• Nenhum resultado encontrado

Από τον επιθεωρητή στο σχολικό σύμβουλο: ιστορικο-κοινωνική εξέλιξη και η σημερινή κατάσταση

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Από τον επιθεωρητή στο σχολικό σύμβουλο: ιστορικο-κοινωνική εξέλιξη και η σημερινή κατάσταση"

Copied!
319
0
0

Texto

(1)

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΤΙΚΟΥ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΥ

∆Ι∆ΑΚΤΟΡΙΚΗ ∆ΙΑΤΡΙΒΗ Της Χρυσής ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Θέµα: ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΟ Ιστορικό-κοινωνική αναδροµή και η σηµερινή πραγµατικότητα

Τριµελής Συµβουλευτική Επιτροπή:

Χρυσή ΒΙΤΣΙΛΑΚΗ , Καθηγήτρια Πανεπιστηµίου Αιγαίου, Επιβλέπουσα.

Στέλιος ΧΙΩΤΑΚΗΣ, Καθηγητής Πανεπιστηµίου Κρήτης, Μέλος Συµβουλευτικής Επιτροπής.

Περσεφόνη ΦΩΚΙΑΛΗ, Επίκουρη Καθηγήτρια Πανεπιστηµίου Αιγαίου, Μέλος Συµβουλευτικής Επιτροπής.

Ρόδος 2008

(2)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΤΙΚΟΥ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΥ

∆Ι∆ΑΚΤΟΡΙΚΗ ∆ΙΑΤΡΙΒΗ Της Χρυσής ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Θέµα: ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΟ Ιστορικό-κοινωνική αναδροµή και η σηµερινή πραγµατικότητα

Επταµελής Εξεταστική Επιτροπή:

1. Χρυσή ΒΙΤΣΙΛΑΚΗ , Καθηγήτρια Πανεπιστηµίου Αιγαίου, Επιβλέπουσα.

2. Στέλιος ΧΙΩΤΑΚΗΣ, Καθηγητής Πανεπιστηµίου Κρήτης, Μέλος Συµβουλευτικής Επιτροπής.

3. Περσεφόνη ΦΩΚΙΑΛΗ, Επίκουρη Καθηγήτρια Πανεπιστηµίου Αιγαίου, Μέλος Συµβουλευτικής Επιτροπής.

4. ∆ηµήτριος ΧΑΤΖΗ∆ΗΜΟΥ, Καθηγητής Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, Μέλος εξεταστικής Επιτροπής.

5. Ανδρέας ΜΠΡΟΥΖΟΣ, Καθηγητής Πανεπιστηµίου Ιωαννίνων, Μέλος εξεταστικής Επιτροπής.

6. Ελένη ΤΑΡΑΤΟΡΗ Καθηγήτρια ∆ηµοκριτείου Πανεπιστηµίου Θράκης, Μέλος Εξεταστικής Επιτροπής.

7. Νίκος ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ, Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστηµίου Κρήτης, Μέλος Εξεταστικής Επιτροπής.

Ρόδος 2008

(3)

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ

Τα θέµατα της εκπαίδευσης και κυρίως τα θέµατα του ∆ηµοτικού Σχολείου βρίσκονταν πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός µου. Από τότε λοιπόν που άρχισα να σκέφτοµαι την εκπόνηση µιας διδακτορικής διατριβής µόνο τα θέµατα αυτά µε απασχολούσαν. Στη συνέχεια όταν µε την επιλογή µου στη θέση αυτή άρχισα να υπηρετώ το θεσµό του Σχολικού Συµβούλου και να τον γνωρίζω από µέσα εντάθηκε το ενδιαφέρον µου να τον µελετήσω συστηµατικά. Στις σκέψεις µου αυτές µε παρώθησε πρώτη η καθηγήτρια του Πανεπιστηµίου Αιγαίου κ. Χρυσή Βιτσιλάκη η οποία και δέχτηκε να είναι επόπτης της παρούσας διατριβής. Τις πρώτες ευχαριστίες λοιπόν οφείλω στην κ. Βιτσιλάκη όχι µόνο για την αρχική εκείνη ενθάρρυνση, αλλά και για όλη την ουσιαστική βοήθεια που µου πρόσφερε σε όλη τη διάρκεια της εκπόνησης της διατριβής.

Για τους ίδιους λόγους θέλω επίσης να ευχαριστήσω και τα δύο άλλα µέλη της τριµελούς επιτροπής, τον καθηγητή κ. Στέλιο Χιωτάκη και την επίκουρη καθηγήτρια κ. Φώκιαλη, καθώς και όλα τα µέλη της επταµελούς εξεταστικής επιτροπής για τον κόπο που κατέβαλαν να µελετήσουν τη διατριβή µου. Θα ήθελα όµως εντελώς ξεχωριστά να ευχαριστήσω τον καθηγητή κ. Ανδρέα Μπρούζο για την καλή διάθεση και την προθυµία µε την οποία ανέλαβε να µε καθοδηγήσει στη στατιστική επεξεργασία των δεδοµένων. Χωρίς τη δική του ουσιαστική συµβολή η εργασία αυτή δεν θα είχε ολοκληρωθεί.

Όπως κάθε προσπάθεια έτσι και η παρούσα δεν στηρίζεται µόνο στη βοήθεια όσων επωνύµως αναφέρθηκαν εδώ. Υπάρχει ένα πλήθος άλλων συναδέλφων που βοήθησαν µε τον δικό του τρόπο ο καθένας. Όλους αυτούς τους ευχαριστώ. Ιδιαίτερα ευχαριστώ όµως τους συναδέλφους µου Σχολικούς Συµβούλους, που ανταποκρίθηκαν στη συµπλήρωση των ερωτηµατολογίων. Χωρίς τη δική τους συµβολή δεν θα είχε συγκεντρωθεί αυτό το εµπειρικό υλικό και δεν θα µπορούσε να ολοκληρωθεί η έρευνα. Σήµερα τους ευχαριστώ ακόµη µια φορά και εύχοµαι η παρούσα εργασία να συµβάλει στην αναβάθµιση του θεσµού.

Χρυσή Παπαβασιλείου

(4)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

0. ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟ∆ΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ...8

ΜΕΡΟΣ Α΄ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ∆ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΤΩΝ ∆ΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ∆Α 1. Η ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ...12

1. 1 «Επιτροπή προς επιθεώρησιν των επιτόπιων σχολείων»... 13

1. 2 Επιθεωρητικαί επιτροπαί των κατά τας επαρχίας σχολείων... 16

1. 3 «Επιθεωρητική επιτροπή των κατά νοµούς σχολείων» ... 16

1. 4 Ο γενικός επιθεωρητής των σχολείων... 19

1. 5 Η υπέρτατη εποπτεία... 20

1. 6 Κριτική αποτίµηση... 20

2. Η ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΩΝ 2. 1 Η ∆ΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ Η ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ ΒΤΜΘ΄ ΤΟΥ 1895: Η ΘΕΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΩΝ... 28

2. 1. 1 Εισαγωγή... 28

2. 1. 2 Ο νόµος ΒΤΜΘ΄ περί στοιχειώδους ή δηµοτικής εκπαιδεύσεως... 30

2. 1. 3 Η διοίκηση και η εποπτεία των δηµοτικών σχολείων. ... 35

α. Τα εποπτικά συµβούλια... 35

β. Ο νοµαρχιακός επιθεωρητής... 37

2. 1. 4 Συνοπτική αποτίµηση του νόµου ΒΤΜΘ΄ 1895... 42

2. 2 Η ∆ΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ Η ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 240/1914 ... 47

2. 2. 1 Εισαγωγή... 47

2. 2. 2 Η διοίκηση της εκπαίδευσης... 49

2. 2. 1 Ο Υπουργός των Εκκλησιαστικών και της δηµοσίας εκπαιδεύσεως... 50

2. 2. 2 To εκπαιδευτικό Συµβούλιο... 50

2. 2. 3 Εποπτικά συµβούλια... 54

2. 2. 4 Οι επιθεωρητές... 57

2. 2. 5 Οι γενικοί επιθεωρητές... 60

2. 2. 6 Οι διευθυντές των σχολείων... 62

2. 2. 7 Η εφαρµογή του νόµου... 63

(5)

2. 2. 8 Σύντοµη αποτίµηση του νόµου... 63

2. 3 Η ∆ΙΟΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗΣ ΣΎΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 1242/1919 ... 67

2. 4 ΟΙ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 2857/1922... 73

2. 5 Ο ΝΟΜΟΣ 4653/1930: Η ∆ΙΕΥΘΕΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ∆ΙΟΙΚΗΣΗΣ... 78

2. 5. 1 Λειτουργία και αποστολή των συµβουλίων... 78

α. Ανώτατο Εκπαιδευτικό Συµβούλιο... 78

β. Εκπαιδευτικό Γνωµοδοτικό Συµβούλιο... 80

γ. Εκπαιδευτικόν ∆ιοικητικόν Συµβούλιον... 81

δ. Εποπτικόν Συµβούλιον... 84

2. 5. 3 Κριτική αποτίµηση του νόµου... 85

2. 6 Η ∆ΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 767/1937 ... 90

2. 6. 1 Εισαγωγικά... 90

2. 6. 2 Ο Αναγκαστικός Νόµος 767/1937 «Περί διοικήσεως της εκπαιδεύσεως» ... 90

2. 6. 3 Συλλογικά εποπτικά-διοικητικά όργανα... 91

α. Το Ανώτατο Συµβούλιο Εκπαιδεύσεως... 91

β. Εποπτικά Συµβούλια... 93

β1. Το εποπτικό συµβούλιο... 93

β2. Τα Ανώτερα Εποπτικά Συµβούλια... 95

β3. Το Κεντρικόν Εποπτικόν Συµβούλιον... 96

2. 6. 4 Μονοµελή εποπτικά-διοικητικά όργανα... 97

α. Επιθεωρητές στοιχειώδους εκπαιδεύσεως... 97

β. Οι Γενικοί Επιθεωρητές... 98

2. 6. 4 Κριτική αποτίµηση του νόµου... 99

2. 7 Η ∆ΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 309/1976 ... 102

2. 7. 1 Εισαγωγή... 102

2. 7. 2 Τα µέτρα της Κυβέρνησης γενικά... 104

2. 7. 3 Η γενική περιγραφή του νόµου και οι ρυθµίσεις για το Σχολείο... 105

2. 7. 4 Η εποπτεία της ∆ηµοτικής Εκπαίδευσης... 107

α. Επιθεωρητές... 107

(6)

β. Επόπτες ∆ηµοτικής Εκπαιδεύσεως... 115

γ. Κριτική αποτίµηση... 117

2. 8 ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ – ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ... 118

2. 8. 1 Επισκόπηση... 118

2. 8. 2 Τα βασικά προβλήµατα όπως αναδύονται µέσα από την ιστορικο-κοινωνική ανάλυση του συστήµατος... 123

α. Η κοµµατικοποίηση του θεσµού: Ένα µόνιµο και διαρκές πρόβληµα124

β. Η εξάρτηση της πρωτοβάθµιας από τη δευτεροβάθµια εκπαίδευση... 138

γ. Η διάκριση ανάµεσα στο διοικητικό και το παιδαγωγικό- επιστηµονικό έργο... 140

3. Ο ΝΟΜΟΣ 1304/1982: ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΟ...151

3. 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 151

3. 2 Ο ΝΟΜΟΣ 1304/1982 ... 153

3. 2. 1 Το γενικό πλαίσιο... 153

3. 2. 2 Η Επιλογή... 159

3. 2. 3 Τα καθήκοντα... 162

3. 2. 4 Το Καθεστώς: Μονιµότητα ή προσωρινή θητεία; ... 164

3. 3 ΟΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑΝ... 166

3. 3. 1 Ο λεπτοµερέστερος καθορισµός» των καθηκόντων... 166

3. 3. 2 Ο επαναπροσδιορισµός διαδικασίας και των κριτηρίων επιλογής... 172

3. 4. ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ... 175

ΜΕΡΟΣ Β΄ ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ 4. TO ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ 4. 1 TO ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ... 177

4. 2 ΤΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ... 180

4. 3 ΜΕΘΟ∆ΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΤΩΝ ∆Ε∆ΟΜΕΝΩΝ... 182

4. 3. 1 Μεθοδολογικοί προβληµατισµοί και η εκπόνηση του Ερωτηµατολογίου ... 182

4. 3. 2 Ο τρόπος συλλογής των δεδοµένων... 192

(7)

5. ΤΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ...196

5. 1 ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ∆ΕΙΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΡΤΡΕΤΟ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ ... 196

5. 1. 1 Προσωπικά και οικογενειακά χαρακτηριστικά... 196

5. 1. 2 Υπηρεσιακά χαρακτηριστικά... 202

α. βασικές σπουδές ... 202

β. Μεταπτυχιακές σπουδές... 204

γ. Μετεκπαίδευση, επιµόρφωση... 205

δ. Η γλωσσοµάθεια των Σχολικών Συµβούλων... 207

ε. Έτη υπηρεσίας και θητεία των Σχολικών Συµβούλων... 208

5. 1. 3 Το πιθανό πορτρέτο των Σχολικών Συµβούλων... 210

5. 1. 4 Το πρώτο βασικό πτυχίο και η περαιτέρω πορεία σπουδών... 212

α. Το πρώτο βασικό πτυχίο και η µετεκπαίδευση στο ∆ιδασκαλείο... 212

β. Βασικές σπουδές και επιµόρφωση... 213

5. 2 H ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ... 216

5. 2. 1 Η επιλογή των Σχολικών Συµβούλων... 216

α. Ο τρόπος και οι προϋποθέσεις επιλογής... 217

β. Χρόνια υπηρεσίας κατά την επιλογή... 222

5. 2. 2 ∆ιάρκεια της θητείας στη θέση Σχολικού Συµβούλου... 224

5. 2. 3 Η διάκριση µεταξύ διοικητικών και παιδαγωγικών καθηκόντων... 227

5. 2. 4 Το καθεστώς οι συνθήκες εργασίας και συνεργασίας... 231

α. Το καθεστώς των Σχολικών Συµβούλων... 232

β. Ο πραγµατικός και ο επιθυµητός αριθµός σχολείων και δασκάλων238 γ. Η βοήθεια στο έργο τους από τους συνεργαζόµενους φορείς. ... 241

5. 3. ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΚΏΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ, ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΕΝΝΟΟΥΝ ΟΙ Ι∆ΙΟΙ ... 250

5. 3. 1 Το έργο των Σχολικών Συµβούλων ως προς τον εκπαιδευτικό και την τάξη του ... 253

5. 3. 2 Το έργο των Σχολικών Συµβούλων ως προς τη σχολική µονάδα... 256

5. 3. 3 Πώς αντιλαµβάνονται οι Σχολικοί Σύµβουλοι το ρόλο τους ως προς την αξιολόγηση ... 260

5. 3. 4 Ο ρόλος των Σχολ. Συµβούλων ως προς τους µαθητές και τους γονείς... 265

5. 3. 5 Το έργο του Σχολικού Συµβούλου: Παραγοντική ανάλυση... 269

(8)

α. Ο ρόλος του Σχολικού Συµβούλου ως προς τον εκπαιδευτικό και την

τάξη του (Πεδίο Α΄) ... 269

β. Ο ρόλος του Σχολικού Συµβούλου ως προς τη σχολική µονάδα (Πεδίο Β)... 271

γ. Ο ρόλος του Σχολικού Συµβούλου ως προς την αξιολόγηση (Πεδίο Γ΄)274 δ. Ο ρόλος του Σχολικού Συµβούλου ως προς τους µαθητές και τους γονείς τους (Πεδίο ∆΄) ... 276

5. 3. 6 ∆ιµεταβλητή ανάλυση α. ∆ιµεταβλητή ανάλυση του πεδίου Α΄... 278

β. ∆ιµεταβλητή ανάλυση του πεδίου Β΄... 280

γ. ∆ιµεταβλητή ανάλυση του πεδίου Γ΄... 281

δ. ∆ιµεταβλητή ανάλυση του πεδίου ∆΄... 283

6. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ-ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ...284

6. 1 Ανακεφαλαίωση-∆ιαπιστώσεις... 284

6. 2 Συνολική θεώρηση-προτάσεις... 289

7. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ Α. Ελληνική... 295

Β. Αγγλική... 300

Γ. Γερµανική... 301

Πηγές... 302

8. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 8. 1 Κατάλογος πινάκων... 308

8. 2 Κατάλογος διαγραµµάτων... 310

8. 3 Ερωτηµατολόγιο... 311

(9)

0. ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟ∆ΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να προσεγγίσει συστηµατικά την εποπτεία και τη διοίκηση της Πρωτοβάθµιας Εκπαίδευσης µε απώτερο στόχο να µελετήσει το θεσµό του Σχολικού Συµβούλου, όπως καθιερώθηκε µε το νόµο 1304/1982 και να διερευνήσει την πραγµατικότητα µέσα στην οποία λειτουργεί σήµερα. Επειδή η πραγµατικότητα κάθε θεσµού και κάθε κοινωνικού φαινοµένου γενικότερα, µπορεί να κατανοηθεί µόνο εφόσον µελετηθεί διαχρονικά σε όλη την εξελικτική του πορεία, είναι ανάγκη να γίνει µια ιστορικο-κοινωνική αναδροµή και να µελετηθούν όλες οι φάσεις της εξελικτικής του πορείας. Με την έννοια αυτή η παρούσα έρευνα αρχίζει µε τη µελέτη της διοίκησης και εποπτείας της Πρωτοβάθµιας Εκπαίδευσης από την αρχή της λειτουργίας της, συνεχίζει µε την περίοδο του Επιθεωρητή και να φτάνει µέχρι την απεικόνιση της σηµερινής κατάστασης.

Με την έννοια αυτή η παρούσα µελέτη χωρίζεται σε δύο µέρη. Στο πρώτο γίνεται µια συστηµατική αναδίφηση της ιστορικής εξέλιξης του φαινοµένου της εκπαίδευσης µε επίκεντρο την οργάνωση και εποπτεία των σχολείων. Ερευνάται η περίοδος των επιθεωρητικών επιτροπών που είχαν θεσπισθεί αρχικά και το καθεστώς των Επιθεωρητών που καθιερώθηκε αργότερα, καθώς και το πέρασµα από τον Επιθεωρητή στο Σχολικό Σύµβουλο. Στο δεύτερο γίνεται συστηµατική διερεύνηση του πεδίου εργασίας και συνεργασίας των Σχολικών Συµβούλων

Είναι προφανές ότι η διερεύνηση του όλου προβλήµατος µπορεί να επιτευχθεί µόνο µε τη συνεργασία και των δύο µεθοδολογικών παραδειγµάτων, του ιστορικού- ερµηνευτικού και του εµπειρικού-αναλυτικού. Στο πρώτο µέρος η έρευνα αντιπαρατίθεται µε τη µελέτη πρωτογενών πηγών, κυρίως νόµων και διαταγµάτων και άλλων επίσηµων εγγράφων της κεντρικής διοίκησης. Απαραίτητη κρίνεται εδώ λοιπόν η εφαρµογή του ιστορικού ερµηνευτικού παραδείγµατος, το οποίο περιορίζεται ως επί το πλείστον στη µελέτη του πρωτογενούς υλικού, δεδοµένου ότι η δευτερογενής βιβλιογραφία σπανίζει.

(10)

Όπου όµως είναι δυνατόν επιχειρείται η διασταύρωση των στοιχείων που συλλέγονται από τις πρωτογενείς πηγές µε τη δευτερογενή βιβλιογραφία, προκειµένου να διαπιστωθεί αν η πραγµατικότητα που διαγράφεται µέσα από τους νόµους και τα άλλα διοικητικά έγγραφα βρίσκει την εφαρµογή της στην πράξη ή παραµένει µόνο στα χαρτιά. Για το σκοπό αυτό χρησιµοποιούνται επίσης άλλες πηγές γύρω από την εκπαιδευτική πραγµατικότητα, όπως εισηγητικές εκθέσεις των νόµων που εισήχθησαν κατά καιρούς στη Βουλή των Ελλήνων, εκθέσεις επιθεωρητών και άλλες ακόµη περιγραφές της εκπαιδευτικής πραγµατικότητας.

Μέσα από τη συστηµατική αυτή προσέγγιση της εξέλιξης του θεσµού αναδεικνύονται τα βασικά προβλήµατα που παρουσιάστηκαν στις διάφορες περιόδους και, όπου αυτό είναι δυνατόν, οι αιτίες στις οποίες µπορούν να αναχθούν. Στο τέλος του πρώτου µέρους γίνεται ανακεφαλαίωση της όλης πορείας και τίθενται τα κεντρικά προβλήµατα, από τα οποία τροφοδοτείται η εµπειρική έρευνα που ακολουθεί στο δεύτερο µέρος. Με βάση τα δηλαδή τις εµπειρίες και τα προβλήµατα του παρελθόντος, µε βάση τις νοµοθετικές ρυθµίσεις που ισχύουν για τους Σχολικούς Συµβούλους, καθώς επίσης µε βάση τις προσωπικές εµπειρίες και τη δευτερογενή βιβλιογραφία τίθεται µε τη µέγιστη δυνατή σαφήνεια το πρόβληµα προς το οποίο προσανατολίζεται η εµπειρική έρευνα.

Για µεγαλύτερη αποσαφήνιση του κεντρικού αυτού προβλήµατος προβαίνοµε κατόπιν στη διαφοροποίησή του σε επιµέρους ερευνητικά ερωτήµατα. Για να απαντηθούν τα ερωτήµατα αυτά χρειάζεται να προσφύγοµε στο ερευνητικό πεδίο και να συλλέξοµε το ανάλογο υλικό. Όλη αυτή η προβληµατική, όλες οι µεθοδολογικές διευκρινήσεις και τα σχετικά προβλήµατα περιγράφονται αναλυτικά στην αρχή του δεύτερου µέρους. Κατά τον ίδιο τρόπο περιγράφονται επίσης οι τρόποι εργασίας και συνεργασίας για την εκπόνηση του ερωτηµατολογίου, τον τρόπο συλλογής των δεδοµένων, οι τρόποι της στατικής τους επεξεργασίας και όλα τα συναφή.

Κατά την ανάλυση και την ανάπτυξη των δεδοµένων και την παρουσίασή τους µε τους σχετικούς στατιστικούς δείκτες, επιχειρείται και πάλι µια ερµηνευτική προσέγγιση του εµπειρικού υλικού, ώστε να τεθούν όλα αυτά σε ένα σύνολο και να επιτευχθεί µια

(11)

συνολική κατά το δυνατόν ερµηνεία και κατανόηση του θεσµού και του τρόπου µε τον οποίο συνδέεται και λειτουργεί µέσα στην εκπαιδευτική πραγµατικότητα. Στη συνέχεια γίνεται, όπως και στο πρώτο µέρος, µια ανακεφαλαίωση των δεδοµένων και καταγράφονται οι βασικές διαπιστώσεις. Με τον τρόπο αυτό συγκροτούνται οι απαντήσεις στα κεντρικά ερευνητικά ερωτήµατα που έχουν τεθεί στην αρχή του εµπειρικού µέρους. Ακολουθεί µια συνολική ανασκόπηση της όλης εργασίας (Α΄ και Β΄

Μέρους), µέσα από την οποία αναδεικνύονται τα κεντρικά προβλήµατα που έχουν επιλυθεί και εκείνα που παραµένουν άλυτα και χρήζουν αντιµετώπισης. Κατόπιν τούτου γίνονται προτάσεις που θεωρείται ότι θα αποτελέσουν χρήσιµο υλικό για την αντιµετώπιση των προβληµάτων.

(12)

Α΄

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ∆ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΤΩΝ ∆ΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ∆Α

Επιχειρώντας µια συστηµατική προσέγγιση της εξέλιξης που διέτρεξε η διοίκηση, η εποπτεία και η επιστηµονική παιδαγωγική καθοδήγηση της ελληνικής πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης, διαπιστώνει κανείς ότι η εξέλιξη αυτή πέρασε από τρεις βασικές περιόδους:

1. Την περίοδο των επιθεωρητικών επιτροπών, 2. Την περίοδο των επιθεωρητών, και

3. Την περίοδο των Σχολικών Συµβούλων.

Η πρώτη χαρακτηρίζει την περίοδο του Όθωνα και εκτείνεται ως το 1895, η δεύτερη αρχίζει µε την ψήφιση του νόµου ΒΤΜΘ΄ του 1895 και, περνώντας µέσα από διάφορες εξελίξεις και διακυµάνσεις, εκτείνεται ως το 1982, οπότε θεσπίστηκε ο θεσµός των Σχολικών Συµβούλων και, τέλος η τρίτη αρχίζει µε τη θέσπιση των Σχολικών Συµβούλων και φτάνει ως τις µέρες µας. Τις τρεις αυτές φάσεις εξέλιξης θα εξετάσοµε στις σελίδες που ακολουθούν.

1. Η ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ

Είναι γνωστό ότι µετά τη δολοφονία του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια, οι εκπαιδευτικές του προσπάθειες κατέρρευσαν σχεδόν και η ελληνική εκπαίδευση θεµελιώνεται εξ αρχής από τον Όθωνα και τους Βαυαρούς. Το 1834 ψηφίστηκε ο νόµος του Όθωνα «περί δηµοτικών σχολείων»,1 επί του οποίου στηρίχτηκε η ελληνική εκπαίδευση για εκατό περίπου χρόνια, µε κάποιες βέβαια τροποποιήσεις που παρεµβλήθηκαν ενδιαµέσως. Ο νόµος αυτός αποτελείται από Ε΄

Τµήµατα, χωρισµένα σε διάφορα επιµέρους κεφάλαια ανάλογα µε τη θεµατική περιοχή στην οποία αναφέρεται το καθένα και περιέχει 82 άρθρα συνολικά. Ένα από το κεφάλαια αυτά (ΚΕΦΑΛ. Γ΄ «περί επιθεωρήσεως των δηµοτικών σχολείων»), µε 25 άρθρα στο σύνολό του (άρθρα 34-54) 2 είναι αφιερωµένο εξ ολοκλήρου στη διοίκηση

1 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», ΦΕΚ αριθ. 11/3-3-1834, σελ. 27-34

2 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ., σελ. 29-54

(13)

και την εποπτεία των δηµοτικών σχολείων. Σύµφωνα µε τις διατάξεις του, η διοίκηση και η εποπτεία των σχολείων διακρινόταν σε τέσσερα επάλληλα επίπεδα, ορατά και ευδιάκριτα µεταξύ τους:

α) το επίπεδο του δήµου, β) το επίπεδο της επαρχίας γ) το επίπεδο του νοµού και δ) το επίπεδο της επικράτειας.

Ανάλογα προβλέπονταν τρεις διαφορετικές επιθεωρητικές επιτροπές για την διοίκηση και εποπτεία των σχολείων, ως εξής:

α) «Επιτροπαί προς επιθεώρησιν των επιτοπίων σχολείων εις έκαστον δήµον».3 β) «Επιθεωρητικαί επιτροπαί των καθ’ επαρχίας σχολείων».

γ) «Επιθεωρητικαί επιτροπαί των κατά νοµούς σχολείων»,4 και

δ) «Υπερτάτη επιθεωρητική επιτροπή εις την επί των εκκλησιαστικών κτλ.

Γραµµατείαν της Επικρατείας (Υπουργείο Εθνικής παιδείας και Θρησκευµάτων)»5. Την σύνθεση, τα καθήκοντα, τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις των επιτροπών αυτών θα εξετάσουµε αναλυτικά παρακάτω, αρχίζοντας από την κατώτερη προς την ανώτερη επιτροπή.

α) «Επιτροπή προς επιθεώρησιν των επιτόπιων σχολείων».

Ως προς τη σύνθεση της τοπικής επιθεωρητικής επιτροπής, όπως θα ονοµάζεται εφεξής για λόγους γλωσσικής προσαρµογής στη σηµερινή πραγµατικότητα, ο νόµος πρόβλεπε ότι αποτελείται:

- «Από τον δήµαρχον ως πρόεδρον, - τον εφηµέριον του τόπου, και,

- αν εις τον τόπον εκείνον υπάρχουν πολλοί ιερείς, από ένα παρά του νοµάρχου διοριστέον του ανωτέρου ή κατωτέρου κλήρου, τέλος

- από 2-4 δηµότας εκ του δηµοτικού συµβουλίου»6

3 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 34

4 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 38

5 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 51

6 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 34

(14)

Στη συνέχεια ο νόµος αναφέρεται σε ειδικές περιπτώσεις και λεπτοµέρειες, προσπαθώντας να καλύψει όλες τις εκδοχές, όπως συµβαίνει όταν έχουν συνενωθεί πολλοί δήµοι για τη δηµιουργία ενός σχολείου7 ή πώς αντιµετωπίζονται κοινωνίες µε περισσότερες της µίας αναγνωρισµένες από την πολιτεία θρησκείες κ.ο.κ.8

Ακολουθεί η παράθεση των καθηκόντων και των αρµοδιοτήτων της επιτροπής, τα οποία ο νόµος συνοψίζει στη φράση: «Η επιτροπή εφορεύει, εµψυχώνει και διευθύνει το επιτόπιον σχολείον».9 Στη συνέχεια αναλύονται τα καθήκοντα της επιτροπής αριθµηµένα αναλυτικά, ένα προς ένα, συγκροτώντας µε τον τρόπο αυτό ένα πλήρη δεκάλογο καθηκόντων και υποχρεώσεων. Αποφεύγοµε να µεταφέροµε εδώ τον κατάλογο αυτόν κατά λέξη και περιοριζόµαστε σε µια απλούστερη γλωσσική απόδοση των κύριων σηµείων του καθηκοντολογίου αυτού. Σύµφωνα λοιπόν µε το νόµο τα ιδιαίτερα καθήκοντα της τοπικής επιθεωρητικής επιτροπής είναι:

- να προµηθεύει ό,τι απαιτείται για το σχολείο και το δάσκαλο

- να φροντίζει για την εξεύρεση του σχολικού κτιρίου και της κατοικίας του δασκάλου,

- να µεριµνά για την κατάσταση της υγείας των µαθητών,

- να φροντίζει ώστε οι πολύ φτωχές οικογένειες να απαλλάσσονται από τα δίδακτρα για το σχολείο και να µεριµνά ώστε τα παιδιά τους να έχουν όντως δωρεάν φοίτηση,

- να παραπέµπει στις αρµόδιες αρχές τους γονείς που δεν στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο,

- να µεριµνά για την ύπαρξη πειθαρχίας και τάξης στο σχολείο και να εξακριβώνει αν ο δάσκαλος είναι συνεπής και επιτελεί τα καθήκοντά του, διαφορετικά να τον αναφέρει στην επαρχιακή ή την νοµαρχιακή επιτροπή, - σε κατεπείγουσες µάλιστα περιπτώσεις να παύει το δάσκαλο και να ενηµερώνει

εντός 24 ωρών την επαρχιακή ή την νοµαρχιακή επιτροπή, - να διαχειρίζεται την περιουσία του σχολείου και, τέλος,

7 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 35

8 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 36

9 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 37

(15)

- να επιθεωρεί το σχολείο τουλάχιστον µια φορά το µήνα και να συντάσσει ειδική αναφορά στον έπαρχο ή τον νοµάρχη για τις ελλείψεις του κλπ.

Μελετώντας κανείς τον δεκάλογο αυτό διαπιστώνει ότι τα καθήκοντα της τοπικής επιθεωρητικής επιτροπής εντάσσονται σε δύο κατευθύνσεις,

α) Στην όλη φροντίδα και τη µέριµνα για το επιτόπιο σχολείο, και β) στην επίβλεψη και τον έλεγχο του δασκάλου.

Ως προς την πρώτη κατεύθυνση η επιτροπή µεριµνά για την εξεύρεση του χώρου στέγασης του σχολείου, για την εξασφάλιση της υλικοτεχνικής του υποδοµής, για την τακτική φοίτηση των µαθητών και την καταβολή των διδάκτρων από τους γονείς, για την απαλλαγή των φτωχών µαθητών από τα δίδακτρα, για τη διαχείριση της ακίνητης περιουσίας του σχολείου, κλπ. Ως προς το δάσκαλο έχει επίσης σοβαρότατες αρµοδιότητες, αφού «επαγρυπνεί για την εκτέλεση των χρεών του διδασκάλου» και διατηρεί ακόµη και το δικαίωµα «εις κατεπειγούσας περιπτώσεις να παύει τον διδάσκαλον».10 Για την διασφάλιση όλων αυτών η επιτροπή όφειλε «να επιθεωρεί τουλάχιστον άπαξ κατά µήνα την σχολήν και να αναφέρη προς τον ανήκοντα έπαρχον περί των ελλείψεων όσας παρετήρησε, και περί των αναγκαίων µεταρρυθµίσεων».11

Είναι προφανές ότι µε τις νοµοθετικές αυτές ρυθµίσεις η τότε «Γραµµατεία επί των Εκκλησιαστικών και της του ∆ηµοσίου Εκπαιδεύσεως», όπως ονοµαζόταν τότε το σηµερινό Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων, αποκέντρωνε εξ ολοκλήρου το δηµοτικό σχολείο αφήνοντάς το στα χέρια του δήµου και της τοπικής κοινωνίας.

Έτσι, η ίδρυση του σχολείου, η εξεύρεση του κατάλληλου χώρου, η αναζήτηση και ο διορισµός του δασκάλου και όπως είδαµε εδώ, η διοίκηση και η εποπτεία των σχολείων αποτελούσε αποκλειστικό έργο των δηµοτικών αρχών και της τοπικής κοινωνίας.

Πρόκειται οµολογουµένως για ένα ουσιαστικό αποκεντρωτικό σύστηµα, που αφήνει το σχολείο να το διαχειριστούν από την αρχή έως το τέλος οι άµεσοι αποδέκτες των αγαθών του, οι κάτοικοι του κάθε χωριού µε τις αρχές τους. Αν αυτή η πρώιµη αποκέντρωση ωφέλησε ή έβλαψε µένει να κριθεί παρακάτω.

10 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 37, παραγρ. 8

11 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 37, παραγρ. 10

(16)

β) «Επιθεωρητικαί επιτροπαί των κατά τας επαρχίας σχολείων»

Ανάλογη είναι και η σύνθεση της επαρχιακής επιθεωρητικής επιτροπής. Σ’ αυτήν µετείχαν

- α. ο Έπαρχος, ως πρόεδρος,

- β. ο ειρηνοδίκης που εδρεύει στην πρωτεύουσα της επαρχίας, - γ. ένας ιερωµένος της επαρχίας που διοριζόταν από τον Νοµάρχη,

- δ. ένας δάσκαλο του Ελληνικού Σχολείου που διοριζόταν επίσης από το Νοµάρχη (µόνο εφόσον λειτουργούσε τέτοιο σχολείο στην επαρχία),

- ε. δύο ή τέσσερις πολίτες της επαρχίας που ορίζονταν από το επαρχιακό συµβούλιο.

γ) «Επιθεωρητική επιτροπή των κατά νοµούς σχολείων»

Αντίγραφο σχεδόν της επαρχιακής επιθεωρητικής επιτροπής ήταν η επιθεωρητική νοµαρχιακή επιτροπή. Στη σύνθεσή της περιλάµβανε:

- α. τον νοµάρχη ως πρόεδρο,

- β. τον πρόεδρο του δικαστηρίου που είχε την έδρα του στην πρωτεύουσα του νοµού,

- γ. τον επίτροπο της επικρατείας (εισαγγελέα),

- δ. έναν ιερωµένο του νοµού του ανωτέρου ή του κατωτέρου κλήρου που διόριζε η Γραµµατεία των Εκκλησιαστικών και της του ∆ηµοσίου Εκπαιδεύσεως (σηµερινό Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων),

- ε. έναν καθηγητή του Γυµνασίου ή του Πανεπιστηµίου, αν βέβαια υπήρχε στην πρωτεύουσα του νοµού Γυµνάσιο ή Πανεπιστήµιο. Και αυτός διοριζόταν επίσης από την Γραµµατεία των Εκκλησιαστικών και της του ∆ηµοσίου Εκπαιδεύσεως και

- στ. 2 ή 4 κατοίκους του νοµού που διορίζονταν από το νοµαρχιακό συµβούλιο.12

Οι νοµαρχιακές και επαρχιακές επιθεωρητικές επιτροπές είχαν ακριβώς τα ίδια καθήκοντα που µνηµονεύσαµε παραπάνω για τις τοπικές επιθεωρητικές επιτροπές. Τα

12 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 39

(17)

καθήκοντα αυτά ασκούσαν σε όλα τα σχολεία της αρµοδιότητάς τους, σε όλα δηλαδή τα σχολεία επαρχίας ή του νοµού αντίστοιχα. Πέραν των καθηκόντων αυτών είχαν επίσης χρέος να «επιτηρώσιν όλας τας επιθεωρητικάς επιτροπάς των επιτοπίων σχολείων» του νοµού ή της επαρχίας αντίστοιχα και να ελέγχουν αν αυτές εκπληρώνουν το έργο τους ως προς την διασφάλιση στέγης και των υπολοίπων υποδοµών και να σπεύδουν προς την βελτίωσή τους, αν παραστεί ανάγκη. Κατά τον ίδιο τρόπο είχαν χρέος να ασκούν έλεγχο για τις ποινές που επέβαλαν οι τοπικές επιθεωρητικές επιτροπές στους δασκάλους και να τις επικυρώνουν ή να τις ακυρώνουν, να τις µειώνουν ή να τις επαυξάνουν. Οι επαρχιακές και νοµαρχιακές επιτροπές είχαν επίσης δικαίωµα να επιβάλλουν «επανορθωτικάς ποινάς εις διδασκάλους τους οποίους έχουν κρίνει έχοντας κακήν διαγωγήν και κακά ήθη, ή µη επιµελουµένους ή τους οποίους άλλοι διδάσκαλοι νοµών ή επαρχιών ήθελον κατηγορήσει ως τοιούτους».13

Γενικά οι ποινές τις οποίες οι επιθεωρητικές επιτροπές µπορούσαν να επιβάλουν στους δασκάλους είναι δυνατόν να ταξινοµηθούν, σύµφωνα µε το νόµο, σε δύο κατηγορίες:

τις επανορθωτικές και τις τελεσίδικες, δηλαδή την απόλυση. Στις πρώτες ανήκουν,

«Επίπληξις,

Πρόστιµον 1-20 δρ.

Παύσις των χρεών δια 8 ηµέρας έως έξι µήνας, µετά ή άνευ αφαιρέσεως του µισθού».14

Κατά τις ηµέρες που ο δάσκαλος εκτελούσε την ποινή της παύσης του αναλάµβανε το έργο του στο σχολείο ένας υποδιδάσκαλος, τον οποίο πλήρωνε ο ίδιος ο τιµωρηµένος δάσκαλος µε δικά του χρήµατα. Οι επιθεωρητικές επιτροπές είχαν χρέος να υποβάλουν κάθε εξάµηνο τις κρίσεις και τις προτάσεις τους για όσα παρατήρησαν κατά τη διάρκεια της επιθεωρήσεώς τους προς τον νοµάρχη ή τον έπαρχο αντίστοιχα.

Στο υποκεφάλαιο Γ΄ ο νόµος ασχολείται µε τους όρους των επιθεωρητικών επιτροπών γενικώς. Σύµφωνα µε τους γενικούς αυτούς όρους τα µέλη των επιτροπών διορίζονται για ένα χρόνο, έχουν όµως δικαίωµα να ορισθούν ξανά τον επόµενο ή µεθεπόµενο

13 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 41, παραγρ. 2

14 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 42

(18)

χρόνο. Μέλος της επαρχιακής επιθεωρητικής επιτροπής µπορεί να είναι µέλος και στην επιθεωρητική επιτροπή του νοµού και αντιστρόφως, ένα µέλος όµως της επιτόπιας επιθεωρητικής επιτροπής δεν έχει δικαίωµα να µετέχει σε επαρχιακή ή νοµαρχιακή επιτροπή.15 Επίσης για κανένα µέλος της επιτροπής δεν προβλεπόταν οποιαδήποτε αµοιβή.16

Στη συνέχεια ο νόµος ορίζει τους όρους που πρέπει να τηρούνται για να είναι έγκυρες οι αποφάσεις των επιτροπών. Έτσι απαιτείται «η παρουσία τριών µελών τουλάχιστον συµπεριλαµβανοµένου και του προέδρου».17 Ορίζεται ότι οι επιτροπές συνέρχονται µία φορά τουλάχιστον κάθε µήνα18 και για κάθε συνεδρίαση τηρείται πρωτόκολλο, το οποίο υπογράφεται από όλα τα παρόντα µέλη.

Είναι προφανές ότι µε το νόµο αυτό συγκροτείται µια τυπική διαδικασία η οποία προσλαµβάνει έναν επίσηµο χαρακτήρα. Η κατάσταση αυτή γίνεται ακόµη πιο εµφανής από το τυπικό της ανάληψης των καθηκόντων. Με την ανάληψη των καθηκόντων τους όλα τα µέλη των επιτροπών και των τριών επιπέδων (τοπική, επαρχιακή και νοµαρχιακή), όφειλαν να δώσουν τον ακόλουθο όρκο: «Οµνύω πίστιν εις τον Βασιλέα, υποταγήν εις τους νόµους, και ακριβή εκπλήρωσιν όλων των ως εκ της εµπιστευθείσης µοι επιτροπείας επιβαλλοµένων µοι καθηκόντων».19 Ο όρκος αυτός δινόταν από µεν τα µέλη της τοπικής επιθεωρητικής επιτροπής, ενώπιον του δηµάρχου, από τα µέλη των επαρχιακών και νοµαρχιακών επιτροπών, ενώπιον του επάρχου και του νοµάρχου αντίστοιχα. Για την ορκωµοσία αυτή συντασσόταν ειδικό πρωτόκολλο. Όλες οι παραπάνω επιθεωρητικές επιτροπές περί το τέλος της θητείας τους και πριν παραδώσουν τα καθήκοντά τους όφειλαν να υποβάλουν γενική έκθεση προς το δηµοτικό, το επαρχιακό ή το νοµαρχιακό συµβούλιο αντίστοιχα και να εκθέτουν τις διαπιστώσεις, τις απόψεις και τις προτάσεις τους για την καλύτερη λειτουργία των σχολείων, για τα οποία ήταν αρµόδια η επιτροπή στην οποία θήτευσαν.

15 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 45

16 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 46

17 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 48

18 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 47

19 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 47

(19)

δ) Ο γενικός επιθεωρητής των σχολείων

Όπως είναι γνωστό, σύµφωνα µε τον ίδιο νόµο λειτουργούσε στη χώρα διδασκαλείο20 µε σκοπό την εκπαίδευση των δασκάλων του δηµοτικού σχολείου. Βέβαια όπως έχει τεκµηριωθεί από εµπεριστατωµένη έρευνα η αποστολή αυτή ήταν µάλλον η δευτερεύουσα για το ∆ιδασκαλείο.21 Κύρια αποστολή του ήταν εξ αρχής να διαπιστώνει ποιοι από τους ενδιαφεροµένους κατέχουν τις προβλεπόµενες ικανότητες και προσόντα, προκειµένου να τους χορηγείται άδεια δασκάλου σε δηµοτικό σχολείο.22 Ο διευθυντής του µοναδικού αυτού διδασκαλείου της χώρας ήταν, σύµφωνα µε τον παρόντα νόµο, και ο γενικός επιθεωρητής των σχολείων. Πιο συγκεκριµένα ο νόµος όριζε: «Ο διευθυντής του διδασκαλείου είνε ενταυτώ και γενικός επιθεωρητής όλων των εν Ελλάδι δηµοτικών σχολείων, έχων εποµένως και την επ’ αυτών γενικήν επιθεώρησιν και υπαγόµενος κατά τούτο εις την επί των εκκλησιαστικών κτλ. Γραµµατείαν».23 Για το σκοπό αυτό όφειλε να επιθεωρεί τα σχολεία µια φορά το χρόνο: «δια τούτο και άπαξ κατ’ έτος θέλει περιοδεύει προς επιθεώρησιν».24 Τα καθήκοντά του, όπως περιγράφονται στο νόµο διαφέρουν ουσιαστικά από τα καθήκοντα των επιθεωρητικών επιτροπών. Εδώ ο γενικός επιθεωρητής ενδιαφέρεται σχεδόν µόνο για την ποιότητα και το επίπεδο των δασκάλων και «όταν και όπου παρατηρήση ελλείψεις, ή ανάγκας ή χρείαν βελτιώσεως, ν’ αναφέρη τα δέοντα εις την κατ’ επαρχίαν ή κατά νοµόν επιθεωρητικάς επιτροπάς, ή κατ’ ευθείαν εις την Γραµµατείαν».25 Προς «τούτο και άπαξ κατ’ έτος θέλει περιοδεύει προς επιθεώρησιν».26 Μία φορά λοιπόν το χρόνο όφειλε να επισκέπτεται τα σχολεία της επικράτειας, πράγµα ουσιαστικά αδύνατο, µε βάση και τις άλλες υποχρεώσεις του. Στο γενικό επιθεωρητή ανέθετε ο ίδιος νόµος επίσης την ευθύνη «να καθυποβάλλη εις δευτέραν εξέτασιν ... έκαστον διδάσκαλον, είτε δηµοσίας είτε ιδιωτικής σχολής ή και κάθε οικοδιδάσκαλον, περί της ικανότητος και αξιότητος του οποίου υπάρχουν αµφιβολίαι».27 Όπως έχει διαπιστωθεί όµως από την έρευνα τέτοια εξέταση δεν φαίνεται να έχει

20 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 65

21 Βλ. Ι.Ε.Πυργιωτάκη, ∆άσκαλοι: Εκπαίδευση και επαγγελµατικές συνθήκες, στο Ι.Ε.Πυργιωτάκη, Η Οδύσσεια του διδασκαλικού επαγγέλµατος, εκδ. «Κυριακίδη», Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 26 κ.ε.

22 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 66

23 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 70. ∆εν πρόκειται βέβαια εδώ για ορθογραφικό λάθος. ∆ιατηρείται απλώς η ιστορική ορθογραφία της εποχής που ήθελε το «είνε» µε ε και όχι µε αι.

24 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 71

25 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 71, παράγρ. 4

26 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 53, παράγρ. 1

27 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 71, παράγρ. 5

(20)

πραγµατοποιηθεί ποτέ, ούτε υπάρχει κάποιο στοιχείο που να αφήνει περιθώρια για διαφορετικές σκέψεις. Αν λοιπόν ήθελε κρίνει κανείς από αυτό το γεγονός, επιτρέπεται να αµφισβητηθεί η εν γένει επίσκεψη του διευθυντού του διδασκαλείου στα διάφορα σχολεία της επικράτειας.28

ε) Η υπέρτατη εποπτεία

Για την υψηλή εποπτεία των σχολείων ο νόµος όριζε: «Η υπερτάτη εποπτεία εφ’ όλων των επιθεωρητικών επιτροπών, των διδασκάλων και των σχολείων γενικώς εναπόκειται εις τον αρµόδιον έπαρχον και νοµάρχην, και εις την επί των Εκκλησιαστικών κτλ.

Γραµµατείαν της Επικρατείας».29 Ο µεν έπαρχος όφειλε να επιθεωρεί όλα τα σχολεία κάθε εξάµηνο ο δε νοµάρχης κάθε χρόνο και να υποβάλλουν έκθεση για την κατάσταση που επικρατούσε σ’ αυτά «εις την των Εκκλησιαστικών και της του ∆ηµοσίου Εκπαιδεύσεως Γραµµατείαν»,30 η οποία είχε και την υπέρτατη ευθύνη. Πέραν τούτου η επί των εκκλησιαστικών κτλ. Γραµµατεία της Επικρατείας είχε ακόµη το δικαίωµα

«κατά πρότασιν του Νοµάρχου, ή του γενικού επιθεωρητού των σχολείων, να διαλύη εκάστην των επιτοπίων ή των κατ’ επαρχίαν ή των κατά νοµόν σχολείων, και να διατάττη τα προς νέαν εκλογήν κατά τους απαιτουµένους νοµίµους τύπους»,31 και βέβαια «να επιβάλη ποινάς επανορθωτικάς εις τους διδασκάλους των δηµοτικών σχολείων».32 Στη συνέχεια ο νόµος προχωρεί σε ρυθµίσεις και λεπτοµέρειες που δεν θεωρούµε ότι κρίνονται σηµαντικές για το θέµα που εξετάζεται εδώ.

στ΄ Κριτική αποτίµηση

Επισκοπώντας κανείς όλα αυτά τα όργανα και τις επιθεωρητικές επιτροπές που πρόβλεπε ο νόµος διαπιστώνει ότι θέσπιζε έναν ασφυκτικό ελεγκτικό σύστηµα, µε πολλαπλές επιθεωρήσεις και διαρκείς ελέγχους. Αν αναλογισθούµε ότι οι τοπικές επιθεωρητικές επιτροπές όφειλαν να επιθεωρούν τα σχολεία µια φορά κάθε µήνα,33οι

28 Βλ. Ι.Ε.Πυργιωτάκη, ∆άσκαλοι: Εκπαίδευση και επαγγελµατικές συνθήκες, όπ. παρ. ειδικά το κεφάλαιο

«η δεύτερη εξέταση των δηµοδιδασκάλων» σελ. 32 κ.ε.

29 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 56

30 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 52

31 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 53, παράγρ. 2

32 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 53, παράγρ. 3

33 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 37, παρ. 10

(21)

επαρχιακές επιθεωρητικές µια φορά το εξάµηνο,34 οι νοµαρχιακές επίσης µία φορά το εξάµηνο,35 ο έπαρχος µία φορά το εξάµηνο,36 ο νοµάρχης µία φορά το χρόνο37 και από µία φορά το χρόνο ο γενικός επιθεωρητής,38 καταµετρούνται τουλάχιστον δέκα οκτώ επιθεωρήσεις σε κάθε σχολείο το χρόνο, χωρίς να συµπεριλαµβάνονται σ’ αυτές οι τελικές εξετάσεις των µαθητών που γίνονταν κάθε εξάµηνο από ειδική εξεταστική επιτροπή του Υπουργείου και είχαν δηµόσιο χαρακτήρα, µπορούσε δηλαδή να τις παρακολουθήσει όποιος ήθελε.39 Εκτός από τις επιθεωρήσεις αυτές υπήρχαν και οι έκτακτες επιθεωρήσεις που είχε δικαίωµα να πραγµατοποιεί το Υπουργείο Παιδείας µε εντεταλµένους επιθεωρητές.

Πρόκειται προφανώς για ένα καλά οργανωµένο σύστηµα εποπτείας, που όριζε µε µεγάλη ακρίβεια τα πάντα και ασκούσε τον έλεγχο µε αλλεπάλληλες επιτόπιες επισκέψεις των σχολείων από διάφορους ετερογενείς παράγοντες, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν αγράµµατοι ή δεν είχαν καµία σχέση µε σχολεία και εκπαίδευση.

Φαντάζεται κανείς ότι τα σχολεία θα ήταν ένας διαρκώς ελεγχόµενος θεσµός, µε συνεχείς επισκέψεις και διαρκή καθοδήγηση, ότι ο δάσκαλος θα ζούσε µέσα σε ασφυκτικό κλοιό, χωρίς να µπορεί να ανασάνει ελεύθερα, αφού πολλοί ήταν εκείνοι που ασκούσαν έλεγχο επάνω του και µπορούσαν να του επιβάλλουν ποινές.

Ωστόσο, αυτό ήταν το προβλεπόµενο οργανωτικό σχήµα, η «πραγµατικότητα» των σχεδιαστών του νόµου, η οποία όφειλε ωστόσο να µετασχηµατιστεί σε πράξη για να λειτουργήσει στα σχολεία, για να γίνει εκπαιδευτική πραγµατικότητα. Κι εδώ υπήρξαν προβλήµατα. Όπως και οι υπόλοιπες ρυθµίσεις και τα οργανωτικά σχήµατα του νόµου αυτού, έτσι και οι προαναφερθείσες επιτροπές έµειναν µόνο στα χαρτιά. Επί της ουσίας δεν λειτούργησε τίποτε από όλα αυτά και η εκπαιδευτική πραγµατικότητα εξελίχθηκε πολύ διαφορετικά από ό,τι η πραγµατικότητα που είχαν φανταστεί οι σχεδιαστές του νόµου. Έτσι, παρά τις διαφορετικές προσδοκίες σχολεία και δάσκαλοι ζούσαν σε πλήρη

34 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 41

35 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 41

36 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 52

37 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 52

38 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 71, παράγρ. 1

39 Βλ. Νόµος «Περί δηµοτικών σχολείων», όπ. παρ. άρθ. 56 και 57

(22)

εγκατάλειψη, όπως προκύπτει από όλες τις υπάρχουσες πηγές. Και ως προς το σηµείο λοιπόν αυτό του νόµου ισχύει αυτό που πολύ εύστοχα έγραψε ο Γερµανός Paul Kipper:

«Το νοµοσχέδιο έµοιαζε µε το παπούτσι του Ξενοκράτη, ήταν άριστο και καλοραµµένο µε πολύ καλά στολίδια (ξόµπλια). Είχε όµως ένα µειονέκτηµα: ∆εν ταίριαζε στο πόδι για το οποίο ράφτηκε».40

Το βιβλίο του Χρ. Λέφα ένα από τα λίγα κείµενα από τα οποία µπορούµε να αντλήσουµε ασφαλείς πληροφορίες είναι πολύ διαφωτιστικό πάνω στα θέµατα αυτά.

Από το πλήθος των πληροφοριών προκύπτει ότι οι εκάστοτε Γραµµατείς της Επικρατείας (Υπουργοί Παιδείας) είχαν επίγνωση της όλης κατάστασης και προσπαθούσαν να το αντιµετωπίσουν αποστέλλοντας σχετικές εγκυκλίους στους αρµόδιους φορείς. Παραθέτοµε µερικά αποσπάσµατα από το πλήθος των εγκυκλίων αυτών. Ο Υπουργός Παιδείας Π. Αργυρόπουλος γράφει: «... η επιτήρησις ταύτη ή δεν ενεργείται παντελώς ή ενεργείται ατλεσφόρως και δια τον τύπον µόνον».41 Καθόλου διαφορετική δεν είναι η άποψη του Υπουργού Παιδείας Χ. Χριστόπουλου, ο οποίος αφού όπως γράφει µελέτησε το θέµα αυτό επισταµένως, επέστειλε εγκύκλιο στην οποία µεταξύ άλλων γράφει: «... αι περί των δηµοτικών σχολείων νόµω της 6ηςΦεβρουαρίου 1834 οριζόµεναι επιθεωρρητικαί επιτροπαί πού µεν υφίστανται όλως, πού εισίν ατελείς και ενιαχού µόνον συµπεπληρωµέναι, το δε χείριστον πάντων ότι πολλαί των ούτως ή άλλως εχουσών ουδ’ άπαξ του ενιαυτού επισκέπτονται τα υπό την επητήρησιν αυτών υποκείµενα σχολεία, ουδέ συνέρχονται ίνα περί αυτών σκεφθώσι. Μένουν ούτως ενεπιτήρητοι οι κατά τους δήµους διδάσκαλοι και ανεξέλεγκτοι πολλαί των αναγκών των σχολείων».42

Αρκετά χρόνια αργότερα η κατάσταση, παρά τις εκκλήσεις και τις εγκυκλίους των διαφόρων Υπουργών που ακολούθησαν, παρέµενε η ίδια, όπως προκύπτει από σχετική εγκύκλιο του Υπουργού ∆. Σ. Μαυροκορδάτου: «... Τόσον εξέπεσε του αρχικού αυτού σκοπού το σοφόν τούτο νοµοθέτηµα, επί του οποίου και µόνον εδράζεται και απ’ αυτού κυρίως εξήρτηται η πρόοδος των δηµοτικών σχολείων! ... τα µέλη ... των επιτροπών,

40 P. Kipper, Geschichte des neugriechischen Volksschulwesens, Leipzig 1897

41 Βλ. Εγκύκλιος 2647/ 20-6-1855, όπως παρατίθεται στο: Χρ. Λέφας, όπ. παρ., σελ. 275

42 Βλ. Εγκύκλιος 2388/1856, όπως παρατίθεται στο: Χρ. Λέφας, όπ. παρ., σελ. 275

Referências

Documentos relacionados

Η αντιμετώπιση των παρεμβολών σε αυτό το σχήμα λαμβάνει χώρα ως εξής: οι macro-femto παρεμβολές στο κέντρο περιορίζονται στο πρώτο timeslot, οι femto-macro παρεμβολές στο κέντρο