• Nenhum resultado encontrado

Η καταστατική θέση των αιρετών στην τοπική αυτοδιοίκηση και ο χάρτης της τοπικής αυτονομίας

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "Η καταστατική θέση των αιρετών στην τοπική αυτοδιοίκηση και ο χάρτης της τοπικής αυτονομίας"

Copied!
92
0
0

Texto

(1)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΤΙΤΛΟΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:

Η ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΩΝ ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ

ΚΑΙ

Ο ΧΑΡΤΗΣ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑΣ

Γεωργάκη Σοφία Α.Μ.: 99160

Εισηγητής: κ. Τριανταφυλλοπούλου Αθανασία

ΚΑΛΑΜΑΤΑ 2006

(2)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Περιεχόμενα...σεΛ.

Εισαγωγή... 4

Γενικά...6

Κεφάλαιο 1 1.1 Οι Αιρετοί - Γενικά... 9

1.2 Η αυτοτέλεια των Αιρετών Οργάνων των Ο.Τ.Α... 11

Κεφάλαιο 2 Ο Δήμαρχος 2.1 Η Δημαρχιακή παράδοση στην Ελλάδα - Ιστορική αναδρομή... 13

2.2 Ο Δήμαρχος - Αναφορά στο αξίωμα...16

2.3 Οι Αντιδήμαρχοι και οι Δημοτικοί Σύμβουλοι... 19

Κεφάλαιο 3 3.1 Ποιοι γίνονται Δήμαρχοι... 21

3.2 Το επαγγελματικό υπόβαθρο των Δημάρχων...28

3.3. Πολιτικοί Μηχανικοί και Δημόσιοι Υπάλληλοι... 29

3.4 Προβλήματα Δημάρχων σχετικά με το επάγγελμά τους... 32

Κεφάλαιο 4 4.1 Καταστατική θέση των αιρετών... 36

4.2 Παρεμβάσεις - Παρατηρήσεις της Τ.Ε.Δ.Κ.Ν.Α. σχετικά με την Καταστατική θέση των Αιρετών...60

4.3 Αλλες Παρατηρήσεις - Προτάσεις της Τ.Ε.Δ.Κ. και της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε...67

(3)

Κεφάλαιο 5

5.1 Ο Ευρωπαϊκός Χάρτης της Τοπικής Αυτονομίας... 70 5.2 Η Ελλάδα και ο Ευρωπαϊκός Χάρτης της Τοπικής Αυτονομίας... 75

Κεφάλαιο 6

6.1 Συμπεράσματα... 78

Βιβλιογραφία...81 Παραρτήματα... 84

(4)

Εισαγωγή

Σκοπός αυτής της εργασίας είναι η μελέτη της καταστατικής θέσης των αιρετών. Παρουσιάζεται το καθεστώς της εργασίας τους σε σχέση με το αξίωμά τους, όπως ισχύει στην Ελλάδα και τυχόν προβλήματα που αντιμετωπίζουν από το συνδυασμό αυτό, καθώς και η σύγκριση της ελληνικής πραγματικότητας με τα προβλεπόμενα του Ευρωπαϊκού Χάρτη της Τοπικής Αυτονομίας.

Ειδικότερα, η καταστατική θέση των αιρετών έχει απασχολήσει1, κατά καιρούς, τα συλλογικά όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Στην εργασία αυτή, θα προσπαθήσουμε να παραθέσουμε το καθεστώς που διέπει τη θέση των αιρετών ως εκπροσώπων της τοπικής κοινωνίας. Θα αναφερθούμε στο παράδειγμα του Δημάρχου αλλά και των Αντιδημάρχων και των Δημοτικών Συμβούλων, καθ’ όλη τη διάρκεια της υπηρέτησής τους στην ηγεσία της τοπικής εξουσίας. Στη συνέχεια, θα παρουσιαστούν στοιχεία για τα επαγγέλματα που προωθούνται στο αιρετό αξίωμα, για τους λόγους προώθησής τους αλλά και για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αιρετοί σε σχέση με την επαγγελματική τους δραστηριότητα.

Ακόμη, θα γίνει αναφορά στις διατάξεις του Ευρωπαϊκού Χάρτη της Τοπικής Αυτονομίας σε σχέση με το ελληνικό δίκαιο. Θα προσπαθήσουμε να επισημάνουμε τα άρθρα του αυτά, που αναφέρονται στις υποχρεώσεις αλλά και στα δικαιώματα των “τοπικών αρχόντων”, τί υποστηρίζουν και κατά πόσο το Σύνταγμά μας και η ελληνική Τοπική Αυτοδιοίκηση συμμερίζεται και εφαρμόζει τις αρχές του. Θα παρουσιαστούν συγκριτικά στοιχεία με αιρετούς λοιπών Ευρωπαϊκών χωρών. Βασικός στόχος μας είναι να εντοπιστούν τυχόν προβλήματα και να καταλήξουμε σε συμπεράσματα για τη θέση των αιρετών στο ελληνικό διοικητικό σύστημα.

Η καταστατική θέση των αιρετών αποτέλεσε πολλές φορές θέμα συζήτησης π.χ στα συνέδρια της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε). Αποτέλεσμα της όλης αυτής προσπάθειας ήταν και το σχέδιο του νέου Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα με το νόμο 3463/2006.

(5)

Στην εργασία παρουσιάζεται το νομικό καθεστώς που διέπει τις τοπικές αρχές, δηλαδή, οι διατάξεις που τους αφορούν και περιλαμβάνονται στο Δημοτικό και Κοινοτικό Κώδικα. Για τις ανάγκες τις εργασίας και προκειμένου να καταλήξουμε σε συμπεράσματα χρησιμοποιήθηκε η ελληνική βιβλιογραφία, αποτελέσματα ερευνών που έχουν πραγματοποιηθεί σχετικά με το καθεστώς των αιρετών από τα συλλογικά όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ενώ μοιράστηκε ένας αριθμός ερωτηματολογίων σε Δημάρχους και Αντιδημάρχους Δήμων του Νομού Φθιώτιδας.

Πριν, λοιπόν, ξεκινήσουμε την παρουσίαση της εργασίας, οφείλουμε να τονίσουμε ότι γίνεται μια πιο εκτενής αναφορά στο πρόσωπο του Δημάρχου.

Προσωποποιούμε, δηλαδή, το θέμα μας στον τοπικό άρχοντα και ηγέτη, αφού ο τελευταίος είναι εκπρόσωπος της τοπικής κοινωνίας και προϊστάμενος των υπαλλήλων του εκάστοτε Δήμου, αλλά και των συνοδοιπόρων, με αυτόν, αιρετών πολιτικών προσώπων, στο δύσκολο έργο που αναλαμβάνουν να φέρουν σε πέρας κάθε φορά. Τούτο επελέγη διότι η πρωτοβάθμια Τοπική Αυτοδιοίκηση και ειδικώς ο Δήμαρχος, έχει μια μακρά παράδοση στην ελληνική κοινωνία και στη διοίκηση, αφ’ ετέρου και ως εκ τούτου υπάρχει μεγαλύτερη εμπειρία στα ζητήματα που αντιμετωπίζουν (οι Δήμαρχοι) ως αιρετοί.

(6)

Γ ενικά

Η «Τοπική Αυτοδιοίκηση» δεν είναι έννοια ούτε όρος. Μετέχει στη δημόσια σφαίρα ως θεσμός της τοπικής εξουσίας. Συμβάλλει στην ποιότητα της δημοκρατίας μας και συμπορεύτηκε μαζί της, σχεδόν από τη σύσταση του πρώτου ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους και πιο συγκεκριμένα από τη θέση σε ισχύ του βασιλικού διατάγματος του Δεκέμβρη 1833 «Περί συστάσεως των Δήμων», έως τις μέρες μας2. Κάποιοι, βέβαια, ισχυρίζονται ότι ο θεσμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης προϋπήρχε από αυτόν του κράτους3.

Δεν είναι ένας απλός μηχανισμός παροχής υπηρεσιών αλλά μια δομή διοικητικο-πολιτική και κοινωνική. Υποστηρίζει και ωθεί τα μέλη της τοπικής κοινωνίας αλλά και τα συλλογικά της υποκείμενα που λειτουργούν στα πλαίσιά της, προκειμένου να μετάσχουν στις λειτουργίες της, να προσεγγίσουν από κοινού τα προβλήματα, να συγκροτήσουν συλλογικές κοινωνικές δράσεις και να ανταποκριθούν τα ίδια στις ανάγκες τους.

Σε συνέχεια των παραπάνω θα μπορούσαμε να δανειστούμε τα λόγια ενός διανοούμενου πολιτικού, του Ε. ΚθΓάθΙί4, ο οποίος έγραψε κάποτε προφητικά:

«Δεν είναι ούτε το κράτος ούτε το σύστημα ούτε το πολιτικό κόμμα που φέρουν την ευτυχία του ανθρώπου. Γ ϊ αυτό είναι χρεωμένος ο ίδιος ο άνθρωπος.

2 Από την αιτιολογική έκθεση της Επιτροπής (ν. 3463/2006) στο σχέδιο νόμου «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων».

3 Είχε προηγηθεί η ανεκπλήρωτη προσπάθεια του I. Καποδίστρια (1827), Βλ. Τετράδια Τοπικής Αυτοδιοίκησης / 1998 τεύχος 1, Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., Συνταγματική Ιστορία της ελληνικής Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Ο θεσμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης υπήρξε για τους Έλληνες ουσιώδες στοιχείο της ζωής τους από την κλασσική Ελλάδα μέχρι την Ρωμαϊκή κατάκτηση και από τη βυζαντινή εποχή μέχρι την Τουρκοκρατία. Κατείχε σημαντικό ρόλο για την εθνική παράδοση και τους ραγιάδες, γεγονός το οποίο υποβοήθησε στο να φτάσουμε στο μεγάλο ’21. Βλ. λεπτομέρειες Τετράδια Τοπικής Αυτοδιοίκησης / Δεκέμβριος 2000 τεύχος 2, Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., Η Τοπική Αυτοδιοίκηση και το νέο Σύνταγμα του Παπαγαρυφάλλου Παν.

4 Βλ. ενδεικτικά Τετράδια Αυτοδιοίκησης / Δεκέμβριος 2000 τεύχος 2, Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., Αυτοδιοίκηση και συνταγματική αναθεώρηση, Από τη «Χάρτα» του Ρήγα στο κατώφλι της Τρίτης Χιλιετίας του Π.

Παπαγιάννη.

(7)

Μόνο που αυτό δεν μπορεί να το πετύχει ως “ιδιώτης” (μόνος), αλλά αποκλειστικά μέσα σε σχέσεις ισότητας και συνεργασίας με τους άλλους ανθρώπους. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο και με την αξιοποίηση αναλογών θεσμών, δημοκρατικής συλλογικής οργάνωσης πρέπει να εξουσιάσει αυτοδιαχειριστικά και ελεύθερα, όχι μόνο τις ιδιωτικές και κοινωνικές σχέσεις, αλλά πιο πέρα... Και το Κράτος και το Σύστημα και τα Κόμματα για να τα κάνει όργανα της “αυτοδιαχείρισης” της ζωής του από τον ίδιο. Αυτό σημαίνει Αυτοδιοίκηση ».

Όλα αυτά όμως, δεν θα υφίσταντο και δεν θα σήμαιναν τίποτα αν δεν πλαισιωνόταν από την παρουσία και τη δραστηριοποίηση των αιρετών. Οι

«Αιρετοί» είναι τα πρόσωπα εκείνα που στελεχώνουν την Τοπική Αυτοδιοίκηση και εκλέγονται από το λαό, είτε άμεσα είτε έμμεσα, μέσα πάντα από δημοκρατικές διαδικασίες. Εκπροσωπούν, δηλαδή, τους πολίτες στη διακυβέρνηση των τοπικών υποθέσεων ή πιο συγκεκριμένα στην διακυβέρνηση μιας κοινωνίας. Προάγουν το κοινωνικό συμφέρον, ασχολούνται με τα κοινά και διεκπεραιώνουν τις τοπικές υποθέσεις μέσα από το «αιρετό τους αξίωμα».

Ως «αιρετό αξίωμα», νοούνται οι θέσεις οι οποίες καλούνται να υπηρετούν και να κατέχουν στην τοπική πολιτική ηγεσία. Οι θέσεις αυτές είναι το ισχυρό τους «όπλο», προκειμένου να κάνουν πράξη όλες τις υλοποιήσιμες ιδέες, τις προσδοκίες των πολιτών και τα οράματα που έχουν για τον τόπο τους.

Στην εργασία αυτή μας απασχολεί η «Καταστατική Θέση» των αιρετών αυτών, η οποία θα αναλυθεί παρακάτω. Δεν αρκεί να γνωρίζουμε ποιες είναι οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντά τους αλλά και ποια είναι η όλη διαδικασία που ακολουθείται από την στιγμή που διορίζονται στα αιρετά αξιώματα έως και την απομάκρυνσή τους από αυτά. Με άλλα λόγια, η καταστατική θέση των προσώπων αυτών, αναφέρεται και περιλαμβάνει το όλο καθεστώς απασχόλησής τους στο Δήμο, τις οικονομικές απολαβές, τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης και της επανόδου στον εργασιακό τους χώρο .

Επιπροσθέτως και σε σύνδεση με την Τοπική Αυτοδιοίκηση αλλά και τους αιρετούς, σημαντική θέση κατέχει και ο «Χάρτης της Τοπικής Αυτονομίας» του Συμβουλίου της Ευρώπης.

(8)

Ο Χάρτης5 αυτός αποτελείται από ένα σύνολο διατάξεων τα οποία συντάχτηκαν με σκοπό την αντιστάθμιση και την κάλυψη των ελλειμμάτων κοινών θεσμικών προβλημάτων, για την έκταση και την προστασία των δικαιωμάτων των αιρετών των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Οι αρχές Τοπικής Αυτονομίας που διακηρύσσονται στον συγκεκριμένο Χάρτη, εφαρμόζονται σε όλα τα επίπεδα ή κατηγορίες των τοπικών κοινοτήτων του κάθε κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις αρχές αυτοδιοίκησης περιφερειακού επιπέδου.

Τα στοιχεία που παραθέτονται στην παραπάνω παράγραφο είναι από τα τετράδια Τοπικής Αυτοδιοίκησης / Δεκέμβριος 2000 τεύχος 2, Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.

editorial: Αυτοδιοίκηση και Συνταγματική Αναθεώρηση, Από τη Χάρτα του Ρήγα στο κατώφλι της Τρίτης Χιλιετίας και από το μανιφέστο της «Παρισινής Κομμούνας» στην αναθεώρηση της Νίκαιας.

(9)

Κεφάλαιο 1

1.1 Οι Αιρετοί - Γενικά

Οι αιρετοί αποτελούσαν και αποτελούν ακόμη και σήμερα τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στους πολίτες και τους Τοπικούς Οργανισμούς. Είναι εκείνα τα πρόσωπα που αντιμετωπίζουν την ενασχόληση με τα κοινά, όχι σαν επάγγελμα αλλά σαν μια διοικητική σχέση. Δεν σκέφτονται χρόνους και ωράρια αλλά αφιερώνονται εξ’ ολοκλήρου στην αυτοδιοίκηση. Γι’ αυτό εξάλλου ο ίδιος ο Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας δεν χαρακτηρίζει την ιδιότητα του αιρετού ή την ενασχόλησή του, ως επάγγελμα αλλά ως αξίωμα τιμητικό και άμισθο6· ακόμη και εκείνων που υποχρεούνται να αφιερώνουν πλήρη χρόνο εργασίας στον οργανισμό που υπηρετούν.

Οι αιρετές τοπικές αρχές ανήκουν στη βαθμίδα διακυβέρνησης που ανταποκρίνεται αμεσότερα στις ανάγκες των πολιτών. Ως πρωτογενής και λαϊκή εξουσία, οι αιρετοί έχουν ως αναφορά τον πολίτη, ο οποίος είναι δίπλα τους, τους ελέγχει, τους εμπνέει, τους στηρίζει αλλά συγχρόνως μπορεί να γίνει και ένας από τους αυστηρότερους κριτές τους, στην προσπάθειά του να διορθώσει και να βελτιώσει κάποια πράγματα. Με βάση τα παραπάνω, ο ρόλος που καλούνται να φέρουν εις πέρας οι αιρετοί, είναι αρκετά σημαντικός και καθοριστικός στην άσκηση της τοπικής εξουσίας και τη διεκπεραίωση των τοπικών υποθέσεων. Επιτελούν ένα τιτάνιο έργο για να ανταποκριθούν με το φιλότιμο τους και με τον ηρωισμό τους στις απαιτήσεις της κοινωνίας.

Σε αντίθεση με όλα τα παραπάνω, παραβάλλονται τα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι αιρετοί κατά την υπηρέτησή τους στα αξιώματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Αυτά δεν σχετίζονται μόνο με τις καθημερινές δυσκολίες στις οποίες πρέπει να αντεπεξέλθουν, ούτως ή άλλως, ως άξιοι τοπικοί άρχοντες και να φανούν αντάξιοι των προσδοκιών των

Βλ. αναλυτικά άρθρο 173 του ισχύοντα έως σήμερα Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (άρθρο 160 Π.Δ. 323/1989 - άρθρο 9 παρ. 5 Ν. 2130/1993 - άρθρο 1 παρ. 38, 39 και 40 Ν.2307/1995), Έξοδα τταραστάσεως: Το αξίωμα του δημάρχου, του αντιδημάρχου, του προέδρου κοινότητας και του δημοτικού ή κοινοτικού συμβούλου είναι τιμητικό και άμισθο.

(10)

πολιτών, αλλά σχετίζονται και με την ελλιπή στήριξη από πλευράς του ελληνικού κράτους, όσον αφορά στις διατάξεις του ισχύοντος καθεστώτος της εργασίας τους. Οι εκπρόσωποι, λοιπόν, του λαού παρά το δύσκολο έργο τους, είναι μερικώς καλυμμένοι και ικανοποιημένοι από την ελληνική νομοθεσία, παρ’ όλες τις φιλότιμες προσπάθειες που έχουν καταβάλλει οι ίδιοι αλλά και η Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.) ή άλλος συλλογικός φορέας που ασχολείται με τέτοιου είδους ζητήματα. «Ανάσα πνοής» όμως στα προβλήματα και τις ανησυχίες αυτές των αιρετών, αποτέλεσε το νέο σχέδιο του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα που κυρώθηκε προσφάτως με τον νόμο 3463/2006.

(11)

1.2 Η αυτοτέλεια των Αιρετών Οργάνων των Ο.Τ.Α.

Το περιεχόμενο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αποτέλεσε αντικείμενο συζητήσεων στην ελληνική έννομη τάξη από τη σύσταση του νέου ελληνικού κράτους και τη θέσπιση διατάξεων για την Τοπική Αυτοδιοίκηση στα πρώτα ελληνικά Συντάγματα. Η ελληνική, δε, δικαιοσύνη έχει επιληφθεί, τη συζήτηση υποθέσεων, αντικείμενο των οποίων αποτελεί ο βαθμός εξουσίας των αιρετών προσώπων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης7.

Απόρροια της νομικής προσωπικότητας των τοπικών αυτοδιοικούμενων οργανισμών είναι η αυτοτέλειά τους έναντι της κρατικής διοίκησης. Η αυτοτέλεια διακρίνεται σε: α) διοικητική και β) οικονομική.

Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης απολαύουν διοικητικής αυτοτέλειας8 (άρθρο 102 παρ. 2 Συντ.)9, προκειμένου να χαράσσουν πολιτική, μέσω των αιρετών οργάνων τους και να ασκούν τις αρμοδιότητές τους. Χωρίς τη συνταγματική διασφάλιση της αυτοτέλειας θα ήταν, πράγματι, αδιανόητη η εκπλήρωση της αποστολής που τους αναθέτει το Σύνταγμα. Η αρμοδιότητα για τη διαχείριση των τοπικών υποθέσεων από τα αιρετά όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και η διοικητική αυτοτέλεια συνιστούν, συνεπώς, όψεις του ίδιου νομίσματος.

Ωστόσο, η διοικητική αυτοτέλεια των αιρετών των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν σημαίνει και «αυτονομία», δηλαδή ικανότητα νομικής αυτορρύθμισης10. Επίσης, η ανάγκη για ενιαία συμμόρφωση στο νόμο,

Βλ. Τετράδια Αυτοδιοίκησης / Δεκέμβριος 1999 τεύχος 1, Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., Η Αυτοτέλεια των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, της Αθ. Τριανταφυλλοπούλου.

Από τα Τετράδια Αυτοδιοίκησης / Δεκέμβριος 1999 τεύχος 1, Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., Η Τοπική Αυτοδιοίκηση στη σύγχρονη Δημοκρατία, του Γ. Παπαδημητρίου - Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου.

9Η παράγραφος 2 του άρθρου 102 του Συντάγματος ορίζει ότι: «Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης έχουν διοικητική αυτοτέλεια. Οι αρχές τους εκλέγονται με καθολική και μυστική ψηφοφορία».

10 Βλ. ηλεκτρονική ιστοσελίδα www.prd.uth.gr, σχετ. άρθρο του I. Ψυχάρη, «Η οργάνωση της δημόσιας διοίκησης σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο στην Ελλάδα», Δεκέμβριος 2003. Το τεκμήριο αρμοδιότητας υπέρ των Ο.Τ.Α., εντείνεται με την κύρωση του Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας (ν. 1850/1985) και συγκεκριμένα το άρθρο 3 παρ. 1 αναφέρει ότι: «Δια της Τοπικής Αυτονομίας νοείται το δικαίωμα των

(12)

καθιστά αποδεκτό τον έλεγχο νομιμότητας στους τοπικούς οργανισμούς.

Αντιθέτως, ο έλεγχος σκοπιμότητας επί των πράξεων των αιρετών των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης κρίνεται αντισυνταγματικός, αφού η καθιέρωση ενός τέτοιου ελέγχου θα εμπόδιζε την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση τους.

Το ερώτημα είναι ως ποιο σημείο εκτείνονται τα όρια της αυτοτέλειας.

Απάντηση φαίνεται να δίνει το ίδιο το Σύνταγμα που, προσηλωμένο σε αντιλήψεις του παρελθόντος, υιοθετεί το θεσμό της «κρατικής εποπτείας»

(άρθρο 102 παρ. 5 Συντ.)11. Ο συντακτικός νομοθέτης, παγιδευμένος στο δίλημμα υιοθέτησης συντηρητικών αντιλήψεων ή προώθησης καινοτόμων λύσεων, τονίζει πως η εποπτεία δεν επιτρέπεται να «εμποδίζει την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση» των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Το Σύνταγμα ορίζει την οικονομική αυτοτέλεια των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δηλαδή την οικονομική τους ανεξαρτησία. Κατά την έννοια αυτή, οι Ο.Τ.Α. μπορούν να έχουν δική τους περιουσία και δικά τους έσοδα, να διαχειρίζονται και να διαθέτουν αυτά όπως επιθυμούν, να καθορίζουν τα έξοδα και να συντάσσουν δικό τους προϋπολογισμό. Το κράτος περιορίζεται στην μέριμνα για την εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων προς τους Τοπικούς Οργανισμούς Αυτοδιοίκησης, προκειμένου να εκπληρώσουν την αποστολή τους12. Η τελευταία αυτή διάταξη κρίνεται αρκετά δεσμευτική για την Κεντρική Διοίκηση που θα πρέπει και νομοθετικά πλέον να κατοχυρώνει την εξασφάλιση των πόρων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης 13.

Ο.Τ.Α. να ρυθμίζουν και να διευθύνουν, στα πλαίσια του νόμου με δική τους ευθύνη και προς όφελος του πληθυσμού τους, ένα σημαντικό μέρος των δημοσίων υποθέσεων».

11 Η παράγραφος 5 του άρθρου 102 του Συντάγματος ορίζει ότι: «Το κράτος ασκεί στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης εποπτεία, που να μην εμποδίζει την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση τους.

Οι πειθαρχικές ποινές της αργίας και απόλυσης από το αξίωμα των αιρετών οργάνων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εκτός από τις περιπτώσεις που συνεπάγονται αυτοδικαίως έκπτωση, απαγγέλλονται μόνο ύστερα από σύμφωνη γνώμη συμβουλίου που αποτελείται κατά πλειοψηφία από τακτικούς δικαστές».

12 Την αποστολή τους ορίζει η παράγραφος 5 του άρθρου 102 του Συντάγματος οπ. παραπάνω, παραπομπή 11.

13

(13)

Κεφάλαιο 2

Ο Δήμαρχος

2.1 Η Δημαρχιακή παράδοση στην Ελλάδα - Ιστορική αναδρομή

Μέσα από την ιστορία της χώρας μας διαπιστώνουμε ότι ήδη από τους χρόνους της Τουρκοκρατίας οι Έλληνες εξέλεγαν τους τοπικούς άρχοντες. Οι Κοινότητες των Ελλήνων διοικούνταν από τους προκρίτους, προεστούς, δημογέροντες ή κοτζαμπάσηδες και οι οποίοι εκλέγονταν από τους άνδρες της πόλης ή του χωριού.

Ο θεσμός της δημαρχίας έχει εισαχθεί επίσημα στην Ελλάδα με την δημιουργία του ελληνικού κράτους το 1832 και τον νόμο της Αντιβασιλείας

«περί συστάσεως των δήμων» της 27ης Δεκεμβρίου 1833. Ο Δήμαρχος, χαρακτηριζόταν από το νομοθέτη ως η «πρώτη του δήμου εκτελεστική αρχή»14, ήταν διφυές όργανο, αναλάμβανε «εν ονόματι και κατά διαταγήν της Κυβερνητικής Αρχής του Κράτους» την άσκηση αρμοδιοτήτων που αφορούσαν την «πολιτικήν κατάστασιν», την είσπραξη «των δημοσίων φόρων», τις στρατιωτικές υποθέσεις και την «τοπική και αγρονομική αστυνομία». Άλλοι νόμοι ανέθεταν, εξάλλου, στο Δήμαρχο καθήκοντα σχετικά με τη λειτουργία της δικαιοσύνης, τη διενέργεια των βουλευτικών εκλογών15, το διορισμό υπαλλήλων της δημοτικής υπηρεσίας, ενώ γνωμοδοτούσε για την επιλογή των αστυνόμων από το βασιλιά. Επίσης συμμετείχε στο Εκκλησιαστικό Συμβούλιο και στη διοίκηση των «αγαθοεργών καταστημάτων».

Ως προς την εκλογή του Δημάρχου, οι σχετικές ρυθμίσεις προέβλεπαν την συγκρότηση ειδικού δημαιρεσιακού σώματος, σύμφωνα με το οποίο

14 Αρθρο 40 του νόμου της 27ηζ Δεκεμβρίου 1833 «Περί συστάσεως των Δήμων».

15Βλ. ενδεικτικά Ο Δήμαρχος, Χλέπας Ν. Κομνηνός, Αθήνα 2005

Ανάλογα καθήκοντα ασκούν και οι σημερινοί Δήμαρχοι ή Πρόεδροι Κοινοτήτων. Βλ. γενικότερα (και με συγκεκριμένα παραδείγματα): Χλέπας Ν.-Κ., Λειτουργική επέκταση και οργανωτικός κατακερματισμός:

Οι αρμοδιότητες των OTA και οι τρέχουσες τάσεις για τη μετάθεσή τους σε άλλους φορείς.

(14)

εκλέγονταν μέσω καθολικής ψηφοφορίας των δημοτών (μόνο άντρες), δεκαοκτώ δημοτικοί σύμβουλοι, οι οποίοι με ισάριθμους δημότες, που ορίζονταν από την κυβέρνηση μέσα από τον κατάλογο «των μάλλον φορολογούμενων δημοτών», εξέλεγαν τρεις υποψηφίους για το αξίωμα του Δημάρχου. Από αυτούς ο βασιλιάς διόριζε τον ένα για Δήμαρχο16.

Αυτό το ιδιαίτερα συντηρητικό σύστημα καταργήθηκε και με το νέο που ίσχυσε έγιναν περισσότερο αντιπροσωπευτικές οι διαδικασίες εκλογής.

Σύμφωνα, λοιπόν, με το Σύνταγμα του 1864 «η εκλογή των δημοτικών αρχών θέλει γίγνεσθαι δΓ αμέσου, καθολικής και μυστικής δια σφαιριδίων17 ψηφοφορίας». Στη συνέχεια, εκδόθηκε ο νέος νόμος «περί δημαιρεσιών»18, ο οποίος μείωσε το ηλικιακό όριο εκλογιμότητας από εικοσιπέντε (25) στα εικοσιένα (21) έτη και όρισε ότι «ο δήμαρχος, οι δημαρχιακοί πάρεδροι και τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου εκλέγονται συγχρόνως δΓ αμέσου εκλογής», για τετραετή θητεία.

Αρκετά χρόνια αργότερα, μετά το στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί, ψηφίστηκε το αναθεωρημένο Σύνταγμα του 1911, όπου καταργήθηκε η συνταγματική διάταξη σχετικά με την άμεση εκλογή των «δημοτικών αρχόντων».

Ακολούθησε η ριζική μεταρρύθμιση του Βενιζέλου κατά το 1912, που διατηρούσε την άμεση εκλογή των Δημάρχων μόνο στους δήμους στους οποίους επικρατούσαν οι «φίλιες» προς τη βενιζελική παράταξη αστικές δυνάμεις.

Το ζήτημα του τρόπου εκλογής του Δημάρχου απασχόλησε και τις επόμενες δεκαετίες τον ελληνικό χώρο με συνεχείς αλλαγές τόσο το 1920, 1925, 1927, αλλά και αργότερα το 1954 με τον τότε Υπουργό Εξωτερικών Γ.

Παπανδρέου. Τον Απρίλιο του 1959 τροποποιήθηκαν και πάλι οι σχετικές με

Από το βιβλίο του Χλέπα Ν. Κομνηνού, Ο Δήμαρχος ως αιρετός ηγέτης, τόμος Α’, Αθήνα 2005, Εκδόσεις Παπαζήση.

17 Βλ. αναλυτικότερα Σωτηρέλη Γ., Σύνταγμα και Εκλογές στην Ελλάδα 1864 - 1909, Θεμέλιο, Αθήνα 1991. Η εκλογή με σφαιρίδια στους Δήμους διατηρήθηκε έως το 1923, οπότε και αντικαταστάθηκε από το ψηφοδέλτιο.

18 Επρόκειτο για το νόμο του της 19ης Νοεμβρίου 1864 «περί δημαιρεσιών», ο οποίος τροποποίησε τις σχετικές διατάξεις του δημοτικού νόμου. Βλ. αναλυτικότερα Ν. Κ Χλέπας, «Ο Δήμαρχος», εκδόσεις

(15)

τους Δημάρχους διατάξεις19, με τον επίσημο στόχο να περιορισθεί «ο κομματισμός εις την αυτοδιοίκησιν». Ακολούθησαν ανακατατάξεις το 1963 αλλά και τα επόμενα χρόνια προκειμένου ο δημαρχιακός θεσμός να κατοχυρώσει τα περιθώρια μιας ιδιαίτερης πολιτικής λειτουργίας.

Και στην περίοδο όμως της δικτατορίας (1967 - 1974) δεν έλειψαν οι αλλαγές στο δημαρχιακό κατεστημένο. Το προδικτατορικό πρότυπο του

«αγωνιστή δημάρχου» επανήλθε στο προσκήνιο, αν και οι πειθαρχικές διαδικασίες επιστρατεύονταν πλέον πολύ πιο σπάνια από τις κρατικές αρχές.

Πολλά νέα πολιτικά στελέχη δοκίμασαν τις δυνάμεις τους στην αυτοδιοίκηση, η οποία πρόσφερε πολλές ευκαιρίες για πολιτική σταδιοδρομία στη γενιά που είχε πολιτικοποιηθεί κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.

Με τη ριζική ανατροπή του πολιτικού σκηνικού με τις βουλευτικές εκλογές του 1981 εγκαινιάστηκε η «αναβάπτιση» προβεβλημένων στελεχών στις δημαρχίες μεγάλων πόλεων όπως η Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πειραιάς κ.τ.λ..

Παράλληλα με την κίνηση αυτή, αξιοποιήθηκε η δυσαρέσκεια των αστικών στρωμάτων στις μεγάλες πόλεις. Ενώ στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η αυτοδιοίκηση αποτέλεσε, μέσα από το θεσμό της Δημαρχίας, πεδίο για τη γεφύρωση παλαιών εχθροτήτων και τη δοκιμασία νέων συνεργασιών20.

Η Δημαρχία παραμένει, συνεπώς, μέχρι και τις μέρες μας ένας πολύ σημαντικός θεσμός, έστω κι αν οι σημερινοί αιρετοί που υπηρετούν σ’ αυτή, ελάχιστα μπορούν κι επηρεάζουν τους ψηφοφόρους τους σε σχέση με τους ομόλογούς τους κατά το 19° αιώνα. Έτσι, ο ρόλος των τοπικών αυτών ηγετών δεν πρέπει να υποτιμάται για τις ισορροπίες που μπορούν και τηρούν στο γενικότερο πολιτικό τοπίο της χώρας αλλά και για το βαθμό που επηρεάζουν το πολιτικό «γίγνεσθαι»21.

Με το ν. 3938/1959 «περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και καταργήσεως διατάξεων του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικος κ.λ.π.»

20 Βλ. Λυριντζή Χρ., Κόμματα και Δημοτικές Εκλογές: Η ανασυγκρότηση μιας μακρόβιας σχέσης, Ιούνιος 2000. Στο έργο αυτό αναφέρονται τα παραδείγματα επιτυχούς εκλογικής σύμπραξης της Ν.Δ. με το Κ.Κ.Ε. στην Καρδίτσα και το Βόλο κατά τις εκλογές του 1988.

21 Θα αναρωτιέται κανείς γιατί αναφερθήκαμε τόσο εκτεταμένα στην παράδοση που έχει ο Δήμαρχος

στην ελληνική πραγματικότητα. Σκοπός μας ήταν να τονίσουμε την σημαντικότητα του ρόλου του απόλυτου αυτού ηγέτη από τους παλαιότερους ακόμη χρόνους μέχρι και τις μέρες μας.

(16)

2.2 Ο Δήμαρχος - Αναφορά στο αξίωμα

Πριν ξεκινήσει αυτή η σύντομη αναφορά στον Δήμαρχο, ως αιρετό τοπικό ηγέτη, αξίζει να σημειωθεί ότι, ορισμένες έρευνες που έχουν γίνει κατά καιρούς, έχουν διαπιστώσει ότι η κοινή γνώμη της χώρας μας αντιμετωπίζει τους Δημάρχους σαφώς θετικότερα από άλλες κατηγορίες αιρετών, όπως είναι οι βουλευτές ή ακόμη και οι Νομάρχες22.

Κεντρική σημασία έχει η πολιτική ηγεσία και οι τρόποι με τους οποίους αυτή σχηματοποιείται θεσμικά και αναπτύσσεται λειτουργικά στην περίπτωση της Δημαρχίας. Ως θεμελιώδης βαθμίδα για τη συγκρότηση του πολιτικο- διοικητικού συστήματος κάθε χώρας, ο Δήμος προσφέρει σημαντικά πεδία για τη δραστηριοποίηση της τοπικής ηγεσίας και της αντίστοιχης, βασικής ηγετικής φυσιογνωμίας που είναι ο Δήμαρχος.

Στη χώρα μας (αλλά και σε άλλους τόπους με παρόμοιες ρυθμίσεις και χαρακτηριστικά), ο Δήμαρχος εκλέγεται άμεσα από τους δημότες και αποτελεί, σε μας, μαζί με το Νομάρχη, το μοναδικό μονοπρόσωπο όργανο της εκτελεστικής λειτουργίας που εκλέγεται άμεσα με ψήφο των πολιτών.

Ο Δήμαρχος, λοιπόν, δεν είναι απλά ένα «διφυές» (κρατικό και δημοτικό)23 διοικητικό όργανο, που διεκπεραιώνει τοπικά ορισμένες κρατικές υποθέσεις και εκτελεί τις αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου. Πρόκειται για έναν τοπικό ηγέτη ο οποίος, αναλαμβάνει έναν σημαντικό ρόλο για τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος είτε ως αιρετό πρόσωπο που εκπροσωπεί την τοπική κοινωνία, είτε ως επικεφαλής της δημοτικής διοίκησης. Στα μάτια του απλού ανθρώπου η Τοπική Αυτοδιοίκηση

Βλ. ενδεικτικά Πανεπιστήμιο Μακεδονίας / Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., Τοπική Αυτοδιοίκηση στον 21° αιώνα.

Σύγχρονα προβλήματα και προοπτικές, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 1. Σύμφωνα με αυτή την έρευνα, μόνον οι τοπικοί μητροπολίτες διέθεταν, τότε, υψηλότερα ποσοστά αποδοχής από τους Δημάρχους στις τοπικές κοινωνίες της χώρας. Η εν λόγω εικόνα είχε επιβεβαιωθεί κι από άλλες έρευνες.

23Λέγοντας κρατικό όργανο εννοούμε πως αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο κράτος και τον πολίτη, λειτουργεί σαν εκπρόσωπος αυτού και ασκεί τις κρατικές υποθέσεις σε δημοτικό επίπέδο. Ενώ ως δημοτικό όργανο αναλαμβάνει τοπικές υποθέσεις και αποτελεί και εδώ τον εκπρόσωπο μεταξύ λαού και τοπικής ηγεσίας.

(17)

ενσαρκώνεται στη φιγούρα του Δημάρχου της περιοχής24.

Η σημαντική τοπική εξουσία σχετίζεται με τη δημαρχία, σε συνδυασμό με τον ισχυρό συμβολισμό του «πρώτου πολίτη της πόλης» και τον ιδιαίτερο, συχνά διαμεσολαβητικό και διεκδικητικό, του ρόλο. Ο Δήμαρχος ασκεί τα καθήκοντά του με γνώμονα τη διασφάλιση της ενότητας της τοπικής κοινωνίας και προασπίζει τα τοπικά συμφέροντα σε όλες τις βαθμίδες της πολιτικής και της διοίκησης. Στην ουσία είναι ο άνθρωπος που εκπροσωπεί την εξουσία στην πιο προσιτή της μορφή25.

Στην χώρα μας όπου ο Δήμαρχος εκλέγεται άμεσα, ο τοπικός αυτός ηγέτης, πρέπει να πείσει τους δημότες του πως, παρά τις περιορισμένες - σε σύγκριση με το κράτος - δυνατότητες των δήμων, ο χαρακτήρας του Δημάρχου είναι αυτός που οδηγεί τελικά στην ευημερία της πόλης. Για το λόγο αυτό, οι πολίτες στους υποψήφιους αιρετούς για το ανώτατο αυτό αξίωμα, αναζητούν προσωπικότητες με κύρος, που να μπορούν να ενσαρκώσουν την τοπική ταυτότητα και να προασπίσουν τα ιδιαίτερα συμφέροντα της πόλης τους στο πλαίσιο ενός συγκεντρωτικού περιβάλλοντος.

Παράλληλα, οι Δήμαρχοι της χώρας μας - ενόψει της απουσίας θεσμικών αντίβαρων στους Δήμους και της αδυναμίας της δημοτικής αντιπολίτευσης, της αναιμίας των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και της αποξένωσης πολλών βουλευτών - έχουν ελάχιστους υπολογίσιμους αιρετούς ανταγωνιστές στις τοπικές κοινωνίες που ηγούνται26. Το γεγονός αυτό συμβάλλει στο να περιληφθούν οι Έλληνες Δήμαρχοι στους πολιτικά ισχυρούς δημοτικούς ηγέτες αυτής της ηπείρου, ενώ διοικητικά και οικονομικά θα μπορούσαν να

24Βλ. αναλυτικά: Τοπική Αυτοδιοίκηση: παρελθόν, παρόν και μέλλον, του Γ. Κουλουμβάκη, 2001.

25 Βλ. Διαδίκτυο, Ηλεκτρονική ιστοσελίδα Κ.Ε.Δ.Κ.Ε (www.kedke.gr): Προτάσεις Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. για τις αρμοδιότητες του Δημάρχου, Ιανουάριος 2004.

26 Βλ. σχετ. «Ο Δήμαρχος», Ν. Κ. Κομνηνός, εκδόσεις Παπαζήση. Ο ρόλος των δήμων για την αντιμετώπιση σημαντικών κοινωνικών προβλημάτων (υγεία, εκπαίδευση κ.α.) και οι υπό όρους αυτοτέλειας διαθέσιμοι δημοτικοί πόροι (οικονομικοί και ανθρώπινοι) παραμένουν σε τόσο χαμηλά επίπεδα, ώστε οι αιρετοί να απομακρύνονται από την τοπική κοινωνία και να προσανατολίζουν τις σχετικές τους προσδοκίες προς την κεντρική και όχι προς την τοπική εξουσία.

(18)

χαρακτηρισθούν ως οι «φτωχοί συγγενείς» πολλών Ευρωπαίων ομολόγων τους.

Πράγματι, ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο λειτουργούν, σε αρκετές περιπτώσεις, παρόμοιοι, κατά βάση, θεσμοί, σε επιμέρους χώρες της Ευρώπης, μπορεί να οδηγήσει σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα για τα όρια που εξακολουθεί να χαράσσει η ποικιλία των παραδόσεων στην ήπειρό μας, καθώς και για τις ιδιαιτερότητες της αυτοδιοίκησης σε κράτη, όπως η Ελλάδα.

(19)

2.3 Οι Αντιδήμαρχοι και οι Δημοτικοί Σύμβουλοι

Ισχυρή Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν νοείται χωρίς ισχυρά όργανα διοίκησης.

Οι Δήμοι διοικούνται όχι μόνο από το Δήμαρχο αλλά και από τους Αντιδημάρχους, που πολλές φορές τον αντικαθιστούν και τους Δημοτικούς Συμβούλους. Απλά ο Δήμαρχος είναι πρώτος μεταξύ ίσων. Είναι προϊστάμενος όλων.

Τα αιρετά αυτά πρόσωπα δεν είναι κατώτερα του Δημάρχου αλλά έχουν κύρος και ισχύ πολιτική και είναι καταξιωμένα κοινωνικά. Σε σημείο, μάλιστα, που πολλές φορές να ξεπερνούν την ισχύ του Δημάρχου. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι «υποψήφιοι» Δημοτικοί σύμβουλοι επηρεάζουν την εκλογή του Δημάρχου και στη συνέχεια κατέχουν καθοριστικό ρόλο στις μετέπειτα αποφάσεις του. Άλλωστε η ισχύς του ρόλου τους αποτυπώνεται και στην ψήφο τους στο Δημοτικό Συμβούλιο. Σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς, ο Δήμαρχος, ναι μεν, μετέχει σ’ αυτό αλλά δεν ψηφίζει. Η «τύχη» των αποφάσεων βρίσκεται στα χέρια των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου.

Οι αιρετοί που «εισχωρούν» στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και αναλαμβάνουν το αξίωμα του Αντιδημάρχου ή αυτό του Δημοτικού Συμβούλου, είναι εκείνα τα πρόσωπα που στην ουσία πλαισιώνουν το Δήμαρχο. Μάλιστα δεν είναι λίγοι αυτοί που εμπλέκονται με την τοπική πολιτική εξουσία, προκειμένου να ακολουθήσουν μια καριέρα πολιτικού, αργότερα, στην τοπική κοινωνία.

Στοχεύουν, δηλαδή, στην υποψηφιότητά τους ως Δήμαρχοι ή ως βουλευτές.

Κάτι τέτοιο όμως δύσκολα το παραδέχεται κανείς. Στο ερωτηματολόγιο που διανεμήθηκε, οι Αντιδήμαρχοι που απάντησαν στην σχετική ερώτηση, μας διαβεβαίωσαν ότι και να ήθελαν δεν θα απαντούσαν θετικά στην συγκεκριμένη ερώτηση. (Πίνακας 1)

(20)

Πίνακας 1: Αντιδήμαρχοι που έχουν βλέψεις για το δημαρχιακό αξίωμα στο Νομό Φθιώτιδας

Σχετική ερώτηση: Αν το επέτρεπαν οι καταστάσεις θα σας ενδιέφερε να θέτατε υποψηφιότητα για Δήμαρχος; Θα προτιμούσατε να θέτατε υποψηφιότητα για βουλευτής;

Επιλογές Αριθμός Ποσοστό

ΝΑΙ 2 0,2

ΟΧΙ 7 0,7

Δ Ξ / Δ Α 1 0,1

Σύνολο 10 1,0

Αποτελέσματα Ερωτηματολογίου

(21)

Κεφάλαιο 3

3.1 Ποιοι γίνονται Δήμαρχοι

Η κοινωνική προέλευση των Δημάρχων, όπως και άλλων αιρετών, έχει προσελκύσει από παλιά το ενδιαφέρον διάφορων επιστημών αλλά και εμπειρικών ερευνών. Κάθε πολίτης που πληροί ορισμένες γενικές προϋποθέσεις (κυρίως την ηλικία), έχει θεωρητικά και νομικά τη δυνατότητα να εκλεγεί Δήμαρχος (ή σε κάποιο άλλο αιρετό αξίωμα), ανεξάρτητα από την κοινωνική του τάξη και τα προσωπικά του χαρακτηριστικά2'. Παρ’ όλα αυτά, στην πράξη οι αιρετοί προέρχονται, στη συντριπτική τους πλειονότητα από πολύ συγκεκριμένες κατηγορίες.

Σύμφωνα με σχετική έρευνα που έγινε από το Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, φαίνεται ότι οι πολιτικές και κοινωνικές ιεραρχίες της «γηραιός ηπείρου» ευνοούν, συγκεκριμένους τύπους πολιτών για την ανάδειξη στο δημαρχιακό αξίωμα (Πίνακας 2). Συνήθως πρόκειται για άνδρες μέσης ηλικίας (Πίνακας 3), που ανήκουν στα μεσαία κοινωνικά στρώματα, ενώ διαθέτουν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και επαγγελματική επιτυχία. Στο ανάλογο ερωτηματολόγιό, που απαντήθηκε από αιρετούς ηγέτες της περιοχής του Νομού Φθιώτιδας, το απόλυτο ποσοστό 100% αντιπροσώπευε τον ανδρικό πληθυσμό. Δέκα στους δέκα Δημάρχους και Αντιδημάρχους ήταν άνδρες. Τα πρόσωπα αυτά προφανώς ευνοούνται, από τις εμπειρίες και την ισορροπημένη ζωτικότητα, τον προσωπικό χρόνο, το μορφωτικό επίπεδο, τα δίκτυα γνωριμιών, το εισόδημα και την κοινωνική αποδοχή που διαθέτουν σε σύγκριση με τους νεότερους ή τους γηραιότερους. Τους λιγότερο ή

«υπερβολικά» μορφωμένους, εύπορους και κοινωνικά καταξιωμένους ανταγωνιστές τους.

Ο κύκλος των αιρετών όμως, φαίνεται να στενεύει ακόμη περισσότερο με

Βλ. Κ. Σπανού, Διοίκηση, Πολίτες και Δημοκρατία, εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα 2000. Σημειώνεται ότι: «Η ιδιότητα του πολίτη παραπέμπει σε ένα αφηρημένο ον πέραν κοινωνικής προέλευσης και ιδιαίτερων χαρακτηριστικών».

(22)

τον αποκλεισμό των γυναικών28, που προέρχονται από αυτές τις «ευνοϊκές»

κοινωνικές κατηγορίες. Σε αντίθεση με την ελλιπή κατάληψη από γυναίκες στο αξίωμα του Δημάρχου ή του Αντιδημάρχου, στην Τοπική Αυτοδιοίκηση της χώρας μας, η εν λόγω εικόνα φαίνεται πάντως να διαφοροποιείται ως προς τα μέλη των Δημοτικών Συμβουλίων. Ο σχετικά μεγάλος αριθμός αυτών (πρόκειται για αρκετές χιλιάδες άτομα)29 στηρίζει την υπόθεση, ότι μεταξύ αυτών των αιρετών θα βρίσκονται και αρκετά πρόσωπα από άλλες κοινωνικές κατηγορίες, καθώς και αρκετές γυναίκες. Αλλωστε, ο εκλογικός νόμος υποχρεώνει τη συμμετοχή στους αντίστοιχους τοπικούς συνδυασμούς, τουλάχιστον κατά το 1/3 και των δυο φύλων, που στην πράξη αυτό σημαίνει και συμμετοχή γυναικών. Παρ’ όλο όμως που ισχύει κάτι τέτοιο και μπορεί το γυναικείο φύλο να διεκδικήσει, δεν του δίνεται η δυνατότητα. Μπορεί, δηλαδή στο εκάστοτε ψηφοδέλτιο να υπάρχει το ανάλογο ποσοστό των γυναικών αλλά οι ίδιες να μην ψηφίζονται από τους πολίτες. Για παράδειγμα στο Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης της Λαμίας και δυστυχώς σε αρκετές επαρχίες, μόλις μία είναι η γυναίκα Δημοτική Σύμβουλος. Η εικόνα όμως που έχουμε σήμερα φαίνεται να βελτιώνεται όσον αφορά τον τομέα αυτό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ποσοστό των γυναικών αιρετών στο Εθνικό Κοινοβούλιο (Πίνακας 4), αλλά και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση σε σχέση με τις δυο τελευταίες τετραετίες (Πίνακας 5).

Η οικογενειακή πολιτική παράδοση φαίνεται να βοηθά - αν και σε διαφορετικό βαθμό - όλα τα πρόσωπα που θέλουν να γίνουν Δήμαρχοι. Οι μελλοντικοί αιρετοί αντλούν πλεονεκτήματα από τους «διαύλους πληροφόρησης» που διατηρούν οι οικογένειές τους, καθώς και τις δραστηριότητες και τη θέση των συγγενών τους στις τοπικές δομές επιρροής

Βλ. αναλυτικά: Παντελίδου - Μαλούτα Μ., Το φύλλο της Δημοκρατίας, εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα 2002.

29Οι υποψήφιοι δημοτικοί, κοινοτικοί και τοπικοί σύμβουλοι, έφτασαν, κατά τις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές του 2002 τα 136.066 άτομα, δηλαδή σχεδόν το 1,3% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Βλ.

σχετ. στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.ekloges.gr.

(23)

και εξουσίας. Το πολιτικό κεφάλαιο που έχει συσσωρεύσει η οικογένειά του, η ταύτισή του με ένα συγκεκριμένο πολιτικό όνομα, βοηθούν τον επίδοξο ηγέτη να κερδίσει ένα είδος «πολιτικής πίστωσης» κατά την ενασχόλησή του με τα κοινά30.

Η σημασία της οικογενειακής παράδοσης, συμβάλλει στην επιρροή των υποψηφίων προσώπων για την ανάδειξη στο αξίωμα του Δημάρχου και είναι αποδεδειγμένη και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Από σχετική έρευνα, που έγινε στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, προέκυψε ο παρακάτω πίνακας (πίνακας 6). Σε δεκαεπτά ευρωπαϊκές χώρες, διαπιστώθηκε ότι ένα σημαντικό ποσοστό Δημάρχων κατέλαβε το συγκεκριμένο αξίωμα, αφού διέθετε κάποιο συγγενικό πρόσωπο που είχε διατελέσει Δημοτικός Σύμβουλος, Δήμαρχος ή βουλευτής.

Βλ. πιο αναλυτικά: Ν. Κ. Χλέπας, Ο Δήμαρχος ως αιρετός ηγέτης - Δημαρχική σταδιοδρομία και οικογενειακή παράδοση, Παπαζήσης, Αθήνα 2005.

(24)

Πίνακας 2: Προσωπικά χαρακτηριστικά των Ευρωπαίων Δημάρχων

Τρ/βάθμια Εκπ/ση

Μέση Ηλικία

«Παιδί της πόλης»

Ελεύθερος Επαγγελματίας

Ιδιωτικός Υπάλληλος31

Ιταλία 65,8 49,8 86,3 57,0 13,5

Γ ερμανία 68,1 52,4 47,5 17,0 7,8

Βέλγιο 75,5 53,9 82,9 37,0 13,4

Ελβετία 69,9 54,8 - 66,0 4,3

Τσεχία 80,8 50,5 64,1 10,7 2,7

Ελλάδα 85,3 51,8 86,9 61,0 4,0

Πολωνία 85,5 49,2 58,6 - -

Σουηδία 44,3 51,6 57,7 34,5 3,5

Ουγγαρία 97,6 50,1 53,7 - -

Ην.

Βασίλειο 67,8 57,1 34,1 29,1 6,4

Ολλανδία 62,4 55,2 4,0 17,0 7,8

Γ αλλία 68,1 56,4 38,8 47,3 3,2

Δανία 23,3 54,9 56,5 - -

Πορτογαλία 79,5 51,4 70,9 54,1 0,0

Ισπανία 72,8 47,7 77,3 - -

Αυστρία 42,5 52,3 72,5 30,0 27,5

Ιρλανδία 44,4 49,4 65,0 42,0 14,3

Σύνολο 66,8 52,3 59,8 38,6 8,3

Πηγή: Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, Ευρωπαίοι δήμαρχοι ως πολιτικοί ηγέτες, Φλωρεντία 2002 - 200432.

Το ποσοστό των δημάρχων που προέρχονται από το δημόσιο τομέα είναι δύσκολο να προσδιοριστεί για τις περισσότερες χώρες, εξαιτίας της μεγάλης ποικιλίας των συναφών εργασιακών σχέσεων καθώς και των μεγάλων διαφορών ως προς τις σχετικές εννοιολογήσεις.

32Βλ. σχετικά στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.ilo.org.

(25)

Πίνακας 3: Οι ηλικίες των δημάρχων στις νεότερες ευρωπαϊκές δημοκρατίες

Πορτογαλία Ελλάδα Ισπανία Πολωνία Ουγγαρία Τσεχία

< 45 17,1 16,6 32,7 23,3 18,3 30,8

45-52 31,7 34,5 40,0 43,1 36,6 21,8

53-60 29,3 33,8 19,3 28,9 39,0 28,2

> 60 22,0 15,2 8,0 4,7 6,1 19,2

Μέση

Ηλικία 51,4 51,8 47,7 49,2 50,1 50,5

Πηγή: Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, Ευρωπαίοι δήμαρχοι ως πολιτικοί ηγέτες, Φλωρεντία 2002 - 2004.

Πίνακας 4: Συμμετοχή γυναικών αιρετών στο Εθνικό Κοινοβούλιο για τα έτη 1996, 2000, 2004.

Έτος Σύνολο Γ υναίκες Ποσοστό %

1996 300 19 6,3

2000 300 31 10,3

2004 300 39 13

Πηγή: Γ.Γ.Ι., 6η Εθνική Έκθεση της Ελλάδας προς την Επιτροπή του Ο.Η.Ε.

για την εξάλειψη των Διακρίσεων κατά των γυναικών.

(περίοδος 2001-2004)33

Βλ. αναλυτικά στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.ekloges.gr.

(26)

Πίνακας 5: Συμμετοχή γυναικών αιρετών στην «αρένα» της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

Έτος Δήμαρχοι & Πρόεδροι

Κοινοτήτων Δημοτικοί Σύμβουλοι

1998 1,38% 6,1%

2002 2,13% 12%

Πηγή: Γ.Γ.Ι., Ημερίδα με θέμα «Γυναίκες και Αυτοδιοίκηση, Νέα Δυναμική στις Τοπικές Κοινωνίες», Δεκέμβριος 200234

34όπ. Παραπάνω σελ.22 παραπομπή 33

(27)

Πίνακας 6: Προέλευση από πολιτική οικογένεια

Συγγενής Δημοτικός Σύμβουλος

Συγγενής Δήμαρχος

Συγγενής Βουλευτής

Ιταλία 19,1% 5,7% 1,4%

Γ ερμανία 21,2% 9,6% 3,6%

Βέλγιο 29,9% 11,9% 10,9%

Ελβετία 23,7% - 3,1%

Τσεχία 11,5% 7,7% -

Ελλάδα 20,6% 1,8% 3,5%

Πολωνία 25,2% 4,5% 1,0%

Σουηδία 35,3% 6,5% 1,4%

Ουγγαρία 20,0% 8,1% 2,7%

Ην. Βασίλειο 14,0% 0,9% 0,9%

Ολλανδία 31,7% 18,6% 8,7%

Γ αλλία 15,1% 8,6% 0,5%

Δανία 27,5% 6,2% 1,1%

Πορτογαλία 12,8% 2,9% -

Ισπανία 22,3% 7,6% 1,4%

Αυστρία 27,0% 13,2% 2,9%

Ιρλανδία 26,3% 5,9% 21,1%

Σύνολο 23,0% 8,5% 3,4%

Πηγή: University of Florence, European Mayors as political leaders (2002-2004)35

Η εν λόγω έρευνα δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Ν. Κ. Χλέπα, «ο Δήμαρχος», 2005, εκδόσεις Πατταζήση.

Referências

Documentos relacionados