• Nenhum resultado encontrado

Συγχωνεύσεις και εξαγορές στον ελληνικό τραπεζικό κλάδο την δεκαετία 1996-2006

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Συγχωνεύσεις και εξαγορές στον ελληνικό τραπεζικό κλάδο την δεκαετία 1996-2006"

Copied!
70
0
0

Texto

(1)

ΘΕΜΑ: «Συγχωνεύσεις και εξαγορές στον ελληνικό τραπεζικό κλάδο την δεκαετία 1996-2006»

ΕΠΩΝΥΜΟ: Ποσνακίδου ΟΝΟΜΑ: Αθανασία

ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Μπεκιάρης Μιχάλης

ΧΙΟΣ- ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2008

(2)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Ο ... 2

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ... 2

1.1 ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ... 2

1.2 ΚΙΝΗΤΡΑ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΞΑΓΟΡΩΝ ... 5

1.3 ΛΟΓΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΞΑΓΟΡΩΝ ... 9

1.4 ΚΥΜΑΤΑ ΕΞΑΓΟΡΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΩΝ ... 13

1.4.1 Διεθνώς ... 13

1.4.2 Στην Ελλάδα ... 15

1.4.3 Στον Τραπεζικό κλάδο ... 20

1.5 ΕΝΑΣ ‘ΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ’ ΣΤΙΣ ΕΞΑΓΟΡΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΙΣ ... 23

1.6 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ... 24

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2Ο ... 26

ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΞΑΓΟΡΕΣ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 1996-2006 ... 26

2.1 ΠΡΟΛΟΓΟΣ ... 26

2.2 Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ... 27

2.3 ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΩΝ (ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ 1996-2006) ... 29

2.4 ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΩΝ ΠΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΑΓΟΡΑ 1996-2006 ... 32

2.4.1. EFG Eurobank- Interbank ... 33

2.4.2. Εθνική Κτηματική Τράπεζα- Εθνική Στεγαστική Τράπεζα ... 37

2.4.3. Εθνική Τράπεζα Ελλάδος- Εθνική Κτηματική Τράπεζα ... 38

2.4.4. Alpha Τράπεζα Πίστεως- Ιονική Τράπεζα ... 39

2.4.5. EFG Eurobank- Τράπεζα Εργασίας ... 41

2.4.6. Crèdit Agricole- Εμπορική Τράπεζα ... 43

2.4.7. EFG Eurobank-Ergasias- Telesis Τράπεζα Επενδύσεων ... 45

2.4.8. Εθνική Τράπεζα Ελλάδος- ΕΤΕΒΑ ... 46

2.4.9. Τράπεζα Πειραιώς- ΕΤΒΑ ... 47

2.4.10. Marfin Bank- Εγνατίας Τράπεζας- Λαϊκής Τράπεζας ... 48

2.5 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ... 49

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3Ο ... 51

ΕΤΑΙΡΙΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ 5 ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ... 51

3.1 ΟΜΙΛΟΣ ΕΘΝΙΚΗ ... 51

3.2 ΟΜΙΛΟΣ ALPHA BANK ... 54

3.3 ΟΜΙΛΟΣ EFG EUROBANK ... 56

3.4 ΟΜΙΛΟΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ... 59

3.5 ΟΜΙΛΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ... 64

(3)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Ο

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1 ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ

Οι επιχειρήσεις για να πραγματοποιήσουν μια ομαλή λειτουργία, στα πλαίσια του συνεχούς μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος, θέτουν διάφορους στόχους, οι οποίοι έχουν ως σκοπό να τους δώσουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα καθώς επίσης και το μεγαλύτερο κέρδος. Επιπλέον οι διάφορες επιχειρήσεις ενδέχεται να διαπιστώσουν ότι η νομική μορφή και η οικονομική δομή τους, δεν ανταποκρίνονται πλέον στις νέες συνθήκες που έχουν προκύψει. Για να συνεχίσουν επομένως, επιτυχώς την δραστηριότητα τους, προχωράνε σε κάποιους μετασχηματισμούς, οι οποίοι θα εξεταστούν παρακάτω. Για να πετύχουν κάτι τέτοιο, μπαίνουν στην διαδικασία να παίρνουν αποφάσεις που αφορούν τους τρόπους με τους οποίους θα μπορέσουν να αναπτυχθούν τόσο σε μέγεθος κεφαλαίου όσο και σε μέγεθος μεριδίου αγοράς. Οι αποφάσεις αυτές έχουν να κάνουν με τις εξαγορές και τις συγχωνεύσεις των επιχειρήσεων.

Η συγχώνευση και η εξαγορά των εταιρειών αποτελεί την συμπαγέστερη μορφή συγκέντρωσης των επιχειρήσεων. Με την συγχώνευση και την εξαγορά μια ή περισσότερες εταιρείες παύουν να υφίστανται ως αυτοτελή νομικά πρόσωπα, και η περιουσία τους μεταβιβάζεται σε μια εκ των συγχωνευμένων η σε μια νεοϊδρυόμενη.

Με την συγχώνευση των εταιρειών επέρχεται η νομική τους ένωση σε ένα νομικό πρόσωπο στο οποίο υπάγονται τα περιουσιακά στοιχειά των συγχωνευμένων νομικών προσώπων (Μ. Ξανθάκης, Χ. Αλεξάκης).

Οι συγχωνεύσεις αποτελούν στρατηγική των επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση

του εγχώριου και διεθνούς ανταγωνισμού. Με την συγχώνευση, δυο ή και περισσότερες επιχειρήσεις δημιουργούν μια νέα. Με τις εξαγορές αυξάνεται το μέγεθος της επιχείρησης- επενδυτή μέσω της απορρόφησης της επιχείρησης- στόχου.

Οι εξαγορές, θα μπορούσε να τονιστεί ότι διακρίνονται σε απλές και συγχωνευτικές.

Σε μια απλή εξαγορά η εξαγοραζόμενη επιχείρηση συνεχίζει να υπάρχει ως υποκείμενο του δικαίου, ενώ σε μια συγχώνευση η επιχείρηση που μεταβιβάζει την περιουσία της σε μια άλλη έναντι χρηματικού ανταλλάγματος παύει να υπάρχει ως υποκείμενο του δικαίου. Συγκεκριμένα, συγχώνευση έχουμε όταν δυο ή περισσότερες εταιρείες λύονται χωρίς εκκαθάριση, μεταβιβάζοντας το σύνολο του ενεργητικού και

(4)

των υποχρεώσεών τους σε νέα εταιρεία την οποία συνιστούν. Οι εταιρείες ή μέτοχοί τους καθίστανται εταίροι ή μέτοχοι της νέας εταιρείας. Στην ελληνική νομοθεσία, ο γενικός όρος συγχώνευση διακρίνεται σε δυο έννοιες, την συγχώνευση με σύσταση νέας εταιρείας και την συγχώνευση με απορρόφηση (Β.Ν.Σαρσέντη, Αν.Σπ.Παπαναστασίου).

Επίσης, μπορεί να αναφερθεί ότι οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις ανάλογα με το είδος τους διακρίνονται σε (Μ. Ξανθάκης, Χ. Αλεξάκης):

Οριζόντιες, όταν και οι δυο επιχειρήσεις παράγουν τα ίδια προϊόντα. Η οριζόντια συγχώνευση έχει στόχο να εξασφαλίσει ή να αυξήσει την μονοπωλιακή δύναμη της επιχείρησης.

Κάθετες, όταν και οι δυο επιχειρήσεις παράγουν το ίδιο προϊόν αλλά σε διαφορετικά στάδια παραγωγής, οπότε η επιχείρηση που προκύπτει διαθέτει όλο το φάσμα παραγωγής του προϊόντος.

Ασύνδετες, οι οποίες διακρίνονται σε διαγώνιες και συμπληρωματικές. Στην διαγώνια συγχώνευση έχουμε τις επιχειρήσεις των οποίων τα προϊόντα, η τεχνολογία και οι πελάτες διαφέρουν εντελώς. Στην συμπληρωματική συγχώνευση οι επιχειρήσεις που συνενώνονται δεν παρουσιάζουν καμία ομοιότητα, όμως η δραστηριότητα αλληλοσυμπληρώνεται.

Ανάλογα με την διαδικασία πραγματοποίησης τους οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις διακρίνονται σε (Αντ.Γκρέκα):

Φιλικές, όπου οι δυο επιχειρήσεις επιθυμούν την συγχώνευση η εξαγορά και καθορίζουν από κοινού το αντίτιμο της.

Επιθετικές/εχθρικές, όπου η διοίκηση της εταιρείας δεν εγκρίνει την προταθείσα εξαγορά. Η επιθετική εξαγορά είναι η διαδικασία συγκέντρωσης μετοχών μιας εισηγμένης εταιρείας από μια ανταγωνιστική, με σκοπό η δεύτερη να αποκτήσει σταδιακά τον έλεγχο της πρώτης. Για να πραγματοποιηθεί αυτού του είδους η εξαγορά, χρειάζεται να υπάρχει μεγάλη διασπορά στη σύνθεση του μετοχικού κεφαλαίου της εισηγμένης εταιρείας.

Τέλος δυο ειδικές περιπτώσεις συγχωνεύσεων και εξαγορών είναι:

Η μοχλευμένη εξαγορά (Leveraged Buy- Out): Αυτή η μορφή εξαγοράς έχει το χαρακτηριστικό ότι η χρηματοδότηση της προέρχεται κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό από τραπεζικό δανεισμό και όχι από τα ίδια κεφάλαια της

(5)

εξαγοράζουσας εταιρείας. Αυτός είναι και ο λόγος που ονομάζεται μοχλευμένη. Θεωρείται ένας από τους πλέον επιθετικούς τρόπους μεγέθυνσης της εταιρείας που εξαγοράζεται, καθώς και ένας από τους πλέον επιθετικούς τρόπους μεγέθυνσης της εξαγοράστριας επιχείρησης με ταυτόχρονη ανάληψη ιδιαίτερα υψηλού ρίσκου, αφού συνήθως οι δείκτες της χρηματοοικονομικής μόχλευσης ωθούνται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, με έντονα αρνητικές συνέπειες σε περιπτώσεις που αποτύχει η επιχειρηματική αυτή προσπάθεια.

Η εξαγορά επιχειρήσεων από τη διοίκηση τους (Management Buy- Out):

Σε αυτή την περίπτωση, μια επιχείρηση εξαγοράζεται από τα διευθυντικά της στελέχη. Για τις μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν και υψηλή κεφαλαιοποίηση, επειδή η εξαγορά ολόκληρης της επιχείρησης από τα διευθυντικά της στελέχη είναι δύσκολο να χρηματοδοτηθεί, αυτή αναφέρεται σε μια περιφερειακή θυγατρική ή παραγωγική μονάδα της επιχείρησης.

Η απορρόφηση των θυγατρικών εταιρειών από τις μητρικές τους (consolidation), είναι μια καινούρια τάση που πραγματοποιείται στον κόσμο των επιχειρήσεων και η οποία ξεκίνησε από το 2001. Η απορρόφηση των θυγατρικών δεν περιλαμβάνει τις περιπτώσεις εκείνες όπου δυο ανεξάρτητες εταιρείες αποφασίζουν ότι έχουν συμφέρον να ενωθούν. Η ουσιαστική διαφορά των εννοιών της απορρόφησης των θυγατρικών και της εξαγοράς- συγχώνευσης, είναι ότι η πρώτη αφορά την ενοποίηση των επιμέρους εταιρειών ενός ομίλου σε ένα ενιαίο επιχειρηματικό σχήμα, ενώ η δεύτερη την ένωση ανεξάρτητων εταιρειών. Νομικά πρόκειται για συγχωνεύσεις, όμως συχνά οι εταιρείες λειτουργούν ως επιχειρηματικές μονάδες, δηλαδή είναι ανεξάρτητες, χωρίς να χάνουν την αυτονομία τους. Το βασικό πλεονέκτημα της απορρόφησης των θυγατρικών είναι η περικοπή του κόστους και η ανάπτυξη κάθε δυνατής συνέργιας μεταξύ των ενοποιημένων επιχειρήσεων. Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι είναι απαραίτητο να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στον έλεγχο του κόστους, στον περιορισμό του προσωπικού (downsizing) και στις διαφορετικές επιχειρησιακές κουλτούρες των επιμέρους εταιρειών (Αντ.Γκρέκα).

Τέλος, θεωρείται σημαντικό να δοθεί και ο ορισμός των στρατηγικών συμμαχιών (Joint Ventures) καθώς και να αναφερθούν οι διαφορές αυτών με τις συγχωνεύσεις- εξαγορές. Έτσι, σύμφωνα και με ένα άρθρο στο περιοδικό Plant Management, μια στρατηγική συμμαχία είναι μια σχέση συνεργασίας μεταξύ δυο ή περισσότερων

(6)

ανεξάρτητων επιχειρήσεων. Είναι ουσιαστικά μια συμφωνία συνεργασίας για την επίτευξη συγκεκριμένων και προκαθορισμένων στόχων. Η βασική αρχή κάθε επιχειρηματικής συμμαχίας είναι η εξειδίκευση των δραστηριοτήτων των εταίρων, ώστε κάθε επιχείρηση να αξιοποιεί τα ιδιαίτερα πλεονεκτήματα της και επιτρέποντας στις άλλες επιχειρήσεις να επικεντρώσουν τις δραστηριότητες τους στα δικά τους ισχυρά σημεία. Γενικότερα οι συμμαχίες προσφέρουν τη δυνατότητα

“μακροπρόθεσμης σταθερότητας μέσω του συνδυασμού πόρων και ικανοτήτων”. Η ανάπτυξη επιτυχημένων συμμαχιών δεν είναι εύκολο. Οι στρατηγικές συμμαχίες τυπικά διαρκούν αρκετό χρόνο, περιλαμβάνουν προβλέψεις για την κατανομή των κινδύνων και των κερδών, είναι προϊόν προσεκτικού σχεδιασμού, περιλαμβάνουν εκτεταμένη ανταλλαγή πληροφοριών και η τήρηση τους εξασφαλίζεται με αμοιβαίες συμφωνίες ελέγχου. Από τη φύση τους οι στρατηγικές συμμαχίες είναι πολύπλοκες και απαιτούν σημαντικές τροποποιήσεις των παραδοσιακών επιχειρηματικών πρακτικών.

Οι διαφορές μεταξύ εξαγορών- συγχωνεύσεων και στρατηγικών συμμαχιών αναφέρονται:

Στο χρονικό ορίζοντα

Στον επιχειρηματικό κίνδυνο και καταβολή κεφαλαίων Στην οργάνωση, ηγεσία και δομή της συμφωνίας

1.2 ΚΙΝΗΤΡΑ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΞΑΓΟΡΩΝ

Σύμφωνα με ένα επιστημονικό άρθρο, το οποίο αναφέρεται στην εξέλιξη και στις προοπτικές των συγχωνεύσεων και εξαγορών στην Ελλάδα, μπορεί να τονιστεί ότι, οι εξαγορές και συγχωνεύσεις αποτελούν ένα αποτελεσματικό μέσο εξωτερικής ανάπτυξης των επιχειρήσεων απέναντι στον διαρκώς αυξανόμενο ανταγωνισμό. Τα πλεονεκτήματα που μπορούν να προκύψουν από αυτές συχνά αποτελούν στρατηγικό στόχο των επιχειρήσεων. Τα κυριότερα κίνητρα για μια εξαγορά- συγχώνευση σύμφωνα με το άρθρο είναι:

1. Κίνητρα συνέργιας. Συνέργια μπορεί να προκύψει από τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας, εύρους, κλπ.

(7)

2. Κίνητρα αντιπροσώπων. Για παράδειγμα η επιδίωξη από τα διευθυντικά στελέχη προσωπικών στόχων.

3. Κίνητρα αλαζονείας. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου επιχειρήσεις επιδιώκουν την εξαγορά άλλων επιχειρήσεων για την αύξηση του γοήτρου τους στην αγορά.

4. Μακροοικονομικές συνθήκες και φορολογικά κίνητρα.

5. Τεχνολογική εξέλιξη. Η ανάγκη για την απόκτηση της τεχνογνωσίας καθώς επίσης και η εξέλιξη των μεταφορών και τηλεπικοινωνιών συμβάλλουν στις συνεργασίες και τις ενοποιήσεις των επιχειρήσεων.

6. Παγκοσμιοποίηση. Η απελευθέρωση των αγορών επιτρέπει ξένες επιχειρήσεις να δραστηριοποιούνται σε εγχώριες αγορές.

Ωστόσο, τα κίνητρα των εξαγορών και συγχωνεύσεων των επιχειρήσεων, σύμφωνα με μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο 1999 με τίτλο «Εξαγορές και Συγχωνεύσεις, Εταιρική Στρατηγική», παρουσιάζονται με διαφορετική μορφή.

Αρχικά αυτά κατηγοριοποιούνται σε τρία επίπεδα τα οποία είναι, το βραχυπρόθεσμο, το μεσοπρόθεσμο και το μακροπρόθεσμο. Αναλυτικότερα:

Στο βραχυπρόθεσμο επίπεδο, οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις μπορούν να προκύψουν από κίνητρα όπως:

Αύξηση των κερδών ανά μετοχή. Η αύξηση των κερδών ανά μετοχή αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες για την αύξηση της τιμής της μετοχής και την δημιουργία υπεραξίας στους μετόχους.

Μείωση του δείκτη Ρ/Ε. Ο δείκτης Ρ/Ε, πολλαπλασιαστής των κερδών της επιχείρησης, είναι ένας ευρέως διαδεδομένος χρηματοοικονομικός δείκτης. Η

“χρηστική” αξία του εν λόγω δείκτη, εντοπίζεται στο γεγονός ότι παριστάνει το “premium”, το οποίο είναι διατεθειμένος ο επενδυτής να πληρώσει για κάθε χρηματική μονάδα κέρδους που επιτυγχάνει η επιχείρηση. Σε πολλές περιπτώσεις, το δυναμικό κίνητρο είναι η μείωση του δείκτη της εξαγοράστριας εταιρείας, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις μειωμένης κερδοφορίας.

Οι συνέργιες που δημιουργούνται σε θέματα ρευστότητας. Πολλές επιχειρήσεις οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα σε δείκτες ρευστότητας επιδιώκουν τη συνένωση με κάποια εταιρεία, η οποία διαθέτει μια πιο “υγιή”

χρηματοοικονομική διάρθρωση.

(8)

Τα φορολογικά οφέλη. Τα φορολογικά οφέλη που προκύπτουν, είτε μέσω της αλλαγής της κλίμακας φορολόγησης επί των κερδών, είτε μέσω της αύξησης το ορίου των αποθεματικών, είτε μέσω ενός συνδυασμού των δυο παραπάνω παραγόντων.

Τα μεσοπρόθεσμα κίνητρα παρουσιάζονται ως εξής:

Αύξηση της δανειοληπτικής ικανότητας της επιχείρησης. Η αύξηση των μεγεθών του ενοποιημένου, πλέον, ισολογισμού οδηγεί σε μεγαλύτερο ύψος των ιδίων κεφαλαίων, μειώνοντας τον κίνδυνο που αναλαμβάνουν τόσο οι μέτοχοι, όσο και οι δανειστές της επιχείρησης.

Μείωση του συνολικού δανεισμού του νέου σχήματος με παράλληλη βελτίωση της χρηματοοικονομικής θέσης της επιχείρησης σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο.

Τέλος, τα κίνητρα για εξαγορές και συγχωνεύσεις σε μακροπρόθεσμο επίπεδο, μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:

Δημιουργία και εκμετάλλευση οικονομιών κλίμακας και φάσματος που εμφανίζονται σε επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους. Οι οικονομίες κλίμακας μεταφράζονται σε οικονομική αξία, μέσω του αυξημένου μεγέθους και της αυξημένης παραγωγικής ικανότητας, την οποία αποκτά η επιχείρηση για το χαρτοφυλάκιο τω αγαθών και υπηρεσιών της. Επιπλέον, σε μακροχρόνιο επίπεδο, επιτυγχάνεται αύξηση της ανταγωνιστικότητας της επιχείρησης, σε επίπεδο τόσο κλάδου, όσο και αγοράς, ενώ ταυτόχρονα η επιχείρηση αυξάνει τη διαπραγματευτική της ικανότητα σε επίπεδο προμηθειών ενδιαμέσων υποπροϊόντων. Με αυτόν τον τρόπο η επιχείρηση επιτυγχάνει τη μείωση του λειτουργικού της κόστους με παράλληλη αύξηση των περιθωρίων κέρδους της. Αντίστοιχα, οι οικονομίες φάσματος επιτρέπουν στην επιχείρηση να κινηθεί σε νέες “κατευθύνσεις” προϊόντων και σε νέους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας. Έτσι η επιχείρηση επεκτείνει το χαρτοφυλάκιο των προϊόντων της, καλύπτοντας όλο και μεγαλύτερο μέρος των καταναλωτικών αναγκών μιας οικονομίας, ενώ ταυτόχρονα επεκτείνεται και σε νέες αγορές αυξάνοντας έτσι το ρυθμό ανάπτυξης της και μειώνοντας την εξάρτηση της από συγκεκριμένες αγορές και προμηθευτές.

(9)

Μακροχρόνια ενδυνάμωση της επιχείρησης, μέσω της μειωμένης έντασης του ανταγωνισμού που αναπτύσσεται σε έναν κλάδο. Σε μια αγορά ολιγοπωλιακής διάρθρωσης δυο σημαντικοί “παίκτες” έχουν συμφέρον να ενώσουν τις δυνάμεις τους, παρά να αναλωθούν σε έναν πόλεμο μεταξύ τους , ο οποίος πιθανόν να μην οδηγήσει σε ένα τελικό νικητή, μέσω της μείωσης των τιμών των τελικών προϊόντων.

Απόκτηση αποκλειστικής τεχνολογικής γνώσης αλλά και ειδικών επιχειρηματικών ικανοτήτων – δεξιοτήτων. Επιχειρήσεις μικρού μεγέθους, λόγω της άμεσης επαφής μεταξύ των διοικητικών στελεχών αναπτύσσουν ένα

“ομαδικό κεφάλαιο” σημαντικής δυναμικής, το οποίο η μεγάλη επιχείρηση λόγω του μεγέθους της δεν μπορεί να το επιτύχει.

Δημιουργούνται δυνατότητες συνέργιας μέσω του μεγαλύτερου μεγέθους, μεταξύ των δύο επιχειρήσεων το οποίο κατά τη διάρκεια της αρχικής διαπραγμάτευσης δεν μπορούσε να υπολογιστεί και να συνεκτιμηθεί στην αποτίμηση της αρχικής συμφωνίας. Παρόλα αυτά, σε μακροχρόνιο επίπεδο ανακαλύπτονται σταδιακά νέοι επιχειρηματικοί σχεδιασμοί, οι οποίοι μπορούν να οδηγήσουν σε επιπρόσθετα στρατηγικά οφέλη.

Δημιουργούνται μεγάλοι πολυσχιδείς επιχειρηματικοί όμιλοι, οι οποίοι είναι ικανοί να ανταποκριθούν σε νέες μελλοντικές εξαγορές και συγχωνεύσεις. Με αυτόν τον τρόπο, οι επιχειρήσεις ανταποκρίνονται στις συνεχώς αυξανόμενες συνθήκες ανταγωνισμού, ενώ παράλληλα είναι σε θέση να διαχειριστούν καταστάσεις ανεπιθύμητων προτάσεων συνεργασίας/

επιθετικής εξαγοράς (από άλλη επιχείρηση ανταγωνιστή). Με τον τρόπο αυτό, η επιχείρηση ουσιαστικά επιτυγχάνει τη μείωση της μεταβλητότητας – κινδύνου σε μια αθέλητη εξαγορά.

Δυνατότητες μεγαλύτερου ρυθμού ανάπτυξης, οι οποίες δημιουργούνται σε πολλές περιπτώσεις μέσω των εξαγορών και συγχωνεύσεων για την επιχείρηση.

(10)

1.3 ΛΟΓΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΞΑΓΟΡΩΝ

Στο σύγχρονο ελληνικό και διεθνές επιχειρηματικό περιβάλλον πραγματοποιούνται κατά καιρούς πολλές συμφωνίες συγχωνεύσεων και εξαγορών. Σε σχέση με το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον, οι εξαγορές και συγχωνεύσεις φαίνεται να ανταποκρίνονται σε μια διαπιστωμένη τάση της αγοράς για τη δημιουργία ισχυρών επιχειρήσεων και ομίλων. Αυτές οι επιχειρήσεις καθώς και οι όμιλοι, προσπαθούν να ανταπεξέλθουν στις σύγχρονες συνθήκες της παγκοσμιοποιημενης οικονομίας, στο διεθνή ανταγωνισμό και στις διαρκώς εντεινόμενες διεθνείς νομισματικές αναταράξεις και πιέσεις, μέσα και έξω από το χώρο της ΟΝΕ. Επιπλέον προσπαθούν να βελτιώσουν την αξιοποίηση του συνολικού επιχειρησιακού και ανθρώπινου δυναμικού και τέλος να αξιοποιήσουν τις νέες τεχνολογίες συγκέντρωσης, διαχείρισης και διάχυσης της πληροφορίας.

Σύμφωνα με μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τον Καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών τον κ. Βασίλη Παπαδάκη, η οποία αφορούσε τις Εξαγορές και Συγχωνεύσεις, οι λόγοι πραγματοποίησης των εξαγορών και συγχωνεύσεων είναι οι εξής:

Εκμετάλλευση Οικονομιών Κλίμακας (Economies of scale). Προκύπτουν από το αυξημένο μέγεθος της νέας επιχείρησης. Η μείωση του κόστους είναι μια συνέργια η οποία είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα επιτευχθεί, γι’αυτό συχνά αποτελεί τον κυριότερο λόγω πραγματοποίησης μιας εξαγοράς ή συγχώνευσης.

Οικονομίες κλίμακας μπορούν να επιτευχθούν στην διαχείριση των αποθεμάτων, στην αγορά πρώτων υλών, στον τομέα της παραγωγής κλπ.

Επίσης μπορούν να εμφανιστούν και σε άλλους λειτουργικούς τομείς όπως στην προβολή, στην έρευνα, στην ανάπτυξη ή τη διανομή. Η μείωση του κόστους, λόγω των οικονομιών κλίμακας, είναι εντονότερη στην περίπτωση των οριζόντιων εξαγορών και συγχωνεύσεων στην ίδια χώρα.

Εκμετάλλευση Οικονομιών Φάσματος (Economies of scope). Αφορούν την παροχή νέων εξειδικευμένων ή έντονα διαφοροποιημένων υπηρεσιών/

προϊόντων από την επιχείρηση. Αυτά απορρέουν από την καθετοποίηση της παραγωγής και την ενσωμάτωση, στο όλο σύστημα, των προμηθευτών και των διανομέων, με αποτέλεσμα τη μείωση του κόστους που προκύπτει από την ύπαρξη των μεσαζόντων.

(11)

Συνδυασμός και Αλληλοσυμπλήρωση Πόρων. Οι πόροι έχουν να κάνουν από τις πρώτες ύλες μέχρι το διοικητικό προσωπικό. Μάλιστα η επιχείρηση- αγοραστής μπορεί από την αρχή να θέλει να εξαγοράσει την επιχείρηση- στόχο, για να εκμεταλλευτεί κάποια προτερήματά της, όπως η πρόσβαση της σε φθηνές πρώτες ύλες, το δίκτυο διανομής της, αλλά ακόμα και τα ικανά στελέχη της.

Αύξηση Μεριδίου Αγοράς. Σχεδόν πάντα αυξάνεται και η δύναμη της επιχείρησης, λόγω του μεγαλύτερου μεγέθους της καινούριας. Αυτό της επιτρέπει να αντιμετωπίσει με μεγαλύτερη σιγουριά τους ανταγωνιστές της, στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό και να επιτύχει μεγαλύτερα κέρδη.

Επιπλέον, η αύξηση της δύναμης στην αγορά μιας επιχείρησης, τη διευκολύνει να προσελκύσει τα ικανότερα στελέχη της αγοράς, να προχωρήσει σε στρατηγικές συμμαχίες και να πραγματοποιεί εξαγορές και συγχωνεύσεις από θέση ισχύος. Επίσης, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η επιχείρηση τοποθετείται καλύτερα στον κλάδο και αυξάνει την δύναμη της σε σχέση με προμηθευτές, πελάτες και ανταγωνιστές, είναι ικανότερη να εμποδίσει την είσοδο νέων ανταγωνιστών και να αντιμετωπίσει υποκατάστατα προϊόντα.

Υπέρβαση Εμποδίων Εισόδου. Εμπόδια μπορεί να παρουσιάζονται κατά την είσοδο των επιχειρήσεων σε μια νέα αγορά. Η θέση της επιχείρησης είναι ακόμη πιο δύσκολη αν στην αγορά υπάρχει ήδη αυξημένος ανταγωνισμός. Μια εξαγορά ή συγχώνευση με εγχώρια επιχείρηση παρέχει όχι μόνο τη γνώση της αγοράς, αλλά και ένα εγκατεστημένο δίκτυο διανομής και πιθανώς μια εξασφαλισμένη καταναλωτική πίστη στο όνομα της επιχείρησης- στόχου (brand loyalty). Όσο αυξάνονται τα εμπόδια εισόδου σε μια αγορά, τόσο οι συγχωνεύσεις και εξαγορές θα αποτελούν διέξοδο για τις επιχειρήσεις.

Αύξηση της Δυναμικής στην Αγορά. Η εξαγορά μιας επιχείρησης είναι πολύ καλύτερος τρόπος για να επεκταθεί δυναμικά μια επιχείρηση, παρά να αναπτύξει καινούρια γραμμή προϊόντων. Επιπλέον, μια επιχείρηση μπορεί μέσω μιας εξαγοράς, να ορίσει μια νέα δραστηριότητα ή να κατακτήσει μια αγορά που τα όρια της δεν έχουν ακόμα διαμορφωθεί.

Μείωση Κόστους και Χρόνου Ανάπτυξης Νέων Προϊόντων. Είναι γνωστό ότι μια καινοτομία χρειάζεται σημαντικό χρονικό διάστημα μέχρι να αποδώσει και να αποφέρει ουσιαστικά κέρδη. Κατά συνέπεια ενέχει υψηλό κίνδυνο.

Γι’αυτό τα στελέχη συχνά προτιμούν να πληρώσουν υψηλό τίμημα για την

(12)

εξαγορά μιας επιχείρησης, αποφεύγοντας το ρίσκο της εξαρχής δημιουργίας προϊόντος. Είναι δυνατόν να ισχυρισθεί κάποιος ότι οι εξαγορές και συγχωνεύσεις θα μπορούσαν να υποκαταστήσουν την ανάγκη της επιχείρησης για καινοτομία, γιατί συνήθως η επιχείρηση διαθέτει περιορισμένους πόρους, τους οποίους δεν “ρισκάρει” για την ανάπτυξη ενός νέου προϊόντος.

Αύξηση Διαφοροποίησης. Όταν μια επιχείρηση θέλει να διαφοροποιηθεί εισερχόμενη σε άγνωστες γι’αυτήν αγορές, συναντά δυσκολίες, κυρίως, επειδή τα στελέχη δεν έχουν γνώση των αγορών αυτών. Η εξαγορά μιας επιχείρησης, εγκατεστημένης στην αγορά αυτή, αποτελεί πιο ασφαλή τρόπο διαφοροποίησης, είτε όσον αφορά σχετικούς, είτε άσχετους κλάδους παραγωγής. Η πρόσβαση στην υπάρχουσα γνώση των στελεχών, αλλά και στην παραγωγική διαδικασία της εταιρείας- στόχου, αποτελεί για την επιχείρηση- αγοραστή ένα πρόσθετο πλεονέκτημα.

Αποφυγή Υπερβάλλοντος Ανταγωνισμού. Με την επέκταση της επιχείρησης σε σχετικές και μη αγορές, μπορεί να μειώσει την εξάρτηση της από την αγορά στην οποία προηγουμένως απευθυνόταν και όπου ο ανταγωνισμός μπορεί να ήταν έντονος.

Εξάλειψη Μειωμένης Αποδοτικότητας Επιχείρησης- Στόχου. Πολλές φορές η επιχείρηση- αγοραστής μπορεί να αναπτύξει διοικητικές και άλλες ικανότητες, αρκετές για να βελτιώσουν θεαματικά την απόδοση της επιχείρησης- στόχου.

Μείωση Υπερβάλλουσας Ρευστότητας Επιχείρησης- Αγοραστή. Στην περίπτωση αυτή, η επιχείρηση θα προβεί σε μια εξαγορά, αν κρίνει ότι έτσι θα αυξήσει την αποδοτικότητά της.

Διοικητική Αλαζονεία (Hubris). Συχνά τα διοικητικά στελέχη επιδεικνύουν αλαζονική συμπεριφορά πιστεύοντας ότι μπορούν να διοικήσουν καλύτερα τις επιχειρήσεις- στόχους. Στα αγγλικά ο όρος ονομάζεται managerial hubris, προέρχεται όμως από την ελληνική λέξη “ύβρις”. Πράγματι η αλαζονεία είναι πολλές φορές ο κύριος λόγος εμπλοκής σε εξαγορές και συγχωνεύσεις.

(13)

Σε διεθνές επίπεδο, τα χαμηλά μακροχρόνια επιτόκια και η μεγάλη ποσότητα των πλεοναζόντων κεφαλαίων στη διάθεση των επενδυτικών οίκων αποτελούν τους βασικούς παράγοντες για την πραγματοποίηση πολλών και μεγάλων συμφωνιών για συγχωνεύσεις και εξαγορές. Αναλυτικότερα (Αντ.Γκρέκα):

Το χαμηλό επίπεδο των επιτοκίων και η υψηλή ρευστότητα έχουν συμβάλλει στην πραγματοποίηση και στην ελκυστικότητα των εξαγορών. Παρόλο που τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια κινούνται ανοδικά τα μακροχρόνια επιτόκια παραμένουν σχετικά χαμηλά.

Τα σημαντικά πλεονάζοντα κεφάλαια που είναι στη διάθεση των επενδυτών είναι τα δημόσια και ιδιωτικά ασφαλιστικά ταμεία, οι ασφαλιστικές εταιρείες και τα αμοιβαία κεφάλαια. Ειδικά η κατηγορία των επιχειρηματικών συμμετοχών έχει δημιουργήσει αυξανόμενο επενδυτικό ενδιαφέρον σε διεθνές επίπεδο. Το 2005 αντλήθηκαν περίπου 250 δις δολάρια νέα κεφάλαια τέτοιου είδους που σε συνδυασμό με δανεισμό δημιουργούν περίπου 1000 δις δολάρια διαθέσιμα κεφάλαια για επένδυση.

Το σαρωτικό κύμα συγχωνεύσεων στην Ευρώπη. Μέχρι τώρα, η συγκεντροποίηση στην Ευρώπη έγινε σε εθνικό επίπεδο, ενώ οι διασυνοριακές συγχωνεύσεις ήταν σποραδικές και αρκετές φορές δεν απέδωσαν. Η κοινή γνώμη είναι έτοιμη πολιτικά και πολιτισμικά να δεχτεί τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις ως φυσιολογικό γεγονός με παράλληλη μείωση της επιχειρηματικής ξενοφοβίας. Από τις τελευταίες δώδεκα μεγάλες συγχωνεύσεις επιχειρήσεων στην Ευρώπη οι οχτώ ήταν διασυνοριακές. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις πρέπει να μεγαλώσουν κι άλλο για να ικανοποιήσουν τους επενδυτές – που απαιτούν υψηλές αποδόσεις – και αυτό δεν μπορούν πλέον να το επιτύχουν αν περιορίζονται μόνο στην εγχώρια αγορά τους.

Η ανάπτυξη της νέας μεσαίας τάξης σε χώρες όπως η Ινδία και η Κίνα, που αποτελούν νέα τεράστια και πολλά υποσχόμενη αγορά για τις επιχειρήσεις.

Πρόκειται για τεράστια αγορά που θα χρειαστεί σημαντικό όγκο παροχής προϊόντων και υπηρεσιών.

Οι συνέπειες από τη γήρανση του πληθυσμού, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη και την Ιαπωνία. Καθώς όσοι γεννηθήκαν στην περίοδο αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο συμπληρώνουν σταδιακά το 60ό έτος της ηλικίας, το ενδιαφέρον στρέφεται από τη συσσώρευση αποταμιεύσεων για τη συνταξιοδότηση στη διαχείριση αυτού του πλούτου μετά τη συνταξιοδότηση.

(14)

1.4 ΚΥΜΑΤΑ ΕΞΑΓΟΡΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΩΝ 1.4.1 Διεθνώς

Ο πιο γνωστός τρόπος στρατηγικής ανάπτυξης, για πολλά χρόνια, στις ΗΠΑ, ήταν μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων. Μπορούμε να διακρίνουμε τέσσερα κύματα: το πρώτο, μεταξύ 1898-1902,το οποίο χαρακτηρίστηκε από πληθώρα συγχωνεύσεων που δημιούργησαν μονοπώλια. Το πρώτο αυτό κύμα, αποτέλεσε προέκταση της βιομηχανικής επανάστασης και οδήγησε στη δημιουργία μεγάλων βιομηχανικών κοινοπραξιών, η πλειοψηφια των οποίων αφορούσε οριζόντιες συγχωνεύσεις στη

«βαριά» βιομηχανία. Το δεύτερο, 1925-1930, χαρακτηρίστηκε από εξαγορές συμπληρωματικών- συσχετιζόμενων επιχειρήσεων που δεν δημιούργησαν όμως μονοπώλια. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου πραγματοποιηθήκαν αρκετές οριζόντιες συγχωνεύσεις, ενώ σημειωθήκαν και οι πρώτες κάθετες ασυσχέτιστες συγχωνεύσεις. Το τρίτο, 1966-1968, όπου δημιουργήθηκαν μεγάλοι κολοσσοί, κυρίως από μη συσχετιζόμενες επιχειρήσεις.

Κύριος λόγος αυτής της επιλογής ήταν η νομοθέτηση νέων διατάξεων που περιόριζαν ακόμη περισσότερο τη δυνατότητα συγκεντρώσεων σε ομοειδής κλάδους. Τέλος, το τέταρτο, μετά το 1974, χαρακτηρίστηκε ως «περίοδος μανίας των συγχωνεύσεων»

(merger mania) των επιχειρήσεων. Είναι απαραίτητο να αναφερθεί ότι σε αντίθεση με την προηγούμενη περίοδο, η συγκεκριμένη διακρίνεται από συσχετισμένες συμφωνίες, καθώς η πλειοψηφια των ασυσχέτιστων εξαγορών της δεκαετίας του ’60 επέφεραν αρνητικά αποτελέσματα στην κερδοφορία των εταιρειών. Στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’80, ο αριθμός των εξαγορών και συγχωνεύσεων που πραγματοποιήθηκε κυμαίνεται από 31.000 έως 55.000. Θα ήταν σημαντικό επίσης να επισημανθούν τα κυριότερα χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου, τα οποία ήταν: η μεταβαλλόμενη φύση του επιτιθέμενου, η ώθηση και η ανάγκη να πραγματοποιούνται συγχωνεύσεις στις ξένες αγορές και τέλος η τάση για τις επιχειρήσεις να ολοκληρώνονται μέσα στα υπάρχοντα όρια βιομηχανίας παρά να διαφοροποιούνται σε νέους τομείς. Πρωταγωνιστές ήταν οι σημαντικότερες βιομηχανικές χώρες της Ευρώπης καθώς επίσης και οι Η.Π.Α., ενώ οι συγχωνεύσεις στην Ιαπωνία αν και ακόμα πιο σπάνιες άρχισαν να αυξάνονται.

Στη δεκαετία του ’90, ο αριθμός των εξαγορών και συγχωνεύσεων αυξήθηκε αλματωδώς, φτάνοντας, σε αξία, τα $6,5 τρις. Μάλιστα μόνο κατά το 1998 και 1999, πραγματοποιηθήκαν 22.100 περίπου εξαγορές και συγχωνεύσεις, αξίας $1,63 και

(15)

$1,75 τρις αντίστοιχα. Η τάση αυτή συνεχίστηκε το πρώτο εξάμηνο του 2000, με την αξία των εξαγορών και συγχωνεύσεων να παρουσιάζει αύξηση κατά 20% περίπου, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 1997. Αντίθετα, η συνεχιζόμενη χρηματησηριακη πτώση και αβεβαιότητα, μείωσε συντριπτικά τις εξαγορές και συγχωνεύσεις, εντός του 2001 (περίπου 36%). Οι μεγαλύτερες σε αξία συγχωνεύσεις και εξαγορές που πραγματοποιηθήκαν στις ΗΠΑ παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα 1.

Πίνακας 1: Οι μεγαλύτερες σε αξία εξαγορές και συγχωνεύσεις

Έτος Αγοραστής Εταιρεία στόχος Αξία 2000 America On Line Time Warner $201 δις 1999 MCI WorldCom Sprint $127 δις 2000 Pfizer Warner Lambert $90 δις

1998 Exxon Mobil $86 δις

2000 GlaxoWelcome SmithKlineBeecham $76 δις 1998 Citycorp Travelers Group $73 δις Πηγές: Mergerstat

Και η Ευρώπη όμως δεν έμεινε αμέτοχη στις εξελίξεις. Μάλιστα η αξία των επιχειρηματικών κινήσεων, στις οποίες εμπλέκονται ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, διπλασιάστηκε το 1999, σε σχέση με το 1998, φτάνοντας τα $1,2 τρις.

Το βασικό χαρακτηριστικό των τελευταίων ετών ήταν η αλματώδης αύξηση των επιθετικών εξαγορών και συγχωνεύσεων, η αξία των οποίων, το 1999, αντιπροσώπευε το 14% των συνολικών εξαγορών και συγχωνεύσεων που πραγματοποιηθήκαν.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των τελευταίων ετών ήταν η αύξηση των διασυνοριακών εξαγορών και συγχωνεύσεων. Είναι ενδεικτικό ότι σταδιακά παύουν να υπάρχουν αμερικανικές, γερμανικές ή ιαπωνικές επιχειρήσεις, και αρχίζουν να δημιουργούνται πολυδαίδαλοι όμιλοι εταιρειών. Αυτό γιατί η αυξανόμενη απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου, σε συνδυασμό με τις νέες συνθήκες που δημιουργηθήκαν από την παγκοσμιοποίηση , προσέφεραν πλήθος επιχειρηματικών ευκαιριών και ταυτόχρονα

(16)

κατέστησαν επιτακτική την ανάγκη της ενδυνάμωσης και ισχυροποίησης των επιχειρήσεων.

Οι λόγοι για τους οποίους σημειώνεται έκρηξη των εξαγορών και συγχωνεύσεων είναι: η υπερβάλλουσα ρευστότητα στην αγορά (π.χ. εκ μέρους των τραπεζών), οι αλλαγές στα νομοθετικά και ρυθμιστικά πλαίσια (π.χ. η απελευθέρωση της αγοράς τηλεπικοινωνιών στην Ευρώπη), οι στρατηγικές επιταγές της διεθνοποίησης και τέλος το χρηματιστηριακό περιβάλλον.

Η έκταση το φαινόμενου των εξαγορών και συγχωνεύσεων δεν είναι τυχαία, γιατί δεν είναι ασήμαντα τα οφέλη που προκύπτουν από την ανάπτυξη μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων. Επομένως, όσο μεγαλύτερα είναι, τόσο αισιόδοξα είναι τα στελέχη, υποεκτιμώντας συχνά τα κόστη που προκύπτουν, ακόμη και πριν ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις.

1.4.2 Στην Ελλάδα

Ο στρατηγικός δυναμισμός που έχουν επιδείξει οι επιχειρήσεις, αλλά και τα οικονομικά αποτελέσματα τα οποία ενίοτε επιτυγχάνονται μέσω των εξαγορών και συγχωνεύσεων, δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ασυγκίνητους τους Έλληνες επιχειρηματίες. Οι τελευταίοι, με αρκετή καθυστέρηση στην αναγκαία μεταμόρφωση της εταιρικής τους κουλτούρας και παράλληλα με εμφανείς δυσκολίες στο στάδιο της λειτουργικής ενοποίησης, προσπαθούν να προλάβουν το “τρένο” της σύγκλισης και ανάπτυξης μεγάλων επιχειρηματικών σχημάτων σε σχέση με τους Ευρωπαίους κατά κύριο λόγω, και τους διεθνείς ανταγωνιστές τους. Το πρώτο “κύμα” εξαγορών και συγχωνεύσεων που λαμβάνει χώρα κατά την περίοδο 1998-99 στην Ελλάδα, αποτελεί την έμπρακτη προσπάθεια των εγχώριων επιχειρήσεων να απαντήσουν και να προσαρμοστούν αποτελεσματικότερα στην παγκοσμιοποίηση των αγορών χρήματος, κεφαλαίου, αγαθών και υπηρεσιών. Οι εξαγορές και συγχωνεύσεις έχουν ως κύριο στόχο να ενισχύσουν τόσο την τάξη των εταιρικών μεγεθών, όσο και να βελτιώσουν την παραγωγικότητα των επιχειρήσεων, αξιοποιώντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις κεφαλαιακές εισροές του οικονομικού κυκλώματος. Στην παγκόσμια οικονομία, το πεδίο των εξαγορών και συγχωνεύσεων επιδεικνύει ένα μακρινό παρελθόν, που για την ελληνική πραγματικότητα θα πρέπει να αποτελέσει ένα υπόδειγμα λειτουργίας για επιτυχείς εξαγορές και συγχωνεύσεις, αλλά και ταυτόχρονα ένα μοντέλο στο οποίο θα μπορούσαν να βασιστούν οι εγχώριες

(17)

επιχειρήσεις, για τη μεγιστοποίηση των θεσμικών, οικονομικών και άλλων ωφελειών τους από παρόμοιες κινήσεις.

Παρά το μακρινό παρελθόν των εξαγορών και συγχωνεύσεων σε παγκόσμιο επίπεδο και της συσσωρευμένης εμπειρίας που έχει δημιουργηθεί, ακόμη και σήμερα, η επιτυχία μιας τέτοιας επιχειρηματικής κίνησης δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη και ακίνδυνη, καθώς επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, τόσο εσωτερικούς, όσο και εξωτερικούς ως προς το περιβάλλον της επιχείρησης. Πιθανόν αρκετοί από αυτούς τους παράγοντες που ρυθμίζουν όχι μόνο το θεσμικό αλλά και το λειτουργικό πλαίσιο μιας εξαγοράς και συγχώνευσης να βρίσκονται εκτός ελέγχου ή αρμοδιότητας της ενδιαφερόμενης ή συμβαλλόμενης επιχείρησης. Παρά το γεγονός ότι τα ποσοστά επιτυχίας των εξαγορών και συγχωνεύσεων διαφέρουν από οικονομία σε οικονομία ή από μελέτη σε μελέτη, όλες οι αναφορές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ένα μεγάλο ποσοστό των εξαγορών και συγχωνεύσεων, της τάξεως άνω του 50%, δεν επιτυγχάνει τους ουσιαστικούς στόχους (όπως οικονομίες κλίμακας, έλεγχος λειτουργικού κόστους κλπ.) που είχαν τεθεί εξ’ αρχής. Με άλλα λόγια, πέρα από την επίτευξη του μεγάλου οικονομικού μεγέθους μέσω των εξαγορών και συγχωνεύσεων, σε επίπεδο υλοποίησης λειτουργικών αποτελεσμάτων παρατηρείται μία υψηλού βαθμού δυσκολία, καθώς απαιτείται μεγάλο χρονικό διάστημα προκειμένου να “συντονιστούν” οι έως τότε χωριστές επιχειρήσεις σε μία ενιαία οντότητα. Τα προβλήματα για την ομαλή ολοκλήρωση μιας εξαγοράς και συγχώνευσης δεν είναι μόνο θεσμικά, οικονομικά ή λειτουργικά. Ο ανθρώπινος παράγοντας, οι ομάδες διαχείρισης και διοίκησης των προς εξαγορά και συγχώνευση επιχειρήσεων, ο βαθμός συγγένειας στις κουλτούρες και τις φιλοσοφίες μεταξύ δύο ή περισσοτέρων επιχειρήσεων, οι συνθήκες που επικρατούν στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον, αλλά και οι ενδεχόμενες εσωτερικές αδυναμίες που υφίστανται στο μικροοικονομικό περιβάλλον της εκάστοτε επιχείρησης, είναι ικανές να αποτελέσουν ζητήματα καθοριστικής σημασίας για την τελική έκβαση των εξαγορών και συγχωνεύσεων.

Στο σημείο αυτό θεωρείται πολύ ενδιαφέρουσα η αναφορά ενός συγκεκριμένου παραδείγματος, έτσι ώστε να γίνει κατανοητή η μη επιτυχής πραγματοποίηση μιας συγχωνευσης- εξαγοράς. Το παράδειγμα αυτό θα μπορούσε να ονομαστεί «Ο γίγαντας που ποτέ δεν γνωρίσαμε». Στις 31 Οκτωβρίου 2001 έγινε μια ανακοίνωση, η οποία προμηνυε την πραγματοποίηση της μεγαλύτερης συγχώνευσης όλων των εποχών στην Ελλάδα ανάμεσα σε ελληνικές επιχειρήσεις. Πιο συγκεκριμένα, η

(18)

Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, η μεγαλύτερη ελληνική τράπεζα του δημόσιου τομεα, και η Alpha Bank, η μεγαλύτερη τράπεζα του ιδιωτικού τομεα, σχεδίαζαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους.

Ο προτεινόμενος λόγος ανταλλαγής μετοχών ήταν 7 μετοχές Εθνικής έναντι 9 της Alpha. Η νέα τράπεζα θα ονομαζόταν Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, θα έφερε όμως το λογότυπο της Alpha. Η χρηματιστηριακή αξία της υπολογιζόταν σε 10 δις ευρώ, ενώ το σύνολο του ενεργητικού της σε 82 δις ευρώ. Θα κατείχε μερίδιο αγοράς 40%

στα δάνεια και στις καταθέσεις, 33% στα αμοιβαία κεφάλαια, ενώ θα αντιπροσώπευε το 33% της συνολικής χρηματιστηριακής αξίας του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών (ΧΑΑ).

Με βάση τα ελληνικά δεδομένα θα ήταν ένας κολοσσός, θα αποτελούσε όμως την 25η μεγαλύτερη τράπεζα στην Ε.Ε. και το βάρος της στο δείκτη MSCI-European Banks θα ήταν 0,81%. Οι διοικήσεις είχαν ανακοινώσει ότι η συγχώνευση θα επέφερε εξοικονόμηση κόστους της τάξης των 200εκατ. ευρώ και νέες εργασίες της τάξης των 85εκατ. ευρώ μεταξύ 2002 και 2005. Σύμφωνα λοιπόν με τους υπολογισμούς των διοικήσεων, το καθαρό μεσοπρόθεσμο όφελος θα ανερχόταν σε 65εκατ. ευρώ.

Από τη σκοπιά του δημόσιου, η συγχώνευση δημιουργούσε έναν «εθνικό πρωταθλητή» και καθιστούσε λιγότερο πιθανό το ενδεχόμενο να γίνουν οι μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας λεία ξένων «αρπακτικών». Αυτό ωστόσο δεν αποτελούσε πρόβλημα για την Alpha, η οποία δεν είχε κανέναν ενδοιασμό για τη σύναψη στρατηγικής συμμαχίας με ευρωπαϊκό εταίρο και είχε ήδη προβεί σε διαπραγματεύσεις με τη γαλλική BNP Paribas και την ιταλική Uni-Credito. Επίσης ό,τι αρχικά είχε παρουσιαστεί ως κίνηση απομάκρυνσης της Εθνικής από το δημόσιο τομεα, είχε αρχίσει όλο και περισσότερο να φαντάζει ως συγκαλυμμένη προσπάθεια εθνικοποίησης της Alpha. Μετά τη συγχώνευση, η άμεση επένδυση του δημόσιου θα ανερχόταν μόλις σε 2,8% έναντι 5,5% της οικογένειας Κωστόπουλου και των συνεργατών της που ελέγχουν την Alpha. Έμμεσα όμως το δημόσιο θα ήλεγχε επιπλέον 22,8% μέσω της συμμετοχής του σε δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς.

Αυτό από μόνο του δεν θα ήταν κακό, αν η Εθνική ήταν σε θέση να απαλλαγεί από την παραδοσιακή νοοτροπία της. Η ανταλλαγή των μετοχών θα έδινε στην Εθνική Τράπεζα Ελλάδος (ΕΤΕ) συμμετοχή 61,3% και στην Alpha 38,7%. Η Εθνική ήθελε η μοιρασιά των θέσεων εργασίας της νέας τράπεζας να γίνει με αναλογία 60-40 και να φτάνει μέχρι επίπεδο καταστήματος. Η πλευρά της Alpha περίμενε πολύ υψηλότερη

(19)

ποσόστωση θέσεων εργασίας, η οποία θα αντανακλούσε την υψηλότερη λειτουργική αποδοτικότητα του προσωπικού της.

«Ξεκινήσαμε με την πρόθεση να δημιουργήσουμε μια μεγαλύτερη και καλύτερη τράπεζα, ως αποτέλεσμα μιας συγχωνεύσεις μεταξύ ίσων» δήλωσε ανώτατο στέλεχος της Alpha. «Απ’ότι φάνηκε, η άλλη πλευρά πίστευε ότι επρόκειτο για τη δημιουργία μιας μεγαλύτερης, αλλά όχι απαραίτητα καλύτερης τράπεζας». Στο στρατόπεδο της Εθνικής επικρατούσε η αίσθηση ότι τα στελέχη της Alpha φέρονταν με χαρακτηριστικά αλαζονικό τρόπο.

Στις 19 Ιανουαρίου η συμφωνία ναυάγησε. Επομένως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια κλασική περίπτωση σύγκρουσης ανάμεσα σε διαφορετικές κουλτούρες.

Τις κινητήριες λοιπόν δυνάμεις της απόφασης για εξαγορές και συγχωνεύσεις αποτελούν η ενδυνάμωση των εταιρικών σχημάτων, η εκμετάλλευση συνεργιών, αλλά και η αναζήτηση οικονομιών κλίμακας και φάσματος οι οποίες οδηγούν σε αύξηση της παραγωγικότητας και σε μείωση του μοναδιαίου κόστους λειτουργίας της επιχείρησης. Ειδικότερα, οι οικονομίες κλίμακας μπορούν να εμφανισθούν σε

αρκετούς κλάδους μιας οικονομίας ή τομείς της παραγωγικής δραστηριότητας, όπου όμως, για τη μεγιστοποίηση των όποιων ωφελειών τους, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ενίσχυση του μεγέθους της επιχείρησης.

Οι σημαντικές τεχνολογικές αλλαγές είναι ένα ακόμη καθοριστικό στοιχείο για την εξέλιξη των εξαγορών και συγχωνεύσεων, αφού μέσω αυτών γίνεται με σαφέστερο τρόπο αντιληπτή η ανάγκη ταχείας ανάπτυξης και αναδιάταξης της οργανωτικής δομής των επιχειρήσεων που θέλουν να διασφαλίσουν ένα διεθνοποιημένο ρόλο. Η συνεχιζόμενη “επανάσταση” της τεχνολογίας με την παράλληλη ανάπτυξη των εφαρμογών δικτύων και των τηλεπικοινωνιών εντείνουν τις συνθήκες του ανταγωνισμού, αναγκάζοντας ακόμη και τις μη συναφείς με τον τομέα της πληροφορικής εταιρείες να εξαπλώσουν τις δραστηριότητές τους σε αυτούς τους υποσχόμενους αλλά και ζωτικής σημασίας τομείς. Η δε εξάπλωση του διαδικτύου (Internet) αποτελεί ένα σημαντικά αναπτυσσόμενο τμήμα των πωλήσεων και των κερδών των επιχειρήσεων, αλλά και ένα τρόπο άμεσης (ηθελημένης και μη) επαφής της επιχείρησης με τους ανταγωνιστές, συμμάχους, καταναλωτές και προμηθευτές της σε καθημερινή βάση. Το γεγονός αυτό αναγκάζει πολλές επιχειρήσεις να αναζητήσουν εταιρείες “στόχους” που διαθέτουν αναπτυγμένη τεχνογνωσία στο

Referências

Documentos relacionados

H έμφαση στις σκηνές από τον βίο της Παναγίας οφείλεται στην αφιέρωση του ναού στον Χριστό και στη Θεοτόκο, στη συνήθεια που επικρατούσε κατά την παλαιολόγεια περίοδο για τη δημιουργία