• Nenhum resultado encontrado

[PENDING] The New Zealand Transport Agency και Ολυμπία Οδός

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "The New Zealand Transport Agency και Ολυμπία Οδός "

Copied!
107
0
0

Texto

(1)

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Κατασκευαστικά έργα, πολιτισμικό περιβάλλον και τοπική κοινωνία: Διεθνής εμπειρία και ελληνική πραγματικότητα:

The New Zealand Transport Agency και Ολυμπία Οδός

ΟΝΟΜΑ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑΣ:

ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΛΑΦΑΤΗ

ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ:

κ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΥΛΙΟΣ

ΚΕΦΑΛΛΟΝΙΑ ΙΟΥΛΙΟΣ, 2018

(2)

1

Η παρούσα εργασία αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του φοιτητή («συγγραφέας/δημιουργός») που την εκπόνησε.

Στο πλαίσιο της πολιτικής ανοικτής πρόσβασης ο συγγραφέας/δημιουργός εκχωρεί στο ΕΑΠ, μη αποκλειστική άδεια χρήσης του δικαιώματος αναπαραγωγής, προσαρμογής, δημόσιου δανεισμού, παρουσίασης στο κοινό και ψηφιακής διάχυσής τους διεθνώς, σε ηλεκτρονική μορφή και σε οποιοδήποτε μέσο, για διδακτικούς και ερευνητικούς σκοπούς, άνευ ανταλλάγματος και για όλο το χρόνο διάρκειας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Η ανοικτή πρόσβαση στο πλήρες κείμενο για μελέτη και ανάγνωση δεν σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας του συγγραφέα/δημιουργού ούτε επιτρέπει την αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, εμπορική χρήση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «μεταφόρτωση» (downloading), «ανάρτηση» (uploading), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά της εργασίας, χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του συγγραφέα/δημιουργού. Ο συγγραφέας/δημιουργός διατηρεί το σύνολο των ηθικών και περιουσιακών του δικαιωμάτων.

(3)

2

Περίληψη

Ο εγχώριος κατασκευαστικός κλάδος γνώρισε τα τελευταία χρόνια την πλέον δυναμική ανάπτυξη και είχε τη μεγαλύτερη έως τώρα συμμετοχή στην οικονομία. Η σημαντική εξέλιξη του κατασκευαστικού προϊόντος οφείλεται κυρίως σε τρεις βασικούς παράγοντες: την απορρόφηση πόρων για έργα υποδομής που χρηματοδοτήθηκαν από την Ε.Ε., την διάθεση κονδυλίων για την υλοποίηση των Ολυμπιακών Έργων και τη μεγέθυνση της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας.

Μερικά από τα μεγάλα τεχνικά έργα υποδομής που πραγματοποιήθηκαν ήταν ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος», η Ζεύξη Ρίου - Αντιρρίου, το Αττικό Μετρό, ο οδικός άξονας της Εγνατίας καθώς και οι πέντε οδικοί άξονες που άλλαξαν το χάρτη της χώρας: ο αυτοκινητόδρομος της Ιόνιας Οδού (Αντίρριο- Ιωάννινα), ο αυτοκινητόδρομος Αθήνα – Καλαμάτα, ο οδικός άξονας Μαλιακός – Κλειδί, ο αυτοκινητόδρομος Κεντρικής Ελλάδας - Ε65 και η Ολυμπία Οδός (Ελευσίνα – Κόρινθος – Πάτρα). Παράλληλα με την κατασκευαστική δραστηριότητα αναπτύχθηκε αξιόλογη δράση για τη διαχείριση των αρχαιοτήτων που ανέκυπταν κατά τις εργασίες σε βαθμό που ξεπέρασε τα μέχρι τώρα γνωστά στα ελληνικά δεδομένα. Το εύρος του ανασκαφικού έργου ανέτρεψε κάθε προσδοκία και οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς σε συνδυασμό με τους αναδόχους των έργων ανέπτυξαν δράση για τη διαχείριση των αρχαιοτήτων τέτοια, που δεν είχε προηγούμενο για την ελληνική πραγματικότητα.

Η παρούσα εργασία μελετά τις δράσεις που αναπτύχθηκαν για την μελέτη, διάσωση και ανάδειξη των αρχαιολογικών ευρημάτων που ήρθαν στην επιφάνεια κατά τη διάρκεια κατασκευής του οδικού άξονα Ελευσίνα – Κόρινθος – Πάτρα καθώς και την πρόταση για τη δημιουργία της πολιτιστικής διαδρομής της Ολυμπίας Οδού.

Πρόκειται για τη δημιουργία ενός αρχαιολογικού οδικού άξονα που θα που συνδέει όλους τους τόπους αρχαιολογικού ενδιαφέροντος και θα εκτείνεται κατά μήκος του νέου αυτοκινητόδρομου. Η υλοποίηση και βιωσιμότητα αυτού του πολιτιστικού έργου στηρίζεται στην αναζήτηση συμμαχιών, με εμπλεκόμενους φορείς τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, την παραχωρησιούχο εταιρεία ΟΛΥΜΠΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε., το Σωματείο ΔΙΑΖΩΜΑ καθώς και τις τοπικές κοινωνίες που ο άξονας ενώνει.

Για την καλύτερη κατανόηση του παραδείγματος έρευνας της Πολιτιστικής Διαδρομής της Ολυμπίας Οδού, παρουσιάζεται η διεθνής εμπειρία με τη μελέτη της Δημόσιας Υπηρεσίας Μεταφορών της Νέας Ζηλανδίας (New Zealand Transport

(4)

3 Agency) σε θέματα διαχείρισης πολιτιστικής κληρονομιάς κατά την κατασκευή και λειτουργία έργων οδοποιίας.

Λέξεις κλειδιά:

ΟΛΥΜΠΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε., Σωματείο Διάζωμα, New Zealand Transport Agency, Πολιτιστική Διαδρομή Ολυμπίας Οδού, Προστασία πολιτιστικής κληρονομιάς, Οδικοί άξονες, Κατασκευαστική δραστηριότητα

(5)

4

Construction projects, cultural environment and local communities: International experience - Greek reality:

Olympia Odos

Abstract

The domestic construction industry has experienced the most dynamic growth in recent years and had the largest participation in the economy so far. The major development of the construction product is mainly based on three key factors: the absorption of resources for infrastructure projects financed by the EU, the allocation of funds for the implementation of Olympic projects and the growth of private building activity. Some of the major infrastructure projects that were carried out are the Athens International Airport "Eleftherios Venizelos", the Rion-Antirion Bridge, the Athens Metro, the Egnatia Odos road axis and the five road axes that changed the map of Greece: The Ionia Odos highway (Antirio – Ioannina), the Athens – Kalamata highway, the Maliakos – Kleidi road axis, the Central Greece highway – E65 and the Olympia Odos (Elefsina – Corinth – Patras). Along with the construction activity, a remarkable action was developed for the management of the antiquities that came up during works, in such an extent that exceeded what was already known in the Greek facts. The breadth of the excavation project overturned all expectations and the responsible state bodies, together with the projects’ concessionaires, developed action for the management of antiquities, which had no precedent for the Greek reality.

This thesis studies the actions that were developed for the research, protection and promotion of the archaeological findings that came to light during the construction of the Elefsina - Corinthos - Patras road axis, as well as the proposal for the creation of the Cultural Route of Olympia Odos. This cultural project concerns the establishment of an archaeological road, able to connect all sites of archaeological interest and which will extend along the new motorway. The realization and viability of this cultural project is based on the search for alliances, with involved bodies, the competent state services, the concession company OLYMPIA ODOS S.A., the DIAZOMA assosiaction and the local communities that the axis joins.

For the better understanding of the example of the Cultural Route of Olympia Odos, the international experience of the New Zealand Transport Agency is presented

(6)

5 regarding its actions on the management of the cultural heritage during the construction and operation period of road projects.

Keywords:

OLYMPIA ODOS S.A., DIAZOMA Association, New Zealand Transport Agency, Olympia Odos Cultural Route, Cultural heritage protection, Road axes, Construction activity

(7)

6

Ευχαριστίες

Για την εκπόνηση της διπλωματικής μου εργασίας, ευχαριστώ θερμά τον επιβλέποντα καθηγητή μου κ. Ιωάννη Πούλιο, για τη στήριξη, την εμψύχωση και την επιστημονική καθοδήγηση που απλόχερα μου προσέφερε καθόλη τη διάρκεια της συνεργασίας μας.

Επίσης ευχαριστώ την κ. Σαμπανίκου Ευαγγελία για τις πολύτιμες επισημάνσεις της.

Τέλος ένα μεγάλο ευχαριστώ στους ανθρώπους της ζωής μου για την αμέριστη ηθική και πρακτική στήριξή τους, ξεκινώντας από τον σύζυγό μου Βασίλη, τις αδελφές μου Ντίνα και Άννα καθώς και τις αδελφικές μου φίλες Ελένη, Κυριακή, Κάλλια, Λένα, Ρούλα και Ιουλία.

(8)

7 Στις πλάτες της ζωής μου… με την ευχή να με προσέχουν από εκεί ψηλά!

Στο λατρευτό μου πατέρα, Νώντα.

(9)

8

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Περίληψη………... σελ. 2 Abstract………...σελ. 4 Ευχαριστίες……… ………σελ. 6 Εισαγωγή………. σελ. 11 1. Η προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό και Ελληνικό Δίκαιο……….. σελ. 15 1.1 Ευρωπαϊκό Δίκαιο………. σελ. 15 1.2 Ελληνικό Δίκαιο……… σελ. 16 1.2.1 Θεσμικό πλαίσιο για την προστασία των αρχαιοτήτων – Σύντομη ιστορική αναδρομή………. σελ. 16 1.2.2 Σύνταγμα της Ελλάδος……….. σελ. 17 1.2.3 Νόμος 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος»………. σελ. 17 1.2.4. Νόμος 3028/2002 «Για την Προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς»……… σελ. 18 1.3 Θεσμικό πλαίσιο για την προστασία των αρχαιοτήτων κατά την κατασκευή δημοσίων έργων υποδομής………...σελ. 19 1.3.1 Νόμος 3028/2002 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς»………. σελ. 19 1.3.2 Νομοθετικό πλαίσιο προστασίας πολιτιστικών αγαθών – Εκτέλεση δημοσίων έργων: Σημεία προβληματισμού – Εξεύρεση λύσεων………. σελ. 22 1.3.3 Λοιποί νόμοι, εγκύκλιοι, οδηγίες……… σελ. 23 1.4 Παρουσίαση του Οδηγού Αρχαιολογικών Αδειοδοτήσεων και Διαδικασιών στα Δημόσια Έργα………. σελ. 25 1.5 Κριτική ανάλυση………... σελ. 38 2. Διεθνής εμπειρία – Δημόσια Υπηρεσία Μεταφορών της Νέας Ζηλανδίας… σελ. 40 2.1 Προφίλ, δομή, σκοποί – στόχοι………. σελ. 40 2.2 Νομικό πλαίσιο δράσης……… σελ. 43 2.3 Δέσμευση και δράσεις για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς………. σελ. 45

(10)

9 2.3.1 Οδηγός για την αξιολόγηση της επίδρασης της πολιτιστικής κληρονομιάς για τα δημόσια οδικά έργα………. σελ. 47 2.3.2 Καθορισμός της επίδρασης της πολιτιστικής κληρονομιάς στα δημόσια οδικά

έργα: Καθορισμός τόπων ιστορικής

κληρονομιάς………. σελ. 49 2.3.3 Καθορισμός της επίδρασης της πολιτιστικής κληρονομιάς στα δημόσια οδικά έργα: Κριτήρια αξιολόγησης της ιστορικής κληρονομιάς………... σελ. 51 2.3.4 Εταιρικά εργαλεία σύμπλεξης με άλλους ενδιαφερόμενους φορείς (shareholders)……….. σελ. 53 2.4 Παρουσίαση μελετών περίπτωσης……… σελ. 58 2.4.1 Μελέτη περίπτωσης Ι: Victoria Park Tunnel……….. σελ. 58 2.4.2 Μελέτη περίπτωσης ΙΙ: Western Ring Route: Waterview Connection………... σελ. 59 2.4.3 Μελέτη περίπτωσης ΙΙI: Takiroa Rock Art Site……….… σελ. 60 2.5 Συμπερασματικά πορίσματα………..… σελ. 62 3. Ελληνική πραγματικότητα – «Ολυμπία Οδός», Συνεργασία Σωματείου

«ΔΙΑΖΩΜΑ» και ΟΛΥΜΠΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε : παρουσίαση……….. σελ. 65 3.1 Σωματείο ΔΙΑΖΩΜΑ: προφίλ και δράσεις………...… σελ. 65 3.2 ΔΙΑΖΩΜΑ: Πρόγραμμα Πολιτιστικών Διαδρομών & Αρχαιολογικών Πάρκων……… σελ. 67 3.2.1 Ορισμός, στόχος και προϋποθέσεις επιτυχίας των πολιτιστικών διαδρομών………..…. σελ. 67 3.2.2 Οι προκλήσεις του εγχειρήματος των πολιτιστικών διαδρομών……….… σελ 68 3.3 Η Πολιτιστική διαδρομή της Ολυμπίας Οδού………...… σελ. 69 3.3.1 Παρουσίαση……… σελ. 69 3.3.2 ΟΛΥΜΠΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε και Σωματείο «ΔΙΑΖΩΜΑ»: Δεσμεύσεις των δύο συμβαλλόμενων μερών……… σελ. 71 3.3.3 Σύμβαση Παραχώρησης - Δεσμεύσεις του παραχωρησιούχου………….. σελ. 74

(11)

10 3.4 Φυσικά και πολιτιστικά αξιοθέατα της πολιτιστικής διαδρομής της Ολυμπίας Οδού……….… σελ. 76 3.5 Σχεδιασμός και υλοποίηση……… σελ. 80 3.6 Η έως τώρα εξέλιξη………... σελ. 86 4. Ελληνική πραγματικότητα – «Ολυμπία Οδός»: Αποτίμηση………... σελ. 92 5. Συμπεράσματα: Καλές πρακτικές……… σελ. 69 Επίλογος……….. σελ. 99 Βιβλιογραφικές αναφορές ………...σελ. 101

(12)

11

Εισαγωγή

Στόχος, ερωτήματα και παραδείγματα έρευνας

Η παρούσα διπλωματική εργασία μελετά τη δράση των πολυεθνικών κατασκευαστικών ομίλων, όταν κατά την διάρκεια εργασιών έργων υποδομής προκύψουν ζητήματα προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς.

Ερωτήματα που απασχολούν την συγκεκριμένη έρευνα είναι:

α) νομικό πλαίσιο με αναφορά ιδίως στην ελληνική πραγματικότητα β) σύγκριση διεθνούς και ελληνικής πραγματικότητας

Παραδείγματα έρευνας:

α) διεθνής πραγματικότητα: The New Zealand Transport Agency β) ελληνική πραγματικότητα: Ολυμπία Οδός

Απώτερος στόχος είναι η ανάδειξη καλών πρακτικών σε θέματα "συνύπαρξης"

κατασκευής σύγχρονων έργων οδοποιίας και σεβασμού του ευρύτερου πολιτιστικού περιβάλλοντος και των τοπικών κοινωνιών

Δομή – Μεθοδολογία και πηγές υλικού

Στο πρώτο θεωρητικό μέρος μελετάται η προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος στην Ευρωπαϊκή και Ελληνική έννομη τάξη, με επικέντρωση σε συμβάσεις και νομοθετήματα που κατοχυρώνουν τα πολιτιστικά μνημεία στο πλαίσιο κατασκευής αναπτυξιακών έργων. Ιδιαίτερη ανάλυση γίνεται στο Ελληνικό Δίκαιο και πιο συγκεκριμένα στον τελευταίο νόμο 3028/2002 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς».

Στόχος του κεφαλαίου είναι η παρουσίαση, ενδελεχής έρευνα και αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου, των καινοτομιών του σε σχέση με προηγούμενα, των ειδικών νομοθετημάτων που αφορούν τους περιορισμούς στην κατασκευή έργων υποδομής σε συνάρτηση με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και εν γένει το βαθμό επάρκειάς τους σε επίπεδο πρακτικής εφαρμογής. Με γνώμονα την εμβάθυνση του νομικού πλαισίου, των διατάξεων και των ειδικών ρυθμίσεων που οι κατασκευαστικές εταιρείες είναι υποχρεωμένες να εφαρμόσουν κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων τους στην κατεύθυνση προστασίας του πολιτιστικού αποθέματος, παρουσιάζεται και μελετάται βήμα προς βήμα ο Οδηγός Αρχαιολογικών Αδειοδοτήσεων και Διαδικασιών στα Δημόσια Έργα.

(13)

12 Στο δεύτερο κεφάλαιο ξεκινά το εμπειρικό μέρος της εργασίας με τη μελέτη της κρατικής Υπηρεσίας Μεταφορών της Νέας Ζηλανδίας (NZ Transport Agency – NZTA). Η επιλογή του συγκεκριμένου φορέα έγινε μετά από μακρά διαδικτυακή έρευνα σε αντίστοιχες, Ευρωπαϊκές στην πλειονότητά τους, δημόσιες υπηρεσίες μεταφορών και ιδιωτικούς κατασκευαστικούς ομίλους με εξειδίκευση στον τομέα της οδοποιίας, χωρίς να βρεθεί κάποιο ισχυρό αποτέλεσμα ικανό να οδηγήσει σε περαιτέρω διεύρυνση.

Το πρώτο κριτήριο καινοτομίας που οδήγησε στην επιλογή της μελέτης του ΝΖΤΑ αποτέλεσε το γεγονός πως πρόκειται για “Crown entity” οντότητα. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα ανεξάρτητο φορέα που συστάθηκε έπειτα από τη νομοθετική πράξη και αποτελεί μέρος του ευρύτερου κρατικού τομέα της Νέας Ζηλανδίας. Βασίζεται περισσότερο σε εταιρικά μοντέλα διοίκησης, όπου σύμφωνα με αυτά η διακυβέρνηση ενός οργανισμού χωρίζεται από τη διοίκηση / λειτουργία του. Σε αναλογία με τα ελληνικά δεδομένα, ο τρόπος λειτουργίας του διαφέρει ριζικά από το αντίστοιχο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, ενώ θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως έχει κοινά στοιχεία με την εφαρμογή και τον τρόπο δράσης των Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ). Η μόνη ειδοποιός διαφορά είναι πως στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για έναν αμιγώς δημόσιο οργανισμό, ενώ στην δεύτερη για συνεργασία μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.

Το δεύτερο κριτήριο επιλογής προς περαιτέρω έρευνα του ΝΖΤΑ είναι η πλήρη αποδοχή, ενσωμάτωση και εφαρμογή στο καταστατικό λειτουργίας του της Συνθήκης του Waitangi, στο πλαίσιο προστασίας του πολιτισμού των Maori, προβλέποντας την συμμετοχή τους στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε θέματα που επηρεάζουν είτε τη γη και τους οικισμούς των Maori, είτε θέματα της κουλτούρας, της ιστορίας και του πολιτισμού τους. Ιδιαιτέρως χρήσιμο εργαλείο στην έρευνα υπήρξε η δημοσίευση του

«Οδηγού για την αξιολόγηση της επίδρασης της πολιτιστικής κληρονομιάς για τα οδικά έργα» (Guide to assessing historic heritage effects for state highway projects), ο οποίος περιγράφει λεπτομερώς τα στάδια που ο NZ Transport Agency υιοθετεί κατά τη διαδικασία αξιολόγησης δυνητικών και πραγματικών επιπτώσεων της πολιτιστικής κληρονομιάς κατά τη διάρκεια έργων κατασκευής ή βελτίωσης αυτοκινητόδρομων. Ο Οδηγός εκτός από την θεωρητική περιγραφή των δράσεων - δεσμεύσεων που ο NZ Transport Agency ακολουθεί στα έργα που αναλαμβάνει, με στόχο την αξιολόγηση της επίδρασης της πολιτιστικής κληρονομιάς και τον καθορισμό των διαδικασιών μετριασμού τυχόν αρνητικών επιδράσεων, παραθέτει ιδιαιτέρως χρήσιμα για τον

(14)

13 αναγνώστη παραδείγματα εμπειρικών πρακτικών που ανέκυψαν κατά την εκτέλεση κατασκευαστικών εργασιών και επιτυχώς έχει φέρει εις πέρας.

Το τρίτο κεφάλαιο αναφέρεται στην ελληνική πραγματικότητα, παρουσιάζει και αναλύει τη μελέτη περίπτωσης της συνεργασίας μεταξύ του Σωματείου «ΔΙΑΖΩΜΑ»

και της ΟΛΥΜΠΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε για το σχεδιασμό, υλοποίηση, λειτουργία και προβολή της πολιτιστικής διαδρομής της Ολυμπίας Οδού. Ξεκινά με την συνοπτική παρουσίαση της ταυτότητας, φιλοσοφίας και πεδίου δράσης των δύο συμβαλλόμενων μερών του Έργου και στη συνέχεια συστήνει στον αναγνώστη το γενικότερο πλαίσιο εφαρμογής και λειτουργίας του Προγράμματος Πολιτιστικών Διαδρομών και Αρχαιολογικών Πάρκων ανά την Ελλάδα σε συνεργασία με τις εκάστοτε Περιφέρειες.

Ακολουθεί η παρουσίαση της Πολιτιστικής Διαδρομής της Ολυμπίας Οδού και η καταγραφή των απαραίτητων οργανωτικών δράσεων για το σχεδιασμό και υλοποίηση του Έργου. Στο τέλος του κεφαλαίου αποτιμάται η έως τώρα εξέλιξη της πολιτιστικής διαδρομής της Ολυμπίας Οδού κατά την κατασκευαστική περίοδο του οδικού άξονα έως την ολοκλήρωση του με βάση τις δηλώσεις του Προέδρου και Διευθύνοντα Συμβούλου της Ολυμπίας Οδου Α.Ε., κ. Παναγιώτη Παπανικόλα και του κ. Σταύρου Μπένου, Προέδρου του Σωματείου «Διάζωμα», κατά τη διάρκεια εκδήλωσης για την Πολιτιστική και Περιβαλλοντική Διαδρομή της Ολυμπίας Οδού, που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στις 8/5/2018.

Στόχος του κεφαλαίου είναι να αναδείξει την πρωτοβουλία συνεργασίας των δύο μερών μέσα σε ένα ελληνικό τοπίο που επί χρόνια θεωρούσε τις υποδομές και την κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη ως δύο έννοιες παράλληλες και όχι ταυτόσημες. Στο συγκεκριμένο υπό μελέτη παράδειγμα αναδεικνύεται από τη μία το προφανές, δηλαδή η επιτακτική ανάγκη κατασκευής του οδικού άξονα, ενώ από την άλλη προβάλλεται και η υπερ-συμβατική του διάσταση, αυτή της ταύτισης με τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας και οικονομίας.

Ένα ακόμα σημείο προς εξέταση είναι το γεγονός πως σε αντιδιαστολή με τη πολιτική προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς που η κρατική Υπηρεσία Μεταφορών της Νέας Ζηλανδίας ακολουθεί, το ελληνικό παράδειγμα οφείλει την καινοτομία του σε ένα μη-κερδοσκοπικό σωματείο και σε μία κοινοπραξία ιδιωτικών συμφερόντων που ουσιαστικά λειτουργούν καλύπτοντας το κενό πολιτιστικού οράματος του ελληνικού κράτους.

(15)

14 Στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο προκύπτουν τα συμπεράσματα από την έρευνα της διεθνούς και της εγχώριας μελέτης περίπτωσης και προτείνονται κάποιες καλές πρακτικές που αναδεικνύουν πως υπάρχουν περιθώρια «συμφιλίωσης» μεταξύ του κατασκευαστικής δραστηριότητας και της προστασίας του πολιτιστικού αποθέματος.

Για την παρούσα Διπλωματική Εργασία αντλήθηκαν πηγές από διαδικτυακή έρευνα, και βιβλιογραφικές αναφορές. Συγχρόνως πραγματοποιήθηκε προσωπική τηλεφωνική συνέντευξη με τον Πρόεδρο του Σωματείου ΔΙΑΖΩΜΑ, κ. Σταύρο Μπένο καθώς και με την Διευθύντρια Επικοινωνίας της ΟΛΥΜΠΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε., κ. Σοφία Στάμου.

Τέλος στοιχεία συλλέχθηκαν μέσω της παρακολούθησης ομιλιών στον ιστότοπο του Ιδρύματος Μποδοσάκη (Bodossaki Lectures on Demand), (http://www.blod.gr), με θέμα:

• «Πολιτιστικές Διαδρομές», (28/01/2015, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών)

• «Παράλληλοι Δρόμοι – Η Πολιτιστική Διαδρομή της Ολυμπίας Οδού», (15/05/2016, Πολυχώρος ImpactHub)

• «Πολιτιστική και Περιβαλλοντική Διαδρομή της Ολυμπίας Οδού», (08/05/2018, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών)

Πρωτοτυπία/συνεισφορά

Το στοιχείο που διαφοροποιεί τη συγκεκριμένη Διπλωματική Εργασία από άλλες του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου είναι η μελέτη και η ανάδειξη καλών πρακτικών σε θέματα "συνύπαρξης" κατασκευής σύγχρονων έργων οδοποιίας και σεβασμού του ευρύτερου πολιτιστικού περιβάλλοντος και των τοπικών κοινωνιών, μέσα από τη συνεργασία του ΔΙΑΖΩΜΑ με την παραχωρησιούχο εταιρεία ΟΛΥΜΠΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε., αλλά και από τη δράση της κρατικής Υπηρεσίας Μεταφορών της Νέας Ζηλανδίας. Πρόκειται για μία μελέτη που ουσιαστικά τεκμηριώνει επιστημονικά πως οι σύγχρονοι κατασκευαστικοί όμιλοι σε συνεργασία με μη – κερδοσκοπικούς φορείς έχουν την δυνατότητα να κατασκευάζουν όχι μόνο έργα υποδομής αλλά και να διαμορφώνουν πολιτιστικά τοπία.

(16)

15

1. Η προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό και Ελληνικό Δίκαιο

.

1.1 Ευρωπαϊκό Δίκαιο

Οι κυριότερες Ευρωπαϊκές Συμβάσεις που περιλαμβάνουν διατάξεις περί προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς στο πλαίσιο υλοποίησης σύγχρονων έργων ανάπτυξης είναι οι ακόλουθες τρεις (Πούλιος, Σκάλια, 2014):

i. Σύμβαση για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς της Ευρώπης («Σύμβαση της Γρανάδας»)

Η Σύμβαση της Γρανάδας, που υπογράφτηκε στις 3 Οκτωβρίου 1985 από το Συμβούλιο της Ευρώπης, αφορά στην προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης. Στην Ελλάδα η κύρωση και δημοσίευσή της έγινε το 1992 (ΦΕΚ 13/04/1992). Στη σύμβαση αυτή αναγνωρίζεται η αρχιτεκτονική κληρονομιά ως μέρος της πολιτιστικής παρακαταθήκης της Ευρώπης. Η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς συνδέεται με τη χωροταξική, πολεοδομική και περιβαλλοντική πολιτική, προς την κατεύθυνση της ολοκληρωμένης προστασίας.

ii. Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία της Αρχαιολογικής Κληρονομιάς («Σύμβαση της Βαλέττα», αναθεωρημένη)

Η σύμβαση της Βαλέττα (Council of Europe, 1992· ΦΕΚ 203/Α/19-8-2005) αναγνωρίζει ότι η ευρωπαϊκή αρχαιολογική κληρονομιά κινδυνεύει από την εκτέλεση αναπτυξιακών έργων και ότι χρειάζεται να προστατευτεί από τις ενδεχόμενες αρνητικές επιπτώσεις των έργων αυτών (προοίμιο). Για το λόγο αυτόν απαιτείται από πλευράς κρατών η σύγκλιση των απαιτήσεων της αρχαιολογικής επιστήμης με εκείνες του αναπτυξιακού σχεδιασμού, στον οποίο θα πρέπει να μετέχουν και αρχαιολόγοι (άρθρο 3). Ειδικότερα, υπογραμμίζεται η ανάγκη συμπερίληψης της καταγραφής των στοιχείων που απαρτίζουν το πολιτισμικό περιβάλλον στις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) και στις σχετικές Αποφάσεις, καθώς και της μέριμνας για την κατά χώραν διατήρηση ευρημάτων που προκύπτουν κατά την εκτέλεση αναπτυξιακών έργων. Τονίζεται, επίσης, η ανάγκη οργάνωσης ευρετηρίου των μνημείων και χώρων που αποτελούν την αρχαιολογική κληρονομιά κάθε χώρας και η θεσμοθέτηση «εφεδρικών» αρχαιολογικών ζωνών (άρθρο 2).

(17)

16 iii. Ευρωπαϊκή Σύμβαση του Τοπίου («Σύμβαση της Φλωρεντίας»)

Η εν λόγω σύμβαση (Council of Europe, 2000· ΦΕΚ 30/Α/25-2-2010) αναγνωρίζει ότι το τοπίο αποτελεί βασικό στοιχείο της φυσικής και πολιτισμικής κληρονομιάς της Ευρώπης και ότι χρήζει ιδιαίτερης προστασίας λόγω του διαρκούς μετασχηματισμού του εξαιτίας ραγδαίων παγκόσμιων αλλαγών (προοίμιο). Εξαίρεται, επίσης, η σημασία του τοπίου για την ποιότητα ζωής και την ευημερία του ατόμου και ολόκληρης της κοινωνίας, καθώς και η δυνατότητα συμβολής του στην επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης και του δημοσίου συμφέροντος (προοίμιο). Με τη σύμβαση αυτή, επομένως, εισάγεται δυναμικά η ανθρώπινη διάσταση στη διαχείριση του τοπίου.

1.2 Ελληνικό Δίκαιο

1.2.1 Θεσμικό πλαίσιο για την προστασία των αρχαιοτήτων - Σύντομη ιστορική αναδρομή

Από την πρώτη στιγμή της συγκρότησης του ελληνικού κράτους αποτέλεσε άμεση ανάγκη η θέσπιση νόμου για την προστασία των αρχαιοτήτων. Ο πρώτος Νόμος θεσπίστηκε το 1834, ένα χρόνο μετά τη σύσταση του ελληνικού κράτους, προκειμένου να διαφυλαχθούν οι αρχαιότητες από τους αρχαιοκάπηλους που δρούσαν ανεξέλεγκτα στη χώρα. Ο δεύτερος Νόμος θεσπίστηκε 65 χρόνια αργότερα, το 1899, ο οποίος λειτούργησε μέχρι τις 24 Αυγούστου 1932, οπότε τίθεται σε εφαρμογή ο Νόμος 5351 «Περί Αρχαιοτήτων», ο οποίος περιλάμβανε κωδικοποίηση των προηγούμενων νομοθεσιών. Ο τελευταίος Αρχαιολογικός Νόμος 3028 «Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς»

θεσπίστηκε με σχετική καθυστέρηση τον Ιούνιο του 2002 και περιλαμβάνει όλες τις ρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς από το 19ο αιώνα και έπειτα, αλλά και πολλές νέες που ανταποκρίνονται στο κοινωνικοοικονομικό και πολιτισμικό περιβάλλον του 21ου αιώνα στην Ελλάδα.

(18)

17 1.2.2 Σύνταγμα της Ελλάδος

Μέχρι το έτος 1971 αρμόδιος κρατικός φορέας για τα πολιτιστικά θέματα ήταν το Υπουργείο Παιδείας και για ένα μικρό χρονικό διάστημα στη δεκαετία του 1960 το Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης. Επιπλέον για τη φροντίδα της πολιτιστικής κληρονομιάς συστάθηκε το 1833 η κρατική Αρχαιολογική Υπηρεσία.

Σταδιακά όμως το Ελληνικό Κράτος άρχισε να συνειδητοποιεί την αναγκαιότητα ύπαρξης μιας κρατικής υπηρεσίας που θα ασχολούνταν αποκλειστικά με τον τομέα του πολιτισμού, καθώς άρχισε να αντιμετωπίζει ένα ολοένα και ευρύτερο φάσμα πολιτιστικών αναγκών. Έτσι λοιπόν με το Νομοθετικό Διάταγμα 957/1971 ιδρύεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα Υπουργείο με αποκλειστική αρμοδιότητα τον πολιτισμό το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών (Λένος, 2002).

Σήμερα, η νομική κατοχύρωση της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτυπώνεται στο άρθρο 24 του Συντάγματος του 1975/86 ως εξής: «Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας». Με τον τρόπο αυτόν, το Σύνταγμα διαμορφώνει το γενικό πλαίσιο για την προστασία του φυσικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα, θέτοντας το περιβάλλον κάτω από αυστηρή κρατική προστασία Η γενική διατύπωση της παραπάνω διάταξης επιτρέπει την εφαρμογή της σε πληθώρα περιπτώσεων. Η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς τοποθετούνται πλάι-πλάι και με αυτόν τον τρόπο καταδεικνύεται η στενή συνάφειά τους. Το Σύνταγμα με τον όρο

“πολιτιστικό περιβάλλον” δεν αναφέρεται μόνο στις αρχαιότητες, τα νεότερα μνημεία, τις παραδοσιακές περιοχές και τους ιστορικούς τόπους, αλλά χρησιμοποιεί τον όρο κάπως αόριστα, ώστε να μπορεί να συμπεριλάβει και όσα άλλα στοιχεία θα θεωρήσει ο κοινός νομοθέτης ότι πρέπει να τύχουν της κρατικής προστασίας.

1.2.3 Νόμος 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος»

Η προστασία του φυσικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος εξετάζεται διεξοδικά από τον Ν.1650/1986 (ΦΕΚ 160/Α/18-10-1986). Ο εν λόγω Νόμος ορίζει το περιβάλλον ως φυσικό και πολιτισμικό (άρθρο 2, παράγραφος 147 1), και τονίζει την ανάγκη καθιέρωσης «κριτηρίων και μηχανισμών για την προστασία του [...], έτσι ώστε ο άνθρωπος, ως άτομο και ως μέλος του κοινωνικού συνόλου, να ζει σε ένα υψηλής ποιότητας περιβάλλον» (άρθρο 1, παράγραφος 1). Η σημασία, ωστόσο, του

(19)

18 συγκεκριμένου Νόμου έγκειται κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι εξαίρει την προστασία του φυσικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος, χαρακτηρίζοντάς το

«θεμελιώδες και αναπόσπαστο μέρος της πολιτιστικής και αναπτυξιακής διαδικασίας και πολιτικής» (άρθρο 1, παράγραφος 1), (Πούλιος, 2015).

1.2.4 Νόμος 3028/2002 «Για την Προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς»

Σύμφωνα με τον Νόμο αυτόν (ΦΕΚ 153/Α/28-6-2002), ο οποίος αντικατέστησε τον Νόμο 5331/1932 (ΦEK 275/A/24-8-1932), η προστασία «έχει ως σκοπό τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης χάριν της παρούσας και των μελλοντικών γενεών και την αναβάθμιση του πολιτιστικού περιβάλλοντος» και «περιλαμβάνεται στους στόχους οποιουδήποτε επιπέδου χωροταξικού, αναπτυξιακού, περιβαλλοντικού και πολεοδομικού σχεδιασμού» (άρθρο 1, παράγραφος 1, και άρθρο 3, παράγραφος 2 αντίστοιχα).

Ο Νόμος αυτός προβλέπει ότι η κήρυξη μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων, καθώς και η θεσμοθέτηση ζωνών προστασίας γύρω από αυτά, αποτελεί ευθύνη του Υπουργείου Πολιτισμού, ενώ ειδικά στην περίπτωση των διατηρητέων κτιρίων και οικισμών καθιστά συναρμόδιο το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής και συγκεκριμένα τη Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού (άρθρα 12 έως 17). Ο Νόμος αυτός, σε συνδυασμό με τον Οργανισμό του Υπουργείου Πολιτισμού (Π.Δ. 191/10-6-2003, όπως αναθεωρήθηκε με το Π.Δ. 104/2014, ΦΕΚ 171/Α/28-8-2014), καθορίζει τη δομή και τις αρμοδιότητες της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών Υπηρεσιών του Υπουργείου οι οποίες διαμορφώνουν και υλοποιούν την πολιτιστική πολιτική σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο, αντίστοιχα. Ο συγκεκριμένος Νόμος αποτελεί τη βάση της νομικής προστασίας του πολιτισμικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα, ενώ αναδεικνύει το Υπουργείο Πολιτισμού στον κατεξοχήν διαχειριστή του περιβάλλοντος αυτού (Πούλιος, 2015).

(20)

19 1.3 Θεσμικό πλαίσιο για την προστασία των αρχαιοτήτων κατά την κατασκευή

δημοσίων έργων υποδομής

1.3.1 Νόμος 3028/2002 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς»

Η αποκάλυψη των αρχαιοτήτων μπορεί να γίνει είτε με συστηματική ανασκαφή, είτε με σωστική ανασκαφή. Η συστηματική ανασκαφή (άρθρο 36) είναι η οργανωμένη αρχαιολογική έρευνα που διενεργείται α) από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, β) από ερευνητικούς ή εκπαιδευτικούς οργανισμούς της ημεδαπής και γ) από τις ξένες αρχαιολογικές αποστολές-σχολές που είναι εγκατεστημένες στην Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση όμως για τη διεξαγωγή της συστηματικής ανασκαφής απαιτείται να προηγηθεί άδεια από το Υπουργείο Πολιτισμού.

Πολύ σημαντικό είναι το άρθρο 3, παρ. 2 στο οποίο αναφέρεται ότι η προστασία των μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων πρέπει να λαμβάνεται υπ΄όψιν σε κάθε μορφή πολεοδομικού, αναπτυξιακού, χωροταξικού και περιβαλλοντικού σχεδιασμού.

Η σωστική ανασκαφή, όπως προβλέπει το άρθρο 37, παρ.1 του Ν. 3028/2002, διενεργείται από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και πρόκειται για την ανασκαφή που προκύπτει για τη διάσωση των αρχαιοτήτων που μπορεί να αποκαλυφθούν «κατά την εκτέλεση ενός τεχνικού έργου, δημόσιου ή ιδιωτικού, ή εξαιτίας φυσικού φαινομένου ή τυχαίου γεγονότος ή παράνομης ανασκαφικής ενέργειας».

Η Αρχαιολογική Υπηρεσία ορίζει αρχαιολόγο για τη διενέργεια της σωστικής ανασκαφής και οφείλει να μεριμνήσει για τη φύλαξη και τη συντήρηση των ευρημάτων καθώς επίσης και για τη φύλαξη της περιοχής που έχει ανασκαφεί (άρθρο 37, παρ.3) (Ακριτίδου, 2010).

Το ζήτημα της χρηματοδότησης των σωστικών ανασκαφών επιλύεται οριστικά με το άρθρο 37, παρ. 6. Σύμφωνα με αυτό, υποχρεώσεις επιβάλλονται και στον κύριο του έργου, οι οποίες έχουν να κάνουν με την χρηματοδότηση όλων αυτών των δραστηριοτήτων. Συγκεκριμένα, σε κάθε περίπτωση δημόσιου έργου (δημόσιας σύμβασης δηλαδή) η σωστική ανασκαφή χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου από τον κύριο του έργου υπό την έννοια του ν. 1418/1984. Για ιδιωτικό έργο αντίστοιχη

(21)

20 υποχρέωση επιβάλλεται μόνον στην περίπτωση που ο προϋπολογισμός του έργου είναι μεγαλύτερος από 587.000 ευρώ.

Στην περίπτωση λοιπόν που έχει συναφθεί μία δημόσια σύμβαση για την εκτέλεση τεχνικού έργου και υπό την αυστηρή προϋπόθεση να μην κινδυνεύσει το μνημείο από την περαιτέρω εκτέλεσή του, ο κύριος του έργου υποχρεούται να αναλάβει τα έξοδα της ανασκαφής. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται μία σειρά από στόχους. Καταρχήν εξασφαλίζεται η προστασία του μνημείου, καθώς διενεργείται έλεγχος, για το εάν η περαιτέρω εκτέλεση του έργου θα προκαλέσει οποιασδήποτε μορφής βλάβη σε αυτό.

Εφόσον όμως δεν προκύψει κάτι τέτοιο από τον έλεγχο αυτόν, το έργο συνεχίζεται. Η ανακάλυψη ενός μνημείου στο χώρο, όπου εκτελείται το έργο δεν αρκεί με άλλες λέξεις από μόνη της για να το σταματήσει. Τέλος, επιβάλλεται η διεξαγωγή όλων εκείνων των δραστηριοτήτων που θα οδηγήσουν στη διάσωση και ανάδειξη του μνημείου με χρηματοδότησή τους από τον κύριο του έργου.

Διαπιστώνεται λοιπόν ότι σε σχέση με τον προϊσχύοντα νόμο επικρατεί ένα ανάλογο καθεστώς, καθώς απαγορεύεται καταρχήν κάθε δραστηριότητα σε χώρο, όπου ανακαλύφθηκε μνημείο. Η διαφορά εντοπίζεται στο ότι εισάγεται μία εξαίρεση στην απαγόρευση αυτή, σύμφωνα με την οποία το έργο μπορεί να συνεχιστεί, εφόσον πληρωθούν ορισμένες αυστηρές προϋποθέσεις.

Παράλληλα δίδεται και ιδιαίτερη βαρύτητα στην ανάδειξη και διάσωση του μνημείου με την τέλεση εξειδικευμένων αρχαιολογικών πλέον εργασιών, με επίβλεψη από την αρμόδια υπηρεσία και μέριμνα από τον κύριο του έργου (Σκούρης).

Στο άρθρο 10 του ίδιου Νόμου γίνεται αναφορά γενικότερα στις επεμβάσεις σε ακίνητα μνημεία και στο περιβάλλον τους. Πιο συγκεκριμένα ορίζεται ότι οποιοδήποτε έργο ή δραστηριότητα κοντά σε αρχαίο μνημείο ή αρχαιολογικό χώρο επιτρέπεται μόνο με άδεια της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, η οποία χορηγείται εάν «η απόσταση από ακίνητο μνημείο ή η σχέση με αυτό είναι τέτοια ώστε να μην κινδυνεύει να επέλθει άμεση ή έμμεση βλάβη αυτού λόγω του χαρακτήρα του έργου» . Στην περίπτωση που εκτελούνται εργασίες χωρίς την άδεια της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας αυτή έχει τη δυνατότητα, μετά από άμεση ενημέρωσή της, να διακόψει, προσωρινά ή οριστικά, τις εργασίες με σήμα της (άρθρο 10, παρ.5).

Επιπλέον, αν εκδοθούν άδειες από άλλες αρχές για έργα αρμοδιότητάς τους, τα οποία ωστόσο θα εκτελεστούν κοντά σε αρχαιότητες, χωρίς όμως να έχει δοθεί πρώτα άδεια από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, οι άδειες αυτές δεν είναι έγκυρες (άρθρο 10, παρ.

6). Ακόμη, στο άρθρο 66 για την παράνομη επέμβαση ή εκτέλεση έργου αναφέρεται

(22)

21 ότι «όποιος χωρίς την αναγκαία από το νόμο άδεια ή καθ’ υπέρβαση αυτής διενεργεί σε μνημείο, σε αρχαιολογικό χώρο, ή σε ιστορικό τόπο, πράξη από αυτές που αναφέρονται στις διατάξεις των άρθρων 10 παρ. 2-4, 13, 14 και 15 τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών (3) ετών. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος διενεργεί πράξη ή δραστηριότητα σε ζώνες προστασίας γύρω από μνημεία ή χώρους, όπως ορίζονται στα άρθρα 15 και 17, κατά παράβαση των όρων και περιορισμών που ισχύουν σε αυτές».

Όταν αποκαλυφθούν αρχαιότητες κατά την κατασκευή ενός τεχνικού έργου και πιο συγκεκριμένα όταν πρόκειται για ακίνητα αρχαία, τίθεται το ζήτημα αν και με ποιο τρόπο θα διατηρηθούν αυτά. Μετά τη διενέργεια διερευνητικής ανασκαφής για την τύχη των αρχαιοτήτων αποφαίνεται η Αρχαιολογική Υπηρεσία με αιτιολογημένη έκθεση, και αν το θέμα κρίνεται μείζονος σημασίας παραπέμπεται στο ΚΑΣ το οποίο γνωμοδοτεί το αργότερο σε δυο μήνες. Σε αυτή την περίπτωση, για τη διατήρηση αποφαίνεται ο Υπουργός (άρθρο 9).

Επίσης, σχετικά με τη μεταφορά ακίνητου μνημείου στο άρθρο 42 ορίζονται τα εξής :

«… άδεια μπορεί να δοθεί κατ΄ εξαίρεση εάν κριθεί ότι η μετακίνησή τους είναι απολύτως αναγκαία για να διασωθούν από κίνδυνο λόγω εκτέλεσης μεγάλων τεχνικών έργων τα οποία είναι απαραίτητα για την εθνική άμυνα ή έχουν μείζονα σημασία για την εθνική οικονομία και ικανοποιούν ζωτικές ανάγκες του κοινωνικού συνόλου». Σχετικά δε με την απόσπαση τμημάτων από ακίνητο μνημείο, όπως για παράδειγμα γλυπτών, ψηφιδωτών, ζωγραφικών ή άλλων διακοσμητικών στοιχείων, μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και εφόσον είναι απολύτως αναγκαίο για τη διάσωσή τους (άρθρο 42, παρ. 2).

Ωστόσο όμως ούτε και με το Νόμο 3028 «Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς» καθορίστηκαν ακριβώς οι διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται με λεπτομέρεια έτσι ώστε να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο όλες οι περιπτώσεις. Από τα έργα της δεκαετίας του ΄50 έως τις μεγάλες επεμβάσεις της δεκαετίας του ΄80 αλλά και τη δεκαετία του ΄90 με τα έργα του Μετρό αποδείχθηκε η αδυναμία ή και αδιαφορία της πολιτείας για τη δημιουργία ενός θεσμικού υποβάθρου για την οργανωμένη αντιμετώπιση των μεγάλων ανασκαφών που προέκυπταν στο πλαίσιο των πολλών τεχνικών έργων . Για το λόγο αυτό κρίθηκε κατά καιρούς αναγκαίο να δοθούν με εγκυκλίους και υπουργικές αποφάσεις οδηγίες για την αντιμετώπιση του θέματος των αρχαιοτήτων κατά τις κατασκευές των δημόσιων έργων (Ακριτίδου, 2010).

(23)

22 1.3.2 Νομοθετικό πλαίσιο προστασίας πολιτιστικών αγαθών – Εκτέλεση δημοσίων έργων: Σημεία προβληματισμού – Εξεύρεση λύσεων

Οι νόμοι για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών είναι πολύ πιθανό να έρθουν σε σύγκρουση με δημόσια αλλά και ιδιωτικά συμφέροντα. Χαρακτηριστική περίπτωση τέτοιου είδους σύγκρουσης συμφερόντων, την οποία καλείται να άρει η νομοθεσία και η νομολογία είναι αυτή που δημιουργείται κατά την εκτέλεση δημοσίων έργων από ιδιώτες αναδόχους ενόψει της ανάπτυξης έργων υποδομής σε σχέση με την ανεύρεση αρχαιολογικών θησαυρών ή άλλων μνημείων, θαμμένων για παράδειγμα στη γη, τα οποία αποκαλύπτονται κατά τη διενέργεια εργασιών. Οι συμβαλλόμενοι στην περίπτωση αυτή έχουν συμφέρον να εκτελεσθεί το έργο χωρίς επαύξηση του κόστους και χωρίς επίδραση στα χρονοδιαγράμματα.

Η σύγκρουση αυτή επιλύεται αρχικά σε επίπεδο μελετητικό οπότε η εκάστοτε αναθέτουσα αρχή οφείλει να μελετά τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις κάθε έργου που προτίθεται να κατασκευάσει στις οποίες συγκαταλέγεται και η προστασία των αρχαιοτήτων και λοιπών μνημείων. Από τεχνικής απόψεως, η αναγνώριση χώρων στους οποίους πιθανολογείται η ύπαρξη αρχαιολογικών χώρων μπορεί να γίνει με σύγχρονες μεθόδους αεροφωτογράφισης, θερμογραφίας ή μεταβολής της φυτοκάλυψης.

Στο σημείο αυτό είναι πολύ πιθανό να τεθεί το ερώτημα, τί ακριβώς πρέπει να γίνει εάν ανακαλυφθεί παρόλη την πρόνοια της αναθέτουσας αρχής αρχαίο μνημείο στην περιοχή, όπου έχει αποφασιστεί να εκτελεστεί ένα δημόσιο έργο, που αποσκοπεί στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των πολιτών, αλλά και στην εξυπηρέτηση των γενικότερων συμφερόντων της χώρας. Εξάλλου κρίσιμος είναι ο χρόνος της σχετικής διαπίστωσης. Αν δηλαδή αυτή λάβει χώρα κατά την εκπόνηση της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) πριν τη δημοπράτηση του έργου ή αν διαπιστωθεί απλώς κατά την εκτέλεση των εργασιών (Σκούρης)

Στην περίπτωση που τα μνημεία αποκαλυφθούν κατά την διάρκεια των εργασιών κατασκευής, οι ενέργειες που μπορούν να γίνουν είναι οι εξής (Ακριτίδου 2010):

1. Αλλαγή χάραξης στην έσχατη περίπτωση. Αυτό προϋποθέτει την ανεύρεση κάποιου εξαιρετικά σημαντικού μνημείου ιδιαίτερου αρχαιολογικού ενδιαφέροντος

2. Ανασκαφή και μεταφορά των στοιχείων που κρίνονται διατηρητέα

(24)

23 3. Λήψη μέτρων με στόχο να καταστεί ο χώρος επισκέψιμος, όπως υπερύψωση

της οδού

4. Ενδεχομένως η επανεπίχωση του χώρου προκειμένου ούτε να καταστραφεί αλλά ούτε να εκμεταλλευτεί

Ο προβληματισμός αυτός δεν προέκυψε για πρώτη φορά στο πλαίσιο του νέου αρχαιολογικού νόμου. Είχε δημιουργηθεί και με το παλαιότερο νομικό καθεστώς του ν. 5351/32, ο οποίος στο άρθρο 50 απαγόρευε μεταξύ άλλων την διενέργεια οποιουδήποτε έργου θα μπορούσε να βλάψει ένα μνημείο άμεσα ή έμμεσα. Η διάταξη αυτή δεν ήταν επαρκής και οδήγησε σε μία νομολογία, όπου κρινόταν κάθε φορά μεμονωμένα, ποιο έργο θα μπορούσε να έχει βλαπτικά αποτελέσματα. Παράλληλα όμως δημιούργησε την ανάγκη να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της προστασίας των αρχαιοτήτων και στο επίπεδο της νομοθετικής ρύθμισης συγκεκριμένων και κρίσιμων για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας δημόσιων έργων κατά περίπτωση για την επικύρωση αφενός των συμβατικών δεσμεύσεων των συμβαλλομένων μερών, αλλά και για την εξειδικευμένη ρύθμιση όρων προστασίας των πολιτιστικών θησαυρών ανάλογα με την κάθε εξειδικευμένη περίπτωση. Παρουσιάστηκε λοιπόν το φαινόμενο, μια σειρά από νομοθετήματα που ρύθμιζαν τα σχετικά με την κατασκευή ορισμένων δημόσιων έργων, να έχουν μέσα στο κείμενο και από μία διάταξη για την προστασία των αρχαιοτήτων.

Μέσα σε αυτό το κλίμα ο νομοθέτης έκρινε ότι ήταν απαραίτητος ένας νόμος που θα ρύθμιζε με ενιαίο πλέον τρόπο το ζήτημα της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς σε σχέση και με τις δημόσιες συμβάσεις. Προσπαθώντας να πραγματοποιήσει τη βούληση του αυτή εισήγαγε τις δύο προαναφερθείσες νέες ρυθμίσεις στο νέο νόμο 3028/02: τη χρηματοδότηση ανασκαφών από τον κύριο του έργου και την υπό προϋποθέσεις μεταφορά ενός ακίνητου μνημείου.

1.3.3 Λοιποί νόμοι, εγκύκλιοι, οδηγίες

Εκτός από τον Αρχαιολογικό Νόμο του 2002, εκδόθηκαν κατά καιρούς, και συνεχίζουν να εκδίδονται, εγκύκλιοι της Γενικής Γραμματέως του Υπουργείου Πολιτισμού, σχετικοί με ζητήματα χειρισμού των αρχαιοτήτων που προκύπτουν κατά την κατασκευή τεχνικών έργων καθώς, προέκυπταν ζητήματα ειδικής φύσεως τα οποία δεν καλύπτονταν από το νόμο. Επίσης υπογράφονται συμβάσεις δημοσίων

(25)

24 έργων, στις οποίες υπάρχουν ειδικά άρθρα για τις αρχαιότητες, και τα οποία αποκτούν ισχύ νόμου μετά τη θεώρηση των συμβάσεων.

Σημαντικό είναι το γεγονός ότι το 1999 συγκροτήθηκε με Υπουργική Απόφαση η Επιτροπή Παρακολούθησης Μεγάλων Έργων του Υπουργείου Πολιτισμού, έργο της οποίας είναι (www.culture.gr):

1. Ο συντονισμός, σχεδιασμός και προγραμματισμός των ερευνητικών εργασιών που προηγούνται της δημοπράτησης του έργου στο πλαίσιο Μεγάλων Δημοσίων Έργων (ν. 3095/2010).

2. Η διασφάλιση της τήρησης του προγραμματισμού και του χρονοδιαγράμματος του αρχαιολογικού έργου στο πλαίσιο υλοποίησης του Έργου καθώς και των προβλεπόμενων έργων προστασίας και ανάδειξης μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων.

3. Ο σχεδιασμός και προγραμματισμός κάθε αναγκαίας σωστικής έρευνας, η παρακολούθηση του αρχαιολογικού μέρους του φυσικού αντικειμένου καθώς και η ενδεχόμενη τροποποίησή του κατά τη διάρκεια υλοποίησης των αρχαιολογικών εργασιών.

Το 2003 εκδόθηκε από τη Μονάδα Οργάνωσης της Διαχείρισης του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (ΜΟΔ Α.Ε.) και το Υπουργείο Πολιτισμού ένα εγχειρίδιο με τίτλο

«Οδηγός Αρχαιολογικών Αδειοδοτήσεων και Διαδικασιών στα Δημόσια Έργα» με σκοπό να συμβάλλει στην αποσαφήνιση των διαδικασιών που πρέπει να ακολουθούνται έτσι ώστε να αντιμετωπίζεται οργανωμένα το ζήτημα των αρχαιοτήτων κατά την κατασκευή των δημόσιων έργων υποδομής (www.mou.gr).

Το Σεπτέμβριο του 2010 η Επιτροπή Μεγάλων Έργων και Υποδομών αποφάσισε την υπογραφή Μνημονίου Συναντίληψης και Συνεργασίας για τα Μεγάλα Δημόσια Έργα.

Το Μνημόνιο υπεγράφη μεταξύ του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού και του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Αντικείμενο του Μνημονίου είναι η περιγραφή των προϋποθέσεων, των συνθηκών και του τρόπου για τη διεξαγωγή των αρχαιολογικών ερευνών και ανασκαφών κατά τη φάση κατασκευής των δημόσιων έργων, τη διαχείριση και προστασία των αρχαιολογικών ευρημάτων και την ανάδειξη μνημείων που βρίσκονται στους χώρους κατασκευής των έργων καθώς και την προστασία των μνημείων που ενδέχεται να επηρεαστούν από τις εργασίες κατασκευής. Σκοπός του Μνημονίου είναι η διευκόλυνση, η συστηματοποίηση και η

Referências

Documentos relacionados