• Nenhum resultado encontrado

[PENDING] Ο θεσμός της σχολικής διαμεσολάβησης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση : η περίπτωση του Ν. Πέλλας

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "Ο θεσμός της σχολικής διαμεσολάβησης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση : η περίπτωση του Ν. Πέλλας"

Copied!
163
0
0

Texto

(1)

.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ & ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ

Διπλωματική Εργασία

Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ Ν. ΠΕΛΛΑΣ

του

ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΔΕΡΜΕΝΤΖΟΓΛΟΥ

Επιβλέπουσα Καθηγήτρια Δρ. Ασπασία Οικονόμου

Υποβλήθηκε ως απαιτούμενο για την απόκτηση του μεταπτυχιακού διπλώματος ειδίκευσης στη διοίκηση & οργάνωση εκπαιδευτικών μονάδων

Θεσσαλονίκη, Σεπτέμβριος 2019

(2)

2

Η παρούσα Διπλωματική Εργασία καλύπτεται στο σύνολό της νομικά από δημόσια άδεια πνευματικών δικαιωμάτων CreativeCommons:

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή

Μπορείτε να:

Μοιραστείτε: αντιγράψετε και αναδιανέμετε το παρόν υλικό με κάθε μέσο και τρόπο

Προσαρμόστε: αναμείξτε, τροποποιήστε και δημιουργήστε πάνω στο παρόν υλικό Υπό τους ακόλουθους όρους:

Αναφορά Δημιουργού: Θα πρέπει να καταχωρίσετε αναφορά στο δημιουργό, με σύνδεσμο της άδειας, και με αναφορά αν έχουν γίνει αλλαγές. Μπορείτε να το κάνετε αυτό με

οποιονδήποτε εύλογο τρόπο, αλλά όχι με τρόπο που να υπονοεί ότι ο δημιουργός αποδέχεται το έργο σας ή τη χρήση που εσείς κάνετε.

Μη Εμπορική Χρήση: Δε μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το υλικό για εμπορικούς σκοπούς.

Παρόμοια Διανομή: Αν αναμείξετε, τροποποιήσετε, ή δημιουργήσετε πάνω στο παρόν υλικό, πρέπει να διανείμετε τις δικές σας συνεισφορές υπό την ίδια άδεια Creative Commons όπως και το πρωτότυπο.

Αναλυτικές πληροφορίες νομικού κώδικα στην ηλεκτρονική διεύθυνση:

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/legalcode

(3)

3

Υπεύθυνη Δήλωση

Με ατομική μου ευθύνη και γνωρίζοντας τις κυρώσεις που προβλέπονται από τον Κανονισμό Σπουδών του Μεταπτυχιακού Προγράμματος στη Διοίκηση & Οργάνωση Εκπαιδευτικών Μονάδων του Αλεξάνδρειου ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, δηλώνω υπεύθυνα ότι:

• Η παρούσα Διπλωματική Εργασία αποτελεί έργο αποκλειστικά δικής μου δημιουργίας, έρευνας, μελέτης και συγγραφής.

• Για τη συγγραφή της Διπλωματικής μου Εργασίας δεν χρησιμοποίησα ολόκληρο ή μέρος έργου άλλου δημιουργού ή τις ιδέες και αντιλήψεις άλλου δημιουργού χωρίς να γίνεται σαφής αναφορά στην πηγή προέλευσης(βιβλίο, άρθρο από επιστημονικό περιοδικό, ιστοσελίδα κλπ.).

Θεσσαλονίκη, 22, Σεπτεμβρίου, 2019 Ο Δηλών: Αντώνιος Δερμεντζόγλου

(4)

4

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Οι διαφορές, οι συγκρούσεις και τα περιστατικά βίας, αποτελούν καταστάσεις που απαντώνται συχνά στο σχολικό περιβάλλον, προβληματίζοντας ιδιαίτερα τους εκπαιδευτικούς.

Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα φαινόμενα συγκρούσεων και βίας προτάθηκαν και εφαρμόστηκαν διάφοροι τρόποι. Ανάμεσα στις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν είναι και η σχολική διαμεσολάβηση, μια εναλλακτική, καινοτόμα προσπάθεια, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο της επανορθωτικής δικαιοσύνης.

Στην παρούσα έρευνα διερευνώνται οι απόψεις οκτώ διευθυντών/ντριών σχολείων του Ν. Πέλλας, τα οποία εφαρμόζουν τη σχολική διαμεσολάβηση εθελοντικά. Η έρευνα επικεντρώνεται στην ανάδειξη του τρόπου επίδρασης του θεσμού και των αποτελεσμάτων του αφενός στους συμμετέχοντες εκπαιδευτικούς και αφετέρου στη σχολική μονάδα. Για την υλοποίηση του σκοπού της έρευνας εφαρμόστηκε ποιοτική έρευνα και για τη συλλογή των πληροφοριών πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις.

Τα αποτελέσματα της έρευνας αποτύπωσαν τη θετική επίδραση της σχολικής διαμεσολάβησης και των αρχών της στην προσωπικότητα των εκπαιδευτικών, αλλά και στη σχολική καθημερινότητα. Συγκεκριμένα, βελτιώθηκαν οι διαπροσωπικές σχέσεις, αναπτύχθηκαν η ενσυναίσθηση και η ενεργητική ακρόαση, αποκτήθηκαν δεξιότητες ειρηνικής διευθέτησης και επίλυσης των διαφορών, μειώθηκαν τα περιστατικά συγκρούσεων και ενδοσχολικής βίας.

Ωστόσο, οι συμμετέχοντες εντοπίζουν την έλλειψη συστηματικής και διαρκούς επιμόρφωσης, την ανάγκη καθολικής εφαρμογής της σχολικής διαμεσολάβησης και την ενσωμάτωσή της στο ωρολόγιο πρόγραμμα. Σημειώνεται ότι οι συμμετέχοντες εκπαιδευτικοί, για την υλοποίηση των παραπάνω, θεωρούν ότι απαιτείται η στήριξη του θεσμού από το Yπουργείο, το οποίο θα πρέπει να διαμορφώσει το θεσμικό πλαίσιο εφαρμογής του.

Λέξεις κλειδιά: συγκρούσεις, επανορθωτική δικαιοσύνη, διαμεσολάβηση, σχολική βία, σχολική διαμεσολάβηση

(5)

5

ABSTRACT

Differences, conflicts and incidents of violence are situations that are often encountered in the school environment, with particular concern for teachers. Various ways have been proposed and implemented to tackle the effects of conflict and violence. Among the proposed methods is the school mediation, an alternative, innovative way that comes within the context of restorative justice.

The present study investigates the views of eight school principals of district of Pella, who apply voluntary the school mediation. The research focuses on highlighting the impact of the school mediation and its results, on both the participating teachers and the school life. In order to achieve the purpose of the research, a qualitative research was carried out and interviews were conducted to collect the information.

The results of the research reflected the positive impact of school mediation and its principles on the personality of participating teachers and on school day-to-day life.

Specifically, the interpersonal relationships were improved, the empathy and the active listening were developed, the skills for peaceful arrangement and resolution were acquired, the conflicts and the in-school violence were reduced.

However, the participants identified the lack of systematic and continuous training, the need for universal implementation of school mediation and its integration into the curriculum.

It is noted that the participating teachers, in order to accomplish the all above, consider that it is necessary the Ministry’s support, which should formulate the institutional framework for its implementation.

Keywords: Conflict, Restorative Justice, Mediation, School Violence, School Mediation

(6)

6

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Περίληψη 4

Abstract 5

Πίνακας Διαγραμμάτων και Πινάκων 9

Ευχαριστίες 10

Εισαγωγή 11

Κεφάλαιο 1ο : Συγκρούσεις 13

1.1 Εννοιολογική προσέγγιση 13

1.2 Τα αίτια των συγκρούσεων 14

1.3 Κατηγορίες συγκρούσεων 15

1.4 Στρατηγικές αντιμετώπισης συγκρούσεων 16

1.5 Αποτελέσματα- Συνέπειες των συγκρούσεων 17

1.6 Συγκρούσεις στο σχολικό περιβάλλον 17

1.6.1 Είδη συγκρούσεων στα σχολεία 18

1.6.2 Αίτια ενδοσχολικών συγκρούσεων 19

1.6.3 Αποτελέσματα ενδοσχολικών συγκρούσεων 20

1.6.4 Συγκρούσεις μεταξύ μαθητών 21

1.6.5 Bία στα σχολεία 22

1.6.6 Αιτίες σχολικής βίας 23

1.6.7 Συνέπειες σχολικής βίας 24

1.6.8 Τρόποι διαχείρισης ενδοσχολικών συγκρούσεων 25

Κεφάλαιο 2ο : Επανορθωτική δικαιοσύνη 28

2.1 Επανορθωτική δικαιοσύνη – Εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης συγκρούσεων 28

2.2 Μέθοδοι εναλλακτικής επίλυσης διαφορών 30

2.2.1 Η διαιτησία (arbitration) 30

(7)

7

2.2.2 Οι διαπραγματεύσεις (negotiations) 30

2.2.3 Η συμφιλίωση (conciliation) 31

2.2.4 Η διευκόλυνση (facilitation) 31

2.2.5 Ο συμβιβασμός (compromise) 31

2.2.6 Η διαμεσολάβηση (mediation) 31

Κεφάλαιο 3ο : Διαμεσολάβηση 33

3.1 Ορισμός 33

3.2 Χαρακτηριστικά της διαμεσολάβησης 33

3.3 Οι αρχές της διαμεσολάβησης 35

3.4. Τα πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης 37

3.5 Νομοθετικό πλαίσιο της διαμεσολάβησης στην Ελλάδα 38

3.6 Τι μπορεί να υπαχθεί στη διαμεσολάβηση 39

3.7 Τρόποι προσφυγής στη διαμεσολάβηση 39

3.8 Περιγραφή της διαδικασίας της διαμεσολάβησης 40

3.9 Εκπαίδευση - Κατάρτιση διαμεσολαβητών 41

Κεφάλαιο 4ο: Σχολική διαμεσολάβηση 44

4.1 Σχολική διαμεσολάβηση 44

4.2 Μοντέλα σχολικής διαμεσολάβησης 45

4.3 Επιλογή διαμεσολαβητών 46

4.4 Εκπαίδευση διαμεσολαβητών 47

4.5 Αρχές της σχολικής διαμεσολάβησης 48

4.6 Βήματα υλοποίησης σχολικής διαμεσολάβησης 49

4.7 Ποιες συγκρούσεις μπορούν να επιλυθούν με τη σχολική διαμεσολάβηση 51 4.8 Δυσκολίες στην εφαρμογή του θεσμού της σχολικής διαμεσολάβησης 52

4.9 Η σχολική διαμεσολάβηση στην Ευρώπη 52

(8)

8

4.10 Η σχολική διαμεσολάβηση στην Ελλάδα 54

Κεφάλαιο 5ο: Έρευνα 57

5.1 Ερευνητικός σκοπός 57

5.2. Ερευνητικά ερωτήματα 58

5.3 Μεθοδολογία έρευνας 60

5.3.1 Επιλογή ερευνητικής μεθόδου 60

5.3.2 Επιλογή συμμετεχόντων 62

5.3.3 Εργαλεία συλλογής δεδομένων 63

5.3.4 Διαδικασία διεξαγωγής της έρευνας 66

5.3.5 Ανάλυση δεδομένων συνέντευξης 68

5.3.6. Περιορισμοί της έρευνας 72

Κεφάλαιο 6ο: Αποτελέσματα 74

6.1 Κίνητρα συμμετοχής- Επιμόρφωση εκπαιδευτικών 74

6.2 Αντιστάσεις, δυσκολίες στην εφαρμογή του θεσμού 79 6.3 Αποτελέσματα σχολικής διαμεσολάβησης στους συμμετέχοντες 85 εκπαιδευτικούς και στη σχολική μονάδα

6.4. Παρατηρήσεις, προβληματισμοί & βελτιώσεις για την εφαρμογή 93 της σχολικής διαμεσολάβησης

Κεφάλαιο 7ο: Συμπεράσματα 101

Βιβλιογραφία 103

Παράρτημα Α 114

Παράρτημα Β 116

Παράρτημα Γ 160

(9)

9

ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΙΝΑΚΩΝ

Πίνακας 1: Θεματικοί άξονες των ερευνητικών ερωτημάτων & υποερωτημάτων 62 Πίνακας 2: Σκιαγράφημα συμμετεχόντων διευθυντών/ντριών ποιοτικής έρευνας 66

Πίνακας 3: Δομή της έρευνας 69

Πίνακας 4: Οι συνεντεύξεις των διευθυντών/ντριών 71

Πίνακας 5: Στάδια διεξαγωγής της έρευνας 72

Πίνακας 6: Θεματική ανάλυση ποιοτικών δεδομένων της έρευνας 74

(10)

10

Ευχαριστίες

Ολοκληρώνοντας την παρούσα διπλωματική εργασία, η οποία αποτέλεσε μια πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την επιβλέπουσα καθηγήτριά μου, Δρ. Ασπασία Οικονόμου για την πολύτιμη και εποικοδομητική καθοδήγηση και υποστήριξή της. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους διευθυντές/ντριες των σχολείων του Ν. Πέλλας που συμμετείχαν στην έρευνα, συντελώντας στην υλοποίησή της. Ακόμη, θα ήθελα να πω ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στη συνάδελφο κ. Καλλιοντζή Βασιλική, διαπιστευμένη διαμεσολαβήτρια, για τις χρήσιμες συμβουλές της και την παραχώρηση της φωτογραφίας του εξώφυλλου. Τέλος, ευχαριστώ την οικογένειά μου για την πολύπλευρη συμπαράσταση.

(11)

11

Εισαγωγή

Η εμφάνιση συγκρούσεων και περιστατικών βίας στο σχολικό περιβάλλον αποτελεί ένα φαινόμενο που συναντάται εδώ και πολλά χρόνια. Η εφαρμογή των παραδοσιακών μεθόδων επίλυσης με την επιβολή ποινών και τιμωριών αντιμετωπίζει προσωρινά το πρόβλημα και έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση. Παράλληλα, επιφέρει αρνητικές συνέπειες στους μαθητές, οι οποίοι βιώνουν δυσάρεστα συναισθήματα, όπως τον στιγματισμό και τον αποκλεισμό. Από την άλλη, πλήθος ερευνητών έχουν μελετήσει το φαινόμενο, επιδιώκοντας την ανακάλυψη αποτελεσματικών και παιδαγωγικών τρόπων.

Η σχολική διαμεσολάβηση, η οποία κάνει την εμφάνισή της τη δεκαετία του ’90 στις Ηνωμένες Πολιτείες, αποτελεί μια από τις εναλλακτικές τεχνικές επίλυσης των συγκρούσεων.

Η διαμεσολάβηση ομηλίκων, όπως αλλιώς αναφέρεται, συνιστά ένα είδος κοινωνικής διαμεσολάβησης, η οποία εφαρμόζεται στο σχολικό περιβάλλον. Εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της επανορθωτικής δικαιοσύνης και στοχεύει στην ειρηνική επίλυση των διαφορών.

Για την υλοποίηση της σχολικής διαμεσολάβησης, η οποία πραγματοποιείται μέσω μιας δομημένης διαδικασίας, είναι απαραίτητη η παρουσία κάποιου ειδικά εκπαιδευμένου προσώπου, συνήθως μαθητή, σε ρόλο διαμεσολαβητή. Κύριος στόχος της διαμεσολάβησης είναι η αποκατάσταση των σχέσεων των μαθητών και η τοποθέτησή τους σε ποιοτικότερο πλαίσιο.

Η σχολική διαμεσολάβηση εμφανίζεται στη χώρα μας κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 2000 (Θάνος, 2017) και προϊόντος του χρόνου κερδίζει συνεχώς έδαφος, αποτελώντας έναν τρόπο αντιμετώπισης και επίλυσης των συγκρούσεων σε πολλά σχολεία. Η διαμεσολάβηση ομηλίκων, όπως αποτυπώνεται από τους εμπλεκόμενους στον θεσμό, είναι αποτελεσματική και έχει θετική επίδραση στη σχολική καθημερινότητα.

Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η ανάδειξη του τρόπου επίδρασης του θεσμού της σχολικής διαμεσολάβησης στους συμμετέχοντες εκπαιδευτικούς, αλλά και στις σχολικές μονάδες της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Πέλλας, οι οποίες εφαρμόζουν τον θεσμό εθελοντικά.

Για την επίτευξη του παραπάνω σκοπού ερευνώνται τα κίνητρα συμμετοχής των εκπαιδευτικών σε επιμορφωτικές διαδικασίες σχετικές με τον θεσμό της σχολικής διαμεσολάβησης. Επίσης, εξετάζονται θέματα που άπτονται της επιμόρφωσης (μορφή, φορέας υλοποίησης, συμμετοχή, επάρκεια), διερευνώνται οι αντιστάσεις στην προσπάθεια ενσωμάτωσης της καινοτομίας, που συνιστά η εφαρμογή της διαμεσολάβησης ομηλίκων (πηγή, μορφές, τρόποι αντιμετώπισης). Έπειτα, ερευνώνται τα αποτελέσματα σε ατομικό

(12)

12 επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο σχολικής μονάδας που επιφέρει η διαμεσολάβηση ομηλίκων (προσωπικά οφέλη, επίδραση στη συχνότητα και ένταση φαινομένων συγκρούσεων και βίας, στο σχολικό κλίμα, επιρροή στις επιβαλλόμενες ποινές). Τέλος, αναζητούνται τα αδύνατα σημεία κατά την εφαρμογή της διαμεσολάβησης ομηλίκων και οι τρόποι βελτίωσής της.

Συγκεκριμένα, η δομή της εργασίας είναι η εξής: τα πρώτα τέσσερα κεφάλαια αποτελούν το θεωρητικό μέρος. Στο πρώτο κεφάλαιο επιχειρείται προσέγγιση της έννοιας των συγκρούσεων με έμφαση στις συγκρούσεις στο σχολικό περιβάλλον. Παρουσιάζονται τα αίτια, οι κατηγορίες, οι στρατηγικές αντιμετώπισης και οι συνέπειές των συγκρούσεων γενικά, αλλά και των ενδοσχολικών ειδικά.

Στο δεύτερο κεφάλαιο επιχειρείται η παρουσίαση της έννοιας της επανορθωτικής δικαιοσύνης και οι μέθοδοι εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, όπως η διαιτησία, οι διαπραγματεύσεις, η συμφιλίωση, η διευκόλυνση, ο συμβιβασμός και η διαμεσολάβηση. Στο τρίτο κεφάλαιο σκιαγραφείται η έννοια της διαμεσολάβησης, τα χαρακτηριστικά, οι αρχές, τα πλεονεκτήματά της, το νομοθετικό πλαίσιο και η περιγραφή της διαδικασίας υλοποίησής της.

Στο τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζεται αναλυτικά ο θεσμός της σχολικής διαμεσολάβησης, ο οποίος προσεγγίζεται εννοιολογικά, παρουσιάζονται τα μοντέλα σχολικής διαμεσολάβησης, η διαδικασία επιλογής και εκπαίδευσης των διαμεσολαβητών, οι αρχές και η διαδικασία πραγμάτωσής της.

Στη συνέχεια, ακολουθεί το ερευνητικό μέρος. Συγκεκριμένα, στο πέμπτο κεφάλαιο διατυπώνεται ο ερευνητικός σκοπός, τα ερευνητικά ερωτήματα, η μεθοδολογία της έρευνας, ο τρόπος επιλογής των συμμετεχόντων/ουσών, τα εργαλεία συλλογής δεδομένων, η διαδικασία διεξαγωγής, η ανάλυση των δεδομένων και, τέλος, οι περιορισμοί της έρευνας. Στο έκτο κεφάλαιο αποτυπώνονται τα αποτελέσματα της έρευνας και επιχειρείται η ερμηνεία και συζήτησή τους, στηριγμένη στο θεωρητικό υπόβαθρο και την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας.

Στο έβδομο κεφάλαιο διατυπώνονται τα συμπεράσματα της έρευνας.

(13)

13

Κεφάλαιο 1

ο

: Συγκρούσεις

1.1 Εννοιολογική προσέγγιση

Οι συγκρούσεις αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής και των σχέσεων των ανθρώπων. Εμφανίζονται σε κάθε κοινωνικό ή επαγγελματικό περιβάλλον, όπου πολλοί άνθρωποι δραστηριοποιούνται, εργάζονται, συνεργάζονται ή καλούνται να συναποφασίζουν για διάφορα θέματα.

Ο απλούστερος ορισμός της σύγκρουσης είναι η διαμάχη μεταξύ ατόμων, ομάδων ή και μεταξύ του ατόμου με τον εαυτό του. Οι αντιθέσεις είναι μια μορφή σχέσης μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ατόμων, τα οποία θεωρούν πως έχουν ασυμβίβαστους σκοπούς (Kriesburg, 1973). Σύμφωνα με τον Deutch, η αντίθεση εμφανίζεται, όταν η ενέργεια ενός προσώπου ή μιας ομάδας αποτρέπει, εμποδίζει, επεμβαίνει, βλάπτει ή περιορίζει την επιθυμητή ενέργεια άλλου προσώπου ή ομάδας (Deutch, 1973). Δημιουργείται μια κατάσταση μη συνεργασίας, διαφωνίας, αντίθεσης ή ανταγωνισμού όπου η κάθε πλευρά προσπαθεί να εμποδίσει την άλλη στις επιδιώξεις και την επίτευξη των στόχων της.

Συγκρούσεις παρουσιάζονται όπου υπάρχουν διαφωνίες ως προς τις ανάγκες, τα κίνητρα, τις επιθυμίες και τις απαιτήσεις (Schrumpf, Crawford & Bodine, 1997). Η σύγκρουση είναι ένα φαινόμενο των κοινωνικών σχέσεων, τόσο φυσικό όσο και η αρμονία και τόσο σημαντικό όσο και η ομοφωνία (Burns, 1978). Ένας άλλος ορισμός προσδιορίζει τη σύγκρουση ως την επιδίωξη ασύμβατων ή τουλάχιστον φαινομενικά ασύμβατων στόχων με τέτοιον τρόπο, ώστε τα οφέλη της μιας πλευράς να είναι σε βάρος της άλλης. Σε αυτόν τον ορισμό κάθε άτομο επιδιώκει να κυριαρχήσουν τα δικά του συμφέρονται και να επιτευχθούν οι δικοί του στόχοι, χωρίς να ενδιαφέρεται καθόλου για τα οφέλη της αντίπαλης πλευράς.

Τα αποτελέσματα των συγκρούσεων εξαρτώνται από τον βαθμό εκδήλωσής τους. Η ύπαρξη του στοιχείου της απειλής κάνει τη σύγκρουση εντονότερη και οι σχέσεις μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών διαταράσσονται, με αποτέλεσμα να μετατρέπονται σε εχθρικές. Στην περίπτωση απλής διαφωνίας μεταξύ των ατόμων, η αρχική τους σχέση μένει ίδια. Επίσης, ένα στοιχείο που παρατηρείται στις συγκρούσεις είναι η υποκειμενικότητα, δηλαδή, κάθε άτομο βλέπει τη σύγκρουση από τη δική του οπτική γωνία, νιώθοντας απειλή, ενώ αυτήν μπορεί να μην υπάρχει (Κολιάδης, 2010).

(14)

14

1.2 Τα αίτια των συγκρούσεων

Η αποτελεσματική διαχείριση μιας σύγκρουσης είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον εντοπισμό των αιτιών. Από τη μελέτη της σύγκρουσης σε πλαίσιο ενδοομαδικό και διομαδικό, σύμφωνα με την κοινωνιοψυχολογική προσέγγιση, ως αίτια συγκρούσεων αναφέρονται:

προσωπικοί λόγοι, οι οποίοι έχουν σχέση με συγκρούσεις της προσωπικότητας (περιλαμβάνουν συγκινησιακές, συναισθηματικές και επικοινωνιακές συγκρούσεις που προέρχονται κυρίως από την αντιπάθεια των ατόμων για τα άλλα μέλη της ομάδας), οι διαφωνίες για τα σχέδια και τους ρεαλιστικούς στόχους, οι διαφορές που προκύπτουν αναφορικά με τις μεθόδους που είναι απαραίτητες για την υλοποίηση των στόχων της ομάδας, ο ανταγωνισμός μεταξύ των μελών μιας ομάδας και ζητήματα που προέρχονται από τα κοινωνικά διλήμματα. Τα διλήμματα αυτά αναφέρονται στις περιπτώσεις όπου τα ατομικά κίνητρα αποτελούν εμπόδιο στα κίνητρα της ομάδας (Μαρούδα- Χατζούλη, 2009).

Επιπροσθέτως, αιτίες για την εμφάνιση μιας σύγκρουσης αποτελούν οι αντιλήψεις και τα στερεότυπα των ατόμων καθώς και μια επαναλαμβανόμενη αρνητική συμπεριφορά. Επίσης, η ανισότητα στη δυνατότητα άσκησης εξουσίας από τα μέρη μπορεί να οδηγήσει σε σύγκρουση. Επιπλέον, ο άνισος έλεγχος των πηγών, των διαθέσιμων υλικών αγαθών ή της ιδιοκτησίας αποτελεί μια πιθανή αιτία. Ακόμη, οι γεωγραφικοί ή φυσικοί παράγοντες που μπορεί να εμποδίζουν τη συνεργασία, καθώς και τυχόν χρονικοί περιορισμοί που να πιέζουν τα μέρη, οδηγούν σε συγκρούσεις. Τέλος, ο τρόπος ζωής, η ιδεολογία και η θρησκεία των ανθρώπων διαφέρει, πολλές φορές σημαντικά, με αποτέλεσμα τα κριτήρια αξιολόγησης καταστάσεων ή ο τρόπος αποτίμησης των ιδεών να διαφέρουν, κάτι που μπορεί να επιφέρει συγκρούσεις αξιών (Moore, 2003).

Σύμφωνα με την επιστήμη της κοινωνιολογίας, η δυναμική φύση της ομάδας ενισχύει τις συνεχείς αλλαγές σε αυτήν, όμως ταυτόχρονα με την κάθε αλλαγή αναπτύσσονται εντάσεις και άγχος τα οποία εκδηλώνονται πολλαπλά μέσα από τη σύγκρουση. H απουσία συγκρούσεων δεν αποτελεί πάντα σημάδι θετικών διαπροσωπικών σχέσεων, αλλά μπορεί να υπονοεί την έλλειψη κινήτρων, καθώς και την έλλειψη δέσμευσης και εμπλοκής των μελών στις δραστηριότητες και στους στόχους της ομάδας (Fisher 1980).

O Kernberg (1998) περιγράφει πέντε στάδια, στα οποία αποτυπώνεται η εξέλιξη της σύγκρουσης:

• πρώτο στάδιο: σύγκρουση που λανθάνει (η οποία συνήθως εμφανίζεται όταν υφίσταται μια αλλαγή),

(15)

15

• δεύτερο στάδιο: σύγκρουση που γίνεται αντιληπτή (διαπίστωση της ύπαρξης κάποιου προβλήματος, αλλά αίσθηση απουσίας απειλής των συμφερόντων τους),

• το τρίτο στάδιο: σύγκρουση που βιώνεται (συναισθηματική εμπλοκή των μελών, ένταση, υπεράσπιση θέσης, λόγω αίσθησης απειλής),

• τέταρτο στάδιο: σύγκρουσης που εκδηλώνεται (παρουσία μικρών διαφωνιών, ή εκδήλωσή τους με επιθετικό τρόπο),

• πέμπτο στάδιο: το αποτέλεσμα της σύγκρουσης (το οποίο μπορεί να είναι θετικό ή αρνητικό).

Χρήζει αναφοράς ότι είναι πιο εύκολο να αντιμετωπισθεί και προληφθεί μια σύγκρουση, όταν βρίσκεται, ακόμη, στα αρχικά στάδια.

1.3 Κατηγορίες συγκρούσεων

Αναφορικά με την κατηγοριοποίηση των συγκρούσεων, η ύπαρξη πολλών τύπων, την καθιστά, λίγο αυθαίρετη (Tjosvold, 2008). Στη συνέχεια θα παρουσιαστούν κάποιες βασικές και χαρακτηριστικές κατηγορίες των συγκρούσεων, όπως οι ενδονδοπροσωπικές, οι διαπροσωπικές, οι διομαδικές, οι ενδοομαδικές και οι οργανωσιακές (Ζαβλανός, 2002).

Οι ενδοπροσωπικές συγκρούσεις είναι εσωτερικές και εμφανίζονται όταν υπάρχει αντίθεση ανάμεσα στις δράσεις και στις πεποιθήσεις του ατόμου, το οποίο βιώνει μια συναισθηματικής και διανοητικής μορφής σύγκρουση (Σαΐτης, 2008). Αν αυτή η σύγκρουση είναι ακραία, ελλοχεύει κινδύνους για τη δομή της προσωπικότητας του ατόμου. Συνεπώς, δεν πρέπει να επιχειρείται σκοπίμως (Bigge, 2000).

Ως διαπροσωπικές χαρακτηρίζονται αυτές που συμβαίνουν ανάμεσα στα μέλη της ίδιας ομάδας και έχουν αφετηρία τις ασυμβατότητες, τις διαφωνίες ή τις διαφορές ανάμεσά τους. Οι συγκρούσεις που σημειώνονται σε κάποιο κοινωνικό περιβάλλον όπως η οικογένεια, η εργασία, το σχολείο, κ.τ.λ. θεωρούνται διαπροσωπικές.

Στο πλαίσιο των ομάδων, οι ενδοομαδικές συγκρούσεις προκύπτουν ανάμεσα στα άτομα της ίδιας ομάδας, ενώ από την άλλη οι διομαδικές μεταξύ των ατόμων που ανήκουν σε διαφορετικές ομάδες (Σαΐτης, 2008). Τέλος, οι οργανωσιακές συγκρούσεις σημειώνονται μεταξύ των επιτελικών στελεχών μιας οργάνωσης, στο πλαίσιο που σχετίζεται με την οργάνωση, τη λειτουργία και την ιεραρχία της και συνδέονται με τις αδυναμίες που εκδηλώνονται σε επίπεδο οργάνωσης, καθώς και με ελλείψεις στην ενημέρωση των μελών, αλλά και στην κατανόηση των στόχων του οργανισμού (Αθανασούλα- Ρέππα, 2008).

(16)

16

1.4 Στρατηγικές αντιμετώπισης συγκρούσεων

Οι ενδεδειγμένοι τρόποι διευθέτησης μιας σύγκρουσης είναι άμεσα εξαρτώμενοι από το ενδιαφέρον για τα δικά μας συμφέροντα και το ενδιαφέρον για τα συμφέροντα των άλλων ή της άλλης ομάδας. Υπάρχουν πέντε τρόποι διαχείρισης των συγκρούσεων (Γιαννουλέας, 1998):

1. Ο τρόπος της αποφυγής. Η ύπαρξη χαμηλού προσωπικού ενδιαφέροντος, όπως και η ύπαρξη χαμηλού ενδιαφέροντος για τα συμφέροντα των άλλων οδηγεί το άτομο στην αποφυγή επίλυσης της σύγκρουσης. Έτσι, το άτομο δεν κάνει τίποτα, μένει ουδέτερο, αγνοώντας και υποβαθμίζοντας την προστριβή. Το αποτέλεσμα, συχνά, είναι χάνεις-χάνω.

2. Ο τρόπος του συμβιβασμού. Η χρήση της τεχνικής αυτής αποβλέπει στην ικανοποίηση ενός μέρους των ενδιαφερόντων των εμπλεκόμενων μερών στη σύγκρουση.

Στόχος, η ύπαρξη μιας αποδεκτής, παρά βελτιωμένης λύσης. Με άλλα λόγια, ο συμβιβασμός εστιάζει στην ανεύρεση μιας λύσης που επιλύει ικανοποιητικά τη σύγκρουση. Καμία από τις αντιμαχόμενες ομάδες δεν θα ικανοποιηθεί απόλυτα και αυτή η έλλειψη ικανοποίησης αποτελεί ένα από τα αρνητικά σημεία αυτού του τρόπου διευθέτησης (Thomas, 1977). Η απουσία συμβιβασμού, συχνά, οδηγεί σε διευθέτηση μέσω διαιτησίας ή μεσολάβησης. Στην στρατηγική αυτή, κανείς δεν κερδίζει ή χάνει.

3. Ο τρόπος της εξομάλυνσης. Σύμφωνα με αυτήν τεχνική της εξομάλυνσης, ο υπεύθυνος διαχείρισης των συγκρούσεων ενεργεί με στόχο να υποβαθμίσει τις διαφορές, τονίζοντας ιδιαίτερα τα κοινά συμφέροντα. Είναι αποδεκτή η ύπαρξη σύγκρουσης, όμως τονίζεται ιδιαίτερα, η σημασία της αρμονίας και της ειρήνης στον οργανισμό, καθώς και οι ομοιότητες και τα κοινά των αντιμαχόμενων, παρά οι διαφορές τους (Gouldner, 1973). Η προσπάθεια άμβλυνσης των διαφορών μπορεί να διατηρήσει μια επιφανειακή αρμονία, δίχως να αποκλείει την πιθανότητα διατήρησης του προβλήματος και της σύγκρουσης, τα οποία, απλώς, αποκρύπτονται. Έτσι, ελλοχεύει ο κίνδυνος εκδήλωσης της σύγκρουσης σε μεταγενέστερη στιγμή και μάλιστα σε μεγαλύτερη διάσταση από την αρχική. Με την εφαρμογή της παραπάνω τεχνικής, το αποτέλεσμα είναι κερδίζεις- χάνω.

4. Ο πιεστικός τρόπος. Η πιο απλή τεχνική διαχείρισης μιας σύγκρουσης είναι η συντήρηση του ανταγωνισμού, έως ότου επικρατήσει ο ισχυρότερος. Καλείται και επιβολή εξουσίας (dominance), γιατί τα ανώτερα στελέχη, χρησιμοποιώντας την ισχύ και την εξουσία που τους παρέχει η θέση, πιέζουν και επιβάλλουν τη δική τους θέση (Burrell & Morgan, 1979).

Αυτός ο τρόπος διευθέτησης συναντάται ανάμεσα σε άτομα που κατέχουν διαφορετική θέση

(17)

17 στην ιεραρχική κλίμακα με τη χρήση εξαναγκασμού, πίεσης ή βίας από πάνω προς τα κάτω.

Το αποτέλεσμα σε αυτήν την τεχνική είναι κερδίζω- χάνεις.

5. Ο συνεργατικός τρόπος. Εφαρμόζεται όπου η επιθυμία για την επίτευξη των στόχων του άλλου μέρους, όσο και των ιδίων στόχων είναι μεγάλη. Με τη χρησιμοποίηση της μεθόδου αυτής καταπολεμούνται οι αιτίες της σύγκρουσης. Μέσω αυτής, το κέντρο εστίασης τοποθετείται στην εκπλήρωση των οργανωτικών στόχων κι όχι στην εκπλήρωση των προσωπικών στόχων των αντιμαχόμενων πλευρών (Follett, 1973). Η κάθε πλευρά προσπαθεί να κατανοήσει τις θέσεις της άλλης και να οδηγηθούν σε αμοιβαία οφέλη, ικανοποιώντας, παράλληλα, τις ανάγκες τους. Η εφαρμογή της στρατηγικής αυτής είναι κερδίζω- κερδίζεις.

1.5 Αποτελέσματα-Συνέπειες των συγκρούσεων

Η σύγκρουση, για την πλειοψηφία των ατόμων, αποτελεί ένα φαινόμενο που η εκδήλωσή του προκαλεί αρνητικά αποτελέσματα και δυσάρεστες καταστάσεις. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι μόνο έτσι. Η έννοια της σύγκρουσης ορίζεται ως ένα φαινόμενο, το οποίο ανάλογα με τον τρόπο που θα αντιμετωπισθεί, μπορεί να είναι καταστροφικό ή εποικοδομητικό (Baginsky, 2004). Έτσι, μπορεί να θεωρηθεί περισσότερο ασφαλές πως οι συγκρούσεις έχουν αρνητικές, αλλά και θετικές επιπτώσεις.

Οι σημαντικότερες θετικές συνέπειες των συγκρούσεων είναι: η συνεισφορά τους στην παραγωγή νέων ιδεών, η πρόκληση καινοτομιών και αλλαγών, η συμβολή τους στη λήψη καλύτερων αποφάσεων, η κατανόηση των αιτιών ενός προβλήματος, η αύξηση συμμετοχής, η εκδήλωση αυθόρμητων αντιδράσεων και η ανάδειξη προβλημάτων.

Από την άλλη, κυριότερες αρνητικές επιπτώσεις των συγκρούσεων αποτελούν: η σπατάλη ενέργειας, η μείωση του ηθικού, η πόλωση μεταξύ ατόμων ή ομάδων, η ενίσχυση των διαφορών, η πρόκληση δυσχέρειας για συνεργασία, η εμφάνιση ανεύθυνης συμπεριφοράς, η ανάπτυξη δυσπιστίας μεταξύ των συγκρουόμενων και η μείωση της παραγωγικότητας.

1.6 Συγκρούσεις στο σχολικό περιβάλλον

Οι συγκρούσεις αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής και των ανθρώπινων σχέσεων, κάνοντας την εμφάνισή τους σε κάθε χώρο (κοινωνικό ή επαγγελματικό), όπου πολλοί άνθρωποι συναναστρέφονται καθημερινά, εργάζονται, συνεργάζονται ή πρέπει να συναποφασίζουν για διάφορα θέματα. Ο χώρος της εκπαίδευσης δεν αποτελεί εξαίρεση. Το σχολείο είναι ένα μέρος, όπου πολύ εύκολα μπορούν να αναπτυχθούν συγκρούσεις.

(18)

18 Η σχολική μονάδα αποτελεί μια κοινότητα διαφορετικών ομάδων, συμφερόντων και αξιών, σε ένα περιβάλλον που είναι περίπλοκο, με αποτέλεσμα οι συγκρούσεις να είναι αναπόφευκτες. Σύμφωνα με έρευνες, το σχολικό περιβάλλον αποτελεί, συχνά, ένα ανταγωνιστικό παρά ένα συνεργατικό περιβάλλον. Αποτέλεσμα αυτού, είναι η έλλειψη επικοινωνιακών και συναισθηματικών δεξιοτήτων αλλά και εμπιστοσύνης (Johnson & Johnson, 1996). Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι συγκρούσεις αποτελούν καθημερινό φαινόμενο. Στα σχολεία, όπως και σε κάθε χώρο εργασίας, οι συγκρούσεις προκαλούνται από μια σειρά θεμάτων, που επιφέρουν εντάσεις μεταξύ των συνεργαζόμενων ατόμων (Msila 2012).Οι πιο συχνά εμφανιζόμενες συγκρούσεις στα σχολεία διαφοροποιούνται μεταξύ τους και έχουν σχέση, περισσότερο με το καθήκον του κάθε εμπλεκόμενου μέρους, παρά με το συναίσθημα που τους διακατέχει(DiPaola & Hoy, 2001).

Συνεπώς, οι συγκρούσεις βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στο σχολείο και είναι πιθανό να συμβούν σε οποιονδήποτε χώρο, την πιο απομακρυσμένη γωνία της αυλής, την τάξη, το γραφείο των δασκάλων, το γραφείο του/της διευθυντή/τριας κ.τ.λ. Κάθε άτομο που δραστηριοποιείται στο χώρο του σχολείου, ενήλικας ή παιδί, αποτελεί μια ξεχωριστή οντότητα με τη δική του προσωπικότητα, φιλοσοφία, κοσμοθεωρία, εμπειρίες και συνήθειες. Έτσι, η σύγκρουση, συχνά, είναι αναπόφευκτη.

Στο πλαίσιο του σχολικού περιβάλλοντος, συγκρούσεις πιθανόν να προκύψουν μεταξύ εκπαιδευτικών και διοίκησης, μεταξύ εκπαιδευτικών, μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών, μεταξύ εκπαιδευτικών και γονέων, αλλά και μεταξύ των μαθητών (Αθανασούλα-Ρέππα, 2008).

1.6.1 Είδη συγκρούσεων στα σχολεία

Οι ενδοσχολικές συγκρούσεις, σε σχέση με τα εμπλεκόμενα μέρη, διακρίνονται σε:

✓ διαπροσωπικές (συγκρούσεις μεταξύ των μελών τις ίδιας ομάδας, π.χ. μεταξύ μαθητών ή εκπαιδευτικών),

✓ ομαδικές (συγκρούσεις ανάμεσα σε ομάδες της σχολικής κοινότητας, π.χ. μεταξύ καθηγητών-μαθητών, καθηγητών-γονέων),

✓ ατόμων και ομάδων (π.χ. μεταξύ διευθυντή και συλλόγου διδασκόντων, εκπαιδευτικού και ομάδας μαθητών ή του συλλόγου διδασκόντων ή του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων),

✓ σχολικής κοινότητας (συγκρούσεις μεταξύ του σχολείου και φορέων της τοπικής κοινωνία, π.χ. μεταξύ του διευθυντή και του δήμου, ή άλλων υπηρεσιών) και τέλος,

(19)

19

ενδοπροσωπικές (μονόπλευρες συγκρούσεις και εσωτερικές που εμφανίζονται όταν οι δράσεις των ατόμων έρχονται σε αντίθεση με τις πεποιθήσεις τους. Παρατηρούνται σε μαθητές και εκπαιδευτικούς) (Σαΐτης, 2002).

1.6.2 Αίτια ενδοσχολικών συγκρούσεων

Έχει διαπιστωθεί πως σε κάθε σχολική μονάδα προκύπτει πληθώρα λόγων, εκ των οποίων είναι πολύ πιθανό να προκύψουν παρεξηγήσεις, εντάσεις που θα οδηγήσουν σε συγκρούσεις μεταξύ των μελών της. Για την έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των συγκρούσεων είναι απαραίτητος ο εντοπισμός και η κατανόηση των παραγόντων που τις προκαλούν.

Τα αίτια των συγκρούσεων διακρίνονται σε εσωγενή, τα οποία προέρχονται από το εσωτερικό περιβάλλον και εξωγενή, τα οποία προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον της σχολικής μονάδας (Παρασκευόπουλος, 2008).

Τα εσωγενή αίτια διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες, οι οποίες σχετίζονται με:

o την οργανωτική δομή, η οποία, ενδεικτικά, περιλαμβάνει την αλληλεπίδραση των μελών ομάδας, τον ρόλο της εξουσίας, το μέγεθος της ομάδας και τους στόχους που έχουν τεθεί (Gupta & Sasidhar, 2010),

o την επικοινωνία, συγκεκριμένα, με την έλλειψη σωστής επικοινωνίας, την κακή μετάδοση ή παρερμηνεία μηνυμάτων (Αθανασούλα- Ρέππα, 2008),

o τις προσωπικές επιρροές, πρόκειται για τους διαφορετικούς τύπους προσωπικότητας των μελών καθώς και στο σύνολο των αξιών που πρεσβεύουν (Παρασκευόπουλος, 2008).

Επιπλέον, αιτίες σύγκρουσης, προερχόμενες από το εσωτερικό περιβάλλον, θεωρούνται η έλλειψη εμπιστοσύνης, η διαφορετικότητα στα προσωπικά ή πολιτισμικά χαρακτηριστικά και η αδυναμία αποδοχής των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών των μελών της ομάδας (Hudson, Grisham, Srinivasan & Massa, 2005). Ακόμη, το στρες που προέρχεται από τον φόρτο εργασίας, η ανασφάλεια, η αντιλαμβανόμενη ανισότητα, ο ανταγωνισμός, η επικάλυψη αρμοδιοτήτων και ρόλων θεωρούνται αιτίες πρόκλησης συγκρούσεων (Παπάνης, 2011). Τέλος, το αυταρχικό στυλ διοίκησης θεωρείται μια από τις πιο σημαντικές αιτίες για την εκδήλωση συγκρούσεων (Πετρίδου, 2011).

Τα εξωγενή αίτια ταξινομούνται στις παρακάτω κατηγορίες που σχετίζονται με:

• τις επιβαλλόμενες αλλαγές ή την εισαγωγή καινοτομιών, οι οποίες όταν πρόκειται να εφαρμοστούν στη σχολική μονάδα προκαλούν συγκρούσεις και

(20)

20

την έλλειψη οικονομικών πόρων, έχει διαπιστωθεί πως οι μειωμένες δαπάνες για την υλικοτεχνική υποδομή της σχολικής μονάδας και την υλοποίηση δράσεων έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση συγκρούσεων (Χατζηπαναγιώτου, 2012).

1.6.3 Αποτελέσματα ενδοσχολικών συγκρούσεων

Οι συγκρούσεις, λόγω των επιπτώσεων που έχουν τόσο στις σχέσεις μεταξύ των μελών της σχολικής μονάδας, όσο και στη γενικότερη λειτουργία της, θεωρούνται ανεπιθύμητες και αποφευκτέες (Σαΐτης, 2014). Όπως διαπιστώνεται μετά από έρευνες, οι συγκρούσεις, εκτός από αρνητικές συνέπειες, μπορεί να προκαλέσουν και θετικά αποτελέσματα στη λειτουργία της σχολικής μονάδας (Robbins & Judge, 2011).

Στα θετικά αποτελέσματα των συγκρούσεων εντοπίζονται η παραγωγή και προώθηση νέων και καινοτόμων ιδεών, η δημιουργία ενδιαφέροντος, η βελτίωση διαχείρισης και αντιμετώπισης προβλημάτων, η αύξηση της παραγωγικότητας και της αποτελεσματικότητας, η ανάληψη πρωτοβουλιών και η ανάπτυξη της δημιουργικότητας (Ζαβλανός, 2002).

Επιπλέον, οι συγκρούσεις που εκδηλώνονται σε μια σχολική μονάδα μπορεί να ενισχύσουν τη συνοχή μεταξύ των μελών της καθώς και την επίδοση αυτών (Σαΐτης, 2014). Τέλος, χρήζουν αναφοράς, ως θετικές συνέπειες, η βελτίωση των διαπροσωπικών σχέσεων, η ανάπτυξη της ενσυναίσθησης, η παραγωγή νέων στόχων (Παρακευόπουλος, 2008) και η πιθανότητα εμφάνισης νέων δυνατοτήτων, εναλλακτικών λύσεων και αποτελεσματικότερων τρόπων δράσης (Everard & Morris, 1999).

Στις αρνητικές συνέπειες των συγκρούσεων αναφέρονται η σπατάλη ενέργειας, η οποία οδηγεί σε μείωση της αποτελεσματικότητας, η δυσχέρεια στην επικοινωνία μεταξύ των μελών, η ανάπτυξη ηττοπαθούς συμπεριφοράς, με αποτέλεσμα τη μείωση του ηθικού, η δημιουργία άγχους στα μέλη της σχολικής μονάδας και η δυσκολία στην υλοποίηση δράσεων (Παρακευόπουλος, 2008).

Επιπροσθέτως, στις αρνητικές συνέπειες των ενδοσχολικών συγκρούσεων συγκαταλέγονται η διαταραχή των διαπροσωπικών σχέσεων των μελών της μονάδας και η εμφάνιση καχυποψίας και δυσπιστίας μεταξύ ατόμων ή ομάδων. Η ανάπτυξη του αρνητικού κλίματος αποτρέπει την καλή συνεργασία, προκαλώντας, αρκετές φορές, την αντίδραση από τα μέλη της ομάδας, η οποία οδηγεί σε μείωση της παραγωγικότητας και σε γενικότερη υπολειτουργία της σχολικής μονάδας.

(21)

21 Τελικά, η αποτελεσματική διαχείριση και διευθέτηση των συγκρούσεων μπορεί να οδηγήσει στην αξιοποίηση των θετικών αποτελεσμάτων για τη σχολική μονάδα και στην αποφυγή των αρνητικών συνεπειών τους.

1.6.4 Συγκρούσεις μεταξύ μαθητών

Η σχολική μονάδα, ως εκπαιδευτικός οργανισμός, είναι μια αυτορρυθμιζόμενη κοινότητα διαφορετικών ομάδων, συμφερόντων και αξιών, όπου το περιβάλλον είναι περίπλοκο και έτσι οι συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες. Σύμφωνα με θεωρίες της εξελικτικής και κοινωνικής ψυχολογίας (Shantz & Hartup, 1992), η εμπλοκή των μαθητών σε σύγκρουση είναι έκφανση της ομαλής ανάπτυξης τους. Τα παιδιά και οι έφηβοι μέσα από τις συγκρουσιακές καταστάσεις γνωρίζουν καλύτερα τον εαυτό τους και τις σχέσεις τους με τους άλλους.

Η συνεργασία και ο ανταγωνισμός αποτελούν το πλαίσιο για την εμφάνιση μιας σύγκρουσης (Johnson & Johnson, 1996). Στην περίπτωση του συνεργατικού πλαισίου, η εκδήλωση σύγκρουσης ενισχύει την αλληλεπίδραση και τη βελτίωση των σχέσεων τους, όπως και την ικανότητα επίλυσης συγκρούσεων, με δημιουργικό τρόπο, στο μέλλον. Από την άλλη, η εμφάνιση σύγκρουσης σε ανταγωνιστικό πλαίσιο, έχει εκδηλώσεις αρνητικών συμπεριφορών και αντίστοιχων επιπτώσεων.

Σύμφωνα με έρευνες, έχει διαπιστωθεί πως σε πολλά σχολεία το περιβάλλον είναι ανταγωνιστικό, παρά συνεργατικό αποτελώντας ανασταλτικό παράγοντα επικοινωνίας με αλληλοσεβασμό και αλληλοκατανόηση. Έτσι, αρκετές φορές, μια σύγκρουση εκδηλώνεται με μορφή αρνητικής, έως βίαιης συμπεριφοράς περιλαμβάνοντας καβγάδες, ύβρεις, απειλές, βανδαλισμούς, κ.ά. (Ελευθεριάδης, 1998), καθιστώντας άμεση την επίλυσή της.

Αναζητώντας τα γενεσιουργά αίτια των συγκρούσεων μεταξύ των μαθητών, αναφέρονται ως χαρακτηριστικά τα παρακάτω:

τα αρνητικά πρότυπα, προερχόμενα από τα ΜΜΕ, τα οποία προβάλλουν ήρωες που συμπεριφέρονται επιθετικά ή από το οικογενειακό περιβάλλον, όπου οι γονείς προβάλλουν ένα αρνητικό πρότυπο συμπεριφοράς για την επίλυση συγκρούσεων, μέσω των δικών τους στάσεων (Buehler & Barber, 1998),

• οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις μεταξύ των γονέων (οι οποίες έχουν ενταθεί λόγω της οικονομικής κρίσης) καλλιεργούν ένα αρνητικό πρότυπο. Η πολυπολιτισμικότητα, οι διαφορές στον πολιτισμό, στη θρησκεία, στην εθνικότητα είναι πιθανό να προκαλέσουν συγκρούσεις με ρατσιστικές εκφάνσεις (Khalsa, 2007),

(22)

22

• ο ανταγωνισμός, είναι πιθανό να οδηγήσει σε σύγκρουση (Φασουλής, 2007),

• η προβληματική επικοινωνία, η δυσκολία έκφρασης των συναισθημάτων ή των προβλημάτων τους είναι πιθανή αιτία εκδήλωσης σύγκρουσης (Fontana, 1996),

• το αίσθημα κατωτερότητας, το οποίο είναι πιθανό να βιώνουν μαθητές με χαμηλές επιδόσεις, οι οποίοι προσπαθούν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους μέσω παραβατικής συμπεριφοράς (Fontana, 1996) και

• το στρες των μαθητών, η εφηβεία, το οικογενειακό περιβάλλον, τα οικονομικά προβλήματα και η κακή επίδοση μπορεί να οδηγήσουν έναν μαθητή σε εκρήξεις, συγκρούσεις και επιθετικότητα (Κυρίδης, 1999).

1.6.5 Bία στα σχολεία

Εκτός από τις συγκρούσεις στο σχολικό περιβάλλον που κινούνται στο πλαίσιο του

«φυσιολογικού», υπάρχουν και περιστατικά βίας. Περιστατικά σχολικής βίας και εκφοβισμού μπορούν να λάβουν χώρα σε όλους τους χώρους εντός και εκτός του σχολείου, π.χ. στην αυλή του σχολείου, στις τουαλέτες, στον δρόμο προς και από το σχολείο, στην τάξη. Τα φαινόμενα αυτά ταξινομούνται σε πράξεις βίας κατά προσώπου, βία κατά περιουσίας (π.χ. βανδαλισμοί) και αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές (π.χ. χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών) (Χηνάς &

Χρυσαφίδης, 2000).

Στην προσπάθεια κατανόησης του φαινομένου, επιχειρείται μια εννοιολογική προσέγγιση των όρων. Έτσι, η βία ορίζεται ως «η άσκηση σωματικής ή άλλης δύναμης ή η χρησιμοποίηση απειλών με σκοπό την επιβολή της θελήσεως (κάποιου)…» (Μπαμπινιώτης, 1998, σ.367-368) και έχει σχέση, συνήθως, με την εξουσία. Η σχολική βία ορίζεται ως «η επιβολή της βούλησης ενός μέρους της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε κάποιο άλλο και η πρόκληση ζημιάς ή βλάβης» (Αρτινοπούλου, 2001, σ.16). και ο σχολικός εκφοβισμός ορίζεται ως «η βία που ασκείται από και σε βάρος μαθητών του δημοτικού σχολείου, μέχρι την ηλικία των 12 ετών και περιλαμβάνει επανειλημμένες αρνητικές πράξεις βίας...», (Αρτινοπούλου, 2001, σ.14), όπως αυτοί ορίσθηκαν στην διάσκεψη της Ουτρέχτης, τον Φεβρουάριο του 1997. Οι έννοιες της «σχολικής βίας» και του «σχολικού εκφοβισμού» τείνουν να θεωρούνται συνώνυμες και συνήθως αναφέρονται με τον όρο «bullying» (Αρτινοπούλου, 2001). Η έννοια του bullying ορίζεται ως «η επαναλαμβανόμενη καταπίεση, ψυχολογική ή σωματική, ενός λιγότερου δυνατού ατόμου από ένα πιο δυνατό άτομο ή ομάδα ατόμων» (Rigby, 1996, σ.15).

Συνεπώς, από τη μία έχουμε τη δύναμη ή την εξουσία του θύτη και από την άλλη το αδύναμο και ευάλωτο θύμα.

(23)

23 Τα περιστατικά σχολικής βίας και εκφοβισμού ταξινομούνται σε δύο βασικές κατηγορίες: στην άμεση βία και εκφοβισμό, που εκδηλώνεται με πράξεις φυσικής ή λεκτικής βίας και στην έμμεση βία και εκφοβισμό, που περιλαμβάνει πράξεις και συμπεριφορές κοινωνικού αποκλεισμού και συκοφαντίας, με αποτέλεσμα να μην είναι εύκολα αντιληπτός, αφού οι επιπτώσεις του δεν είναι εμφανείς. (Αρτινοπούλου, 2010).

Οι μορφές βίας και εκφοβισμού που εντοπίζονται στα σχολεία μπορούν να ταξινομηθούν στις παρακάτω κατηγορίες: σωματική βία (σπρωξίματα, χτυπήματα, κ.τ.λ.), λεκτική βία (βρισιές, προσβολές, φραστικές επιθέσεις, συνεχόμενα πειράγματα, κοροϊδίες, ρατσιστικά σχόλια, διάδοση ψεύτικων φημών, κ.τ.λ.), ψυχολογική- συναισθηματική βία- κοινωνικός αποκλεισμός (απομόνωση από συμμαθητές, παρέες ή ομάδες, αδιαφορία και περιφρόνηση, κλοπή ή καταστροφή προσωπικών αντικειμένων, εκβιασμοί, κ.τ.λ.), σεξουαλική βία ή παρενόχληση (οποιαδήποτε συμπεριφορά, π.χ. λεκτική, οπτική, ή χειρονομία, με σεξουαλικό περιεχόμενο ή υπονοούμενο η οποία είναι ακατάλληλη και ανεπιθύμητη), ηλεκτρονικός εκφοβισμός-cyber bullying (παρενόχληση ή γελιοποίηση του «θύματος» με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων, όπως είναι το διαδίκτυο, το κινητό τηλέφωνο, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κ.λπ. με στόχο τον εξευτελισμό και την ταπείνωσή του κι εκτός του σχολικού περιβάλλοντος) και ρατσιστική βία και εκφοβισμός (συμπεριφορές και πράξεις βίας και εκφοβισμού με ρατσιστικό περιεχόμενο ή υπονοούμενο, με αφορμή κάποιο ατομικό ή κοινωνικό χαρακτηριστικό του παιδιού ή της ομάδας στόχου, π.χ.

φυλή, θρήσκευμα, σεξουαλικός προσανατολισμός)

1.6.6 Αιτίες σχολικής βίας

Κατά τον Rigby (1996), ο σχολικός εκφοβισμός τα τελευταία χρόνια, φαίνεται να παίρνει διαστάσεις «κοινωνικής μάστιγας» τόσο λόγω της μεγάλης συχνότητας εμφάνισης, όσο και των συνεπειών του. Όπως προκύπτει, η σχολική βία είναι ένα πολυδιάστατο φαινόμενο.

Αναζητώντας τους παράγοντες που οδηγούν στην εκδήλωση περιστατικών σχολικής βίας, διαπιστώνεται πως αλληλεπιδρούν ατομικοί, κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Οι ατομικοί παράγοντες περιλαμβάνουν τα ατομικά/δημογραφικά χαρακτηριστικά των ατόμων (π.χ. φύλο, ηλικία, εθνικότητα, γνωστικές ικανότητες, προσωπικότητα) και το οικογενειακό υπόβαθρο.

Έχει διαπιστωθεί πως οι μορφές επιθετικότητας σχετίζονται με τις αναπτυξιακές αλλαγές (Bjtirkqvist,1994). Ακόμη, σημαντική είναι η επίδραση του τρόπου ερμηνείας των συμπεριφορών καθώς και τα χαρακτηριστικά του άμεσου οικογενειακού περιβάλλοντος

(24)

24 (Αρτινοπούλου, 2010). Επιπλέον, όπως έρευνες αποτυπώνουν η «ετικετοποίηση» κάποιων μαθητών εξαιτίας κάποιου χαρακτηριστικού τους, οδηγεί, συχνά, στη θυματοποίησή τους. Η εμφάνιση, κάποια μορφή αναπηρίας ή το βάρος είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά των μαθητών που θυματοποιούνται (Σαπουνά, 2009). Επίσης, έρευνες (Glover, Gough, Johnson &

Cartwright, 2000) έχει έχουν αναδείξει τη σχέση μεταξύ της συμπεριφοράς και άσκησης βίας με τους παράγοντες που σχετίζονται με την αυτοεκτίμηση των μαθητών.

Στους κοινωνικούς και

Referências

Documentos relacionados