• Nenhum resultado encontrado

Περιφερειακή ανάπτυξη και συνοχή: περίπτωση δυτικής Μακεδονίας

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Περιφερειακή ανάπτυξη και συνοχή: περίπτωση δυτικής Μακεδονίας"

Copied!
148
0
0

Texto

(1)

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

«ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΧΗ:

ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ»

Εκπόνηση: Καλαμπούκα Ευαγγελία (Α.Μ: 16109045) Επιβλέπων Καθηγητής: κ. Κορρές Γεώργιος

Εξεταστική Επιτροπή: κ. Κουρλιούρος Ηλίας, κ. Σιδηρόπουλος Γεώργιος

Μυτιλήνη, 2014

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

(2)
(3)

.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ

(4)

4 Η παρούσα διπλωματική εργασία με θέμα « Περιφερειακή ανάπτυξη και συνοχή περίπτωση: Δυτικής Μακεδονίας» πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια εκπόνησης της πτυχιακής εργασίας του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες σε όσους συνέ- βαλαν στη διεκπεραίωση της προσπάθειας μου. Αρχικά θα ήθελα να ευχαριστήσω τον επιβλέποντα καθηγητή κ. Κορρέ, για τις πολύτιμες παρατηρήσεις του και την καθο- δήγηση του. Παράλληλα θα ήθελα να ευχαριστήσω τον καθηγητή κ. Κουρλιούρο Η- λία και τον αναπληρωτή καθηγητή κ. Σιδηρόπουλο Γεώργιο για την συμμετοχή τους στην επιτροπή εξέτασης της διπλωματικής μου εργασίας.

Τέλος θέλω να ευχαριστήσω όλους εκείνους τους ανθρώπους που στάθηκαν δίπλα μου με βοήθησαν να προσπερνώ τους προβληματισμούς μου και τις ανησυχίες μου:

την οικογένεια μου και τους φίλους μου. Που με τον τρόπο τους και την υπομονή τους συνέβαλλαν στην εκπλήρωση ενός ακόμη στόχου μου. Σε αυτούς αφιερώνεται η παρούσα διπλωματική εργασία.

.

(5)

.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

(6)

6

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ... 8

I.1. ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ... 12

I.1.1. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑΤΟΥΧΩΡΟΥ ... 12

I.1.2. ΜΕΛΕΤΗΚΑΙΟΡΓΑΝΩΣΗΤΟΥΧΩΡΟΥ ... 13

I.1.3. ΤΑΑΙΤΙΑΤΟΥΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ ... 15

I.1.4. ΗΕΛΛΗΝΙΚΗΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΠΟΛΙΤΙΚΗ ... 18

I.1.5. ΤΟΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΠΡΟΒΛΗΜΑΣΤΗΝΕΛΛΑΔΑ ... 22

I.1.6. ΑΝΑΓΚΗΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣΤΟΥΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ ... 24

I.1.7. ΚΡΙΤΗΡΙΑΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥΕΘΝΙΚΗΣΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ... 25

I.2. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΕΣ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΑ ... 30

I.3. ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ... 34

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ... 37

II.3. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ... 38

II.2. ΟΡΙΣΜΟΙ ... 42

II.2.1. ΤΙΟΡΙΖΟΥΜΕΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ... 42

II.2.2. ΤΙΟΡΙΖΟΥΜΕΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΑΝΑΠΤΥΞΗ... 42

II.3. ΔΙΑΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ... 44

II.3.1. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΡΗΤΗΣ ... 44

II.3.2. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΝΟΤΙΟΥΑΙΓΑΙΟΥ ... 51

II.3.3. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΒΟΡΕΙΟΥΑΙΓΑΙΟΥ ... 54

II.3.4. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΑΤΤΙΚΗΣ ... 58

II.3.5. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ... 65

II.3.6. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΔΥΤΙΚΗΣΕΛΛΑΔΑΣ ... 67

II.3.7. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΙΟΝΙΩΝΝΗΣΩΝ ... 70

II.3.8. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣΤΕΡΕΑΣΕΛΛΑΔΑΣ ... 72

II.3.9. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ... 74

II.3.10. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΗΠΕΙΡΟΥ ... 76

II.3.11. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΝΤΡΙΚΗΣΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ... 78

II.3.12. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ&ΘΡΑΚΗΣ ... 80

II.3.13. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΔΥΤΙΚΗΣΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ... 82

II.4. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ... 84

II.5. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΙΝΗΤΡΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ... 90

ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ... 90

II.6. ΔΕΙΚΤΕΣ - ΠΙΝΑΚΕΣ ... 91

ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ... 107

III.1. ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΩΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ – ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ... 108

III.2. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ... 112

III.3. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

115

(7)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

7

III.4. ΚΛΑΔΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ... 127

III.4.1. ΟΚΡΟΚΟΣΚΟΖΑΝΗΣ ... 129

III.4.1.1. Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΦΥΤΟΥ ΚΡΟΚΟΣ ... 130

III.4.2. ΗΛΙΓΝΙΤΟΦΟΡΟΣΛΕΚΑΝΗΠΤΟΛΕΜΑΪΔΑΣ-ΑΜΥΝΤΑΙΟΥ ... 136

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ... 140

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ... 144

(8)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

(9)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

9 Η παρούσα διπλωματική εργασία είναι το αποτέλεσμα μιας προσπάθειας για τη διερεύνηση του ζητήματος της περιφερειακής ανάπτυξης, των παραγόντων που την επηρεάζουν και των πολιτικών που εφαρμόζονται για την επίτευξη της.

Πιο συγκεκριμένα στη συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία συλλέξαμε όλα τα στοι- χεία και τις πολιτικές που οδηγούν στην δημιουργία των περιφερειών. Βασικός στό- χος κάθε περιφέρειας είναι η οικονομική της ανάπτυξη, βέβαια η υπέρ-συγκέντρωση πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα επιφέρει την οικονομική στασιμότητα και την πληθυσμιακή αποδυνάμωση μιας χώρας, στην περίπτωση της Ελλάδας αυτό σημαίνει με την υπερσυγκέντρωση στα μεγάλα αστικά κέντρα Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Αν και τα τελευταία χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης σημαντικό μέρος του πληθυσμού επέστρεψε στην επαρχία, παρόλ’ αυτά δεν αποδυναμώθηκαν τα δυο με- γάλα αστικά κέντρα. Είναι επιτακτική η παρέμβαση της πολιτείας ώστε να μειωθεί η μεγάλη συγκέντρωση πληθυσμού στους δυο πόλους ανάπτυξης.

Από τα παραπάνω διαπιστώνουμε ότι η οικονομική και πολιτιστική μας ανάπτυξη είναι αλληλένδετη με τον γεωγραφικό χώρο. Με άλλα λόγια ο βασικός προβληματι- σμός μας πρέπει να είναι η ορθολογική χωροταξική κατανομή του πληθυσμού και των δραστηριοτήτων του, με γνώμονα πάντα την περιφερειακή ανάπτυξη, αλλά και την συγκράτηση του ενεργού πληθυσμού καθώς και την προσέλκυση επιχειρήσεων στην Ελλάδα.

Στη συνέχεια της εργασίας γίνεται αναφορά στις 13 περιφέρειες της χώρας μας και στα γεωγραφικά διαμερίσματα της.

Συνοψίζοντας ασχοληθήκαμε με την περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας η οποία πα- ρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθότι διαθέτει μεγάλη ποικιλία αγροτικών προϊό- ντων. Κυρίαρχη θέση κατέχει φυσικά η καλλιέργεια του Κρόκου, η οποία αποτελεί καινοτομία του νομού Κοζάνης διότι είναι ο μοναδικός νομός της Ελλάδας στον ο- ποίο καλλιεργείται το συγκεκριμένο φυτό.

Παρακάτω παρουσιάζονται οι αναλύσεις S.W.O.T. και PEST, βάση των οποίων κάνουμε την ανάλυση για την περιφέρεια και προσπαθούμε να εντοπίσουμε τις δυνα- τότητες, τις αδυναμίες, τις απειλές και τις ευκαιρίες που μπορούν να δοθούν στην πε- ριφέρειας Δ. Μακεδονίας, σε εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον

(10)

10 Επίσης, αναφερόμαστε στα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά της περιφέρειας και τέλος στον ορυκτό πλούτο της τον λιγνίτη και το γεγονός ότι η περιοχή της Πτο- λεμαΐδας παράγει το 65% του ηλεκτρικού ρεύματος που τροφοδοτεί τη χώρα.

Στο τελευταίο μέρος ακολουθούν τα συμπεράσματα και γίνεται καταγραφή των προοπτικών για το μέλλον που διαφαίνεται, τόσο σε επίπεδο περιφερειών της Ελλά- δας όσο και στην περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας.

(11)

.

Ι.

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ:

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

(12)

12 Σε αυτό το πρώτο κεφάλαιο θα ασχοληθούμε με τη μελέτη και τον τρόπο με τον οποίο καθορίστηκε ο Ελληνικός χώρος. Πιο συγκεκριμένα θα μελετήσουμε τις Περι- φέρειες και τα γεωγραφικά διαμερίσματα, καθώς και τα κριτήρια με τα οποία έγινε ο διαχωρισμός τους.

I.1. ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

I.1.1. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

Σύμφωνα με τους Πετράκο και Ψυχάρη (2004), ο χώρος συμβάλλει στην ανάπτυξη της κοινωνικής ευημερίας. Οι οικονομικές και κοινωνικές μεταβολές που μπορεί να υπάρξουν στο χώρο επηρεάζουν την διαμόρφωσή του αλλά και την οργάνωση του και επηρεάζονται από αυτές. Η αύξηση της κοινωνικής ευημερίας επέρχεται μέσα από την άσκηση επιρροής των μεγεθών του χώρου. Τα κρίσιμά προβλήματα του χώρου που αποτελούν και αντικείμενο έρευνας είναι : η παγκοσμιοποίηση, η γεωπολιτική, η αστικοποίηση και η χωροταξία, η ρύπανση του περιβάλλοντος και άλλα προβλήματα.

Με την παγκοσμιοποίηση η οποία λαμβάνει χώρα μετά τη δεκαετία του 50, έχουμε διασύνδεση των αγορών της παραγωγής και της απασχόλησης με αποτέλεσμα την αύξηση αλληλεξάρτησης των περιοχών. Οι πιο κρίσιμες όμως μεταβολές είχαν χωρο- ταξική διάσταση, διότι η παραγωγή πρώτων υλών διαδραματίζει μικρότερο ρόλο σε παγκόσμια κλίμακα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται διεθνής κατανομή της εργασί- ας.

Με την γεωπολιτική, εννοούμαι τη θεώρηση των περιφερειών ως γεωπολιτικών μονάδων, με την έννοια αυτή ενισχύεται η περιφερειακή αυτονομία και ταυτότητα και διασπάται η έννοια του έθνους-κράτους.

Η αστικοποίηση και η χωροταξία, αφορούν τη συγκέντρωση μεγάλου μέρους του πληθυσμού στο κέντρο, η μεταφορά αυτή αποτελεί φυσική μετακίνηση του πληθυ- σμού στις πόλεις. Για λόγους συγκράτησης και ισορροπίας στα αστικά κέντρα χρήσι-

(13)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

13 μη είναι η χωροταξική μελέτη για την εγκατάσταση των νοικοκυριών και των παρα- γωγικών μονάδων.

Η ρύπανση του περιβάλλοντος είναι ένα φαινόμενο με κοινωνικές, οικονομικές και τεχνολογικές διαστάσεις που οι επιπτώσεις του απειλούν την ύπαρξη της ίδιας της ζωής στον πλανήτη μας.

Η επισήμανση κρίσιμων προβλημάτων που αφορούν την κοινωνική ευημερία, δη- μιουργούν την ανάγκη παρέμβασης του κράτους για την αντιμετώπισης του περιφε- ρειακού προβλήματος, το οποίο καθίσταται αδύνατο να επιλυθεί χωρίς την κρατική παρεμβατικότητα.

(Πηγή: Πετράκος Γ.- Ψυχάρης Γ., Περιφερειακή Ανάπτυξη στην Ελλάδα)

I.1.2. ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

Η μελέτη και η οργάνωση του χώρου προϋποθέτουν την ανάλυση του, τόσο σε γεωγραφικό, οικονομικό, μαθηματικό, οικολογικό, πολιτικό όσο και σε κοινωνικό χώρο, όπως αναφέρεται από τους Πετράκο και Ψυχάρη (2004).

Ο γεωγραφικός χώρος προηγείται ιστορικά του οικονομικού χώρου, στον γεωγρα- φικό χώρο είναι κατανεμημένοι οι φυσικοί πόροι ενώ, ο οικονομικός χώρος είναι τμήμα με ταύτιση των ορίων του.

Ο οικονομικός χώρος σε σχέση με τον πολιτικό χώρο βρίσκονται σε μία στενή σχέση μεταξύ τους, άλλοτε ακολουθεί και άλλοτε προηγείται ο ένας του άλλου.

Όσον αφορά τέλος, τον κοινωνικό χώρο, ο οικονομικός χώρος συγκεντρώνει πολ- λά από τα στοιχεία του.

Οι Πετράκος και Ψυχάρης αναφέρουν ότι: Στο χώρο σημαντική επίδραση κατέχει η ανθρώπινη παρέμβαση με οποιονδήποτε τρόπο. Αν ταυτιστεί με την έννοια του χώ- ρου, τότε με τον γεωγραφικό χώρο προσδιορίζονται τρείς μορφές οικονομικής επί- δρασης του στην ανθρώπινη δραστηριότητα.

Ο χώρος με τη μορφή του εδάφους (επιφάνεια), είναι περιορισμένος σε ότι αφορά την παραγωγική διαδικασία. Η γεωργική του χρήση αποδίδει σημαντική εισροή στην

(14)

14 αγροτική παραγωγή. Όταν όμως έρχεται σε συνδυασμό με τις πυκνές συγκεντρώσεις του πληθυσμού της γης, οξύνει το πρόβλημα των συγκρούσεων των χρήσεων γης και καθιστά το έδαφος σημαντικό παράγοντα στην εξελικτική πορεία των κοινωνικών σχηματισμών.

Η απόσταση ως διάσταση του χώρου, παρεμβάλλεται ανάμεσα στον άνθρωπο και το χώρο, είτε για την επιλογή του τόπου εγκατάστασης , τη μεταφορά υλικών και πό- ρων είτε για την επικοινωνία ανάμεσα στα διάφορα σημεία του χώρου.

Ο χώρος ως τόπος εγκατάστασής οικονομικών δραστηριοτήτων εξετάζεται ως χώ- ρος γειτνίασης οικονομικών δραστηριοτήτων και ως μεταφορά ροών εισοδήματος από περιοχή σε περιοχή.

Οι αιτίες που προκαλούν τις παραπάνω επιδράσεις στον χώρο οφείλονται στην α- νομοιογένεια της φύσης και της κατανομής των φυσικών πόρων, που έχει ως αποτέ- λεσμα να μην μπορεί να γίνει σωστή χρήση τους και έτσι να φτάνουμε στην ανισομε- ρή κατανομή των οικονομικών δραστηριοτήτων στο χώρο όπως προκύπτει από την ανάλυση του περιφερειακού προβλήματος.

Η αναζήτηση νέων μεθόδων για την οικονομική ανάλυση χωροταξικών προβλη- μάτων και η ανάπτυξη της προβληματικής διεπιστημονικής θεώρησης για τη διάστα- ση του χώρου, επέφεραν την ανάπτυξη της Οικονομικής Επιστήμης ή της Οικονομίας του Χώρου.

Σύμφωνα με τους Πετράκο και Ψυχάρη η οικονομική του χώρου ασχολείται με την Περιφερειακή Πολιτική. Πιο συγκεκριμένα καλύπτει ένα ευρύ σύνολο προβλη- μάτων τα οποία σχετίζονται με τη χωρική κατανομή και τα ροβλήματα που υπάρχουν.

Θα μπορούσαμε να χωρίσουμε τα γνωστικά αντικείμενα της Οικονομικής του Χώρου σε δύο σημαντικές κατηγορίες:

Μακροοικονομική του χώρου ή Περιφερειακή Οικονομική που είναι ο κλάδος ο οποίος ασχολείται με την οικονομική συμπεριφορά σε περιφερειακό επίπεδο, βραχυ- χρόνια.

Μικροοικονομική του χώρου ή μικροοικονομική του τόπου εγκατάστασης μονά- δων και συνόλων των οικονομικών δραστηριοτήτων.

(15)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

15 Οι περιορισμένες δυνατότητες της περιφερειακής οικονομικής ανάλυσης, η πολυ- διάστατη φύση των προβλημάτων του χώρου επέφεραν την ανάπτυξη μιας νέας επι- στήμης της Περιφέρειας, που σκοπός της είναι η μελέτη των περιφερειών με επιστη- μονικές μεθόδους και διαδικασίες.

Η Οικονομική Γεωγραφία αναπτύχθηκε ιστορικά ως κλάδος της γεωγραφίας και οι αλληλεπιδράσεις της με την Οικονομική του Χώρου και την Περιφερειακή Επιστήμη είναι πολλές και συνηθισμένες.

Η Οικονομία του χώρου έχει και τον κλάδο της Περιφερειακής Οικονομικής πολι- τικής η οποία περιλαμβάνει όλες τις παρεμβάσεις του κράτους που ως στόχο τους έ- χουν τη βελτίωση της γεωγραφικής κατανομής των οικονομικών δραστηριοτήτων.

Στην πραγματικότητα προσπαθεί να διορθώσει ορισμένες χωρικές συνέπειες της Ελ- ληνικής Οικονομίας της αγοράς για να επιτύχει δύο αλληλοσχετιζόμενους αντικειμε- νικούς σκοπούς: την οικονομική ανάπτυξη και τη βελτίωση της κοινωνικής δομής.

(Πηγή: Πετράκος Γ.- Ψυχάρης Γ., Περιφερειακή Ανάπτυξη στην Ελλάδα)

I.1.3. ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ Τα αίτια του περιφερειακού προβλήματος αποτελούν ένα σύνθετο πολιτικό- κοινωνικό-οικονομικό πρόβλημα, το οποίο διαμορφώνει ιστορικά άνισου μεγέθους χωρικές μονάδες. Οι διαρθρωτικές μεταβολές στα χαρακτηριστικά των μονάδων επη- ρεάζουν την ένταση του Περιφερειακού προβλήματος. Για να προσδιοριστούν οι πα- ράγοντες που επιτείνουν το περιφερειακό πρόβλημα χρειάζονται σχετικές έρευνες πάνω στην ανάλυση του περιφερειακού προβλήματος. Γενικά οι αδυναμίες του μηχα- νισμού της αγοράς με την άνιση κατανομή των φυσικών πόρων, με τη δομή της οικο- νομίας των περιφερειών, το θεσμικό πλαίσιο οργάνωσης του κράτους και την κλαδι- κή διάρθρωση, προκαλούν τις περιφερειακές ανισότητες. (Πετράκος˙ Ψυχάρης, 2004) Παρακάτω περιγράφονται εν συντομία τα αίτια:

Γεωγραφικοί παράγοντες:

• Άνιση χωροταξική κατανομή

(16)

16

• Αδράνεια των φυσικών πόρων και της σημασίας τους, στη διαμόρφωση της άνισης κατανομής των οικονομικών δραστηριοτήτων

• Η απόσταση μιας περιφέρειας από τα ανεπτυγμένα κέντρα μιας χώρας, επιφέ- ρει μεταφορικό κόστος και απομάκρυνση από τις εξειδικευμένες υπηρεσίες.

Οι γεωγραφικοί παράγοντες είναι ιδιαίτερα σημαντικοί σε ότι αφορά την ανάπτυξη των περιφερειών του Ευρωπαϊκού Νότου.

Δομή της οικονομίας των περιφερειών:

Αφορά, περιφέρειες που η οικονομική τους διάρθρωση βασίζεται σε ένα παράγο- ντα ή σε ένα κλάδο, όπως για παράδειγμα η οικονομία ενός νησιού, που στηρίζεται στον τουρισμό. Αν μειωθεί η ζήτηση θα μεταβληθούν και οι ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας της περιφέρειας. Επίσης, αφορά και περιφέρεις που η διάρθρωση της οι- κονομίας τους στηρίζεται σε δυναμικούς κλάδους παραγωγής, για παράδειγμα στη βιομηχανία, που εξελίσσεται και βελτιώνεται συνεχώς παρακολουθώντας τη διάρ- θρωση της οικονομίας και λαμβάνοντας εγκαίρως νέα μέτρα. Επειδή όμως, οι αλλα- γές που συντελούνται σήμερα στην οικονομία είναι γρήγορες, το κράτος δεν έχει πά- ντα τη δυνατότητα να παρέμβει άμεσα, με αποτέλεσμα οι κλάδοι της οικονομίας που ακμάζουν να μετατραπούν σε φθίνοντες κλάδους μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διά- στημα. (Πετράκος˙ Ψυχάρης 2004)

Χαμηλή κινητικότητα εργασίας και κεφαλαίου:

Ο βαθμός κινητικότητας σε σχέση με τον παράγοντα της εργασίας σε διεθνή και εθνικό επίπεδο είναι ανεπαρκής, για να μπορεί να ανταποκρίνεται στη ζήτηση του εργατικού δυναμικού σε δεδομένο χρόνο και τόπο. Ανάλογα με την κινητικότητα του κεφαλαίου και της εργασίας δημιουργούνται αλληλεπιδράσεις στον πληθωρισμό και την ανεργία. Όταν υπάρχει ζήτηση εργατικού δυναμικού που δεν καλύπτεται άμεσα, τότε έχουμε πληθωριστικές πιέσεις, ενώ όταν η προσφορά εργατικού δυναμικού κα- λύπτεται τότε έχουμε την εμφάνιση της ανεργίας.

Με την ανάπτυξη του τριτογενούς τομέα παραγωγής και σε συνάρτηση με τον υψηλό βαθμό χωρικής συγκέντρωσης εντείνεται το περιφερειακό πρόβλημα. Ο μηχα- νισμός της αγοράς δημιουργεί ατελή ανταγωνισμό από διάφορους θεσμικούς παράγο-

(17)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

17 ντες οι οποίοι διαμορφώνουν αυτή την κατάσταση και τελικά επιδρούν στην κινητι- κότητα του κεφαλαίου και της εργασίας.

Θεσμικοί παράγοντες:

Εντάσσονται στου θεσμικούς παράγοντες η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων της δη- μόσιας διοίκησης και ασήμαντες εξουσίες της τοπικής αυτοδιοίκησης που αποτελούν παράγοντα αναστολής της οικονομικής δραστηριότητας στις περιφέρειες και δη- μιουργούν έτσι, αιτίες για περιφερειακά προβλήματα. Ακόμη, η συγκέντρωση των οικονομικών δραστηριοτήτων στα αστικά κέντρα και η καθιέρωση του συγκεντρωτι- κού συστήματος διοίκησης αποτελούν για πολλές χώρες αιτία περιφερειακών προ- βλημάτων. Στην Ελλάδα το πρόβλημα αυτό υπάρχει με την Αθήνα να είναι το κέντρο ολόκληρης της χώρας, τα τελευταία χρόνια έγινε μια προσπάθεια αποκέντρωσης των εξουσιών με τη δημιουργία της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, δεν φτάσαμε όμως στην ίδια αντιστοίχηση με τις άλλες χώρες της Ε.Ε. (Πετράκος˙ Ψυχάρης, 2004)

Πολιτικοί παράγοντες:

Στην Ελλάδα η προσάρτηση νέων περιφερειών έπειτα από την σύσταση του νέου κράτους επέτεινε την ένταση των περιφερειακών προβλημάτων, διότι οι νέες περιφέ- ρειες στερούνται την φροντίδα του κράτους. Βέβαια και άλλες πολιτικές αποφάσεις, όπως ο πόλεμος, οι βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών, κ.α., δημιουργούν περιφερειακά προβλήματα σε εθνικό και διεθνή επίπεδο.

Περιβαλλοντικοί παράγοντες:

Η εικόνα μιας περιφέρειας συντελείται από τις κλιματολογικές συνθήκες και την κατάσταση των φυσικών πόρων. Είναι σημαντική γιατί σύμφωνα με αυτή προσελκύ- ονται νέες επενδύσεις στην περιοχή.

Εσωτερικές και εξωτερικές οικονομίες:

Για να γίνει ο εφοδιασμός της πρωτεύουσας και των μεγάλων αστικών κέντρων με υποδομές, τεχνολογία κλπ, οι εξωτερικές οικονομίες διαδραματίζουν σημαντικό παράγοντα για την ευημερία των περιφερειών και διευρύνουν το περιφερειακό πρό- βλημα. Το περιφερειακό πρόβλημα μπορεί να καθορίσουν και οι αποφάσεις επιχειρή-

(18)

18 σεων που δεν δραστηριοποιούνται στο εσωτερικό της περιφέρειας. Το πρόβλημα του εξωτερικού ελέγχου στην παγκόσμια οικονομία έχει αποκτήσει νέες διαστάσεις, λόγω του έντονου ανταγωνισμού συγκεντρώνουν τις παραγωγικές μονάδες σε λιγότερες τοποθεσίες και εκμεταλλεύονται όσο το δυνατό τις οικονομίες κλίμακας που μπορεί να προκύψουν. (Πετράκος˙ Ψυχάρης,2004)

Έλλειψη καινοτομικών δραστηριοτήτων και Περιορισμένη επιχειρηματική πρωτο- βουλία:

Βασική αιτία του περιφερειακού προβλήματος είναι η έλλειψη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών. Η άμεση και σωστή ενημέρωση και η επαγγελματική κατάρτιση των ιδιόκτητων μικρών επιχειρήσεων , σε συνδυασμό με το θετικό προσανατολισμό των τοπικών ηγετικών παραγόντων προς την επιχειρηματική δράση, αυτά είναι τα άμεσα μέτρα που οδηγούν στην πρόσληψη νέων πρωτοβουλιών σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας.

(Πηγή: Πετράκος Γ.- Ψυχάρης Γ., Περιφερειακή Ανάπτυξη στην Ελλάδα)

I.1.4. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Είναι γενικά αποδεκτό ότι η χώρα μας αντιμετωπίζει έντονες περιφερειακές ανισό- τητες. Μπορούμε να αναφέρουμε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν δύο σημαντικά κέντρα – πόλοι, η Αθήνα κυρίως και η Θεσσαλονίκη σε μικρότερο βαθμό. Με μια μικρή ιστο- ρική αναδρομή θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα τους λόγους για τους ο- ποίους η πρωτεύουσα έχει αυτή την κυρίαρχη αν θέλετε θέση, στην Ελλάδα.

Η διάρθρωση του πληθυσμού όπως αναφέρεται από τους Κατοχιανού και Μαρκο- γιάννη (1989), αποτελεί πλήρη αντιστροφή της χωρικής διάρθρωσης των χρόνων της τουρκοκρατίας, όταν η Αθήνα ήταν ένα χωριό 3000κατοίκων, ο Πειραιάς δεν αποτε- λούσε ακόμα σημαντικό λιμάνι και στην Ελληνική επικράτεια υπήρχαν άλλα σημα- ντικά κέντρα, εμπορικά. Βιοτεχνικά, ναυτιλιακά και παραδοσιακών κυρίως καλλιερ- γειών. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας υπήρχαν πολλές ανθρωπογεωγραφικές ενότητες κατανεμημένες που χαρακτηρίζονταν από γεωφυσική και πολιτιστική ουδετερότητα, οικονομική και κοινωνική αυτοτέλεια και διεθνή σε αρκετές περιπτώσεις ακτινοβολί- α.

(19)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

19 Η Αθήνα από την εποχή που ορίστηκε ως πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους συγκέντρωσε την πολιτική αλλά και τη διοικητική εξουσία, δηλαδή τους μηχανι- σμούς λήψης αποφάσεων. Καθώς, τότε η οικονομία της χώρας στηριζόταν αποκλει- στικά στον αγροτικό τομέα και μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η πρωτεύουσα ως α- στικό κέντρο ήταν εξαρτημένη από την παραγωγή της υπαίθρου. Με άλλα λόγια η Αθήνα συντηρούνταν από τα οικονομικά πλεονεκτήματα των υπόλοιπων αγροτικών περιοχών, τις οποίες έλεγχε πολιτικά αλλά και διοικητικά μέσω του συστήματος των διοικητικών περιοχών (Αργύρης, 1994).

Με την πάροδο του χρόνου στη περιοχή της πρωτεύουσας συγκεντρώθηκαν τα πε- ρισσότερα έργα υποδομής και επομένως η ευρύτερη περιοχή έγινε ο τόπος συγκέ- ντρωσης των βιομηχανικών μονάδων. Το αποτέλεσμα ήταν η μετακίνηση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού από τις αγροτικές περιοχές είτε προς το εξωτερικό, είτε προς την Αθήνα με σκοπό την εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης και την εύρεση μιας επικερδούς εργασίας.

Εκτός όμως από τα προβλήματα η μεταναστευτική αυτή κίνηση δημιούργησε και μια σειρά από θετικές επιπτώσεις, όπως παρατήρησε ο Καυκαλάς (1984). Πολλές πε- ριφέρειες αλλά και η χώρα ολόκληρη, ανακουφίστηκαν από τις πιέσεις τις ανεργίας και κυρίως της απασχόλησης στον αγροτικό τομέα, ενώ τα μεταναστευτικά εμβάσμα- τα αποτέλεσαν σημαντική βοήθεια στην κάλυψη του μόνιμα προβληματικού ισοζυγί- ου πληρωμών.

Η ανάπτυξη όμως της πρωτεύουσας οδήγησε στην υποβάθμιση των λοιπών περιο- χών της χώρας και συνεπώς στη δημιουργία περιφερειακών ανισοτήτων. Οι περιφε- ρειακές ανισότητες της Ελλάδας όμως σύμφωνα με τον Αργύρη (1994) δεν είναι α- πλές περιφερειακές εισοδηματικές διαφορές. Πολύ περισσότερο αντικατοπτρίζουν μια μορφή ανισομερούς περιφερειακής ανάπτυξης που μπορεί να εκφραστεί με σχέση κέντρου - περιμέτρου.

Οι κοινωνικοοικονομικές ανισότητες είχαν επισημανθεί στα αναπτυξιακά προ- γράμματα, τα οποία ήδη από το 1949 υπήρχαν στη χώρα. Σε κάθε αναπτυξιακό πρό- γραμμα τέθηκαν ορισμένοι στόχοι όπως:

Η ανακοπή αρχικά και στη συνέχεια η αποκέντρωση όσον αφορά τον πληθυσμό και τις δραστηριότητες αυτού από το λεκανοπέδιο της Αττικής

(20)

20 Η περαιτέρω ορθολογική ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης

Η ανακατανομή της βιομηχανίας και γενικότερα η πιο ισόρροπη ανάπτυξη της Ελ- λάδας.

Όπως αναφέρει ο Πιτελής (2002) το κύριο χαρακτηριστικό της Ελληνικής βιομη- χανικής πολιτιστικής καθ’ όλη τη μεταπολεμική περίοδο και μέχρι την ένταξη της στην Ε.Ε ήταν να προστατευθούν οι εθνικές επιχειρήσεις από τον εξωτερικό ανταγω- νισμό (που όμως σημείωνε συνεχή πτωτική τάση), καθώς και από τη σχετιζόμενη προώθηση ολιγοπωλιακών συγκροτημάτων και την παράλληλη προσπάθεια προσέλ- κυσης ξένων επενδύσεων. Ένα χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί την ελληνική περί- πτωση από άλλες, είναι η ύπαρξη πελατειακών σχέσεων, με τις επιδοτήσεις, φορολο- γικές απαλλαγές κλπ., κάτι το οποίο είναι αποτέλεσμα συχνά μη οικονομικών κριτη- ρίων, μετατρέποντας έτσι κρατικά έσοδα σε φαινόμενα κέρδη.

Τα προγράμματα όμως, τα οποία εφαρμόστηκαν κατά τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 και τα οποία στηρίχθηκαν στην παροχή φορολογικών κινήτρων, δεν επέφε- ραν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Ο λόγος ήταν ότι η εφαρμοσθείσα πολιτική κι- νήτρων περιφερειακής ανάπτυξης, πάλι υπαγορεύτηκε σε μεγάλο βαθμό από το μο- ντέλο εκβιομηχάνισης και ανάπτυξης που επικράτησε στην Ελλάδα (Αργύρης, 1994).

Κατά τη δεκαετία 1960-1970 το πλαίσιο περιφερειακής ανάπτυξης της χώρας δεν παρουσίασε σημαντικές διαφορές από αυτό της προηγούμενης περιόδου. Όμως, κατά τη δεκαετία 1970-1980 παρατηρούμε ότι για την ενίσχυση των περιφερειακών προ- γραμμάτων χρησιμοποιούνταν όπως αναφέρθηκε από τα τέλη της δεκαετίας του ’40 (Α.Ν. 949/49) τώρα πλέον παρέχονται και χρηματοδοτικά κίνητρα.

Από τη δεκαετία του ’80 και έπειτα παρατηρούνται νέες πολιτικές όσον αφορά την περιφερειακή ανάπτυξη σε σχέση με τις πολιτικές, οι οποίες εφαρμόστηκαν σε προη- γούμενες περιόδους ( δεκαετίες ’50 & ’60). Οι διαφορές μεταξύ των πολιτικών αυτών σύμφωνα με την Ανδρικοπούλου (1993) εντοπίζονται στα εξής σημεία:

Στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 οι φορείς λήψης αποφάσεων είναι αποκλειστικά της κεντρικής δημόσιας διοίκησης, ενώ στη δεκαετία του ’80 οι πολιτικές ασκούνται από περιφερειακές ή τοπικές αρχές (περιφερειακές διοικήσεις, αναπτυξιακές εταιρεί-

(21)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

21 ες, αυτοδιοίκηση) οι οποίες εκπροσωπούν συγκεκριμένα τοπικά συμφέροντα και δεν ελέγχονται απαραίτητα από την κεντρική κρατική δομή.

Όσον αφορά το χώρο αναφοράς, οι πολιτικές στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 αναφέρονταν στο σύνολο του εθνικού χώρου και την κατάτμηση του σε περιφερεια- κές ενότητες με κοινά χαρακτηριστικά και προβλήματα με ιδιαίτερη έμφαση στις λι- γότερο αναπτυγμένες περιοχές, ενώ στη δεκαετία του ’80 οι πολιτικές αναφέρονταν αποκλειστικά στη συγκεκριμένη περιοχή ή περιφέρεια που εκπροσωπούν, χωρίς να συλλαμβάνουν το σύνολο του περιφερειακού προβλήματος στον εθνικό χώρο.

Ως προς τους διατυπωμένους στόχους, οι πολιτικές στις δεκαετίες του ’50 και του

’60 αποσκοπούσαν στη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη εξισορρόπηση των περι- φερειακών ανισοτήτων, ενώ στη δεκαετία του ’80 οι πολιτικές αποσκοπούσαν στη βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη κινητοποίηση της τοπικής ανάπτυξης.

Ως προς τον προσανατολισμό των παρεμβάσεων, οι πολιτικές κατά τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 προσανατολιζόταν στην περιφερειακή ανακατανομή της ανάπτυ- ξης και αποκέντρωσης πόρων και επενδύσεων προς όφελος των λιγότερο αναπτυγμέ- νων περιοχών, ενώ στη δεκαετία του ’80 οι πολιτικές προσανατολίζονταν στην κινη- τοποίηση των τοπικών πρωτοβουλιών ή και σε εθνικές και διεθνείς στρατηγικές προ- σέλκυσης επενδύσεων, αναδεικνύοντας τις τοπικές ιδιαιτερότητες και τους τοπικούς πόρους της περιοχής.

Όσον αφορά τα μέσα/ εργαλεία παρέμβασης, οι πολιτικές κατά τις δεκαετίες του

‘50 και του ’60 χρησιμοποιούσαν τις δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές και τα κίνη- τρα περιφερειακής ανάπτυξης που απευθύνονται στις ιδιωτικές επενδύσεις που πραγ- ματοποιούν νέες παραγωγικές επενδύσεις στην περιφέρεια, ενώ στη δεκαετία του ’80 αναπτύχθηκε μια ποικιλία πολιτικών, είτε με τη μορφή ειδικών οικονομικών κινή- τρων και παροχών προς τις ιδιωτικές επενδύσεις είτε με τη μορφή υποδομών που έ- χουν στόχο να βελτιώσουν τη γενική εικόνα της περιοχής και να αναδείξουν τα ιδιαί- τερα πλεονεκτήματα της για την εγκατάσταση νέων επιχειρήσεων.

Τέλος, ως προς τη σχέση δημοσίου-ιδιωτικού φορέα, οι πολιτικές στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 επεδίωκαν να επηρεάσουν αποφάσεις που αφορούσαν τον τόπο εγκατάστασης, ενώ κατά τη δεκαετία του ’80 επεδίωκαν να προωθήσουν το τοπικό παραγωγικό δυναμικό και να αναπτύξουν την ενδογενή παραγωγική δραστηριότητα

(22)

22 και στη συνέχεια στο βαθμό που συγκροτούν εθνικές και διεθνείς στρατηγικές να δη- μιουργήσουν ευνοϊκές συνθήκες για την εισροή και την εγκατάσταση νέων κεφαλαί- ων και επενδύσεων σε αυτές. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Πετράκο κ.α. (1993) από την εκτίμηση των επιδράσεων των αναπτυξιακών πολιτικών στα επίπεδα της βιομη- χανικής απασχόλησης προέκυψε το παρακάτω συμπέρασμα:

« Οι πολιτικές υποδομών, περισσότερο στο εθνικό αλλά και σε σημαντικό βαθμό και στο τοπικό επίπεδο, έχουν τη σημαντικότερη συμβολή στο μέγεθος της συνολικής βιομηχανικής απασχόλησης. Η επίδραση τους είναι θετική για τους περισσότερους κλάδους, χωρίς στατιστικά σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ διαφόρων κατηγο- ριών βιομηχανιών. Η κατασκευή υποδομών δεν είναι μεν σε θέση να αλλάξει την πα- ραγωγική δομή και το επίπεδο ανάπτυξης μιας περιοχής δραστικά, μπορεί όμως να δημιουργήσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις ούτως ώστε αυτό να καταστεί δυνατόν μέσω της συνδυασμένης επίδρασης άλλων πολιτικών καθώς και παραγόντων άλλης φύσεως» (Πετράκος 1993).

Επιπλέον, με την είσοδο της χώρας μας στην ΕΟΚ το 1981, μετεξέλιξη της οποίας αποτελεί η σημερινή Ε.Ε, έγινε εισαγωγή σημαντικού αριθμού κεφαλαίων. Η εισροή αυτή ήταν ένας παράγοντας οικονομικής ανάπτυξης καθώς συνέβαλε στην αύξηση της ζήτησης. Ακόμη, λόγω της αυξημένης προσφοράς βελτιώνεται η παραγωγική ι- κανότητα της ελληνικής οικονομίας.

( Όπως αναφέρθηκαν από τη διδακτορική διατριβή: Αξιολόγηση της συμβολής του υδατικού δυναμικού στην περιφερειακή ανάπτυξη με τη χρήση ποσοτικών μεθόδων (πε- ρίπτωση της Δυτικής Θεσσαλίας , Σοφιός, 2003).

I.1.5. ΤΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Περιφερειακό πρόβλημα έχουμε όταν παρατηρείται οικονομική και δημογραφική συγκέντρωση σε ένα αστικό κέντρο, με αποτέλεσμα η επαρχία να αποδυναμώνεται τόσο πληθυσμιακά όσο και οικονομικά, ενώ παράλληλα η σχέση εξουσίας μεταξύ αστικού κέντρου και της υπόλοιπης χώρας γίνεται όλο και πιο ισχυρή (Λαγός κ.α.

2004).

(23)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

23 Η ύπαρξη περιφερειακών ανισοτήτων στην Ελλάδα σύμφωνα με τους Πολύζο, Πε- τράκο, Αραμπατζή και Σούτσα (2004) στην Ελλάδα οι περιφερειακές ανισότητες ε- ντοπίστηκαν και διευρύνονται από τη δεκαετία του ’50 και κυρίως τη δεκαετία του

’60, όταν και το κράτος προσπάθησε να καθιερώσει την ισόρροπη οικονομική και κοινωνική περιφερειακή πολιτική. Τα μέτρα που πάρθηκαν αφορούσαν κατά κύριο λόγο την ενίσχυση των δημογραφικά και οικονομικά ασθενέστερων περιφερειών στην Ελλάδα, με στόχο την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, που αποτελεί βασική προϋ- πόθεση για την συγκράτηση πληθυσμού στην επαρχία

Ο Καζάκος (1994) αναφέρει ότι «Το κύριο πολιτικό – οικονομικό πρόβλημα είναι ότι υποδείχνει, αν και έμμεσα, ότι η γεωγραφική συγκέντρωση των οικονομικών δραστηριοτήτων συμβάλει περισσότερο στην ανάπτυξη παρά η διάχυση τους». Σύμ- φωνα με όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω συμπεραίνουμε ότι είναι επιθυμία των κυβερ- νήσεων να συγκεντρώνουν τους κλάδους με μεγάλο κύκλο εργασιών, σε στρατηγικής σημασίας περιοχές από γεωγραφικής και τεχνικής άποψης. Άρα, το κύριο χαρακτηρι- στικό τους προβλήματος είναι ότι οι ήδη υπάρχουσες ανισότητες, διευρύνονται.

Το συγκεντρωτικό σύστημα που εισήχθη στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα επί Όθωνα, συντέλεσε ουσιαστικά στη μεγέθυνση των ανισοτήτων μεταξύ της Αθήνας και της υπόλοιπης χώρας. Πιο συγκεκριμένα, τα παραδοσιακά παραγωγικά και εμπορικά κέ- ντρα έχασαν την αυτόνομη λειτουργία τους και έγιναν πλήρως εξαρτώμενα από την κεντρική διοίκηση της Αθήνας, ενώ και η βιομηχανική δραστηριότητα από μόνη της δεν μπορούσε να αναπτυχθεί παντού την ίδια στιγμή. Γενικότερα η βιομηχανική δρα- στηριότητα αρχικά κατανέμεται άνισα στο χώρο όπου υπάρχουν προοπτικές για οικο- νομική ανάπτυξη και που στην αρχή δημιουργεί ανισότητες. (Καζάκος, 1984).

Ένας ακόμη λόγος είναι η εισροή ξένων κεφαλαίων στην Ελλάδα, όπου οι πολυε- θνικές προτίμησαν να επενδύσουν στα μεγάλα αστικά κέντρα, προκειμένου να έχουν άμεση απόδοση του υψηλού κόστους επένδυσης και γι’ αυτό το λόγο τα αστικά κέ- ντρα στην Ελλάδα εμφανίζουν υψηλή συγκέντρωση βιομηχανικών κλάδων (Καζάκος, 1984).

Άλλα μικρότερα αίτια είναι η έντονη αστικοποίηση που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, η έλλειψη οικονομικής και κοινωνικής υποδομής

(24)

24 στην ύπαιθρο, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της πρωτεύουσας και η ανεπάρκεια της εκάστοτε εφαρμοσμένης περιφερειακής πολιτικής (Καζάκος, 1984).

Το κράτος εντόπισε το πρόβλημα και προσπάθησε με διάφορες μεταρρυθμίσεις να το λύσει. Ακόμη, το Ελληνικό κράτος από τους πρώτους νόμους περί κινήτρων περι- φερειακής ανάπτυξης θεώρησε τις τουριστικές επενδύσεις πιο σημαντικές, ενώ πα- ράλληλα για να κάνει πιο ελκυστικό αυτό τον κλάδο των επενδύσεων, κατασκεύασε και λειτούργησε με τον ΕΟΤ μια σειρά τουριστικών επιχειρήσεων όπως τα ξενοδο- χεία «Ξενία». Ο ρόλος του τουρισμού ως εργαλείο περιφερειακής ανάπτυξης ανα- φέρθηκε για πρώτη φορά στο πρόγραμμα περιφερειακής ανάπτυξης το 1976-1980 και στις επιμέρους μελέτες που συντάχθηκαν γι’ αυτό (ΚΕΠΕ 1976α και β )αργότερα δεν υπήρχε περιφέρεια που να μην περιέχει τον τουρισμό στους δυναμικά αναπτυσσόμε- νους κλάδους.

I.1.6. ΑΝΑΓΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ

Σύμφωνα με τον Κόνσολα (1997), η οικονομική πολιτική έχει ως σκοπό της την αντιμετώπιση του περιφερειακού προβλήματος στο σύγχρονο κράτος και στην Ε.Ε, ανάλογα με το βαθμό ανάπτυξης ή το βαθμό προβληματικότητας που έχει η κάθε πε- ριφέρεια εφαρμόζονται κάποια προγράμματα περιφερειακής ανάπτυξης που έχουν καθορισμένους στόχους. Οι πιο σημαντικοί λόγοι που δημιουργούν την άσκηση αντι- μετώπισης του περιφερειακού προβλήματος μπορούν να ταξινομηθούν στους παρα- κάτω:

Οικονομικές Κοινωνικές Περιβαλλοντικές

Οικονομικοί Λόγοι

Αφορά τη διάρθρωση των δυνάμεων της αγοράς ,όπως τη διαθεσιμότητα των φυ- σικών πόρων και την κινητικότητα του εργατικού δυναμικού οι οποίοι διαρθρώνουν

(25)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

25 την οικονομία μιας περιφέρειας. Σημαντικοί παράγοντες είναι η αύξηση ή η μείωση κεφαλαίου και εργατικού δυναμικού .

Κοινωνικοί Λόγοι

Αφορούν την ζήτηση εργασίας κυρίως τη μειωμένη ζήτηση που συντελεί στην πε- ριφερειακή ανεργία, τι δίκαιη κατανομή του εισοδήματος μέσα στην περιφέρεια. Στην περίπτωση αυτή δίνεται ιδιαίτερη σημασία στην χωροταξική ισότητα. Σημαντική εί- ναι και η πολιτική και πολιτισμική διάσταση των περιφερειών και των περιφερειακών προβλημάτων.

Περιβαλλοντικοί Λόγοι

Η προστασία του περιβάλλοντος για μια περιφέρεια ανεξάρτητα από τον βαθμό στον οποίο είναι ανεπτυγμένη αποτελεί σημαντικό παράγοντα. Αφορά κάθε οικονο- μική δραστηριότητα στο χώρο. Ακόμη σε αυτή την κατηγορία εντάσσεται και η βιώ- σιμη οικονομική ανάπτυξη η λειτουργία της οποίας αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τη συνύπαρξη ανθρώπου και φύσης.

I.1.7. ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Υπάρχουν κάποια κριτήρια βάση των οποίων χωρίζεται η εθνική οικονομία μιας χώρας , τα οποία καλούνται περιφέρειες, δεν υπάρχει όμως σαφής προσδιορισμός της έννοιας αυτής. (Σκούντζος, 2005) Τα κριτήρια αυτά μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρείς κατηγορίες:

 Ομοιογενείς περιφέρειες

 Πολικές περιφέρειες

 Περιφέρειες προγραμματισμού

Παρακάτω θα αναλυθούν οι τρείς αυτές κατηγορίες.

Οι ομοιογενείς περιφέρειες ομαδοποιούν και συγκεντρώνουν εδαφικές περιοχές με κοινά οικονομικά, κοινωνικά και γεωγραφικά χαρακτηριστικά. Στα οικονομικά χαρα- κτηριστικά των περιοχών εντάσσονται η ομοιότητα των επιπέδων των κατά κεφαλήν εισοδημάτων, ομοιότητα σε επίπεδο βιομηχανίας, παραγωγής, κατανάλωσης, ανεργί- ας και εργατικού δυναμικού. Στα κοινωνικά χαρακτηριστικά που ομαδοποιούν περιο- χές εντάσσονται τα κοινά ήθη, έθιμα, παραδόσεις και οι κοινές κοινωνικές τάσεις.

(26)

26 Τέλος στα γεωγραφικά εντάσσονται η τοπογραφική και κλιματολογική ομοιότητα τους καθώς και η ύπαρξη φυσικών πόρων.

Η κατηγορία περιφερειών όμως, με βάση τον Σκούντζο (2005), αποφεύγεται από τους αναλυτές διότι παρουσιάζει πολλές δυσκολίες που αφορούν οικονομικά μεγέθη, για παράδειγμα σε μια περιφέρεια μπορεί να υπάρχουν αστικές και αγροτικές διαρ- θρώσεις και να εμφανίζουν μεγάλες διαφορές ως προς τα εισοδηματικά τους κριτή- ρια. Επίσης, παρουσιάζονται προβλήματα όσον αφορά τη διαδικασία της ομαδοποίη- σης, μια περιοχή για παράδειγμα με βάση ένα συγκεκριμένο κριτήριο ομοιομορφίας μπορεί να εντάσσεται σε μια περιφέρεια ενώ, με κάποιο άλλο να εντάσσεται σε άλλη γειτονική περιφέρεια. Για τους δυο παραπάνω λόγους, που χρήζουν ιδιαίτερης σημα- ντικότητας οι αναλυτές δεν χρησιμοποιούν τον όρο ομοιογενείς περιφέρειες.

Οι πολικές περιφέρειες ομαδοποιούν περιοχές που βρίσκονται σε στενή αλληλε- ξάρτηση μεταξύ τους, το μέλλον των οποίων συνδέεται με πληροφορίες , αγαθά, αν- θρώπους κ.α. Η πολική περιφέρεια χρησιμεύει στη επισήμανση του κέντρου της πε- ριφερείας το οποίο ελέγχει ολόκληρη την περιφέρεια καθώς και στον προσδιορισμό της πυκνότητας των ροών , που προσδιορίζουν τα όρια της

Οι περιφέρειες προγραμματισμού προσδιορίζουν εκείνες τις περιοχές που έχουν κοινό φορέα για τη λήψη των αποφάσεων. Το βασικό πλεονέκτημα των περιφερειών αυτών είναι η διαθεσιμότητα επαρκών στατιστικών στοιχείων κατά διοικητικές περι- φέρειες, με αποτέλεσμα να αξιολογούνται ευκολότερα τα μέτρα πολιτικής που λαμ- βάνονται. Υπάρχει όμως, και ένα μειονέκτημα στις περιφέρεις αυτές το οποίο αφορά την άσκηση πολιτικής και τις αλληλεξαρτήσεις με άλλες περιοχές, κυρίως τις γειτονι- κές, που έχουν ως κύριο χαρακτηριστικό τους να μην έχουμε τα προσδοκώμενα απο- τελέσματα.

(Πηγή: Σκούντζος Α. Θεόδωρος, Περιφερειακή Οικονομική Ανάλυση και Πολιτική, 2005)

Με σκοπό την ενιαία διαίρεση του χώρου για την παραγωγή των περιφερειών, η Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUROSTAT) σε συνεργασία με άλ- λες υπηρεσίες της επιτροπής, κατάρτισε την ονοματολογία nuts για τις στατιστικές μονάδες.

(27)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

27 Η nuts είναι μία κοινή στατιστική ονοματολογία για τις εδαφικές μονάδες, που σκοπό έχει να διευκολύνει τη συλλογή, την ανάπτυξη και την εναρμόνιση των περι- φερειακών στατιστικών της Ε.Ε καθώς και την χρονική σταθερότητα των περιφε- ρειών.

«Το επίπεδο των NUTS στο οποίο ανήκει μια διοικητική μονάδα καθορίζεται βά- σει των ακόλουθων δημογραφικών ορίων:

Πίνακας 1: Επίπεδα NUTS (πηγή: Eurostat) Επίπεδο Ελάχιστο όριο Ανώτατο όριο

NUTS 1 3 εκατομμύρια 7 εκατομμύρια NUTS 2 800.000 3 εκατομμύρια NUTS 3 150.000 800.000

Στην περίπτωση όπου ο πληθυσμός ενός κράτους μέλους είναι, στο σύνολό του, κα- τώτερος από το ελάχιστο όριο του επιπέδου NUTS, το εν λόγω κράτος μέλος αποτε- λεί μια περιφερειακή μονάδα NUTS αυτού του επιπέδου.

Εάν, για ένα συγκεκριμένο επίπεδο της ονοματολογίας, δεν υφίσταται διοικητική μο- νάδα με επαρκή μεγέθη σε ένα κράτος μέλος, τότε το επίπεδο θεσπίζεται αθροίζοντας έναν επαρκή αριθμό μικρότερων γειτονικών διοικητικών μονάδων. Οι εν λόγω μονά- δες οι οποίες έχουν αθροισθεί κατ' αυτόν τον τρόπο ονομάζονται ‘μη διοικητικές μο- νάδες’» (πηγή: www.europarl.europa.eu).

Η nuts περιέχει τρία επίπεδα για την Ελλάδα (Πίνακες 2, 3 και 4):

Επίπεδο 1

Διαίρεση της χώρας σε 4 περιφέρειες κάθε μία από τις οποίες περιλαμβάνει αριθμό περιφερειών του επιπέδου 2. Παρακάτω διακρίνουμε το διαχωρισμό τους σύμφωνα με το πρώτο επίπεδο.

Πίνακας 2: Διαχωρισμός περιφερειών με βάση nuts, επίπεδο 1 (πηγή: Eurostat)

Βόρεια Ελλάδα Κεντρική Ελλάδα

Ανατολική Μακεδονία-Θράκη Ήπειρος

(28)

28

Κεντρική Μακεδονία Ιόνια Νησιά

Δυτική Μακεδονία Δυτική Ελλάδα

Θεσσαλία Στερεά Ελλάδα

Πελοπόννησος

Νησιά Αττική

Βόρειο Αιγαίο Αττική

Νότιο Αιγαίο Κρήτη

Επίπεδο 2

Υποδιαίρεση της χώρας σε 13 περιφέρειες, στις οποίες περιλαμβάνεται ένας αριθ- μός νομών του επιπέδου 3. Οι 13 αυτές περιφέρειες καλούνται ΥΠΑ ( υπηρεσίες πε- ριφερειακής αναπτύξεως). Παρακάτω φαίνεται καθαρά ο διαχωρισμός τους.

Πίνακας 3: Διαχωρισμός περιφερειών με βάση nuts, επίπεδο 2 (πηγή: Eurostat) Ανατολική Μακεδονία και

Θράκη Δυτική Μακεδονία

Νομός Έβρου Νομός Φλώρινας

Νομός Ροδόπης Νομός Κοζάνης

Νομός Ξάνθης Νομός Καστοριάς

Νομός Δράμας Νομός Γρεβενών

Νομός Καβάλας

Κεντρική Μακεδονία Ήπειρος

Νομός Σερρών Νομός Ιωαννίνων

Νομός Θεσσαλονίκης Νομός Άρτας

Νομός Χαλκιδικής Νομός Θεσπρωτίας

Νομός Κιλκίς Νομός Πρέβεζας

Νομός Πέλλας Νομός Πιερίας Νομός Ημαθίας

(29)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

29

Θεσσαλία Ιόνια Νησιά

Νομός Λάρισας Νομός Κέρκυρας

Νομός Μαγνησίας Νομός Λευκάδας

Νομός Καρδίτσας Νομός Ζακύνθου

Νομός Τρικάλων Νομός Κεφαλληνίας

Στερεά Ελλάδα Πελοπόννησος

Νομός Φθιώτιδας Νομός Κορινθίας

Νομός Ευρυτανίας Νομός Αργολίδας

Νομός Φωκίδας Νομός Λακωνίας

Νομός Ευβοίας Νομός Μεσσηνίας

Νομός Βοιωτίας Νομός Αρκαδίας

Δυτική Ελλάδα Αττική

Νομός Αιτωλοακαρνανίας Νομός Αττικής

Νομός Ηλείας Νομός Λασιθίου

Νομός Αχαΐας

Βόρειο Αιγαίο Νότιο Αιγαίο

Νομός Σάμου Νομός Κυκλάδων

Νομός Χίου Νομός Δωδεκανήσου

Νομός Λέσβου Κρήτη Νομός Χανίων Νομός Ηρακλείου

Νομός Ρεθύμνης Επίπεδο 3

Διαχωρισμός της χώρας σε 51 νομούς

Referências

Documentos relacionados

Με βάση τα παραπάνω, μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχουν τέσσερις προβληματικές αναφοράς Roy, 1996: Προβληματική α: επιλογή μιας και μόνης δραστηριότητας από το σύνολο Α Προβληματική β: