• Nenhum resultado encontrado

7 1.1 Θεωρία ευγένειας Brown and Levinson

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "7 1.1 Θεωρία ευγένειας Brown and Levinson"

Copied!
29
0
0

Texto

(1)

1

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ

Ασημίνα Δανιά Α.Μ.: 1560201200069 Πτυχιακή εργασία Η’ εξαμήνου

Κατεύθυνση Γλωσσολογίας

Γλωσσική ευγένεια στο διαδίκτυο:

Η χρήση των στρατηγικών ευγένειας στις κριτικές σελίδων στο Facebook

Εποπτεύουσα: Σ. Μπέλλα

Αθήνα

Ιανουάριος 2017

(2)

2

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Φιλοσοφική σχολή

Τμήμα φιλολογίας Τομέας γλωσσολογίας

Η’ εξάμηνο

Κατεύθυνση γλωσσολογίας Ασημίνα Δανιά

ΑΜ: 1560201200069

Εποπτεύουσα καθηγήτρια: Σπυριδούλα Μπέλλα

ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΥΓΕΝΕΙΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

Οι χρήση των στρατηγικών ευγένειας στις κριτικές σελίδων στο Facebook

Αθήνα, Ιανουάριος 2017

(3)

3

Περιεχόμενα

Εισαγωγή ... 4

1. Θεωρητικό Υπόβαθρο ... 7

1.1 Θεωρία ευγένειας Brown and Levinson ... 7

1.1.1 Η έννοια του προσώπου ... 7

1.1.2 Απειλητικές πράξεις ... 8

1.1.3 Στρατηγικές για την εκτέλεση απειλητικών πράξεων ... 9

1.2 Η κριτική σαν μέθοδος ... 13

1.2.1 Τα τρία στάδια της κριτικής ... 14

2. Δεδομένα και μεθοδολογία ... 17

3. Ανάλυση δεδομένων ... 18

4. Συμπεράσματα ... 24

Βιβλιογραφία ... 25

Παράρτημα... 26

(4)

4

Εισαγωγή

Η επιστήμη της γλωσσολογίας είναι η επιστημονική μελέτη της ανθρώπινης γλώσσας ως καθολικού φαινομένου, αλλά και των επιμέρους γλωσσών του κόσμου.

Ως επιστήμη επιδιώκει να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα για τη φύση της γλώσσας, τη δομή και τη σχέση της με τον ανθρώπινο νου, αλλά και με την κοινωνία. Με αυτόν το σκοπό, εξετάζει αφενός τις καθολικές αρχές οι οποίες διέπουν την ανάπτυξη της γλώσσας και τη διαμόρφωση όλων των γλωσσών, αφετέρου τους παράγοντες και τους νόμους που συντελούν στη γλωσσική διαφοροποίηση και ποικιλία, διαχρονικά (δηλαδή συγκρίνοντας τη γλώσσα με παλαιότερες μορφές της και μελετώντας την εξέλιξή της μέσα στο χρόνο) και συγχρονικά (δηλαδή μελετώντας τη γλώσσα και τους παράγοντες που την επηρεάζουν σε μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο). Οι γλωσσολόγοι εστιάζουν στην περιγραφή και την ερμηνεία της γλώσσας, χωρίς να επεμβαίνουν, να αξιολογούν και να αναλαμβάνουν ρυθμιστικό ρόλο στη διαμόρφωση των κανόνων μιας γλώσσας.

Η γλωσσολογία αναπτύχθηκε πρώτα ως Ιστορικοσυγκριτική γλωσσολογία και η απαρχή της τοποθετείται στα 1816, με το έργο του Franz Bopp για τη σύγκριση του κλιτικού συστήματος της Σανσκριτικής με το αντίστοιχο της Ελληνικής, της Λατινικής, της Περσικής και της Γερμανικής. Η Σύγχρονη Γλωσσολογία (που στρέφει το ενδιαφέρον στη συγχρονική προσέγγιση της γλώσσας, ενώ ως τότε η γλωσσολογία γινόταν αντιληπτή ως αποκλειστικά ιστορική επιστήμη) γεννήθηκε 100 χρόνια αργότερα, στα 1916, με την έκδοση των Μαθημάτων Γενικής Γλωσσολογίας του Φερντυνάν ντε Σωσύρ και μόλις φέτος συμπληρώνει τα εκατό χρόνια ζωής της (Γούτσος 2012: 4).

Η γλωσσολογική ανάλυση γίνεται σε πέντε ή έξι διακριτά γλωσσολογικά επίπεδα: φωνητικό-φωνολογικό, μορφολογικό, συντακτικό, σημασιολογικό, πραγματολογικό. Στην συγκεκριμένη εργασία θα εστιάσουμε στον κλάδο της πραγματολογίας. Με τον όρο πραγματολογία εννοείται η μελέτη της χρήσης της φυσικής γλώσσας σε πραγματικές συνθήκες ανθρώπινης επικοινωνίας. Πιο συγκεκριμένα, η μελέτη της επίδρασης που έχει το περιβάλλον, είτε είναι γλωσσικό (δηλ. τα συμφραζόμενα) είτε εξωγλωσσικό (π.χ. μορφασμοί, χειρονομίες, νεύματα, επιτονισμός, κ.λπ.) στην ερμηνεία μιας πρότασης, όπως αυτή εκφέρεται μέσα σε

(5)

5

συγκεκριμένο χώρο και χρόνο. Στην πραγματολογία εξειδικεύονται και διευκρινίζονται τα ιδιαίτερα ορίσματα της επικοινωνιακής περίστασης.

Κομμάτι της πραγματολογίας που μάλιστα προστέθηκε πολύ πρόσφατα, μόλις το 1978, αποτελεί η γλωσσική ευγένεια. Η έννοια της ευγένειας γενικότερα μπορεί να αφορά είτε πρακτική είτε γλωσσική συμπεριφορά. Η πραγματολογία, προφανώς, ασχολείται με τη δεύτερη και παραδέχεται πως καμία γλωσσική έκφραση δεν είναι εγγενώς ευγενική ή αγενής εκτός πλαισίου και εν καινώ, δηλαδή εκτός περικειμένου, το οποίο σχηματίζεται ανάλογα με τα πρόσωπα, το χώρο, την κοινωνία και πολλούς άλλους παράγοντες. Με τον όρο περικείμενο εννοούμε αυτό που με άλλα λόγια ονομάζουμε συμφραζόμενα. Επίσης θα μπορούσαμε να υπολογίσουμε την ευγένεια ως ένα ακόμη αξίωμα του Grice (Grice 1975: 47). Πρόκειται, λοιπόν, για μια ψυχοκοινωνική όψη της γλώσσας για την οποία έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες τα τελευταία χρόνια και αποτελεί μεγάλη πρόκληση για τους ερευνητές καθώς υπάρχουν πολλοί ακαθόριστοι παράγοντες στη χρήση της, επομένως και κίνδυνοι γενικεύσεων.

Η πρώτη αοριστία και δυσκολία στο ερευνητικό μέρος της ευγένειας εντοπίζεται στον ίδιο της τον ορισμό. Δεν υπάρχει ακόμα και σήμερα ένας επαρκής και πλήρης ορισμός παρά μόνο κομμάτια του. Ο καθένας έχει την άποψή του όσον αφορά στο τι θεωρεί ευγενικό σχετικά με γλωσσική ή πρακτική συμπεριφορά, όμως πάντα αναλόγως το περικείμενο. Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Κανάκη (2007: 245), με μια πρόχειρη προθεωρητική προσέγγιση, η ευγένεια για κάποιους συνδέεται με την κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά ή αποτελεί χαρακτηριστικό του καλλιεργημένου ανθρώπου. Για άλλους δηλώνει απόσταση ή ακόμη και προσποίηση ή ανειλικρίνεια.

Άλλοι την αντιλαμβάνονται ως μηχανισμό ελαχιστοποίησης των συγκρούσεων ή και παράγοντα που προάγει τις αρμονικές σχέσεις. Σε αυτή την προσπάθεια ορισμού υπάρχει συνεχής χρήση αξιολογικών λέξεων που δημιουργούν προβλήματα στη δημιουργία αντικειμενικού λόγου, όμως θεωρούνται απαραίτητα συστατικά της ευγένειας.

Οι θεωρητικοί της ευγένειας έχουν προσπαθήσει να διαχωρίσουν την ευγένεια κατά καιρούς, προτείνοντας όρους όπως ευγένεια πρώτης τάξης (first - order politeness) και ευγένεια δεύτερης τάξης (second – order politeness), ευγένειας1 (( im) politeness1) και ευγένειας 2 ((im) politeness2) από Brown και Levinson (1987) οι οποίοι ταυτίζουν την ευγένεια με τη θεωρητική έννοια του προσώπου (face). Μια άλλη διάκριση είναι αυτή που προτείνει ο Watts (1989, 2003: 19-20) μεταξύ ευγενούς ((im) polite) και πολιτικής (politic) συμπεριφοράς σε μια προσπάθεια να ερμηνεύσει

(6)

6

το γεγονός ότι η λεγόμενη ευγενική συμπεριφορά συνήθως δεν τραβάει την προσοχή μας, σε αντίθεση με την αγενή συμπεριφορά που στιγματίζεται και στιγματίζει.

Στην παρακάτω εργασία θα μας απασχολήσει η χρήση της γλωσσικής ευγένειας στα πλαίσια, όμως, του διαδικτύου. Σήμερα το διαδίκτυο έχει εισχωρήσει σε τέτοιο βαθμό στην καθημερινότητά μας, έτσι ώστε ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό της επικοινωνίας μας το πραγματοποιούμε μέσω αυτού. Δεν περιορίζεται, όπως η τηλεφωνική επικοινωνία, μεταξύ δύο ανθρώπων. Προσφέρει μαζική και άμεση επικοινωνία, στην οποία το κάθε άτομο έχει την ευθύνη για τα λεγόμενά του και τις απόψεις του. Σε αυτήν τη μαζική επικοινωνία βοηθούν διάφορες ιστοσελίδες και πλατφόρμες, ή αλλιώς μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook, το Twitter, το Instagram κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ότι ο κάθε χρήστης δημοσιοποιεί σκέψεις, φωτογραφίες, απόψεις, επιθυμίες και ό,τι άλλο θέλει να επικοινωνήσει σε ένα κύκλο γνωστών, αλλά και αγνώστων δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο ένα πολύπλοκο δίκτυο σχέσεων μεταξύ των χρηστών.

Συγκεκριμένα, στο Facebook, με το οποίο θα ασχοληθώ σε αυτήν την εργασία, κάθε χρήστης έχει τον προσωπικό του λογαριασμό, μέσα από τον οποίο μπορεί να επικοινωνεί, να δημοσιεύει φωτογραφίες, τραγούδια, απόψεις, να σχολιάζει δημοσιεύσεις άλλων κ.λπ. Μια ακόμη δυνατότητα που προσφέρεται είναι η έκφραση κριτικής σε σελίδες που δημιουργούν οι επιχειρήσεις στο Facebook για να αυξήσουν τη δημοτικότητά τους. Ένα σχετικό, λοιπόν, ερευνητικό ερώτημα που θα μας απασχολήσει είναι το κατά πόσο οι χρήστες, και ειδικότερα οι νέοι κάτω των τριάντα ετών, χρησιμοποιούν τις στρατηγικές γλωσσικής ευγένειας όταν εκφράζουν την κριτική τους σε σελίδες επιχειρήσεων στο Facebook. Στη συνέχεια θα παραθέσω το θεωρητικό υπόβαθρο με τις δύο θεωρίες που θα στηριχθώ, έπειτα θα παρατεθεί η μεθοδολογία που ακολούθησα, η ανάλυση των δεδομένων, τα οποία έχω συλλέξει από τρεις σελίδες επιχειρήσεων, και τέλος τα συμπεράσματα. Η επιλογή των σελίδων ήταν τυχαία.

(7)

7

1. Θεωρητικό Υπόβαθρο

1.1 Θεωρία ευγένειας Brown and Levinson

Η θεωρία των Brown και Levinson αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη θεωρία ευγένειας μέχρι και σήμερα. Άνοιξε νέους ορίζοντες στην έρευνα, μονοπώλησε το ερευνητικό ενδιαφέρον και έχει δεχτεί ιδιαίτερα σκληρή κριτική. Η μεγάλη ανάπτυξη του κλάδου της γλωσσικής ευγένειας οφείλεται σε αυτούς καθώς σύμφωνα και με τον Κανάκη: α) αντλούν στοιχεία από την ήδη εδραιωμένη θεωρία των υπονοημάτων του Grice διευρύνοντας την, β) προτείνουν έναν ορισμό της ευγένειας στη βάση της έννοιας του προσώπου γύρω από την οποία οικοδομούν μια συνεκτική αλλά και επαληθεύσιμη θεωρία, γ)εκλαμβάνουν συγκεκριμένους γλωσσικούς μηχανισμούς ως πραγματώσεις στρατηγικών ευγένειας, και δ) η διαγλωσσική έρευνά τους σε άσχετες μεταξύ τους γλώσσες τους οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν υποκείμενες καθολικές αρχές ευγένειας (Κανάκης 2007: 254).

1.1.1 Η έννοια του προσώπου

Όπως είπαμε και προηγουμένως ο ορισμός της ευγένειας βασίζεται στην έννοια του προσώπου. Κάθε ικανό και ενήλικο μέλος μιας κοινότητας έχει πρόσωπο και γνωρίζει ότι αυτό ισχύει και για τους άλλους. Το πρόσωπο, δηλαδή η δημόσια εικόνα που κάθε μέλος διεκδικεί για τον εαυτό του, έχει μια θετική και μια αρνητική όψη (Brown and Levinson 1987: 61). Με τους όρους θετικό και αρνητικό δεν προσδίδουμε αξιολογική σημασία. Το αρνητικό, λοιπόν, πρόσωπο εκφράζει την ανάγκη του ανθρώπου να δρα ελεύθερα, αυτόνομα και ανεξάρτητα χωρίς επιβαρύνσεις από τους άλλους. Το θετικό πρόσωπο εκφράζει την ανάγκη του κάθε μέλους να είναι αποδεκτό από τουλάχιστον κάποιους άλλους, την ανάγκη για επιδοκιμασία και εκτίμηση, την ανάγκη να ανήκει σε μια ομάδα. Αν ένα άτομο έχει μόνο ένα από τα δύο πρόσωπα είναι κοινωνιοπαθής καθώς και τα δύο πρόσωπα περιγράφουν το σύνολο των κοινωνικών μας αναγκών. Όπως αναφέρει και ο Κανάκης, το αρνητικό πρόσωπο εστιάζει στην κοινωνική ανεξαρτησία και συνδέεται με την απόσταση και την τυπικότητα, ενώ το θετικό στην κοινωνική εξάρτηση και σχετίζεται με την εγγύτητα, την αλληλεγγύη και την οικειότητα (2007: 255). Αν λείπει το ένα μέρος δεν υπάρχει ισορροπία. Οι δύο αυτές πλευρές του προσώπου είναι αλληλένδετες αλλά έρχονται και σε σύγκρουση μεταξύ τους. Επίσης, το περιεχόμενο του προσώπου αλλάζει ανάμεσα στους πολιτισμούς, αλλά η γνώση για τη δημόσια

(8)

8

εικόνα, η αναγνώριση της και ο προσανατολισμός προς αυτήν αποτελούν καθολικά στοιχεία.

1.1.2 Απειλητικές πράξεις

Το δεύτερο και βασικό κομμάτι της θεωρίας είναι ότι οι περισσότερες γλωσσικές πράξεις αποτελούν απειλή για το πρόσωπο των συμμετεχόντων και γι αυτό ονομάζονται απειλητικές πράξεις (face threatening acts ή FTAs), εφόσον έρχονται σε σύγκρουση με τις ανάγκες του προσώπου των συμμετεχόντων (Brown and Levinson 1987: 65 κ.ε.). Πράξεις που περιορίζουν ή επιβαρύνουν τον ακροατή απειλούν την αρνητική όψη του προσώπου του, ενώ οι πράξεις που φαίνεται να αποδοκιμάζουν τις επιθυμίες του απειλούν το θετικό του πρόσωπο. Σε ορισμένες πράξεις η απειλή ενυπάρχει. Απειλή για το αρνητικό πρόσωπο του ακροατή αποτελούν, για παράδειγμα, οι παρακλήσεις, οι διαταγές, οι απειλές, οι προσφορές, οι υποσχέσεις, οι προτάσεις κ.α. εφόσον περιορίζουν την ελευθερία κινήσεών του. Απειλή για το θετικό πρόσωπο του ακροατή συνιστούν η έκφραση κριτικής, η αποδοκιμασία, τα παράπονα, οι διαφωνίες κ.α., δεδομένου ότι υποδηλώνουν την έλλειψη αποδοχής του από το συνομιλητή. Απειλή, όμως, ενυπάρχει και σε πράξεις που αφορούν τα πρόσωπα του ομιλητή. Απειλητικές πράξεις για το αρνητικό πρόσωπο του ομιλητή είναι η έκφραση ή η αποδοχή ευχαριστιών, αιτημάτων ή συγγνώμης, οι απρόθυμες προσφορές και υποσχέσεις κ.α., εφόσον συνδέονται με την αναγνώριση υποχρέωσης προς το συνομιλητή. Για το θετικό πρόσωπο του ομιλητή είναι τα αιτήματα συγγνώμης, οι απολογίες, η αποδοχή υπαιτιότητας, η συναισθηματική φόρτιση κ.α., διότι δηλώνουν μετάνοια από πλευράς του ομιλητή για μια προηγούμενη απειλητική πράξη που ενδέχεται να του στερεί την εκτίμηση των άλλων. Επομένως, όποια πράξη αποτελεί υποχρέωση για κάποιον, απειλεί το αρνητικό του πρόσωπο ενώ όποια διακινδυνεύει να στερήσει την κοινωνική του αποδοχή, απειλεί το θετικό (Κανάκης 2007: 256).

Δεν είναι εγγενές το ρίσκο της απώλειας στις ίδιες τις πράξεις. Αντιθέτως, το μέγεθος της απειλής καθορίζεται αθροιστικά από την αλληλεπίδραση τριών καθολικών κοινωνικών μεταβλητών (Brown and Levinson 1987: 74):

1. Την κοινωνική απόσταση μεταξύ των συμμετεχόντων.

2. Το βαθμό οικειότητας ή τη σχετική ιεραρχία στη μεταξύ τους σχέση.

3. Το βαθμό απειλής, δηλαδή την απόλυτη ιεράρχηση της απειλητικότητας της συγκεκριμένης πράξης σε μια κοινωνία.

(9)

9

Επομένως, καταλαβαίνουμε ότι μια πράξη είναι περισσότερο ή λιγότερο απειλητική ανάλογα με τις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των συμμετεχόντων και τις συνθήκες οι οποίες συντρέχουν. Άρα, και η πιο απλή παράκληση, όπως για παράδειγμα το κλείσιμο μιας πόρτας, μπορεί να είναι από πολύ απειλητική έως και καθόλου όταν απευθυνόμαστε σε έναν ξένο ή σε έναν φίλο μας αντίστοιχα. Κατά συνέπεια οι τιμές των παραπάνω μεταβλητών καθορίζουν και τον βαθμό απειλής της εκάστοτε πράξης. Μέσα από αυτή τη θεωρία συνάγεται ένας ορισμός για την ευγένεια από τους Brown και Levinson. Είναι η προσπάθεια διασφάλισης του προσώπου των συμμετεχόντων βάσει στρατηγικών που επιλέγονται με γνώμονα το βαθμό απειλής και στοχεύουν στην ελαχιστοποίηση της.

1.1.3 Στρατηγικές για την εκτέλεση απειλητικών πράξεων

Σύμφωνα με τους Brown και Levinson (1987: 60) οι βασικές στρατηγικές της ευγένειας είναι πέντε και η χρήση τους εξαρτάται από το βαθμό απειλής του προσώπου των συμμετεχόντων που ενέχει η κάθε πράξη και είναι οι εξής :

1. Άμεση εκτέλεση πράξης – χωρίς λεκτική αποζημίωση

2. Άμεση εκτέλεση πράξης – με λεκτική αποζημίωση και θετική ευγένεια (διαφύλαξη του θετικού προσώπου)

3. Άμεση εκτέλεση πράξης – με λεκτική αποζημίωση και αρνητική ευγένεια (διαφύλαξη του αρνητικού προσώπου)

4. Έμμεση εκτέλεση πράξης

5. Μη εκτέλεση πράξης (σύμφωνα με τη βρετανική κοινωνία αντικατοπτρίζει την ευγένεια)

Όσο πιο μεγάλος είναι ο αριθμός, τόσο πιο ευγενική είναι και η στρατηγική.

Επίσης, όσο πιο απειλητική είναι η πράξη, τόσο πιο ευγενική και η στρατηγική που ακολουθείται. Στη στρατηγική νούμερο 5 ο ομιλητής επιλέγει να μην εκτελέσει καν την πράξη, προφανώς λόγω αυξημένης απειλητικότητας.

Για να σταθεί η παραπάνω θεωρία πρέπει να υποθέσουμε πως ένα έλλογο άτομο κάνει σωστές επιλογές στρατηγικών για να διασφαλίσει το πρόσωπο των συμμετεχόντων και να επιτύχει αμοιβαία επικοινωνία πάντα στα πλαίσια της ευγένειας. Αρχικά, αν το άτομο θεωρήσει την πράξη ιδιαίτερα απειλητική μπορεί να απέχει (5). Αν τελικά επιλέξει να εκφραστεί, πρώτη του επιλογή και λιγότερο ευγενική είναι η άμεση εκτέλεση και χωρίς λεκτική αποζημίωση, π.χ. Βάλε μου ένα

(10)

10

ποτήρι νερό, η οποία έχει αυξημένο βαθμό απειλής και υποδηλώνει είτε υψηλή θέση του ομιλητή, είτε μεγάλη οικειότητα, είτε επείγουσα ανάγκη εκτέλεσης.

Επόμενη επιλογή είναι η εκτέλεση με λεκτική αποζημίωση, δηλαδή με την πρόσθετη χρήση εκφράσεων, συχνά συμβατικών ή τυποποιημένων, που σκοπεύουν να ελαττώσουν την απειλή. Ανάλογα με το ποιο πρόσωπο πρόκειται να προστατεύσουν αυτές οι διορθωτικές φράσεις, κάνουμε λόγο για λεκτική αποζημίωση της θετικής ευγένειας (όταν θεραπεύεται το θετικό πρόσωπο) και της αρνητικής ευγένειας (όταν θεραπεύεται το αρνητικό πρόσωπο). Στην πρώτη περίπτωση, ο ομιλητής εστιάζει στην επιδοκιμασία και στην αλληλεγγύη και χρησιμοποιεί εκφράσεις όπως π.χ. Κλείσε λίγο την πόρτα ομορφιά μου, ή εσύ που είσαι τόσο καλό παιδί θα πας μέχρι το σούπερ μάρκετ; Στη δεύτερη περίπτωση ο ομιλητής επιθυμεί να προστατέψει την ανεξαρτησία και την αυτονομία του συνομιλητή και να μην τον επιβαρύνει λέγοντας π.χ. Θα σου ήταν δύσκολο να ανοίξεις την πόρτα; ή Συγγνώμη για την ενόχληση, μπορώ να σε ρωτήσω κάτι; Και στις δύο περιπτώσεις στρατηγικών το μήνυμα και ο σκοπός είναι σαφή και πρόκειται για τους πιο συνήθεις και εύχρηστους μηχανισμούς της καθημερινής επικοινωνίας. Αξίζει να αναφερθεί ότι μετά από μελέτες, φαίνεται ότι η ελληνική κοινωνία τείνει να προκρίνει το θετικό πρόσωπο (συντροφικότητα) ενώ η αγγλική το αρνητικό (αυτονομία). Πρόκειται για αυτό που ονόμασαν οι Brown και Levinson (1987: 243) διαπολιτισμικό ήθος (ethos) και αφορά τις επικοινωνιακές προσδοκίες, προτιμήσεις και κλίσεις κάθε κοινωνίας.

Βέβαια αρκετά συχνά συναντάμε και την τελευταία κατηγορία στρατηγικών που είναι και ιδιαίτερα σημαντική, την εμμεσότητα. Η έμμεση εκτέλεση πράξης χρησιμοποιείται όταν ο ομιλητής θεωρεί πως δεν πρέπει να είναι ξεκάθαρος αλλά αντίθετα καταλληλότερη λύση είναι οι νύξεις, οι ασάφειες και τα υπονοούμενα. Π.χ.

Πω πω μου τελείωσε το στυλό ή Δεν το πιστεύω ξέχασα το πορτοφόλι μου! Αυτές οι φράσεις μπορούν να μεταφραστούν ως αιτήματα, στην πρώτη περίπτωση για ένα στυλό και στη δεύτερη για δανεικά. Οι Brown και Levinson θεωρούν ότι πρόκειται για την πιο ευγενική στρατηγική, εφόσον αφήνει μεγάλα περιθώρια διασφάλισης προσώπου και στους δύο ομιλητές. Δηλαδή ο συνομιλητής στο δεύτερο παράδειγμα μπορεί όντως να προσφερθεί να δανείσει χρήματα στον ομιλητή και τότε ο ομιλητής να τα αρνηθεί και να απαντήσει πως δεν εννοούσε κάτι τέτοιο. Ενώ και από την άλλη πλευρά ο ομιλητής δίνει το δικαίωμα στον ακροατή να ερμηνεύσει το «ξέχασα το πορτοφόλι μου» ως δήλωση και να μην προσφέρει βοήθεια προστατεύοντας και το

(11)

11

θετικό και το αρνητικό του πρόσωπο αφού δε χρειάζεται να του δανείσει αν δεν το επιθυμεί και δεν θα κριθεί και αρνητικά για αυτό.

Στις έμμεσες στρατηγικές ευγένειας παρατηρείται συνεχής παραβίαση των αξιωμάτων του Grice. Παραβίαση του αξιώματος της συνάφειας (υπαινιγμοί και νύξεις), της ποσότητας (έλλειψη, υπερβολή ή ταυτολογίες), της ποιότητας (αντιφάσεις, ειρωνείες, μεταφορές, ρητορικές ερωτήσεις) και του τρόπου (αμφισημίες, αοριστίες, υπερ-γενικέυσεις). Συνεπώς, γενικότερα οι στρατηγικές των Brown και Levinson φανερώνουν ξεκάθαρα ότι η ευγένεια είναι ένα από τα ισχυρότερα κίνητρα για την παραβίαση των αξιωμάτων του Grice (Κανάκης 2007:

261).

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η ελληνική γλώσσα, και κατ’ επέκταση και κοινωνία, είναι προσανατολισμένες προς τη θετική ευγένεια όπως φαίνεται από την εκτεταμένη χρήση των υποκοριστικών, τη συντακτική δομή των παρακλήσεων και τη διεπίδραση σε ορισμένους τύπους δραστηριοτήτων. Σε μορφολογικό επίπεδο, όσον αφορά τον υποκορισμό, θεωρείται βασικός δείκτης θετικής ευγένειας καθώς εκτός από την πρωτότυπη χρήση του, δηλαδή την ένδειξη του μεγέθους, έχει και άλλες όπως την ένδειξη στοργής, συμπάθειας ή αλληλεγγύης. Άρα συνεπάγεται και την ένδειξη ευγένειας όπως και η χρήση του ποσοτικού επιρρήματος λίγο ως μετριαστικό προσδιορισμό (Κανάκης 2007: 262). Π.χ. Βάλε λίγο λεμονάκι στο ψαράκι σου, κοριτσάκι μου ή Πείτε μου λίγο το ονοματάκι σας κ.λπ. Αξίζει να αναφερθεί ότι η χρήση των υποκοριστικών είναι χαρακτηριστικό του ανεπίσημου λόγου και για αυτό παρατηρούμε ότι επίσημες και λόγιες λέξεις ή αφηρημένες έννοιες δεν σχηματίζουν υποκοριστικά (π.χ. ελευθερία – ελευθεριούλα). Τέλος, ο υποκορισμός έχει κοινωνική λειτουργία - εφόσον επηρεάζει την προσλεκτική ισχύ του εκφωνήματος – αλλά και κατανομή ανάλογα με το φύλο. Ενώ κατά κύριο λόγο συνδέονται με το «λόγο των γυναικών», σύμφωνα με τη Makri-Tsilipakou, φαίνεται πως οι άντρες τα χρησιμοποιούν περισσότερο, ειδικά προς γυναίκες ακροάτριες (2003: 699).

Σε συντακτικό επίπεδο, άμεσα συνδεδεμένες με την ευγένεια είναι οι παρακλήσεις. Σύμφωνα με τους Brown και Levinson επιβαρύνουν τον ακροατή, είναι εγγενώς απειλητικές και άρα είναι δείκτες αρνητικής ευγένειας (1987: 70). Όμως η Sifianou (1992 α : 99) διερωτάται αν αυτό ισχύει απαραίτητα για κάθε κοινωνία.

Συγκεκριμένα στα ελληνικά, η συντακτική δομή των παρακλήσεων φαίνεται να συνδέεται με τη θετική ευγένεια. Π.χ. μου φέρνεις λίγο το τηλέφωνο; Μου βάζεις ένα νερό; Παρατηρείται χρήση οριστικής ενεστώτα που συνδέεται με τη σιγουριά και άρα

(12)

12

με τη θετική ευγένεια, αντίθετα με τη χρήση τροπικών ρημάτων κυρίως στην αγγλική, που συνδέονται με την απόσταση και άρα με την αρνητική ευγένεια.

Συνεπώς οι συντακτικές δομές μας δείχνουν και τον προσανατολισμό ως προς την ευγένεια (Sifianou 1992α :137 – 40).

Τέλος, θα αναφερθούμε στο πραγματολογικό επίπεδο για να βρούμε ενδείξεις προσανατολισμού στη θετική ευγένεια ψάχνοντας σε διάφορους τύπους δραστηριότητας όπως ανακοινώσεις, τηλεφωνικές συνδιαλέξεις και σύντομες καθημερινές συζητήσεις. Για παράδειγμα, από μεταφράσεις ανακοινώσεων σε αεροπλάνο από ελληνικά σε αγγλικά παρατηρούνται διαφορές που δείχνουν θετικό ή αρνητικό προσανατολισμό αντίστοιχα. Στα ελληνικά δίνονται εξηγήσεις στον ακροατή για την παράκληση-εντολή που έλαβε, η σύνταξη είναι ενεργητική (π.χ. Σας παρακαλούμε και όχι παρακαλείστε) και χρησιμοποιείται πληθυντικός (π.χ. Η αναχώρησή μας…) δίνοντας μια αίσθηση συνεργασίας. Αντίθετα τα χαρακτηριστικά αυτά αποτελούν ενδεχόμενη απειλή για τους Άγγλους, εφόσον καθιστούν τους επιβάτες υπεύθυνους για τυχόν καθυστέρηση. Το ίδιο ισχύει και για τηλεφωνικές συνομιλίες και επαγγελματικές συναλλαγές. Πάλι η ελληνική κοινωνία στρέφεται προς τη θετική ευγένεια, η οποία υπαγορεύει τη γλωσσική αισιοδοξία ( Brown and Levinson 1987: 126) που έχουμε όταν καλούμε κάποιον και είμαστε σίγουροι πως θα αναγνωρίσει τη φωνή μας και η μόνη εξήγηση που ίσως δώσουμε είναι ένα «εγώ είμαι». Αλλά και τέλος, σύμφωνα με έρευνα της Antonopoulou (2001) σχετικά με καθημερινές κοινωνικές συζητήσεις και συνδιαλλαγές, οι Έλληνες και ακόμη περισσότερο το γυναικείο φύλο, δείχνουν προτίμηση για γλωσσικούς ενδείκτες θετικής ευγένειας.

(13)

13

1.2 Η κριτική σαν μέθοδος

Πρόκειται για μια θεωρία του Jim Kuypers που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του

‘Rhetorical Criticism’ και αφορά την κριτική και τα τρία στάδια της πραγματοποίησης της. Σύμφωνα με τον Kuypers, λοιπόν, στην πιο βασική μορφή της, μια μέθοδος είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος ή διαδικασία για την επίτευξη ενός έργου. Το έργο και ο σκοπός του ερευνητή είναι να παράγει γνώση. Βέβαια, οι μέθοδοι που χρησιμοποιεί ο καθένας διαφέρουν πάρα πολύ μεταξύ τους, ανάλογα με το έργο του καθενός. Η κριτική είναι μια τέχνη και είναι κατάλληλη για την εξέταση ρητορικών δημιουργιών, δηλαδή έργων που σχετίζονται με το λόγο. Αμέτρητες κριτικές έχουν γραφτεί για τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Η Marie Hochmuth Nichols, για παράδειγμα, έγραψε ότι οι ανθρώπινες επιστήμες ασχολούνται με τη δημιουργία σωστής κρίσης που οδηγεί σε σωστές επιλογές (1963: 7). Τέτοιες επιστήμες μας διδάσκουν ότι η τεχνική ικανότητα δεν είναι αρκετή, ότι κάπου πέρα από αυτήν υπάρχει μια περιοχή στην οποία οι απαντήσεις δεν είναι τυπικές και οι μέθοδοι είναι ασυνήθιστες. Πέρα από την περιοχή των τύπων και των στερεοτύπων, υπάρχει μια περιοχή όπου λειτουργεί η κατανόηση, η φαντασία, η γνώση εναλλακτικών επιλογών και η αίσθηση του σκοπού. Αυτή η περιοχή είναι η κριτική.

Η κριτική (μία από τις πολλές μεθόδους παραγωγής γνώσης) περιλαμβάνει ενεργά την προσωπικότητα του ερευνητή. Η επιλογή του αντικειμένου μελέτης, του πως και γιατί θα μελετηθεί ένα ρητορικό έργο είναι άμεσα συνδεδεμένα με τις αξίες του ερευνητή. Στις επιστήμες, η εφαρμογή της επιστημονικής μεθόδου, μπορεί να παίρνει αμέτρητες μορφές, αλλά ο βασικός κορμός παραμένει ο ίδιος, χωρίς να διαφαίνεται η προσωπικότητα του επιστήμονα. Αντίθετα, στις ανθρωπιστικές επιστήμες, η προσωπικότητα του ερευνητή είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της μελέτης. Ακόμα και ο τρόπος με τον οποίο πολλοί κριτικοί εκφράζονται στα κείμενά τους φέρνει την προσωπικότητά τους στο προσκήνιο. Για παράδειγμα, κάποιοι χρησιμοποιούν εκφράσεις σε πρώτο πρόσωπο (βρήκα, παρατήρησα, κατέληξα κ.λπ.), αντί για εκφράσεις όπως ‘από την έρευνα παρατηρείται..’, ‘η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα…’ .

Με λίγα λόγια η κριτική είναι τέχνη και όχι επιστήμη, ούτε επιστημονική μέθοδος.

Χρησιμοποιεί υποκειμενικές μεθόδους και επιχειρήματα, βασίζεται στην κρίση και είναι ανεξάρτητη από τις άλλες μεθόδους παραγωγής γνώσης (Kuypers 2009: 14).

(14)

14 1.2.1 Τα τρία στάδια της κριτικής

Όπως είπαμε, η κριτική δε γίνεται μηχανικά. Όμως, υπάρχουν κάποια βήματα που οι κριτικοί ακολουθούν όταν παράγουν κριτική, καθώς θέλουν να μεταδώσουν την κατανόηση και τη διορατικότητα και όχι απλά να πουν απόψεις. Μιλάμε, επομένως, για τρία στάδια: το εννοιολογικό ή στάδιο της αντίληψης, το επικοινωνιακό και της ανατροφοδότησης.

ΤΟ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ

Το εννοιολογικό στάδιο λαμβάνει χώρα στο μυαλό του κριτικού. Είναι μια ιδιωτική πράξη και σκοπός τη είναι να γεννήσει τη διορατικότητα και την κριτική ικανότητα. Αυτό το στάδιο δεν είναι μηχανικό και δεν υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος με τον οποίο λειτουργεί το μυαλό του κάθε κριτικού. Συχνά, βέβαια, η διορατικότητα γεννιέται με δύο τρόπους. Ο πρώτος έχει τη μορφή της αυθόρμητης σύλληψης, της ξαφνικής επιφοίτησης, της ενστικτώδους αντίδρασης σε ένα κείμενο, αντικείμενο ή γεγονός. Βέβαια, περιλαμβάνει κάτι περισσότερο από μια απλή αντίδραση καθώς οι κριτικοί έχουν εκπαιδευτεί να παρατηρούν. Με λίγα λόγια, ένας έμπειρος κριτικός έχει αφομοιώσει συγκεκριμένους τρόπους οπτικής. Αυτοί οι τρόποι αντίληψης αποτελούν κομμάτι της προσωπικότητας του κριτικού. Μάλιστα, μερικές φορές ο τρόπος αντίληψης ή έκφρασης κάποιων κριτικών είναι αρκετός για κάποιους άλλους ώστε να τους αναγνωρίσουν. Ο άλλος τρόπος είναι μέσω μιας συστηματικής εξέτασης του έργου. Με αυτή την προσέγγιση ο κριτικός χρησιμοποιεί ένα είδος οδηγού, επίσημου ή ανεπίσημου, που του επιτρέπει να προχωρά ομαλά και τακτικά μέσα σε όλο το έργο. Ο επίσημος συνδέεται με τις προοπτικές του έργου, ενώ ο ανεπίσημος συνδέεται με ερωτήσεις που έχει στο μυαλό του ο κριτικός για τη λειτουργία του κόσμου και καθώς διαβάζει το έργο ψάχνει για απαντήσεις. Αυτές τις απαντήσεις και τις ιδέες ο κριτικός είτε θα τις κρατήσει για τον εαυτό του είτε θα τις μοιραστεί, περνώντας στο επόμενο στάδιο (Kuypers 2009: 15).

ΤΟ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟ ΣΤΑΔΙΟ

Το δεύτερο στάδιο της κριτικής είναι μια ημί-δημόσια πράξη συγγραφής της κριτικής, σαν προετοιμασία της παρουσίασής της σε άλλους. Αυτό το στάδιο περιλαμβάνει την ιδιωτική πράξη της συγγραφής, το να μοιράζεσαι τις αρχικές ιδέες σου με έμπιστους φίλους και συναδέλφους και τελικά με ένα ευρύτερο κοινό. Όταν μοιράζεσαι την κριτική σου με άλλους δεν παρέχεις απλά μια ολοκληρωμένη εικόνα των απόψεών σου. Μοιράζεσαι προτάσεις. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάς ένα πολύ

(15)

15

βασικό βήμα. Να δίνεις στοιχεία και επιχειρήματα που να υποστηρίζουν τους ισχυρισμούς και τις προτάσεις σου. Με λίγα λόγια, όσοι γράφουν μια κριτική, πρέπει να προσκαλούν το κοινό τους να συμφωνήσει μαζί τους. Αυτό επιτυγχάνεται αφού δηλώσουν τις παρατηρήσεις τους και ύστερα κοινοποιήσουν στοιχεία και αποδείξεις για αυτό που ισχυρίζονται, είτε προς αποδοχή είτε προς απόρριψη της κριτικής τους από το κοινό. Επομένως προσπαθούν να επιχειρηματολογήσουν, άρα η κριτική παίρνει τη μορφή ενός επιχειρήματος. Η ιδέα αυτή δεν είναι καινούργια καθώς ο Wayne Brockriede έγραψε το 1974 ότι η κριτική για να είναι αποτελεσματική πρέπει να έχει τη μορφή επιχειρήματος. Μάλιστα όρισε και πέντε χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει:

1. ένα άλμα από τις υπάρχουσες θεωρίες και απόψεις στην υιοθέτηση μιας καινούργιας ή στην ενίσχυση μιας παλιάς (θεωρίας ή άποψης).

2. ένα λογικό σκεπτικό που να δικαιολογεί αυτό το άλμα 3. μια επιλογή ανάμεσα σε δύο ή περισσότερους ισχυρισμούς

4. μια ρύθμιση της αβεβαιότητας σχετικά με τον επιλεγμένο ισχυρισμό 5. ένα ρίσκο μιας αναμέτρησης μεταξύ αυτού και ενός άλλου ισχυρισμού.

Όσο περισσότερα από τα πέντε χαρακτηριστικά περιλαμβάνει μια κριτική τόσο πιο αποτελεσματική θα είναι, όσο λιγότερα τόσο πιο αδύναμη. Γενικότερα όταν κάποιος που ασκεί κριτική δεν παραθέτει εξηγήσεις για τα θετικά ή τα αρνητικά του σχόλια, τότε οδηγεί το κείμενό του σε ένα μονόλογο χωρίς συνέχεια. Αντίθετα, όταν αναφέρεται στα κριτήρια πάνω στα οποία στήριξε την κρίση του και παρουσιάζει κάποια δεδομένα που επιβεβαιώνονται από αυτά τα κριτήρια, τότε έχει επιχειρηματολογήσει σωστά σύμφωνα με τον Brockriede (1974: 165-174).

Υπάρχουν τόσα πολλά είδη κειμένων και αντικειμένων που προσφέρονται για ανάλυση και κριτική, ώστε για να γίνουν σωστά και οι δύο χρειάζεται να ακολουθηθούν διαφορετικές τακτικές και οπτικές γωνίες ανάλογα με το καθένα.

Κάθε προοπτική μας ανοίγει διαφορετικές πόρτες-θεωρίες και είναι στο χέρι του ατόμου που ασκεί την κριτική το αν θα χρησιμοποιήσει ή όχι μια συγκεκριμένη προοπτική ανάλυσης, βλέποντας το θέμα του με έναν συγκεκριμένο τρόπο, ή αν θα κινηθεί ελεύθερα. Η χρήση μιας συγκεκριμένης προοπτικής βοηθάει τον κριτικό να μένει συγκεντρωμένος στο έργο του και λειτουργεί σαν οδηγός. Από την άλλη βέβαια μπορεί και να τον περιορίσει αποκλείοντας κάποιες πτυχές του θέματος και τονίζοντας άλλες, βάζοντας σε κίνδυνο την αντικειμενικότητα. Επομένως, χρειάζεται

(16)

16

προσοχή ώστε να γίνει σωστή χρήση μιας προοπτικής και να μην υπαγορεύει στον κριτικό αλλά να τον οδηγεί.

Ένα ερώτημα που γεννιέται είναι το πώς επιλέγει ένας κριτικός την προοπτική που θα χρησιμοποιήσει. Αρχικά, έχει να κάνει με το προσωπικό του ενδιαφέρον. Δεν ταιριάζουν όλες οι προοπτικές σε όλους. Κάποιες κινούν πιο πολύ το ενδιαφέρον ανάλογα με την εκάστοτε προσωπικότητα. Επίσης, ένας κριτικός πρέπει να περιλαμβάνει τα μοναδικά χαρακτηριστικά του έργου που εξετάζεται. Όπως προαναφέρθηκε, οι προοπτικές εστιάζουν την προσοχή σε συγκεκριμένες πτυχές του έργου. Αυτό πρέπει να το προσέξει ο κριτικός στην επιλογή του γιατί δεν ταιριάζουν όλες οι προοπτικές σε όλα τα έργα (Kuypers 2009: 17-18).

ΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΗΣ ΑΝΑΤΡΟΦΟΔΟΤΗΣΗΣ

Όταν η κριτική έχει ουσιαστικά πραγματοποιηθεί, τότε έρχεται το τελευταίο στάδιο. Είναι μια δημόσια πράξη, όπου ο κριτικός μοιράζεται ανοιχτά τις απόψεις του με τους άλλους. Για παράδειγμα, μια κριτική θα μπορούσε να πάρει τη μορφή επιστολής στον εκδότη μιας εφημερίδας. Αν εκδιδόταν, θα έδινε την ευκαιρία σε πολλούς να δουν τις σκέψεις του συγγραφέα και πιθανώς να απαντήσουν. Η ιδέα είναι να μοιράζεσαι την κριτική σου με ένα κομμάτι του πληθυσμού με την ελπίδα ότι θα προκαλέσεις ένα είδος ανατροφοδότησης του θέματος που πραγματεύεσαι. Αυτός είναι ο σκοπός της σωστής και υγιούς κριτικής.

Η ανατροφοδότηση μπορεί να πάρει πολλές μορφές, όπως και οι απόψεις του λαού για τις ιδέες του κριτικού. Μόλις το κείμενο εκδοθεί, αποκτά πια δική του ζωή. Η ανατροφοδότηση, θετική ή αρνητική, πρέπει να αντιμετωπιστεί σαν απόδειξη ότι η κριτική έχει εισέλθει σε μια μεγαλύτερη συζήτηση. Ένα πρόβλημα που συχνά έχουν οι κριτικοί είναι η αντιμετώπιση μιας αντίθετης άποψης. Δηλαδή, μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι η άποψη του συγγραφέα είναι υποκειμενική, και ότι η δική του είναι έγκυρη. Βέβαια αν έχουν παρατεθεί λόγοι κι εξηγήσεις που ευσταθούν, η ανταλλαγή απόψεων θα οδηγήσει σε μια παραγωγική συζήτηση χωρίς την απαίτηση της συμφωνίας. Κανείς δεν είναι εντελώς σωστός ή λάθος απλά έχει τη δική του οπτική.

Όπως λέει και ο Brockriede, ‘Οι κριτικοί που διαφωνούν είναι πιο χρήσιμοι από αυτούς που δεν το κάνουν’. Συνοψίζοντας, στο τελευταίο αυτό στάδιο, η κριτική εισέρχεται σε πλαίσια διαλόγου και συζήτησης, κομμάτι πολύ κρίσιμο και σημαντικό.

Μόνο οι καλές κριτικές τα καταφέρνουν σε αυτό το στάδιο. Άλλωστε όπως πολλοί κριτικοί δηλώνουν ‘Αγάπησέ με, μίσησέ με, αλλά μη με αγνοείς’.

(17)

17

2. Δεδομένα και μεθοδολογία

Τα δεδομένα που συλλέχθηκαν με σκοπό την απάντηση στο ερευνητικό μας ερώτημα είναι, όπως διατυπώθηκε και στην εισαγωγή, κριτικές από νέους ανθρώπους κάτω των τριάντα ετών σε σελίδες στο Facebook διάφορων επιχειρήσεων της Αθήνας. Πιο συγκεκριμένα, η συλλογή δεδομένων έγινε από τρεις σελίδες επιχειρήσεων. Το γνωστό μπεργκεράδικο Butcher’s Burger and Butcher’s Steak House στο Χαλάνδρι, το Μεζεδοπωλείο Ρεμεζέ στο Αιγάλεω και το Skyfall Bar στην περιοχή του Μετς στην Αθήνα. Τα σχόλια που θα χρησιμοποιηθούν για ανάλυση έχουν δημοσιευτεί από το 2015 μέχρι και σήμερα και έχουν έκταση από μία έως είκοσι σειρές περίπου.

Για την ανάλυση των παραπάνω δεδομένων θα χρησιμοποιηθούν οι θεωρίες που παρατέθηκαν στο θεωρητικό υπόβαθρο, δηλαδή των Brown και Levinson για τη γλωσσική ευγένεια, και του Jim Kuypers για την έκφραση κριτικής. Οι συσχετίσεις και οι συνδέσεις που θα γίνουν μεταξύ των δεδομένων και των θεωριών θα μας οδηγήσουν στις επιθυμητές απαντήσεις στο ερευνητικό ερώτημα. Σκοπός μας είναι να καταλάβουμε αν οι νέοι χρησιμοποιούν στρατηγικές ευγένειας, αν εκφράζονται ευγενώς και αν η κριτική τους είναι περισσότερο ή λιγότερο απειλητική σαν πράξη προς το συνομιλητή ανάλογα με το αν είναι θετική ή αρνητική.

(18)

18

3. Ανάλυση δεδομένων

1. Dionysia Katsilieris - 5 αστέρια - Τρελένομαι για τα burgers κ σήμερα πρώτη φορά έφαγα ένα jack Daniels burger από εσάς κ ήρθε το delivery γρήγορα κ ήταν το καλύτερο burger που έχω φάει ποτέ στην Ελλάδα! Μπράβο σας ήταν σούπερ. Ωραίες πατάτες, τέλειο ψημένο μπιφτέκι ωράιο ψωμάκι κ καλός συνδυασμός στα υλικά κ υψηλής ποιότητας. Ευχαριστώ επιτέλους ευχαριστήθηκα ένα burger της προκοπής.

Πρώτο δεδομένο προς ανάλυση είναι μια πολύ θετική κριτική του χρήστη του Facebook Dionysia Katsilieris, κάτω των τριάντα ετών, σχετικά με burger που δοκίμασε από το μπεργκεράδικο Butcher’s Burger and Butcher’s Steak House στο Χαλάνδρι.

Ξεκινώντας από τη θεωρία των Brown και Levinson, σχετικά με το πρόσωπο μπορούμε να αναφέρουμε πως σε μια θετική κριτική, ειδικά όσο η παραπάνω, απειλείται το αρνητικό πρόσωπο του ακροατή, δηλαδή του αποδέκτη της κριτικής.

Αυτό συμβαίνει γιατί η θετική κριτική και αξιολόγηση περιορίζει τις επιλογές του καθώς πρέπει συνεχώς να στέκεται αντάξιός τους. Σε αυτά βέβαια παίζει ρόλο και ο βαθμός οικειότητας. Μπορεί, λοιπόν, στην προκειμένη περίπτωση ο ομιλητής με τον συνομιλητή να μην έχουν μεγάλη οικειότητα, όμως η επικοινωνία στο διαδίκτυο είναι απρόσωπη κι έτσι ελαχιστοποιείται ο βαθμός απειλής. Επίσης, πιο συγκεκριμένα, στο παραπάνω σχόλιο ο χρήστης εκφράζει ευχαριστίες απειλώντας το αρνητικό του πρόσωπο, εφόσον δείχνει υποχρέωση προς τον συνομιλητή. Στη θεωρία τους επίσης, αναφέρονται στον υποκορισμό ως δείκτη ευγένειας και συγκεκριμένα προσανατολισμού στη θετική ευγένεια, ρόλο που παραπάνω παίρνει η λέξη ‘ψωμάκι’.

Η ελληνική γλώσσα και κοινωνία είναι στραμμένες στη θετική ευγένεια και το επιβεβαιώνει και η εκτεταμένη χρήση υποκοριστικών.

Από τη σκοπιά της θεωρίας του Kuypers για την κριτική, βλέπουμε πως ο χρήστης κάνει ξεκάθαρο το δεύτερο κυρίως στάδιο το οποίο ορίζει πως πρέπει να δίνεις στοιχεία και επιχειρήματα που να υποστηρίζουν τους ισχυρισμούς και τις προτάσεις σου. Για όλα τα θετικά σχόλια που έκανε και για τα πέντε αστέρια που έδωσε είχε πειστικά επιχειρήματα (ήρθε το delivery γρήγορα, Ωραίες πατάτες, τέλειο ψημένο μπιφτέκι ωράιο ψωμάκι κ καλός συνδυασμός στα υλικά κ υψηλής ποιότητας).

Βέβαια, αυτό δε σημαίνει ότι θα αρέσουν σίγουρα και σε κάποιον άλλον εφόσον πρόκειται για φαγητό, όμως δεν παύει η άποψή του να είναι δικαιολογημένη και κατά

(19)

19

συνέπεια βάσιμη και υπολογίσιμη. Σαν γενικό σχόλιο για το απόσπασμα πρέπει να αναφερθεί ότι η έκφραση του χρήστη θεωρείται ευγενής, προσανατολισμένη στη θετική ευγένεια και η κριτική του αιτιολογημένη.

2. Kostas Stoilas - 2 αστέρια - Φαγητό οκ, απλά φάτε κάτι πριν έρθετε γιατί το μαγαζί θα σας σερβίρει σε πάνω από μιάμιση ώρα από τη στιγμή που θα καθίσετε.

Ρεμεζέ Μεζεδοπωλείο - Remeze - Σας ευχαριστούμε πολύ για την κριτική σας. Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε ότι όλα μας τα πιάτα φτιάχνονται την στιγμή που γίνετε η παραγγελία για να πετύχουμε την ποιότητα που θελουμε. Σε ορισμένες περιπτώσεις λόγω υπερβολικού φόρτου εργασίας υπάρχουν κάποιες καθυστερήσεις στην κουζίνα μας για να βγουν σωστά και νόστιμα τα πιάτα μας. Το σημαντικό για μας είναι ότι το φαγητό σας άρεσε , πιστεύουμε και το service και θα θέλαμε να σας εξυπηρετήσουμε ξανά μια καθημερινή.

Kostas Stoilas 6 τραπέζια δεν το λες και χαμό. Καθίσαμε 14:35, η σαλάτα ήρθε 15:10, τα κρεατικά ήρθαν στις 16:00!!! Το πρόβλημα ήταν στην κουζίνα σας και όχι στο service.

Στο δεύτερη περίπτωση συναντάμε μια αρνητική κριτική του χρήστη Kostas Stoilas, που φαίνεται ιδιαίτερα δυσαρεστημένος από την εξυπηρέτηση του μεζεδοπωλείου Ρεμεζέ στο Αιγάλεω.

Ο χρήστης δεν εκφράζεται υβριστικά ή αγενώς, αλλά το ύφος και ο τόνος του είναι ιδιαιτέρως δεικτικά και δείχνουν την πικρία και τη δυσαρέσκειά του. Είναι πολύ πιθανό να έμεινε ευχαριστημένος από την ποιότητα του φαγητού, όμως ο εκνευρισμός του λόγω της καθυστέρησης περιορίζει το σχόλιό του σχετικά με την ποιότητα σε δύο λέξεις (Φαγητό οκ). Συνεχίζει το σχόλιό του με ιδιαίτερα ειρωνικό τρόπο προτρέποντας του μελλοντικούς πελάτες να έχουν φάει πριν επισκεφθούν το συγκεκριμένο μαγαζί, στο οποίο βέβαια θα πάνε για να φάνε. Μια τέτοια πράξη μπορεί να εκτελείται έμμεσα, όμως είναι πολύ απειλητική για το θετικό πρόσωπο του συνομιλητή εφόσον μειώνει την αξιοπιστία του και τις ικανότητές του. Ο χρήστης με το σχόλιο αυτό ταυτόχρονα κρίνει αλλά και αιτιολογεί την κριτική του. Θεωρεί μεγάλη αστοχία του μαγαζιού την καθυστέρηση στο σερβίρισμα, καθώς ο ίδιος περίμενε μιάμιση ώρα, γι’ αυτό και συμβουλεύει αναλόγως τους μελλοντικούς πελάτες, ώστε να μην απογοητευτούν. Επομένως, σύμφωνα με τη θεωρία του

(20)

20

Kuypers, πληρείται το δεύτερο στάδιο που ορίζει πως πρέπει να δίνονται στοιχεία και επιχειρήματα που να υποστηρίζουν τους ισχυρισμούς και τις προτάσεις.

Συνεχίζοντας, βλέπουμε ότι πληρείται και το τρίτο στάδιο της ανατροφοδότησης, καθώς το πρώτο αρνητικό σχόλιο έδωσε αφορμή στον υπεύθυνο του μαγαζιού να απαντήσει και να συζητηθεί περαιτέρω το ζήτημα, γεγονός που αποτελεί στόχο της κριτικής, ώστε μέσα από τη συζήτηση να δοθεί μια κοινή λύση. Αρχικά εκφράζονται ευχαριστίες για την κριτική παρόλο που ήταν αρνητική, θέτοντας σε κίνδυνο το αρνητικό πρόσωπο του ομιλητή. Στη συνέχεια, με ευγενικό τρόπο και έκφραση εξηγείται στον πελάτη ο λόγος της καθυστέρησης, ότι δηλαδή τα φαγητά ψήνονται εκείνη την ώρα και ίσως μαζεύτηκαν πολλές παραγγελίες. Με τις εξηγήσεις απειλείται το αυτή τη φορά το θετικό πρόσωπο του ομιλητή, εφόσον παραδέχεται το ενδεχόμενο καθυστέρησης σε δύσκολες συνθήκες, με μοναδικό σκοπό βέβαια, την επίτευξη της καλύτερης ποιότητας και γεύσης. Δηλώνει ικανοποίηση που το φαγητό άρεσε στον πελάτη και προτείνει να του αλλάξει γνώμη και για το service μια καθημερινή με λιγότερο κόσμο, απειλώντας το αρνητικό πρόσωπο του συνομιλητή περιορίζοντας τις επιλογές του, σύμφωνα με Brown και Levinson.

Ο πελάτης δεν απαντά με τον αναμενόμενο τρόπο. Αντικρούει το επιχείρημα για το φόρτο εργασίας εφόσον όπως ισχυρίζεται υπήρχαν έξι τραπέζια με κόσμο στο μαγαζί και δεν ήταν γεμάτο, απειλώντας ξανά το θετικό πρόσωπο του μαγαζιού. Δίνει και άλλα επιχειρήματα πιο συγκεκριμένα αυτή τη φορά με ακριβείς ώρες, και δηλώνει πως το πρόβλημα υπήρχε στην κουζίνα. Δεν φαίνεται πρόθυμος να επισκεφθεί ξανά το μαγαζί αφού δεν απαντάει καν στην πρόσκληση που του έγινε. Η μη εκτέλεση πράξης μπορεί να δείχνει και περισσότερη ευγένεια σύμφωνα με τη θεωρία της ευγένειας, οπότε από το να αρνηθεί την πρόταση, ο πελάτης επιλέγει να μην τη σχολιάσει. Τυπικός και δυσαρεστημένος και στα δύο του σχόλια, όμως όχι αγενής.

3. Kostas Marantos - 5 αστέρια - Το καλύτερο με διαφορά... ετών φωτός..από το επόμενο της Αγίας Λαυρας...Εξαιρετικό service,Πολυ δυνατό φαγητό,ωραίο κρασάκι πολυ καλή μουσική!Εξαιρετικο περιβάλλον και φοβερά παιδιά όλοι τους...!Λευτερη,Πετρο,Γιαννη και όλα τα υπόλοιπα παιδιά,σας ευχαριστούμε πολυ!Συνεχιστε έτσι δυνατά...!Keep going..

Referências

Documentos relacionados

Η παρούσα εργασία θα ασχοληθεί με την προστασία της ανεμογεννήτριας όσον αφορά το συλλεκτήριο σύστημα και τους αγωγούς καθόδου, οι τεχνολογίες των οποίων δε διαφέρουν πολύ από κατασκευή