και την αξιοποίηση της εργασίας τρίτων.

Ο τρίτος συνδέεται με το μηχανισμό της σύμβασης που από το περιεχόμενο της περιέχει προσχώρηση στην εξουσία του εργοδότη.

Έτσι που τελικά εξαρτημένη εργασία σημαίνει εξάρτηση από το κεφάλαιο.

Η εξάρτηση αυτή τυπικά καλύπτει τη φάση της εκμετάλλευσης και δεν επεκτείνεται και στη φάση της σύναψης όπου κυριαρχεί η ισότητα.

Η διευθυντική εξουσία δεν είναι λοιπόν μόνο απόρροια της ιδι­

οκτησιακής εξουσίας, γιατί αυτή είναι εξουσία σε πράγματα. Με την ελευθερία της επιχειρηματικής δράσης μετατρέπεται σε εξουσία στα πρόσωπα. Η επιχειρηματική δράση, ως έκφραση των δύο δικαιωμάτων που αναφέραμε, οδήγ'ησε στη διαμόρφωση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας που με την αύξηση της συγκέντρωσης του κεφαλαίου μετατράπηκε βασικά σε επιχειρηματική ιδισκτησία.

Από τη στιγμή που η προσφυγή στη μισθωτή εργασία έγινε μαζική παρατηρήθηκε το φαινόμενο της συλλογικοποίησης της παραγωγικής διαδικασίας.

Με αυτό το δεδομένο η εξουσία που αναγνωρίζεται στον εργοδότη δεν μπορεί πλέον να υπαχθεί στο ίδιο νομικό καθεστώς με την εξουσία που αναγνωρίζεται στον κύριο της ατομικής ιδιοκτησίας γιατί η λειτουργία της τελευταίας είναι τελείως διαφορετική. Για τον ίδιο λόγο η ανάλυση της διευθυντικής εξουσίας ανήκει συστηματικά στη θεωρία για τη φύση της επιχείρησης και τη δημοκρατική οργάνωσή της.

Εκείνο που μπορούμε να συγκρατήσουμε από τώρα είναι ότι η δη­

μοκρατική οργάνωση της επιχείρησης δε νοείται ως αντικατάσταση της εργσδοτικής εξουσίας, αλλά ως οργ-άνωση της αντεξουσίας της εργασίας, που περιορίζει την ένταση της μονομέρειας της

(16)

εργοδοτικής εξουαίας και ότι παράλληλα το δίκαιο περιέχει τα ερείσματα για περιορισμό των διαφόρων εξουσιών του εργ'οδότη.

Αναφορικά με τη νομική φύση του διευθυντικού δικαιώματος έ­

χουν διατυπωθεί πολλές γνώμες που θα μελετηθούν και θα αναλυθούν σε επόμενο κεφάλαιο σχετικά με την άσκηση του διευθυ\αικού δικαιώματος.

(17)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο

2. ΑΣΚΗΣΗ ΑΙΕΥΘΥΝΠΚΟΥ ΑΙΚ.ΑΙΩΜΑΤΟΣ

Το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη πρέπει να ασκείται σύμφωνα με το άρθρο 281 Α.Κ μέσα στα όρια της καλής πίστης, γιατί υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο και δεν είναι ανεξέλεγκτο.

Περιορίζεσαι από τις γενικές νομοθετικές διατάξεις, τις ουλλογικές συμβάσεις εργασίας, τους εσωτερικούς κανονισμούς εργασίας, τις ατομικές συμβάσεις εργασίας κλπ. που ερμηνεύονται κατά την καλή πίστη και συναλλακτικά ήθη.

Η άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος γίνεται είτε αυτοπροσώπως από τον ίδιο τον εργοδότη, είτε από αντιπρόσωπό του, στον οποίο έχει αναθέσει αυτή την εξουσία (διευθυντής επιχείρησης κλπ.).

Πρέπει να ασκείται αντικειμενικά διότι σε αντίθετη περίπτωση ο μισθωτός μπορεί να θεωρήσει ενέργ'ειες του εργοδότη, βλαπτικές γι' αυτόν, σαν καταγγελία της σύμβασης εργασίας και να αξιώσει τη νόμιμη αποζημίωση. Η άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος που απορρέει από τη νομική φύση του όπως προαναφέραμε αποτελεί μια αναφορά και διατύπωση πολλών και διαφορετικών απόψεων.

Συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκαν όλες οι δυνατότητες που προσφέρει το αστικό δίκαιο γτα το χαρακτηρισμό του διευθυντικού δικαιώματος, όπως οι έν'νοιες του διαπλαστικού, του εξουσιαστικού και του ενοχικού δικαιώματος.

Τις διαταγές που δίνονται στο πλαίσιο της άσκησης αυτού του δικαιώματος άλλοι τις χαρακτηρίζουν ως υλικές πράξεις, άλλοι ως μονομερείς δικαιοπραξίες* και τέλος άλλοι, τις θεωρούν ως (οιονεί) σαν δικαιοπραξίες. Ως την πιο σωστή άποψη, που φαίνεται και να

1. δικαιοπραξία : δήλωση που εκφράζει τη θέληση κάποιου ανθρώπου για κατάργηση, αλλοίωση ή παραγωγή δικαιώματος που αναγ'νωρίζεται από το δίκαιο.

(18)

υπερισχύει σήμερα, θεωρείται αυτή που δέχεται ότι το διευθυντικό δικαίωμα είναι διαπλαστικό και ότι η άσκηση του επιχειρείται με μονομερής δικαιοπραξίες.

Η διευθυντική εξουσία του εργοδότη σημαίνει γενικά πως η ερ­

γασία του μισθωτού μπορεί να παρέχεται μόνο στο πλαίσιο αυτή της εξουσίας και κατά το μέτρο που η ίδια επιτρέπει. Πιο συγκεκριμένα σημαίνει ότι κάθε λεπτομέρεια σχετικά με τον τρόπο, το χρόνο και τον τόπο της εργασίας που δεν έχει καθοριστεί στη σύμβαση εργασίας ή σε άλλη πηγή δικαίου μπορεί να ρυθμίζεται μονυμερώς από τον εργοδότη.

Ο μισθωτός δηλαδή, με όση επιμέλεια και αν εκτελει την εργασία του. δε θεωρείται ότι την εκτελεί κανονικά εφόσον η εκτέλεσή της δεν είναι σύμφωνη με τις οδηγίε

του εργοδότη αποτελεί την ουσίτ Οι όροι παροχής της εργασίι

[γίες του εργοδότη. ,\υτό το προνόμιο σία του διευθυντικού δικαιώματος, σίας δεν καθορίζονται ποτέ τους κατά τρόπο εξαντλητικό. Στη σύμβαση εργασίας υπάρχει πάναα ένας χώρος αοριστίας που νομικά καλύπτεται και από το άρθρο 379 Α.Κ.

Όσο λοιπόν πιο μεγάλη είναι η αοριστία τόσο πιο ευρύ είναι το διευθυντικό δικαίωμα. Και επειδή τα θέματα που αναφέρονται στην τάξη και στη συμπεριφορά του εργαζόμενου μέσα στην εκμετάλλευση δεν αποτελούν συνήθως αντικείμενο διαπραγμά­

τευσης, ο εργοδότης είναι κυρίαρχος να καθορίζει αυτά κατά τρόπο μονομερή.

Με την έννοια αυτή το διευθυντικό δικαίωμα αποτελεί πάντοτε πηγή υποχρεώσεων για το μισθωτό.

Τα όρια του διευθυντικού δικαιώματος περιορίζεται από ό.λες τις υπόλοιπες προσδιοριστικές πηγές των όρων εργασίας, δηλαδή από το νόμο, από τις συλλογ'ΐκές συμβάσεις, από τον κανονισμό εργασίας και από αυτή ακόμη τη σύμβαση.

Παράλληλα η άσκηση του υπόκειται στο γενικό περιορισμό της κατάχρησης δικαιώματος.

Για τον προσδιορισμό της έννοιας της κατάχρησης θα πρέπει ο δικαστής σήμερα να λάβει υπόψη τις νέες ρυθμίσεις του συντάγματος κυρίως τα άρθρα 5. 106 @2 και 22 @1 μέσα από τις

(19)

οποίες συνάγεται η αρχή του αντικειμενικού συμφέροντος της επιχείρησης που επιτρέπει τη στάθμιση από το δικαστή των αντιθέτων συμφερόντων κατά τον έλεγχο μιας απόιρασης του εργοδότη.

(20)

3. ΕΚΤ.ΑΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΉΣ

3.1 Αχευθυντικό Δχκαχωρα του εργοδότη

Ο εργοδότης δικαιούται κατά τη χρήση του άρθρου 652 Α.Κ.

αναφερομένου του διευθυντικού δικαιώματος αυτού, ως ηρος την οργάνωση της επιχείρησής του κατά του προσφερότερου τρόπου, να καθορίζει την έκταση της εργασιακής υποχρέωσης του εργαζόμενου και ειδικότερα να προσδιορίζει το είδος, τον τόπο και το χρόνο παροχής της εργασίας. Το δικαίωμα αυτό είναι διαπλαστικό, διαρκές, ανακλητό, μεταδιβαστό, δεκτό περιορισμού, αλλά ανεπίδεκτου παραιτήσεω^.

Το διευθυντικό δικαίωμα λοιπόν περιορίζεται με Βάση διατάξεις νόμων, με Βάση τον κανονισμό εργασίας και της ατομικής συμβάσεως με Βάση τις γ’ενικές διατάξεις του άρθρου 281 Α.Κ.

ερμηνευόμενες κατά τη καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Εξ' άλλου η άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος του - σύμφωνα με το άρθρο 652 Α.Κ. - εργοδότη απαγορεύεται όταν υπερβαίνει κατά τρόπο προφανή τα εκ της καλής πίστεως ή των χρηστών ηθών ή του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού αυτού, επιβαλλόμενα όρια και μεν την υπέρβαση αυτών των ορίων η άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος αποτελεί προσβολή της προσωπικότητας του μισθωτού και παρέχει σε αυτόν το δικαίωμα ικανοποιήσεως (ηθικής, χρηματικής) λόγω ηθικής Βλάβης.

Επίσης κατά το άρθρο 372 Α.Κ. είναι άκυρος η συμφωνία περί καθορισμού διευθυντικού δικαιώματος κατά την απόλυτη κρίση του εργοδότη ή απεριόριστου διευρύνσεώς του, ενώ κατά το άρθρο 373 του Α.Κ. είναι έγκυρος η συμφωνία περί καθορισμού του διευρυντικού δικαιώματος κατά την απόλυτη κρίση τρίτου.

(Α . Π 594/78 Α .Ε .Ν 34691).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο

1. Βιβ. Σ. Σταμούλη. " το διευθυντικό δικαίωμα εργοδότη"

(21)

Όσο αφορά τώρα τις περιπτώσεις υπέρβασης των παραπάνω ορίων του διευθυντικού δικαιώματος πρόκειται καταχρηστική άσκηση του ή μονομερής υπό του εργοδότη μεταβολή της συμβάσεως, βλαπτική για το μισθωτό, επί συμβάσεως ορισμένης διάρκειας, συνιστούν σπουδαίο λόγ’ο καταγγελίας.

Σε συμβάσεις αορίστου διαρκείας ο μισθωτός γενικά έχει την αξίωση να διεκδικήσει την τήρηση των αρχικών συμβατικών όρων και επί πλέον να ασκήσει τα δικαιώματα επί βλαπτικής μεταβολής.

3.2 Υποχρέωση υπάκουης του μισθωτού

Η υποχρέωση του μισθωτού για παροχή εργασίας ρυθμίζεται από το άρθρο 652 του Α.Κ. σύμφωνα με το οποίο αυτός οφείλει να εκτελεί με επιμέλεια την εργασία του, ευθυνόμενος για την εκ δόλου, ή αμέλεια ζημιά που προξενεί στον εργοδότη.

Η υποχρέωση πίστεως του μισθωτού είναι η υποχρέωση αυτού να καταβάλει κάθε προσπάθεια για την πρόοδο και την ανάπτυξη της επιχείρησης του εργοδότη και να αποφεύγει κάθε τι που μπορεί να βλάψει την επιχείρηση.

Η υποχρέωση πίστεως απορρέει από τις αρχές καλής πίστεως (Α.Κ.

200, 281. 288), και από το χαρακτήρα της σύμβασης εργασίας που είναι προσωπικής φύσεως και στηρίζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη και συνεργασία.

Σαν υποχρεώσεις πίστεως μπορούν να οναφερθούν : α) η υποχρέωση κανονικής απόδοσης της εργασίας β) η καταβολή προσπάθειας για πρόληψη ζημιών

γ) η παροχή εργασίας πέρα του ωραρίου σε περιπτώσεις έκτακτου και επείγουσας ανάγκης

δ) 11 αποφυγή δυσμενών διαδόσεων για την εργασία και η εχε­

μύθεια.

Οι συνέπειες παράβασης από τον εργαζόμενο τόσο της υποχρέ­

ωσης παροχής εργασίας όσο και της υποχρέωσης πίστεως, δίνουν το δικαίωμα στον εργοδότη να προβεί στις εξής ενέργειες ;

(22)

α) να ζητήσει αποζημιώσεις για ζημιές που υφίοτανται β) να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας για σπουδαίο λόγο γ) να επιβάλει πειθαρχικές ποινές βάσηΝ.Α. 3789/57

δ) να ζητήσει ενδεχομένως ποινική δίωξπ του μισθωτού όταν υ­

πάρχει ποινικό αδίκπμα (εχεμύθεια).

Ο μισθωτός λοιπόν υποχρεούται να συμμορφώνεται με την τάξη που επικρατεί στον εργατικό χώρο - περιβάλλον - και που διαμορφώνεται από τον κανονισμό εργασίας και του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη. Εφ' όσον οι κανόνες που θέτονται είναι νόμιμοι και δεν περιορίζουν την προσωπική του ελευθερία.

Η υποχρέωση υπακοής του μισθωτού αναφέρεται στην παραμονή του στους χώρους της εκμετάλλευσης, στην χρησιμοποίηση των εγκαταστάσεων της, στην συμπεριφορά του απέναντι στους άλλους μισθωτούς κλπ. αντιστοιχεί κυρίως στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη και συνδυάζεται προς την εργοδοτική υποχρέωση σεβασμού της προσωπικότητας του μισθωτού.

Η ιδιωτική ζωή του μισθωτού και οι ηθικές, θρησκευτικές, πο­

λιτικές, ιδεολογΊκές πεποιθήσεις και δραστηριότητες του, οι κοινωνικές σχέσεις του και οι υπόλοιπες εκδηλώσεις της προσωπικότητάς του δεν περιλαμβάνονται στην υποχρέωση υπακοής του, παρά μόνο αν επηρεάζουν σημαντικώς την τάξη της εκμετάλλευσης^ ή τα εύλογ'α συμφέροντα του εργοδότη^ οπότε όμως πρόκειται μάλλον περί παραβάσεως της υποχρεώσεως πίστεως.

Η άρνηση υπακοής του μισθωτού επιφέρει τις συνέπειες της αντι- συμβατικής συμπεριφοράς αυτού, και ειδικότερα όσα αναφέρονται παραπάνω.

1. βιβλ. Αεληγιάννη - Κουκιάδη Εργατικό δίκαιο σελ. 216 2. εαμετάλΑενση. λέγεται η οργανωτική ενότητα όπου ο επι­

χειρηματίας επιδιώκει κατά τρόπο διαρκή ορισμένους τεχνικούς - παραγωγικούς σκοπούς. Κύριο χαρακτηριστικό είναι η επίτευξη του παραγωγικού σκοπού και της έχει αναθέσει η επιχείρηση.

3. βιβ. Καρακατσάνης Εργατικό Δίκαιο σελ. 1ό9

(23)

Εάν όμως η άρνηση υπακοής είναι δικαιολογημένη δυνατόν ο εργοδότης να περιέλθει σε υπερημερία ή να κριθεί ως καταχρηστική απόλυση.

3 .3 Ω ς π ρος το είδος εργασίας.

Ο εργοδότης κατά την άσκηση του διευθυντικού του δικαιώματος δεν μπορεί να παίρνει μέτρα, σε ότι αφορά το είδος εργασίας του μισθωτού, που μειώνουν άμεσα ή έμμεσα το μισθωτό ηθικά.

Δεν μπορεί για παράδειγμα να καταστήσει υπάλληλο ή κάποιο τεχνίτη, σε εργάτη, ούτε να μην αναθέτει εργασίες σε κάποιον και να είναι έτσι αυτός αργόμισθος.

Ο εργοδότης μπορεί να ζητάει από το μισθωτό μόνο τις εργασίες εκείνες που ανταποκρίνονται στην ανάλογη θέση του κατά την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Βέβαια όταν το είδος εργασίας δεν είναι απόλυτα προσδιορισμένο μπορεί ο εργοδότης, μέσα στα πλαίσια του διευθυντικού δικαιώματος, να αναθέσει στον μισθωτό και άλλη συναφή εργασία, εφόσον δε θεωρείται μειωτικιτ και δεν υποβιβάζει αυτόν.

3 .4 Ω ς προς τολ' τρόπο εργασίας.

Ο τρόπος που εκτελεί την εργασία ο μισθωτός καθορίζεται από τη σύμβαση εργασίας του ή προκύπτει απ' αυτή. Όταν αυτό δεν προκύπτει τότε ο εργοδότης ασκώντας το διευθυντικό του δικαίωμα καθορίζει το συγκεκριμένο τρόπο εργασίας του κάθε εργαζόμενου, ανάλογα με τις ανάγκες και τη μορφή της επιχείρησης.

Ο μισθωτός έχει υποχρέωση να εκτελεί την εργασία του με επι­

μέλεια σύμφωνα με τις οδηγίες του εργοδότη, εκτός αν είναι αντίθετες με νόμιμες διατάξεις ή είναι ανήθικες ή θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και τη σωματική ακεραιότητά του.

(24)

3.5 Ως προς το χρόνο εργασίας.

Η ημερήσια και εβδομαδιαία απασχόληση των μισθωτών ρυθ­

μίζεται τόσο από γενικές διατάξεις νόμων και διεθνείς διατάξεις εργασίας που κυρώνονται με νόμους όσο και από συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή διαιτπτικές αποφάσεις.

Μέσα στα πλαίσια αυτά ο εργοδότπς, ασκώντας το διευθυντικό του δικαίωμα, μπορεί να καθορίζει τπν έναρξη, λήξη, διακοπές κλπ. της εργασίας των μισθωτών, κατά την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη.

Υπερβάσεις των νομίμων και συμβατών χρονικών ορίων εργασίας επιτρέπονται κατά το νόμο και το άρθρο 659 Α.Κ. εφόσον συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις. Το ωράριο του μισθωτού επιτρέπεται να ρυθμίζεται από τον εργοδότη αν δεν έχει οριστεί από τη σύμβαση εργασίας. Αν ο εργοδότης ασκεί καταχρηστικώς το δικαίωμα του πάνω στην μεταβσλή του ωραρίου, εν όψη των προσωπικών αναγκών του μισθωτού σε σύγκριση με τις ανάγκες της επιχειρήσεως, ο μισθωτός δικαισύται να αξιώσει την τήρηση του αρχικού ωραρίου ή την αποζημίωση απολύσεως.

,Λπό το άρθρο 652 του Α.Κ. προκύπτει ότι η ρύθμιση των θεμάτων που ανάγονται στην οργάνωση και τη λειτουργία της επιχείρησης και αποβλέπουν στην επίτευξη των σκοπών της ανήκει στον εργοδότη, που έτσι μπορεί, εφόσον δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία, να ρυθμίζει το ωράριο του μισθωτού εκτός αν η ρύθμιση αυτή που θίγει το μισθωτό, αποφασίστηκε ύστερα από προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού του δικαιώματος και έρχεται έτσι σε αντίθεση προς τη διάταξη του άρθρου 281 Α.Κ. ενόψει των προσωπικών και οικογενειακών αναγκών και υποχρεώσεων του μισθωτού, συγκρινόμενου με τις ανάγκες και απαιτήσεις της επιχειρήσεωζ.

1. Βλ. Χ.Γκούτο, ,Λπολύσεις Εξαιτίας επιχειρηματικών αναγκών , Δ.Ε.Ν. 1982 σελ. 713

(25)

Εξαιτίας λοιπόν της μεταβολής αυτής με καταγγελία της ουμβάσεως εργασίας κατά το άρθρο 7 του Ν. 2112/20 μπορεί ο μισθωτός να αποκρούσει τη μεταβολή αυτή του ωραρίου του και να απαιτήσει την πληρωμή της νόμιμης αποζημιώσεως ή την τήρηση των προϋφιστάμενων όρων εργασίας.

3.6 Ως προς τον τόπο εργασίας

Όταν ο τόπος όπου εργάζεται ο μισθωτός δεν προκύπτει άμεσα από το είδος της εργασίας στην επιχείρηση που προσλαμβάνεται, τότε ο εργοδότης καθορίζει τον τόπο παροχής της εργασίας του μισθωτού.

Το δικαίωμα βέβαια αυτό του εργοδότη πρέπει να ασκείται μέσα στα όρια της καλής πίστης και του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού του δικαιώματος.

Σε ότι αφορά τις μεταθέσεις των μισθωτών σε άλλο τόπο πρέπει να σημειώσουμε ότι το άρθρο 7 του Ν. 2112/20 απαιτεί συγκατάθεση του μισθωτού για μετάθεσή του στο εξωτερικό.

Για μεταθέσεις από τόπο σε τόπο στο εσωτερικό πρέπει να γίνονται κατά δίκαιη κρίση χωρίς να βλάπτσνται τα συμφέρσντα ταυ μισθωτού, γιατί διαφορετικά θα έχουμε κατάχρηση δικαιώματας όπως π.χ. στην περίπτωση μετάθεσης μισθωτού με σκοπό τον εξαναγκασμό του σε παραίτηση ή για εκδίκηση κλπ. (ΠΡΩΤ. Λ0.

11315/85 - .\Π586/85). .Απαιτείται πά\'Τοτε ο σεβασμός της προσωπικότητας του μισθωτού, η υγεία του, οι οικογενειακές του ανάγκες κλπ.

Η ένΛΌια των όρων "μετάθεση ", "απόσπαση", μετακίνηση εκτός έδρας", "μετακίνηση σε υπηρεσία ταυ ίδιου καταστιίματος" αποτελεί μεταβολιί ως προς τον τόπο εργασίας του μισθωτού,

α) Η μετάθεση. Έτσι νοείται η μόνιμη μεταβολή του τόπου εργασίας από ένα κατάστημα σε άλλο, ανεξάρτητα εάν βρίσκεται στον ίδιο γεωγραφικό χώρο ή όχι.

(26)

6) Η απόσπαση. Έτσι νοείται η προσωρινή αλλαγή του τόπου εργασίας από ένα κατάστπμα σε άλλο ή από υπηρεσία σε υπηρεσία, γ) Μετακίνηση εκτός έδρας. Αηλαδή η προσωρινή ρετάβαοη του υπα.λ\ήλου σε άλλο τόπο απ' αυτόν που υπηρετεί για εκτέλεση διαταγμένης υπηρεσίας, όπως πχ. επιθεώρηση, έρευνα στοιχείων, πραγματογνωμοσύνες κλπ.

δ) Μετακίνηση. Υπάλληλος μετακινείται από μια υπηρεσία του ίδιου καταστήματος (που λειτουργούν σε διαφορετικούς τόπους π κάθε μία) και σε θέση ίδιου Βαθμού, του ίδιου κλάδου.

(27)

Κ Ε Φ Α Λ Α ΙΟ 4 ο

4 . Κ Α Τ Α Χ Ρ Η Σ Η - Σ Υ Ν Ε Π Ε Ι Ε Σ Δ Ι Ε Υ Θ Υ Ν Τ Ι Κ Ο Υ Δ Ι Κ 4 Ι ί 1 Μ Α Τ Ο Σ

Υ Π Ε Ρ Β Α Σ Η Σ

4.1 Κατάχρηση Αιευθυντικοΐι Δικαχώματος

Κατάχρηση δικαιώματος υπάρχει όταν η συμπεριφορά του δικαι­

ούχου και μη διαμορφωμένη πραγματική κατάσταση, συνεπάγεται επαχθής επιπτώσεις στον υπόχρεο κατά την προφανή υπέρβαση των αρχών του άρθρου 281 Α.Κ., η οποία οδηγεί σε αποτελέσματα που αντίκεινται στο αίσθημα περί δικαίου και στην ηθική τάξη και προκαλούν την έντονη εντύπωση της αδικίας. Κατά τη διάταξη λοιπόν του άρθρου 281 του Α.Κ. η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος.

4.2 Συνέπειες Υπέρβασης Διευθυντικού Δικαιώματος

Ο εργοδότης δεν επιτρέπεται να μεταβάλλει μονομερής τους ό­

ρους της συμβάσεως εργασίας με αποτέλεσμα να επέρχεται αμέσως ή εμμέσως υλική ή ηθική βλάβη για το μισθωτό, αν δεν έχει σχετικό δικαίωμα από το νόμο ή τη σύμβαση.

,\λλά και αν ο νόμος ή η σύμβαση παρέχουν στον εργοδότη το δικαίωμα να αναθέτει στον μισθωτό και άλλης φύσεως καθήκοντα, το διευθυντικό αυτό δικαίωμα του, δεν επιτρέπεται να ασκείται καταχρηστικώς. Ο υποβιβασμός του μισθωτού που επιχειρείται εκτός των παραπάνω πλαισίων συνιστά προσβολή της προ­

σωπικότητας του μισθωτού για την οποία δικαιούται να απαιτήσει και χρηματική ικανοηοίηση λόγω ηθικής βλάβης.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 648. 652 παραγρ.

1, 656, 349, 350. 351, 361, Α.Κ. 1, 3, 7, 8 του Ν.2112/20, όπως το

(28)

τελευταίο αυθεντικά ερμηνεύτηκε με τα άρθρα 11 παραγρ. 1 του Α.Ν 547/37 και 5 παραγρ. 3 του Ν.3198/55 προκύπτει ότι η μονομερής Βλαπτική μεταβολή των όρων της ουμΒάσεως εργασίας αορίοτου χρόνου για τον εργαζόμενου εκ μέρους του εργοδότη δε συνεπάγεται τη λύση της εργασιακής σχάσεως, αλλά παρέχει το δικαίωμα στο μισθωτό, μεταξύ άλλων, να αξιώσει την τήρηση των όρων της συμΒάσεως αυτής και την εξακολούθηση της παροχής της εργασίας του με τους ίδιους όρους όπως πριν από τη μεταβολή.

Οπότε σε περιιιτώσεις μη αποδοχής αυτής από τον εργοδότη μπορεί να ζητήσει την καταβολή των αποδοχών του, λόγο της υπερημερίας στην οποία ο τελευταίος περιήλθε.

Σαφώς λοιπόν σύμφωνα με τα άρθρα 648, 652 και 36ΐ Α.Κ., ο εργοδότης έχει το δικαίωμα και με Βάση αυτό μπορεί να ρυθμίζει τα θέματα τα οποία ανάγονται στην οργ'άνωση και τη λειτουργάα της επιχειρήσεως του για να πετύχει τους επιδιωκόμενους σκοπούς της.

Δεν μπορεί να μεταβάλλει μονομερώς τους όρους της εργασιακής σχέσεως, χωρίς να έχει δικαίωμα από το νόμο ή από τη σύμβαση, με αποτέλεσμα να επέρχεται στον εργαζόμενο άμεση ή έμμεση, υλική ή ηθικι'ι αυτού βλάβη.

Έτσι δεν μπορεί μονομερώς να τον υποβιβάζει με την ανάθεση σ' αυτόν καθηκόντων κατώτερης φύσεως ή να προβαίνει σε δυσμενή μεταχείρησή του ως προς τον τόπο, το χρόνο και τον τρόπο παροχής της εργασίας του. Και αν ακόμη η σύμβαση ή ο νόμος παρέχουν στον εργοδότη δικαίωμα αναθέσεως στον εργτιζόμενο καθηκόντων και άλλης φύσεως, το διευθυντικό του αυτό δικαίωμα υπόκειται στους περιορισμούς που θέτουν τα αντικειμενικά κριτήρια του άρθρου 281 Α.Κ.

ΕξάγΥλου από το συνδυασμό των άρθρων 57, 200, 281, 288, 6^*8, 662, 914, 932 Α.Κ. και 2 παραγ'ρ. 1, 5 παραγ'ρ. 1, 22 παραγ-ρ. 1 και 2 του Συντάγματος προκύπτει ότι ο υποβιβασμός του μισθωτού, εφόσον δεν επιχειρείται μέσα στα συμβατικά και νόμιμα πλαίσια που προαναφέρθηκαν, συνιστά προσβολή της προσωπικότητας αυτού γιατί επιφέρει ηθική και επαγγελματική μείωση και του παρεχει το δικαίωμα να ζητήσει εκτός από άλλα και χρηματική ικανοποίηση

(29)

για ανόρθωση της ηθικής βλάβης και ρε υπαιτιότητα του εργοδότη ή των οργάνων του, υπέστη.

(30)

Κ Ε Φ Α Λ Α ΙΟ 5ο

5 . Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α Α Ι Κ -\ Σ Τ Η Ρ ΙΟ Ν

5.1 Περιεχόμενο του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη

Η μονομερής Βλαπτική μεταβολή της ουμΒάσεως από τον εργο­

δότη ισοδυναμεί με απόλυση του μισθωτού. Σαφής προϋπόθεση ότι ο εργοδότης ενεργεί είτε κατά παράβαση της συμΒάσεως ή ειδικών διατάξεων, είτε κατά κατάχρηση του διευθυντικού του δικαιώματος.

Περίπτωση επιτρεπώς μονομερούς μεταβολής των ωρών και του είδους εργασίας, εξαιτίας συχνών απουσιών του μισθωτού (Α.Π.

627/83 - ΤμΒ' - Α.Ε.Ν 1984 σελ. 212). Η ρύθμιση των θεμάτων που ενάγονται στην οργάνωση και λειτουργία της επιχειρήσεως και αποβλέπουν στην επίτευξη των σκοπών της ανήκει στον εργοδότη (άρθρο 652 Α.Κ.) που μπορεί έτσι, εφόσον δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία, να ρυθμίζει το ωράριο εργασίας του μισθωτού, εκτός αν η ρύθμιση αυτή που θίγει το μισθωτό, αποφασίστηκε ύστερα από προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη ιι τα χρηστά ήθη ή τον κοινωνικοοικονομικό σκοπό του δικαιώματος και έρχεται έτσι σε αντίθεση προς τη διάταξη του άρθρου 281 .\.Κ.

Ενόψει των προσωπικών και οικογενειακών αναγκών και υποχρεώσεων ιου μισθωτού, συγκρινόμενων με τις ανάγκες και απαιτήσεις της επιχειρήσεωξ .

.\κόμη όσο αφορά τη μονομερή μεταβολή του είδους εργασίας, βάση του διευθυντικού δικαιώματος του ο εργοδότης δικαιούται να καθορίζει το είδος εργασίας και τον τομέα απασχολήσεως του μισθωτού για την επίτευξη των σκοπών της επιχειρήσεως. Αν όμως μεταβάλλει μονομερώς τους όρους εργασίας με συνέπεια ναμειω-

- 23 -

1. Βλ. X. Γκούτο " Απολύσεις εηαιτίας επιχειρηματικών αναγκών"

Α.Ε.Ν 1982 σελ. 713

(31)

θούν οι αποδοχές του μισθωτού ή να υποβιβαστεί ο υπάλληλος σε εργάτπ.

Ο μισθωτός δικαιούται να αποκρούσει τη μεταβολή αυτή και να απαιτήσει την καταβολή του μισθού του (Α.Ε.Ν 1169)· Εξαίρεση αποτελεί π μονομερής μεταβολή του είδους εργασίας εξ' αιτίας συχνών απουσιών του μισθωτού. (Α.Π. 627/83 - ΤμΒ' - Α.Ε.Ν. 1984 σελ. 212).

5-2 Περιεχόμενο και όρια ΑΑ. εργοδότου ως προς τη μετάθεση μισθωτού.

Μεταξύ των περισσότερων μισθωτών πρέπει να επιλέγ-εται προς μετάθεση^ εκείνος που έχει λιγότερα οικογενειακά βάρη και μι­

κρότερη ηλικία.

Δεν είναι καταχρηστική η μετάθεση του μισθωτού, ο οποίος κατέστησε αδύνατη την αρμονική συνεργ'ασία του με τους συναδέλφους του.

Η μετάθεση που επιβάλλεται από τον κανονισμό της επιχειρήσεως, λόγω συμπλήρωσης ορισμένων ετών στην υπηρεσία, δεν είναι καταχρηστική έστω και αν είναι βλαπτική για το μισθωτό, εφ' όσον συντρέχει υπαιτιότητα του ίδιου. Πειθαρχική τιμωρία μισθωτού λόγο περιστατικών της ιδιωτικής ζωής του τα οποία σχετίζονται με την Υπηρεσία του. ίΜον. Πρωτ. Καλαμάτας 67/87 - Α.Ε.Ν 1988 σε.λ 363).

5.3 Περίπτωση αναδιοργάνωσης επιχείρησης.

Σε περίπτωση αναδιοργάνωσης της επιχείρησης ο εργοδότης έχει την ευχέρεια στα πλαίσια του διευθυντικού δικαιώματος του, να

1. Βλ. σελ. 18

Referências

Documentos relacionados