• Nenhum resultado encontrado

[PENDING] University of Crete Library

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "University of Crete Library"

Copied!
46
0
0

Texto

(1)

ΡΕΘΥΜΝΟ

ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

«Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΝΟΜΩΝ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ : 2010-2018».

ΑΝΤΖΕΛΑ ΑΡΑΠΗ

ΡΕΘΥΜΝΟ,2019

Εκπόνηση πτυχιακής εργασίας στα πλαίσια της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων για την απόκτηση πτυχίου Πολιτικής Επιστήμης

(2)

2

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Το αντικείμενο αυτής της εργασίας είναι η αναζήτηση των χαρακτηριστικών της νομοθετικής διαδικασίας και συγκεκριμένα της διαδικασίας παραγωγής των νόμων και των μεταρρυθμίσεων που διαδραματίζονται την μνημονική περίοδο στην Ελλάδα (2010-2018). Στόχος είναι η κατανόηση του τρόπου παραγωγής της νομοθετικής διαδικασίας στην Ελλάδα και την επίδραση που είχε πάνω της η άφιξη των μνημονίων.

Αυτό θα γίνει από την καταγραφή της νομοθετικής παραγωγής ανά χρονιά εξετάζοντας συγκριτικά την προηγούμενη των μνημονίων δεκαετία. Συγκεκριμένα θα εντοπιστούν πόσοι νόμοι έχουν ψηφισθεί από το 2010 έως το 2018, πόσα προεδρικά διατάγματα και πράξεις νομοθετικού περιεχομένου σε συνδυασμό με την ανάλυση της κάθε χρονιάς παρατηρώντας της αιτίες αυτών των ενεργειών και τα αποτελέσματα τους στην νομοθετική και εκτελεστική λειτουργία.

Λέξεις - Κλειδιά

• Νομοθετική Διαδικασία

• Είδη νόμων

• Μνημόνιο

• Νομοθετική Παραγωγή

• Εκτελεστική Λειτουργία

(3)

3

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εισαγωγή………...σελ. 4 1. Κεφάλαιο 1ο………...σελ. 5 – 20 1.1. Ελληνικό Σύνταγμα

1.2. Αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975. (1986, 2001, 2008)

1.3. Ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας στην Νομοθετική Διαδικασία 1.4. Κατηγορίες Νομοθετικής λειτουργίας

1.5. Τι είναι Νόμος;

1.6. Πως παρασκευάζεται και συντάσσεται ένας νόμος;

1.7. Ποιός Νομοθετεί στην Ελλάδα;

1.8. Πως ψηφίζεται ένας νόμος η ένα σχέδιο νόμου 1.9. Προεδρικό Διάταγμα

1.10. Πράξεις νομοθετικού περιεχομένου 1.11. Υπουργικές αποφάσεις

1.12. Πρόταση μομφής –Πρόταση δυσπιστίας

2. Κεφάλαιο 2ο ………..σελ. 21-33 2.1. Ιστορική αναδρομή νομοθετικών περιόδων πριν την κρίση (1980-

2008)

2.2. Τι είναι τα μνημόνια, ποια μορφή πήραν και πως εφαρμόστηκαν;

2.3. Οι Τομείς που κλονίστηκαν

2.4. Οι δυο κατηγοριοποιήσεις των Μνημονίων στην Ελλάδα και οι συνταγματικότητα τους.

3. Κεφάλαιο 3ο ………...σελ. 34-41 3.1. Νομοθέτηση στην Ελλάδα

3.2. Ανασκόπηση προηγούμενων ετών

3.3. Οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου στα χρόνια των μνημονίων 3.4. Συνοπτική Εικόνα νομοθετικής παραγωγής τα τελευταία δεκαπέντε

χρόνια

3.5. Ο ρόλος των δικαστηρίων και του νομοθέτη στην συνταγματικότητα των νόμων

3.6. …και άλλες διατάξεις

3.7. Προβλήματα ελληνικής νομοθέτησης

3.8. Η συμμετοχή των κομμάτων στην νομοθετική παραγωγή.

3.9. Οι ρόλοι των Υπουργών και Βουλευτών στην νομοθετική διαδικασίας.

3.10. Πολυνομία και Κακονομία

4. Συμπεράσματα………...σελ. 42-43 5. Βιβλιογραφία………...…..σελ. 44-46

(4)

4

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η παρούσα εργασία θα χωριστεί σε τρία κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο θα αναλύσουμε το θεωρητικό πλαίσιο όπου θα αναλύονται όλοι οι ορισμοί που θα χρησιμοποιήσουμε στα επόμενα κεφάλαια για την εξ ολοκλήρου κατανόηση τους.

Στο δεύτερο κεφάλαιο θα παρουσιάζεται η μεθοδολογία της παρούσης εργασίας δηλαδή με ποιο τρόπο θα βρούμε το υλικό μας (πίνακες, ποσοτικές αναλύσεις, μέτρηση νόμων, τροπολογίες που έχουν γίνει κ.ά.) και ποια εργαλεία θα χρησιμοποιήσουμε για την εκπόνηση των συμπερασμάτων μας. Αναλυτικότερα θα μετρηθούν οι νόμοι που έχουν δημοσιευθεί ανά έτος και θα εξετασθεί με ποια διαδικασία παρασκευάστηκαν (συνήθης, επείγουσα κτλ.) και αν έχουν τροπολογίες, πόσα προεδρικά διατάγματα και τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Για να δούμε κατά πόσο η κρίση επηρέασε τη διαδικασία παραγωγής των νόμων στα μνημονικά χρόνια.

Στο τρίτο κεφάλαιο αναγράφεται το υλικό που συλλέξαμε έχοντας ως μπούσουλα το θεωρητικό μας πλαίσιο και με τα κατάλληλα εργαλεία που χρησιμοποιήσαμε στο δεύτερο κεφάλαιο θα αναδείξουμε τα συμπεράσματα μας.

Κάνοντας και μια συγκριτική ανάλυση του προηγούμενου μοντέλου νομοθετικής παραγωγής με αυτό της οκταετίας που αναλύετε για να δούμε τις διαφορές.

(5)

5

1. 1

ο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

1.1. Το Ελληνικό Σύνταγμα

Το Σύνταγμα που ισχύει στην Ελλάδα σήμερα είναι το Σύνταγμα του 1975 με αναθεωρήσεις που έχει υποστεί το 1986, το 2001 και το 2008. Tο Σύνταγμα του 1975 αποκαλείται και Σύνταγμα της μεταπολίτευσης γιατί δημιουργήθηκε με την λήξη της δικτατορίας και έκτοτε σηματοδοτήθηκε μια νέα περίοδος όπου θα κυριαρχούσε η δημοκρατία. Τότε όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας ήρθαν σε συμφωνία για να εξασφαλίσουν ένα νέο και σύγχρονο δημοκρατικό πολίτευμα όπου θα εξασφάλιζε την λαϊκή κυριαρχία, τα πολιτικά δικαιώματα που θα είχαν οι πολίτες και την ελευθερία της ενασχόλησης τους με τα κοινά, τον κοινοβουλευτισμό, το κράτος δικαίου, την αρχή της νομιμότητας, τα ατομικά δικαιώματα το κοινωνικό κράτος και την κοινωνική αλληλεγγύη. Το Σύνταγμα του 1975 ορίζεται ως ο θεμελιώδης νόμος της Πολιτείας με αυξημένη τυπική ισχύ ,όπου όλοι οι πολίτες θα πρέπει να λειτουργούν με βάση τους κανόνες δικαίου της έννομης τάξης. Το πολίτευμα της χώρας ορίζεται στο Σύνταγμα από τον θεμελιώδη νόμο που την ορίζει ως Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία και κατοχυρώνει τα ατομικά δικαιώματα με κύριο στόχο την διασφάλιση της αξίας του ανθρώπου από την πολιτεία. Το Σύνταγμα χωρίς τον νόμο δεν θα είχε τον νομοθετικό χαρακτήρα που του αρμόζει και δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί. Το επηρεάζει στην εφαρμογή του και την ερμηνεία του. (Μαντζούφας, 2018: 53), (Σπηλιωτόπουλος, 2017: 33-34)

Η χρήση του Συντάγματος από τον πολίτη αποτελεί ένα σημαντικό εφόδιο για να εμπεδώσει την πολυπλοκότητα και ευχρηστία του πολιτικού συστήματος ώστε να διακατέχεται από έναν ελεύθερο βίο και για να αναπτύξει μια πολιτικοκοινωνική συνείδηση. Στα εκατόν είκοσι άρθρα που περιέχει περιλαμβάνεται η μορφή του πολιτεύματος, τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, οι κανόνες οργάνωσης και άσκησης των τριών λειτουργιών της κοινωνίας δηλαδή της νομοθετικής, της εκτελεστικής, της δικαστικής εξουσίας καθώς οι αρμοδιότητες και ευθύνες που κατέχουν τα βασικά όργανα άσκησης εξουσίας. (Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010)

1.2. Αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975. (1986, 2001, 2008)

Το 1986 διαδραματίζεται η πρώτη αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975.

Για την απαίτηση αυτής της αλλαγής υπήρξαν οι αρμοδιότητες που κατείχε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με σκοπό να περιοριστούν. Όμως αυτή δεν υπήρξε η πρώτη και τελευταία αναθεώρηση του Ελληνικού Συντάγματος. Το 2001 δεκαπέντε χρόνια μετά τη πρώτη αναθεώρηση υπήρξε αίτημα από τον νομοθέτη για μια δεύτερη με σκοπό να ρυθμιστούν μερικές λειτουργίες του πολιτεύματος. Συγκεκριμένα αυτό που είχε ζητηθεί ήταν το Ελληνικό Σύνταγμα να αποκτήσει πιο ευρύ και Ευρωπαϊκό χαρακτήρα και να στηρίζεται στα νέα δεδομένα που υπήρχαν διεθνώς τον 20ο αιώνα. Τελικά το Σύνταγμα αναθεώρησε πολλές διατάξεις που αφορούσαν το κανονιστικό πλαίσιο καθώς έθεσε νέους θεσμούς σε ισχύ με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί ένα πολιτικό και διοικητικό σύστημα εξελιγμένο σε όλους τους τομείς δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην

(6)

6 προστασία και προάσπιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η αναθεώρηση του 2001 έδωσε μεγαλύτερη προσοχή στην ατομική προστασία και την ατομική διάσταση γενικά. (Φραγκούλης, 2016: 8)

Οι τελευταίες τροποποιήσεις στο υπάρχον Σύνταγμα δεν έμειναν εκεί όμως αφού το 2008 κομβικό έτος παγκόσμια αλλά ιδιαίτερα για την χώρας μας έφερε μια Τρίτη Αναθεώρηση του Συντάγματος. Γεγονός το οποίο δικαιολογείτε και μαζί με όλες τις παραπάνω αναθεωρήσεις του. Με αποτέλεσμα να τοποθετούν την Ελλάδα στις χώρες με τα πιο εξελιγμένα και σύγχρονα Συντάγματα «τόσο στο σημείο των ρυθμίσεων όσο και στο επίπεδο της εφαρμογής τους». Ενώ δεν αποκλείονται και μελλοντικές αναθεωρήσεις εάν το απαιτούν οι περιστάσεις και το κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό παρασκήνιο της χώρας. Όταν αλλάζει η χάρτα της οικονομικής σφαίρας , του κράτους πρόνοιας , των κοινωνικών δικαιωμάτων το Σύνταγμα πρέπει να τα κατοχυρώνετε και γραπτώς ως εργαλείο της δημοκρατικότητας.

(Φραγκούλης, 2016: 7-9), (Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010)

1.3. Ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας στην νομοθετική διαδικασία.

Στην διαδικασία ψήφισης του Συντάγματος το 1975 είχε προκύψει μια έντονη αντιπαράθεση αναφορικά με τις αρμοδιότητες που πρέπει να κατέχει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κατέχει μείζονα ρόλο στην λειτουργία του κράτους και κατ΄επέκταση και στην νομοθετική λειτουργία. Ορίστηκε λοιπόν από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία να του ανατεθεί εύρος αρμοδιοτήτων εκτελεστικού περιεχομένου και κατ’ επέκταση σημαντικό μέρος για την εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος. Στην Αναθεώρηση του 1986 αποφασίστηκε ότι οι αρμοδιότητες του θα πρέπει να περιοριστούν σε ένα βαθμό πράγμα το οποίο και έγινε. Έκτοτε έως και σήμερα «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι ρυθμιστής του Πολιτεύματος και το αξίωμα του είναι ασυμβίβαστο με οποιοδήποτε άλλο αξίωμα». Εκλέγεται από την Βουλή για πέντε χρόνια και η περίοδος της προεδρίας του αρχίζει από την ημέρα της ορκωμοσίας του. Ο ΠΔ δεν μπορεί να επανεκλεγεί περισσότερες από μια φορά. Σε έκτακτες περιόδους όπως είναι ο πόλεμος η θητεία του δεν τελειώνει αλλά παρατείνεται. Έχει πλήρη θητεία και πρέπει να συλλέξει την πλειοψηφία των δυο τρίτων του συνόλου του αριθμού των βουλευτών, αν δεν το επιτύχει η ψηφοφορία θέτετε πάλι μετά από πέντε μέρες. Εκλογή μπορεί να θέσει κάθε Έλληνας πολίτης οπού κατέχει ελληνική καταγωγή και έχει συμπληρώσει το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του και έχει κάθε νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν. Η ψηφοφορία για την εκλογή του εκάστοτε Προέδρου της Δημοκρατίας γίνετε ονομαστικά και σε ειδική συνεδρίαση που τελείται από τον πρόεδρο της Βουλής πριν την λήξη της θητείας του προηγούμενου Προέδρου της Δημοκρατίας όπως ακριβώς ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής.

Σε περίπτωση που δεν μπορεί να φέρει εις πέρας τα καθήκοντα του ή αν παραιτηθεί ή πεθάνει ή θεωρηθεί ανεύθυνος για αυτή την θέση με βάση τις διατάξεις του Συντάγματος η Βουλή καλείται να συνεδριάσει μέσα σε δέκα μέρες το αργότερο για την εκλογή νέου Προέδρου. Οι δυνατές ψηφοφορίες για την ανάδειξη του ΠτΔ είναι τρείς αν και η τρίτη αποτύχει τότε διαλύεται η Βουλή και προκηρύσσονται εκλογές και

(7)

7 ύστερα ακολουθείται η ίδια συνήθης διαδικασία . Σε περίπτωση όμως που ο ΠτΔ δηλώσει παραίτηση πριν την λήξη της θητείας του δεν μπορεί να λάβει μέρος στις επόμενες εκλογές που θα ακολουθήσουν.

Με βάση το άρθρο 42 του Συντάγματος όμως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκδίδει και δημοσιεύει τους νόμους που έχουν ψηφιστεί από την Βουλή μέσα σε ένα μήνα από την ήμερα την ψήφισης τους. Μέσα σε αυτό το χρονικό περιθώριο του ενός μήνα μπορεί να ανατρέψει νομοσχέδιο που έχει ψηφιστεί πάντα συνοδευόμενο με τους λόγους την απόπεμψης. Έπειτα η πρόταση νόμου ή νομοσχεδίου αυτή εισάγεται στην Ολομέλεια της Βουλής από τον ΠτΔ και αν επιψηφισθεί και πάλι με απόλυτη πλειοψηφία του αριθμού των βουλευτών τότε ο ΠτΔ είναι υποχρεωμένος να το εκδώσει και να το δημοσιεύσει μέσα σε δέκα μέρες. (Πρεβεδούρου, 2018)

Άλλη μια αρμοδιότητα που κατέχει ο ΠτΔ είναι ότι σε εξαιρετικά έκτακτες περιπτώσεις και περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης μπορεί έπειτα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου να εκδίδει πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Στη συνέχεια οι πράξεις αυτές υποβάλλονται στη Βουλή για κύρωση όπως ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 72 παρ.1 , μέσα σε σαράντα μέρες από την έκδοση τους ή από την σύγκληση της Βουλής σε σύνοδο. Σε περίπτωση που δεν κατατεθούν στην Βουλή στις απαιτούμενες προθεσμίες ή αν δεν εγκριθούν από αυτή μέσα σε διάστημα τριών μηνών από την υποβολή τους παύουν και να ισχύουν. (Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010: 52) Οι Αρμοδιότητες του Προέδρου

Όλες οι πράξεις του για να έχουν ισχύ θα πρέπει να είναι προσυπογραμμένες από τον αρμόδιο Υπουργό ο οποίος απευθείας γίνετε υπεύθυνος για την κάθε του πράξη και χωρίς αυτή να δημοσιευθεί στο ΦΕΚ. Εξαίρεση αποτελούν μερικές περιπτώσεις όπως:

o Δεν χρειάζεται προσυπογραφή για τον διορισμό του Πρωθυπουργού

o Για την ανάθεση διερευνητικής εντολής όπως ορίζεται στο άρθρο 37 παρ.2, 3, 4.

o Για την διάλυση της Βουλής.

o Να αποτρέψει νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που έχει ψηφισθεί από την Βουλή.

o Για τον διορισμό προσωπικού των υπηρεσιών που απολαμβάνει η θέση του.

o Ο διορισμός του Πρωθυπουργού και με την πρόταση του μπορεί να διορίσει και τα υπόλοιπα μέλη της Κυβέρνησης καθώς και τους Υφυπουργούς.

o Να συγκαλεί την Βουλή τακτικά και εκτάκτως.

o Μπορεί να αναβάλλει τις εργασίες της βουλευτικής συνόδου χωρίς να διαρκέσει περισσότερο από ένα μήνα.

o Μπορεί να διαλύσει την Βουλή σε περίπτωση που έχουν ψηφισθεί δυο Κυβερνήσεις ή δεν υπάρχει κυβερνητική σταθερότητα και εάν υπάρχει πρόταση από την Κυβέρνηση και έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης.

o Είναι αρχηγός των ένοπλων δυνάμεων της χώρας αλλά την διοίκηση του ασκεί η Κυβέρνηση.

o Διορίζει και παύει τους δημόσιους υπαλλήλους εκτός από τις εξαιρέσεις που αναγράφονται στην νόμο.

o Απονέμει τα παράσημα.

(8)

8 o Στη διακριτική του ευχέρεια βρίσκεται η εκπροσώπηση του Κράτους, η δυνατότητα κήρυξης πολέμου, η συ νομολογία συνθηκών ειρήνης, συμμαχίες, οικονομικές συνεργασίες και η συμμετοχή σε διεθνείς οργανισμούς κ.α.

(Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010: 42-54)

Παρόλο που οι αρμοδιότητες του αρχηγού του κράτους περιορίστηκαν σε έναν βαθμό με την Αναθεώρηση του Συντάγματος το 1986 και παρόλο που πολλοί υποστηρίζουν ότι ο ρόλος του είναι πιο εθιμοτυπικός αυτό δεν ισχύει. Οι αρμοδιότητες περιορίστηκαν για μην συγκεντρώνονται οι εξουσίες σε ένα και μόνο άτομο γιατί αυτό διατρέχει σοβαρούς κινδύνους για την άσκηση της. Σήμερα ο Πρωθυπουργός είναι αυτός που κινεί και ορίζει την κάθε εξουσία, παρόλα αυτά ο ΠτΔ εξασφαλίζει το κύρος του και συνεχίζει να καθορίζει την σημασία του προεδρικού πολιτεύματος. (Σπύρου, 2009: 26-31)

1.4. Κατηγορίες νομοθετικής λειτουργίας.

Η νομοθετική λειτουργία που βρίσκεται στην ευχέρεια του Κοινοβουλίου χωρίζεται σε τρείς κατηγορίες και βασίζεται στα Κεφάλαια 4, 5 και 6 του Τμήματος Γ’

του Συντάγματος και από τα άρθρα 84 έως 123 του Κανονισμού της Βουλής. Για να εξετάσουμε την παραγωγή των νόμων την περίοδο 2010-2018 θα πρέπει πρώτα να καταλάβουμε τις διαδικασίες που ορίζονται και που ακολουθούνται για την νομοθετική παραγωγή. Η Τακτική Νομοθετική Διαδικασία, οι Συνοπτικές Νομοθετικές Διαδικασίες και οι Ειδικές Νομοθετικές Διαδικασίες είναι οι τρείς επιλογές του Κοινοβουλίου για να ασκήσει την νομοθετική του αρμοδιότητα.

Η Τακτική Νομοθετική Διαδικασία είναι αρμοδιότητα που ασκείται από την Ολομέλεια και από το Τμήμα Διακοπής των Εργασιών με βάση τα άρθρα 70-72 του Συντάγματος. Οι διαρκείς κοινοβουλευτικές επιτροπές μπορούν επίσης να συμμετέχουν σε αυτήν την διαδικασία και αυτό ορίζεται στο άρθρο 70 παρ.2 και στο άρθρο 72 παρ.2. Βέβαια δεν μπορούν όλα τα θέματα να συζητούνται και να ψηφίζονται από την Ολομέλεια τα οποία θα είναι αυτά που ορίζονται από το Σύνταγμα. Τα νομοσχέδια παραδίδονται στην Βουλή αρχικά και έπειτα καταθέτονται από τον Πρόεδρο στις διαρκείς ή στις ειδικές επιτροπές για συζήτηση σε διάστημα μεγαλύτερο από μια βδομάδα .Οι επιτροπές πρέπει να κάνουν διπλή ανάγνωση του νομοσχεδίου και μπορούν να συνεδριάσουν έως τέσσερις φορές και έτσι ολοκληρώνεται η διαδικασία της συζήτησης. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι δυο αναγνώσεις που γίνονται πρέπει να είναι ένα διάστημα επτά ημερών ώστε να μπορούν οι βουλευτές να προτείνουν βελτιώσεις στον αρμόδιο Υπουργό. Για την λήξη της συζήτησης υπεύθυνος είναι ο Πρόεδρος της Βουλής και αποφασίζει για την ολοκλήρωση της έκθεσης ή για την ψήφιση του νομοσχεδίου.

Όταν ολοκληρωθούν οι εργασίες των διαρκών επιτροπών η έκθεση τους με τις προτάσεις ή τις αποφάσεις παραδίδεται στη Βουλή και αποστέλνεται στους βουλευτές τουλάχιστον δύο ημέρες πριν την έναρξη της συζήτησης στο Τμήμα ή στην Ολομέλεια. Ο Πρόεδρος της Βουλής έχει την δυνατότητα οποιαδήποτε στιγμή κρίνει πως ένα νομοσχέδιο χρειάζεται επανεξέταση να το στείλει στην Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής για νομοτεχνική και επιστημονική επεξεργασία.

(9)

9 Όταν υποβάλλεται η έκθεση της διαρκούς κοινοβουλευτικής επιτροπής μετά από τρείς μέρες το νομοσχέδιο κατατάσσεται στην ημερήσια διάταξη και έπειτα γίνετε η συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής ή σε περίπτωση που αυτή δεν λειτουργεί στο Τμήμα Διακοπών. Υπάρχει και η περίπτωση το νομοσχέδιο να μην ψηφιστεί χωρίς να υπάρξει συζήτηση εάν τα 4/5 της επιτροπής ψηφίσουν θετικά. Επιπλέον οι Υπουργοί και οι Βουλευτές μπορούν να προσθέσουν και να τροπολογήσουν νομοσχέδια την περίοδο της συζήτησης στην Ολομέλεια ή στα Τμήματα. (Χριστόπουλος, 2016)

Η Συνήθης Νομοθετική Διαδικασία

Η διαδικασία αυτή εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το 1992 και έως το 1999 επεκτάθηκε περισσότερο η χρήση της. Από διαδικασία συναπόφασης που ονομαζόταν αρχικά μετονομάστηκε αργότερα σε συνήθη νομοθετική διαδικασία με την Συνθήκη της Λισαβόνας και από τότε ορίστηκε ως «η βασική διαδικασία για την λήψη αποφάσεων και για τη θέσπιση νομοθετικών πράξεων της ΕΕ».(Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2019) Με βάση τη συνήθη νομοθετική διαδικασία για την ψήφιση ενός νομοσχεδίου ή πρότασης νόμου μπορούν να πραγματοποιηθούν έως δέκα συναντήσεις πέντε εκ των οποίων θα γίνονται από την επιτροπή και άλλες πέντε από το Κοινοβούλιο. (Alexopoulos A., 2011) Σελ.151-152

Οι Συνθήκες είναι αυτές που δίνουν στην Επιτροπή την αρμοδιότητα αυτή , σε γενικά πλαίσια όμως ο ρόλος της στη συνήθη νομοθετική διαδικασία είναι τεχνοκρατικός. Η επιτροπή μπορεί να εκτιμήσει τα αποτελέσματα που θα φέρει ένα προτεινόμενο μέτρο με τη «μέθοδο ανάλυσης του αντίκτυπου». Επίσης η Επιτροπή λαμβάνει υπόψιν της το κοινό συμφέρον της ΕΕ αλλά και των κρατών μελών. Οι Συνθήκες επίσης εξοπλίζουν την Επιτροπή και με την δυνατότητα να προτείνει νομοθετικές πράξεις και να θέτει σε εφαρμογή τις νομικές αποφάσεις των νομοθετικών οργάνων. Όλες οι προτάσεις των Επιτροπών αναθέτονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για πρώτη ανάγνωση. Τότε εάν το Συμβούλιο συμφωνεί με τη θέση του Κοινοβουλίου εγκρίνεται η πράξη που έχει προτείνει η Επιτροπή. Έπειτα ακολουθείται και δεύτερη ανάγνωση από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αντίστοιχα εντός τριών μηνών από την πρώτη. Σε περίπτωση που δεν πραγματοποιηθεί συμφωνία από τα δυο όργανα συγκαλείτε η Επιτροπή Συνδιαλλαγής εντός έξι εβδομάδων και πραγματοποιείται μια τρίτη ανάγνωση. (Γενική Διεύθυνση Εσωτερικών Πολιτικών της Ένωσης, Διεύθυνση Νομοθετικού Συντονισμού και Συνδιαλλαγών, 2012)

Διαδικασία Κατεπείγοντος

Ένα νομοσχέδιο ή μια πρόταση νόμου χαρακτηρίζετε κατεπείγον όταν η Κυβέρνηση με απόφαση της το ορίσει και τότε εισάγεται στην Βουλή για ψήφιση. Η συζήτηση που υποχρεούται να υπάρξει προηγουμένως είναι σύντομη και πραγματοποιείται σε μία μόνο συνεδρίαση από την Ολομέλεια που μπορεί να διαρκέσει δέκα ώρες το ανώτερο. (Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010: 74)

Και στην περίπτωση του κατεπείγοντος όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση το νομοσχέδιο ή η πρόταση νόμου πρέπει να συνοδεύει έκθεση που την προθεσμία για την παράδοση της ορίζει ο Πρόεδρος της Βουλής πράγμα το οποίο ορίζεται εκτενέστερα και στο άρθρο 89 παρ.4. Ο Πρόεδρος της Βουλής επίσης είναι και αρμόδιος να αποφασίσει το χρόνο που θα δοθεί για την καταρχήν και κατ’ άρθρο

(10)

10 συζήτηση. Όταν γίνει δεκτό και οριστεί το νομοσχέδιο ως κατεπείγον, πραγματοποιείται επεξεργασία του και εξετάζεται από την αρμόδια επιτροπή σε άλλη μια συνεδρίαση. Μόλις λοιπόν η επιτροπή καταθέσει την έκθεση της τα προηγούμενα νομοσχέδια και οι προτάσεις νόμων εγγράφονται στην ημερήσια διάταξη όπως αναφέρεται στο άρθρο 91 παρ.7. Οι συμμετέχοντες στην καταρχήν και στην κατ’ άρθρο συζήτηση μπορεί να είναι ο Πρωθυπουργός ή ο αρμόδιος Υπουργός αν πρόκειται για πρόταση νόμου , οι Πρόεδροι των Κοινοβουλευτικών Ομάδων και ένας εκπρόσωπος του καθενός. Και σε αυτήν την περίπτωση ο χρόνος συζήτησης δεν διατηρείται σταθερός αλλά μεταβάλλεται στο ½ του αρχικού που ορίζεται στα άρθρα 97 και 103.

(Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010)

Στην Ελλάδα όμως τα ηνία της διαδικασίας αυτής κατέχει κατά κύριο λόγο η Κυβέρνηση εισάγοντας και ψηφίζοντας νομοσχέδια εντός μίας ημέρας χωρίς να ακολουθηθεί η συνήθης νομοθετική διαδικασία. Αυτό βέβαια μπορεί να συμβαίνει σε έκτακτες περιπτώσεις , την περίοδο πριν την εφαρμογή των μνημονίων οι περιπτώσεις αυτές ήταν σπάνιες. Μεταξύ της περιόδου 2010-2018 η εισαγωγή νομοσχεδίου με την διαδικασία του επείγοντος παρουσιάζουν μεγάλη αύξηση. (Μαντζούφας, 2018: 151- 152)

1.5. Τι είναι νόμος;

Δεν μπορούμε όμως να καταλάβουμε τις διαδικασίες νομοθέτησης όταν δεν έχουμε ορίσει την φύση του νόμου. Ουσιαστικά ο νόμος είναι αντικείμενο της νομοθετική λειτουργίας και σκοπός της αλλά η έννοια του δεν έχει διατηρηθεί σταθερή.

(Παπαδοπούλου, 2015: 1-32) «Επίσης είναι βασικό εργαλείο για την παραγωγή πολιτικής». Είναι μέσο της πολιτικής για να διαμορφωθεί το κράτος δικαίου. ‘Έχει γενικό και αφηρημένο χαρακτήρα και στόχος του είναι η διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης. Το κράτος δικαίου δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τον νόμο γιατί όλοι οι σκοποί του ολοκληρώνονται από αυτόν.

Οι νόμοι καθιερώνουν ένα δημοκρατικό και φιλελεύθερο καθεστώς.

(Τσεμπέλης, 2008): 52-57) Από τον 17ο-18ο αιώνα έγινε ένας διαχωρισμός των αντιλήψεων για τον νόμο σε «τυπικές» με υποστηρικτή τον Hobbes και σε

«ουσιαστικές» από τον Locke και τον Rousseau. Ως αποτέλεσμα είχαμε την διάκριση μεταξύ τυπικού και ουσιαστικού νόμου. (Χρυσόγονος, 2014: 299-300)

H διάκριση των νόμων δεν γίνετε μόνο μεταξύ τυπικού και ουσιαστικού νόμου όμως υπάρχουν και άλλες κατηγορίες νόμων όπως ο ατομικός νόμος, οι νόμοι μέτρα, ο εφάπαξ νόμος, ο αναγκαστικός νόμος, ο εκτελεστικός νόμος καθώς επίσης και τα διαγγέλματα και το δημοψήφισμα είναι είδη νόμων.

Είδη Νόμων

▪ Τυπικός νόμος

Είναι κάθε πράξη που είναι θεσπισμένη από το σύνθετο νομοθετικό όργανο του κράτους όπως ορίζει η νομοθετική διαδικασία. Ο νόμος αυτός για να ψηφισθεί από την Βουλή χρειάζεται πρώτα νομοθετική πρωτοβουλία που δίδεται από την ίδια και ο

(11)

11 αρμόδιος για την δημοσίευση και έκδοση του είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με προσυπογραφή του αρμόδιου υπουργού. Ύστερα ακολουθεί ψήφισμα της Βουλής με την διαδικασία που ορίζει το Σύνταγμα και έπειτα εκδίδεται στο ΦΕΚ (Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως) και μόλις δημοσιευτεί αρχίζει η ισχύς του. Η νομοθετική λειτουργεία ανήκει στην κυβέρνηση.

▪ Ουσιαστικός νόμος

Αφορά κάθε κανόνα δικαίου με γενικό και αφηρημένο περιεχόμενο π.χ το άρθρο 299 του Ποινικού Κώδικα αφορά όλους ανεξαρτήτως την κάθε περίπτωση.

(Χρυσόγονος, 2014: 299-309) Οι ουσιαστικοί νόμοι είναι μέρος των διοικητικών πράξεων που εκδίδονται από νομοθετική εξουσιοδότηση, είτε από αυτόνομη κανονιστική αρμοδιότητα αλλά είναι και μέρος στους κανόνες του Διεθνούς και Κοινοτικού Δικαίου. Αυτού του είδους ο νόμος περιέχει κανόνα δικαίου χωρίς να αναλύεται ποιος τον εξέδωσε και ποια διαδικασία ακολουθήθηκε. Σε ισχύ τίθεται δέκα μέρες αφού δημοσιευθεί στο ΦΕΚ.

▪ Ατομικός Νόμος

Παρόλο που έχει πάρει την ονομασία ως ατομικός δεν αφορά ένα μόνο άτομο αλλά και περισσότερα. Όταν ο νόμος εφαρμοστεί και επιτύχει τον στόχο του σταματάει και η ισχύς του. Ένα παράδειγμα ατομικού νόμου είναι η απονομή της συντάξεως.

▪ Νόμοι μέτρα

Εκδίδονται για ειδικές περιπτώσεις με ειδική ρύθμιση με σκοπό να επιλύσουν ζητήματα που έχουν δημιουργηθεί και δεν προβλέπεται σε άλλο νόμο. Μπορούν να εφαρμοστούν όμως και σε άλλες περιπτώσεις. Ένα παράδειγμα νόμων μέτρων είναι οι νόμοι για τους πληγέντες από τις πλημμύρες και τους σεισμούς.

▪ Εφάπαξ νόμος

Αφορά τους νόμους που εκδίδονται μια φορά για συγκεκριμένο λόγο και σκοπό και ισχύουν μετά εφάπαξ δηλαδή ένας τέτοιοw νόμος είναι αυτός που ορίζει τους όρους και την διαδικασία για την αναθεώρηση του Συντάγματος και θα πρέπει να οριστεί σε διάστημα τριών μηνών από την ισχύ του Συντάγματος.

▪ Αναγκαστικός Νόμος

Οι νόμοι αυτοί εκδίδονται σε περιόδους όπου επικρατεί κοινωνική και πολιτική αναταραχή και γενικά σε περιόδους μετάβασης και είναι ισοδύναμοι με τους τυπικούς νόμους και ισχύουν και μετά το Σύνταγμα.

▪ Αναγκαστικός Νόμος

Βασικό τους χαρακτηριστικό είναι η προστασία των ατομικών δικαιωμάτων.

Εξειδικεύουν ή συμπληρώνουν τις συνταγματικές διατάξεις και αναφέρονται στο κανονιστικό τους πλαίσιο.

(12)

12

▪ Δημοψηφίσματα

Υπάρχουν δυο είδη δημοψηφίσματος που είναι κατοχυρωμένα στο Σύνταγμα . Το πρώτο αναφέρεται στο άρθρο 44 παρ.2 σύμφωνα με το οποίο ο ΠτΔ με διάταγμα διακηρύσσει δημοψήφισμα με την πλειοψηφία της γνώμης των βουλευτών όπου λαμβάνεται με πρόταση του υπουργικού συμβουλίου για κρίσιμα εθνικά ζητήματα. Το δεύτερο περιλαμβάνεται στο άρθρο 42 για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρά κοινωνικά ζητήματα. Στην περίπτωση αυτού του δημοψηφίσματος διακηρύσσεται από τον ΠτΔ με διάταγμα χωρίς να συναποφασίζει για το περιεχόμενο του ερωτήματος που τίθεται στο εκλογικό σώμα , ο ρόλος του περιορίζεται στον έλεγχο για την τήρηση των διαδικαστικών προϋποθέσεων. Αν το νομοσχέδιο για το δημοψήφισμα υπερψηφισθεί από τα 3/5 των βουλευτών η προθεσμία του άρθρου 42 παρ.1 αρχίζει από την στιγμή που το δημοψήφισμα θα τεθεί σε παραγωγή. Το δημοψήφισμα αποτελεί προεδρικό διάταγμα. (Χρυσόγονος, 2014: 299-309)

▪ Διαγγέλματα

Τα διαγγέλματα γίνονται από τον ΠτΔ προς τον λαό σε ειδικές περιστάσεις και έπειτα από σύμφωνη γνώμη του Πρωθυπουργού προσυπογράφονται από αυτόν και δημοσιεύονται στο ΦΕΚ τα παραπάνω κατοχυρώνονται και στο άρθρο 44 παρ.3.

Επίσης δεν περιέχουν κανόνες δικαίου και δεν ρυθμίζουν τις σχέσεις μεταξύ των οργάνων του κράτους. Με τα διαγγέλματα ο ΠτΔ «εκφράζει τις απόψεις του για την λειτουργία των θεσμών, ποτέ όμως δεν μπορεί να εκφράσει προσωπικές απόψεις για το έργο της κυβέρνησης και δεν μπορεί να παίρνει τη θέση υπέρ ή κατά των κομμάτων». (Μυλωνά, 2014)

1.6. Πως παρασκευάζεται και συντάσσεται ένας νόμος;

Η κοινοβουλευτική διαδικασία νομοθέτησης είναι αυτή που ακολουθείται για την παρασκευή, τροπολογία η ρύθμιση κάποιου νομοσχεδίου και η οποία διέπεται από το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής. Η διαδικασία παραγωγής ενός νόμου βρίσκεται ως αφετηρία στην βούληση του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος γιατί «δεν υπάρχει κάποιος κανόνας ή κάποιο συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο που να ορίζει το πώς φτιάχνονται οι νόμοι» πέραν των διαδικαστικών βημάτων που επιβάλλονται για να κατατεθεί ένα σχέδιο νόμου στο Κοινοβούλιο και τα οποία πρέπει να τηρούνται ρητώς.

Στην Ελλάδα, σύμφωνα με το Σύνταγμα, η διαδικασία παραγωγής των νόμων ακολουθείται συνήθως με τους παρακάτω τρόπους:

α) Η κατεξοχήν νομοπαραγωγική διαδικασία που οδηγεί σε θέσπιση τυπικού νόμου.

β) Η νομοπαραγωγική διαδικασία με νομοθετική εξουσιοδότηση.

γ) Η αυτόνομη κανονιστική αρμοδιότητα της εκτελεστικής λειτουργίας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, συγκεκριμένα όργανα της εκτελεστικής λειτουργίας μπορούν να θεσπίζουν νομοθετήματα χωρίς νομοθετική εξουσιοδότηση.

(13)

13 Οι τρόποι σύνταξης ενός νομοσχέδιο είναι τέσσερις ο εκάστοτε Υπουργός έχει την δυνατότητα να χρησιμοποιήσει όποια από τις δυνατότητες που του δύνανται.

I. Η πρώτη και πιο συνήθης διαδικασία είναι αυτή της δημιουργίας νομοπαρασκευαστικής ομάδας που προσάπτεται στη διακριτική ευχέρεια της πολιτικής ηγεσίας και ανακοινώνονται με υπουργικές αποφάσεις που ανακοινώνονται στο ΦΕΚ (Φύλλο Εφημερίδας Κυβερνήσεως) ή στη Διαύγεια (ιστοσελίδα όπου δημοσιεύει τις κυβερνητικές πολιτικές αποφάσεις και τις διοικητικές δραστηριότητες ). Επίσης αποτελείται από Υπουργούς ,Αναπληρωτές Υπουργούς, Γενικούς Γραμματείς κτλ. Αυτός ο τρόπος χρησιμοποιείται για τη σύνταξη μεγάλων σε έκταση νόμων ή τροποποιήσεων και χρειάζονται μεγάλο χρονικό διάστημα για την υλοποίηση τους . Η Επιτροπή αυτή υποχρεούται να εφαρμόσει την πολιτική βούληση της εκάστοτε ηγεσίας.

II. Ένας δεύτερος τρόπος είναι η σύνταξη του νομοσχεδίου να αποτελέσει αντικείμενο λεγόμενων "Επιτροπών Σοφών". Αυτές διέπονται από ακαδημαϊκούς και εμπειρογνώμονες. Οι επιτροπές αυτές δημιουργούνται συνήθως από την πολιτική ηγεσία και συνήθως συμφωνούνε με τις απόψεις της. Αυτός ο τρόπος είναι πιο σπάνιος γιατί επιλέγονται για πιο εξειδικευμένα θέματα ώστε να δώσουν κατευθυντήριες γραμμές, προτάσεις και πόρισμα και μετα αναλαμβάνει η νομοπαρασκευαστική επιτροπή στη οποία μπορούν να συμμετέχουν εμπειρογνώμονες.

III. Επίσης σε ειδικές περιπτώσεις μπορεί να μην συνταχθεί καμία επιτροπή και το νομοσχέδιο να προετοιμαστεί από συνεργάτες ή συμβούλους της πολιτικής ηγεσίας. Αυτό συμβαίνει όταν δεν υπάρχει το απαιτούμενο χρονικό περιθώριο για να ακολουθηθούν οι δυο παραπάνω τρόποι και έτσι οι συνεργάτες φτιάχνουν τη διάταξη και παίρνουν αργότερα τη γνώμη υπηρεσιακών παραγόντων που είναι οι κατάλληλοι.

IV.

Τελευταία περίπτωση είναι αυτή όπου σχέδια νόμων έρχονται ως αποτέλεσμα εξωτερικών διεργασιών κοινωνικών φορέων και η τροποποίηση τους γίνεται με βάση τις διαδικασίες των προηγούμενων περιπτώσεων (π.χ. ένα έργο που συγχρηματοδοτείται από το ΕΣΠΑ αυτός που θα αναλάβει το έργο με νομική καθοδήγηση κάνει τη μελέτη και συντάσσει το τελικό σχέδιο νόμου. Άλλο ένα παράδειγμα είναι «οι Ανεξάρτητες Αρχές όταν εισηγούνται την αλλαγή ενός νόμου ή την ψήφιση νέων διατάξεων στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους». Τότε η εισήγηση συχνά συνοδεύεται από την προτεινόμενη διάταξη και την αιτιολογική της έκθεση). (Χριστόπουλος, 2016)

1.7. Ποιος νομοθετεί στην Ελλάδα;

Η κυριαρχία του νομοθετείν στην Ελλάδα βρίσκεται στα χέρια λίγων , αυτοί που κρατούν τα ηνία για την εισαγωγή ενός νομοσχεδίου στην νομοθετική διαδικασία

(14)

14 είναι η κυβέρνηση όπου έχει και το πάνω χέρι αλλά όχι το μονοπώλιο γιατί νομοσχέδια μπορούν να εισαχθούν και από τους εκπροσώπους του λαού που δεν είναι άλλοι από τους βουλευτές . Τα μέλη του κοινοβουλίου για να εισάγουν ένα νομοσχέδιο στην Βουλή ακολουθούν πρώτα την διαδικασία της συζήτησης θέτοντας τις θέσεις τους και τις απόψεις τους γιατί θεωρούν ότι είναι χρήσιμο να ψηφιστεί ο εκάστοτε νόμος και έπειτα τίθεται σε ψήφιση από τα μέλη του κοινοβουλίου με σκοπό να δούνε την εκροή του εκάστοτε νομοσχεδίου. Για την ακρίβεια όμως η δεύτερη περίπτωση όπου οι βουλευτές θέτουν προτάσεις νόμων και οι προτάσεις αυτές έχουν απήχηση δεν είναι συνηθισμένη στην χώρα μας για αυτό το λόγο πολλοί προσδιορίζουν την Ελλάδα ως κοινοβουλευτική δημοκρατία με εκτελεστική κυριαρχία. (Τσεμπέλης, 2008): 299-309) Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επίσης αποτελούσε νομοθέτη τυπικών νόμων και είχε την αρμοδιότητα αυτή χωρίς ειδική πρόβλεψη να νομοθετεί. Το Συμβούλιο της Επικράτειας όμως κατήργησε τις διοικητικές πράξεις της Κυβέρνησης όπως προέβλεπε το Σύνταγμα όπου βασίστηκαν στον νόμο 4339/15 και έκρινε τον νόμο αντισυνταγματικό. (Θεοδόσης, 2016) Όταν η Βουλή βρίσκεται σε περίοδο εργασιών τη νομοθετική διαδικασία καλείται να εκτελέσει το Τμήμα της Ολομέλειας ενώ τα νομοθετήματα ανήκουν εξολοκλήρου σε αυτή όπως ορίζει το άρθρο 72 ενώ το αρμόδιο Τμήμα βασίζεται στους κανονισμούς του άρθρου 68 παρ.3 και στο άρθρο 70. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο Κανονισμός της Βουλής έχει προβλέψει την επεξεργασία των νομοσχεδίων ή των προτάσεων νόμων από την κοινοβουλευτική επιτροπή που αποτελείται από τα ίδια τα μέλη του Τμήματος.

Η διαρκής κοινοβουλευτική επιτροπή επίσης έχει την ευχέρεια της ψήφισης νομοσχεδίου ή πρότασης νόμου υπό την επίβλεψη των μελών την Ολομέλειας και κάθε απόφαση της μπορεί να δεσμεύσει τις επιτροπές.

Πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε νομοσχέδιο ή σχέδιο νόμου μπορεί να συζητηθεί και να ψηφισθεί μια φορά μόνο, «κατά άρθρο και στο σύνολο με την εξαίρεση των περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 72 παρ.4». Ενώ αντίθετα ένα ψηφισμένο νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που βασίζεται στο άρθρο 42 μπορεί να τεθεί σε συζήτηση από την Ολομέλεια της Βουλής δυο φορές και σε διαφορετικές συνεδριάσεις με διαφορά δυο τουλάχιστον ημερών μεταξύ τους.

Στο άρθρο 74 του Συντάγματος ορίζεται ότι κάθε νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου θα πρέπει υποχρεωτικά να συνοδεύεται από αιτιολογική έκθεση πριν εισαχθεί στην Βουλή, στην Ολομέλεια η στα Τμήματα. Γενικά τα νομοσχέδια και οι προτάσεις νόμων που υποβάλλονται στην Βουλή αναθέτονται στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή.

(Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010: 70-74)

1.8. Πως ψηφίζεται ένας νόμος η ένα σχέδιο νόμου

Η νομοθετική διαδικασία είναι η παλαιότερη ανάθεση που είχε δοθεί στην Βουλή. Σήμερα η νομοθετική διαδικασία στην Ελλάδα ασκείτε από δυο θεσμούς, την Κυβέρνηση όπου παράγει νομοσχέδια ή από την ίδια την Βουλή των Ελλήνων θέτοντας προτάσεις νόμων. Τα νομοσχέδια και οι προτάσεις νόμων αφού δοθούν στην Βουλή γίνετε συνεδρίαση για την οριστικοποίηση τους και έπειτα ανακοινώνονται με τις

(15)

15 εκθέσεις και γνωμοδοτήσεις που απαρτίζονται στους Βουλευτές ολοκληρωμένες.

(Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010, αρ. 86) Συγκεκριμένα η διαδικασία ψήφισης των νόμων πραγματοποιείται είτε από την Ολομέλεια της Βουλής είτε από ειδικές κοινοβουλευτικές επιτροπές που δημιουργούνται και εφαρμόζουν τις επιταγές τους κατά την διάρκεια της συνόδου όπως ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής. Οι Κοινοβουλευτικές Επιτροπές όταν βρίσκονται σε διαδικασία άσκησης νομοθετικού έργου θα πρέπει να υπάρχει πλειοψηφία από τα 2/5 και πάνω του αριθμού των μελών τους. (Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010, αρ. 74) Από την Ολομέλεια της Βουλής μπορούν να συζητούνται και να ψηφίζονται νομοσχέδια όπως είναι π.χ τα νομοσχέδια για την προστασία ενός ατομικού δικαιώματος ή εκείνα που εξηγούν έναν προηγούμενο νόμο ή έναν εκλογικό νόμο, αυτά και άλλα ορίζονται στο άρθρο 72 του Συντάγματος παρ.1.

Μερικοί νόμοι που ψηφίζονται από την Ολομέλεια χρειάζονται ειδική πλειοψηφία όπως «π.χ η αμνηστία για πολιτικά εγκλήματα, η αναγνώριση σε διεθνείς οργανισμούς αρμοδιοτήτων που προβλέπονται από το Σύνταγμα κλπ.». Επίσης κάθε νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου οφείλει να συνοδεύεται από αιτιολογική έκθεση δηλαδή μια συνοδευτική επιστολή όπου θα αναγράφει τους σκοπούς των ρυθμίσεων που προτείνονται καθώς θα αναφέρονται οι ισχύουσες διατάξεις που επρόκειτο να τροποποιηθούν ή να καταργηθούν.

Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου κάποια νομοσχέδια ή προτάσεις νόμων μπορεί να επιβαρύνουν οικονομικά τον προϋπολογισμό αυτές θα πρέπει να απαρτίζουν και την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους όπου θα αναγράφεται το ακριβές ποσό της δαπάνης αλλά και από έκθεση του Υπουργείου Οικονομικών και του αρμόδιου Υπουργού ώστε να δικαιολογείται πως θα εξοφληθεί η δαπάνη.

Κάθε νομοσχέδιο αποστέλνεται στην αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή. Σε κάθε περίπτωση όμως κάθε νομοσχέδιο πρέπει να συνοδεύεται από έκθεση αξιολόγησης συνεπειών της ρύθμισης που πραγματοποιείται και από μια έκθεση για την δημόσια διαβούλευση που έχει ενεργηθεί πριν την κατάθεση τους. Το τελικό στάδιο είναι η προώθηση των νομοσχεδίων στη Διεύθυνση Επιστημονικών Μελετών της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής, η οποία με την σειρά της καταθέτει έκθεση με παρατηρήσεις. (Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010) Εδώ υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις που δεν είναι υποχρεωτική η έκθεση αξιολόγησης συνεπειών ή δημόσιας διαβούλευσης όταν το νομοσχέδιο βρίσκεται στην κατηγορία των άρθρων 111-112 και 114-123 ή όταν το νομοσχέδιο ορίζεται κατεπείγον από την Κυβέρνηση όπου τότε πρέπει να έχει και συνοπτική έκθεση αξιολόγησης. (Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010, αρ. 85)

Όσον αφορά τις τροπολογίες και τις προσθήκες τα νομοσχέδια που είναι σε διαδικασία ψήφισης ή σε προτάσεις νόμου μπορούν να γίνουν από Υπουργούς και Βουλευτές αντίστοιχα με συνοπτική έκθεση αξιολόγησης των συνεπειών της ρύθμισης.

Με την προϋπόθεση ότι θα υποβληθούν τρείς μέρες το αργότερο πριν ξεκινήσει η συζήτηση και η επεξεργασία.

Κάποιο νομοσχέδιο μπορεί να είναι νομοσχέδιο αρμοδιότητας της Ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων, τότε το επεξεργάζεται και αναθέτεται στην Ολομέλεια για ψήφιση. Εάν το νομοσχέδιο δεν είναι τέτοιας φύσεως παραμένει στην ευχέρεια της επιτροπής και εκείνη το επεξεργάζεται και το ψηφίζει και πάλι στέλνεται στην

(16)

16 Ολομέλεια όπου συζητείται και ψηφίζεται σε μια συνεδρίαση απ’ όλους. (Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010)

Εάν η Κυβέρνηση θέλει να καταργήσει ένα νομοσχέδιο θα πρέπει να γίνει πριν παραδοθεί για ψήφισμα. Αντίστοιχα η πρόταση νόμου για να καταργηθεί θα πρέπει ο υπεύθυνος Βουλευτής ή όλοι οι Βουλευτές που την υπέγραψαν πριν την στείλουν προς τον Προέδρο της Δημοκρατίας και πριν ξεκινήσει η διαδικασία ψήφισής της να την αποπέμψουν. (Σύνταγμα της Ελλάδας, 2010, αρ. 86)

Όσον αφορά τα χρονικά περιθώρια για την ψήφιση και παραγωγή της νομοθετικής διαδικασίας αυτά ορίζονται από τον Πρόεδρο της Βουλής αλλά δεν εξαρτώνται αποκλειστικά από αυτόν αφού στην Ελλάδα στην διαδικασία αυτή συμμετέχει και το Κοινοβούλιο. Σε κάθε περίπτωση όμως και ο Πρόεδρος της Βουλής και το Κοινοβούλιο έχουν την δυνατότητα να ορίσουν ένα χρονικό διάστημα μικρότερο των 10 συναντήσεων αν και αυτό που συχνά συμβαίνει είναι να ξεπερνάει τις 15 μέρες το διάστημα για να ψηφισθεί ένα νομοσχέδιο δηλαδή πολύ μεγαλύτερο από το προβλεπόμενο. (Τσεμπέλης, 2008): 151-152)

Θα πρέπει όμως να οριστεί τί είναι προεδρικό διάταγμα , τι είναι οι υπουργικές αποφάσεις, τι είναι η πρόταση μομφής ή δυσπιστίας και οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, πότε χρησιμοποιούνται αυτά ποιοι είναι οι αρμόδιοι για την έκδοση τους και με ποια διαδικασία καθώς θα είναι ο κορμός που χρησιμοποιήσουμε στο επόμενο κεφάλαιο για εξέταση των χρονολογιών.

1.9. Προεδρικό διάταγμα

Θεσπίζεται και εκδίδεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως Αρχηγό του Κράτους. Κάθε πράξη όμως του Προέδρου της Δημοκρατίας πρέπει να προσυπογράφεται από τον αρμόδιο υπουργό έτσι συμβαίνει και με τα προεδρικά διατάγματα. Η προσυπογραφή αυτή αποδεικνύει ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν φέρει καμία αποκλειστική ατομική ευθύνη αυτό έχει θεσπιστεί και ως η αρχή του ανευθύνου του Προέδρου της Δημοκρατίας. Οι μόνες εξαιρέσεις που υπάρχουν στην περίπτωση των προεδρικών διαταγμάτων που δεν χρειάζονται την προσυπογραφή του αρμόδιου κυβερνητικού εκπροσώπου είναι στην κατηγορία των ρυθμιστικών διαταγμάτων. Τα προεδρικά διατάγματα χωρίζονται σε τρείς επιμέρους κατηγορίες:

• Στα κανονιστικά προεδρικά διατάγματα, τα οποία περιέχουν κανόνες δικαίου και εκδίδονται ύστερα από νομοθετική εξουσιοδότηση.

• Στα εκτελεστικά προεδρικά διατάγματα, τα οποία εκδίδονται για την εκτέλεση νόμων.

• Στα ρυθμιστικά προεδρικά διατάγματα, τα οποία εκδίδονται από τον Προέδρο της Δημοκρατίας ως ρυθμιστή του πολιτεύματος και είναι μέσα στο πλαίσια των αρμοδιοτήτων του, π.χ προεδρικό διάταγμα διάλυσης της Βουλής, διορισμού κυβερνήσεως κ.α.

Referências

Documentos relacionados