• Nenhum resultado encontrado

Η καλλιέργεια της φιστικιάς στην περιοχή Δυτ. Αττικής: προβλήματα, προοπτικές

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Η καλλιέργεια της φιστικιάς στην περιοχή Δυτ. Αττικής: προβλήματα, προοπτικές"

Copied!
62
0
0

Texto

(1)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (Τ.Ε.Ι.) ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΦΙΣΤΙΚΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΔΥΤ. ΑΤΤΙΚΗΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ - ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Πτυχιακή εργασία

του σπουδαστή Γκιόκα Μελέτη

Καλαμάτα, Μάρτιος 2002

(2)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (Τ.Ε.Ι.) ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΦΙΣΤΙΚΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΔΥΤ. ΑΤΤΙΚΗΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ - ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Πτυχιακή εργασία

του σπουδαστή Γκιόκα Μελέτη

Επιβλέπουσα Καθηγήτρια Σμαραγδή Πετροπούλου

Καλαμάτα, Μάρτιος 2002

(3)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 2

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΓΕΩΡΓΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΥΤΙΚΗΣ

ΑΤΤΙΚΗΣ 3

1.1 ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ 3

1.2 ΠΕΡΙΒΑΝΤΟΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ 6

1.2.1 Κλίμα 6

1.2.2 Έδαφος 7

1.2.3 Υδρολογικές συνθήκες 7

1.3 ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ 8

1.4 ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 9

1.4.1 Διάρθρωση του πληθυσμού στο χώρο 9

1.4.2 Οικονομικά ενεργός πληθυσμός 12

1.4.3 Τομεακή σύνθεση της απασχόλησης 13

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Η ΦΙΣΤΙΚΙΑ 15

2.1 ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ 15

2.2 ΒΟΤΑΝΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ 16

2.2.1 Περιγραφή του είδους Pistacia vera 19

2.3 ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ 21

2.4 ΚΛΙΜΑ ΚΑΙ ΕΔΑΦΟΣ 27

2.4.1 Κλίμα 27

2.4.2 Έδαφος 29

2.5 ΛΙΠΑΝΣΗ 29

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΦΙΣΤΙΚΙΑΣ ΣΤΗ ΔΥΤ. ΑΤΤΙΚΗ 31

3.1 ΓΕΝΙΚΑ 31

3.2 ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ 32 3.3 ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕΝΗ ΕΚΤΑΣΗ - ΑΡΙΘΜΟΣ

ΦΙΣΤΙΚΟΔΕΝΔΡΩΝ 34

3.4 ΠΑΡΑΓΩΓΗ - ΤΙΜΕΣ 36

3.5 ΩΡΙΜΑΣΗ - ΣΥΓΚΟΜΙΔΗ - ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ -

ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ 37

3.5.1 Ωρίμαση 37

3.5.2 Συγκομιδή 37

(4)

3.5.3 Αποθήκευση 39

3.5.4 Αποδόσεις 39

3.6 ΤΕΧΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΑΥΣΗ 40

3.6.1 Υπολογισμός κόστους εγκατάστασης και περιποίησης, τα

(5) πέντε πρώτα έτη, (1) ενός στρέμματος φιστικεώνα 40 3.6.2 Ανάλυση κόστους παραγωγής ανά στρέμμα φιστικεώνα

σε πλήρη απόδοση 41

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ - ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ 46

4.1 ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ

ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΣΤΗ ΔΥΤ. ΑΤΤΙΚΗ 46

4.1.1 Γεωργικές εκμεταλλεύσεις και διάθεση των προϊόντων

τους 46

4.1.2 Σχέση περιαστιακού χώρου - αστικού κέντρου 47

4.1.3 Πληθυσμιακή εξέλιξη 48

4.1.4 Αγροτικές διαρθρωτικές μεταβολές 49

4.2 ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΗΣ

ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ ΦΙΣΤΙΚΙΟΥ 52

4.2.1 Εισαγωγές 52

4.2.2 Συνεταιρισμός 53

4.2.3 Άρδευση 54

4.2.4 Γεωτρήσεις 55

4.2.5 Αγροτική πολιτική 55

(5)

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Στα πλαίσια των πτυχιακών εργασιών του Τ.Ε.Ι. Καλαμάτας και συγκεκριμένα των πτυχιακών του Τμήματος Φυτικής Παραγωγής, ανέλαβα τη σύνταξη εργασίας που ερευνά την καλλιέργεια του φιστικιού στην περιοχή της Δυτικής Αττικής, καθώς και τα προβλήματα και τις προοπτικές της καλλιέργειας αυτής.

Οι λόγοι που με ώθησαν να ασχοληθώ με το συγκεκριμένο θέμα ήταν η ανάδειξη μιας άλλης πτυχής του οικονομικού γίγνεσθαι της περιοχής, αλλά και η παροχή πληροφοριών σε καλλιεργητές που σκοπεύουν να ασχοληθούν με την παραγωγή φιστικιού.

Το περιεχόμενο της πτυχιακής αυτής εργασίας περιλαμβάνει την εισαγωγή, τη γεωργοοικονομική κατάσταση της περιοχής της Δυτικής Αττικής, την ανάλυση της καλλιέργειας (περιγραφή ποικιλιών, καλλιεργούμενες εκτάσεις, παραγωγή, τιμές, εισαγωγές - εξαγωγές κ.α.) και τέλος τα προβλήματα και τις προοπτικές όχι μόνο της καλλιέργειας, αλλά και της περιοχής γενικότερα.

Ευχαριστώ όσους με οποιοδήποτε τρόπο βοήθησαν στη συγκέντρωση πληροφοριών και στοιχείων, καθώς και στην επεξεργασία και ανάλυσή τους, και ιδιαίτερα τους γεωπόνους της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Δυτικής Αττικής.

(6)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Γεωγραφικά η περιοχή της Δυτικής Αττικής βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο της Αττικής και συνεπώς στο κέντρο της Ελλάδας.

Βορειοδυτικά συνορεύει με το νομό Βοιωτίας, ενώ στα νότια και στα νοτιοδυτικά βρέχεται από θάλασσα. Στα νότια από το Σαρωνικό Κόλπο και στα νοτιοδυτικά από τον Κορινθιακό Κόλπο.

Βάση της οικονομίας της περιοχής αποτελεί κυρίως ο δευτερογενής και τριτογενής τομέας. Η απασχόληση με τη γεωργία αποτελεί συμπληρωματικό εισόδημα για το μεγαλύτερο ποσοστό των κατοίκων της Δυτικής Αττικής. Από τις καλλιέργειες της περιοχής μεγαλύτερη διάδοση έχουν τα ελαιόδενδρα, το σιτάρι, τα αμπέλια οινοποιίας, το βαμβάκι και τέλος οι φιστικεώνες.

Οι καρποί των ακρόδρυων θεωρούνται από την αρχαιότητα τροφή με μεγάλη θρεπτική αξία. Την κατανάλωση τέτοιων καρπών από τον άνθρωπο τη θεωρούσαν πάντοτε πολυτέλεια, αλλά με τον καιρό έγινε αναγκαιότητα και οι καρποί αυτοί απέκτησαν ξεχωριστή θέση στη διατροφή του ανθρώπου. Οι ευρύτερα γνωστοί και ως «ξηροί καρποί»

και ιδιαίτερα το φιστίκι είναι μεγάλης θερμιδικής αξίας, πλούσιοι σε πρωτεΐνες και υδατάνθρακες, καθώς και σε ανόργανα στοιχεία όπως κάλιο, ασβέστιο, φώσφορο και σίδηρο.

Η φιστικιά καλλιεργείται για τους καρπούς της, που θεωρούνται ως το ευγεστότερο ακρόδρυο. Η μεγαλύτερη ποσότητα φιστικιών διατίθεται στην κατανάλωση με το κέλυφος, αλατισμένα και ψημένα. Οι καρποί, όταν ακόμα είναι τρυφεροί, χρησιμοποιούνται για την παρασκευή γλυκού του κουταλιού. Σαν ψίχα χρησιμοποιείται κυρίως στη ζαχαροπλαστική (παγωτά, πάστες, ζαχαρωτά φιστίκια, μαντολάτα κ.λ.π.), αλλά και στην αλλαντοποιία (μορταδέλες, πηχτές).

(7)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΓΕΩΡΓΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

1.1 ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Η περιοχή Δυτ. Αττικής έχει έκταση 895 χιλιάδες στρέμματα και αποτελείται από έξι δήμους (Μεγάρων, Ασπροπύργου, Ελευσίνας, Μάνδρας, Ερυθρών, Βιλλίων) και τρεις κοινότητες (Νέας Περάμου, Μαγούλας και Οινόης).

Η κατανομή της εκτάσεως της περιοχής σε πεδινή, ορεινή και ημιορεινή φαίνεται στο διάγραμμα 1 που ακολουθεί:

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 1

Ποσοστιαία κατανομή της γεωμομφολογικής θέσης των Δήμων και Κοινοτήτων της Δυτ. Αττικής

Πεδινοί 23% Ορεινοί 16%

Ημιορεινοί 61%

(8)

Από αυτό, βλέπουμε ότι στο σύνολο της περιοχής, μόνο το 16%

είναι ορεινή έκταση (κάτι που αναμενόταν άλλωστε λόγω γειτνίασης με το μεγαλύτερο αστικό κέντρο, Αθήνα), σε αντίθεση με το μεγάλο ποσοστό (42%) που παρουσιάζει η έκταση αυτή στο σύνολο της χώρας, όπως φαίνεται στο διάγραμμα που ακολουθεί:

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2

Ποσοστιαία κατανομή της γεωμομφολογικής θέσης των Δήμων και Κοινοτήτων στο σύνολο της χωράς.

Ημιορεινοί 29%

Σκόπιμο είναι εδώ να γίνει εκτενέστερη ανάλυση για τις πεδινές, ημιορεινές και ορεινές εκτάσεις της περιοχής σε επίπεδο δήμων και κοινοτήτων.

Ο δήμος Μεγάρων είναι ο μεγαλύτερος σε έκταση δήμος, περίπου 325 χιλιάδες στρέμματα (36% επί του συνόλου της εκτάσεως της περιοχής) και χαρακτηρίζεται ως ημιορεινός. Το ποσοστό αυτό προστιθέμενο με αυτό του δήμου Μάνδρας, επίσης ημιορεινού δήμου, δίνει ποσοστό επί της συνολικής έκτασης 59%. Παρατηρούμε δηλαδή ότι οι δήμοι Μεγάρων και Μάνδρας καταλαμβάνουν τη μεγαλύτερη έκταση,

(9)

κάτι που σε συνδυασμό με την παρατηρούμενη πληθυσμιακή πυκνότητα, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι σε αυτές τις περιοχές αναμένεται ιδιαίτερα μεγάλο ποσοστό γεωργικής γης.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.1

Κατανομή των εκτάσεων και πυκνότητα Δήμοι και

Κοινότητες Εκταση

(χιλιάδεςστρέμματα)

Ποσοστό (%)

Πυκνότητα

(κατ/τ.χλμ.)

Πεδινοί Δ/Κ 205,2 23 251

Δ.Ασπροπύργου 102 11 154

Δ.Ελευσίνας 18,5 2 1232

Δ.Ερυθρών 61,1 7 58

Κ.Μαγούλας 18,1 2 147

Κ.Νέας Περάμου 5,5 1 12,49

Ημιορεινοί Δ/Κ 544,8 61 68

Δ.Μεγάρων 324,6 36 77

Δ.Μάνδρας 205,8 23 55

Κ.Οινόης 14,4 2 34

Ορεινοί Δ/Κ 144,9 16 24

Δ.Βιλλίων 144,9 16 24

Σύνολο 894,9 100 103

Πηγή : ΕΣΥΕ, 1991

Ο παραπάνω πίνακας μας δίνει πληροφορίες και για τους υπόλοιπους δήμους και κοινότητες της περιοχής. Συνοπτικά αξίζει να αναφέρουμε ότι η ορεινή έκταση καταλαμβάνεται εξ’ ολοκλήρου από το δήμο Βιλλίων και η πεδινή έκταση καταλαμβάνεται από τους δήμους Ασπροπύργου, Ελευσίνας, Ερυθρών και τις κοινότητες Μαγούλας και Νέας Περάμου.

Ως προς την πληθυσμιακή πυκνότητα, είναι χρήσιμο να αναφερθεί η υψηλή πυκνότητα του δήμου Ελευσίνας (1232 κατ/τ.χλμ.) και της κοινότητας Νέας Περάμου (1249 κατ./τ.χλμ) που αποδεικνύει ότι αυτές οι περιοχές δε μπορούν να χαρακτηριστούν αγροτικές .

(10)

1.2 ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ 1.2.1 Κλίμα

Στην περιοχή επικρατούν ξηροθερμικές συνθήκες με μέση ετήσια θερμοκρασία 17,2 βαθμούς Κελσίου (είναι κατά 2 βαθμούς ανώτερη της μέσης θερμοκρασίας της χώρας) και έντονη ηλιοφάνεια 2.570 ώρες (165 ώρες τον Ιανουάριο και 377 ώρες τον Ιούλιο). Οι ημέρες παγετού και χιονιού είναι ελάχιστες ετησίως (3 - 4), ενώ οι ημέρες με νέφωση είναι επίσης περιορισμένες (17 ανήλιες ημέρες το χρόνο).

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.2

Μέση ελάχιστη θερμοκρασία στη Δ. Αττική

ΜΗΝΑΣ ΕΤΟΣ

I Φ Μ Α Μ I I Α Σ Ο Ν Δ

1993 3,2 3,4 4,5 9,6 15,6 22,5 23,8 24,5 19,1 13,8 6,2 8,1 1994 4,3 4,5 8,9 11,3 13,9 16,4 23,1 26,2 23,6 16,7 6,1 3,2 1995 4,1 5,6 5,8 7,0 13,6 23,7 23,6 23,6 19,1 12,2 5,0 6,9 1996 2,2 3,9 3,9 11,2 17,9 22,2 24,5 23,9 17,4 11,3 12,8 4,7 1997 5,5 4,3 7,2 7,0 13,8 19,7 25,0 23,0 18,8 9,9 ι ι , ι 5,1 Πηγή : Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.3

Μέση μεγίστη θερμοκρασία στη Α. Αττική

ΜΗΝΑΣ ΕΤΟΣ

I Φ Μ Α Μ I I Α Σ Ο Ν Δ

1993 13,0 13,1 16,7 20,9 26,2 30,8 31,3 32,0 27,7 24,9 20,2 15,6 1994 14,6 15,1 15,3 20,9 29,4 29,9 30,5 32,6 29,4 27,3 18,7 14,7 1995 16,7 16,4 16,0 20,4 26,3 30,5 30,0 29,7 26,7 20,2 18,0 16,0 1996 13,4 14,6 15,0 18,5 25,7 29,7 30,4 31,0 26,0 20,8 17,4 16,6 1997 15,1 15,2 15,8 18,4 26,3 31,6 32,5 29,6 27,5 24,3 18,6 15,5 Πηγή : Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών

(11)

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.4

Μετεωρολογικά στοιχεία Αυτ. Αττικής για το έτος 1997

ΜΗΝΕΣ

ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΕΣΗ

ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ

° 0

ΩΡΕΣ ΗΛΙΟΦΑΝΕΙΑΣ

ΒΡΟΧΟΜΕΤΡΙΚΟ ΥΨΟΣ

Π1ΙΤ1

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 10,9 164,8 86,2

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 10,2 173,0 5,8

ΜΑΡΤΙΟΣ 11,2 192,5 7,7

ΑΠΡΙΛΙΟΣ 12,7 210,5 43,4

ΜΑΙΟΣ 22,1 341,6 6,4

ΙΟΥΝΙΟΣ 26,2 329,7 4,5

ΙΟΥΛΙΟΣ 28,6 377,7 0,0

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 26,5 331,2 18,5

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 22,4 298,3 0,5

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 17,6 182,8 37,3

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 14,7 104,4 56,9

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 11,0 113,4 116,8

Μ ΕΣΟΣ ΟΡΟΣ 17,8 235 32

ΣΥΝΟΛΟ 214,1 2.819,9 384

Πηγή : Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών

1.2.2 Έδαφος

Τα εδάφη της περιοχής είναι ελαφρά, μέτριας ως χαμηλής γονιμότητας, πτωχά σε άζωτο και οργανική ουσία με υψηλή όμως περιεκτικότητα καλίου και επαρκή ποσότητα φωσφόρου. Από πλευράς μηχανικής σύστασης χαρακτηρίζονται ως πηλλοαμμώδη, αργιλοαμμώδη και αμμοαργιλώδη, ενώ το ΡΗ των εδαφών κυμαίνεται από 7,1 έως 8,8.

1.2.3 Υδρολογικές συνθήκες

Όσον αφορά τις υδρολογικές συνθήκες της περιοχής δεν παρατηρούνται επιφανειακά ύδατα και το νερό που χρησιμοποιείται για άρδευση και ύδρευση σε άλλες περιοχές προέρχεται από την ΕΥΔΑΠ,

(12)

από πηγάδια και γεωτρήσεις. Ειδικά για το δήμο Μεγάρων, η τροφοδοσία με νερό υλοποιείται εδώ και μερικούς μόνο μήνες από την ΕΥΔΑΠ.

Η περιοχή γενικά αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα νερού τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά λόγω υπεράντλησης και μειωμένης βροχόπτωσης τα τελευταία χρόνια. Οι επισημάνσεις της Νομαρχίας και κυρίως της Διεύθυνσης Γεωργίας με σχετικά έγγραφα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικές και τονίζουν το έντονο πρόβλημα που εντοπίζεται στην υπό μελέτη περιοχή.

Ειδικά για τη Δυτ. Αττική, σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΓΜΕ (1976),στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν τρεις κύριοι σχηματισμοί πετρωμάτων.

-Τεταρτογενείς προσχώσεις : το μέγιστο πάχος δεν υπερβαίνει τα 60μ.

και συντηρούν υδροφορία μόνο στα μεγάλα βάθη.

-Κροκαλοπαγή, άργιλοι, πηλοί, μάργες, ψαμμίτες κλπ. του νεογενούς:

το μέγιστο πάχος του φτάνει τα 150μ.

-Ασβεστόλιθοι, δολομίτες κλπ. : βρίσκονται βόρεια της λεκάνης είναι μεγάλης περατότητας και υδροφόρες.

Η σύνθεση αυτή των υδροφόρων οριζόντων ήταν ικανοποιητική για μεγάλες παροχές, κάτι που δε συμβαίνει πλέον λόγω υπεράντλησης και ύπαρξης αρκετών προβλημάτων.

1.3 ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ

Η κατανομή των χρήσεων γης στην περιοχή Δυτ. Αττικής σύμφωνα με τα προαπογραφικά στοιχεία της ΕΣΥΕ παρουσιάζεται στον Πίνακα 1.5 που ακολουθεί:

(13)

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.5

Κατανο μη της εκτάσεως σε βασικές κατηγορίες χρήσης

Σ ύ ν ο λ ο ε κ τ ά σ ε ω ς

Κ α λ λ ιε ρ - γ ο ύ μ ε ν ε ς ε κ τ ά σ ε ις

Β ο σ κ ό τ ο π ο ι

Ε κ τ ά σ ε ις κ α λ υ π τ ό ­ μ ε ν ε ς α π ό ύ δ α τ α

Ε κ τ ά σ ε ις ο ικ ισ μ ώ ν , δ ρ ό μ ω ν κ λ π

Ά λ λ ε ς ε κ τ ά σ ε ις Κ ο ιν ο τ ικ ο ί

δ η μ ο τ ι κ ο ί κ α ι κ ο ιν ό χ ρ η σ τ ο ι

Ι δ ι ω τ ι κ ο ί κ α ι σ υ ν ι δ ιό κ τ η τ ο ι Α άσ η

Δ . Μ ε γ ά ρ ω ν 3 2 5 (1 0 0 )

140

__ ί«1__ 1 ___(0 ,3 )_______

45 0 4 )

103 (3 2 )

2

___ 19___

14

(4) 2 0

___19___

Δ υ τ .Α τ τ ι κ ή 8 9 5 (1 0 0 )

291

__ ί«1__

6 3

____11)____

144 (16)

3 2 5 (3 6 )

3 (0 ,3 )

41

(5 ) 29

___β)___

Π ε δ ιν ο ί Δ /Κ 2 0 5 102 10 52 10 *

21

8

Η μ ιο ρ ε ιν ο ί Δ /Κ

5 4 5 176 2 5 90 2 1 4 2

17

2 0

Ο ρ ε ιν ο ί Δ /Κ 145 12 2 7 2 101 2

3

Σ ύ ν ο λ ο 1 3 1 .9 5 7 3 9 .4 3 6 3 0 .0 2 6 2 2 .1 6 5 2 9 .3 7 8 2 .9 9 6 5 .3 0 3 2 .6 5 3

Χ ώ ρ α ς (|00>__ (3 0 ) (2 3 ) (17>___ (22> ___ΰΐ___ ___ 1ϋ___ ___<2>

Πηγή : ΕΣΥΕ, Προαπογραφή 1991

Από τον Πίνακα 1.5 προκύπτει ότι οι καλλιεργούμενες εκτάσεις στο δήμο Μεγάρων ανέρχονται σε 140 χιλιάδες στρέμματα (ποσοστό δηλαδή επί της συνολικής έκτασης του δήμου 43%), ενώ στην ευρύτερη περιοχή σε 291 χιλιάδες στρέμματα. Συμπεραίνουμε δηλαδή, ότι το 50%

των καλλιεργούμενων εκτάσεων της περιοχής βρίσκονται στο δήμο Μεγάρων.

Παράλληλα παρατηρούμε ότι το ποσοστό των καλλιεργούμενων εκτάσεων επί της συνολικής έκτασης στο δήμο Μεγάρων (43%) είναι μεγαλύτερο από αυτό της Δυτ.Αττικής (33%) αλλά και από αυτό της χώρας (30%) και ότι σχεδόν το σύνολο αυτών βρίσκεται σε πεδινές και ημιορεινές περιοχές.

1.4 ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

1.4.1 Διάρθρωση του πληθυσμού στο χώρο

Η διάρθρωση του πληθυσμού σε πεδινές, ημιορεινές και αγροτικές περιοχές και σε αστικό, ημιαστικό και αγροτικό πληθυσμό, καθώς και οι

(14)

άμεσα με οικονομικούς και κοινωνικούς μετασχηματισμούς της περιοχής.

Σύμφωνα με στοιχεία από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία και με βάση την τελευταία απογραφή (1991), ο πληθυσμός της Δυτ. Αττικής ανέρχεται σε 91.870 κατοίκους '.

Η διάρθρωση του πληθυσμού σε αστικές, ημιαστικές και αγροτικές περιοχές στην υπό μελέτη περιοχή σε σύγκριση με αυτή της χώρας προκύπτει από τον Πίνακα 1.6 που ακολουθεί:

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.6

Η διάρθρωση του πληθυσμού σε αστικό, ημιαστικό και αγροτικό

Σ ύ ν ο λ ο Α σ τ ι κ έ ς Π ε ρ ι ο χ έ ς Η μ ι α σ τ ι κ έ ς Π ε ρ ι ο χ έ ς Α γ ρ ο τ ι κ έ ς Π ε ρ ι ο χ έ ς

Δ . Α τ τ ι κ ή ς 9 1 . 8 7 0 7 4 . 9 1 2 8 2 % 1 3 .0 5 1 1 4 % 3 . 9 0 7 4 %

Χ ώ ρ α ς 1 0 . 2 5 9 . 9 0 0 6 . 0 5 3 . 3 4 1 5 9 % 1 .3 3 3 . 7 8 7 1 3 % 2 . 8 7 2 . 7 7 2 2 8 %

* αστικές περιοχές : δήμοι άνω των 10.000 κατοίκων

♦ημιαστικές περιοχές : δήμοι ή κοινότητες με 2.000-10.000 κατοίκους

♦αγροτικές περιοχές : δήμοι ή κοινότητες έως 2.000 κατοίκους Πηγή : ΕΣΥΕ, Απογραφή πληθυσμού 1991

Από τον Πίνακα 1.6 διαπιστώνουμε ότι οι αστικές περιοχές της Δυτ. Αττικής παρουσιάζουν μεγαλύτερη πληθυσμιακή συγκέντρωση (82%), ενώ μόνο 14% του πληθυσμού της περιοχής διαμένει σε ημιαστικές και αγροτικές περιοχές (4%). Η συγκέντρωση αυτή στις αστικές περιοχές οφείλεται στην παρουσία των τριών μεγάλων δήμων : Μεγάρων (25.061), Ελευσίνας (22.793) και Ασπροπύργου (15.715).

Οι ημιαστικές περιοχές αποτελούνται από το δήμο Ερυθρών (3.519) και τις κοινότητες Νέας Περάμου (6.869) και Μαγούλας (2.663),

1 Δεδομένου ότι ο συνολικός πληθυσμός του νομού ανέρχεται σε 3.523.407 κατοίκους, ο πληθυσμός της Δυτ. Αττικής αποτελεί μόνο το 2,61% του συνολικού πληθυσμού του νομού

(15)

ενώ τέλος οι αγροτικές περιοχές που συγκεντρώνουν ένα πολύ μικρό ποσοστό του πληθυσμού (μόλις 4%) κατέχουν ο δήμος Βιλλίων και η κοινότητα Οινόης. Επιπλέον η πληθυσμιακή κατανομή σε αστικές, ημιαστικές και αγροτικές περιοχές διαφέρει σε σχέση με την αντίστοιχη πληθυσμιακή σύνθεση στο επίπεδο της χώρας.

Ως προς τις δημογραφικές εξελίξεις που σημειώθηκαν στην περιοχή κατά τη δεκαετία 1981-91 και που παρουσιάζονται στον Πίνακα

1.7 παρατηρούνται τα εξής :

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.7

Εξέλιξη της διάρθρωσης του πληθυσμού

Δυτική Αττική Χώρα

Πληθυσμός 1981

Πληθυσμός 1991

Μεταβολή 81-91

Μεταβολή 81-91 (%)

Μεταβολή 81-91 (%)

Αστικοί 53.675 74.912 21.237 40 6

Ημιαστικοί 16.483 13.051 -3.432 -21 17

Αγροτικοί 4.583 3.907 -676 -15 -2

Σύνολο 74.741 91.870 17.129 23 5,3

Πεδινοί 42.455 51.559 9.104 21 5,5

Ημιορεινοί 29.859 36.899 7.040 24 7,2

Ορεινοί 2.427 3.412 985 41 -0,2

Πηγή : ΕΣΥΕ, Απογραφές 1981-91 & Μελέτη-Έρευνα Αγροτικού Χώρου

Κατά τη δεκαετία 1981-91 υπήρξε σημαντική αύξηση του πληθυσμού της περιοχής και ιδιαίτερα του αστικού πληθυσμού (40%).

Αντίθετα, για τον ημιαστικό και αγροτικό πληθυσμό παρατηρήθηκε μείωση σε ποσοστό 21% και 15% αντίστοιχα, γεγονός που θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μετακίνηση του πληθυσμού προς τα αστικά κέντρα.

Παρατηρούμε δηλαδή ότι οι εξελίξεις δεν ακολούθησαν αυτές της χώρας.

(16)

Αντίθετα, οι εξελίξεις στις πεδινές, ημιορεινές και ορεινές περιοχές κατά την ίδια δεκαετία φαίνεται να ακολουθούν την ίδια δυναμική με αυτή σε εθνικό επίπεδο, αφού τόσο στην περιοχή μελέτης όσο και στη χώρα αυξήθηκε ο πληθυσμός σε πεδινές και ημιορεινές περιοχές.

1.4.2 Οικονομικά ενεργός πληθυσμός

Ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός στη Δυτ. Αττική ανέρχεται σε 33.149 κατοίκους. Η εξέλιξη του οικονομικά ενεργού πληθυσμού κατά την περίοδο 1971-91 ακολούθησε μία σημαντική πληθυσμιακή εξέλιξη και χαρακτηρίστηκε από τις εξής μεταβολές :

(α) τη δεκαετία 1971-81, ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός της περιοχής σημείωσε αύξηση 8%, μεγαλύτερη από αυτή της χώρας (5%)

(β) τη δεκαετία 1981-91, όπου σημειώθηκαν εντονότερες μεταβολές από αυτές της προηγούμενης δεκαετίας, ο αριθμός των οικονομικά ενεργών πολιτών παρουσίασε αύξηση 42% στην περιοχή, ποσοστό ιδιαίτερα αυξημένο συγκριτικά με αυτό στο σύνολο της χώρας.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.8

Οικονομικά ενεργός πληθυσμός και εξέλιξη

1971 1981 1991

Μεταβολή 71-81

Μεταβολή 81-91 Δυτική

Αττική 21.688 23.315 33.149 8% 42%

Σύνολο

Χώρας 3.388.360 3.543.495 3.886.157 5% 10%

Πηγή : ΕΣΥΕ, Απογραφή πληθυσμού 1991

(17)

1.4.3 Τομεακή σύνθεση της απασχόλησης

Η τομεακή σύνθεση της απασχόλησης και οι εξελίξεις σε μια περιοχή, αποτυπώνουν ουσιαστικά τον οικονομικό μετασχηματισμό της περιοχής. Η τομεακή σύνθεση της απασχόλησης για τη Δυτ. Αττική με βάση την απογραφή του 1991 έχει ως εξής :

ΠΙΝΑΚΑΣ 1.8

Τομεακή σύνθεση της απασχόλησης (1991)

Δυτική Αττική Σύνολο Χώρας

Απόλυτη Τιμή Ποσοστό (%) Απόλυτη Τιμή Ποσοστό (%)

Πρωτογενής 3.081 10,2 698.737 20

Δευτερογενής 11.353 37,8 907.474 25

Τριτογενής 12.822 42,7 1.965.745 55

Αδήλωτοι 2.799 9,3 - -

Σύνολο 30.055 100 3.571.957 100

Πηγή : ΕΣΥΕ, Απογραφή πληθυσμού 1991

Όπως παρατηρούμε από τα στοιχεία του Πίνακα 1.8, ο τριτογενής τομέας αποτελεί τον πιο σημαντικό τομέα για την περιοχή και η ποσοστιαία συμμετοχή του στην οικονομία της περιοχής ανέρχεται σε 42%. Η εξέλιξη του τομέα αυτού την περίοδο 1971-91 χαρακτηρίστηκε από αυξητικές τάσεις οι οποίες κορυφώθηκαν τη δεύτερη δεκαετία.

Η παρουσία του δευτερογενούς τομέα είναι εξίσου σημαντική, αφού και αυτός κατέχει σημαντικό μερίδιο, μάλιστα ιδιαίτερα αυξημένο συγκριτικά με αυτό της χώρας. Αιτία της σημαντικής αυτής ποσοστιαίας συμμετοχής, θεωρείται η ανάπτυξη των βιομηχανιών και βιοτεχνιών στους δήμους Ελευσίνας και Ασπροπύργου, κυρίως κατά τη δεκαετία 1971-81, για την εξυπηρέτηση αναγκών του αστικού κέντρου της Αθήνας κυρίως, αλλά και της ευρύτερης περιοχής στο νομό Αττικής.

(18)

Ως προς την αγροτική απασχόληση στην περιοχή, παρατηρούμε ότι υπάρχει ουσιαστική διαφοροποίηση της Δυτ. Αττικής από το σύνολο της χώρας, εφόσον το ποσοστό των απασχολούμενων στον αγροτικό τομέα της χώρας είναι 20%, ενώ στη Δυτ. Αττική είναι 10,2%. Συγκριτικά με το επίπεδο της αγροτικής απασχόλησης στη χώρα παρατηρούμε ότι στη Δυτ. Αττική είναι ιδιαίτερα μικρή, αφού αναλογικά η περιοχή υπολείπεται της χώρας.

(19)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΦΙΣΤΙΚΙΑ

2.1 ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Η φιστικά πιθανόν κατάγεται από την κεντρική Ασία (Zohary 1952, Whitehouse 1957), όπου μεγάλες εκτάσεις με αυτοφυή δένδρα βρέθηκαν σε περιοχές γνωστές σήμερα ως Ιράν, Τουρκεστάν και Αφγανιστάν. Στη μεσογειακή Ευρώπη εισήχθηκε κατά προσέγγιση στις αρχές της προχριστιανικής περιόδου.

Στην Ελλάδα φαίνεται πως η φιστικιά ήρθε γύρω στα 1860 και πρωτοκαλλιεργήθηκε στην Αττική. Στη διάδοσή της συνέβαλαν οι γεωπόνοι Ορφανίδης (1869) και Γεννάδιος (1882), που δημιούργησαν τα πρώτα φυτώρια φιστικιάς στο Δημόσιο δενδροκομείο, που βρίσκονταν στην περιοχή της τωρινής ΑΓΣΑ. Αρχικά η καλλιέργεια της φιστικιάς περιορίστηκε στα παράλια της Αττικής και τη νήσο Αίγινα. Από το 1950 άρχισε να επεκτείνεται η καλλιέργειά της στη Βοιωτία, Κορινθία, Εύβοια και Φθιώτιδα και αργότερα από το 1968 στην Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα (Θεσσαλία, Χαλκιδική, Ροδόπη), στην Κρήτη και στις Κυκλάδες.

Οι συστηματικοί φιστικεώνες στη χώρα μας καταλαμβάνουν έκταση 29.000 στρέμματα και η μέση ετήσια παραγωγή ξηρών φιστικιών ανέρχεται σε 2.627 τόνους (Στατιστική Επετηρίδα Ελλάδας, 1981).

Η παγκόσμια παραγωγή ξηρών φιστικιών ανέρχεται σε 83.763 μετρικούς τόνους (Production Yearbook, F.A.O., 1983)

(20)

2.2 ΒΟΤΑΝΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ

Η φιστικά ανήκει στην οικογένεια των Anacardiaceae. Κατά το Zohary (1952) το γένος Pistacia περιλαμβάνει 11 είδη. Τα σπουδαιότερα από αυτά είνα ι:

1. P i s t a c i a t e r e b i n t h u s L, Είδος που αυτοφύεται στην Ελλάδα και στις άλλες παραμεσόγειες χώρες, γνωστή με πολλά ονόματα ως τερέμινθος, κοκορεβιθιά, τσιτσιρεβιά, τριμιθιά και δραμιθιά. Είναι θάμνος ή δένδρο φυλλοβόλο, δίοικο, ύψους 2-5 μέτρων. Τα φύλλα είναι σύνθετα με περιττό αριθμό φυλλαρίων (συνήθως 7-11). Τα άνθη φέρονται σε σύνθετους βότρεις. Οι καρποί είναι μικροί, χρώματος κόκκινου. Χρησιμοποιείται σαν υποκείμενο της φιστικιάς, κυρίως για την εγκατάσταση φυτειών φιστικιάς με εξημέρωση, με επιτόπιο εμβολιασμό, αυτοφυόμενων θάμνων ή δένδρων τερεβίνθου.

2. P i s t a c i a p a l e s t i n a L.lcniv. Pistacia terbinthus cv.

palestina). Είδος που αυτοφύεται στην Παλαιστίνη και Συρία.

Είναι δένδρο φυλλοβόλο, δίοικο, ύψους πάνω από 10 μέτρα.

Τα φύλλα είναι σύνθετα με άρτιο (Zohary, 1952) συνήθως αριθμό φυλλαρίων (7-11). Τα άνθη φέρονται σε σύνθετους βότρεις. Οι καρποί είναι μικροί, χρώματος κόκκινου κατά την ωρίμανση, που τελικά μεταβάλλεται σε πράσινο μολυβί.

Χρησιμοποιείται σαν υποκείμενο της φιστικιάς.

3. P i s t a c i a t e r e b i n t h u s cv. t s i k o u d i a . (uv.

τσικουδιά). Είδος που αυτοφύεται στη χώρα μας, κυρίως στη Χίο και Κρήτη. Είναι δένδρο φυλλοβόλο, δίοικο, ύψους πάνω από 10 μέτρα. Τα φύλλα είναι σύνθετα με περιττό αριθμό φυλλαρίων (7-11). Τα άνθη φέρονται σε σύνθετους βότρεις. Οι

(21)

καρποί είναι μικροί, χρώματος κόκκινου κατά την ωρίμανση, που τελικά μεταβάλλεται σε πράσινο μολυβί. Χρησιμοποιείται σαν υποκείμενο της φιστικιάς και θεωρείται ως το πιο κατάλληλο.

4. P i s t a c i a a t l á n t i c a D e s f . Είδος που αυτοφύεται στην Αλγερία, Τυνησία, Κανάριους νήσους και Σαχάρα Αφρικής. Είναι δένδρο φυλλοβόλο, δίοικο, ύψους πάνω από 20 μέτρα. Τα φύλλα είναι σύνθετα με περιττό αριθμό φυλλαρίων (7-11). Τα άνθη φέρονται σε σύνθετους βότρεις. Η εντεριώνη του ξύλου έχει χρώμα καφέ, παρόμοιο με εκείνο της καρυδιάς.

Οι καρποί έχουν μέγεθος μεγαλύτερο από εκείνο των προηγούμενων ειδών. Χρησιμοποιείται σαν υποκείμενο της φιστικιάς στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.

5. P i s t a c i a l e n t i s c u s L. (κν. σχίνος). Είδος που αυτοφύεται σε όλη την Ελλάδα. Είναι θάμνος ή δένδρο αειθαλές μικρού ύψους, δίοικο. Τα φύλλα είναι σύνθετα με άρτιο συνήθως αριθμό φυλλαρίων (4-10). Τα άνθη φέρονται σε σύνθετους βότρεις. Οι καρποί έχουν μέγεθος πολύ μικρότερο από εκείνο των προηγούμενων ειδών και χρώμα κόκκινο.

Χρησιμοποιείται σαν καλλωπιστικό φυτό.

6. P i s t a c i a l e n t i s c u s cv. c h i a ή l a t i f o l i a (κν.

μαστιχόδεντρο). Θεωρείται παραλλαγή του κοινού σχίνου.

Καλλιεργείται στη Χίο και μάλιστα στο νότιο τμήμα του νησιού. Τα φυλλάρια των φύλλων του είναι μεγαλύτερα σε μέγεθος από του σχίνου. Με εντομές του κορμού των αρσενικών κυρίως δένδρων λαμβάνεται μια ρητινώδης και εύοσμη ουσία, η γνωστή “μαστίχα της Χίου”. Τα αρσενικά δένδρα παράγουν αφθονότερη μαστίχα, που ξηραίνεται

(22)

γρήγορα. Οι εντομές διενεργούνται από τον Ιούλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο και η ρητίνη πέφτει στο έδαφος ή αποξηραίνεται στα άκρα των εντομών απ’ όπου συλλέγεται. Η μαστίχα, που συλλέγεται από τις εντομές, θεωρείται άριστης ποιότητας.

Πολλαπλασιάζεται εύκολα με μοσχεύματα από αρσενικά δένδρα ηλικίας 2-3 χρόνων.

7. P i s t a c i a c h i n e n s i s B u n g e . Είδος που αυτοφύεται στην Κίνα. Είναι δένδρο φυλλοβόλο, ύψους 18-20 μέτρων. Τα φύλλα είναι σύνθετα με περιττό αριθμό φυλλαρίων (9-13). Οι καρποί έχουν το μέγεθος μπιζελιού και χρώμα κόκκινο.

Χρησιμοποιείται σαν καλλωπιστικό φυτό. Σαν υποκείμενο θεωρείται ακατάλληλο για τη φιστικιά λόγω της περιορισμένης συμφωνίας της με αυτή.

8. P i s t a c i a i n t e g e r r i m a , Stew. Είδος που αυτοφύεται στα Ιμαλάϊα Ορη. Είναι δένδρο φυλλοβόλο, δίοικο, μέτριου μεγέθους. Τα φύλλα είναι σύνθετα με άρτιο ή περιττό αριθμό φυλλαρίων (9-11), αρωματικά, με χνούδι κατά τη νεαρή ηλικία. Οι καρποί είναι μικροί σε μέγεθος και με διάμετρο μεγαλύτερη του μήκους τους. Χρησιμοποιείται σαν υποκείμενο της φιστικιάς, λόγω της ανθεκτικότητάς της στο βερτσίλλιο (Verticillium albo-atrum Reinke and Berth ή Verticillium dahliae Kleb).

9. P i s t a c i a m e x i c a n a , H B K . Είδος που αυτοφύεται στο Μεξικό και στην Καλιφόρνια. Είναι θάμνος ή δένδρο, φυλλοβόλο, δίοικο, μικρού μεγέθους. Τα φύλλα είναι σύνθετα με περιττό αριθμό φυλλαρίων (18-25). Χρησιμοποιείται σαν καλλωπιστικό φυτό.

(23)

10. P i s t a c i a m u t i c a , F i s c h and M e y. Είδος που αυτοφύεται στη Μικρά Ασία. Είναι δένδρο φυλλοβόλο, δίοικο, με ύψος πάνω από 10 μέτρα. Τα φύλλα είναι σύνθετα με περιττό αριθμό φυλλαρίων (3-9). Οι καρποί έχουν μικρό μέγεθος και χρώμα μελανό. Η εντεριώνη του ξύλου έχει χρώμα βαθύ καστανό. Σαν υποκείμενο θεωρείται ακατάλληλο για τη φιστικιά, λόγω της περιορισμένης συμφωνίας της με αυτή.

11. P i s t a c i a v e r a L. (κν. φιστικιά). Είναι η καλλιεργούμενη ήμερη φιστικιά για την οποία στη συνέχεια θα αναφερθούμε λεπτομερέστατα.

2.2.1 Περιγραφή του είδους Pistacia vera

Η φιστικιά είναι δένδρο φυλλοβόλο, δίοικο, πρωτανδρικό, μακρόβιο, βραδείας ανάπτυξης και ύψους 6-9 μέτρων.

Ο κορμός και οι κλάδοι έχουν φλοιό με χρώμα σταχτί, που γίνεται σκοτεινότερο με την πάροδο των χρόνων.

Το ριζικό σύστημα είναι ισχυρό και μπορεί να φθάσει σε βάθος μέχρι 3 μέτρα και σε πλάτος μέχρι 6-8 μέτρα.

Τα φύλλα είναι σύνθετα, με περιττό αριθμό φυλλαρίων και φέρονται κατ' εναλλαγή. Το σχήμα των φυλλαρίων είναι ωοειδές στα αρσενικά και σχεδόν στρογγυλό στα θηλυκά δένδρα. Ο αριθμός και το μέγεθος των φυλλαρίων αποτελούν διακριτικά χαρακτηριστικά μεταξύ των θηλυκών και αρσενικών ατόμων και των αρσενικών των διαφόρων τύπων. Μερικές φορές στη βάση των φυλλοφόρων βλαστών απαντούν φύλλα με ένα μόνο φυλλάριο, που δίνουν την εντύπωση απλών φύλλων.

Κατά τους Crane και Takeda (1979), η εμφάνιση απλών φύλλων παρατηρείται κατά τη νεανική φάση της βλάστησης ως και κατά την ενήλικη φάση, σαν επακόλουθο της ανεπαρκούς ικανοποίησης των

(24)

αναγκών της σε ψύχος, για την πλήρη διακοπή της ληθαργικής περιόδου.

Τα φύλλα αρχίζουν να πέφτουν από τον Νοέμβριο, πρώτα στα δένδρα που καρποφόρησαν, μετά σε εκείνα που δεν καρποφόρησαν και τελευταία στα αρσενικά.

Η φύτευση των δενδρυλίων γίνεται από τον Νοέμβριο, μόλις συμπληρωθεί η φυλλόπτωση, μέχρι τις αρχές της άνοιξης και πάντοτε με ευνοϊκές εδαφοκλιματικές συνθήκες.

Η βλάστηση αρχίζει να εκπτύσσεται από τα τέλη του Μάρτη και η ανάπτυξή της συμπληρώνεται στα τέλη Απρίλη με τα μέσα του Μάη.

Η φιστικιά εισέρχεται σε αξιόλογη καρποφορία από του 8ου - 10ου χρόνου της ηλικίας της. Η παραγωγική ζωή της υπολογίζεται σε 100 και πλέον χρόνια.

Η φιστικιά χαρακτηρίζεται επίσης από παρενιαυτοφορία, αλλά ο εμπεριεχόμενος μηχανισμός είναι ασυνήθης. Η παρενιαυτοφορία στη φιστικιά είναι μάλλον αποτέλεσμα της πτώσης των ανανάπτυκτων ανθοφόρων οφθαλμών σε χρονιά μεγάλης παραγωγής παρά μη σχηματισμός οφθαλμών (Crane and Nelson 1971). Η περίοδος της οφθαλμόπτωσης συμπίπτει με εκείνη της γρήγορης ανάπτυξης του σπέρματος κατά τον Ιούλιο και Αύγουστο.

Η φιστικιά είναι ένα από τα λίγα εκείνα φυτά, όπου έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο της ξενίας και μεταξένιας (Pontikis 1975, Crane and Iwakiri 1980). To είδος της γύρης έχει αναφερθεί ότι πρωϊμίζει ή οψιμίζει την ωρίμανση των καρπών, επηρεάζει το μήκος του καρπού, το σχίσιμο του ενδοκάρπιου και το μέγεθος και το βάρος του σπέρματος.

Τα δεδομένα δείχνουν ότι η χρησιμοποίηση της γύρης από πηγή άλλη από εκείνη της Ρ. vera είναι γενικά ανεπιθύμητη.

(25)

2.3 ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ

Αναφορικά με τις ποικιλίες, στη χώρα μας καλλιεργείται αποκλειστικά η ποικιλία “Αιγίνης”. Σε πολύ μικρή έκταση καλλιεργείται η “Νυχάτη” και σποραδικά απαντάει η “Φουντουκάτη”. Από το 1989 έχει δοθεί στην καλλιέργεια μια νέα ποικιλία με την ονομασία “Ροηίΐΐαε”.

Α Ι Γ Ι Ν Η Σ (συν. Κοιλαράτη, Κοινή Αιγίνης)

Ο καρπός της έχει μεγάλο μέγεθος (22 χ 12 πυη) και σχήμα επίμηκες - ωοειδές, με κυρτωμένη κυρίως τη νωτιαία ραφή. Ο φλοιός έχει χρώμα κιτρινοπράσινο με έντονη κόκκινη απόχρωση κατά τα 2/3 της επιφάνειάς του, στο σημείο που βλέπει ο ήλιος (Εικόνα 1). Το σπέρμα έχει το σχήμα του καρπού, με το φλοιό του έντονα κόκκινο-μωβ κατά τα 2/3 της επιφάνειάς του, είναι γευστικό, τραγανό και έχει πράσινες κοτυληδόνες. Το σχίσιμο του ξυλοποιημένου ενδοκάρπιου του καρπού είναι μέτριο έως ισχυρό και σε μήκος ίσο με τα 2/3-3/4 του μήκους του.

Εικόνα 1. Αιγίνης (συν. Κοιλαράτη, Κοινή Αιγίνης)

Το ποσοστό των ανοικτών καρπών, ανάλογα με το αν οι παράγοντες που επηρεάζουν το άνοιγμα των καρπών είναι ευνοϊκοί ή μη , κυμαίνεται από 20-95%. Το μέσο βάρος των ξηρών ανοικτών καρπών είναι περίπου 0.943 γραμμάρια ενώ των κλειστών 0.913 γραμμάρια, και

(26)

το μέσο βάρος των σπερμάτων των ανοικτών καρπών 0.506 γραμμάρια και των κλειστών 0.460 γραμμάρια. Το μέσο φυσιολογικό ποσοστό των κούφιων καρπών κυμαίνεται από 5-10%. Η μέση % περιεκτικότητα των σπερμάτων σε λάδι είναι 53.15, σε πρωτεΐνες 26.98 και σε σάκχαρα (ως γλυκόζη) 10.85 αν η γονιμοποίηση των ανθέων γίνει με γύρη τσικουδιάς (Ποντικής, 1975).

Σαν δένδρο είναι μέσου έως μεγάλου μεγέθους. Η βλάστησή της είναι πλαγιόκλαδη και ο φλοιός της έχει ανοικτή σταχτί απόχρωση.

Ανθίζει το πρώτο πενθήμερο του Απριλίου και ωριμάζει τους καρπούς της κατά τα τέλη Αυγούστου. Θεωρείται ποικιλία αρκετά παραγωγική, με καρπούς πολύ καλής ποιότητας.

Προήλθε μάλλον σαν τυχαίο σπορόφυτο. Συγκρινόμενη με τις ξενικές ποικιλίες φαίνεται να υπερτερεί σε ποιότητα καρπών.

ΝΥΧΑΤΗ

Ο καρπός της έχει μεγάλο μέγεθος (23x10 ιήπι) και σχήμα επίμηκες-ωοειδές με κυρτωμένη μόνο τη νωτιαία ραφή. Ο φλοιός έχει χρώμα κιτρινοπράσινο με ελαφριά κόκκινη απόχρωση κατά το 1/3 της επιφάνειάς του, στο σημείο που βλέπει ο ήλιος (Εικόνα 2).

Εικόνα 2. Νυχάτη

(27)

Το σπέρμα έχει το σχήμα του καρπού, με το φλοιό κόκκινο-μωβ κατά τα 2/3 της επιφάνειάς του, είναι γευστικό, τραγανό και έχει πράσινες κοτυληδόνες.

Το σχίσιμο του ξυλοποιημένου ενδοκάρπιου είναι μέτριο και σε μήκος ίσο με το 1/4-1/2 του μήκους του. Το ποσοστό των ανοικτών καρπών σπάνια υπερβαίνει το 50%. Σαν δένδρο είναι μέσου έως μεγάλου μεγέθους. Η βλάστησή της είναι ελαφρά ορθόκλαδη. Τα φυλλάρια των φύλλων της είναι μικρότερα σε μέγεθος από της “Αιγίνης”. Ανθίζει περίπου μια εβδομάδα οψιμότερα από την “Αιγίνης”, αλλά ωριμάζει τους καρπούς της μια εβδομάδα νωρίτερα. Θεωρείται ποικιλία παραγωγική, αλλά με καρπούς μέτριας ποιότητας. Προήλθε μάλλον σαν τυχαίο σπορόφυτο.

ΦΟΥΝΤΟΥΚΑΤΗ

Ο καρπός της έχει μεγάλο μέγεθος (20x16 πιηι) και σχήμα μάλλον ωοειδές-σφαιρικό. Ο φλοιός έχει χρώμα κιτρινοπράσινο, με λευκά φακίδια και με ελαφρά ροζ-κόκκινη απόχρωση, στο σημείο που βλέπει ο ήλιος (Εικόνα 3). Το σπέρμα έχει το σχήμα του καρπού, με το φλοιό κόκκινο-μωβ κατά τα 2/3 της επιφάνειάς του, είναι μέτρια γευστικό, τραγανό και έχει πράσινες κοτυληδόνες.

Εικόνα 3. Φουντουκάτη

(28)

Το σχίσιμο του ξυλοποιη μενού ενδοκάρπιου του καρπού είναι μέτριο έως ισχυρό και σε μήκος ίσο με το 1/4-1/2 του μήκους του. Το ποσοστό των ανοικτών καρπών σπάνια υπερβαίνει το 40-50%.

Σαν δένδρο είναι μέσου έως μεγάλου μεγέθους. Η βλάστησή της είναι μάλλον πλαγιόκλαδη και ο φλοιός της έχει σταχτί απόχρωση. Τα φυλλάρια των φύλλων της είναι στενότερα εκείνων της “Αιγίνης”.

Ανθίζει οψιμότερα της “Αιγίνης”, και ωριμάζει τους καρπούς της επίσης οψιμότερα. Θεωρείται ποικιλία παραγωγική, αλλά με καρπούς κατώτερης ποιότητας από των καρπών της “Αιγίνης”. Προήλθε μάλλον σαν τυχαίο σπορόφυτο.

ΡΟΝΤΙΚΙ8

Ο καρπός της έχει μεγάλο μέγεθος (25x16 ηιηι) και σχήμα επίμηκες-ωοειδές, με ισχυρή κύρτωση της νωτιαίας ραφής προς το σημείο πρόσφυσής του με τον ποδίσκο. Ο φλοιός έχει χρώμα κιτρινοπράσινο με ελαφρά ροζ απόχρωση κατά το 1/3 της επιφάνειάς του, στο σημείο που βλέπει ο ήλιος (Εικόνα 4).

Εικόνα 4. ΡοηϋΙά$

Το σπέρμα έχει το σχήμα του καρπού, με το φλοιό του έντονα βυσσινί κατά τα 2/3 της επιφάνειάς του, είναι γευστικό, τραγανό και με

(29)

έντονα πράσινες κοτυληδόνες. Το σχίσιμο του ξυλοποιημένου ενδοκάρπιου του καρπού είναι ισχυρό και σε μήκος περίπου ίσο με τα 3/4 του μήκους του.

Το ποσοστό των ανοικτών καρπών κυμαίνεται από 90-98% στις συνθήκες της Αττικής. Το μέσο βάρος των ξηρών ανοικτών καρπών είναι περίπου 1.128 γραμμάρια, ενώ των κλειστών 1.090 γραμμάρια και το μέσο βάρος των σπερμάτων των ανοικτών καρπών 0.617 γραμμάρια και των κλειστών 0.556 γραμμάρια. Το μέσο φυσιολογικό ποσοστό των κούφιων καρπών κυμαίνεται από 5-10%.

Σαν δένδρο είναι μέσου μεγέθους. Η βλάστησή της είναι ελαφρά ορθόκλαδη και ο φλοιός της έχει ανοικτή σταχτί απόχρωση. Η άνθηση καθώς και η ωρίμανση των καρπών είναι οψιμότερη κατά 10-15 ημέρες από της ποικιλίας “Αιγίνης”.

Από τις ξενικές ποικιλίες οι σπουδαιότερες είναι:

K e r m a n

Ο καρπός της έχει μεγάλο μέγεθος (1.29-1.48g) και σχήμα ωοειδές.

Το σπέρμα έχει το σχήμα του καρπού και οι κοτυληδόνες του έχουν χρώμα ανοικτό κίτρινο-πρασινοκίτρινο. Το ποσοστό των ανοικτών καρπών δεν υπερβαίνει το 80%. Παράγει υψηλό ποσοστό κούφιων καρπών (21-24%).

Σαν δένδρο είναι μέσου έως μεγάλου μεγέθους. Η βλάστησή της είναι ζωηρή και ορθόκλαδη. Ανθίζει περί τα μέσα Απριλίου και ωριμάζει τους καρπούς της το τέταρτο πενθήμερο του Σεπτεμβρίου. Θεωρείται ποικιλία παραγωγική με τάση επετειοφορίας και καρπούς καλής ποιότητας. Η μέση ετήσια παραγωγή κατά δένδρο κυμαίνεται από 7,4- 30,7 χιλιογρ. ξηρών φιστικιών. Η τάση επετειοφορίας προφανώς οφείλεται στην τάση της να παράγει υψηλό ποσοστό κούφιων καρπών.

(30)

Προήλθε σαν τυχαίο σπορόφυτο, που παρήχθηκε από σπορά καρπών που εισήχθηκε στις Η.Π.Α. από το Rafsanjan του Ιράν (Περιοχή Kerman).

B r o n t e-R e d A 1 e p p o-T r a b o n e 11 a

To μέγεθος των καρπών και η παραγωγή τους δεν κρίνονται σαν χαρακτηριστικά ικανοποιητικά και γι’ αυτό δε συνίσταται η καλλιέργειά τους. Ανθίζουν νωρίτερα της Kerman.

Οι ποικιλίες Bronte και Trabonella κατάγονται από τη Σικελία, ενώ η Red Aleppo από τη Συρία.

S f a χ

Το μέγεθος των καρπών της είναι μικρό, αλλά το ποσοστό των ανοικτών καρπών είναι υψηλό και η ποιότητα των σπερμάτων καλή.

Συνίσταται για καλλιέργεια μόνο σε περιοχές που η Kerman δεν ικανοποιεί τις ανάγκες της σε ψύχος. Ανθίζει νωρίτερα της Kerman.

Κατάγεται από την Τυνησία.

J ο I e y

Το μέγεθος των καρπών της είναι λίγο μικρότερο από εκείνο της Kerman, το ποσοστό των ανοικτών καρπών της υψηλότερο, των δε κούφιων μικρότερο.

Ανθίζει 3-50 ημέρες νωρίτερα της Kerman και ωριμάζει τους καρπούς της μια εβδομάδα ή και πολύ νωρίτερα της Kerman.

Προήλθε σαν τυχαίο σπορόφυτο που παρήχθηκε από σπόρο που εισήχθηκε στις Η.Π.Α. από το Damghan του Ιράν. Στην καλλιέργεια δόθηκε το 1979 από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας.

Οι σπουδαιότερες ποικιλίες που καλλιεργούνται στις άλλες φιστικοπαραγωγικές χώρες είναι, κατά χώρα, οι εξής :

Referências

Documentos relacionados

Η σταθερότητα των τιμών πρέπει να διατηρείται μεσοπρόθεσμα, ενώ προκειμένου να αξιολογηθούν οι προοπτικές για την εξέλιξη και οι κίνδυνοι για τη μελλοντική σταθερότητα των τιμών,