• Nenhum resultado encontrado

Μεταβολή του τοπίου σε μικρή κλίμακα: παραδείγματα από το δήμο κεντρικού Ζαγορίου Ν. Ιωαννίνων

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Μεταβολή του τοπίου σε μικρή κλίμακα: παραδείγματα από το δήμο κεντρικού Ζαγορίου Ν. Ιωαννίνων"

Copied!
56
0
0

Texto

(1)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

«Μεταβολή του τοπίου σε μικρή κλίμακα. Παραδείγματα από το Δήμο Κεντρικού Ζαγορίου Ν. Ιωαννίνων»

ΒΑΣΔΕΚΗ ΜΑΡΙΑ

Επιβλέπων Καθηγητής: Κίζος Αθανάσιος

Μέλη Εξεταστικής Επιστροπής Ιωσιφίδης Θεόδωρος Συμεωνάκης Ηλίας

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2009

1

(2)

1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1 Σκοπός μελέτης

Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία έχει ως θέμα τη μεταβολή του τοπιού σε μικρή κλίμακα: παραδείγματα από το Δήμο Κεντρικού Ζαγορίου, Ν. Ιωαννίνων. Το Ζαγόρι είναι ξεχωριστό κομμάτι Ηπειρωτικής γης, με ιδιαίτερο πολιτισμό, με ήθη και έθιμα που άντεξαν και αντέχουν στο χρόνο. Με πλούσια χλωρίδα και πανίδα που προκαλούν το θαυμασμό και το ενδιαφέρον των ερευνητών. Το περιβάλλον, ο πολιτισμός και ο τουρισμός είναι έννοιες που συνυπάρχουν στην περιοχή για αυτό και την καθιστούν άξια διερεύνησης. Το τοπίο είναι μια πολυδιάστατη έννοια. Είναι η έκφραση όλων των αλληλεπιδράσεων μεταξύ ανθρώπου και φύσης. Είναι ένα πολιτισμικό και δυναμικό σύστημα που επιδρούν φυσικοί και ανθρωπογενείς παράγοντες με αποτέλεσμα να μεταβάλλεται ανάλογα με την κλίμακα. Ως μικρή κλίμακα για το αγροτικό τοπίο θεωρείται η κάθε μια εκμετάλλευση, καθώς το άθροισμα των μεταβολών σε αυτές, διαμορφώνει τη συνολική μεταβολή του τοπίου σε επίπεδο ολόκληρης της περιοχής όπου βρίσκονται οι συγκεκριμένες εκμεταλλεύσεις. Σκοπός λοιπόν, της εργασίας είναι η διερεύνηση της δυναμικής του αγροτικού τοπίου τα τελευταία είκοσι περίπου χρόνια σε μια περιοχή όπου οι μεταβολές στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις είναι έντονες. Μεταβολές όπως, εγκατάλειψη και αλλαγή καλλιέργειας παρατηρούνται σε μεγάλο βαθμό ενώ σημαντικές είναι και οι μεταβολές που σχετίζονται με την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής δηλαδή, δημιουργία καταλυμάτων, εστιατορίων κ.τ.λ. Επίσης θα απασχοληθούμε με τη διερεύνηση των αιτιών που οδήγησαν στις παραπάνω μεταβολές του τοπίου όπως αυτές θα προκύψουν από τις δηλώσεις των ιδιοκτήτων των εκμεταλλεύσεων αυτών. Τέλος, θα επιχειρηθεί η περιγραφή και αξιολόγηση των μεταβολών που θα συναντήσουμε μέσα από την παρατήρηση αυτών των εκμεταλλεύσεων ενώ παράλληλα θα γίνει και αναφορά στις απόψεις των ερωτηθέντων για την αλλαγή του τοπίου και το μέλλον του.

2

(3)

1.2 Μέθοδος εργασίας

Η μέθοδος που θα χρησιμοποιηθεί είναι μικτή. Αρχικά, πραγματοποιείται πρωτογενής έρευνα με τη μέθοδο της χιονοστιβάδας. Γίνεται χρήση ημι-δομημένου ερωτηματολογίου σε ένα δείγμα είκοσι νοικοκυριών με σκοπό την καταγραφή των μεταβολών που έχει υποστεί το τοπίο σύμφωνα με τις αλλαγές των χρήσεων γης.

Επίσης, παρατίθενται και απόψεις, παρατηρήσεις των ερωτηθέντων τόσο για το παρόν όσο και το μέλλον της περιοχής. Στη συνέχεια, πραγματοποιείται ξανά πρωτογενής ερεύνα, μέσα όμως από την επιτόπια ερεύνα και παρατήρηση των μεταβολών που συναντήσαμε κατά τη διεξαγωγή της πρώτης έρευνας με τη χρήση του ημι-δομημένου ερωτηματολογίου.

1.3 Δομή εργασίας

Το ερώτημα που τίθεται στην παρούσα άσκηση αρχικά θα αναλυθεί και έπειτα θα αξιολογηθεί με τη χρήση είκοσι ερωτηματολόγιων, τα οποία συμπληρώθηκαν τόσο από τους μόνιμους κάτοικους της περιοχής όσο και από Ζαγορίσιους που οδηγήθηκαν στην αστικοποίηση. Πριν όμως γίνει η ανάλυση και η καταγραφή των ερωτηματολόγιων, στο θεωρητικό πλαίσιο πραγματεύονται η έννοια και η αντίληψη του «πολιτισμικού τοπίου». Τα ερωτηματολόγια εκτός από κλειστού τύπου ερωτήσεις (μελή νοικοκυριού, αγροτικές-οικιστικές εκμεταλλεύσεις και μεταβολή αυτών, κλάσεις εισοδήματος) περιελάμβαναν και ανοιχτού τύπου ερωτήσεις οι οποίες περιελάμβαναν απόψεις των ερωτηθέντων για την γενικότερη εικόνα της περιοχής στο παρόν αλλά και εκτιμήσεις για το μέλλον. Στα αποτελέσματα γίνεται σχολιασμός στη ιστορία, τον πληθυσμό, των επαγγελμάτων, των νοικοκυριών και των χρήσεων γης. Παράλληλα γίνεται προσπάθεια ερμηνείας της μεταβολής του τοπίου όπως και καταγραφή απόψεων και προβληματισμών των ερωτηθέντων. Στα συμπεράσματα τέλος, απαντάται το ερώτημα της εργασίας αυτής, εντοπίζονται αδυναμίες καθώς και προοπτικές για περαιτέρω έρευνα που να σχετίζεται με το συγκεκριμένο θέμα.

3

(4)

2. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Στην ενότητα αυτή θα αναλυθούν λεπτομερώς βασικές έννοιες που αφορούν στη μεταβολή του τοπίου. Έννοιες όπως το τοπίο, η κλίμακα αλλά και η σχέση μεταξύ τους.

2.1 Γενικά χαρακτηριστικά του τοπίου

2.1.1 Η Ιστορία της Έννοιας Τοπίο στον Δυτικό Κόσμο

«Η αγγλική λέξη landscape, που μεταφράζεται στα ελληνικά ως «τοπίο», είναι σύνθετη από τις συστατικές λέξεις land και scape που προέρχονται από το αρχαίο ινδό-ευρωπαϊκό ιδίωμα από το οποίο εξελίχθηκαν όλες οι σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες. Οι ρίζες των λέξεων είναι γερμανικής προέλευσης. Εισήχθησαν στο Ηνωμένο Βασίλειο για πρώτη φορά τον 5ο μ.Χ. αιώνα από διάφορα γερμανόφωνα φύλα που εγκαταστάθηκαν εκεί την εποχή εκείνη και επανεισήχθησαν στην ίδια επικράτεια τον 18ο αιώνα. Παλιές Αγγλικές μορφές της λέξης είναι landskipe, landscaef κ.τ.λ.

Το συστατικό land σήμαινε αρχικά στη γοτθική γλώσσα οργωμένο (ή καλλιεργημένο) χωράφι, ή ακόμα και τις αυλακιές του αρότρου στο χωράφι. Στο Μεσαίωνα, σήμαινε καθορισμένο τμήμα της γήινης επιφάνειας, ενώ αργότερα γενικά ένα υιοθετημένο χώρο. Μετά από δύο χιλιετηρίδες ερμηνείας και επανερμηνείας του όρου από γεωγράφους, ποιητές και οικολόγους, land στο αμερικάνικο δίκαιο συνεχίζει να σημαίνει τόπος / θέση καθορισμένων διαστάσεων που θεωρείται τμήμα της γήινης επιφάνειας...΄΄

Το δεύτερο συνθετικού του όρου landscape, η λέξη scape είναι συνώνυμο με την λέξη ΄΄shape΄΄(= σχήμα, μορφή), αλλά παλιά σήμαινε σύνθεση από παρόμοια

΄΄αντικείμενα΄΄, και έχει χρησιμοποιηθεί ως δεύτερο συνθετικό πολλών λέξεων (ακόμα και στη παλιά αγγλική γλώσσα), με σκοπό να ορίσει συλλογικές διαστάσεις του περιβάλλοντος.

Η λέξη landscape λοιπόν (=μία συλλογή γαιών, ένα οργανωμένο σύστημα αγροτικών χώρων), χίλια χρόνια πριν, δεν είχε καμία σχέση με το τοπίο ως σκηνική

4

(5)

αναπαράσταση της φύσης, ή ακόμη και με την αισθητική άποψη του τοπίου. Πριν τρεις αιώνες, σήμαινε ακόμη «κομμάτι οργωμένου εδάφους» στη καθημερινή της χρήση, κατόπιν ΄΄έκταση ακίνητης περιούσιας ενός χωριού΄΄ και τέλος το ίδιο το Ηνωμένο Βασίλειο.

Αυτή η αναδρομή στην ιστορία της λέξης μας οδηγεί στην ανακάλυψη όλων των εννοιολογικών αποχρώσεων του νοήματός της, και υπογραμμίζει ότι το τοπίο δεν είναι ένα φυσικό στοιχείο του περιβάλλοντος, αλλά ένας συνθετικός ανθρωπογενής χώρος, μάλιστα ένα σύστημα χωρών εγκατεστημένο στην επιφάνεια της γης που αποσκοπεί στην αντικατάσταση του ρόλου της φύσης από τον παράγοντα άνθρωπο.

(Το Πολιτιστικό Τοπίο: Γεωγραφικές Προσεγγίσεις, Θ. Σ. Τερκενλή, σελ. 21) 2.1.2 Το πολιτισμικό τοπίο

«Ο όρος πολιτισμικό τοπίο χρησιμοποιείται ως ο αντίστοιχος ελληνικός όρος του cultural lahdscape. Ο όρος κουλτούρα/culture σήμερα χρησιμοποιείται σε διεθνή κλίμακα με ποικίλο περιεχόμενο, τόσο στην καθημερινή ζωή, όσο και σε διάφορα επιστημονικά και θεωρητικά ρεύματα στις κοινωνικές επιστήμες. Οι ορισμοί της κουλτούρας έχουν εξελιχθεί αντικατοπτρίζοντας άλλα και προωθώντας μέσα από την εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού τις αλλαγές στην ιδεολογική ερμηνεία της ανθρώπινης υπόστασης. Στην αρχή, στα αγγλικά ο όρος έκανε αναφορά σε εξιδανικευμένη ανθρωπινή δραστηριότητα και καλλιέργεια

.

Μεταγενέστερα, υποδήλωνε αναφορά στις τέχνες και στα γράμματα και αργότερα περιελάμβανε το σύνολο των ανθρώπινων πνευματικών δραστηριοτήτων ενός λαού. Ο τελευταίος αυτός ορισμός της κουλτούρας περικλείει ολόκληρη την κοινωνική κληρονομία ενός συνόλου, με αλλά λόγια, όλα όσα δημιουργεί ένα κοινωνικό σύνολο και μεταβιβάζει από γενιά σε γενιά με διαδικασίες κοινωνικές και όχι βιολογικές. Ο πλησιέστερος ελληνικός όρος με τον οποίο κατανοούμε αυτήν την έννοια της κουλτούρας είναι ο όρος πολιτισμός ή πολιτισμικό σύστημα (εξ ου και πολιτισμικό τοπίο » .(Το Πολιτιστικό Τοπίο: Γεωγραφικές Προσεγγίσεις, Θ. Σ. Τερκενλή, σελ 32)

«Οι κοινωνίες δεν είναι στατικοί και απομονωμένοι σχηματισμοί. Αντίθετα, μεταβάλλονται και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους συνεχώς σε διαφορετικούς βαθμούς, οι οποίοι συνήθως εξαρτώνται τόσο από φυσικά – γεωγραφικά χαρακτηριστικά (απομόνωση, φυσικά όρια, ασυνέχειες), όσο και από εσωτερικά χαρακτηριστικά των

5

(6)

κοινωνιών (δομή, εξωστρέφεια, κτλ). Κάθε κοινωνία γενικά δημιουργεί ένα παραγωγικό σύστημα, το οποίο χρησιμοποιείται από τα μέλη της για να παραχθούν τρόφιμα ή και αγαθά που χρησιμεύουν για την αναπαραγωγή τους. Τα παραγωγικά συστήματα είναι επίσης μεταβλητά τόσο στο χρόνο όσο και στο χώρο και εξαρτώνται τόσο από το περιβάλλον (πχ. περιορισμένη διαθεσιμότητα φυσικών πόρων, ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες, φυσικά όρια, κτλ) όσο και από τις παραγωγικές σχέσεις μέσα σε κάθε κοινωνία που καθορίζουν τις οικονομικές δομές. Οι σχέσεις αυτές μπορούν να αναφέρονται σε μεγάλη ποικιλία παραγόντων όπως τα καθεστώτα ιδιοκτησίας, τα πολιτικά συστήματα, οι κοινωνικές δομές, τα πρότυπα κληρονομιάς κ.α.

Κάθε παραγωγικό σύστημα αντικατοπτρίζεται στο τοπίο της περιοχής. Το τοπίο έτσι είναι κάτι περισσότερο από μια «θέα», είναι μια σύνθετη έννοια που περιλαμβάνει και καθορίζεται από μια σειρά παραγόντων. Η θεώρηση αυτή του «περιβάλλοντος»

και της «φύσης» ως «τοπίου» είναι πολύ σύγχρονη.

Η σταδιακή αλλαγή του άμεσου περιβάλλοντος του ανθρώπου από την «άγρια» φύση σε αγροτικές και τελικά σε αστικές κοινότητες , οδήγησε στη μεταβολή της στάσης των ανθρώπινων κοινωνιών απέναντι στη φύση. Μέχρι σχετικά πρόσφατα, οι περισσότεροι πολιτισμοί θεωρούσαν την φύση ως άγρια και απειλητική και αναζητούσαν ασφάλεια σε οικισμούς και γενικά ανθρωπογενής περιβάλλοντα (Tuan, 1974). H μεταβολή στον τρόπο με τον οποίο γίνεται αντιληπτή η φύση, άρχισε μετά την Αναγέννηση και κυρίως μετά από τη βιομηχανική επανάσταση. Η απομάκρυνση από τη φύση, είχε ως συνέπεια την σταδιακή εκτίμηση της ως αντικείμενο αισθητικής αξίας : «ο άνθρωπος αποσύρθηκε από την εικόνα και γύρισε να την κοιτάξει!»

(Bourassa, 1991, σελ 4). Η αρχική σημασία της λέξης είναι αυτής του

«ολοκληρωμένου συστήματος αγροτικών χωρών». Τον 16ο αιώνα η λέξη landscape ή landschape (jackon, 1984, σελ. 5), δηλώνει απεικονίσεις της γης, σε αντίθεση με τις θαλασσογραφίες, πολύ κοινές στην Ολλανδία της εποχής (Στηθάτος 1996 ).Η επανεισαγάγει λοιπόν της λέξης , συνδέεται πλέον με την οπτική διάσταση,(Cosgrove, 1988) σε αντίθεση με την μέχρι τότε σημασία της, που συνδεόταν μόνο με τη χρηστική αξία. Μετά το 19ο αιώνα , το τοπίο απογαλακτίζεται από τη ζωγραφική και συνδέεται σταδιακά με την διαμόρφωση χώρων, την κηπουρική. Ο πλήρης διαχωρισμός της ζωγραφικής τοπίων από από το σχεδιασμό τοπίων, λαμβάνει χωρά στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, όταν αρχίζουν να

6

(7)

διαχωρίζονται ως γνωστικά αντικείμενα (Norton, 1989) η πολιτισμική γεωγραφία, η αρχιτεκτονική τοπιού και η οικολογία τοπιού.

Η σημαντικότερη μεταβολή έγινε τον 20ο αιώνα. Η διεύρυνση της έννοιας του τοπίου και της σύνδεσης του με πολιτισμικά χαρακτηριστικά, οδήγησε στα στα πολιτισμικά τοπία, τοπία δηλαδή τα οποία διαθέτουν περισσότερες «διαστάσεις» από τις τρεις του χώρου και τον χρόνο, όπως είδη προαναφέρθηκε Οπότε όλα τα τοπία είναι πολιτισμικά, καθώς το πολιτισμικό τοπίο δεν είναι δυνατόν να ερμηνευτεί

«φυσικά», δηλαδή χωρίς να υπεισέλθουν οι πολιτισμικές αποσκευές του ερμηνευτή.

Η πολιτισμική αυτή αναγνώριση δεν είναι όμως κοινά αποδεκτή από όλες τις επιστήμες που μελετούν το τοπίο σήμερα, όπως θα φανεί και στη συνέχεια, αλλά αναμφισβήτητα έχει κερδίσει σημαντικό έδαφος στη συνολική μελέτη και ανάλυση του τοπίου ». (Σημειώσεις μαθήματος: ανάλυση και αντίληψη τοπίου, Κίζος Θανάσης, 2005)

2.1.3 Ορισμοί και χαρακτηριστικά του τοπίου

Η ζωή μας είναι γεμάτη από τοπία. «Η έννοια όμως του τοπίου (landscape) έχει συχνά διαφορετική σημασία για τον καθένα μας, παρ’ όλο που όλοι μας γνωρίζουμε τι θα πει «τοπίο»» (Τερκενλή 1996, σελ. 13)

«Κάθε τοπίο είναι και κάποιος χώρος/τόπος: μια πολυδιάστατη και περιπλοκή έννοια, όπου συναντώνται υλική υποδομή και φυσικά στοιχειά, κοινωνικοί οροί και κανόνες, ανθρώπινες δραστηριότητες και χρονικά σχήματα συνηθειών άνθρωπος βρίσκεται μέσα σε όλες αυτές τις διαστάσεις του τόπου ως αρμοστής και δεκτής των δραστηριοτήτων και μεταβλητών που χαρακτηρίζουν τον τόπο αυτό ». (Τερκενλή 1996, σελ. 19)

.

Ως καθαρά μορφολογική προσέγγιση: «τοπίο είναι όλα τα φυσικά χαρακτηριστικά όπως οι αγροί οι λόφοι, τα δάση και το νερό που διακρίνουν την μια περιοχή της γης από μια άλλη». (Steiner από Wascher, 1999, σελ. 147).

Μια μέση προσέγγιση αναγνωρίζει ότι τα τοπία είναι:

7

(8)

«προϊόντα της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρωπίνων κοινωνιών και του πολιτισμού τους με το φυσικό περιβάλλον. Ως τέτοια, τα τοπία μπορούν να αναγνωριστούν ως χωρικές ενότητες όπου περιφερειακά χαρακτηριστικά και διεργασίες αντανακλούν φυσικά και πολιτισμικά αγαθά ή την ιστορία μιας περιοχής με ένα ορατό, ιδεατό και μερικά μετρήσιμο μόνο τρόπο. Εξαιτίας της μεταβλητής φύσης των ανθρωπίνων και φυσικών διεργασιών, τα τοπία είναι δυναμικά συστήματα» (Wascher, 1999 σελ. 147)

Ή ότι είναι :

«η έκφραση πολλών σχέσεων που υπάρχουν σε μια δεδομένη χρονική περίοδο μεταξύ ενός ατόμου ή μιας κοινωνίας και μιας τοπογραφικά ορισμένης περιοχής, η εμφάνιση της οποίας είναι το αποτέλεσμα της δράσης μέσα στον χρόνο φυσικών και ανθρωπίνων παραγόντων και ο συνδυασμός και των δυο ειδών δράσης» (ECNC, 1996, Draft, σελ. 15)

Η διεύρυνση της έννοιας του τοπιού και της σύνδεσης της έννοιας του με πολιτισμικά χαρακτηριστικά έγινε στον 20ο αιώνα , οδηγώντας στα πολιτισμικά τοπία , τοπία δηλαδή τα οποία διαθέτουν περισσότερες ‘διαστάσεις ‘από τις τρεις του χώρου και του χρόνου. Το τοπίο αποτελεί έναν ‘υπερχωρο’, όπου οι επιπλέον διαστάσεις αποτελούν ερμηνευτικές μεταβάλλονται ανάλογα με τον ερμηνευτή και τις’ πολιτισμικές αποσκευές ‘του. Οι διαστάσεις αυτές υφίστανται’ εν δυνάμει παραμέτρους του τοπιού και αποτελούν τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά του τοπιού.

Έτσι, η διάφορα ανάμεσα στο περιβάλλον υφίσταται ως ανεξάρτητη οντότητα, ενώ το τοπίο δεν’ υφίσταται’, μέχρι να γίνει ‘αντιληπτό’ από τον άνθρωπο. (Bourassa 1991), καθώς η αντίληψη αυτή καθορίζει και την αισθητική αξία του. Αυτό φαίνεται και από τον επίσημο ορισμό για το «τοπίο», όπως διατυπώνεται από την ΕυρωπαϊκήΣύμβαση για το Συμβούλιο της Ευρώπης:

«Ως τοπίο ορίζεται μια ζώνη ή μια περιοχή όπως γίνεται αντιληπτή από ντόπιους ή από επισκέπτες, τα οπτικά χαρακτηριστικά και ο χαρακτήρας της οποίας είναι το αποτέλεσμα φυσικών ή/ και πολιτισμικών (δηλαδή ανθρώπινων) δράσεων. Ο ορισμός αυτός αντανακλά την ιδέα ότι τα τοπία μεταβάλλονται με το χρόνο ως αποτέλεσμα του ότι φυσικές δυνάμεις και ανθρώπινα όντα επενεργούν πάνω τους. Επίσης υπογραμμίζει ότι ένα τοπίο

8

(9)

σχηματίζει ένα σύνολο (‘όλον’), του οποίου οι φυσικές και πολιτισμικές συνιστώσες είναι μαζί και όχι χωριστά». (Κεφ. 1, άρθρο 1, παρ. 38) (σημειώσεις μαθήματος: ανάλυση και αντίληψη τοπίου, Κίζος Θανάσης, 2005)

Πολλοί ακόμη ορισμοί έχουν δοθεί για το τοπίο. Στην συγκεκριμένη ερεύνα δίνουμε έμφαση στα πολιτισμικά χαρακτηριστικά, χωρίς να αγνοηθούν και τα φυσικά χαρακτηριστικά του τοπιού.

2. 1. 4 Ιδιότητες του τοπιού

Συμφώνα με τους παραπάνω ορισμούς μπορούν να αποδοθούν στο τοπίο οι εξής ιδιότητες (Τερκενλή, 1996,σελ.18):

Το τοπίο αποτελεί πολιτισμική κληρονομία φυσικής εξέλιξης και ανθρώπινης επίδρασης.

Όλα τα τοπία είναι πολιτισμικά, μπορεί δηλαδή η ΄΄κατασκευη΄΄ τους να στηρίζεται σε ΄΄υλικα΄΄-το φυσικό περιβάλλον- άλλα το τοπίο είναι αντικείμενο ανθρώπινης επινόησης, στο οποίο συγκρούονται ριζικά διαφορετικές πολιτισμικές αξίες: το ιδιωτικό και τα κοινά, το βραχυπρόθεσμο και το μακροπρόθεσμο, σπάταλη και συντήρηση. Η ιδέα του τοπιου…προυποθετη μια συγκεκριμένη αντίληψη της φύσης

και του

πως αντιμετωπίζουν τον φυσικό κόσμο (Σταθατος, 1996, σελ.14).

Τα τοπία είναι συμβολικά, λειτουργούν δηλαδή ως αποθήκες/δεξαμενές νοημάτων και εννοιών που προέρχονται από τις κοινωνικές ομάδες που τα καταλαμβάνουν τώρα, ή τα καταλάμβαναν στο παρελθόν. Κάθε επαφή με το περιβάλλον μπορεί να θεωρηθεί επικοινωνία αυτών των εννοιών (Τερκενλή, 1996,σελ.18).

Η αντίληψη του τοπιού είναι νοητική, γίνεται δηλαδή διαμέσου του εγκεφάλου και ανάλογα με το ερμηνευτικό και γνωστικό κλειδί που διαθέτει ο καθένας, ανάλογα με το πολιτισμικό σύστημα στο οποίο ανήκει και στις προσωπικές του ιδιότητες. (σημειώσεις μαθήματος: ανάλυση και αντίληψη τοπίου, Κίζος Θανάσης, 2005)

9

(10)

2.1.5 Κριτήρια-κατηγορίες τοπιού

Οι παραπάνω ορισμοί προσφέρουν μια σειρά από κριτήρια για να διακριθούν τα τόπια σε κατηγορίες και να οριστούν ορισμένοι γενικοί τύποι τοπίων. Η διάκριση αυτή και οι τυπολογίες που προκύπτουν είναι γενικές και χρησιμοποιούνται για να δείξουν τις διαφορετικές διαστάσεις αντίληψης και κατανόησης του τοπιού, ενώ οι τυπολογίες είναι περισσότερο κανονιστικές και χρησιμεύουν ως βάση ανάλυσης του τοπιού. Ένα βασικό κριτήριο διάκρισης είναι η χρήσης γης. Οι χρήσεις γης προέρχονται από την κάλυψη γης και είναι το σημαντικότερο κριτήριο διάκρισης σήμερα, καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να προκύψουν τύποι τοπίων συγκρίσιμων σε όλη τη γη. Οι τύποι που προκύπτουν διαφέρουν σε σχέση με το είδος της ανάλυσης και τις διαφορετικές χρήσεις γης που χρησιμοποιούνται. Μια απλή διάκριση είναι σε αστικά, σε βιομηχανικά και σε αγροτικά τόπια. Ως αγροτικά, που είναι και τα τόπια που μας ενδιαφέρουν για τη συγκεκριμένη ερεύνα, θεωρούνται όλα τα μη αστικά και βιομηχανικά τόπια, συμπεριλαμβάνονται δηλαδή και τα φυσικά τόπια. Αν ως αγροτική δραστηριότητα θεωρηθεί κάθε δραστηριότητα εκμετάλλευσης φυσικών πόρων (γεωργία, κτηνοτροφία, δασοκομία, αλιεία ), τότε μπορούμε να πούμε ότι όλα τα τόπια που δεν είναι αστικά και βιομηχανικά, είναι αγροτικά. Η διάκριση αυτή εξυπηρετεί στο να δείξει ότι δεν υπάρχουν φυσικά τόπια με την έννοια της απουσίας της ανθρώπινης παρέμβασης. Ακόμη και περιοχές όπου χαρακτηρίζονται ως φυσικά πάρκα ή προστατευμένες περιοχές, αποτελούν συμβάσεις όπου η ανθρώπινη δραστηριότητα τεχνητά περιορίζεται. Ένα ακόμη βασικό κριτήριο διάκρισης είναι η οικειότητα με το τοπίο. Η οικειότητα υπονοεί την εξοικείωση του ανθρώπου με ένα τοπίο ή μια κατηγορία τοπίων και τη γνώση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους. Στους ορισμούς που χρησιμοποιήθηκαν παραπάνω, η οικειότητα παίζει σημαντικό ρόλο τόσο στην αντίληψη, όσο και στην αξιολόγηση του τοπιού. Με βάση το κριτήριο της οικειότητας, τα τόπια μπορούν να διακριθούν σε οικεία και σε άγνωστα, ως δυο πόλοι σε μια συνεχή κλίμακα οικειότητας και γνώσης του τοπιού με πολλές διαβαθμίσεις. Τέλος ένα ακόμη κριτήριο που χρησιμοποιείται για τη διάκριση ενός τοπιού είναι η αξία του τοπιού. Η διάκριση με βάση κριτήρια αξίας δεν είναι ανεξάρτητη από τις προηγούμενες. Οι αξιακες κρίσεις για ένα τοπίο σχετίζονται με την χρήση του και την οικειότητα με το τοπίο αυτού που κάνει την κρίση και έτσι σχετίζονται και με τη χρήση του τοπιού. Οι κρίσεις με βάση την αξία του τοπιού γενικά διαμορφώνονται με βάση το σύστημα αξίων αυτού που

10

(11)

πραγματοποιεί την αξιολόγηση. Μπορούν όμως να τεθούν ορισμένοι κανόνες με βάση τους οποίους να μπορεί να βγει μια μέθοδος αξιολόγησης. Οι κανόνες αυτοί διακρίνουν τρεις διαστάσεις ενός τοπιού: την παραγωγική του αξία (για παράγωγη προϊόντων και υπηρεσιών), την οικολογική του αξία(ως βιότοπος για είδη και ως πρώτες ύλες) και την συμβολική του αξία(αν δηλαδή το τοπίο είναι ΄΄ομορφο΄΄ή

΄΄ασχημο΄΄,΄΄ επιθυμητο΄΄ ή όχι, κτλ.).

Όσο αφορά τη παραγωγική αξία του τοπίου είναι ένας πόρος, τόσο ως χρήσεις γης στις οποίες παράγονται προϊόντα και υπηρεσίες, όσο και αυτοτελώς ως μια πολιτισμική εικόνα. Η αναγνώριση της παραγωγικής αξίας του τοπίου, εξαρτάται έτσι από την μέθοδο που χρησιμοποιείται και τους σκοπούς της μεθόδου αυτής.

Συνήθως ενδιαφερόμαστε για τη σύγκλιση των προϊόντων και υπηρεσιών που παράγονται σε ένα τοπίο σε σχέση με κάποιο άλλο τοπίο ή σε σχέση με κάποια άλλη χρονική περίοδο. Οι συγκρίσεις περιλαμβάνουν:

 τη σύγκριση με τι ίδιο τοπίο σε άλλη χρονική περίοδο,

 τη σύγκριση με άλλο τοπίο για την ίδια χρονική περίοδο

 τη σύγκριση με άλλο τοπίο σε άλλη χρονική περίοδο.

Για να είναι δυνατή η πραγματοποίηση των συγκρίσεων αυτών είναι απαραίτητη η αναγνώριση των προϊόντων και των υπηρεσιών που παράγονται στο τοπίο από τη συγκεκριμένη κοινωνία και τα παραγωγικά συστήματα που αυτή χρησιμοποιεί και τα οποία διαμορφώνουν το τοπίο, γι αυτό άλλωστε έχει και νόημα να αναφερόμαστε στο τοπίο ως μέρος και χώρος στο οποίο παράγονται προϊόντα και υπηρεσίες, γιατί είναι η έκφραση των παραγωγικών συστημάτων στο χώρο. ( σημειώσεις μαθήματος ανάλυση και αντίληψη τοπίου).

Ένας από τους σημαντικότερους κλάδους της μελέτης του τοπιού είναι η οικολογία του τοπιού. Η Διεθνής Ένωση για την Οικολογία Τοπιού ορίζει ως εξής: ΄΄Η οικολογία τοπιού είναι η μελέτη της χωρικής ποικιλίας σε τόπια για μια ποικιλία κλιμάκων. Περιλαμβάνει τις βιοφυσικές και κοινωνικές αίτιες και επιπτώσεις της ετερογένειας του τοπιού. Πάνω από όλα είναι διεπιστημονικότητα( International association of Landscape Ecology Executive Committee 1998, από Moss, 2000).

11

(12)

Η οικολογική αξία του τοπίου προήλθε από την ανάγκη να μελετηθούν οι οικολογικές διεργασίες σε «πραγματικές» συνθήκες χώρου και αλληλεπιδράσεων μεταξύ των μελών ενός πληθυσμού και μεταξύ πληθυσμών διαφορετικών ειδών.

Ακόμη, καθορίζεται από παράγοντες όπως η βιοποικιλότητα (Wascher, 1999; Opdam et al, 2003 από σημειώσεις μαθήματος) και η συνοχή του τοπίου (Opdam et al., από σημειώσεις μαθήματος).

H συμβολική και αισθητική αξία του τοπίου ολοκληρώνει τη διαπραγμάτευση της έννοιας του τοπιού. Η λέξη αισθητική, προέρχεται από την Αρχαία Ελληνική

΄΄αίσθησης΄΄ των αντικειμένων, τη χρήση των αισθήσεων δηλαδή για τα αντικείμενα που γίνονται αισθητά, σε αντίθεση με αυτά που δεν είναι, τα μη υλικά. Έτσι οι αρχικοί ορισμοί, θεμελιώνουν την αισθητική ως ΄΄την επιστήμη των συνθηκών της αντίληψης των αισθήσεων΄΄ (Porteous,1996,σελ.19). Το αντικείμενο της έννοιας όμως καθορίζεται από πολλαπλούς παράγοντες και σταδιακά μεταβάλλεται.

Σύμφωνα με τον Tuan (1993), «η αισθητική εμπειρία είναι η διαδικασία με την οποία αποδίδεται κάποιος βαθμός ομορφιάς σε αντικείμενα ή χώρους.» Ο Bourassa (1991) ορίζει την αισθητική εμπειρία ως «το αποτέλεσμα της αντίληψης, επεξεργασμένης νοητικά, σύμφωνα με τις πολιτισμικές αποσκευές».

Είναι δυνατόν να διακριθούν τρία διαφορετικά επίπεδα αισθητικής εμπειρίας: το βιολογικό, το πολιτισμικό και το προσωπικό επίπεδο.

Το βιολογικό επίπεδο στηρίζεται σε μια μορφή περιβαλλοντικού ντετερμινισμού, που ορίζει τη βιολογική συνιστώσα ως ιδιαίτερα σημαντική για τη διαμόρφωση ανθρώπων, πολιτισμών, άρα και της αισθητικής αποτίμησης του περιβάλλοντος τους.

΄΄η αισθητική εμπειρία βασίζεται στις πιο πρωτόγονες σχέσεις ανάμεσα στον οργανισμό και στο περιβάλλον του΄΄ ( Dewey στο Bourassa 1991, σελ.47 ).

Συγγραφείς όπως ο Dewey, Riley (1992), Porteous (1995), Lothian (1999) υποστηρίζουν ότι κάποιοι βιολογικοί νόμοι, έμφυτοι και προερχόμενοι από την εξέλιξη των ειδών, καθορίζουν τις προτιμήσεις των ανθρώπων σε συγκεκριμένα τοπία.

Από την άλλη πλευρά, στο πολιτισμικό επίπεδο, το κύριο βάρος της αισθητικής εμπειρίας αποδίδεται σε πολιτισμικές διαφορές, που φαίνεται ότι είναι ευκολότερα ελέγξιμες εμπειρικά, κυρίως εξαιτίας των προβλημάτων εμπειρικής τεκμηρίωσης

12

(13)

βιολογικών νόμων στη συμπεριφορά. Οι υποστηρικτές της πολιτισμικής διάστασης της αισθητικής εμπειρίας (Bourassa 1991, Muir 1999, Heft & Nasar, 2000), πιστεύουν ότι το τοπίο αποτελεί ένα σύνολο συμβολικών αναπαραστάσεων, για παράδειγμα «συμβόλων τοπικότητας, εθνικότητας, ξεκούρασης, φυγής, υπερηφάνειας, ταπεινότητας, μεγαλείου» (σημειώσεις μαθήματος). Τα σύμβολα αυτά παραπέμπουν σε συγκεκριμένες αξίες, ιδέες και νοήματα, άρα και το τοπίο συνδέεται με τις ίδιες αξίες, ιδέες και νοήματα. ΄΄Το πολιτισμικό σύστημα όχι μόνο αναζητά την ταυτότητα του σε συμβολικές φόρμες, αλλά αναζητά επίσης την αυτοδιατήρηση του διαμέσου τέτοιων φορμών (Bourassa 1991,σελ.91).

Τέλος, το προσωπικό επίπεδο, αναφέρεται σε εμπειρίες που σχετίζονται με προσωπικές επιλογές, όπως αυτές διαμορφώνονται σε διάφορα στάδια της ζωής του παρατηρητή, κυρίως όμως στην παιδική ηλικία και τις προσωπικές του εμπειρίες. και μέσα από διάφορες προσωπικές εμπειρίες, κυρίως όμως στην παιδική ηλικία.

Ανάλογα με την προσωπικότητα, εισέρχονται και ψυχολογικοί παράγοντες που επηρεάζουν τις προτιμήσεις και την ένταση της αισθητικής εμπειρίας. Η προσωπικότητα αποτελεί προϊόν των πολιτισμικών συστημάτων στα οποία συμμετέχει ο καθένας, αλλά ταυτόχρονα χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα-μοναδικά λιγότερο ή περισσότερο γνωρίσματα (Riley,1992). Τελικά, μπορεί η αισθητική εμπειρία του καθένα σε προσωπικό επίπεδο να επηρεάζεται από βιολογικές αναγκαιότητες και πολιτισμικές επιδράσεις, αλλά τελικά φιλτράρεται μέσα από τις επιθυμίες, ανάγκες και στρατηγικές του (σημειώσεις μαθήματος: ανάλυση και αντίληψη τοπιού, Κίζος 2005).

13

(14)

2.2. Τοπία Αναψυχής και Τουρισμός

Το κεφάλαιο αυτό ασχολείται με τον τουρισμό. Παρουσιάζεται η σχέση του τουρισμού με το τοπίο, όπως διαμορφώνεται κυρίως από τις αλλαγές που προκαλεί ο τουρισμός στο τοπίο και τις στάσεις καθώς και εκτιμήσεις των τουριστών απέναντι στο τουριστικό τοπίο.

2.2.1 Βασικές έννοιες

Ο τουρισμός είναι ένα πολυεπίπεδο κοινωνικό-οικονομικό φαινόμενο, το οποίο συνδέεται άρρηκτα με τον ελεύθερο χρόνο του ανθρώπου και την «ανάπτυξη» των σύγχρονων αστικό-βιομηχανικών και μετά-βιομηχανικών κοινωνιών που αγγίζει με τη παρουσία του. Ολοένα και «παγκοσμιοποιούμενος», αφορά όλο και περισσότερο το σύνολο του σύγχρονου κόσμου. Ο τουρισμός, αποτελεί τη μεγαλύτερη βιομηχανία του κόσμου όπως υποστηρίζει το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ταξιδιών και Τουρισμού.

Για το λόγο ότι χαρακτηρίζεται από μαζικές και συνεχείς ανθρώπινες ροές σε όλο και περισσότερα μέρη του κόσμου, ενώ αποτελεί τον πρωταρχικό τρόπο προσωπικής επαφής μεταξύ των λαών και τρόπων ζωής τους. (Ανθρωπογεωγραφία, Άνθρωπος, κοινωνία και χώρος, Θ. Τερκενλή, Θ. Ιωσηφίδης, Ι. Χωριανόπουλος, εκδόσεις Κριτική, σελ 328). Ενώ ο σκοπός του τουρισμού για τον τουρίστα βρίσκεται στην απομάκρυνση του από τον τόπο διαβίωσης του, για τον τουριστικό πράκτορα ή τον ντόπιο επαγγελματία βρίσκεται στο οικονομικό κέρδος μέσα από τη τουριστική δραστηριότητα ( Το Πολιτισμικό Τοπίο, Τερκενλή, σελ.120).

Ο τουρίστας εξερευνά την πολυπλοκότητα ενός μέρους του κόσμου που βρίσκεται περά από το καθημερινό του περιβάλλον και με αυτόν τον τρόπο κατανοεί και αξιολογεί τον κόσμο προσδιοριζονταςκαι τη δική του ταυτότητα. Επίσης, οι δραστηριότητος του τουρισμού αντιπροσωπεύουν μια προσωρινή διακοπή των καθημερινών κοινωνικών διασυνδέσεων, μια αλλαγή και με αυτόν τον τρόπο, μια αίσθηση ψυχολογικής ελευθερίας. Ο προσανατολισμός του τουρίστα αποβλέπει στην απομάκρυνση του από το καθημερινό περιβάλλον της ρουτίνας και στην αναζήτηση νέων εμπειριών που όχι μόνο θα τον ξεκουράσουν και θα τον ηρεμήσουν με τις καινούριες οπτικές απολαύσεις που προσφέρουν, αλλά και θα ανεβάσουν το γόητρο του στον κοινωνικό του κύκλο( Jakle 1987). Η τουριστική εμπειρία μπορεί να

14

(15)

διακριθεί στη βάση του βαθμού συμμετοχής του τουρίστα στη ζωή του τόπου επίσκεψης του σε:

 Δραστηριότητα αναψυχής (μηδενική συμμέτοχη)

 Δραστηριότητα αλλαγής καθημερινότητας (ελάχιστη συμμέτοχη)

 Δραστηριότητα καινούργιων εμπειριών

 Δραστηριότητα πειραματική (αξιόλογη συμμέτοχη)

 Δραστηριότητα υπαρξιακή (ουσιαστική συμμέτοχη)(Cohen 1979).

Όσον αφορά στο τοπίο ως πόλο έλξης του τουρίστα, οι περιηγητές πηγαίνουν να δουν αυτό που είδη γνωρίζουν ότι υπαρχή στον τόπο αυτό. Η μονή καινούργια εμπειρία τους είναι οι δίκες τους αντιδράσεις ως προς αυτά τα τόπια. Αλλά στη διάρκεια της σχεδιασμένης περιήγησης τους στα αναμενόμενα αξιοθέατα, συμβαίνει και αυθόρμητη περιήγηση και άλλων τοπίων, μη διαφημισμένων. Υπάρχει και ένα ακόμη πρόβλημα σε σχέση με τον οργανωμένο τουρισμό: ο τουρισμός του είδους αυτού έχει την τάση να στερεοτυπεί το τοπίο, δηλαδή να συνηθίζει το μάτι σε ακραίες (εντυπωσιακές και μόνο ) οπτικές εντυπώσεις που εξασθενούν τη δυνατότητα του παρατηρητή να ΄΄βλεπει΄΄ οτιδήποτε άλλο και έτσι να δημιουργεί υπερβολικές προσδοκίες από το τοπίο.(Το πολιτισμικό τοπίο: Γεωγραφικές προσεγγίσεις, Τερκενλή, σελ. 119).

2.2.2 Τουρισμός Υπαίθρου

Ο τουρισμός υπαίθρου και γενικά η παροχή υπηρεσιών στην ύπαιθρο αποτελούν μια πολύ σημαντική πρακτική για την ανάπτυξη της υπαίθρου, καθώς μαζί με την συντήρηση του τοπιού αποτελούν τις δυο πρακτικές που συνδυάζουν πολλές από τις υπαιτιότητες και τις γεωγραφίες της υπαίθρου. Έτσι, αποτελούν προνομιακό πεδίο πολύ-λειτουργικότητας των εκμεταλλεύσεων των περιοχών και πολύ-απασχόλησης των μελών των αγροτικών νοικοκυριών, είναι συνώνυμες έννοιες της των γεωγραφιών κατανάλωσης και αποτελούν απαραίτητο συμπλήρωμα οποιασδήποτε στρατηγικής ποιότητας και ιδιοτυπίας για μια περιοχή και τα προϊόντα που αυτή παράγει. Ο τουρισμός υπαίθρου είναι μια γενικότερη κατηγορία τουρισμού που μπορεί να οριστεί ως το σύνολο των τουριστικών δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χωρά στην ύπαιθρο, πρόκειται δηλαδή για έναν χωρικό προσδιορισμό τουριστικών

15

(16)

δραστηριοτήτων. Έτσι, ο τουρισμός υπαίθρου περιλαμβάνει τον περιπατητικό τουρισμό (δραστηριότητες περιήγησης στη φύση σε μονοπάτια), τον οικολογικό τουρισμό (δραστηριότητες παρατήρησης της φύσης, δέντρων, πουλιών κ.τ.λ.) σε προστατευόμενες κυρίως περιοχές, τον ποδηλατικό τουρισμό (δραστηριότητες ποδηλασίας) και είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στην Δυτική Ευρώπη.(Ανάπτυξη της υπαίθρου και Πολιτικές, Κίζος, 2003, σελ.42).

2.2.3 Οι επιπτώσεις του τουρισμού στο τοπίο

Το δίλημμα λοιπόν, όσον αφορά το αποτύπωμα του τουρισμού στο τοπίο έχει διττή υπόσταση και είναι το εξής: Πρώτον, η τουριστική διαφήμιση προωθεί την ιδέα των ταξιδιών σε απομονωμένα, άθικτα τόπια έξω από την ΄΄πεπατημένη οδό΄΄, σε ιστορικούς πολιτισμούς ανέγγιχτους από τον δυτικό πολιτισμό αλλά με όλες τις γνώριμες ανέσεις του σπιτιού (ή του Δυτικού κόσμου). Δεύτερον, από την πλευρά του τόπου περιήγησης, κράτη και μικρότερες κοινωνίες που υποφέρουν οικονομικά αλλά έχουν μεγάλο πολιτισμικό πλούτο βασίζουν κατά μεγάλο βαθμό την οικονομική τους βιωσιμότητα στα έσοδα από τον τουρισμό, ο όποιος παράλληλα υποβαθμίζει το γενικό περιβάλλον, αυτό που τον προσέλκυσε κατά πρώτο λόγο. Μια ακόμη σημαντική επίπτωση του τουρισμού είναι ότι η παρουσία του σε ένα τόπο εξυμνεί και παρατείνει τη φτώχεια, επειδή είναι περισσότερο γραφική, όπως για παράδειγμα, τα μισοερηπωμενα σπίτια, οι στενοί δρόμοι, οι παραδοσιακές φορεσιές και συνταγές κ.τ.λ. Ίσως από οποιαδήποτε άλλη πολιτισμική διάσταση, το ιστορικό παρελθόν είναι εκείνο από το οποίο ΄΄τρεφεται΄΄ περισσότερο ο τουρισμός (Το πολιτισμικό τοπίο:

Γεωγραφικές προσεγγίσεις, Τερκενλή, σελ. 121).

2.2.4 Προϋποθέσεις για περιβαλλοντικά υπεύθυνο τουρισμό

Η τουριστική δραστηριότητα αναζητεί το μοναδικό, το ασυνήθιστο και το εντυπωσιακό στο τοπίο, μια αναζήτηση που γίνεται πολλές φόρες αίτια αδιαφορίας για τους παράγοντες που διαμόρφωσαν αυτές τις ιδιομορφίες του τοπιού. Η έμπνευση για περιβαλλοντικά υπεύθυνο τουρισμό πρέπει να βασίζεται σε συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Συγκεκριμένα, η μόρφωση πρέπει να ξεκινήσει με την ψυχική και συναισθηματική επένδυση στο περιβάλλον μας, το οποίο συχνά εκλαμβάνεται ως δεδομένο. Επιπλέον, η συντήρηση του φυσικού τοπιού και περιβάλλοντος αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο μέρος του κόστους της επιχείρησης του τουρισμού. Αυτή είναι μια μοναδικότητα του τουρισμού ως προσοδοφόρας επιχείρηση που απαιτεί

16

(17)

χρηματική επένδυση στη βιωσιμότητα του περιβάλλοντος. Τρίτον, η ηθική της περιβαντολογικης συντήρησης και πνευματικής/ψυχικής αξίας. Τέλος, ο έλεγχος και σχεδιασμός. Έχει αποδειχθεί ότι οι πιο ενδεδυμένοι τρόποι έλεγχου και σχεδιασμού των επιπτώσεων του τουρισμού στο τοπίο είναι εκείνοι που καθορίζουν την πρόσβαση και ανθρωπινή επαφή με το τοπίο αυτό. Συγκεκριμένα, η μικρή κλίμακα του τοπίου αναψυχής και το μεγάλο ποσοστό έλεγχου της τοπικής κοινωνίας επάνω στη χρήση του φαίνεται ότι αποτελούν τους σπουδαιότερους παράγοντες επιτυχίας στο σχεδιασμό του τοπιού ( Jakle 1992 ) (Το πολιτισμικό τοπίο: Γεωγραφικές προσεγγίσεις, Τερκενλή, σελ. 125).

2.2.5 Αρχιτεκτονική του πολιτισμικού τοπιού

Η αρχιτεκτονική του τοπιού είναι ένας από τους πρώτους κλάδους μελέτης του τοπιού. Η πρώτη αυτή μορφή της αρχιτεκτονικής του τοπιού προέρχεται από την αρχιτεκτονικοί των κήπων στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική. Σήμερα, η αρχιτεκτονική του τοπιού εκτός από τη διαμόρφωση κήπων και γενικά του περιβάλλοντος, ασχολείται επίσης με την περιβαλλοντική ψυχαγωγία(αντίληψη του χώρου), την αρχιτεκτονική δομημένων χωρών και τα αστικά τόπια. Μελετώνται οι τρόποι με τους οποίους οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται το περιβάλλον τους και το σηματοδοτούν, ποια χαρακτηριστικά δηλαδή χρησιμοποιούνται ως ορόσημα στο τοπίο.(σημειώσεις μαθήματος: Ανάλυση και Αντίληψη Τοπιού, Κίζος, 2005, σελ.54).

Η ΄΄ανακαλυψη΄΄ του χαρακτήρα ενός τοπιού πραγματοποιείται μέσα από την οπτική ανάλυση. Η οπτική ανάλυση, είτε είναι η σχέση που νιώθει ότι έχει ο παρατηρητής με τη φύση, είτε κάποια ιδιαίτερη ευαισθητοποίηση στο φως και στα χρώματα της ώρας είναι μια προσπάθεια ερμηνείας του περιεχομένου του τοπιού σαν σύστημα συμβολισμού των ανθρώπινων προθέσεων.

Τα τόπια μπορούμε να τα κατανοήσουμε σε διάφορα επίπεδα, ένα από το οποία είναι και το επίπεδο της λεπτομέρειας. Η εξερεύνηση του ποσοστού λεπτομέρειας ενός τόπου εμπλουτίζει οπτικά την εμπειρία αναγνώσεις του, αλλά καθορίζει σημαντικά το χαρακτήρα του. Το ποσοστό λεπτομέρειας αναγνωρίζεται μεταξύ άλλων στα΄΄επιπλα του δρόμου, στην πλακόστρωση ή εδαφοκάλυψη και στη βλάστηση του τοπιού(Jakle, 1987). Μέσα από την ανάγνωση της λεπτομέρειας συμπεραίνουμε για το στυλ ή ρυθμό του τοπιού. (Το πολιτισμικό τοπίο: Γεωγραφικές προσεγγίσεις, Τερκενλή, σελ. 99-

17

(18)

Η αίσθηση της ομορφιάς στο τοπίο πηγάζει από συναισθήματα ικανοποίησης που δημιουργούνται στον παρατηρητή όταν στοιχεία του περιβάλλοντος του συνδυάσουν με νοητικές διαδικασίες σε ένα ισορροπημένο σύνολο. Στη σύνθεση αυτή λαμβάνουν μέρος μεταβλητές όπως: η ποιότητα της όρασης και άλλους βιολογικούς περιορισμούς, η φαντασία, η στοχαστική ικανότητα, η σχετική μόρφωση και προηγούμενη εμπειρία του παρατηρητή καθώς και άλλοι κοινωνικοί παράγοντες.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα κτίσης και διαρρύθμισης Ζαγορισιου σπιτιού:

΄΄Τα σημερινά σπίτια του χωριού μου είναι χρισμένα με ντόπια άσπρα λιθάρια βγαλμένα από τα μαντέμια. Τα αγκωνάρια για τη στερέωση των σπιτιών κτιστήκαν με σκούρα κοτρόνια ανθεκτικά στο νοτιά και τον ήλιο. Τα αρχοντικά είναι χρισμένα με πελεκητά λιθάρια΄΄(Ελαφότοπος, Μενέλαου Κικόπουλου, σελ.189-190).

΄΄Τα σπίτια αυτά, όπως τα σημερινά, ήταν διώροφα κι είχαν πάνω κάτω τη ίδια διαίρεση, όμοια και απαράλλακτη με εκείνη των τωρινών σπιτιών του χωριού.

Κτισμένα κολλητά το ένα με το άλλο επικοινωνούσαν μεταξύ τους με μυστικά περάσματα. Έτσι όταν οι κλέφτες πατούσαν τα αρχοντικά, οι αρχοντάδες μπορούσαν σπίτι το σπίτι να φτάσουν από τη μία στην άλλη άκρη του χωριού και να αποφύγουν τη σύλληψη από τους κλέφτες και την πληρωμή ύστερα λύτρων για την απελευθέρωσή τους. Ακόμα τα σπίτια του χωριού για το φόβο των κλεφτών διέθεταν χοντρές απέθαντες εξώπορτες και σαλόπορτες, που έκλειναν με μεγάλες σίγουρες κλειδαριές και σφαλούσαν από μέσα με δύο σιδεριές ,μια για κάθε φύλλο της πόρτας. Πολλά σπίτια είχαν κι απεράτες, δηλ. χοντρές γρεντές, που έπιαναν τη νύχτα πέρα ως πέρα την πόρτα και τη μέρα χώνευαν στην κοιλία της μπάλας. Τα παράθυρα είχαν σιδεριές. Οι οβοροί ήταν αψηλοί ως δυο μπόια. Όλα τα σπίτια είχαν για φυλακές μαντρόσκυλα, που τα αντικατάστησαν αργότερα με παμπόνηρα κοκόνια. Τη νύχτα οι χωριανοί διπλομανταλώνονταν κι άφηναν λυτά τα σκυλιά. Στα αρχοντικά χαμήλωναν τις κρεμαστές λάμπες και κατέβαζαν τους μπερντέδες, για να μη γίνονται τα σπιτικά τους στόχος των κλεφτών΄΄(Ελαφότοπος, Μενέλαου Κικόπουλου, σελ.188-189).

18

(19)

2.3 Μεταβολή τοπίου σε σχέση με την κλίμακα

2.3.1 Μεταβλητότητα του τοπίου

Η μεταβλητότητα ενός τοπίου προσδίδει στον χαρακτήρα του ιστορικό βάθος σύμφωνα με το προσδιορισμό του περάσματος του χρόνου, μέσα από το οποίο ένα τοπίο εμφανίζεται ως το σκηνικό ενός χωρικού γεγονότος ή μιας σειράς γεγονότων. Ο Lynch (1972) διακρίνει τις χρονικές πληροφορίες που παρέχει ένα τοπίο σε δυο κατηγορίες: 1) Επεισοδιακές επαναλήψεις (π.χ. ημερήσιες μεταβολές φωτός, ώρες αιχμής στους δρόμους μίας πόλης ) και 2) προοδευτικές και αμετάκλητες αλλαγές ( π.χ. η παλαίωση και τα σημάδια γεγονότων του παρελθόντος) Και τα δυο αυτά είδη πληροφοριών ζωντανεύουν το τοπίο με κίνηση και χρονικούς ρυθμούς, όπως είναι για παράδειγμα οι ανθρώπινες δραστηριότητες στο τοπίο ή οι εποχιακές μεταβολές της φυσικής βλάστησης (Τερκενλή Θ, 1996, σελ.106). Η πρώτη κατηγορία που αφορά τις επεισοδιακές επαναλήψεις δεν θα μας απασχολήσει στα πλαίσια της συγκεκριμένης έρευνας Θα ασχοληθούμε κυρίως, με προοδευτικές ή αμετάκλητες μεταβολές που είναι πιθανό να συναντήσουμε στα πλαίσια διεξαγωγής της έρευνας, όπως για παράδειγμα η εκχέρσωση, η εγκατάλειψη ή αλλαγή καλλιέργειας και η οικιστική μεταβολή.

2.3.2 Διαδικασίες μεταβολής του αγροτικού τοπίου

Η διαμόρφωση του αγροτικού τοπιού προκύπτει από τις μεταβολές που υφίσταται το τοπίο μέσα στο χρόνο. Η διαπραγμάτευση του πλαισίου διαμόρφωσής του διακρίνει τις αλλαγές αυτές σε δυο κατηγορίες, ανάλογα με την κλίμακα των γενεσιουργών αιτίων τους. Συγκεκριμένα, διακρίνονται αλλαγές που οφείλονται σε μικρο και μακρο δράσεις (Λουλούδης, 1992),(Σχήμα 1). Οι μικρο-δράσεις είναι αποτέλεσμα των επιπτώσεων της χρήσης γης των φυσικών πόρων μιας περιοχής από το κοινωνικό-οικονομικό σύστημα της και ο καθορισμός των χρήσεων γης. Οι χρήσεις γης εκφράζονται σε μικρο επίπεδο από τους κύριους χρήστες της, που είναι οι αγροτικές εκμεταλλευσεις.Τα φυσικά χαρακτηριστικά τους διαμορφώνουν τα τόπια αγροτικών περιοχών και ιδιότητες όπως το μέγεθος των αγροτεμαχίων, τις καλλιεργητικές πρακτικές, τις περιφράξεις, το είδος και τα υλικά κατασκευής των

19

(20)

αγροτικών κατασκευών. Η διαδικασία διαμόρφωσης επηρεάζεται από μια σειρά κοινωνικό-οικονομικών παραγόντων, όπως το διοικητικό και φορολογικό πλαίσιο, τους τρόπους και την έκταση παρέμβασης του κράτους, τις ατομικές επιδιώξεις των μελών του αγροτικού νοικοκυριού και το καταναλωτικό πρότυπο. Χαρακτηριστικά παραδείγματα με μικρά εγγειοβελτικά έργα διεργασιών μέσω των οποίων γίνεται η διαφοροποίηση του τοπιού είναι:

 η κατασκευή θερμοκηπίων

 η κατασκευή τοπικών αρδευτικών και στραγγιστικών δικτύων

 η διάνοιξη γεωτρήσεων

 κατασκευή αναβαθμίδων

 η κατασκευή γεωργικών και κτηνοτροφικών κτιρίων

 οι περιφράξεις.

Επίσης, υπάρχουν και αλλαγές που αφορούν την τροποποίηση των φυτοζωιών κοινοτήτων όπως:

 Αλλαγή ποικιλιών

 Αλλαγή καλλιεργειών

 Στροφή από φυτική σε ζωική παράγωγη και αντίστροφα.

Ή αλλαγές που οφείλονται στην μεταβολή της χρήσης των αγροτικών γαιών οι οποίες προέρχονται από:

 Οικιστική πίεση

 Εγκατάλειψη της αγροτικής παραγωγικής δραστηριότητας

Οι μακρο-δράσεις είναι μεγάλης κλίμακας επεμβάσεις στο αγροτικό τοπίο, οι οποίες περιλαμβάνουν μακρο αγροτικές δράσεις, οργανωμένες βιομηχανικές ή μεταποιητικές δράσεις και οργανωμένη οικιστική επέκταση. Οι δράσεις του πρωτογενούς τομέα είναι η τροποποίηση των εδαφικών και υδρολογικών συνθηκών, με μεγάλα εγγειοβελτικα έργα και ορυχεία. Τα έργα αυτά περιλαμβάνουν:

 Αναδασμό γης

 Χάραξη αγροτικών και δημοσίων δρόμων

 Κατασκευή αρδευτικών και στραγγιστικών δικτύων

 Κατασκευή λιμνοδεξαμενών και φραγμάτων

 Αποξήρανση ελών ή υγροτόπων Τα ορυχεία μπορεί να περιλαμβάνουν:

20

(21)

 Ορυχεία πετράς

 Υπέργεια ορυχεία μεταλλευμάτων

(σημειώσεις μαθήματος: Ανάλυση και αντίληψη του τοπιού, Κίζος, 2005.σελ.62-64).

Σχήμα 1. Επιδράσεις στο αγροτικό τοπίο (πηγή: διασκευή από Λουλούδη, 1992, σελ. 136-7)

2.3.3 Η Δυναμική του τοπιού

Το τοπίο μπορεί να περιγράφει με τη χρήση συγκεκριμένων χαρακτηριστικών που θεωρείται ότι περιγράφουν την σύνθεση και τη μορφολογία του σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές. Η μεταβολή των χαρακτηριστικών αυτών(φυσικοί-ανθρωπογενείςς παράμετροι, ενδογενή-εξωγενή χαρακτηριστικά, άλλες πολιτικές), καθορίζει τη δυναμική του. Η δημιουργία του αγροτικού τοπιού ξεκινά με την απομόνωση των παραγόντων οι οποίοι μπορούν να θεωρηθούν αμετάβλητοι σε μικρές σχετικά χρονικές κλίμακες. Η αναφορά σε όλες τις χρονικές κλίμακες δεν έχει νόημα στα πλαίσια μιας προσπάθειας κατανόησης της δυναμικής συγκεκριμένων αγροτικών

21

Referências

Documentos relacionados

Ποιες είναι οι χειρονομίες που κάνουν οι Ευρωπαίοι; Κάνουν χειρονομίες οι Άγγλοι; Ποιες από αυτές μάς είναι γνωστές και ποιες άγνωστες; Πώς ερμηνεύονται; Γνωρίζουν οι Έλληνες τι