• Nenhum resultado encontrado

Μεγάλα τεχνικά έργα και η συμβολή τους στην περιφερειακή ανάπτυξη: ως μελέτη περίπτωσης "Η Γέφυρα Ρίου-Αντίρριου"

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Μεγάλα τεχνικά έργα και η συμβολή τους στην περιφερειακή ανάπτυξη: ως μελέτη περίπτωσης "Η Γέφυρα Ρίου-Αντίρριου""

Copied!
81
0
0

Texto

(1)

Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων

 

 

Πτυχιακή εργασία   

ΜΕΓΑΛΑ ΤΕΧΝΙΚΑ ΕΡΓΑ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥΣ  ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ. ΩΣ ΜΕΛΕΤΗ 

ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ «Η ΓΕΦΥΡΑ ΡΙΟΥ‐ΑΝΤΙΡΡΙΟΥ».  

 

   

   

Επιβλέπων καθηγητήςΠαπαθεοδώρου Ανδρέας  ΣυντάκτριαΑλεξανδράκη Αγγελική ba11001 

 

Χίος  13/10/2015 

(2)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ …………. σελίδα 4 ABSTRACT ………….σελίδα 5 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ………….σελίδα 6 ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ

1. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ …………σελίδα 9

1.1 Ιστορική εξέλιξη θεωριών περιφερειακής ανάπτυξης ……..σελίδα 9 1.2 Η έννοια της περιφέρειας ……….σελίδα 13

1.3 Η έννοια και τα μέσα της περιφερειακής ανάπτυξης ……..σελίδα 16 1.4 Το περιφερειακό πρόβλημα ………….σελίδα 19

2. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ………σελίδα 21 2.1 Λόγοι άσκησης περιφερειακής πολιτικής ……….σελίδα 21 2.2 Μέσα άσκησης περιφερειακής πολιτικής ………..σελίδα 23 2.3 Περιφερειακή πολιτική Ευρωπαϊκής ένωσης ………σελίδα 30

2.4 Περιφερειακή πολιτική στην Ελλάδα : ΕΣΠΑ 2014-2020 ……σελίδα 38 3. ΥΠΟΔΟΜΕΣ- ΜΕΓΑΛΑ ΤΕΧΝΙΚΑ ΕΡΓΑ σελίδα 43

3.1 Η συμβολή των μεγάλων τεχνικών έργων στα πλαίσια της περιφερειακής ανάπτυξης ………σελίδα 43

3.2 Μεγάλα τεχνικά έργα και θεωρίες «ανισορροπίας» και «ισορροπίας» …σελίδα 46 3.3 Η σημασία των μεγάλων τεχνικών έργων στην οικονομία

και την κοινωνία ……….σελίδα 48

3.4 Μεγάλα τεχνικά έργα και η επίδραση τους στην χωρική διάχυση της ανάπτυξης ……….σελίδα 51

4. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΜΕΓΑΛΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ……..σελίδα 53

ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ

5. ΓΕΦΥΡΑ ΡΙΟ-ΑΝΤΙΡΡΙΟ ……… σελίδα 55 5.1 Ιστορικό έργου ………….σελίδα 55

5.2 Τεχνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά ………… σελίδα 56 5.3 Περιβαλλοντικές επιπτώσεις …………..σελίδα 59

5.4 Αναγκαιότητα και σημασία του έργου ………σελίδα 61

5.5 Η ένταξη της ζεύξης Ρίου Αντιρρίου στις ελληνικές υποδομές μεταφορών και η ανάπτυξη της περιφέρειας δυτικής Ελλάδας ………..σελίδα 63

(3)

5.6 Οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της γέφυρας Ρίου Αντιρρίου στην τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη της Ελλάδας ………σελίδα 65

6. ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΕΡΕΥΝΑ ……….σελίδα 68 6.1 Σκοπός της έρευνας ……….σελίδα 68 6.2 Δείγμα της έρευνας ………σελίδα 68

6.3 Μεθοδολογία και σχεδιασμός της έρευνας ……….σελίδα 69 6.4 Συλλογή δεδομένων και διατύπωση απαντήσεων ……σελίδα 70 6.5 Αποτελέσματα και Συμπεράσματα ……….σελίδα 73

7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ……σελίδα 76 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ………….. σελίδα 79

Ευχαριστίες στην οικογένεια μου, στους δικούς μου ανθρώπους, στον επιβλέπων καθηγητή μου και σε όσους με βοήθησαν, χωρίς να με γνωρίζουν, στην έρευνα μου.

«Ενωμένοι αντέχουμε- United we stand»

Ένα βίντεο από τη γέφυρα https://www.youtube.com/watch?t=36&v=t9AhkZNcwhw

(4)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η παρούσα πτυχιακή εργασία χωρίζεται σε δυο μέρη. Το θεωρητικό μέρος περιστρέφεται γύρω από τη περιφερειακής ανάπτυξης. Για να αποκομίσουμε μια συνολική εικόνα όσον αφορά την περιφερειακή ανάπτυξη θα κάνουμε μια ιστορική αναδρομή στις θεωρίες που την διέπουν και θα αναφερθούμε στην έννοια της περιφέρειας και της ανάπτυξης, καθώς και στο περιφερειακό πρόβλημα. Στο δεύτερο κεφάλαιο θα μας απασχολήσουν τα μέσα άσκησης περιφερειακής πολιτικής. Αρχικά θα εξηγήσουμε τον λόγο που εγκαθίστανται αυτή αναγκαία και ύστερα θα αναφέρουμε ορισμένες μεθόδους, όπως δημόσιες δαπάνες, υποδομές, κίνητρα ανάπτυξης. Επίσης θα μελετήσουμε τις πολιτικές που συναντάμε στην Ευρωπαϊκή ένωση και πως αυτές εφαρμόζονται μέσω προγραμμάτων στην ελληνική οικονομία.

Στο επόμενο και τελευταίο θεωρητικό κομμάτι θα δούμε τη συμβολή των μεγάλων τεχνικών έργων μέσα από ένα θεωρητικό πλαίσιο, την επίδραση τους στην οικονομία και στη κοινωνία και το αποτέλεσμα που επιφέρει σε αναπτυξιακό επίπεδο.

Η περιφερειακή ανάπτυξη όπως θα δούμε στη συνέχεια είναι ένα ζήτημα που έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια. Αυτό συμβαίνει διότι οι θεσμικές και τεχνολογικές εξελίξεις σε διεθνή κλίμακα χρήζουν την ένταξη της περιφερειακής διάστασης σε ότι αφορά οικονομικά θέματα. Ο επιστημονικός κόσμος τόσο σε θεωρητικό όσο και σε εμπειρικό επίπεδο αποτελείτε από πολλές και διαφορετικές απόψεις. Τούτο είναι λογικό καθώς η περιφερειακή ανάπτυξη είναι σχετικά νέος κλάδος. Επίσης είναι φυσικό οι επιστήμονες που ασχολούνται με αυτή να διαφέρουν μεταξύ τους ως προσωπικότητες, να έχουν διαφορετικές αντιλήψεις και ο καθένας να προσεγγίζει τελικώς το θέμα με διαφορετικό τρόπο.

Με τη μελέτη της ζεύξης Ρίου Αντίρριου αποσκοπώ στην αποτίμηση των οικονομικών, κοινωνικών, περιβαλλοντικών επιπτώσεων και την ανάδειξη της συμβολής της Γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου στις συγκοινωνιακές υποδομές της χώρας κατά την περίοδο της λειτουργίας της. Η γέφυρα αποτελεί ένα έργο σύμβολο για τη χώρα, όπως εξάλλου και πολλά έργα αντίστοιχης κλίμακας διεθνώς. Ο σκοπός της έρευνας που θα πραγματοποιήσω είναι να αποτυπωθεί όσο το δυνατόν πιο έγκυρα η κατάσταση που επικρατεί στις περιοχές γύρω από το έργο μετά τη κατασκευή του.

(5)

ABSTRACT

This project is divided in two parts. The theoretical part revolves around the regional development. To derive a comprehensive picture of regional development will make a throwback to the theories that govern it and we will define region and development, as well as the regional problem. In the second chapter we will refer the means of regional policy. First we will explain why they are necessary and then we will mention some methods, such as public spending, infrastructure, development incentives. Also we will study the policies found in the European Union and how they are implemented through programs in the Greek economy. In the next and final theoretical chapter we will represent the contribution of large technical projects through a theoretical framework and their impact on the areas of economy and society and the results which brings in regional development.

In recent years regional development has gained interest among, the economists and the scientists of socioeconomically fields. This happens because the institutional and technological development at international level requires the regional dimension as regards financial matters. The scientific world both in theoretical and empirical level consists of many different views. This is logical because regional development is a relatively new industry. It is also natural the scientists who study the regional development will have different perceptions and personalities, so they finally approaches the issue differently.

In the second part of my project will study the bridge of Rion-Antirrion and its economical, social and environmental impacts. We also present the contribution of the bridge in the country's transport infrastructure during its operation. It is a long range construction and a symbol of our country. The purpose of the research I execute is to reflect what really happened in the area after the construction of the bridge.

(6)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο όρος «Ανάπτυξη» αποτελεί στη σχετική θεωρία μετάφραση του αγγλικού όρου

«economic growth», αναφέρεται δηλαδή στο οικονομικό πεδίο παρόλο που στις δεκαετίες 1960, 1970 και 1980 χρησιμοποιήθηκε παράλληλα με τον όρο

‘’κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη’’ (socioeconomic development) που εμπεριέχει και την έννοια της μεγέθυνσης της κοινωνικής μέριμνας (κράτος πρόνοιας) αλλά και την έννοια της όσο το δυνατόν καλύτερης κατανομής τους στο χώρο. Παράλληλα αναδύεται και ο όρος «Περιφερειακή Ανάπτυξη» που για να επιτευχθεί, αρχικά στα πλαίσια του κράτους και στη συνέχεια στα πλαίσια της ενοποιούμενης Ευρώπης, υιοθετείται και εφαρμόζεται η «Περιφερειακή οικονομική πολιτική» η οποία θέτει και τις βάσεις για την Οικονομική του Χώρου, το νέο πεδίο της οικονομικής πολιτικής. Παρόλο που η Περιφερειακή Πολιτική ως οικονομική πολιτική θεμελιώνεται τα μεταπολεμικά χρόνια, εντούτοις, οι ρίζες της θα πρέπει να αναζητηθούν στις συνέπειες της οικονομικής κρίσης του 1929, όταν υπό την επίδραση των θεωριών του Keynes, θέματα ρύθμισης και ελέγχου των μηχανισμών της αγοράς και εξισορρόπησης των οικονομικών συστημάτων θέτουν τις βάσεις για ενίσχυση κρατικών παρεμβατικών πολιτικών. Η Περιφερειακή Πολιτική αρχικά στηρίζει την οργάνωση των μεγάλων πόλεων. Προοδευτικά, όμως, στρέφεται στο σχεδιασμό της κοινωνικής και χωροταξικής οργάνωσης λιγότερο ανεπτυγμένων και απομακρυσμένων περιοχών της γεωγραφικής περιφέρειας. Έτσι, η Περιφερειακή Πολιτική, εκτός από οικονομική και κοινωνική, ενσωματώνει και την έννοια του χώρου.

Οι διάφορες προσεγγίσεις και μελέτες που πραγματοποιήθηκαν γύρω από την έννοια της περιφερειακής διάστασης επιδιώκουν την ανάπτυξη ενός θεωρητικού υπόβαθρου ώστε να στηριχτούν όσο το δυνατόν καλύτερα και να εφαρμοστούν οι κατάλληλες για κάθε περιφέρεια πολιτικές ανάπτυξης. Ένα μέσω ανάπτυξης αποτελούν οι επενδύσεις σε υποδομές. Οι υποδομές επηρεάζουν την παραγωγή και την κατανάλωση και δημιουργούν, εξωτερικές οικονομίες. Έχουν χαρακτηριστεί ως προωθητικοί παράγοντες της ανάπτυξης αφού δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την αποτελεσματική λειτουργία της οικονομίας. Θεωρείτε ένα από τα βασικότερα μέσα άσκησης περιφερειακής πολιτικής και αποτελεί ένα από τα πρώτα μέτρα στα προγράμματα οικονομικής ανάπτυξης των λιγότερων ανεπτυγμένων χωρών.

Ωστόσο είναι σημαντικό να αναφερθούμε στη σύγχρονη ανάγκη της ελληνικής οικονομίας να προσαρμοστεί στις πολιτικές, που πρεσβεύει η Ευρωπαϊκή Ένωση και της διεθνοποίησης των σχέσεων ανταγωνισμού και συνεργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Κάθε έργο που κατασκευάζεται από τον δημόσιο τομέα, εγκρίνεται και χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όπως παρατηρείτε οι χώρες που παρουσιάζουν μεγαλύτερη ανάπτυξη στο χάρτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι

(7)

κυρίως αυτές που βρίσκονται σε σημεία σύγκλισης των βασικότερων μεταφορικών δικτύων και είναι περιοχές που διαθέτουν υψηλή τεχνολογία, τριτογενή τομέα παραγωγής και μεγάλα τεχνικά έργα. Οι διαφορές μεταξύ των χωρών δεν εντοπίζονται μόνο σε οικονομική κλίμακα αλλά και σε κοινωνική. Η ευρωπαϊκή περιφερειακή πολιτική καλείτε να τοποθετηθεί και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα έντονων ανισοτήτων μεταξύ των κρατών-μέλη της ένωσης.

Το βασικό θέμα που θίγει η παρούσα πτυχιακή εργασία είναι οι επιδράσεις των μεγάλων τεχνικών έργων στην περιφερειακή ανάπτυξη. Η πρώτη προσέγγιση του ζητήματος έγινε σε θεωρητικό πλαίσιο μέσω βιβλιογραφικής έρευνας. Αντικείμενο μελέτης αποτέλεσαν, οι θεωρίες ανάπτυξης, οι πολιτικές που εφαρμόζονται σε Ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο και η ανάπτυξη ενός θεωρητικού κεφαλαίου που αφορά τεχνικά έργα και υποδομές.

   

 

(8)

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ

(9)

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

1.1 Ιστορική εξέλιξη θεωριών περιφερειακής ανάπτυξης

Τα βασικότερα θεωρητικά ρεύματα όπως η νεοκλασική μικροοικονομία, η κεϋνσιανή μακροοικονομία, η μαρξιστική και νεομαρξιστική προσέγγιση, στηρίζονται στην κλασσική πολιτική οικονομία. Πατέρας της κλασσικής πολιτικής οικονομίας είναι ο Α. Σμιθ (Adam Smith). Η άποψη του ήταν πως σε συνθήκες ελευθερίας τα άτομα στην επιδίωξη για ατομικό όφελος επιφέρουν το κοινωνικό όφελος. Γι αυτόν ο τρόπος που επιτυγχάνεται αυτό είναι μέσω του μηχανισμού της ελεύθερης αγοράς και του ανταγωνισμού. Με βάση ότι βρισκόμαστε σε ένα καπιταλιστικό σύστημα προσπαθούμε να επιτύχουμε καταμερισμό της εργασίας σε διεθνές επίπεδο και διεθνοποίηση του εμπορίου.

Χωρίζοντας τις θεωρίες σε χρονικές περιόδους έχουμε 5 κατηγορίες (Λαγός, Δημήτρης Γ. 2007). Από το 1940 έως το 1960 συναντάμε τις Κλασσικές Θεωρίες. Τις θεωρίες αυτές στήριξαν οι κλασσικοί οικονομολόγοι όπως ο Άνταμ Σμιθ, Ντέηβιντ Ρικάρντο, Τζον Στιούαρτ Μιλ και Καρλ Μαρξ. Στόχος τους ήταν να κατασκευάσουν γενικές θεωρίες για το μηχανισμό λειτουργίας και εξέλιξης του οικονομικού συστήματος. Περιλαμβάνουν :

 Τη θεωρία έλλειψης/ αφθονίας πόρων. Υποστηρίζει ότι η ανάπτυξη μίας περιφέρειας εξαρτάται από την ύπαρξη και αξιοποίηση φυσικών πόρων: το ευνοϊκό κλίμα, το πλούσιο υπέδαφος, υδάτινο δυναμικό ή ακόμα και η ικανότητα, η εξυπνάδα και το εργατικό ήθος των κατοίκων τους.

 Τη θεωρία της οικονομικής βάσης. Η οικονομική ανάπτυξη μίας περιφέρειας προσδιορίζεται από την εξαγωγική δραστηριότητα ορισμένων κλάδων παραγωγής προς τις υπόλοιπες περιφέρειες της χώρας και τις λοιπές χώρες του κόσμου.

 Τη θεωρία του διαπεριφερειακού εμπορίου. Η ανάπτυξη μιας περιφέρειας στηρίζεται στο συγκριτικό της πλεονέκτημα που εξαρτάται από τη σχετική αφθονία συντελεστών παραγωγής που οδηγεί στην εξειδίκευση της παραγωγής σε συγκεκριμένα προϊόντα που εξάγονται στο εξωτερικό.

Τη περίοδο 1936 έως το 1960 εμφανίστηκαν οι Κεϋνσιανές Θεωρίες. Ο Κέυνς αντιτάχθηκε στις θεωρίες των κλασσικών οικονομολόγων. Συνέβαλε με την έρευνα του στην ανεύρεση διεξόδων από την οικονομική κρίση με καινοτόμες θεωρίες που σχετίζονται με το επιτόκιο, την τιμολόγηση και τις δημόσιες δαπάνες. Στην κεϋνσιανή σκέψη περιλαμβάνονται τα εξής:

 Τη θεωρία της άνισης περιφερειακής ανάπτυξης Whitman. Όταν υπάρχουν σημαντικές ανισότητες μεταξύ λιγότερο και περισσότερο ανεπτυγμένων

(10)

περιφερειών, ο διαπεριφερειακός μηχανισμός εισαγωγών / εξαγωγών θα οδηγήσει όχι σε σύγκλιση των περιφερειών αλλά σε μία σωρευτική διαδικασία αποκλίνουσας ανάπτυξης.

 Τη θεωρία της εξαγωγικής βάσης. Έχει χρησιμοποιηθεί για τη χάραξη κρατικών πολιτικών, όπως της εξαγωγικά προσανατολισμένης εκβιομηχάνισης, μέσω της ενίσχυσης των εξαγωγικών κλάδων των λιγότερο ανεπτυγμένων περιοχών, με ειδικά κίνητρα, επιχορηγήσεις, και τη δημιουργία εξαγωγικών ζωνών.

 Τη περιφερειακή εκδοχή των υποδειγμάτων Harrod-Domar. Τα μοντέλα Harrod – Domar υποστηρίζουν ότι η άνιση ανάπτυξη μπορεί να αναστραφεί υπό την

επίδραση έξω-οικονομικών παραγόντων καθώς δεν μπορεί να έρθει σε ισορροπία μόνος του ο μηχανισμός και οι υπάρχουσες ανισότητες τείνουν να διευρυνθούν.

 Τη θεωρία της τομεακής διάρθρωσης. Η ανάπτυξη της περιφέρειας στηρίζεται στη μετατόπιση παραγωγικών πόρων από τον πρωτογενή στο δευτερογενή και από το δευτερογενή στον τριτογενή τομέα. Επειδή η εισοδηματική ελαστικότητα ζήτησης των αγαθών, καθώς και η παραγωγικότητα των συντελεστών από τον έναν στον άλλο τομέα αυξάνεται, η μετατόπιση από τον ένα τομέα στον άλλο θα αυξήσει και τους ρυθμούς αύξησης της παραγωγής και απασχόλησης στην οικονομία της περιφέρειας.

 Τη θεωρία της κλαδικής διάρθρωσης. Η θεωρία της κλαδικής διάρθρωσης εξειδικεύεται στη μετατόπιση πόρων από τον ένα κλάδο στον άλλον και τη συνδέει με την ερμηνεία του τόπου εγκατάστασης των κλάδων της οικονομικής δραστηριότητας.

 Θεωρία του περιφερειακού δυισμού. Υποστηρίζει ότι οι υπανάπτυκτες κοινωνίες εμφανίζονται κατά κανόνα διχασμένες σε δύο τομείς: ένα σύγχρονο ή καπιταλιστικό και ένα παραδοσιακό και τεχνολογικά οπισθοδρομικό τομέα. Ο διχασμός αυτός των υπανάπτυκτων κοινωνιών εμφανίζεται με τη μορφή εδαφικού, χωρικού, λειτουργικού, κοινωνικού και τεχνολογικού δυισμού

Από το 1960 έως το 1990 έχουμε τις Νέο-Κλασσικές Θεωρίες. Οι οικονομολόγοι που εκπροσώπευσαν το ρεύμα αυτό όπως ο Edgeworth, o Wicksteed, o Menger, o Warlas, πίστευαν πως η οικονομική ισορροπία διαταράσσεται περιοδικά από τη τεχνική πρόοδο και την αύξηση του πληθυσμού και κάθε φορά επιστρέφει σε ισορροπία.

Περιλαμβάνονται :

 Η νέο-κλασσική θεωρία της σύγκλισης των Solow-Swan. Σύμφωνα με αυτό το υπόδειγμα η περιφερειακή ανάπτυξη επηρεάζεται από την κατανομή και μετακίνηση των συντελεστών παραγωγής και από την σχέση μεταξύ συντελεστών παραγωγής και τεχνολογικής εξέλιξης.

 Το θεώρημα των Heckscher-Ohlin-Samuelson. Σύμφωνα με τους H-O-S, κάθε περιφέρεια τείνει να εξειδικευτεί στην παραγωγή του αγαθού που έχουν σε αφθονία και να το εξάγουν. Έτσι κάποια στιγμή οι περιφέρειες οδηγούνται σε εξισορρόπηση αμοιβών των συντελεστών παραγωγής, του εισοδήματος και του προϊόντος.

(11)

 Η συνάρτηση παραγωγής Cobb-Douglas. Υποστηρίζει πως στην αύξηση του περιφερειακού προϊόντος συμβάλουν η τεχνολογική πρόοδος, η αυξηση του κεφαλαίου και της εργασίας.

Στο χρονικό διάστημα που εκτείνετε από το 1950 έως το σήμερα παρατηρούμε της Φιλελεύθερες Εξελικτικές Θεωρίες. Οι κύριοι υποστηρικτές των φιλελεύθερων θεωριών ήταν ο Perroux, o Mydral, o Hirschman, o Rostow και ο Boudeville.

Ασχολήθηκαν και εντόπισαν τις κοινωνικό-οικονομικές επιδράσεις των δυνάμεων της ελεύθερης αγοράς, περιέγραψαν τους μηχανισμούς πόλωσης και τις αναπτυξιακές διαδικασίες και πρότειναν μέτρα για την παρέμβαση του κράτους ώστε να υπάρξει ισορροπία των δυνάμεων της αγοράς και μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων.

Σχετικές θεωρίες είναι οι παρακάτω:

 Θεωρία της σωρευτικής αιτιότητας του Mydral. Από τη στιγμή που θα συμβεί μία εξωγενής μεταβολή ή διαταραχή σε μια περιφέρεια, η αλλαγή αυτή θα

ενδυναμώνεται προς την ίδια κατεύθυνση και με ολοένα μεγαλύτερη ένταση. Ο Mydral προσπαθεί να δείξει ότι οι δυνάμεις της αγοράς έχουν την τάση να

αυξάνουν παρά να ελαττώνουν τις ανισότητες μεταξύ των περιφερειών. Επομένως για την εξάλειψη των αρνητικών αποτελεσμάτων της κυκλικής σωρευτικής

διαδικασίας απαιτείται η θετική παρέμβαση του κράτους.

 Θεωρία της διατομεακής και διαπεριφερειακής διάχυσης της οικονομικής ανάπτυξης του Hirschman. Υποστηρίζει ότι οι ανισότητες μεταξύ των περιφερειών είναι αναπόφευκτες στα αρχικά στάδια της ανάπτυξης, λόγω της διαδικασίας της πόλωσης (polarization effects) ανάμεσα στις περισσότερο και λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες. Οι ανισότητες υποχωρούν σταδιακά, λόγω των αντίθετων εξαπλωτικών επιδράσεων (trickle-down effects) για να παραχωρήσουν τη θέση τους στην ανάπτυξη των λιγότερο ανεπτυγμένων περιφερειών.

 Θεωρία των πόλων ανάπτυξης του Perroux. Στηρίζεται στη δομική αλλαγή που προκαλεί σε ολόκληρη την οικονομία η εκλεκτική διαδικασία συγκέντρωσης της ανάπτυξης σε ορισμένα σημεία του οικονομικού χώρου, τους λεγόμενους πόλους ανάπτυξης.

 Θεωρία των σχέσεων "πυρήνα-περιφέρειας" του Friedmann. Δίνει μεγάλη σημασία στην οργάνωση της κοινωνίας και στις σχέσεις εξουσίας και εξάρτησης μιας περιφέρειας που βρίσκεται στη περίμετρο με το αστικό κέντρο που βρίσκεται στον πυρήνα.

 Θεωρία των σταδίων ανάπτυξης του Rostow. Τα 5 αυτά στάδια συμβαίνουν σε κάθε χώρα και διαδέχονται το ένα μετά το άλλο με συγκεκριμένη σειρά. Πρώτο στάδιο είναι η παραδοσιακή κοινωνία, η αγροτική με μικρή παραγωγή . Δεύτερο η μεταβατική, όπου έχουμε ανάπτυξη, εμπόριο, μεταποίηση. Στη συνέχεια η περίοδος με σταθερά ανοδικούς ρυθμούς ανάπτυξης, αναπτύσσονται βασικοί κλάδοι της οικονομίας. Έπειτα η κοινωνία αστικοποιείται περισσότερο και οι οικονομικές δραστηριότητες εκσυγχρονίζονται. Και τέλος έχουμε την εκτεταμένη κατανάλωση και την κοινωνική ευημερία.

(12)

 Θεωρία ανάλυσης του βιομηχανικού συμπλέγματος. Το βιομηχανικό σύμπλεγμα αποτελείτε από βιομηχανίες που χρησιμοποιούν για εισροές τις εκροές κάποιας άλλης αναπτύσσοντας εξωτερικής οικονομίας κλίμακας. (W. Isard, 1959).

 Το πρότυπο του Porter, μιλάει για τη γεωγραφική συγκέντρωση των επιχειρήσεων. Εξηγεί πως με την ύπαρξη πολλών επιχειρήσεων να βρίσκονται κοντά σε ένα συγκεκριμένο χώρο, μπορούν να δημιουργηθούν επιχειρηματικές σχέσεις και δίκτυα με αποτέλεσμα την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μιας επιχείρησης μεμονωμένα αλλά και του συνόλου.

Το μοντέλο της αγροτό- αστικής ανάπτυξης. Η πρόταση αυτή αφορούσε κυρίως χώρες της ΝΑ Ασίας που διέθεταν σημαντικό γεωργικό τομέα, ο πληθυσμός τους ήταν διάσπαρτος ενώ εμφάνιζαν έντονες περιφερειακές ανισότητες και χαμηλό επίπεδο διαβίωσης. Ωστόσο αν και απευθύνεται σε περιφέρειες του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου είναι δυνατό να εφαρμοστεί στις ανεπτυγμένες χώρες αρκεί να πληρούνται δυο προϋποθέσεις: ο προγραμματισμός αφορά την ικανοποίηση βασικών αναγκών του πληθυσμού ο αγροτικός τομέας πρέπει να είναι σημαντικός ώστε να λειτουργεί προωθητικά.

 Το πρότυπο της οικολογικής ανάπτυξης. Έχει ως βάση το συνδυασμό βασικών αναγκών με τη προστασία του περιβάλλοντος. Δίνε έμφαση στην βιώσιμη και αειφόρο ανάπτυξη και προτείνει την ικανοποίηση των αναγκών με τρόπο που δεν βλάπτει τους φυσικούς πόρους και τη μελλοντική τους χρήση. (Ignacy Sachs, 1976)

Η μεγαλύτερη χρονική περίοδος εκτείνετε από το 1920 έως το σήμερα και περιλαμβάνει τις Ριζοσπαστικές Θεωρίες. Βρίσκονται στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που κινούνται οι προαναφερθείσες θεωρίες. Οι ριζοσπαστικές μαρξιστικές και νέο-μαρξιστικές προσεγγίσεις εξετάζουν την επίδραση του καπιταλιστικού συστήματος στην κοινωνία. Κυρίαρχο θέμα προς διερεύνηση είναι οι επιπτώσεις των εμπορικών ανταλλαγών στο καπιταλιστικό κέντρο και στην περιφέρεια. Σχετικέ θεωρίες:

 Οι κλασικές θεωρίες του ιμπεριαλισμού. Η θεωρία Λούξεμπουργκ: Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων του καπιταλιστικού τρόπου ζωής στις ανεπτυγμένες χώρες δε δημιουργεί την απαιτούμενη ζήτηση που θα απορροφήσει την αυξανόμενη προσφορά των καταναλωτικών προϊόντων, λόγω της αδυναμίας της εσωτερικής αγοράς των χωρών αυτών να πραγματοποιεί συνεχή συσσώρευση κεφαλαίου.Γι’ αυτό ο καπιταλιστικός τρόπος ζωής είναι αναγκασμένος, για να μην καταρρεύσει, να επεκτείνεται σε παγκόσμια κλίμακα για να πραγματοποιήσει την υπεραξία με την πώληση των προϊόντων και εμπορευμάτων του.

Η θεωρία Λένιν: Βασίζεται στην υπόθεση του μονοπωλιακού καπιταλισμού ως προς τις μητροπολιτικές χώρες και τις συνθήκες υπερπαραγωγής που οδηγούν στην ανάγκη εξαγωγής κεφαλαίου. Δημιουργείται εκμεταλλευτική σχέση μεταξύ ανεπτυγμένων και υπανάπτυκτων χωρών που δεν αμβλύνει, αλλά αντίθετα αυξάνει τις οικονομικές ανισότητες μεταξύ τους.

 Οι Στρουκτουραλιστικές θεωρίες. θεώρηση του Prebisch για τους άνισους όρους του εμπορίου: Το πρόβλημα της ανάπτυξης σύμφωνα με τον Prebisch βρίσκεται

(13)

στις σχέσεις εμπορίου που αναπτύσσουν οι υποανάπτυκτες χώρες με τις ανεπτυγμένες.

Θεώρηση του Furtado για την εξωτερική εξάρτηση: Δίνει έμφαση στο σύστημα αξιών και στις επιπτώσεις του στη διάρθρωση της ζήτησης της κοινωνίας, γεγονός που επηρεάζει τη χρήση των παραγωγικών πόρων. Η εξάρτηση των υπανάπτυκτων χωρών δημιουργείται από την εισαγωγή ξένων καταναλωτικών προτύπων και ξένων αξιών στην κατανάλωση. Έτσι, εφόσον υπάρχει εξαρτημένο σύστημα αξιών υπάρχει και εξαρτημένη οικονομική ανάπτυξη.

 Οι νέο-μαρξιστικές θεωρίες (θεωρία του μονοπωλιακού καπιταλισμού του Baran, θεωρίες της εξάρτησης Amin, Εμμανουήλ, Frank, Cardoso). Οι μελετητές της εξάρτησης εξετάζουν τις επιδράσεις από τη σκοπιά της περιφέρειας. Η απόσπαση πλεονάσματος λαμβάνει τη μορφή της φυγάδευσης κερδών, της πληρωμής τόκων από τις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες. Συνεπώς ο καπιταλισμός στις υπανάπτυκτες χώρες δεν παράγει ανάπτυξη, αλλά υπανάπτυξη. Δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσουν οι μηχανισμοί διάδοσης των ευεργετικών αποτελεσμάτων από το κέντρο στην περιφέρεια, διότι η δομή του μονοπωλιακού καπιταλισμού είναι δομή αναπαραγωγής ανισοτήτων, κυριαρχίας και εκμετάλλευσης: Διόγκωση αγροτικού τομέα/ τομέα πρώτων υλών. Εμπόριο/ πλεόνασμα προσανατολισμένο στις ανάγκες και τους στόχους των μεγάλων πόλεων. Μείωση απορρόφησης εργατικού δυναμικού και φαινόμενα ανεργίας παρά την υποαπασχόληση και το χαμηλό μισθό στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες. Εξάρτηση από κέντρο για τεχνολογία, επικοινωνία, διοίκηση, χρηματοδότηση

1.2 Η Έννοια της περιφέρειας

Για να μελετήσουμε στη συνέχεια έννοιες όπως «περιφερειακή ανάπτυξη»,

«περιφερειακή πολιτική», θα πρέπει πρώτα να ορίσουμε τον όρο «περιφέρεια», μιας και χρησιμοποιείται πολλές φορές μέχρι το τέλος της εργασίας και αποτελεί κύρια παράμετρο σε κάθε πρόβλημα περιφερειακής ανάπτυξης. Σε κάθε πρόβλημα που μελετάμε ή οικονομικό φαινόμενο στο οποίο περιέχετε η έννοια του χώρου, θα πρέπει να υπάρχουν στοιχεία τα οποία θα αφορούν συγκεκριμένες και ορισμένες γεωγραφικές μονάδες, οι οποίες μπορούν να οριστούν ως περιφέρειες.

Χρησιμοποιώντας την έννοια της «περιφέρειας» καταφέρνουμε να απλοποιήσουμε την οικονομική πραγματικότητα, να ταξινομήσουμε καλύτερα τα στοιχεία που διαθέτουμε αναφορικά με τη γεωγραφική τους θέση, καθώς η κατασκευή και η χρήση υποδειγμάτων και μεθοδολογιών ποσοτικής ανάλυσης χρειάζονται σαφή ορισμό των ορίων της περιφέρειας.

Σε πολλά υποδείγματα οι περιφέρειες αντιμετωπίζεται ως σημεία-κόμβους που συνδέονται μεταξύ τους με δίκτυα, όπως οδικά, μεταφορικά, τηλεπικοινωνιών, ροής εμπορίου, πληθυσμού, τεχνολογίας και πληροφοριών. Όμως η περιφέρεια δεν είναι

(14)

απλά ένα γεωμετρικό σχήμα αλλά μια συνεχόμενη γεωγραφική ενότητα που χαρακτηρίζεται από ορισμένα οικονομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά που την διαφοροποιούν. Σχετικά με τη χώρα η περιφέρεια είναι ένα πιο «ανοικτό» οικονομικό σύστημα. Για να μην θεωρηθεί θεωρητική και αφηρημένη η έννοια της περιφέρειας θα πρέπει να οριστεί ως προς ένα συγκεκριμένο επίπεδο αναφοράς ή ως προς ένα συγκεκριμένο σύστημα αναφοράς.

Για την απόκτηση μιας πιο ολοκληρωμένης εικόνας για την έννοια που προσπαθούμε να κατανοήσουμε είναι σωστό να αναφέρουμε μερικούς ορισμούς. Κάποιοι από αυτούς είναι πιο καθολική μιας και υποστηρίζονται από μεγάλο μέρος επιστημόνων που ασχολούνται με τη περιφερειακή ανάπτυξη και άλλοι είναι αποτέλεσμα

«μεγάλων» και ονομαστών ανθρώπων του χώρου.

 Ως περιφέρεια ορίζεται κάθε «συνεκτική γεωγραφική και οικονομική ενότητα»

 Αποτελεί μια οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή. Τα όρια της οποίας καθορίζονται με βάση κοινά χαρακτηριστικά των διαφόρων ενοτήτων από τις οποίες αποτελείτε η περιφέρεια και υπάρχει μεταξύ τους λειτουργική αλληλεξάρτηση.

 Ο Isard (1960) πιστεύει πως η περιφέρεια δεν είναι μια αυθαίρετα ορισμένη περιοχή, αλλά γίνεται αυτός ο γεωγραφικός διαχωρισμός με βάση τα κριτήρια που απαιτούνται σε κάθε έρευνα.

 Οι Christaller(1933) και Losch(1954), ορίζουν ως περιφέρειες τα ιεραρχικά συστήματα των κεντρικών θέσεων-πόλεων. Κάθε περιφέρεια αποτελείτε από έναν μικρό αριθμό πόλεων με μεγάλο πληθυσμιακό μέγεθος και από ένα μεγάλο αριθμό μικρών πόλεων. Η θέση μιας πόλης καθορίζεται από τη παραγωγή που διαθέτει και από το μέγεθος της αγοράς.

 Ο Richardson (1979) επέκτεινε τη θεωρία σημείων-κόμβων καθώς αναφέρει ότι υπάρχουν πολυκεντρικές περιφέρειες, οι οποίες περιέχουν διάφορους δευτερεύοντες κόμβους.

 Οι Hoover και Giarratani (1985) πιστεύουν πως η περιφέρεια εξαρτάται από την σχέση της με τη κομβική αγορά εργασίας ή με τον αν είναι η ίδια κύρια αγορά.

Με αυτή τη θεωρία η κύρια περιφέρεια διακρίνεται ως προς το αν η οικονομία χαρακτηρίζεται από εσωτερική ολοκλήρωση δηλαδή αν οι ροές κεφαλαίου, εργασίας και προϊόντων είναι πιο μεγάλες σε σχέση με τις αντίστοιχες ροές προς κάποια άλλη περιφέρεια.

 Ο Markusen (1987) δίνει ως ορισμό ότι οι περιφέρειες είναι ιστορικά καθορισμένες οντότητες οι οποίες προκύπτουν από την αλληλεπίδραση μεταξύ των ανθρώπων και των τοπικών φυσικών πόρων.

Μετά από τη παράθεση των θεωριών γύρω από την έννοια της περιφέρειας, θα αναφέρουμε τα κριτήρια διαχωρισμού των περιφερειών. Για τη μελέτη των περιφερειακών προβλημάτων και την άσκηση περιφερειακής πολιτικής είναι αναγκαίο να υπάρχει η διάκριση οριοθετημένων περιφερειών εντός του εθνικού

(15)

χώρου. Ο Boudeville (1966) διέκρινε τρείς τύπους περιφερειών: τις ομογενείς, τις πολικές και τις προγραμματισμού/σχεδιασμού.

Οι ομοιογενείς περιφέρειες έχουν κάποιο κοινό χαρακτηριστικό όπως για παράδειγμα αν είναι οικονομικό χαρακτηριστικό μιλάμε για, κατά κεφαλήν εισόδημα, βαθμό οικονομικής ανάπτυξης, διάρθρωση της παραγωγής σε τομείς, καταναλωτικό πρότυπο. Φυσικά το χαρακτηριστικό μπορεί να είναι κοινωνικό όπως σύνθεση πληθυσμού και γλώσσα ή γεωγραφικό όπως τοπογραφικά χαρακτηριστικά. Για το καθορισμό ομοιογενών περιφερειών προϋπόθεση είναι να οριστεί το κεντρικό χαρακτηριστικό με βάση το οποίο θα γίνει η διαίρεση ενός μεγάλου γεωγραφικού χώρου, όπως είναι μια χώρα, σε περιφέρειες.

Οι πολικές περιφέρειες περιλαμβάνουν περιοχές οι οποίες βρίσκονται σε στενή σχέση και αλληλεξάρτηση μεταξύ τους με σχέσεις και ροές όπως ροές αγαθών, υπηρεσιών, πληθυσμού, τεχνολογίας. Οι περιοχές αυτές εξαρτώνται και επηρεάζονται από ένα κεντρικό πόλο που συνήθως είναι η μεγαλύτερη πόλη. Η περιφέρεια που ορίζεται ως πολική είναι αυτή με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση πληθυσμού, οικονομικών δραστηριοτήτων. Το κριτήριο διάκρισης της πολικής περιφέρειας είναι οι έντονες αλληλεπιδράσεις και οι οικονομικές σχέσεις ανάμεσα των περιοχών χωρίς να χρειάζεται η ύπαρξη της ομοιογένειας μεταξύ τους.

Οι περιφέρειες προγραμματισμού ή σχεδιασμού είναι αυτές που ορίζονται με κριτήρια διοικητικά ή πολιτικά (Πολύζος, Σεραφείμ 2011). Ο λόγος που διαχωρίζονται οι περιφέρειες με αυτό τον τρόπο είναι για να γίνεται ευκολότερη η εφαρμογή προγραμμάτων περιφερειακής ανάπτυξης και η άσκηση περιφερειακής πολιτικής. Τα κριτήρια για να γίνει αυτός ο διαχωρισμός των περιφερειών προγραμματισμού μπορεί να είναι διάφορα, όπως συνδυασμός κριτηρίων ομοιογένειας και πόλωσης, γεωγραφικά χαρακτηριστικά, οικονομικές και άλλες ροές μεταξύ των περιοχών. Το μέγεθος τους επιλέγεται με βάση την μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας της άσκησης περιφερειακής πολιτικής. Για παράδειγμα η Ελλάδα είναι χωρισμένη σε 13 διοικητικές περιφέρειες, κάθε περιφέρεια διαθέτει δικές της αυτοτελείς υπηρεσίες και προϋπολογισμό και τα όργανά της εκλέγονται με ψηφοφορία. Έχουν γεωγραφική έννοια, διότι η κάθε περιφέρεια διαθέτει συγκεκριμένη έκταση, πληθυσμό και έδρα. Αναφορικά οι 13 περιφέρειες της Ελλάδας έχουν ως εξής:

Νο Περιφέρεια Έδρα Έκταση (km^2) Πληθυσμός

1 Ανατολική Μακεδονία και Θράκη Κομοτηνή 14.157 606.170

2 Κεντρική Μακεδονία Θεσσαλονίκη 18.811 1.874.590

3 Δυτική Μακεδονία Κοζάνη 9.451 282.120

4 Ήπειρος Ιωάννινα 9.203 336.650

(16)

1.3 Η έννοια και τα μέσα της περιφερειακής ανάπτυξης

Η λέξη «ανάπτυξη» μπορεί να αποδοθεί σε οικονομικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, τεχνολογικά ζητήματα. Οι δύο βασικοί όροι που την συναντάμε είναι «οικονομική ανάπτυξη» και «οικονομική μεγέθυνση». Οι έννοιες αυτές δεν ταυτίζονται. Όταν χρησιμοποιούμε τον όρο οικονομική μεγέθυνση σημαίνει ότι υπάρχει μια θετική μεταβολή στα οικονομικά μεγέθη μιας περιφέρειας και κυρίως σημαίνει την αύξηση του παραγόμενου προϊόντος. Η μεταβολή της οικονομικής μεγέθυνσης εξαρτάται από τη μεταβολή του παραγόμενου προϊόντος ή του εθνικού εισοδήματος . Συνήθως προσδιορίζεται για ευκολία με το πραγματικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν. Οι δύο όροι διαφέρουν ως προς το ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν αντιπροσωπεύει μόνο την παραγωγή περισσότερου προϊόντος, είναι μια πιο σύνθετη έννοια. Η οικονομική ανάπτυξη περιλαμβάνει την αύξηση της παραγωγής, τις διαρθρωτικές οικονομικές αλλαγές, τις αλλαγές στο θεσμικό, τεχνολογικό, κοινωνικό, πολιτικό πλαίσιο. Κάτι το οποίο εμφανίζεται ως στοιχείο της περιφέρειας και γενικότερα της ανάπτυξης είναι και δεν μπορεί να μετρηθεί με ποσοτικές μεθόδους, είναι η ποιότητα ζωής. Η περιφερειακή ανάπτυξη λοιπόν δεν μπορεί να ενδιαφέρεται μόνο για την αύξηση της παραγωγής και του εισοδήματος αλλά θα πρέπει να προσανατολίζεται και να μεριμνεί για θέματα όπως τη φθορά του οικολογικού περιβάλλοντος, του πολιτισμικού και του κοινωνικού.

Αρχικά η περιφερειακή ανάπτυξη απασχολούσε μόνο τους οικονομολόγους. Μετά τη δεκαετία του ΄50 άρχισε να απασχολεί και άλλους επιστημονικούς κλάδους, γεωγράφους, μηχανικούς, κοινωνιολόγους και πολιτικούς. Αυτό οφείλετε στο ότι στην εθνική οικονομική θα πρέπει να συνυπολογίζονται και οι χωρικές οικονομικές

5 Θεσσαλία Λάρισα 14.037 730.730

6 Ιόνιοι νήσοι Κέρκυρα 2.307 206.470

7 Δυτική Ελλάδα Πάτρα 11.350 680.190

8 Στερεά Ελλάδα Λαμία 15.549 546.870

9 Αττική Αθήνα 3.808 3.812.330

10 Πελοπόννησος Τρίπολη 15.490 581.980

11 Βόρειο Αιγαίο Μυτιλήνη 3.836 197.810

12 Νότιο Αιγαίο Ερμούπολη 5.286 308.610

13 Κρήτη Ηράκλειο 8.336 621.340

(17)

σχέσεις. Άρα για την επίτευξη οικονομικής ανάπτυξης θα πρέπει να υπάρξουν τα κατάλληλα μέσα που να σχετίζονται με την ανάπτυξη των περιφερειών. Όπως θα αναφέρουμε προς το παρόν εν συντομία και θα αναλύσουμε σε άλλο κεφάλαιο είναι, οι δημόσιες δαπάνες και οι υποδομές (Θεόδωρους Σκούντζος, 1996). Τα κίνητρα για ανάπτυξη έχουν ως σκοπό να οδηγήσουν επενδυτικά κεφάλαια προς τις λιγότερες ανεπτυγμένες περιφέρειες μιας χώρας. Συνήθως παρέχεται ένα κομμάτι του αρχικού κεφαλαίο, με δωρεάν επιχορήγηση ή και με επιδότηση του επιτοκίου δανεισμού.

Επίσης μπορεί να υπάρχει απαλλαγή των κερδών από φορολογία, αυξημένες αποσβέσεις κεφαλαιουχικού εξοπλισμού και επιδοτήσεις στις εξαγωγές. Στόχος των αναπτυξιακών κινήτρων είναι να μειωθεί το κόστος επένδυσης σε συγκεκριμένες περιοχές ώστε να προσελκύσει κεφάλαια. Παρόλο που η χρήση των αναπτυξιακών κινήτρων είναι διαδεδομένη σε πολλές χώρες, η αποτελεσματικότητα τους στον να δημιουργούν θέσεις εργασίας και να θέτουν σε λειτουργία τους μηχανισμούς ανάπτυξη πολλές φορές έχει αμφισβητηθεί. Είναι σωστό να αναφέρουμε πως η επιδότηση του κεφαλαίου (και όχι της εργασίας), συμβάλει στον εκσυγχρονισμό του παραγωγικού δυναμικού των περιφερειών, καθώς επιλέγονται τεχνολογίες παραγωγής εντάσεως κεφαλαίου, χωρίς όμως να σημαίνει πως θα δημιουργηθούν επιπλέον θέσεις εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι τα κίνητρα για ανάπτυξη μπορεί να ενισχύσουν μια περιφέρεια ως προς το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα, χωρίς όμως να συνεισφέρει στο μείζον πρόβλημα της ανεργίας.

Παρότι, οι θεωρίες οικονομικής ανάπτυξης έθεταν στο επίκεντρο στοιχεία που συνδέονται με το χώρο σε επίπεδο πολιτικής, η χωρική διάσταση εισήλθε πρόσφατα.

Μέχρι πρότινος, η αναπτυξιακή και κατ’ επέκταση η περιφερειακή πολιτική, στηρίχθηκαν κατά κύριο λόγο σε μία τομεακή αντίληψη και ασκήθηκαν μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων (: οικονομικές και δημοσιονομικές ενισχύσεις σε ορισμένους οικονομικούς τομείς, επιδοτήσεις και κίνητρα σε καθυστερημένες αναπτυξιακά περιοχές) και παροχή βασικών υποδομών με δημόσιο χαρακτήρα.

Οι αναπτυξιακοί νόμοι καθορίζουν τους βασικούς άξονες της επενδυτικής, αναπτυξιακής και βιομηχανικής πολιτικής του ελληνικού κράτους. Μέσω αυτών επιδιώκεται κυρίως:

1. Η Αύξηση των Θέσεων Απασχόλησης

2. Η Επίτευξη των Στόχων της Περιφερειακής Ανάπτυξης

3. Η Αύξηση της Ανταγωνιστικότητας των Επιχειρήσεων

4. Η Αναδιάρθρωση Τομέων και Κλάδων της Παραγωγής

5. Η Αξιοποίηση Επιχειρηματικών Ευκαιριών στην Ελλάδα και τον διεθνή χώρο Οι αναπτυξιακοί νόμοι παραμένουν σε ισχύ για αρκετά χρόνια και αντικαθίστανται ή τροποποιούνται όταν διαφοροποιούνται οι διεθνείς ή/και τοπικές συνθήκες. Από την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (τότε ΕΟΚ), το 1981, έχουν δημοσιευθεί οι ακόλουθοι αναπτυξιακοί νόμοι:

(18)

1. 2601/98 2. 1892/90 3. 1262/82 4. 3299/04 5. 3908/11

Στην Ελλάδα ως πιο πρόσφατο, έχουμε τον αναπτυξιακό νόμο 3908/2011 που, αποτελεί το σημαντικότερο εργαλείο για την πραγματοποίηση μεγάλων επενδύσεων στη χώρα. Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας με τη διαμόρφωση καθεστώτων ενίσχυσης των επενδύσεων, με τα οποία βελτιώνεται η επιχειρηματικότητα, η τεχνολογική ανάπτυξη, η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και η περιφερειακή συνοχή και προωθούνται η πράσινη οικονομία, η αποτελεσματική λειτουργία των διαθέσιμων υποδομών και η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας. Η βουλή των Ελλήνων το Φεβρουάριου του 2011 προέβηκε σε τροποποιήσεις για να γίνει πιο ελκυστικός προς τους επενδυτές. Ο Αναπτυξιακός Νόμος αποτελεί το σημαντικότερο χρηματοδοτικό εργαλείο για την υλοποίηση μεσαίων και μεγάλων επενδύσεων στην Ελλάδα και έχει εφαρμογή σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Τα παρεχόμενα είδη ενισχύσεων αφορούν την Επιχορήγηση Κεφαλαίου, την Επιδότηση Χρηματοδοτικής Μίσθωσης, τις Φορολογικές απαλλαγές και τα Χαμηλότοκα Δάνεια από Τραπεζικά Ιδρύματα που συνεργάζονται με το ΕΤΕΑΝ. Ο Ελάχιστος προϋπολογισμός των επενδυτικών προτάσεων ανέρχεται σε 100.000 ευρώ ενώ το ποσοστό επιχορήγησης κυμαίνεται από 15% έως 55%. Ο Νέος Επενδυτικός Νόμος ενισχύει με τέσσερις διαφορετικούς τρόπους νέες και υφιστάμενες επιχειρήσεις (επιχορήγηση, φοροαπαλλαγή, επιδότηση leasing και λήψη δανείων με ευνοϊκούς όρους). Στα επενδυτικά σχέδια που υπάγονται στις διατάξεις του νόμου 3908/2011 παρέχονται τα ακόλουθα είδη ενισχύσεων: α. Φορολογική απαλλαγή που συνίσταται στην απαλλαγή από την καταβολή φόρου εισοδήματος επί των πραγματοποιούμενων προ φόρων κερδών, τα οποία προκύπτουν με βάση τη φορολογική νομοθεσία, από το σύνολο των δραστηριοτήτων της επιχείρησης. Το ποσό της φορολογικής απαλλαγής υπολογίζεται ως ποσοστό επί της αξίας των ενισχυόμενων δαπανών του επενδυτικού σχεδίου ή και της αξίας του καινούριου μηχανολογικού και λοιπού εξοπλισμού που αποκτάται με χρηματοδοτική μίσθωση και συνιστά ισόποσο αφορολόγητο αποθεματικό. β.

Επιχορήγηση που συνίσταται στη δωρεάν παροχή από το Δημόσιο χρηματικού ποσού για την κάλυψη τμήματος των ενισχυόμενων δαπανών του επενδυτικού σχεδίου και προσδιορίζεται ως ποσοστό αυτών. γ. Επιδότηση χρηματοδοτικής μίσθωσης που συνίσταται στην κάλυψη από το Δημόσιο τμήματος των καταβαλλόμενων δόσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης που συνάπτεται για την απόκτηση καινούριου μηχανολογικού και λοιπού εξοπλισμού και προσδιορίζεται ως ποσοστό επί της αξίας απόκτησης αυτών που εμπεριέχεται στις καταβαλλόμενες δόσεις. Η επιδότηση της χρηματοδοτικής μίσθωσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα επτά έτη.

(19)

1.4 Το περιφερειακό πρόβλημα

Το περιφερειακό πρόβλημα έγκειται στους διαφορετικούς ρυθμούς ανάπτυξης μεταξύ των περιφερειών. Ως περιφερειακό πρόβλημα ορίζεται, η ύπαρξη ασύμμετρων αναπτυξιακών διαδικασιών στο εσωτερικό μιας χώρας ή ενός γεωγραφικού χώρου γενικότερα (π.χ. Ευρωπαϊκή Ένωση), με αποτέλεσμα την οικονομική και κοινωνική ανισότητα. Η οικονομική ανάπτυξη, για να επιφέρει θετικά αποτελέσματα και να μειωθεί η ανισορροπία μεταξύ των περιφερειών, θα πρέπει να συμπεριλάβει και τον όρο «ισόρροπη». Με την έννοια της ισόρροπης οικονομικής ανάπτυξης, εννοούμε την ανάπτυξη που δεν επιτάσσει ταχύτερους ρυθμούς στις ήδη ανεπτυγμένες περιφέρειες, από εκείνες των λιγότερων ανεπτυγμένων. Αλλά δίνει τη δυνατότητα τις υποανάπτυκτες να βελτιώσουν τους σχετικούς δείκτες ανάπτυξης και ευημερίας, με ρυθμό μεγαλύτερο από εκείνο των ανεπτυγμένων.

Η φιλοσοφία της ανάπτυξης πρεσβεύει την συνεχή οικονομική μεγέθυνση. Οι διάφορες οικονομικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν κατά καιρούς ακολουθούν την στρατηγική προσέλκυσης κεφαλαίου, αγνοώντας το πρόβλημα των περιφερειακών ανισοτήτων, τόσο μεταξύ των χωρών, όσο και μεταξύ των περιφερειών μιας χώρας.

Το περιφερειακό πρόβλημα κυρίως αναφέρεται σε τρεις περιπτώσεις (Πετράκος, Γιώργος και Ψυχάρης, Γιάννης, 2004):

1. Στην άνιση ανάπτυξη που υπάρχει σε όλον τον κόσμο. Όπως για παράδειγμα, η ανάπτυξη που γνωρίζει ο δυτικός κόσμος, έναντι των χωρών του «τρίτου κόσμου».

2. Στην άνιση ανάπτυξη που υπάρχει σε οικονομικές ενώσεις χωρών. Όπως είναι η άνιση ανάπτυξη μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3. Στην άνιση ανάπτυξη των περιφερειών μιας χώρας. Όπου τα κριτήρια για τη διαφοροποίηση των περιφερειών μπορεί να είναι έντονες κοινωνικές και οικονομικές ανισορροπίες.

Στην Ελλάδα το πρόβλημα που παρατηρείται είναι η υπέρ συγκέντρωση οικονομικών δραστηριοτήτων και πληθυσμού σε μεγάλα αστικά κέντρα, όπως είναι η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη. Παράλληλα σημειώνεται μείωση του πληθυσμού, περιορισμός ευκαιριών και αξιοποίησης ανθρώπινων και φυσικών πόρων σε άλλες περιοχές, με αποτέλεσμα τη μείωση της συνολικής εγχώριας παραγωγής και αύξηση του κόστους στα μεγάλα κέντρα. Ως βασικά χαρακτηριστικά του περιφερειακού προβλήματος στην Ελλάδα μπορούμε να αναφέρουμε:

 H υψηλή συγκέντρωση του πληθυσμού περίπου το 50%, το 60% με 65% των οικονομικών δραστηριοτήτων και η πληθώρα των πολιτιστικών δραστηριοτήτων, στα δύο κέντρα της χώρας (Αθήνα, Θεσσαλονίκη).

 Το κατά κεφαλήν εισόδημα, το επίπεδο ευημερίας, οι ευκαιρίες για οικονομική πρόοδο και τρόπο ζωής, παρουσιάζουν έντονες ανισότητες μεταξύ των νομών.

Referências

Documentos relacionados

Η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση, Επιδράσεις στην Οικονομική Ανάπτυξη της Ελλάδας αφομοίωση των υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις όπως παρουσιάζεται