• Nenhum resultado encontrado

[PENDING] University of Crete Library

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "University of Crete Library"

Copied!
116
0
0

Texto

(1)

~ 0 ~ Πανεπιστήμιο Κρήτης

Φιλοσοφική Σχολή

Μεταπτυχιακό Τμήμα Φιλολογίας

ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΟΙ ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΠΟΛΕΩΝ ΣΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

ΖΑΧΑΡΙΑΔΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ

Επιβλέπων Καθηγητής: Δετοράκη Μαρίνα

Ρέθυμνο Φεβρουάριος 2017

(2)

~ 1 ~ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Προλογικό σημείωμα………3 Εισαγωγή………3-4

Ενότητα Ι: Ρητορική και ἔκφρασις………5 Ορισμός………...5-7 Οι θεωρητικοί του είδους……….……….7-13 Χαρακτηριστικά ἐκφράσεων………...14-16 Χαρακτηριστικά ἐκφράσεων πόλεων……….………...16-26 Εγκώμια και ἐκφράσεις………...………26-27

Ενότητα ΙΙ: Οι πόλεις ………28 Αντιόχεια………...………...28 Λιβάνιος……….……….28-39 Ιωάννης Φωκάς………...39-41

Θεσσαλονίκη………...42 Αγιολογικά κείμενα……….42-43 Ιστοριογραφία………..43-44 Ρητορική ……….44-46 Μονωδίες ………...46-47

Οί ἐκφράσεις της πόλης……….………...48 Ιωάννης Καμενιάτης………...48-58 Ανωνύμου: «Τιμαρίων» ή «Περὶ τῶν κατ’ αὐτῶν παθημάτων» ………59-61 Νικηφόρος Χούμνος ………...…...61-64 Θεόδωρος Μετοχίτης: «Ἐγκώμιο εἰς τὸν ἅγιον μεγαλομάρτυρα καὶ μυροβλύτην Δημήτριον»……...64-65

Ίμβρος………66 Ιωάννης Ευγενικός………...66

(3)

~ 2 ~

Κόρινθος………...67 Ιωάννης Ευγενικός………67

Νίκαια………..68 Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις………..68-69 Θεόδωρος Μετοχίτης……….…….70-72

Πετρίνα Σπάρτης………...………..…72 Ιωάννης Ευγενικός……….72-74

Τραπεζούντα………...……….…75 Βησσαρίων……….75-77 Ιωάννης Ευγενικός………..…...77-78 Λιβαδινός Ανδρέας………..………..…....78-79

Ενότητα ΙΙΙ: Η Κωνσταντινούπολη………...80 Ιστοριογραφία………....…………..80-83 Ρητορική………...………..……....83-85

Οί ἐκφράσεις της πόλης……….………....86 Θεόδωρος Μετοχίτης………..86-89

Επίλογος………..……..………….……….90-94

Παράρτημα……….…….95 Κατάλογος ἐκφράσεων πόλεων………..…95-97 Κατάλογος αναφορών σε πόλεις………..97-103

Βραχυγραφίες……….………...103

Βιβλιογραφία………..104-115

(4)

~ 3 ~ Προλογικό σημείωμα

Η παρούσα εργασία εκπονείται στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακού Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και αποτελεί μελέτη στις ἐκφράσεις των πόλεων στα βυζαντινά κείμενα. Το θέμα που προέκυψε από τη συμβολή της επιβλέπουσας καθηγήτριας Δρ. Μαρίνας Δετοράκη υπήρξε ξένο ως προς τις προηγούμενες ακαδημαϊκές μου γνώσεις, αλλά κατέληξε μια ευχάριστη έκπληξη, αφού μέσα από τη μελέτη των ἐκφράσεων των πόλεων προέκυψε ένας Βυζαντινός κόσμος, όπως δεν τον είχα φανταστεί.

Η έρευνα υπήρξε δύσκολη και χρονοβόρα υπόθεση. Αρωγοί στο έργο μου στάθηκαν τα μέλη της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης, καθώς και οι καθηγητές μου στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, τους οποίους και ευχαριστώ εκ βάθους καρδίας.

Σημείο προβληματισμού στάθηκε το κριτήριο ταξινόμησης των ἐκφράσεων των πόλεων, καθώς πολλές περιπτώσεις ενέπιπταν σε διαφορετικές κατηγορίες ταυτόχρονα. Γι’ αυτό προτιμήθηκε η κατηγοριοποίησή τους να γίνει σύμφωνα με την αλφαβητική σειρά των ονομάτων των πόλεων, ώστε να είναι ευκολότερο σε κάθε ενδιαφερόμενο να ανατρέξει στις πηγές που αναφέρονται σε κάθε πόλη ξεχωριστά. Στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν αναφορές σε μια πόλη από διαφορετικούς συγγραφείς, έγινε προσπάθεια ταξινόμησης με βάση την χρονολογία συγγραφής, από τις παλαιότερες στις νεότερες, και το είδος των κειμένων.

Εννοείται ότι στην εργασία δεν είναι δυνατόν να περιληφθούν όλες οι ἐκφράσεις πόλεων, αλλά στόχος είναι να δοθεί μια ικανοποιητική πρώτη αίσθηση του αντικειμένου μελέτης.

Εισαγωγή

Όπως προαναφέρθηκε, σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η ανάδειξη των κυριότερων χαρακτηριστικών της ἐκφράσεως, ως είδους της Βυζαντινής ρητορικής και η παρουσίαση των έργων της Βυζαντινής γραμματείας που περιλαμβάνουν περιγραφές πόλεων. Για την ανάδειξη του θέματος πρωτίστως συγκεντρώθηκαν τα κείμενα, τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως αυτοτελείς ἐκφράσεις πόλεων, αλλά και χωρία που ανήκουν σε άλλα εκτενέστερα έργα, στα οποία υπάρχουν αναφορές στην τοπογραφία κάποιων πόλεων, καθώς και περιγραφές του τρόπου ζωής των κατοίκων τους. Η ένταξη των ἐκφράσεων αυτών σε συγκεκριμένο χρονικό και πολιτιστικό υπόβαθρο, βοήθησε επιπλέον στην προσέγγισή τους.

Η έρευνα οδήγησε σε ερωτήματα σχετικά με τον χαρακτήρα των πόλεων με τις οποίες επιλέγουν να ασχοληθούν οι βυζαντινοί συγγραφείς και τα χαρακτηριστικά εκείνα που επιμένουν να περιγράφουν κατά την

(5)

~ 4 ~

σύνθεση της ἐκφράσεως μιας πόλης. Επίσης, μας απασχόλησε η συχνότητα εμφάνισης συγκεκριμένων πόλεων στα βυζαντινά κείμενα, ο τρόπος παρουσίασης μιας πόλης από διαφορετικούς συγγραφείς και κυρίως τα αίτια που οδήγησαν τον εκάστοτε συγγραφέα στην ενασχόλησή του με μια συγκεκριμένη πόλη.

Σε μια προσπάθεια να απαντηθούν τα παραπάνω ερωτήματα, η εργασία μας χωρίζεται σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη ενότητα, ξεκινά το ταξίδι μας στο βυζαντινό παρελθόν μέσα από τη γνωριμία με το αντικείμενο μελέτης, την ἔκφρασιν. Θα παρατεθεί η ιστορική αναδρομή του όρου, ώστε να αναδειχθεί η σπουδαιότητα του ως μέρος της Ρητορικής Τέχνης. Κυρίως θα εστιάσουμε στα Προγυμνάσματα, στα οποία συμπεριλαμβάνονταν αρχικά η ἔκφρασις και στη συνέχεια θα εξετάσουμε πώς αυτονομήθηκε ως ξεχωριστό είδος της Βυζαντινής Γραμματείας. Παράλληλα, θα επισημάνουμε τα κυριότερα χαρακτηριστικά της ἐκφράσεως, όπως αυτά κατηγοριοποιήθηκαν από τους θεωρητικούς της ρητορικής, προκειμένου να αναδειχθεί το πρότυπο που εκείνοι έδιναν για την ορθή σύνταξη μιας ἐκφράσεως και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που απέδιδαν και αναγνώριζαν σε αυτό το ρητορικό είδος. Στην ίδια ενότητα θα εξεταστεί η στενή σχέση μεταξύ ἐκφράσεως και εγκωμίου, ώστε να καταστεί σαφής ο επιδεικτικός χαρακτήρας των ἐκφράσεων.

Στην δεύτερη ενότητα εισερχόμαστε στη μαγεία των κειμένων, στα οποία αναδεικνύεται η πολυμορφία των πόλεων και των οικισμών του Βυζαντίου. Στόχος είναι η αποδελτίωση των έργων που περιέχουν ἐκφράσεις πόλεων είτε σε αυτοτελή μορφή, είτε ως μέρος κάποιου άλλου λογοτεχνικού είδους, προκειμένου να δημιουργηθεί ένας κατάλογος ἐκφράσεων πόλεων και ένας δεύτερος κατάλογος, στον οποίο θα αναγράφονται τα έργα εκείνα της βυζαντινής γραμματείας στα οποία έχουν ενσωματωθεί τοπογραφικές περιγραφές και επαινετικές αναφορές σε διάφορες πόλεις, που όμως δεν ανήκουν στο είδος των ἐκφράσεων. Η παράθεση θα γίνει με βάση την αλφαβητική σειρά των ονομάτων των πόλεων, όπως προαναφέρθηκε. Θα εντοπίσουμε ποιες πόλεις παρουσιάζονται συχνότερα στα κείμενα των βυζαντινών συγγραφέων, με ποιο τρόπο αποδίδονται τα χαρακτηριστικά τους, και θα εξεταστούν οι λόγοι ενασχόλησης των συγγραφέων με αυτές τις πόλεις στα συγκεκριμένα κείμενα. Παράλληλα θα επισημανθεί η στενή σχέση αυτών των κειμένων με την θεωρία της ἐκφράσεως, όπως αυτή παρουσιάζεται στα έργα των θεωρητικών της ρητορικής, και κυρίως στο έργο του Μενάνδρου Περὶ ἐπιδεικτικῶν.

Στην τρίτη ενότητα θα επικεντρωθούμε σε εκείνα τα κείμενα της Βυζαντινής Γραμματείας στα οποία υπάρχουν πληροφορίες για την πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη, πριν και μετά την Άλωσή της από τους Φράγκους το 1204 μ.Χ, αλλά και στα έργα που περιγράφουν την πτώση της Βασιλεύουσας από τους Οθωμανούς το 1453.

Ολοκληρώνουμε την εργασία με τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την έρευνα μας καθώς και με τους προβληματισμούς μας σχετικά με την περαιτέρω μελέτη του είδους της ἐκφράσεως.

(6)

~ 5 ~ Ενότητα 1

η

Ρητορική και ἔκφρασις

Ορισμός

Η έμφυτη ικανότητα του ανθρώπου να διαμορφώνει τον προφορικό του λόγο με ευχάριστο και πειστικό τρόπο, έλαβε τον 5ο π.Χ. αιώνα τη μορφή κανόνων που οδήγησαν στη δημιουργία μιας ιδιαίτερης τέχνης του λόγου, της ρητορικής τέχνης. Το είδος άκμασε στην Αθηναϊκή Δημοκρατία και υπήρξε παιδί της Σοφιστικής, του κινήματος που ονομάστηκε Αρχαιοελληνικός Διαφωτισμός.1 Κατά τη διάρκεια των Αυτοκρατορικών Χρόνων, (31 π.Χ.- 330 μ.Χ) ο ρητορικός και ο φιλοσοφικός λόγος της εποχής τέθηκαν στην υπηρεσία της εκπαίδευσης προσφέροντας στους εκπροσώπους τους μεγάλη φήμη και πολλά κέρδη. Οι ρήτορες κινήθηκαν μεταξύ «ασιανισμού» και «αττικισμού», αφενός ενός περίτεχνου ύφους που ζητούσε τον φραστικό εντυπωσιασμό αφετέρου ενός λιτότερου ύφους. Η χρήση του αττικισμού είχε ως αποτέλεσμα τη μελέτη των αρχαίων συγγραφέων και την παραγωγή έργων λεξικογραφίας με σπάνιες και απαρχαιωμένες λέξεις.2

Τρία ήταν τα είδη του ρητορικού λόγου: το συμβουλευτικό, το οποίο έβρισκε εφαρμογή στην πολιτική, το δικανικό, που εκφωνούνταν στα δικαστήρια και το επιδεικτικό (πανηγυρικό), το οποίο αφορούσε διάφορες εκφάνσεις του ιδιωτικού και δημόσιου βίου των ανθρώπων της αρχαιότητας.3 Η ρητορική τέχνη άκμασε και στο Βυζάντιο, όπου επιβίωσαν και καλλιεργήθηκαν κυρίως οι επιδεικτικοί λόγοι. Αποτελώντας τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στη φιλοσοφική σκέψη και την πολιτική πρακτική,4 βρήκε θέση στην πολιτική λειτουργία της Αυτοκρατορίας, όπου εξέλαβε την ανώτερή της μορφή.5 Καθοριστικό παράγοντα στην εξέλιξή της απετέλεσε η ένταξή της στα προγράμματα σπουδών των σπουδαστών του Βυζαντίου, φτάνοντας σε σημείο να ταυτιστεί με τη βυζαντινή παιδεία. Η βυζαντινή παιδεία, η πολιτική και κοινωνική ζωή οφείλουν τα μέγιστα στη ρητορική τέχνη, η οποία προετοίμαζε ανθρώπους να καταλάβουν θέσεις στην κοσμική και εκκλησιαστική ιεραρχία.6

Ο όρος ἔκφρασις είναι ένας από τους όρους που συναντά κανείς συνεχώς μπροστά του όταν θελήσει να ασχοληθεί με την ρητορική στο Βυζάντιο και όχι μόνο, αφού πρόκειται για έναν όρο που καλλιεργήθηκε

1 Albin Lesky, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, μετάφραση Αγαπητός Τσοπανάκης, Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1998, σ.σ. 481‐483.

2 Herbert Hunger, Βυζαντινή Λογοτεχνία.. Η λόγια και κοσμική γραμματεία των Βυζαντινών, μετάφραση Μπενάκης Λίνος, τόμος Α΄, Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα 2004³, σ. 128.

3 Ευάγγελος Αλεξίου, «Η ρητορική στην κλασική Αρχαιότητα» στο Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμος Α΄, Ε.Α.Π. Πάτρα, 2001, σ.σ. 413‐414.

4 Μαρία Πέττα, «Ρητορική» στο Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμος Β΄, Ε.Α.Π., Πάτρα, 2001, σ.σ. 63‐65.

5 Herbert Hunger, ό.π., σ. 133.

6 C.N. Constantinides, «Teachers and students of rhetoric in the late Byzantine period», at Rhetoric in Byzantium Papers from the Thirty-fifth Spring Symposium of Byzantine Studies, Exeter College, University of Oxford, March 2001.

(7)

~ 6 ~

αμέσως σχεδόν με την γέννηση της ρητορικής και ήταν από τα τελευταία είδη των ρητορικών λόγων που επιβίωσαν.

Πιο συγκεκριμένα, η ἔκφρασις πρώτο-απαντάται στα Προγυμνάσματα, τα οποία ήταν ρητορικές ασκήσεις με σκοπό να μυηθούν οι μαθητευόμενοι ρήτορες στις βασικές αρχές και τους κανόνες σύνθεσης των ρητορικών λόγων.7 Θεωρούνται εγχειρίδια ρητορικής διδασκαλίας και μέσο εκμάθησης της τέχνης της πειθούς.8 Αποτελούσαν ένα σύνολο απλών και εύχρηστων κανόνων σχετικών με την πρακτική προσέγγιση θεωρητικών ζητημάτων, όπου δίνονταν έμφαση στην διαδικασία της σύνθεσης οποιουδήποτε είδους ρητορικού λόγου, στην μορφή του, το ύφος του και στις τεχνικές που ακολουθούνταν κατά την δημιουργία του, μέσω παραδειγμάτων.

Έπειτα, ζητούνταν από τους μαθητές να συνθέσουν οι ίδιοι ασκήσεις με βάση την θεωρία, αλλά και τα έργα προγενέστερων συγγραφέων. Πρόκειται ουσιαστικά για επισταμένη μελέτη στα εκφραστικά μέσα που είχαν στην διάθεση τους οι συγγραφείς, όπως τις λέξεις, τα λεκτικά σχήματα, το ύφος και γενικά τον τρόπο έκφρασης που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει κάποιος προκειμένου να διατυπώσει έντεχνα μια άποψη με πειστικό τρόπο9. Έτσι, μέσω των Προγυμνασμάτων οι επίδοξοι ρήτορες εκπαιδεύονταν στην συγγραφή και την εκφώνηση των τριών ειδών των ρητορικών λόγων και στην ορθή σύνθεση των μερών τους.

Η ἔκφρασις, λοιπόν, η οποία ξεκίνησε να καλλιεργείται στα πλαίσια της ρητορικής τέχνης και συγκαταλέχθηκε από τους θεωρητικούς του είδους στα Προγυμνάσματα, για πολλούς αιώνες παρέμεινε περιορισμένη στα στενά πλαίσια αυτών, χωρίς να αποτελεί διακριτό είδος ρητορικού λόγου. Στη συνέχεια, όμως, ακολούθησε ανάλογη εξελικτική πορεία με τα υπόλοιπα είδη ρητορικών Προγυμνασμάτων, και αφού κατέστη ιδιαίτερα δημοφιλής και εισχώρησε σε ποικίλου περιεχομένου βυζαντινά κείμενα, τελικά αυτονομήθηκε.10

7 Μαρία Πέττα, ό.π., σ. 67.

8 «Οἰ μὲν παλαιοὶ τῶν ρητόρων, καὶ μάλιστα οἱ εὐδοκιμηκότες, οὐκ ὤοντο δεῖν ἐφικέσθαι τρόπον τινὰ τῆς ῥητορικῆς, πρὶν ἁμωσγέπως ἅψασθαι φιλοσοφίας, καὶ τῆς ἐκεῖθεν ἐμπλησθῆναι μεγαλονοίας· νῦν δὲ οἱ πλείους τοσοῦτον δέουσι τῶν τοιούτων λόγων ἔπαΐειν, ὥστε οὐδὲ τῶν ἔγκυκλίων καλουμένων μαθημάτων ὁτιοῦν μεταλαμβάνοντες ᾄττουσιν ἐπὶ τὸ λέγειν, καὶ τὸ πάντων ἀγροικότατον, ὅτι οὐδὲ οἶς προσῆκόν ἐστιν ἐγγυμνασάμενοὶ ἐπὶ τὰς δικανικὰς καὶ δημηγορικὰς ἴεντατ ὑποθέσεὶς, τὸ δὴ λεγόμενον κατὰ τὴν παροιμίαν, ἐν πίθῳ τὴν κεραμείαν μανθάνοντες. περὶ μὲν οὖν τῶν ἄλλων, ἃ χρὴ μανθάνειν τὸν μέλλοντα ῥητορεύειν, ἄλλοι γραφέτωσαν, ἃ δὲ πρὸ τῆς ὑποθέσεως ἀνανκαῖόν ἐστιν εἰδέναι τε καὶ ἐπιεικῶς ἐγγυυμνάζεσθαι, ταῦτα νῦν πειράσομαι παραδοῦναι, οὐχ ὡς οὐχὶ καὶ ἄλλων τινῶν συγγεγραφότων περὶ τούτων, ἀλλ’ οὐ μικρόν τι καὶ αὐτὸς ἐλπίζων συλλήψεσθαι τοῖς λέγειν προαιρουμένοις…», Θέωνος Προγυμνάσματα, Rhetores Graeci, τόμοι 3, εκδ.

Spengel, vol. II, στ. 1‐17, σ. 59.

9 Hans Georg Beck, Η Ρητορική των Βυζαντινών ως έκφρασις του βυζαντινού πνεύματος, στο Επιστημονική Επετηρίδα. Φιλοσοφικής Σχολής. Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσ/νίκης, τόμος. 9, Θεσσαλονίκη 1964, σ.σ. 101‐107.

10 Μαρία Πέττα, ό.π., σ. 76.

(8)

~ 7 ~

Οι ρίζες της ἐκφράσεως ανιχνεύονται σε ποικίλες έμμετρες περιγραφές, οι οποίες κατατάσσονται στη λόγια ποίηση και ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς κατά την αρχαιότητα. Οι έμμετρες περιγραφές εγκιβωτίζονταν σε επικές και ποιητικές συνθέσεις με μυθολογικό περιεχόμενο, προκειμένου να χαρακτηρίσουν πρόσωπα, τόπους και αντικείμενα. Αντιλαμβανόμαστε καλύτερα τις πηγές προέλευσης της ἐκφράσεως αν ανατρέξουμε σε κάποια ιδιαίτερα σημεία του Ομηρικού λόγου. Πιο συγκεκριμένα, στην ραψωδία Σ της Ιλιάδας ο ποιητής περιγράφει λεπτομερώς την ασπίδα του Αχιλλέα, καμωμένη από τα θεϊκά χέρια του Ηφαίστου. Το αμυντικό όπλο αναπαριστούσε σε ομόκεντρους κύκλους τις εκφάνσεις του κόσμου μέσα από την αρχή της αντίθεσης.

Ενδεικτικό είναι ότι ο μετέπειτα σχολιαστής του Ομήρου, Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, στην προσπάθειά του να κατατάξει τους συγκεκριμένους στίχους σε κάποιο ιδιαίτερο λογοτεχνικό είδος χρησιμοποίησε τον όρο ἔκφρασις, στο έργο του Περί μιμήσεως (6.3.2). Στα χνάρια του Διονυσίου, ο Φιλόστρατος ο Πρεσβύτερος τον 2ο μ. Χ. αιώνα συνέλεξε από προγενέστερα κείμενα ἐκφράσεις 65 μυθολογικών εικόνων, τα οποία παράθεσε σε ένα έργο, το οποίο αποδείχθηκε εξαιρετικά δημοφιλές στο Βυζάντιο και σώθηκε σε πολυάριθμα χειρόγραφα.11

Οι θεωρητικοί του είδους

Η συστηματική και επιστημονική ενασχόληση με τη ρητορική ξεκίνησε με τον Σταγειρίτη φιλόσοφο, Αριστοτέλη στο έργο του Περί ρητορικής, όπου πραγματεύθηκε τα στοιχεία αναφοράς ενός λόγου και τις φάσεις επεξεργασίας του.12 Ακολούθησαν οι εκπρόσωποι της Δεύτερης Σοφιστικής, οι οποίοι στηρίχθηκαν στους αττικούς ρήτορες της κλασικής περιόδου και καλλιέργησαν πλήθος ρητορικών ειδών. Στη συνέχεια, το είδος έτυχε επισταμένης μελέτης από τους λεγόμενους Απολλωδορικούς και Θεοδωρικούς και τον Αίλιο Θέωνα από την Αλεξάνδρεια, ο οποίος δημιούργησε την πρώτη συλλογή Προγυμνασμάτων τον 1ο αι. μ.Χ.13

Το υλικό της ρητορικής θεωρίας και πρακτικής κωδικοποιήθηκε από τον Ερμογένη καταγόμενο από την Ταρσό (2ος -3ος αιώνας) και τον Αφθόνιο εξ Αντιοχείας (4ος -5ος αιώνας). Σύμφωνα με τον Ερμογένη, το παιδί θαύμα της ευγλωττίας,14 η ρητορική χωρίζεται στους τομείς των δεκατεσσάρων Προγυμνασμάτων: τον μύθο, το διήγημα, τη χρεία, τη γνώμη, την ανασκευή-κατασκευή, τον κοινό τόπο, το εγκώμιο – ψόγο, την σύγκρισις, την ηθοποιία, την ἔκφρασιν, την θέσις και τις νόμου εισφορές. Ο Ερμογένης εξαίρει τον κανονιστικό χαρακτήρα της ρητορικής χωρίς να χρησιμοποιεί παραδείγματα και κατατάσσει τις ἐκφράσεις σε πέντε τύπους ανάλογα με το

11 Herbert Hunger, τόμος Α΄, ό.π., σ.σ. 263‐264.

12 Herbert Hunger, τόμος Α΄, ό.π., σ.σ. 126‐127.

13 Herbert Hunger, τόμος Α΄, ό.π., σ.σ. 138.

14 Albin Lesky, ό.π., σ. 1152.

(9)

~ 8 ~

είδος, το χαρακτήρα και την υφή του περιγραφόμενου αντικειμένου.15 Έτσι έχουμε τις ἐκφράσεις προσώπων16, πραγμάτων (ανθρώπινων πράξεων),17 καιρών (χρονικών στιγμών και συγκυριών)18, τόπων19 και χρόνων (χρονικών διαστημάτων)20. Στην κατάταξη περιλαμβάνονται και οι μεικτές ἐκφράσεις, στις οποίες απαντάται ταυτόχρονα η περιγραφή δυο διαφορετικών πραγμάτων μέσα στην ίδια ἔκφρασιν.21

Σε αντίθεση με τον Ερμογένη, ο Αφθόνιος οργάνωσε μέσω παραδειγμάτων τα Προγυμνάσματα συμπεριλαμβάνοντας σε αυτά και την ἔκφρασιν. Σε ότι αφορά τον ορισμό της ἐκφράσεως δεν απομακρύνθηκε από τον προσδιορισμό του Ερμογένη: « Ἔκφρασις ἐστι λόγος περιηγηματικὸς ὑπ’ ὄψιν ἄγων ἐναργῶς τὸ δηλούμενον. ἐκφραστέον δὲ πρόσωπα τε καὶ πράγματα, καιρούς τε καὶ τόπους, ἄλογα ζῶα καὶ πρὸς τούτοις φυτά·»,22 παραδεχόμενος και αυτός την ύπαρξη μεικτών ἐκφράσεων «τῶν δὲ ἐκφράσεων αἱ μέν εἰσιν ἁπλαῖ, αἱ δὲ συνεζευγμέναι· καὶ ἁπλαῖ μὲν ὡς αἱ πεζομαχίας ἢ ναυμαχίας διεξερχόμεναι·

συνεζευγμέναι δὲ ὡς αἱ πράγματα καὶ καιροὺς ἅμα συνάπτουσαι…»23

Η διάκριση των ειδών των ἐκφράσεων από τον Ερμογένη και τον Αφθόνιο παρέμεινε σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια των βυζαντινών χρόνων, ενώ συγχρόνως άλλοι μελετητές του είδους προσπάθησαν να προσδιορίσουν και να δώσουν οδηγίες για την ορθή παραγωγή ἐκφράσεων, όπως ο Μένανδρος Λαοδικείας (4ος αιώνας) και ο Νικόλαος Επίσκοπος Μύρων (+ 330).

Στο σύνολό τους οι θεωρητικοί εκλαμβάνουν την ἔκφρασιν ως μια ζωντανή περιγραφή ενός τοπίου, ενός προσώπου, ενός έργου τέχνης ή μιας κατάστασης ή φαινομένου και παραδέχονται ότι σκοπός της είναι η παραγωγή ενός ιδιαίτερης υφής και σημασίας κειμένου, μιας έντεχνης περιγραφής που επιχειρεί να φέρει το θέμα του περιγραφόμενου προσώπου, αντικειμένου ή έργου τέχνης ενώπιον των οφθαλμών και του μυαλού του

15 «Ἔκφρασις ἐστι λόγος περιηγηματικὸς, ὥς φασι, ἐναργής, καὶ ὑπ’ ὄψιν ἄγων τὸ δηλούμενον. γίνονται δὲ εκφράσεις προσώπων τε καὶ καὶ πραγμάτων καὶ καιρῶν καὶ τόπων καὶ χρόνων καὶ πολλῶν ἑτέρων.», Ἑρμογένους, Προγυμνάσματα, Rhetores Graeci, τόμοι 3, έκδ. Spengel, vol. II, στ. 10‐14, σ. 16.

16 «…προσώπων μέν, ὠς παρ’ Ὁμἠρῳ, φολκὸς ἔιην, χωλὸς δ’ ἕτερον πόδα…», Ερμογένους, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 14‐16, σ. 16.

17 «…πραγμάτων δὲ οἶον ἕκφρασις πεζομαχίας καὶ ναυμαχἰας·», Ερμογένους, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 17‐18, σ. 16.

18 «….καιρῶν δὲ οἶον εἰρἠνης πολέμου·», Ερμογένους, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 18, σ. 16.

19 «…τόπον δὲ οἶον λιμένων αἰγιαλῶν πόλεων·», Ερμογένους, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 18‐19, σ. 16.

20 «…χρόνων δὲ οἶον ἔαρος θέρους ἑορτῆς.», Ερμογένους, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 19‐20, σ. 16.

21 «…γένοιτο δ’ ἄν τις καὶ μικτὴ ἔκφρασις, ὡς παρὰ Θουκυδίδῃ ἡ νυκτομαχία· ἡ μὲν γὰρ νὺξ καιρός τις, ἡ δὲ μάχη πρᾶξις.», Ερμογένους, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 20‐22, σ. 16.

22 Aφθονίου Σοφιστοῦ, Προγυμνάσματα, Rhetores Graeci, τόμοι 3, έκδ. Spengel, vol. II, στ. 15‐18, σ. 46.

23 Aφθονίου Σοφιστοῦ, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 31,1‐3, σ.σ. 46‐47.

(10)

~ 9 ~

ακροατή.24 Η περιγραφή του αντικειμένου θεωρείται ως καμβάς πάνω στον οποίο ο ρήτορας θα ζωγραφίσει, μέσω του λόγου, το δικό του έργο τέχνης, επιδιώκοντας, όχι απλά να αποδώσει το πρωτότυπο, αλλά και να το ξεπεράσει αισθητικά. Πρόκειται, λοιπόν, για μια προσπάθεια λεπτομερούς απεικόνισης ενός αντικειμένου με λέξεις αντί χρωμάτων, ένα ακόμα μέσο στη φαρέτρα της πειθούς, μια τεχνική για να μπορέσει ο ρήτορας να τραβήξει την προσοχή του ακροατήριου του και να πείσει για τα λεγόμενά του μέσω της ζωντάνιας που προσέδιδε η χρήση της ἐκφράσεως σε ένα ρητορικό λόγο.

Για τον Μένανδρο, το κριτήριο δημιουργίας ενός λόγου είναι η ευχαρίστηση και η ωφέλεια που προσφέρει στους ακροατές και αναγνώστες, ενώ ο Νικόλαος Μύρων τόνιζε ότι ο ρήτορας πρέπει να διανθίζει τον λόγο του με πλούσιο λεξιλόγιο και εκφράσεις κατά περίσταση, δηλαδή, να προσαρμόζει τον λόγο του κάθε φορά στο στους στόχους που έχει θέσει, είτε αφορά την ωραιοποίηση ή την διεκτραγώδηση ενός γεγονότος, παρουσιάζοντάς το στους ακροατές του μέσα από τα δικά του μάτια.25

Ο Νικόλαος Μύρων, στο προοίμιο του έργου του, παραδέχονταν ότι στηρίχθηκε στο θεωρητικό πλαίσιο των προκατόχων του και ότι θεωρούσε τα Προγυμνάσματα παράγοντα ενίσχυσης σημαντικών ισχυρισμών, προκειμένου να μπορεί κάποιος να διαχειριστεί τον λόγο του.26 Στο πλαίσιο αυτό, πρότεινε ένα ιεραρχικό τρίπτυχο Προγυμνασμάτων με την ἔκφρασιν να έπεται της σύγκρισης και της ηθοποιίας,27 επαναλαμβάνοντας ότι μόνο μέσω αυτής ο ρήτορας επιτυγχάνει να μεταβάλλει τον ακροατή σε θεατή. Η τριμερής διάταξη έγινε με κριτήριο την χρησιμότητά τους και τη δυνατότητά τους να στέκονται ή όχι ως αυτόνομα κείμενα. Στην πρώτη κατηγορία ενέταξε αυτά που εμφανίζονται ανεξάρτητα από τα άλλα ρητορικά είδη, στη δεύτερη αυτά που μπορούσε κανείς να συναντήσει αυτόνομα, αλλά και ως τμήμα άλλων κειμένων και στην τρίτη ομάδα κατέταξε εκείνα που μπορούσαν να αποτελέσουν ανεξάρτητους ρητορικούς τύπους. Η ἔκφρασις περιλήφθηκε στη δεύτερη ομάδα, αφού μπορεί να αποτελέσει μέρος ενός άλλου λόγου, αλλά παράλληλα απαντάται και

24 «Ἔκφρασις ἐστι λόγος περιηγηματικὸς ἐναργῶς ὑπ’ ὄψιν ἄγων τὸ δηλούμενον. γίνεται δὲ ἔκφρασις προσώπων τε καὶ πραγμάτων καὶ τόπων καὶ χρόνων.», Θέωνος, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 7‐10, σ. 118.

25 «…φράσεως δὲ ποικίλης ἐν αὐτῇ δεόμεθα· πρὸς γὰρ τὴν ὑποκειμένην ὑπόθεσιν ἁρμόζειν δεῖ καὶ τὸ τῆς ἀπαγγελίας εἶδος, ἢ γλυκαίνοντας ἢ εκτραγῳδοῦντας τὰς συμφορὰς ἢ ὅλως ἄλλο τι παριστάντας πάθος· ἔστι γὰρ ὅτε δεινῶσαί τε καὶ αὐξῆσαι, ὡς ὁ Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τῆς παραπρεσβείας τὸ κατὰ τῶν Φωκέων πάθος ὑπ’ ὄψιν ἄγειν πειρᾶται διὰ τοῦ λόγου….», Νικολάου Σοφιστοῦ, Προγυμνάσματα, Rhetores Graeci, τόμοι 3, έκδ. Spengel, vol. ΙΙΙ, στ. 11‐19, σ. 493.

26 «Προγύμνασμά ἐστι καθόλου ἄσκησις μετρίων πρὸς μειζόνων ἐπίρρωσιν πραγμάτων· ῥητορικὸν δὲ προγύμνασμά ἐστιν εἰσαγωγικὴ τριβὴ διὰ λόγων τῶν κατὰ τὴν ῥητορικὴν μερῶν καὶ εἰδῶν, χρήσιμά τινα προασκουμένη….ἐπειδὴ οὐ πάντα ὁμοῦ τὰ κατὰ ῥητορικὴν μέρη ἢ εἴδη, ἀλλὰ πρὸς ἕκαστον τῶν μερῶν ἢ εἰδῶν ἰδία τοῖς προγυμνάσμαασι γυμνάζόμεθα.», Νικολάου Σοφιστού, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 1‐11, σ. 449.

27 «…ἡμεῖς δὲ τῷ κεκρατηκότι ἔθει ἑπόμενοι μετὰ τὴν σύγκρισιν μὲν τὴν τὴν ἡθοποιΐαν ἐτάξαμεν, ταύτην δὲ τὴν ἔκφρασιν μετετάξαμεν, και φαμεν·», Νικολάου Σοφιστού, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 23‐26 , σ. 491.

(11)

~ 10 ~

ανεξάρτητη σε εξαιρετικές περιπτώσεις.28 Η συμβολή του Νικολάου έγκειται στο ότι εισήγαγε ένα νέο είδος ἔκφρασις, αυτό των πανηγύρεων, το οποίο αφορούσε περιγραφές διάφορων εορταστικών εκδηλώσεων και αντικατέστησε την ομάδα που αφορούσε τις περιγραφές χρονικών στιγμών.29

Για τον επίσκοπο Μύρων, η ἔκφρασις μπορεί να εκληφθεί ως περιγραφή που φέρνει μπροστά στα μάτια των ακροατών το αντικείμενο. Η ανωτερότητα της έναντι των άλλων Προγυμνασμάτων έγκειται στο ότι προσφέρει με μοναδικό τρόπο μια τόσο ζωντανή αποτύπωση και ολοκληρωμένη εικόνα του αντικειμένου, ώστε ο ακροατής να είναι σαν να το έχει δει.30 Ειδικότερα, τονίζει ότι η ἔκφρασις αποτελεί απαραίτητο συστατικό στοιχείο σε όλα τα μέρη και είδη του ρητορικού λόγου. Σε ό, τι αφορά το προοίμιο, την διήγηση, την αντίθεση, την λύση και τον επίλογο, μπορεί να εκπαιδεύσει στην αφήγηση και των πέντε αυτών μερών και να ζωντανέψει τις περιγραφές που υπάρχουν εκεί. Επισημαίνει τα πλεονεκτήματα της ἐκφράσεως και τονίζει ότι η παρουσία της προσφέρει τα μέγιστα στους συμβουλευτικούς λόγους, αφού σε αυτούς χρησιμοποιούνται κυρίως οι ρητορικές περιγραφές τόσο για την αιτιολόγηση της συγγραφής και εκφώνησης του λόγου όσο και για να πειστούν οι ακροατές να ακολουθήσουν τις υποδείξεις του ομιλούντος. Στους δικανικούς λόγους η ἔκφρασις είναι απαραίτητη τόσο στις κατηγορίες όσο και στις απολογίες. Τέλος, στους πανηγυρικούς λόγους μέσω της ἐκφράσεως ο ρήτορας κερδίζει τις εντυπώσεις, προσφέροντας ταυτόχρονα ευχαρίστηση στο κοινό.31

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που αντλούμε από τα κείμενα των θεωρητικών της ρητορικής τέχνης είμαστε σε θέση να διακρίνουμε τις βυζαντινές ἐκφράσεις σε δύο κατηγορίες: Τοπιογραφικές και

28«… ἔστι δὲ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ τοῦτο τὸ προγύμνασμα τῶν ὡς μερῶν παραλαμβανομένων· οὐδὲν δὲ ἴσως ἂν κωλύει καὶ ὡς ἀρκοῦσάν ποτε αὐτὴν πρὸς ὅλην ὑπόθεσιν ἐργάζεσθαι, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον μέντοι τῶν μερῶν ἐστι.», Νικολάου Σοφιστοῦ, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 7‐11, σ. 493.

29«… ἐκφράζομεν δὲ τόπους, χρόνους, πρόσωπα, πανηγύρεις, πράγματα·…πανηγύρεις δε, ὡς Παναθήναια, Διονύσια καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς δρώμενα·», Νικολάου Σοφιστοῦ, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 31,3‐4 , σ.σ. 491‐492.

.30 «ἔκφρασις ἐστι λόγος ἀφηγηματικός, ὑπ’ ὄψιν ἐναργῶς, ὅτι κατὰ τοῦτο μάλιστα τῆς διηγήσεως διαφέρει· ἡ μὲν γὰρ ψιλὴν ἔχει ἔκθεσιν πραγμάτων, ἡ δὲ πειρᾶται θεατὰς τοὺς ἀκούοντας ἐργάζεσθαι..», Νικολάου Σοφιστοῦ, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 26‐30, σ. 491.

31 «…πέντε δ’ ὄντων τῶν τοῦ λόγου μερῶν, ὡς πολλάκις εἴρηται, τοῦ προοιμίου, διηγήσεως, άντιθέσεως, λύσεως, ἐπιλόγου, γυμνάσει ἡμᾶς ἡ ἔκφρασις πρὸς τὸ διηγηματικὸν μέρος, πλὴν ὅσον οὑ ψιλὴν ἀφήγησιν ποιουμένη, ἀλλὰ παραλαμβάνουσα τὰ ἐργαζόμενα τὴν ἐνάργειαν καὶ ὑπ’ ὄψιν ἡμῖν ἄγοντα ταῦτα, περὶ ὧν εἰσιν οἱ λόγοι, καὶ μόνον οὐ θεατὰς εἶναι παρασκευάζοντα. τριῶν δὲ ὄντων εἰδῶν, τοῦ τε δικανικοῦ λέγω καὶ πανηγυρικοῦ καὶ συμβουλευτικοῦ. ἐν πᾶσιν ἡ χρεία τοῦ προγυμνάσματος τουτου εὑρεθήσεται· καὶ γὰρ συμβουλεύοντες ἀνάγκην ἔχομεν πολλάκις ἐκφράσαι τοῦτο, περὶ οὗ ποιούμεθα τοὺς λόγους, ἵνα μᾶλλον πείσωμεν, καὶ κατηγοροῦντες ἢ ἀπολογούμενοι δεόμεθα τῆς ἐκ τοῦ ἐκφρἀζειν αὐξήσεως, καὶ μέντοι καὶ ἐν πανηγυρικαῖς ὑποθέσεσιν ἱκανὸν τὸ τῆς ἐκφράσεως ἡδονὴν ἐμποιῆσαι τοῖς ἐν θεάτροις καθημένοις.», Νικολάου Σοφιστοῦ, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 23‐32, 1‐7, σ.σ. 492‐493.

(12)

~ 11 ~

εγκωμιαστικές. Στην πρώτη κατηγορία περιλαμβάνονται οι ἐκφράσεις τόπων, οι οποίες αποτελούν τοπογραφικές περιγραφές πόλεων,32 χωριών ή οικισμών, επαρχιών ή μικρότερων περιφερειών, λιμανιών, ακτών και διαφόρων άλλων τοποθεσιών. Η πλειονότητα των ἐκφράσεων αυτών απαντάται συνήθως σε ιστορικά, χρονογραφικά και γεωγραφικά έργα.

Στην ίδια κατηγορία εντάσσονται οι ἐκφράσεις μνημείων τέχνης, που είναι η πιο εκτεταμένη ομάδα ἐκφράσεων στο Βυζάντιο. Σε αυτές ανήκουν οι περιγραφές ναών, μονών, εκκλησιών καθώς και διάφορων ιερών χώρων λατρείας, ακόμα και αν δεν ανήκουν στην χριστιανική θρησκεία. Με αυτό το είδος ἐκφράσεων ασχολήθηκε επισταμένως στα έργα του ο Νικόλαος Μύρων δίνοντας οδηγίες για την σύνθεση τους και τονίζοντας ότι είναι απαραίτητο να αναφέρεται τόσο ο λόγος για τον οποίο ο καλλιτέχνης προέβη στη δημιουργία του συγκεκριμένου έργου όσο και οι στόχοι που προσπαθεί να επιτύχει με την σύνθεσή του.33 Ακολουθούν οι οδηγίες για την περιγραφή, η οποία όταν πρόκειται για κτίρια θα πρέπει να ακολουθεί συγκεκριμένη φορά από πάνω προς τα κάτω, σε αναλογία με την περιγραφή των αγαλμάτων, που θα πρέπει να ξεκινά από το κεφάλι και να συνεχίζει στα υπόλοιπα μέλη του σώματος.34

Στις τοπογραφικές ἐκφράσεις εμπεριέχονται και οι περιγραφές πραγμάτων ή ανθρώπινων πράξεων.

Πρόκειται ουσιαστικά για λογοτεχνικές αποτυπώσεις διαφόρων δραστηριοτήτων, όπως μιας μάχης ή ναυμαχίας σε περιόδους πολέμου, αλλά και εικόνες από την καθημερινότητα σε περιόδους ειρήνης, σκηνές από την εκκλησιαστική ζωή, όπως η περιγραφή μιας γιορτής, μιας θρησκευτικής τελετής, της περιφοράς μιας εικόνας, ένα συμπόσιο, αγώνες δρόμου, ο θερισμός ή η ναυπήγηση ενός πλοίου, και διάφορων άλλων λιγότερο ή περισσότερο σημαντικών πράξεων. Εδώ συναντά κανείς και τις ἐκφράσεις κήπων, που είναι από τα πιο προσφιλή θέματα της βυζαντινής λογοτεχνίας και βρίσκονται κατά κανόνα ενσωματωμένες σε μεγαλύτερα έργα, κυρίως σε μυθιστορήματα και εκτενή αφηγηματικά κείμενα, τα οποία έχουν ως σκοπό τους κυρίως να τέρψουν.

32 «…τόπων δὲ οἷον λειμῶνος, αἰγιαλῶν, πόλεων, νήσων, ἐρημίας, καὶ τῶν ὁμοίων», Θέωνος, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 18‐20, σ. 118.

33 «…δεῖ δε, ἡνίκα ἄν ἐκφράζωμεν καὶ μάλιστα ἀγάλματα τυχὸν ἢ εἰκόνας ἢ εἴ τι ἄλλο τοιοῦτον, πειρᾶσθαι λογισμοὺς προστιθέναι τοῦ τοιοῦδε ἢ τοιούδε παρὰ τοῦ γραφέως ἠ πλάστου σχήματος, οἷον τυχὸν ἢ ὅτι ὀργιζόμενον ἔγραψε διὰ τήνδε τὴν αἰτίαν, ἢ ἡδόμενον, ἢ ἄλλο τι πάθος ἐροῦμεν συμβαῖνον τῇ περὶ τοῦ ἐκφραζομένου ἱστορίᾳ·», Νικολάου Σοφιστοῦ, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 10‐16, σ. 492.

34 «…οἷον εἰ ἄνθρωπον χαλκοῦν ἢ ἐν γραφαῖς ἢ ὁπωσοῦν ἔχομεν ἐν τῇ ἐκφράσει ὑποκείμενον, ἀπὸ κεφαλῆς τὴν ἀρχὴν ποιησάμενοι βαδιοῦμεν ἐπὶ τὰ κατὰ μέρος·οὕτω γὰρ πανταχόθεν ἔμψυχος λόγος φίνεται..», Νικολάου Σοφιστοῦ, Προγυμνάσματα, ό.π.., στ. 19‐23, σ. 492.

(13)

~ 12 ~

Επίσης στις τοπογραφικές ἐκφράσεις συγκαταλέγονται και οι ἐκφράσεις προσώπων και ζώων, οι οποίες σπανίως απαντώνται ανεξάρτητες,35 αφού συνήθως βρίσκονται σε ρητορικά έργα ή ποιήματα, σε εγκώμια, σε επιταφίους λόγους και σε μυθιστορήματα. Παρά το γεγονός ότι δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένες, παρουσιάζουν ξεχωριστό ενδιαφέρον, καθώς μας προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για σημαντικά ιστορικά πρόσωπα, όπως αυτοκράτορες, σουλτάνους, στρατηγούς και ανώτερους κληρικούς. Τέτοιου είδους περιγραφές παρέχουν υλικό σχετικό με διάφορες εθνικότητες και την ιεραρχία των αξιωματούχων τους κι έτσι αντλούμε σημαντικά στοιχεία για την εμφάνιση, την αμφίεση, τις συνήθειες και το χαρακτήρα τους. Στα νεότερα είδη ἐκφράσεων συγκαταλέγονται και οι ταξιδιωτικές ἐκφράσεις, στις οποίες ταξιδευτές και έμποροι κατέγραφαν τις εντυπώσεις τους και τις εμπειρίες τους κατά την διάρκεια των περιπλανήσεων τους.36 Μια ιδιάζουσα κατηγορία, οι περιγραφές αντικειμένων, σύμφωνα με τον Θέωνα, θα μπορούσαν να ανήκουν στις κατὰ τρόπον ἐκφράσεις στις οποίες μπορεί κανείς να συναντήσει περιγραφές εργαλείων, όπλων και πολεμικών μηχανών, όπου σημαντική είναι η ανάδειξη του τρόπου και της διαδικασίας κατασκευής του αντικειμένου.37

Αξιόλογο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι ἐκφράσεις που φέρουν το προσωπείο της επιστολής, εντούτοις διατρέχονται από όλα εκείνα τα γνώριμα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το ιδιαίτερο λογοτεχνικό είδος της ἐκφράσεως. Σε πολλά έργα διαπιστώνουμε ότι στοιχεία της ἐκφράσεως προσαρμόζονται στις απαιτήσεις της επιστολογραφίας, είδους που κινείται μεταξύ πραγματικότητας και ρητορικής. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στο πλαίσιο μιας επιστολής, η οποία ξεκινά με έναν υποτιθέμενο διάλογο ανάμεσα στο συγγραφέα και σε ένα οικείο του πρόσωπο που τον αποκαλεί φίλο, η συχνή χρήση της λέξης «υμίν», εκούσια ή ακούσια, φανερώνει την πρόθεση του γράφοντος να απευθυνθεί σε μεγαλύτερο αριθμό προσώπων, πέραν του αποδέκτη της επιστολής του. 38

Στη δεύτερη κατηγορία, εκείνη των εγκωμιαστικών ἐκφράσεων ανήκουν τα περιγραφικά εγκώμια.

Πρόκειται στην ουσία για ἐκφράσεις, οι οποίες ενσωματώνονται σε ένα μεγαλύτερο εγκωμιαστικό λόγο, γεγονός που αναδεικνύει τη στενή σχέση εγκωμίου και ἐκφράσεως, όπως θα εξηγήσουμε παρακάτω.

35 «…προσώπων μὲν οὖν, οἷον τὸ Ὁμηριόν, γυρὸς ἔην ὤμοις, μελανόχροος, οὐλοκάρηνος. καὶ τὰ περὶ τοὺ Θερσίτου, φολκὸς ἔην, χωλὸς δ’ ἕτερον πόδα, τὼ δε οἱ ὤμω κυρτὼ ἐπὶ στῆθος· καὶ τὰ ἑξῆς, καὶ παρ’ Ἡροδότῳ τὸ εἶδος τῆς ἴβιδος καὶ τῶν ἵππων τῶν ποταμίων καὶ τῶν κροκοδείλων τῶν Αἰγυπτίων», Θέωνος, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 9‐17, σ. 118.

36 Δημήτριος Παυλακούδης, Διπλωματική μεταπτυχιακή εργασία «Σύντομες «εκφράσεις» πόλεων στα κείμενα των ιστορικών της Αλώσεως (15ος αιώνας μ.Χ), Θεσσαλονίκη, 2002, στο http://ikee.lib.auth.gr/record//files/GRI‐2012‐8995.pdf, ανακτήθηκε 3/08/2015, σ.5.

37 «…αἱ δὲ καὶ τρόπων εἰσὶν ἐκφράσεις, ὁποῖαι τῶν σκευῶν καὶ ταῶν ὅπλων καὶ τῶν μηχανημάτων, ὃν τρόπον ἕκαστον παρασκευάσθη,…», Θέωνος, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 21‐23, σ. 118.

38 Γιασμίνα Μωυσείδου, «Επιστολογραφία» στο Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμος Β΄, Ε.Α.Π. Πάτρα, 2001, σ. 83.

(14)

~ 13 ~

Από την παραπάνω κατάταξη δεν αποκλείονται οι εξαιρέσεις, αφού η ύπαρξη μεικτών ἐκφράσεων δεν ήταν κάτι το άγνωστο στην αρχαιοελληνική και βυζαντινή γραμματεία.39 Σταδιακά παρατηρούμε ότι στη λογοτεχνική παραγωγή του Βυζαντίου σχεδόν σε όλα τα γραμματειακά είδη περιέχονται ενσωματωμένες ἐκφράσεις. Παράλληλα, η συγγραφή μεμονωμένων έργων ἐκφράσεων πόλεων χαίρει της προτίμησης των συγγραφέων και γίνεται δημοφιλής στο κοινό. Γι αυτό μπορούμε να μιλάμε για ξεχωριστό είδος ἐκφράσεων των πόλεων.

Ο Θέων είχε προσέξει ότι η εκτεταμένη χρήση της ἐκφράσεως σε ιστορικά έργα παλαιότερων συγγραφέων, αλλά και σε άλλα είδη του ρητορικού λογοτεχνικού λόγου,40 οδηγούσε πολλές φορές στη ταύτισή της με αυτά. Γι’ αυτό έσπευσε να επισημάνει τη σχέση της ἐκφράσεως με ποικίλα γραμματειακά είδη και Προγυμνάσματα αλλά και να τη διαχωρίσει από αυτά, διακηρύσσοντας την αυτονομία και τη μοναδικότητα της. 41

Οι ἐκφράσεις παρέχουν πλήθος, ιστορικών, πολιτιστικών, πολιτιστικών και εθνογραφικών πληροφοριών. Μας δίνουν στοιχεία για τη γεωγραφική θέση και τη χωροταξία μιας πόλης, ενώ παράλληλα αποτελούν μέρος της εργαλειοθήκης της αρχαιολογίας, της λαογραφίας και γενικά των κοινωνικών επιστημών, αφού παρουσιάζουν τα ήθη και έθιμα, τον τρόπο ζωής και τις καθημερινές συνήθειες των κατοίκων των πόλεων. Γι’ αυτούς τους λόγους οι ἐκφράσεις πόλεων μπόρεσαν να αποκτήσουν στη βυζαντινή εποχή ιδιαίτερη σημασία και ξεφεύγοντας από τα στενά πλαίσια των Προγυμνασμάτων, τις σχολικές αίθουσες και τις ασκήσεις των μαθητευόμενων ρητόρων να ενσωματωθούν σε έργα μεγάλων ιστορικών.

Χαρακτηριστικά ἐκφράσεων

Οι συγγραφείς των ἐκφράσεων ακολούθησαν με προσήλωση, σχεδόν εμμονή, την παράδοση του είδους, αφού τα έργα τους βρίθουν από ερμηνευτικούς κώδικες, πρότυπα και περιγραφές προερχόμενες από προγενέστερες πηγές, γεγονός που καθίσταται αντιληπτό ιδίως στις κοινότυπες και γενικόλογες περιγραφές

39 Μαρία Πέττα, ό.π., σ. 76.

40 «ὁ δὲ καλούμενος κοινὸς τόπος καὶ ἡ ἔκφρασις προφανῆ τὴν ὠφέλειαν ἔχουσι, πανταχοῦ τῶν παλαιῶν τῶν μὲν ἱστορικῶν πάντων ἐπὶ πλεῖστον τῇ ἐκφράσει, τῶν δὲ ῥητορικῶν τῷ τόπῳ κεχρημένων.», Θέωνος, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 19‐22, σ. 60.

41 «…συγγένειαν δὲ ἔχει τὸ γύμνασμα τοῦτο τῶν προειρημένων· ᾗ μὲν γὰρ περὶ οὐδενὸς ὡρισμένου ἐστὶν ἀμφοτέρα, ἀλλὰ κοινὰ καὶ καθόλου, ταύτῃ ὅμοια· διαφέρει δὲ ἀλλήλων πρῶτον μέν, ὅτι ὁ μὲν τόπος περὶ τῶν ἐκ προαιρέσεως ἐστιν, ἡ δὲ ἔκφρασις τὰ πολλὰ περὶ τῶν ἀψύχων καὶ ἀπροαιρέτων γίνεται, δεύτερον δὲ ὅτι ἐν μὲν τῷ τόπῳ τὰ πράγματα ἀπαγγέλοντες προστίθεμεν καὶ τὴν ἡμετέραν γνώμην ἢ χρηστὰ ἢ φαῦλα λέγοντες εἶναι, ἐν δὲ τῇ ἐκφράσει ψιλὴ τῶν πραγμάτων ἐστὶν ἀπαγγελία….», Θέωνος, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 4‐14, σ. 119.

(15)

~ 14 ~

που ενσωματώνουν στα έργα τους. Παρόλα αυτά, το είδος της ἐκφράσεως μπόρεσε να αποκτήσει ορισμένα πάγια χαρακτηριστικά και να ξεχωρίσει από άλλα Προγυμνάσματα και λογοτεχνικά είδη. Μεταξύ αυτών των διαφοροποιητικών χαρακτηριστικών συγκαταλέγονται η καθαρότητα και η σαφήνεια του λόγου, η χρονολογική συνέπεια και αλληλουχία των γεγονότων, η χαλαρότητα στο ύφος και η προσαρμοστικότητα των σχημάτων λόγου και περιγραφής στις εκάστοτε ανάγκες ανάλυσης του αντικειμένου.42

Σύμφωνα με τον Ερμογένη, τα παραπάνω χαρακτηριστικά θεωρούνται αρετές της ἐκφράσεως και είναι απαραίτητα προκειμένου να καταστεί δυνατή η σύνδεση της νοητής με την αισθητή πραγματικότητα, και να επιτευχθεί η ρεαλιστική απόδοση των περιγραφόμενων εικόνων, γεγονός που προϋποθέτει την ανάμειξη όλων των κατηγοριών Προγυμνασμάτων.43 Επιπροσθέτως, σημαντικό στοιχείο των ἐκφράσεων και δη των ἐκφράσεων ανθρώπινων ενεργειών είναι η χρονολογική αλληλουχία,44 ενώ στις ἐκφράσεις τόπων, προσώπων και χρονικών στιγμών απαραίτητη είναι η αναφορά στις αρετές και τη χρησιμότητα των αντικειμένων της περιγραφής, αλλά και τυχών ασυνήθιστων και παράδοξων χαρακτηριστικών τους.45 Ακολουθώντας τα βήματα του Ερμογένη, ο Αφθόνιος εισήγαγε τη χρήση του «ανειμένου» ύφους, δηλαδή του χαλαρού ύφους, στην ἔκφρασιν με σκοπό την ορθότερη γλωσσική προσαρμογή του λόγου έναντι του περιγραφόμενου αντικειμένου.46 Ειδικά για την περιγραφή αντικειμένων τέχνης, ο λόγιος πίστευε πως κυρίαρχο ρόλο διαδραμάτιζε η εκάστοτε πρόθεση του καλλιτέχνη κατά τη στιγμή σύλληψης και απόδοσης του έργου του.

Ένθερμος υποστηρικτής των αρετών των ἐκφράσεων είναι και ο Θέων που υποστήριξε ότι μέσω της σαφήνειας «ζωντανεύει» το αντικείμενο που περιγράφεται. Επίσης, συνιστούσε την αποφυγή της μακρηγορίας, δηλαδή, της ένταξης ασήμαντων πληροφοριών και αχρείαστων αναφορών, ενώ έδινε βαρύτητα στην προσεκτική επιλογή κατάλληλων λέξεων, ώστε να αποδίδεται ο χαρακτήρας και η φύση του αντικειμένου της

42 Δημήτρης Παυλακούδης, ό.π., http://ikee.lib.auth.gr/record//files/GRI‐2012‐8995.pdf, ανακτήθηκε 3/08/2015, σ.5.

43 «ἀρεταὶ δὲ ἐκφράσεως μάλιστα μὲν σαφήνεια καὶ ἐνάργεια· δεῖ γὰρ τὴν ἑρμηνείαν διὰ τῆς ἀκοῆς σχεδὸν τὴν ὄψιν μηχανᾶσθαι. ἔτι μέντοι συνεξομοιοῦσθαι τὰ τῆς φράσεως ὀφείλει τοῖς πράγμασιν· ἂν ἀνθηρὸν τὸ πρᾶγμα, ἔστω καὶ ἡ λέξις τοιαύτη, ἀν αὐχμηρὸν ταὸ πρᾶγμα, ἔστω καὶ ἡ λέξις παραπλησία.», Ἑρμογένους, Προγυμνάσματα, ό.π.,στ. 32‐36,1, σ.σ. 16‐ 17

44 «ἐπιχειρήσομεν δὲ τὰ μὲν πράγματα ἐκφράζοντες ἀπὸ τῶν προγεγονότων καὶ ἐν αὐτοῖς γινομένων καὶ ἐπισυμβαινόντων,..», Ἑρμογένους, Προγυμνάσματα , ό.π., στ. 22‐24, σ. 16.

45 «…ἐαν δὲ τόπους ἐκφράζωμεν ἢ χρόους ἢ πρόσωπα, ἕφομέν τινα καὶ ἐκ τῆς διηγήσεως, ἐκ τοῦ καλοῦ ἢ χρησίμου ἢ παραδόξου λὀγον., Ἑρμογένους, Προγυμνάσματα , ό.π., στ. 29‐32, σ.16.

46 «…ἐκφράζοντας δὲ δεῖ τόν τε χαρακτῆρα ἀνειμένον ἐκφέρειν, καὶ διαφόροις ποικίλλειν τοῖς σχήμασι, καὶ ὅλως ἀπομιμεῖσθαι τὰ ἐκφραζόμενα πράγματα.», Ἀφθονίου Σοφιστοῦ, Προγυμνάσματα, ό.π., στ. 5‐8, σ. 47.

(16)

~ 15 ~

περιγραφής.47 Απαραίτητη τέλος θεωρούσε την αιτιολόγηση της επιλογής του περιγραφομένου θέματος, την αναφορά σε τυχόν ωφέλεια και τη χρήση του.48

Εν κατακλείδι, οι θεωρητικοί της ἐκφράσεως συμφωνούν ότι τα δυο πλέον σημαντικά χαρακτηριστικά των ἐκφράσεων είναι η ζωντάνια και η σαφήνεια, στοιχεία απαραίτητα προκειμένου να επιτευχθεί ο πρωταρχικός στόχος κάθε ἐκφράσεως, η δημιουργία μιας ρεαλιστικής περιγραφής μέσω της οποίας η ακοή οδηγείται απευθείας στην όψη του περιγραφόμενου αντικειμένου.49 Στο σύνολό τους παραδέχονται ότι η λεκτική περιγραφή υστερεί της πραγματικότητας και γι’αυτό επιστρατεύουν όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, όπως παροιμίες, υπερβολές, επίθετα και χαρακτηρισμούς, ώστε να επιτύχουν την συνύπαρξη της τέχνης της εικόνας με την ρητορική. Ωστόσο, αν και το πλούσιο και αισθησιακό λεξιλόγιο διανθισμένο από πολύπλοκες και εκτενείς προτάσεις τις περισσότερες φορές λειτουργεί θετικά ως προς την λογοτεχνική αξία του έργου, υστερεί πολλές φορές ως προς την αντικειμενικότητα και την πρωτοτυπία της περιγραφής.

Τέλος, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι ἐκφράσεις, όπως και γενικότερα οι ρητορικοί λόγοι, δεν

Referências

Documentos relacionados