• Nenhum resultado encontrado

(1)ΕΘΝΙΚΟΝ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολή Επιστημών της Αγωγής Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Κοινωνική Νευροεπιστήμη, Κοινωνική Παιδαγωγική και Εκπαίδευση MSc in Social Neuroscience, Social Pedagogy and Education Διπλωματική Εργασία Το φαινόμενο των NEETs στον ελληνικό κινηματογράφο της δεκαετίας του 1960 και του 2010

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "(1)ΕΘΝΙΚΟΝ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολή Επιστημών της Αγωγής Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Κοινωνική Νευροεπιστήμη, Κοινωνική Παιδαγωγική και Εκπαίδευση MSc in Social Neuroscience, Social Pedagogy and Education Διπλωματική Εργασία Το φαινόμενο των NEETs στον ελληνικό κινηματογράφο της δεκαετίας του 1960 και του 2010"

Copied!
81
0
0

Texto

(1)

ΕΘΝΙΚΟΝ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Σχολή Επιστημών της Αγωγής

Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Κοινωνική Νευροεπιστήμη, Κοινωνική Παιδαγωγική και

Εκπαίδευση

MSc in Social Neuroscience, Social Pedagogy and Education

Διπλωματική Εργασία

Το φαινόμενο των NEETs στον ελληνικό κινηματογράφο της δεκαετίας του 1960 και του 2010.

Οι δυνατότητες παρέμβασης μέσω της Κοινωνικής Παιδαγωγικής.

της φοιτήτριας

Ρενολένας Παπαγιαννοπούλου, Α.Μ. 215246

Επιβλέποντας

κ. Αργύρης Κυρίδης, Καθηγητής, Τ.Ε.Π.Α.Ε., Α.Π.Θ Μέλη Επιτροπής

κ. Ηρώ Μυλωνάκου – Κεκέ, Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε., Ε.Κ.Π.Α.

κ. Παπαδάκης Νικόλαος, Καθηγητής Τ.Π.Ε., Π.Κ.

ΑΘΗΝΑ 2020

(2)

Περιεχόμενα

Περιεχόμενα ... 2

Ευχαριστίες ... 4

Περίληψη ... 5

Abstract ... 6

Εισαγωγή... 7

Α’ Μέρος: Ζητήματα Θεωρίας ... 9

Κεφάλαιο 1: Θεωρητικό υπόβαθρο ... 9

1.1 Εισαγωγή ... 9

1.2 Ελληνικός Κινηματογράφος Δεκαετίας 1960 ... 11

1.3 Ελληνικός Κινηματογράφος Δεκαετίας 2010 ... 14

1.4 Το φαινόμενο των NEETs ... 16

Κεφάλαιο 2: Κοινωνική Παιδαγωγική και NEETs ... 20

Β’ Μέρος: Ζητήματα Έρευνας ... 22

Κεφάλαιο 3: Σκοπός και Μεθοδολογία της Έρευνας ... 22

3.1 Σκοπός της έρευνας ... 22

3.2 Ερευνητικό ερώτημα και υποθέσεις ... 22

3.2.1 Ερευνητικό Ερώτημα ... 22

3.2.2. Ερευνητικές υποθέσεις ... 22

3.3. Σχεδιασμός και Μεθοδολογία της Έρευνας ... 23

3.3.1 Η επιλογή του δείγματος ... 23

3.3.2. Περιορισμοί έρευνας ... 24

3.3.3. Το τελικό δείγμα ... 24

3.4 Ερευνητικά εργαλεία συλλογής δεδομένων ... 26

3.5 Επεξεργασία ερευνητικών δεδομένων ... 26

Κεφάλαιο 4: Αποτελέσματα έρευνας ... 28

4.1 Αποτελέσματα έρευνας με βάση τo προφίλ και τα ειδικά χαρακτηριστικά των NEETs όπως παρουσιάζονται στον ελληνικό κινηματογράφο ... 28

4.1.1. Δημογραφικά χαρακτηριστικά ... 28

4.1.2. Οικογενειακή κατάσταση ... 29

4.1.3 Εργασιακή κατάσταση ... 31

4.1.4 Εισόδημα ... 33

4.1.5. Συνθήκες διαβίωσης ... 34

(3)

4.1.6 Ηθικές αξίες ... 36

4.1.7. Κοινωνική περιθωριοποίηση ... 39

4.1.8. Εκπαίδευση ... 42

Γ’ Μέρος: Σύνθεση και κριτική αποτίμηση των αποτελεσμάτων ... 44

Κεφάλαιο 5: Σύνθεση αποτελεσμάτων – Ευρήματα – Προτάσεις – Συμπεράσματα... 44

5.1 Ερευνητικές υποθέσεις ... 44

5.1.1. Δημογραφικά χαρακτηριστικά NEETs και σχετική επιδίωξη Κοινωνικής Παιδαγωγικής ... 44

5.1.2. Οικογενειακή κατάσταση NEETs και σχετική επιδίωξη Κοινωνικής Παιδαγωγικής... 45

5.1.3. Εργασιακή Κατάσταση NEETs και σχετική επιδίωξη Κοινωνικής Παιδαγωγικής ... 45

5.1.4. Εισόδημα NEETs και σχετική επιδίωξη Κοινωνικής Παιδαγωγικής ... 46

5.1.5. Συνθήκες διαβίωσης NEETs και σχετική επιδίωξη Κοινωνικής Παιδαγωγικής ... 47

5.1.6. Ηθικές αξίες NEETs και σχετική επιδίωξη Κοινωνικής Παιδαγωγικής ... 48

5.1.7. Κοινωνική περιθωριοποίηση NEETs και σχετική επιδίωξη Κοινωνικής Παιδαγωγικής . 48 5.1.8. Εκπαίδευση NEETs και σχετική επιδίωξη Κοινωνικής Παιδαγωγικής ... 49

5.2 Συζήτηση ... 50

5.3 Πρόταση για την αντιμετώπιση του φαινομένου των NEETs μέσω της παρέμβασης της Κοινωνικής Παιδαγωγικής ... 53

5.3.1. Προτεινόμενο κοινωνικοπαιδαγωγικό πρόγραμμα ... 53

5.3.2. Θεωρητικό υπόβαθρο και επιστημολογικό πλαίσιο παρεμβατικού βιωματικού κοινωνικοπαιδαγωγικού προγράμματος ... 55

5.3.3. Μεθοδολογικό πλαίσιο παρεμβατικού βιωματικού κοινωνικοπαιδαγωγικού προγράμματος ... 58

5.3.4. Προτεινόμενες δραστηριότητες ανά ομάδα συμμετεχόντων του προτεινόμενου κοινωνικοπαιδαγωγικού προγράμματος ... 60

5.3.5. Υποθέσεις του κοινωνικοπαιδαγωγικού προγράμματος ... 68

5.4 Μελλοντικές ερευνητικές κατευθύνσεις ... 70

5.5 Επιλογικά Συμπεράσματα ... 71

Βιβλιογραφία ... 77

Ελληνόγλωσση Βιβλιογραφία ... 77

Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία ... 79

Ηλεκτρονική Βιβλιογραφία ... 80

(4)

Ευχαριστίες

Η παρούσα Διπλωματική Εργασία εκπονήθηκε στα πλαίσια του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών «Κοινωνική Νευροεπιστήμη, Κοινωνική Παιδαγωγική και Εκπαίδευση» του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω από καρδιάς τον επιβλέποντα μου κ. Αργύρη Κυρίδη, καθηγητή του Τμήματος Επιστημών Προσχολικής Αγωγής & Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για την αμέριστη υποστήριξη και την πολύτιμη καθοδήγηση του στην εκπόνηση της παρούσας έρευνας.

Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα την υπεύθυνη καθηγήτρια του Μεταπτυχιακού προγράμματος και συνεπιβλέπουσα μου, κ. Ηρώ Μυλωνάκου-Κεκέ, καθηγήτρια του Τμήματος Παιδαγωγικών και Δημοτικής εκπαίδευσης, του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών για την σημαντική συμβολή της στην ολοκλήρωση αυτής της εργασίας, αλλά και εν γένει για το κοινωνικοπαιδαγωγικό ήθος της, το οποίο μας ενέπνευσε ως παιδαγωγούς να αποτελέσουμε την αλλαγή που θέλουμε να δούμε.

Επιπροσθέτως, θερμές ευχαριστίες οφείλω στον κ. Παπαδάκη Νικόλαο, συνεπιβλέποντα της παρούσας έρευνας και καθηγητή του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης, η συμβολή του οποίου στην καταγραφή του φαινομένου των NEETs, υπήρξε καίριας σημασίας για την εκπόνηση της έρευνας.

Τέλος, δε θα μπορούσα να παραλείψω να ευχαριστήσω τον άνθρωπο που ήταν δίπλα μου σε όλη αυτή την διαδρομή και δεν σταμάτησε στιγμή να με ενθαρρύνει, ειδικά όταν το χρειαζόμουν περισσότερο.

(5)

Περίληψη

Η παρούσα έρευνα στόχο έχει την καταγραφή των κοινών χαρακτηριστικών που σχετίζονται με το φαινόμενο των NEETs (young people Not in Education, Employment or Training) στην Ελλάδα, όπως παρουσιάζονται στις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου των δεκαετιών 1960 και 2010, καθώς και να αναδείξει πως η Κοινωνική Παιδαγωγική μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην πρόληψη και αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου.

Πραγματοποιείται αναφορά στην υπάρχουσα βιβλιογραφία και στα συμπεράσματα που έχει καταλήξει σχετικά με την κοινωνική ομάδα των NEETs, καθώς και στην κοινωνικο- οικονομική και πολιτική κατάσταση της Ελλάδας στις δυο υπό εξέταση δεκαετίες και πως αυτές οι συνθήκες επηρέασαν την παραγωγή ταινιών. Η έρευνα χρησιμοποιεί δείγμα δέκα ταινιών, πέντε από την κάθε υπό μελέτη περίοδο και η ερευνητική μέθοδος που επιλέχθηκε είναι ανάλυση περιεχομένου του κινηματογραφικού λόγου. Για την κατηγοριοποίηση των ευρημάτων σε σχέση με τα χαρακτηριστικά των NEETs χρησιμοποιήθηκε ένας πολυπαραμετρικός δείκτης, ο οποίος περιλαμβάνει μεγέθη, αλλά και ποιοτικές καταγραφές που συνθέτουν με μετρήσιμο αλλά και συνάμα ποιοτικό τρόπο το προφίλ και τα ειδικά χαρακτηριστικά των NEETs. Με βάση αυτόν, τα αποτελέσματα της έρευνας χωρίζονται στις 8 κάτωθι κατηγορίες: δημογραφικά στοιχεία, οικογενειακή κατάσταση, εργασιακή κατάσταση, εισόδημα, συνθήκες διαβίωσης, ηθικές αξίες, κοινωνική περιθωριοποίηση και εκπαίδευση. Για καθεμία από αυτές τις κατηγορίες πραγματοποιείται άμεση συσχέτιση με μια από τις αρχές της Κοινωνικής Παιδαγωγικής, αναδεικνύοντας την ως την λύση για τις ανάγκες των NEETs, που ανακύπτουν ανά κατηγορία. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η έρευνα είναι πώς η Κοινωνική Παιδαγωγική μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην πρόληψη και αντιμετώπιση του φαινομένου των NEETs. Μάλιστα, καθώς η ανάγκη για δράση είναι επιτακτική, η έρευνα προτείνει την εφαρμογή ενός κοινωνικοπαιδαγωγικού προγράμματος στο ελληνικό σχολικό περιβάλλον, στοχεύοντας στην πρόληψη και στην αποτροπή του φαινομένου των NEETs.

Λέξεις Κλειδιά: Κοινωνική Παιδαγωγική, NEETs, Ελληνικός κινηματογράφος.

(6)

Abstract

The purpose of this paper is to document the common features associated with the NEETs (young people Not in Education, Employment or Training) phenomenon in Greece, using the depiction of this specific social group in the of 1960s and 2010s Greek film productions and to highlight how Social Pedagogy has the potential to make a decisive contribution to the prevention and treatment of this phenomenon. Reference is also made to the existing bibliography and the conclusions it has reached and to the socio-economic and political state of Greece during these two troublesome decades and how as a result these conditions affected the production of films. The research is carried out with a sample of 10 films, 5 from each period and the applied method is content analysis of the cinematic discourse. A multiparameter index is used to categorize the findings, which include quantitive parameters, as well as qualitative records that compose both the profile and the specific characteristics of NEETs in a measurable and qualitative manner. Based on the above index, the findings are divided under the following 8 categories: demographics, marital status, employment status, income, living conditions, moral values, and social marginalization and education. For each of the categories a correlation is made with one of the principles of Social Pedagogy, in order to illuminate how it can become the solution for the needs of NEETs that arise per category. The conclusion reached is that Social Pedagogy can make a decisive contribution to the prevention and treatment of the NEETs phenomenon in Greece.

As the need for action is imperative, the research then proposes the implementation of a socio-pedagogical program in the Greek educational system, aiming at the prevention and deterrence of the NEETs phenomenon.

Keywords: Social Pedagogy, NEETs, Greek Cinema.

(7)

7

Εισαγωγή

Το θέμα της παρούσας εργασίας επιλέχτηκε με γνώμονα την επιθυμία της γράφουσας να ενασχοληθεί με το φαινόμενο των NEETs* (young people Not in Education, Employment or Training), το οποίο αν και για πολλά χρόνια αποτελεί ένα μείζον κοινωνικό φαινόμενο, τα τελευταία χρόνια μονάχα άρχισε να διερευνάται συστηματικά και να αναλύεται. Επομένως, θεωρήθηκε ενδιαφέρουσα μια αναδρομική έρευνα, η οποία μέσα από την ματιά του ελληνικού κινηματογράφου, ο οποίος συχνά θεωρείται ο καθρέφτης μιας κοινωνίας, θα εντοπίσει τα κοινά χαρακτηριστικά των πρωταγωνιστών των ταινιών, τα οποία τους καθιστούν NEETs. Επιπροσθέτως, αξιοποιώντας της αρχές και τις αξίες της επιστήμης της Κοινωνικής Παιδαγωγικής η παρούσα έρευνα στοχεύει να καλύψει ένα κενό στην ελληνική βιβλιογραφία, καθώς δεν έχει γίνει ξανά συσχέτιση μεταξύ του φαινομένου των NEETs στην ελληνική κοινωνία και του καθοριστικού ρόλου που μπορεί να παίξει η Κοινωνική Παιδαγωγική, ως φορέας πρόληψης του κοινωνικού αποκλεισμού των NEETs.

Ερευνητικό ερώτημα της παρούσας έρευνας είναι κατά πόσο οι αρχές της Κοινωνικής Παιδαγωγικής μπορούν να αποτελέσουν το μέσο για την πρόληψη του φαινόμενου των NEETs, με γνώμονα τα κοινά χαρακτηριστικά που καθιστούν NEETs τους πρωταγωνιστές των ταινιών, όπως αυτά έχουν απεικονιστεί στον ελληνικό κινηματογράφο, των δεκαετιών 1960 και 2010.

Συγκεκριμένα, η εργασία που εκπονείται ως σκοπό έχει την καταγραφή των κοινών χαρακτηριστικών των NEETs όπως παρουσιάζονται στις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, κατά την διάρκεια των δεκαετιών 1960 και 2010, προκειμένου εν τέλει να διερευνηθεί αν η Κοινωνική Παιδαγωγική μπορεί να αποτελέσει την απάντηση για την πρόληψη του κοινωνικού αποκλεισμού των NEETs. Επιχειρείται δηλαδή μια προσπάθεια καταγραφής όλων εκείνων των παραγόντων που συντελούν στην περιθωριοποίηση των NEETs στις δυο χρονικές περιόδους που εξετάζονται. Φυσικά, λαμβάνεται υπόψη ότι οι ταινίες αυτές είναι αποτέλεσμα μυθοπλασίας και επομένως δεν μπορεί να αποτελούν αξιόπιστη ιστορική πηγή. Ωστόσο οι ταινίες, ακόμη και αν είναι μυθοπλαστικές, σίγουρο είναι ότι αντανακλούν σε ένα βαθμό την πραγματικότητα και επομένως μπορεί να

*Απόδοση όρου στα ελληνικά: νέοι εκτός Απασχόλησης, Εκπαίδευσης ή Κατάρτισης

(8)

χρησιμοποιηθούν, με κάποιες επιφυλάξεις, για την μελέτη των της ευπαθούς κοινωνικής ομάδας των NEETs των δεκαετιών του 1960 και του 2010.

Πολλές είναι οι εργασίες που έχουν γίνει σχετικά με τον Παλιό ελληνικό κινηματογράφο και οι οποίες μελετούν μια συγκεκριμένη κοινωνική δομή ή κυρίως την ελληνική κινηματογραφία μετά τον Εμφύλιο σε συνδυασμό με την λογοκρισία και την προβαλλόμενη ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης. Επιπροσθέτως αν και μόλις ολοκληρώθηκε η δεκαετία του 2010, επίσης και αυτή η φιλμογραφία αυτής της δεκαετίας έχει υπάρξει αντικείμενο μελέτης για την απεικόνιση συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων. Ωστόσο, δεν υπάρχει κάποια εργασία που να επιχειρεί να αναλύσει το φαινόμενο των NEETs με βάσει τις αναπαραστάσεις των ελληνικών ταινιών στις δυο χρονικές περιόδους που εξετάζονται.

Αυτό το κενό φιλοδοξεί η συγκεκριμένη εργασία να καλύψει, στον βαθμό φυσικά που αυτό είναι δυνατό, αλλά και να προτείνει μια κοινωνικοπαιδαγωγική παρέμβαση με στόχο την πρόληψη και αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου.

Η μεθοδολογική προσέγγιση που ακολουθήθηκε είναι η ανάλυση περιεχομένου στον

"κινηματογραφικό λόγο" σε 10 ελληνικές ταινίες που έχουν δημιουργηθεί κατά την διάρκεια των δυο υπό μελέτη χρονικών περιόδων. Η έρευνα χωρίζεται σε 5 κεφάλαια: Στο πρώτο κεφάλαιο, στο θεωρητικό υπόβαθρο, γίνεται αναφορά σε προηγούμενες ερευνητικές εργασίες που έχουνε γίνει σχετικά με την κοινωνία, όπως παρουσιάζεται στις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου και τις κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο που επικρατούσε στις δυο δεκαετίες που αναλύονται. Στο δεύτερο κεφάλαιο, αναλύεται το φαινόμενο των NEETs, καθώς και η συσχέτιση του φαινομένου με την επιστήμη της Κοινωνικής Παιδαγωγικής. Στη συνέχεια, στο τρίτο κεφάλαιο, γίνεται αναφορά στον σκοπό και την μεθοδολογία της παρούσας έρευνας, ενώ στο τέταρτο κεφάλαιο αναλύονται τα αποτελέσματα της έρευνας χωρισμένα σε επτά επιμέρους κατηγορίες μελέτης. Στο τελευταίο και πέμπτο κεφάλαιο αναλύονται τα σημαντικότερα ερευνητικά ευρήματα, ακολουθεί η συζήτηση με βάση τα παραπάνω ευρήματα και στη συνέχεια πραγματοποιείται η πρόταση μιας κοινωνικοπαιδαγωγικής παρέμβασης, η οποία εστιάζει στον ρόλο της εκπαίδευσης, ως μέσο πρόληψης της κοινωνικής περιθωριοποίησης των NEETs. Τέλος, η έρευνα κλείνει με τις μελλοντικές ερευνητικές κατευθύνσεις και τα επιλογικά συμπεράσματα.

(9)

Α’ Μέρος: Ζητήματα Θεωρίας Κεφάλαιο 1: Θεωρητικό υπόβαθρο

1.1 Εισαγωγή

Ο κινηματογράφος αποτελεί ένα πρόσφορο διεπιστημονικό αντικείμενο στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών καθώς η εξέλιξη του είναι άμεσα συνυφασμένη με το κοινωνικό, ιδεολογικό, πολιτικό και πολιτισμικό πλαίσιο κάθε εποχής. Ο κινηματογράφος διαχωρίζεται ριζικά από τις άλλες τέχνες, καθώς σε αντίθεση με τη λογοτεχνία ή με το θέατρο, που σχηματοποιούν και παραμορφώνουν, εκείνος παραμένει πιστός στην πραγματικότητα μιας εποχής, διότι χρησιμοποιεί τη φωτογραφία. (Kracauer, 1983)

Η αξία της εικόνας (στη συγκεκριμένη περίπτωση της κινηματογραφικής) αποτελεί κομβικό πληροφοριακό και τεκμηριωτικό στοιχείο για τις κοινωνικές επιστήμες. Συστρατεύεται με όλες εκείνες τις προσεγγίσεις (Sorlin, 2006) που συντείνουν στην ανάγκη ιστορικής μελέτης των εικόνων (κινηματογραφικών ή άλλων) ως ενός ιδιαίτερα σύνθετου υλικού αποτύπωσης πτυχών της κοινωνικής πραγματικότητας, με άλλα λόγια, ως ενός πολύ σημαντικού – όχι μόνο πολιτισμικού – αλλά κοινωνιολογικού και πολιτειολογικού δείκτη που υπερβαίνει κατά πολύ την απλή επιβεβαίωση ή διάψευση μιας γνώσης συστηματοποιημένης σε ένα εξω-εικονικό επίπεδο (Βαμβακάς & Παναγιωτόπουλος 2014).

Σύμφωνα με τον Άρθουρ Μάργουικ (1985 σε Sorlin, 1991) η μελέτη των κινηματογραφικών ταινιών από τους ιστορικούς προσεγγίζει θέματα, που επηρεάζουν το σύνολο των ανθρώπων, όπως ο τρόπος ζωής, οι ηθικές αξίες και γενικότερα ο πολιτισμός. Ο κινηματογράφος δεν παράγεται απλά από τη κοινωνία αλλά και την παράγει, αφού διαμορφώνει την πολιτιστική της παράδοση, τα ήθη, το λόγο, την αισθητική της αντίληψη, την ιδεολογική της άποψη (Κολοβός, 1988). Επίσης σύμφωνα με την «θεωρία του καθρέφτη» όπως αναλύθηκε από τον Ρ. Ντάργκνατ (1970 σε Sorlin, 1991) στο βιβλίο Mirror for England, υποστηρίζεται ότι αυτοί που γυρίζουν τις ταινίες, μοιράζονται τους ίδιους προβληματισμούς και ελπίδες, με το μεγαλύτερο ποσοστό των μελλοντικών τους θεατών, καθώς ζουν στην ίδια χώρα. Οι ταινίες παρότι δεν δείχνουν την πραγματικότητα έχουν άμεση αλληλεπίδραση με αυτή. «Σαν καθρέφτες που τοποθετούν σε ένα κάδρο, θέτουν

(10)

όρια και ενίοτε διαστρεβλώνουν, αλλά εντέλει αντικατοπτρίζουν ό,τι βρίσκεται μπροστά τους, οι ταινίες παρουσιάζουν πτυχές της κοινωνίας που τις παράγει.» (Sorlin, 1991, σελ.

31).

Οι ταινίες ανοίγουν επομένως ένα παράθυρο στην πραγματικότητα. Οι ηθοποιοί είναι ζωντανοί άνθρωποι: από τη στιγμή που κινηματογραφούνται σε πραγματικά περιβάλλοντα (ή σε περιβάλλοντα κατασκευασμένα έτσι ώστε να θυμίζουν αυθεντικούς χώρους) και έχουν ρόλους σε ιστορίες που σχετίζονται με τα καθημερινά προβλήματα (την ανεργία, τον ανταγωνισμό στη βιομηχανία, το πρόβλημα της στέγασης, οικογενειακά προβλήματα), δεν είναι θεμιτό να θεωρήσουμε τις ταινίες ως απομίμηση της ζωής; (Reader, 2000).

Μέσω των εκατοντάδων χιλιάδων ταινιών που έχουν προβληθεί και προβάλλονται στις κινηματογραφικές αίθουσες παγκοσμίως, χιλιάδες τύποι μηνυμάτων και χιλιάδες μηνύματα μεταφέρονται δημιουργώντας και επηρεάζοντας συνειδήσεις, σκέψεις, συναισθήματα και νοοτροπίες (Φερρό, 2002).

Ωστόσο, τα χρήματα που χρειάζονται για την παραγωγή μιας ταινίας προέρχονται πολλές φορές από άσχετους με τον κινηματογραφικό χώρο επενδυτές, όπως βιομηχάνους ή επιχειρηματίες που διαφοροποιούν την ποικιλία των προϊόντων που προσφέρουν, ώστε να έχουν τελικά κέρδος ή και πολιτικούς και κυβερνήσεις που σκοπό έχουν να επηρεάσουν τους θεατές και να διαμορφώσουν την κοινή γνώμη (Sorlin, 1991). Επομένως ο κινηματογράφος μπορεί να θεωρηθεί «Μια “διασταύρωση” διαφόρων οικονομικών και ιδεολογικών συμφερόντων.» (Sorlin, 1991, σελ. 23-24).Από την άλλη πλευρά, όμως ο κινηματογράφος αποτελεί μια μορφή τέχνης, συνεπώς οι ιστορίες του αποτελούν προϊόντα μυθοπλασίας και απέχουν πολύ από τις πραγματικές καταστάσεις, όσο συνδεδεμένες και αν είναι μεταξύ τους (Sorlin, 1991).

(11)

1.2 Ελληνικός Κινηματογράφος Δεκαετίας 1960

Στην Ελλάδα της δεκαετίας του '60, που είχε πληγεί από τον Εμφύλιο πιο πρόσφατα, αλλά και από άλλες κακουχίες παλαιότερα, ο κινηματογράφος υπηρετώντας την κυρίαρχη ιδεολογία της αστικής τάξης απέβλεπε στην χειραγώγηση του λαού, στην λήθη και την ανακούφισή του (Μουρατίδης, 2009). Την περίοδο 1950-1970 γυρίστηκαν ταινίες διασκεδαστικές, δακρύβρεχτα λαϊκά δράματα, ψευδοκοινωνικά έργα, που δεν είχαν καμία σχέση με την πραγματικότητα του παρελθόντος και του παρόντος, που την έκρυβαν ή την διαστρέβλωναν ή την αλλοίωναν σκοπίμως». Η λογοκρισία και τα στενά περιθώρια δεν επέτρεπαν στους κινηματογραφιστές να παρουσιάσουν το δράμα της εποχής (Μητροπούλου, 2006). Έτσι οι ταινίες αυτές ως στόχο είχαν την ευχαρίστηση του θεατή για κάποια ώρα, ώστε να ξεχνά και μην σκέφτεται, συνεπώς να μην απαιτεί κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές. Πρόβαλαν τον ατομικισμό, επηρεασμένες από τον αμερικάνικο κινηματογράφο, και προωθούσαν την ιδέα ότι ο καθένας μόνος του, μπορεί να αγωνιστεί στηριζόμενος στις δυνάμεις του, ώστε να ανέλθει στην κοινωνία. Έτσι τα κύρια θέματα του ταινιών μελό επαναλαμβάνονταν συνεχώς και δεν έθιγαν πιο βαθιά προβλήματα (Μουρατίδης, 2009). Ήταν όπως τα καταγράφει ο Ε. Μουρατίδης (2009, σελ. 409) «το χτύπημα της μοίρας [...] η εγκατάλειψη μπροστά στο μοιραίο [...] ο κοινωνικός στιγματισμός [...] η κοινωνική αδικία [...] το όνειρο [...]το ορφανό παιδί, ο τραυματισμός του ονείρου [...] η αποκατάσταση του ονείρου [...] η θυσία [...] ο φτωχός νέος που παντρεύεται την πλούσια ή η φτωχή κόρη που παντρεύεται τον πλούσιο, δευτερεύουσες μελοδραματικές ιστορίες [...] νοσταλγικά και πονεμένα τραγούδια, ο λαϊκός περίγυρος [...]

και το ευχάριστο τέλος [...].»

Βασικά στοιχεία των ταινιών μελό ήταν ένα προβλεπόμενο σενάριο, αποτέλεσμα συνήθως μίμησης αμερικανικών προτύπων και η επιφανειακή προσέγγιση ή εξαφάνιση των κοινωνικό-οικονομικών αντιθέσεων μεταξύ των πρωταγωνιστών που οδηγούσαν σε ένα ευτυχές τέλος. Το μελόδραμα εστιάζει στο συναίσθημα του θεατή, -μέσα από την έντονη αναφορά στις ψυχικές αντιδράσεις των πρωταγωνιστών- προκαλώντας έτσι τη συγκινησιακή του φόρτιση. Δεν δημιουργεί ούτε ισχυροποιεί χαρακτήρες, παρά μόνον ινδάλματα. Αγνοείται η εις βάθος προσέγγιση των άνισων σχέσεων εξουσίας που λαμβάνουν χώρα εντός της κοινωνίας, ενώ αντίθετα καλλιεργείται ο αποπροσανατολισμός

(12)

του λαϊκού ενδιαφέροντος από τα φλέγοντα κοινωνικο-πολιτικά θέματα της εποχής με τη προώθηση του ατομικισμού ως μέσου κοινωνικής ανέλιξης που εκφράζεται συχνά με μια ερωτική ιστορία ενός άντρα χαμηλής κοινωνικό-οικονομικής καταγωγής με μια κοπέλα της υψηλής κοινωνίας ή το αντίθετο, αντιπαραβάλλοντας τις ακλόνητες ηθικές αξίες της κατώτερης τάξης με τις μη ηθικές αντιλήψεις της άρχουσας τάξης (Μουρατίδης, 2009).

Ο ΠΕΚ δεν υπήρξε σε καμία περίπτωση πολιτικά προσανατολισμένος ή στρατευμένος, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι στερείτο αναπαραστάσεων του κοινωνικού φάσματος και των επιμέρους συγκρούσεών του, ακόμη και αν αυτές καταγράφονται συνήθως μέσα από το μελόδραμα ή τη φαρσοκωμωδία (Σολδάτος, 1990).

Στις ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, παρουσιάζεται έντονα η διχοτόμηση μεταξύ φτωχών και πλουσίων, ενώ προβάλλεται επίσης και η δυνατότητα ανέλιξης των λαϊκών στρωμάτων σε ανώτερες κοινωνικά και οικονομικά τάξεις (Αθανασάτου, 2001).

Επίσης προβάλλεται ο ατομικισμός και οι δυνατότητες κοινωνικές ανόδου και κατάκτησης μιας ευυπόληπτης θέσης στην κοινωνία, βασιζόμενες στις ατομικές ικανότητες (Μουρατίδης, E. 2009), όπως και η απόκτηση μεγαλύτερης περιουσίας ακόμη και με αθέμιτα μέσα, ως αποδεκτού τρόπου κοινωνικής και οικονομικής ζωής (Αθανασάτου, 2001).

Όπως φαίνεται από τις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου των δεκαετιών '50 και '60, υπάρχουν δυο εκπαιδευτικά πλαίσια. Ένα είναι αυτό των ιδιωτικών σχολείων με τις άριστες εκπαιδευτικές συνθήκες και δεύτερο αυτό των δημοσίων και ιδιαίτερα νυχτερινών σχολείων με μαθητές χαμηλού κοινωνικοοικονομικού επιπέδου (Ασημακοπούλου &

Κωνσταντινίδης, 2002).

Η Κ. Μακρίδη επισημαίνει ότι «Ενώ η κοινωνική αναπαραγωγή οδηγεί τα παιδιά των αστών να παραμένουν αστοί και τα παιδιά των προλεταρίων να παραμένουν προλετάριοι, στις ταινίες μας στα παιδιά των προλεταρίων επιφυλάσσεται πολύ καλύτερη τύχη.» Έτσι τα παιδιά που προέρχονται από τα λαϊκά στρώματα έχουν την δυνατότητα μέσω της ανώτατης εκπαίδευσης να επιτύχουν κοινωνική άνοδο και να εξασφαλίσουν μια θέση είτε στην ελεύθερη αγορά είτε στο Δημόσιο αν τα καταφέρουν. Τα στρώματα αυτά μάλιστα έχουν έντονη πίστη στην εκπαίδευση ως το μέσο επίτευξης του στόχου αυτού (Μουρατίδης, 2009).

(13)

Ωστόσο οι αντιλήψεις που προωθούν οι ταινίες αυτές για τις κοινωνικές ανισότητες και τον τρόπο διαιώνισής τους μέσα από τον εκπαιδευτικό μηχανισμό διαστρεβλώνουν την κοινωνική πραγματικότητα παρουσιάζοντας τις ταξικές αντιθέσεις ως μορφές κοινής σύμπραξης ανάμεσα στην κυριαρχία και την υποταγή γεγονός που καταργεί τη κοινωνική αναπαραγωγή των τάξεων (Mακρίδη, 2012).

Στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο εντοπίζονται κυρίως τρεις κατηγορίες αντρών: οι

«γόητες» που πλησίαζαν τα χολιγουντιανά πρότυπα με την εμφάνισή τους, οι «νταήδες»

που ήταν σκληροί και ίσως βίαιοι και τα «παιδιά του λαού» οι απλοί άντρες που πάσχιζαν για να τα καταφέρουν (Ζάχος- Παπαζαχαρίου, 2010).

Τα παιδιά στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στις ταινίες μελό όπου ζούσαν στενάχωρες και βασανισμένες ζωές. Ήταν παιδιά εγκαταλελειμμένα που ξαναβρίσκουν την οικογένειά τους. Παιδιά που δεν ξεφεύγουν από τον καλό τον δρόμο, που δουλεύουν και το βράδυ πηγαίνουν σχολείο. (Μουρατίδης, 2009).

Η παιδική ηλικία στο σινεμά των μεγάλων σκηνοθετών προσεγγίζεται ποικιλότροπα, πάντα όμως με αγάπη, τρυφερότητα και ειλικρίνεια. Το παιδί παρέχει ένα ευχάριστο άλλοθι για νοσταλγία, αναζήτηση της χαμένης παιδικής αθωότητας, μια ευκαιρία για διατύπωση τολμηρών ερωτημάτων, ένα εύσχημο τρόπο να ασκηθεί κριτική στην αυταρχική παιδεία, οικογένεια, κοινωνικό σύστημα, απόπειρα για μια νέα ανάγνωση της ιστορίας, αποφυγή κοινότοπων απαντήσεων. Το παιδί αναπαρίσταται ως φορέας προτερημάτων τα οποία διατηρούνται αναλλοίωτα και αδιαπραγμάτευτα ανεξάρτητα από τις κοινωνικές συνθήκες και τις προσωπικές παραμέτρους που συνθέτουν την κάθε παιδική βιογραφία. (Μαρτέν, 1984).

Διακρίνεται το παιδί από αθωότητα, καλοσύνη, εργατικότητα, συνέπεια, τιμιότητα, φιλομάθεια, εξυπνάδα, επιμονή, εφευρετικότητα, ένα σύνολο φυσικά δοσμένων αρετών και όχι επίκτητων δεξιοτήτων, οι οποίες συνυπάρχουν με τη φυσική ανάγκη για προστασία, αγάπη, φροντίδα, οικογένεια, παιχνίδι. (Sadoul, 1985).

Όπως αναφέρει ο Ε. Μουρατίδης (2009, σελ. 44) «Οι ρίζες της βίας, του ατομικού εγκλήματος, βρίσκονται στις κοινωνικές ανισότητες, στην έλλειψη ευκαιριών, στην άνιση κατανομή του πλούτου, στις στερήσεις και στις δυσμένειες της ζωής, που δημιουργούν

(14)

άγχος και ανασφάλεια στο άτομο. Κανείς δεν γεννιέται εγκληματίας.» Στις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου της περιόδου 1950-1970 η παρανομία συναντάται κυρίως σε χώρους όπως λαϊκές γειτονιές ή σε χώρους που απευθύνονται κυρίως στην λαϊκή τάξη (Κομνηνού, 2001).

1.3 Ελληνικός Κινηματογράφος Δεκαετίας 2010

Ο Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος σε μεγάλο βαθμό προκύπτει σαν αντίδραση στο αισθητικό περιβάλλον της δικτατορίας, ενώ κεντρικές θεματικές του αποτελούν η μετανάστευση, εθνική ταυτότητα, κοινωνικό περιθώριο, φύλο, οικογένεια μέσα από τις οποίες η κινηματογραφική μηχανή περιγράφει σχέσεις εξουσίας από το 1974 και ύστερα.

Το κοινωνικό περιθώριο αποτέλεσε αγαπημένο θέμα του μεταπολιτευτικού κινηματογράφου. Σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει μια μονοδιάστατη αντιμετώπιση της συγκεκριμένης θεματολογίας και των πρωταγωνιστών της, όμως, σε μεγάλο βαθμό, θα λέγαμε ότι οι αρχικές τάσεις που καταγράφηκαν δεν αποδείχτηκαν οι συνηθέστερες. Το κυρίαρχο μεταπολιτευτικά πρότυπο αναπαράστασης του κοινωνικού περιθωρίου, και των σχέσεων που αναπτύσσει με το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του, φαίνεται να ακολουθεί μια αναπαραστασιακή στρατηγική που κατατείνει στην εξιδανίκευση των πρωταγωνιστών του περιθωρίου και σε αυτό το πρότυπο θα πατήσει σε μεγάλο βαθμό η συστηματική ενασχόληση του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου με τη μετανάστευση από τη δεκαετία του '90 και ύστερα (Βαμβακάς, 2017).

Οι αναπαραστάσεις αυτών των ταινιών για τη μετανάστευση, είτε αφορά τον ξενιτεμό των Ελλήνων (δεκαετίες του ’70 και του ’80) ή την έλευση ξένων μεταναστών στην Ελλάδα (δεκαετία του ’90 και ύστερα), περιστρέφονται γύρω από ιστορίες παραγωγής στιγμάτων της μεταπολιτευτικής ελληνικής κοινωνίας, αφαιρώντας σχεδόν κάθε ανάλαφρη αναφορά στο μεταναστευτικό ζήτημα και αποδίδοντάς του την πολιτική βαρύτητα που δεν έλαβε στο κινηματογραφικό παρελθόν. Οι ταινίες αυτές επιχειρούν να ανιχνεύσουν τις αιτίες ενός αυξανόμενου ρατσισμού έναντι των μεταναστών, αποδαιμονοποιούν κινηματογραφικά την εικόνα τους, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις εξιδανικεύουν τη μεταναστευτική ιδιότητα ως μια δυνάμει ριζοσπαστική συνθήκη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι πολύ πιο πρόσφατες ταινίες Ακαδημία Πλάτωνος (Τσίτος, 2009) και Xenia (Κούτρας, 2014) όπου η αφήγηση παίρνει περισσότερο «ανάλαφρη» υφολογία από ό,τι στις προηγούμενες περιπτώσεις και ο

(15)

αντιρατσιστικός τόνος υπογραμμίζεται κατά βάση από το γεγονός του μπερδέματος της μεταναστευτικής ταυτότητας με τη γηγενή (Βαμβακάς, 2017).

Πολιτική ιστορία, ελληνικότητα, κοινωνικό περιθώριο, καταγγελία, ιδιωτικότητα, μετανάστευση, μικροαστική σύγχυση και η σχετική απουσία πολιτικοποιημένης σάτιρας είναι τα στοιχεία που σημαδεύουν στην Ελλάδα την κινηματογραφική πραγμάτευση της πολιτικής από το 1974 μέχρι την περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Η αμφιταλάντευση μεταξύ ρομαντικών και μοντερνιστικών διαθέσεων είναι πολύ έντονη, ενώ ειδικότερα στις ταινίες όπου προτάσσεται η πολιτικοποίηση της ιστορίας, της εθνικής ταυτότητας, του κοινωνικού περιθωρίου και της μετανάστευσης, ο ρομαντισμός είναι το κυρίαρχο πνεύμα με ελάχιστες εξαιρέσεις (Βαμβακάς, 2017).

Η νέα κινηματογραφική πραγματικότητα στη μεταπολίτευση θα στρέψει με μεγάλο ενδιαφέρον το βλέμμα της στην κοινωνική ετερότητα και ανισότητα. Σε αυτό το πλαίσιο θα γίνει μια εντελώς διαφορετική διαχείριση του θέματος της μετανάστευσης σε σχέση με το παρελθόν του εμπορικού κινηματογράφου (Βαμβακάς, 2004). Κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο, όχι μόνο δεν θα διακωμωδηθεί ο «φουκαράς» εσωτερικός μετανάστης όπως στον ΠΕΚ (Σωτηροπούλου, 1995), αλλά θα αποδοθεί εξέχουσα δραματική θέση στο μεταναστευτικό ρόλο – τόσο του Έλληνα μετανάστη στο εξωτερικό, όσο κυρίως εκείνου που έρχεται σε ελληνικό έδαφος ως ξένος.

Η κοινωνική ανισότητα είναι υπαρκτή ως θεσμικός μηχανισμός διαχωρισμού μεταξύ των τάξεων -που αντιπροσωπεύουν τις διαφορετικές κοινωνικές ομάδες- λόγω άνισης κατανομής οικονομικής δύναμης και εξουσίας. Υφίσταται σε συγκεκριμένες μορφές που αναπαράγονται και διαιωνίζονται από γενιά σε γενιά (Τσαούση, 2006). Απόρροια της κοινωνικής ανισότητας συνιστά ο κοινωνικός αποκλεισμός, ένα δυναμικό φαινόμενο το οποίο ταυτίζεται με το ρατσισμό, τη φτώχεια, την εκμετάλλευση και γενικότερα με όλα τα θεσμικά μέτρα και τις κοινωνικές συμπεριφορές που πλήττουν τα κοινωνικά δικαιώματα των ανθρώπων τα οποία αφορούν στη πρόσβαση στις υπηρεσίες της υγείας, της στέγασης, της εκπαίδευσης. Ο κοινωνικός αποκλεισμός συνεπάγεται τη περιθωριοποίηση και την απομόνωση των ατόμων από τις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές εκφάνσεις της συλλογικής ζωής. Επιπρόσθετα αναδύεται μέσω του νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος εξυπηρετεί τα συμφέροντα του καπιταλισμού και κατοχυρώνεται μέσα από την

(16)

κυρίαρχη ιδεολογία έτσι όπως εκφράζεται μέσα από τους τομείς της πολιτικής, της επιστήμης και της εκπαίδευσης (Τουρτούρας, 2012, σελ. 42-47).

1.4 Το φαινόμενο των NEETs

Κατά κανόνα το φαινόμενο του κοινωνικού αποκλεισμού συνδέεται με γραμμική ακρίβεια με την κοινωνική ευπάθεια. Η κοινωνική ευπάθεια οδηγεί στον κοινωνικό αποκλεισμό, αλλά ο και ο κοινωνικός αποκλεισμός δημιουργεί και συντηρεί τις συνθήκες της κοινωνικής ευπάθειας. Οι NEETs (young people Not in Education, Employment or Training) συνιστούν αναμφίβολα μια αποκλεισμένη κοινωνικά ομάδα η οποία έχει περιπέσει σε μια κατάσταση ευπαθή (Κυρίδης, 2013).

Οι νέοι και νέες που απουσιάζουν από κάθε μείζονα θεσμική μέριμνα (με ενσωματωτική διάσταση) του Κοινωνικού Κράτους (εκπαίδευση, κατάρτιση και απασχόληση), έχουν ταξινομηθεί με τον περιγραφικό όρο NEETs. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για τους νέους που ανήκουν στην ηλικιακή κατηγορία των 15 έως 24 ετών (κατά άλλους και κυρίως τον OECD 15-29) και οι οποίοι δεν μετέχουν στην εκπαίδευση, στην κατάρτιση ή την απασχόληση. Ο όρος NEETs είναι ευρέως αποδεκτός από αρκετούς διεθνείς φορείς και από τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Παπαδάκης, 2016).

Ο όρος NEETs αναπτύχθηκε ως κατηγορία με σκοπό την αποτύπωση της εικόνας μιας κοινωνικής κατηγορίας νέων μεταξύ 15-29 η οποία δεν καταγράφεται επισήμως σε καμία τυπική στατιστική́ βασικών θεσμικών χώρων. Η εν λόγω κοινωνική κατηγορία αποτελεί τη μορφή μιας ηλικιακής ομάδας η οποία βρίσκεται σε οικονομική, εκπαιδευτική και παραγωγική απραξία ξεπερνώντας τα 15 εκατομμύρια νέων σε μία Έυρώπη η οποία βρίσκεται στο σταυροδρόμι πολλών επειγουσών πολιτισμικών, κοινωνικών και οικονομικών εξελίξεων (Bynner & Parsons, 2002). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ομάδες υψηλού κινδύνου για υπαγωγή στην κατηγορία NEETs είναι τα νεαρά άτομα με χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, οι νεαροί μετανάστες και τα άτομα με αναπηρία ή με πολύ σοβαρά προβλήματα ψυχικής ή σωματικής υγείας και οι νέοι με βεβαρημένο οικογενειακό background NEETs (Eurofound, 2012).

Οι NEETs συνιστούν μια ευπαθή κοινωνική ομάδα «νέου τύπου», η οποία αναδύθηκε μέσα από τις κοινωνικές παθογένειες και την κάμψη του κοινωνικού κράτους, και προστέθηκε

«ηχηρά» αθόρυβα δίπλα στις παραδοσιακές και κλασσικές πλέον ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Οι κοινωνικές παθογένειες επιτάθηκαν λόγω ποικίλλων παραγόντων που είτε εντοπίζονται στον σκληρό πυρήνα του οικονομικού και του κοινωνικού συστήματος, είτε προήλθαν μέσα από την επίδραση εξωγενών παραγόντων που κλόνισαν τις ευπαθείς ισορροπίες που χρόνια διατηρούσαν το σύστημα και τον κοινωνικό ιστό σε μια επαμφορτερίζουσα δυναμική (Κυρίδης, 2013).

(17)

Η συντριπτική πλειοψηφία των NEETs βρίσκεται εγκλωβισμένη σε ένα αδιέξοδο το οποίο σφυρηλατείται από παραμέτρους όπως οι κοινωνικές και εκπαιδευτικές ανισότητες, η φτώχεια και η μείωση των μισθών και του εργατικού κόστους, η αύξηση της ανεργίας, η ανυπαρξία δομών και συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας και κοινωνικής πολιτικής, η διαιώνιση των πολίτικων εκμετάλλευσης και χειραγώγησης της κοινωνικής συνείδησης, η απαξίωση των σπουδών και της απασχόλησης, η ματαίωση και η διάψευση όλων των κοινωνικών βεβαιοτήτων που η νεωτερικότητα και ειδικότερα οι μεταπολεμικές κοινωνίες εδραίωσαν στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας και του κράτους-πρόνοιας. (Φωτόπουλος και Κυρίδης, 2016).

Η μελέτη του Eurofound (2012) “NEETs. Young people not in employment, education or training: Characteristics, costs and policy response in Europe” συνιστά μία εξαιρετική

«πρώτη ύλη» για τη χαρτογράφηση της ευπαθούς κοινωνικά ομάδας των NEETs σε ευρωπαϊκό επίπεδο και για την κατηγοριοποίηση των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με τα κοινά χαρακτηριστικά των NEETs, όπως αυτά αποτυπώνονται στην εν λόγω μελέτη.

Οι NEETs στην Ευρώπη μπορούν να ταξινομηθούν σε πέντε βασικές υποομάδες:

• Στους «συμβατικούς», μακροχρόνιους ή μη, άνεργους νέους (στην πλειοψηφία τους οι NEETs συγκεντρώνονται σ’ αυτή την υποκατηγορία).

• Στα νέα άτομα που φέρουν το μεγαλύτερο βάρος των οικογενειακών υποχρεώσεων ή έχουν αναλάβει τη φροντίδα εξαρτώμενων ανθρώπων. Επίσης, σ’ αυτή την υποκατηγορία συμπεριλαμβάνονται και οι νέοι που πάσχουν από κάποια μορφή ασθένειας και οι νέοι με αναπηρία

• Στα νεαρά άτομα που η αποχή από την εκπαίδευση και την κατάρτιση ή την απασχόληση είναι συνειδητή προσωπική επιλογή τους. Αυτή η αποχή δεν είναι αποτέλεσμα ανάληψης υποχρεώσεων ή ελλειμματικών ικανοτήτων και προσόντων. Συν τοις άλλοις, αυτή η υποομάδα απαρτίζεται και από απογοητευμένους νέους, των οποίων οι προσπάθειες εισόδου στην αγορά εργασίας απέβησαν άκαρπες και έχουν παραιτηθεί απ’ αυτές, καθώς και από νέους ανθρώπους που έχουν επιλέξει ένα αντικοινωνικό και επικίνδυνο τρόπο ζωής.

• Στους οικονομικά ενεργούς νέους, που απέχουν από τις δομές της εκπαίδευσης και της κατάρτισης λόγω της αναντιστοιχίας που υπάρχει μεταξύ του μορφωτικού τους επιπέδου και των δεξιοτήτων τους με τις ευκαιρίες/δυνατότητες που τους προσφέρονται.

• Σ’ αυτούς που ταξιδεύουν και ασχολούνται ενεργά με καλλιτεχνικές δραστηριότητες π.χ.

τέχνη και αυτοκατευθυνόμενη μάθηση)» (Eurofound, 2012, σελ. 24).

Όσον αφορά τους NEETs της Ελλάδος σύμφωνα με την έρευνα «Βαρόμετρο Απόντων» ένας στους έξι νέους της Ελλάδας, δηλαδή το 16,9%, ανήκει στην κατηγορία των νέων NEET. Οι

(18)

νέοι, που ζουν στην Ελλάδα , απόντες από κάθε μορφή ή δομή εκπαίδευσης και απασχόλησης είναι σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα, άτομα ηλικίας 16 έως 24 ετών, με την πλειοψηφία (87,5%) να βρίσκεται μεταξύ 20 και 24 ετών, εφόσον το μεγαλύτερο ποσοστό των νέων ηλικίας από 16 έως 19 ετών παραμένει εντός των εκπαιδευτικών δομών. Οι NEETs της Ελλάδας ανήκουν και στα δύο φύλα, με τις γυναίκες να υπερέχουν αριθμητικά με 54, 4% έναντι των ανδρών με ποσοστό 45,6% . Ως προς το μορφωτικό τους επίπεδο, διαπιστώθηκε ότι η πλειοψηφία των νέων απόντων (63,7%) είναι απόφοιτοι του Γενικού ή Τεχνικού Λυκείου με τους μισούς σχεδόν από αυτούς (28,4%) να κατέχουν κάποιο τίτλο ανώτατης εκπαίδευσης, ενώ οι απόφοιτοι της πρωτοβάθμιας ή υποχρεωτικής εκπαίδευσης αγγίζουν μόλις το 3,4% και το 4,5% αντίστοιχα. Αξίζει εδώ να σημειωθεί πως οι νέοι απόντες της Ελλάδας είναι ίσως οι πιο μορφωμένοι NEETs ποσοστιαία, σε σχέση με τις άλλες χώρες, τόσο εντός όσο και εκτός της Ευρώπης. Σε αντίστοιχο μορφωτικό επίπεδο βρίσκονται και οι γονείς των νέων αυτών με το μεγαλύτερο μέρος αυτών να είναι απόφοιτοι Λυκείου (Παπαδάκης, 2013, σελ. 111-114, 227) Σε σχέση με την οικογενειακή τους κατάσταση η πλειονότητα είναι άγαμοι, πολύ λίγοι έγγαμοι και χωρίς παιδιά (Παπαδάκης, 2013, σελ. 227).

Από τα προαναφερθέντα είναι σημαντικό να διαπιστώσουμε πως οι NEETs ως περίπτωση κοινωνικής ευπάθειας αποτελούν το μελανό σύμπτωμα μιας κοινωνικής παθολογίας η οποία αντανακλά το επίπεδο και το βάθος των εκπαιδευτικών και κοινωνικών ανισοτήτων (Hill, 2003). Στην ουσία όμως, βλέποντας και τη χαρτογράφηση αυτής της ηλικιακής κατηγορίας, (15-29) διαφαίνεται εμφανώς το εύρος των ταξικών, πολιτισμικών και περιφερειακών ανισοτήτων οι οποίες όχι μόνο ενυπάρχουν αλλά λειτουργούν με δραστικό τρόπο στην αναπαραγωγή και διεύρυνση του χάσματος ανάμεσα στους έχοντες και τους μη έχοντες, στους “insiders και τους outsiders” (Φωτόπουλος & Κυρίδης, 2016, σελ. 170).

Οι NEETs ως μια ιδιαίτερα κρίσιμη κοινωνική κατηγορία νέων ανθρώπων υφίσταται τη μορφή ενός ιδιότυπου κοινωνικού και εκπαιδευτικού αποκλεισμού, ο οποίος συνδέεται με την ευρύτερη παθολογία μιας κοινωνίας η οποία έχει προ πολλού φτάσει στα όρια της.

Αναμφίβολα οι NEETs αποτελούν μια οριακή κοινωνική κατηγορία η οποία ακόμα και αν δεν έχει διαμορφώσει πλήρη συνείδηση της αυτόεικόνας και της κατάστασης της, αποτελεί μια βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια της κοινωνικής συνοχής, δεδομένο πάνω στο οποίο οφείλουμε ως κοινωνία και συντεταγμένη πολιτεία να τοποθετηθούμε αναστοχαστικά

(19)

αλλά και αυτοκριτικά. Επιπροσθέτως, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να δρομολογήσουμε εκείνες τις πολιτικές που θα αμβλύνουν τις συνέπειες που το φαινόμενο των NEETs προκαλεί ως αποκρυσταλλωμένη έκφανση της κοινωνικής ευπάθειας συνδιαμορφώνοντας μια σύγχρονη στρατηγική ενσωμάτωσης με επίκεντρο τον άνθρωπο, τις ανάγκες αλλά και τις προτεραιότητες του (Φωτόπουλος & Κυρίδης, 2016, σελ. 162).

(20)

Κεφάλαιο 2: Κοινωνική Παιδαγωγική και NEETs

Η παρούσα έρευνα υποστηρίζει πως η αξιοποίηση και εφαρμογή των βασικών αρχών και θέσεων της Κοινωνικής Παιδαγωγικής μπορούν να συμβάλλουν καθοριστικά στην πρόληψη και αντιμετώπισή του φαινομένου των NEETs (young people Not in Education, Employment or Training) στην Ελλάδα, καθώς ενισχύουν την προσωπική ανάπτυξη του ατόμου και την ενεργοποίηση του ρόλου του ως ενεργό μέλος το οποίο μετέχει ενεργά στον κοινωνικό γίγνεσθαι . Μέσα από την παρούσα έρευνα θα γίνει προσπάθεια ανάδειξης της Κοινωνικής Παιδαγωγικής ως επιστημονικού κλάδου, ο οποίος μπορεί να συνεισφέρει καθοριστικά στην ενίσχυση και ενδυνάμωση αυτής της αποκλεισμένης κοινωνικά ομάδας.

Η παραπάνω προσπάθεια βασίζεται στις επιδιώξεις της Κοινωνικής Παιδαγωγικής σε επίπεδο κοινωνίας (Μυλωνάκου –Κεκέ, 2013):

 Αξιακό σύστημα και ευρύτερο κοινωνικοπαιδαγωγικό ήθος

 Κοινωνική ευημερία και πρόοδο

 Κοινωνική δικαιοσύνη

 Κοινωνική κριτική και αναστοχασμό

 Κοινωνική συμμετοχή

 Κοινωνική φροντίδα

 Κοινωνική χειραφέτηση, ανεξαρτητοποίηση και ολοκλήρωση

Καθώς και στις επιδιώξεις της Κοινωνικής Παιδαγωγικής σε επίπεδο ατόμου (Μυλωνάκου – Κεκέ, 2013):

 Προσωπική και κοινωνική ενδυνάμωση και ευημερία / δημιουργία θετικών ε- μπειριών

 Σεβασμό της μοναδικότητας και της ετερότητας κάθε ατόμου

 Διαρκή προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη

 Ολόπλευρη ανάπτυξη του ατόμου

 Ενίσχυση και ανάπτυξη συναισθηματικών και κοινωνικών δεξιοτήτων

 Υποστήριξη και αξιοποίηση του οικογενειακού και σχολικού πλαισίου

Από τις παραπάνω βασικές αρχές της Κοινωνικής Παιδαγωγικής προκύπτει ότι επιδιώκει να καλλιεργήσει: την κοινωνική πρόοδο και συμμετοχή, την αυτοπεποίθηση, την αυτοεκτίμηση, την προσαρμοστικότητα, τις δεξιότητες διαπροσωπικής επικοινωνίας, τη θετική στάση απέναντι στους άλλους, τη συνεργασία, την ενσυναίσθηση, το σεβασμό, την κοινωνική συμμετοχή, καθώς και την ενεργοποίηση του σχολικού και οικογενειακού πλαισίου. Επομένως, γίνεται αντιληπτό ότι η υλοποίηση προγραμμάτων / παρεμβάσεων στα πλαίσια της Κοινωνικής Παιδαγωγικής σε σχολικό επίπεδο συνεισφέρουν τόσο στην

(21)

προσωπική ανάπτυξη του ατόμου ως αυθύπαρκτης οντότητας, όσο και στην αναγνώριση και ενεργοποίηση του ως μέλους του κοινωνικού ιστού.

Η ενεργοποίηση του ελληνικού σχολικού περιβάλλοντος με την εφαρμογή ενός κοινωνικοπαιδαγωγικού προγράμματος αποτελεί μείζονος σημασίας για την αντιμετώπιση του φαινομένου των NEETs στην Ελλάδα, καθώς οι NEETs δεν είναι απλά άνεργοι, αφού συνδέονται άμεσα και με τη σχολική διαρροή, δηλαδή την εγκατάλειψη του σχολείου, πριν την ολοκλήρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης (Pillinger, 2001). Η εγκατάλειψη του σχολείου συνίσταται τόσο σε «εξωτερικά» χαρακτηριστικά του οικογενειακού περιβάλλοντος (οικονομική κατάσταση των γονιών, εκπαίδευση, επάγγελμα) όσο και σε

«εσωτερικά» χαρακτηριστικά (παρακίνηση, ενθάρρυνση και συμπαράσταση). Οι NEETs εξαιτίας της μη κατάρτιση τους έχουν πιο πολλές πιθανότητες να μείνουν άνεργοι με αποτέλεσμα η μακροχρόνια ανεργία να τους δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στον προϋπολογισμό και στη συνέχεια να τους οδηγεί στην αποστέρηση υλικών και κοινωνικών αγαθών (Pillinger, 2001).

Η Κοινωνική Παιδαγωγική μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην πρόληψη του φαινομένου των NEETs, καθώς μια από τις κυριότερες αιτίες του κοινωνικού αποκλεισμού θεωρείται η ανεπαρκής ένταξη στο εκπαιδευτικό σύστημα και η υποεκπαίδευση. Ο εκπαιδευτικός αποκλεισμός είναι ουσιαστικά η αιτία της ανεπαρκούς ένταξης στο εκπαιδευτικό σύστημα. Τα άτομα που εγκαταλείπουν το σχολείο πριν την ολοκλήρωση της υποχρεωτικής τους εκπαίδευσης δέχονται ως αποτέλεσμα τον κοινωνικό αποκλεισμό εξαιτίας της μη απόλυτης ένταξής τους στο εκπαιδευτικό σύστημα. (Βεργίδης, 2003).

Οι νέοι απόντες, η γενιά των NEET αποτελεί αδιαμφισβήτητα μια νέα μορφή μείζονος κοινωνικής ευπάθειας στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας και μάλιστα με τάσεις ανησυχητικά αυξητ

Referências

Documentos relacionados