• Nenhum resultado encontrado

Αποκατάσταση-διαμόρφωση λατομείου.

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Αποκατάσταση-διαμόρφωση λατομείου."

Copied!
96
0
0

Texto

(1)

Α.Τ.Ε.Ι. ΚΑΒΑΛΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΔΡΑΜΑΣ

ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΤΟΠΙΟΥ

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ - ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΛΑΤΟΜΕΙΟΥ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ της

ΔΙΓΚΑ ΚΑΛΛΙΟΠΗΣ

ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : ΑΘ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ

ΔΡΑΜΑ 2009

(2)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εισαγωγή………....…4

1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1.1. Σκοπός και είδη αποκατάστασης………....6

1.2. Πότε κάνουμε αποκατάσταση……….7

1.3. Για ποιους λόγους κάνουμε αποκατάσταση………7

1.4. Η διαταραχή και η σχέση της με την υποβάθμιση………..8

2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2.1. Έδαφος………..10

3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3.1. Αιτίες που προκαλούν την διαταραχή των εδαφών………...12

3.1.1. Γενικά……….12

3.1.2. Κατασκευή τεχνικών έργων και δρόμων………...12

3.1.3. Δημιουργία χώρων λήψης υλικών (λατομεία, μεταλλεία, ορυχεία)…………..13

3.1.4. Δημιουργία χώρων απόθεσης υλικών………15

3.1.5. Επιφανειακή απορροή και διάβρωση……….15

3.1.6. Ερημοποίηση………..20

3.1.7. Γεωργική καλλιέργεια ορεινών εδαφών……….22

3.1.8. Υλοτομία……….23

3.1.9. Υπερβόσκηση……….24

3.1.10. Υπερβόσκηση και πυρκαγιές………....…26

3.1.11. Όξινση και Αλκαλίωση των εδαφών – χειρισμοί του pH……….…28

3.1.12. Αλάτωση των εδαφών……….…..29

3.1.13. Απομάκρυνση δασικού τάπητα……….…....31

4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4.1. Ιδιότητες του εδάφους που επηρεάζουν την εγκατάσταση και την ανάπτυξη των φυτών………33

4.1.1. Φυσικές ιδιότητες του εδάφους………..33

4.1.2. Υφή……….33

4.1.3. Μηχανική ή κοκκομετρική σύσταση του εδάφους……….…34

4.1.4. Σχέσεις μηχανικής σύστασης και δασικής βλάστησης………...36

4.1.5. Δομή του εδάφους……….…..36

4.1.6. Βάθος εδάφους………....37

5ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5.1. Αναγκαιότητα εδαφοκάλυψης………...40

5.2. Φυτά εδαφοκάλυψης……….42

5.3. Κριτήρια επιλογής φυτών για την Αρχιτεκτονική Τοπίου………42

6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6.1. Ο ρόλος της βλάστησης………44

7ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7.1. Λειτουργίες της βλάστησης………..48

7.2. Προστασία από τη διάβρωση………48

7.3. Ενίσχυση της σταθερότητας………..49

8ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8.1. Παράγοντες που επηρεάζουν την επιτυχία εγκατάστασης και ανάπτυξης των φυτών στις διαταραγμένες εκτάσεις……….51

8.1.1. Γενικά………..51

8.1.2. Κλιματικοί παράγοντες ……….….51

(3)

9ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

9.1. Εδαφικοί – Γεωλογικοί παράγοντες………..53

9.1.1. Γενικά……….53

9.1.2. Χαρακτηριστικά της έκτασης……….56

9.1.3. Η έκθεση……….56

9.1.4. Τοπογραφία (Κλίση, Ύψος και μήκος πλαγιάς)………58

9.1.5. Ο βαθμός διατάραχης του εδάφους………59

9.1.6. Φύση του μητρικού υλικού και πετρώματος………...60

9.1.7. Ενδογενή χαρακτηριστικά του πρανούς (σταθερότητα)………60

9.1.8. Υγρασία του εδάφους……….61

9.1.9. Ανάπτυξη του ριζικού συστήματος………64

9.1.10. Ποιότητα σπόρων……….66

10ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10.1. Επιλογή ειδών – Χρήση τοπικής χλωρίδας……….67

11ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11.1. Μέθοδοι εγκατάστασης της βλάστησης………..71

11.1.1. Γενικά………...71

11.1.2. Εγκατάσταση φυτών με σπορά………71

11.1.3. Υδροσπορά………...74

11.1.4. Εγκατάσταση φυτών με φύτευση……….77

12ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12.1. Τεχνική της φύτευσης……….80

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ………...81

1) Θέατρο Γης………..81

2) Αποκατάσταση με την μέθοδο της υδροσποράς………..83

3) Κατασκευή πεζουλιών……….84

4) Κόλπος “Tauranga”………..85

5) Eden Project……….86

6) Songjiang Hotel - Paradise set in a Deep Quarry……….88

Βιβλιογραφία……….………..89

(4)

Εισαγωγή

Η αποκατάσταση σε ένα τοπίο, δεν είναι απλά μια πράξη, ένα έργο, αλλά αντίθετα υποχρέωση στα πλαίσια της αειφορικής διαχείρισης και ανάπτυξης.

Από την αρχαιότητα ακόμη, μπορούμε να παρατηρήσουμε σταδιακή καταστροφή του τοπίου. Στην Ιλιάδα αναφέρεται, ότι τα ελληνικά υψίπεδα ήταν αρχικά δάση καλυμμένα από ένα εύφορο έδαφος, που όμως ήταν αβαθές και ευαίσθητο στην διάβρωση. Για το λόγο αυτό ο Σόλων, εξέδωσε οδηγία να σταματήσει η αποψίλωση του δάσους στους λόφους γύρω από την Αθήνα και να αλλάξει η χρήση γης από καλλιέργειες σιτηρών και αμπέλου σε ελιές, ειδικά στις ευαίσθητες περιοχές. Η πρόταση του όμως δεν εισακούστηκε και τα αποτελέσματα ήταν ορατά 200 έτη αργότερα, όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Πλάτων (Τιμαίος και Κριτίας, Εκδ. Κάκτος, 1993: 261-65): «Το εύφορο και μαλακό έδαφος απομακρυνόταν από τα υψώματα στα χρόνια που πέρασαν γλιστρώντας σε μεγάλες ποσότητες και εξαφανιζόταν στα βάθη της θάλασσας. Έτσι, αυτό που είχε απομείνει, ήταν μόνο ο ρηχός φλοιός της γης που έμοιαζε με σκελετό άρρωστου κορμιού και έδινε μόνο τροφή για μέλισσες. Παλαιότερα ο τόπος μας διατηρούσε την ακεραιότητα του και αντί για ξερά βουνά είχε ψηλούς χωμάτινους λόφους με πολλά δάση, από τα οποία ακόμα και σήμερα φαίνονται σημάδια. Από τα δάση αυτά έχουν γίνει και οι στέγες πολλών κτιρίων που εξακολουθούν να είναι άθικτες μέχρι τις μέρες μας.

Ακόμα, υπήρχαν πολλά άλλα καρποφόρα δέντρα και άφθονα βοσκοτόπια. Ο τόπος πλουτιζόταν κάθε χρόνο με το νερό της βροχής που δεν χανόταν όπως σήμερα που κυλάει πάνω στην αποψιλωμένη γη και καταλήγει στη θάλασσα, αλλά έχοντας βαθιά εδάφη (η γη) το συγκρατούσε η ίδια.. Έτσι, όλα τα μέρη είχαν τρεχούμενα νερά από πηγές και ποτάμια. Οι βωμοί που έχουν απομείνει μέχρι σήμερα στα μέρη όπου υπήρχαν πηγές είναι σημάδια που επιβεβαιώνουν ότι είναι αληθινά όσα λέγονται τώρα...».

Έτσι μετά από τόσα χρόνια, φτάσαμε σήμερα να καταλάβουμε και να συνειδητοποιήσουμε το πόσο σημαντική είναι η προστασία και η διαχείριση του περιβάλλοντος. Πιο συγκεκριμένα, η αειφορική διαχείριση αναφέρεται στο να διαχειριζόμαστε με τέτοιο τρόπο τους φυσικούς πόρους ώστε να μπορούν να τις χρισιμοποιήσουν και οι επόμενες γενιές. Η αειφορεία αυτή της διαχείρισης έχει υιοθετηθεί παγκόσμια στην Agenda 21 (στρατηγική ανάπτυξης στον 21ο αιώνα) και

(5)

υπάρχουν συνθήκες π.χ. για την αλλαγή του κλίματος, για τα νερά ή για τη βιοποικιλότητα που έχουν ενσωματωθεί και ενσωματώνονται στις εθνικές νομοθεσίες.

Το τοπίο ορίζεται σαν μια βιογεωκοινότητα ή οικοσύστημα μιας περιοχής αποτελούμενο από συναθροίσεις ενδιαιτημάτων, δηλαδή τόπων που φιλοξενούν διακριτές μορφές βλάστησης και αποτελούν από μόνοι τους ή σε συνδυασμό με άλλα ενδιαιτήματα, βιοτόπους ζώων. Οι τοπικοί ανθρώπινοι πληθυσμοί με τις δραστηριότητες που ασκούν αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο του τοπίου και βασικό παράγοντα διαμόρφωσης του χαρακτήρα του τοπίου.

Τα τοπία ανάλογα με τη χρήση τους διακρίνονται σε αστικά, σε βιομηχανικά, σε αγροτικά και σε τοπία υπαίθρου ή φυσικά, όλα όμως τα τοπία έχουν άλλα σε μεγαλύτερο και άλλα σε μικρότερο βαθμό ορατή την επίδραση της παρουσίας του ανθρώπου. Για παράδειγμα, όταν η παρουσία του ανθρώπου και των τεχνολογικών υποδομών κυριαρχούν, μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ένα τοπίο ως ανθρωπογενές, ενώ όταν κυριαρχούν τα φυσικά στοιχεία στο χαρακτήρα του τοπίου, το τοπίο μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ημιφυσικό, με το πρόθεμα ημι- να υποδηλώνει το γεγονός ότι (σχεδόν) κανένα τοπίο δεν έφτασε στη σημερινή μορφή του χωρίς να έχει υποστεί τις επιδράσεις των ανθρώπινων κοινωνιών κάποια στιγμή στην πορεία του χρόνου.

(6)

1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

1.1. Σκοπός και είδη αποκατάστασης

Η αποκατάσταση έχει σκοπό να βελτιώσει όχι μόνο την αισθητική του τοπίου αλλά και να αναστρέψει όλους τους παράγοντες υποβάθμισης (θεραπευτική παρέμβαση), ώστε να επιταχυνθεί η ανόρθωση του οικοσυστήματος και να αυξηθεί η βιολογική του αξία. Για να πραγματοποιηθεί όμως αυτό, θα πρέπει να δημιουργηθούν εκείνες οι συνθήκες (για παράδειγμα η ύπαρξη επαρκούς εδαφικού στρώματος με κατάλληλες συνθήκες εδαφικής υγρασίας και θρεπτικών στοιχείων ή με διόρθωση προβλημάτων τοξικότητας του εδάφους) που θα επιτρέψουν στο οικοσύστημα να αυξήσει αρχικά και να διατηρήσει, στη συνέχεια, την ποικιλότητα του σε είδη και ενδιαιτήματα, κατά τρόπο αυτορυθμιζόμενο και αυτοσυντηρούμενο. Η αποκατάσταση περιλαμβάνει σε πρωταρχικό στάδιο τη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών, ώστε ο προς αποκατάσταση τόπος να γίνει κατοικήσιμος και σε δεύτερο στάδιο την επιτάχυνση των οικολογικών διεργασιών εγκατάστασης βλάστησης επιθυμητής σύνθεσης και μορφής, με φυτεύσεις, σπορές και κατάλληλη διαχείριση.

Επίσης, συνήθως η αποκατάσταση έχει ως στόχο την επαναφορά του βιοτόπου στη μορφή που είχε παλαιά, ενώ με τον όρο rehabilitation η αποκατάσταση συνοδεύεται από μετατροπή του χαρακτήρα του βιοτόπου σε άλλη μορφή από αυτή που είχε παλαιά .Σε κάθε περίπτωση όμως, με τον όρο rehabilitation όπως και με τον όρο reclamation, εννοούμε την δημιουργία των συνθηκών που θα επιτρέψουν στη συνέχεια την εγκατάσταση βλάστησης.

Συνήθως, η αποκατάσταση επικεντρώνεται σε συγκεκριμένα τμήματα του τοπίου τα οποία υποβαθμίστηκαν στο παρελθόν (π.χ. εξόρυξη ορυκτών και μεταλλευμάτων, χώροι απόθεσης απορριμμάτων) ή κινδυνεύουν να υποβαθμιστούν από τα συντελούμενα έργα αν δεν ληφθούν ειδικά μέτρα (π.χ. διάνοιξη αυτοκινητόδρομων). Επομένως, ανάλογα με την γεωμορφολογία και την έκταση της περιοχής όπου χρειάζεται να γίνει αποκατάσταση μπορεί να αποφασιστεί ότι θα αναδημιουργηθεί ένας ή περισσότεροι τύποι ενδιαιτημάτων. Υπάρχουν βέβαια και εφαρμογές της αποκατάστασης που έχουν σα σκοπό τη βελτίωση των ενδιαιτημάτων για την αύξηση του πληθυσμού συγκεκριμένων ειδών. Τέλος, είναι συνήθεις οι εφαρμογές όπου κύριο μέλημα είναι η αποτροπή της διάβρωσης και η επίτευξη ενός ελάχιστου αισθητικού αποτελέσματος με τη δημιουργία φυτικής εδαφοκάλυψης.

(7)

Δεδομένου, του μεγάλου χρονικού διαστήματος που χρειάζεται για την εδαφογένεση, με την αποσάθρωση των πετρωμάτων υπό την επίδραση του κλίματος και της βλάστησης, η αποτροπή της διάβρωσης αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση όλων των ειδών αποκατάστασης και το έδαφος πρέπει να προστατεύεται ως πολύτιμος φυσικός πόρος.

1.2. Πότε κάνουμε αποκατάσταση

 Όταν υπάρχει εμφανείς υποβάθμιση χωρίς ενδείξεις ότι η βλάστηση επανακάμπτει φυσικά.

 Σε κάθε νέο έργο κατά την κατασκευή του οποίου υποβαθμίζεται το τοπίο και η βλάστηση. Επίσης για την αισθητική και λειτουργική ενσωμάτωση του έργου στο τοπίο.

 Σε υπάρχοντα έργα και κατασκευές με σκοπό την αισθητική και οικολογική βελτίωση του τοπίου χωρίς να υπάρχει σαφής υποβάθμιση.

 Διορθωτική διαχείριση. Όταν η υφιστάμενη διαχείριση δεν πετυχαίνει τους σκοπούς της και το τοπίο δεν εξελίσσεται όπως αναμενόταν.

1.3. Για ποιους λόγους κάνουμε αποκατάσταση

Λόγοι ασφάλειας και υγιεινής (αποτροπή της διάβρωσης, στήριξη ασταθών πρανών, έλεγχος ρύπανσης και μολυσματικών παραγόντων).

Αισθητικοί λόγοι (αισθητική αναβάθμιση του τοπίου ).

Περιβαλλοντικοί (ρύπανση) και οικολογικοί (βιοποικιλότητα) λόγοι.

Όμως, προκειμένου να επιτευχθεί το σωστό αποτέλεσμα, θα πρέπει να έχουμε τον συνδυασμό και των τριών παραπάνω λόγων, με την προϋπόθεση ότι ο καθένας από αυτούς τους λόγους θα λαμβάνει προτεραιότητα ανάλογα με την περίσταση και την μελλοντική χρήση του τοπίου.

(8)

1.4. Η διαταραχή και η σχέση της με την υποβάθμιση

Αν και συμβαίνει συχνά, να χρησιμοποιούμε αυτούς του δύο όρους προκειμένου να εκφράσουμε το ίδιο πράγμα, στην πραγματικότητα όμως διαφέρουν.

Η έννοια της διαταραχής δεν είναι συνώνυμη με την έννοια της υποβάθμισης. Διότι υπάρχουν φυτοκοινωνίες plagioclimax (μη καταληκτικές ή πρόδρομες δηλαδή λιβάδια ή θαμνώνες) οι οποίες διατηρούνται χάρη στην ύπαρξη περιοδικών διαταραχών. Για αυτές τις φυτοκοινωνίες, η έλλειψη διαταραχής οδηγεί στην απώλεια του ενδιαιτήματος και την αντικατάσταση του από τελικές – καταληκτικές φυτοκοινωνίες της ένωσης climax (δηλαδή δάσος). Αυτό όμως μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση της βιοποικιλότητας σε επίπεδο ενδιαιτημάτων και ειδών.

Ο Grime (1988), διατύπωσε τη θεωρία, ότι γενικά η βιοποικιλότητα λαμβάνει μεγαλύτερες τιμές σε μεσαία επίπεδα διαταραχής και θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος. Έτσι η ύπαρξη διακένων (ξέφωτων – μικρών λιβαδιών) μέσα στα δάση επιτρέπει την ευδοκίμηση λιβαδικών ειδών, εντόμων και πτηνών που δεν μπορούν να επιβιώσουν σε συνθήκες κλειστής συγκόμωσης. Για παράδειγμα, στα ευρωπαϊκά κράτη με την μετακίνηση των πληθυσμών από την επαρχεία στις πόλης για καλύτερες συνθήκες διαβίωσης, είχαμε την εγκατάλειψη της υπαίθρου, της οικογενειακής γεωργικής εκμετάλλευσης και της νομαδικής κτηνοτροφίας, άρχισε γενικά να παρατηρείται επέκταση του δάσους σε περιοχές που παλαιότερα καλύπτονταν από λιβάδια και οριακές γεωργικές καλλιέργειες. Αυτό όμως είχε σαν συνέπεια την συρρίκνωση των ενδιαιτημάτων χαμηλής βλάστησης. Πιο συγκεκριμένα στην Βρετανία παρέχονται κίνητρα για την διατήρηση λιβαδικών ενδιαιτημάτων και μάλιστα αυτών που δεν είναι «βελτιωμένα» δηλαδή δεν έχουν υποστεί σπορές και λιπάνσεις. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η έλλειψη διαταραχής, θεωρείται υποβάθμιση με την έννοια της αλλαγής της φυσιογνωμίας λιβαδικών συστημάτων με πλούσια χλωρίδα σε δάσος.

Επομένως, από τα παραπάνω προκύπτει πως η διαταραχή δεν είναι συνώνυμη της υποβάθμισης, μπορεί όμως γενικά να επιφέρει υποβάθμιση, ιδιαίτερα σε περιβάλλοντα χαμηλής παραγωγικότητας, όπου λόγω αντίξοων συνθηκών (έντονες κλίσεις, αβαθές έδαφος, ισχυροί άνεμοι, ξηρό και θερμό κλίμα, μικρή βλαστική περίοδος σε κορυφές βουνών όπου το έδαφος παραμένει παγωμένο για μεγάλο διάστημα του έτους) τα όρια διαταραχής που οδηγούν σε οπισθοδρομική διαδοχή της

(9)

βλάστησης είναι πολύ μικρά. Αντίθετα, σε παραγωγικά εδάφη η διαταραχή μπορεί να είναι επωφελείς, το οικοσύστημα είναι πιο σταθερό και ικανό να δεχθεί συχνή και έντονη διαταραχή χωρίς να υποβαθμιστεί.

(10)

2o ΚΕΦΑΛΑΙΟ

2.1. Έδαφος

Το έδαφος αποτελεί τον εξωτερικό φλοιό της ξηράς του Πλανήτη Γη. Αν και το πάχος αυτής της λεπτής επικάλυψης του βιολογικά ενεργού υλικού είναι μερικές φορές μόνο λίγα εκατοστά και σπάνια μεγαλύτερο από δύο έως τρία μέτρα, εν τούτοις έχει καθοριστική επίδραση σε ό,τι συμβαίνει στην επιφάνεια της γης.

Το έδαφος, αποτελεί το θεμέλιο της ζωής μας. Παρέχει το μέσο στο οποίο αναπτύσσονται οι ρίζες των φυτών και συγκρατεί νερό και θρεπτικά στοιχεία, απαραίτητα για την υποστήριξη της ζωής. Προσφέρει κατοικία στους αναρίθμητους μικροοργανισμούς που πραγματοποιούν τις βιοχημικές μετατροπές - από τη δέσμευση του ατμοσφαιρικού αζώτου έως την αποσύνθεση της οργανικής ουσίας – καθώς και στα μικροσκοπικά ζώα, τους γαιοσκώληκες, τα μυρμήγκια, τους τερμίτες και άλλους ασπόνδυλους οργανισμούς. Το μεγαλύτερο μέρος της βιοποικιλότητας ευρίσκεται εντός του εδάφους και όχι πάνω από αυτό.

Ποιο συγκεκριμένα το έδαφος είναι το χαλαρό ανώτατο επιφανειακό στρώμα του στερεού φλοιού της γης, το οποίο σχηματίζετε από την αποσάθρωση των μητρικών πετρωμάτων και των μητρικών υλικών ως αποτέλεσμα του κλίματος και των ζώντων οργανισμών (φυτών και ζώων).

Εικόνα :1. Στρώσεις εδάφους

(11)

Η αποσάθρωση μπορεί να διακριθεί: σε φυσική αποσάθρωση, η οποία προκαλείται από φυσικές μεταβολές ή σε χημική αποσάθρωση η οποία αποτελείται από χημικές μεταβολές και τέλος έχουμε την βιολογική αποσάθρωση, η οποία είναι αποτέλεσμα της δράσης των ζώντων οργανισμών. Με την πάροδο του χρόνου και κάτω από την επίδραση των πρωταρχικών παραγόντων της εδαφογένεσης, όπως είναι το μητρικό πέτρωμα, το κλίμα, ο χρόνος, οι ζώντες οργανισμοί και το τοπογραφικό ανάγλυφο, συμβαίνουν στο έδαφος διάφορες διεργασίες.

Οι διεργασίες αυτές έχουν ως αποτέλεσμα την δημιουργία και την εμφάνιση διαφόρων στρώσεων στο έδαφος (πεδογενετικοί ορίζοντες) που διαφέρουν στο χρώμα ή και σε άλλες ιδιότητες (φυσικές: όπως η μηχανική σύσταση, η συνεκτικότητα, η διόγκωση ή συρρίκνωση, η διασπορά του κολλοειδούς εδαφικού υλικού, η δομή, το πορώδες και χημικές: όπως το pH, η προσρόφηση και ανταλλαγή ιόντων, η ρυθμιστική ικανότητα κ.λ.π.).

(12)

3o ΚΕΦΑΛΑΙΟ

3.1. Αιτίες που προκαλούν την διαταραχή των εδαφών

3.1.1. Γενικά

Η διαταραχή των εδαφών μπορεί να προέρχεται είτε από φυσικά αίτια είτε από ανθρώπινες δραστηριότητες.

Ως φυσικά αίτια θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τις πυρκαγιές, την διάβρωση, τις κατολισθήσεις (φυσικές καταστροφές καιρικά φαινόμενα) .κ.λ.π.

Ενώ στις ανθρώπινες δραστηριότητες, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε την κατασκευή τεχνικών έργων και δρόμων, την δημιουργία χώρων λήψης υλικών (λατομεία, μεταλλεία, ορυχεία), την δημιουργία χώρων απόθεσης υλικών, την γεωργική καλλιέργεια ορεινών εδαφών, την υπερβόσκηση, την υλοτομία και τέλος την απομάκρυνση του δασικού τάπητα.

3.1.2. Κατασκευή τεχνικών έργων και δρόμων

Η κατασκευή τεχνικών έργων και η διάνοιξη δρόμων ιδιαίτερα σε φυσικές περιοχές είναι ένα πολύ σημαντικό έργο για την κάλυψη των βασικών αναγκών επικοινωνίας και μεταφορών.

Εικόνα:2. Κατασκευή έργων

(13)

Η σκοπιμότητα όμως οποιουδήποτε έργου πρέπει να μελετάτε με βάση την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των λόγων δημιουργίας και των πραγματικών αναγκών.

Γι’ αυτό σε όλες τις περιοχές (δασικές και μη) απαιτούν συχνά οι εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι την σύνταξη μελέτης και την άμεση αποκατάσταση του διαταραγμένου τοπίου με την επανεγκατάσταση τις καταστραφείσας βλάστησης.

Διότι πολλές φορές κατά την κατασκευή τεχνικών έργων απαιτείται και η εκτέλεση χωματουργικών εργασιών μεγάλης ή μικρής κλίμακας, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα την καταστροφή και απομάκρυνση της υπάρχουσας βλάστησης, την απομάκρυνση του ενεργού επιφανειακού εδάφους, τη συμπίεση του εδάφους από την κυκλοφορία βαρέων οχημάτων, την αναμόχλευση των εδαφικών οριζόντων, την συγκέντρωση κατά θέσεις μεγάλων ποσοτήτων αδρανών υλικών κ.λ.π. Αυτή η διαταραχή του εδάφους καθώς και η καταστροφή της βλάστησης, η όχληση της πανίδας και ο κατακερματισμός των οικοτόπων, δεν περιορίζεται μόνο στην ζώνη κάλυψης του έργου, αλλά επεκτείνετε σε μία ευρύτερη περιοχή.

Ακόμη η άναρχη δόμηση προκαλεί αισθητική υποβάθμιση του τοπίου, όπως για παράδειγμα οι εξοχικές κατοικίες που βρίσκονται δίπλα σε ρεματιές προκαλούν την πύκνωση του οδικού δικτύου και σοβαρή όχληση στην πανίδα, χλωρίδα καθώς και στην ρύπανση των υδατικών δικτύων.

Τελικά όλα αυτά οδηγούν στην αλλαγή της φυσιογνωμίας της περιοχής και οποιαδήποτε απώλεια ή ζημιά της βλάστησης είναι αναπόφευκτη κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των τεχνικών έργων, γι’ αυτό οι κυριότεροι στόχοι κατά την κατασκευή των έργων είναι ο περιορισμός της καταστροφής στο ελάχιστο και η αποκατάσταση αυτής της διαταραχής με την επαναφορά των λειτουργιών του εδάφους.

3.1.3. Δημιουργία χώρων λήψης υλικών (λατομεία, μεταλλεία, ορυχεία).

Οι μεταλλευτικές και λατομικές εκμεταλλεύσεις ικανοποιούν ζωτικές οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες, αλλά προκαλούν και έντονες αλλαγές στο τοπίο.

Η εγκατάστασή τους απαιτεί τη δημιουργία δρόμων, εκσκαφών και αποθέσεων που έχουν ως συνέπεια την καταστροφή της βλάστησης, και του εδάφους, την αλλοίωση του ανάγλυφου, τη δημιουργία συνήθως δυσμενών οικολογικών συνθηκών καθώς και ζημίες και ενοχλήσεις στον ευρύτερο χώρο. Η σωστή χωροθέτησή της και ο

(14)

Εικόνα:3. Λατομείο

περιορισμός της επιφάνειας που καταλαμβάνουν στο ελάχιστο δυνατό, μπορούν να μετριάσουν σημαντικά την δημιουργούμενη πραγματική και αντιληπτή αλλαγή.

Στις περισσότερες περιπτώσεις η τοποθέτηση των εκμεταλλεύσεων καθορίζεται περισσότερο ή λιγότερο αυστηρά από τη θέση του ορυκτού ή μεταλλεύματος ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις (λατομεία αδρανών υλικών, ορυχεία αργίλου κλπ) υπάρχει η δυνατότητα επιλογής σε κάποια ευρύτερα όρια. Στην τελευταία περίπτωση η τοποθέτηση της σε λιγότερο ορατή και οικολογικά λιγότερο ευαίσθητη θέση είναι αναγκαίο να γίνεται η επιλογή. Αλλά και στις περιπτώσεις που η θέση καθορίζεται περισσότερο αυστηρά από την ύπαρξη του ορυκτού ή μεταλλεύματος, η δυνατότητα για μικρές μετατοπίσεις ώστε να αποφεύγονται οικολογικά και οπτικά ευαίσθητες περιοχές πάντα υπάρχει. (Μπρόφας, 2000). Αναφέρθηκε ότι έχει μεγαλύτερη σημασία αυτό που βλέπουμε στο τοπίο από αυτό που υπάρχει στην πραγματικότητα.

Η φυσική αποκατάσταση των χώρων αυτών είναι μια πολύ μακρόχρονη και δύσκολη διαδικασία. Γι’ αυτό και επεμβαίνουμε με διάφορα τεχνικά μέσα, έτσι ώστε να βοηθήσουμε την προοδευτική διαδικασία του οικοσυστήματος. Ακόμη υπάρχει σχετική νομοθεσία η οποία επιβάλει την τοπογραφική αποκατάσταση (διαμόρφωση) στη μορφή που είχε η περιοχή πριν την επέμβαση και την επανεγκατάσταση της βλάστησης παρόμοια με εκείνη που υπήρχε στην περιοχή. Αυτό το αποτέλεσμα πολλές φορές δεν είναι εφικτό, διότι υπάρχουν δυσκολίες οικονομικές αλλά και οικολογικές (κατάσταση του εδάφους, κλιματικές κ.λ.π.)

(15)

3.1.4. Δημιουργία χώρων απόθεσης υλικών

Τα στείρα υλικά προέρχονται από έργα ή από λατομικές εκμεταλλεύσεις. Τα υλικά αυτά καταλαμβάνουν πολλαπλάσια της επιφάνειας εκσκαφής και προκαλούν τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες αλλαγές στο τοπίο. Και στην περίπτωση αυτή μπορεί να επιλεγούν οι λιγότερο οικολογικά και οπτικά ευαίσθητοι χώροι. Τα υλικά αυτά αποτίθενται σε σωρούς, με βαθμίδες ή όχι, το άνω μέρος των οποίων είναι περίπου οριζόντιο, ενώ η κλίση των πρανών καθορίζεται από τη γωνία ισορροπίας των στείρων υλικών. Η διαμόρφωση βέβαια ηπιότερων κλίσεων δημιουργεί τη συνέχεια της επιφάνειας και διευκολύνει την αφομοίωση των σωρών από το τοπίο, (Μπρόφας, 2000). Περιορίζει τα φαινόμενα επιφανειακής διάβρωσης, αν και κατά τον Bramble (1952) στείρα υλικά με χονδρόκοκκο υλικό μεγαλύτερο από 70%, δεν εμφανίζουν διάβρωση.

3.1.5. Επιφανειακή απορροή και διάβρωση

Επιφανειακή απορροή είναι ένα φαινόμενο το οποίο συνήθως παρατηρείται όταν η ένταση της βροχής είναι μεγαλύτερη από την ταχύτητα απορρόφησης και συγκράτησης του νερού στο έδαφος (Παπαμίχος 1990α). Η απορρόφηση του νερού

Εικόνα:4. Διαβρωμένη επιφάνεια

των βροχών από τα δασικά εδάφη είναι πάντοτε επιθυμητή. Η βλάστηση και τα φυτικά υπολείμματα ασκούν θετική επίδραση στην απορρόφηση και διήθηση του νερού στο έδαφος και περιορίζουν την επιφανειακή απορροή. Αρχικά το νερό της βροχής έχει μεγάλη ταχύτητα διείσδυσης στο έδαφος στην συνέχεια όμως αρχίζει να

(16)

περιορίζεται και σε συνεχόμενες βροχές, αφού το έδαφος κορεστεί με νερό αυτή σχεδόν σταματά και αρχίζει η επιφανειακή απορροή. Η επιφανειακή απορροή απομακρύνει το νερό, που είναι απαραίτητο για την ανάπτυξη της δασικής βλάστησης και των υπόγειων αποθεμάτων, με αποτέλεσμα να προκαλείται διάβρωση του εδάφους.

Γενικότερα, η διάβρωση των εδαφών είναι ένα από τα σημαντικότερα περιβαλλοντικά ζητήματα που προκαλεί αλυσιδωτά προβλήματα σε οικοσυστήματα και κοινωνίες ανθρώπων. Πιο συγκεκριμένα, διάβρωση είναι η απόσπαση, μεταφορά και απόθεση του εδαφικού υλικού που γίνεται από την δράση του ανέμου ή του νερού πάνω στην επιφάνεια του εδάφους. Για παράδειγμα, το νερό που κυλάει χαμηλότερα στο τοπογραφικό ανάγλυφο θα παρασύρει και εδαφικά τεμαχίδια, ώστε να ανοίξει χώρο για να περάσει. Αυτό θα οδηγήσει σε απώλεια επιφανειακού εδάφους και είναι το πρώτο βήμα για τη διάβρωση του εδάφους. Όσο η ταχύτητα κίνησης του νερού είναι υψηλή, τα εδαφικά τεμαχίδια παραμένουν σε αιώρηση, ενώ όσο προχωρούμε χαμηλότερα στο ανάγλυφο και η ταχύτητα μικραίνει, αποτίθενται πρώτα τα μεγαλύτερα και ύστερα τα μικρότερα τεμαχίδια. Με άλλα λόγια, δίπλα σε ποτάμια θα περιμέναμε να βρούμε περισσότερο αμμώδη εδάφη, ενώ όσο απομακρυνόμαστε περιμένουμε τα ποσοστά της αργίλου να αυξάνονται.

Πρέπει εδώ να τονιστεί ότι η διάβρωση είναι μέρος μιας φυσικής διαδικασίας που οδηγεί στην ομαλοποίηση του ανάγλυφου. Η γεωλογική ή φυσική διάβρωση, είναι αναπόφευκτη και αποκαθιστά στη φύση την ισορροπία στην τοπογραφία του πλανήτη μας. Αυτό που προβληματίζει όμως είναι το γεγονός ότι ανθρωπογενείς επιδράσεις έχουν επιταχύνει το σκέλος της διάβρωσης και έχουν οδηγήσει σε περιβαλλοντική ανισορροπία. Σε παγκόσμια κλίμακα κάθε χρόνο χάνονται περισσότερα από 120.000 Km2 (Fiedler, 1990) παραγωγικής γης με την διάβρωση.

Διότι το πιο γόνιμο σημείο βρίσκεται στα πρώτα 30cm (ορίζοντας Α) του επιφανειακού εδάφους, μέσα στο οποίο έχουν δράσει όλες οι εδαφογενετικές συνιστώσες και έχουμε συγκέντρωση θρεπτικών στοιχείων και οργανικής ουσίας.

Ενώ η μείωση της παραγωγικότητας των οικοσυστημάτων οδηγεί σε προχωρημένο στάδιο στην ερημοποίηση.

Η διάβρωση του εδάφους διακρίνεται σε γεωλογική ή κανονική ή φυσική και σε ακανόνιστη ή επιταχυνόμενη. Η γεωλογική λαμβάνει χώρα κάτω από φυσικές συνθήκες (κλίμα, βλάστηση), ενώ η επιταχυνόμενη είναι αποτέλεσμα της δραστηριότητας του ανθρώπου (πυρκαγιές, υλοτομίες, εκχερσώσεις, καλλιέργεια). Η

(17)

ακανόνιστη ή επιταχυνόμενη διάβρωση διακρίνεται σε επιφανειακή ή αιολική ή στρωματική διάβρωση, σε αυλακωτή ή ρηχή διάβρωση και σε διάβρωση σε βάθος ή χαραδρωτική (Οικονόμου και Νάκος, 1990).

Ρηχή διάβρωση: Είναι το πρώτο στάδιο, όπου το νερό στο πέρασμά του δημιουργεί ρυάκια αβαθή. Αυτά με τον καιρό βαθαίνουν και ανοίγουν τα πρανή τους. Έτσι οδηγούμαστε στην Χαραδρωτική διάβρωση: Εδώ η διάβρωση φτάνει μέχρι τον αδιαπέρατο ορίζοντα (αν υπάρχει τέτοιος) ή μέχρι τον ανόργανο ορίζοντα C. Όταν η εκβάθυνση δεν έχει να προχωρήσει άλλο, η διάβρωση κατατρώει τα πρανή, έτσι ώστε λίγο-λίγο να οδηγηθούμε στην Στρωματική διάβρωση: Εδώ έχουμε ομοιόμορφη απομάκρυνση εδάφους μέχρι ενός σημαντικού βάθους (ίσως και 50 cm). Είναι η πιο προχωρημένη περίπτωση διάβρωσης, όπου το έδαφος έχει χάσει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγικότητάς του, και το οικοσύστημα έχει αρχίσει να δέχεται τις επιδράσεις της ερημοποίησης. Η ρηχή και η χαραδρωτική διάβρωση δεν παρατηρούνται σε μεγάλο βαθμό στα δασικά εδάφη, όταν ο δασικός τάπητας παραμένει αδιατάρακτος.

Όταν όμως ο δασικός τάπητας διαταραχθεί έντονα ή καταστραφεί από πυρκαγιά ή εκχέρσωση ή αποψιλωτική υλοτομία ή υπερβόσκηση, με αποτέλεσμα το έδαφος να παραμείνει γυμνό, τότε ο κίνδυνος διάβρωσης είναι μεγάλος, ιδίως για τα λεπτά αργιλώδη εδάφη και για εδάφη με μεγάλες κλίσεις.

Η κλίση του εδάφους είναι ένας σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει την διάβρωση. Σε επίπεδα εδάφη η διάβρωση συνήθως είναι αμελητέα. Όσο αυξάνει η κλίση του εδάφους, αυξάνει και η διάβρωση. Όλα τα εδάφη σε μεγάλες κλίσεις είναι επιρρεπή στην διάβρωση και την μετακίνηση του εδάφους προς τα χαμηλότερα σημεία.

(18)

Σχήμα 1. Παγκόσμιος χάρτης διάβρωσης και ερημοποίησης εδαφών (UN Environmental Programme & World Resources Institute).

Επίσης μεγάλη διάβρωση παρατηρείται στις ημίξερες περιοχές, γιατί η βροχόπτωση δεν ευνοεί την ανάπτυξη προστατευτικής βλάστησης και ειδικότερα όταν η βροχόπτωση αποτελείται από λίγες αλλά ραγδαίες βροχές, όπως έχουμε στο μεσογειακό κλίμα.

Ευαίσθητες στη διάβρωση περιοχές εμφανίζονται επειδή:

 Είναι ψηλά στο ανάγλυφο και έχουν μεγάλες κλίσεις.

 Έχουν μικρά ποσοστά οργανικής ουσία και αργίλου.

 Δέχονται ραγδαίες βροχές (όσο ραγδαιότερη η βροχή, τόσο μεγαλύτερη η διάμετρος των σταγόνων, τόσο μεγαλύτερη η ταχύτητα προσγείωσής τους και άρα τόσο περισσότερη η διάβρωση).

 Δεν έχουν μεγάλη φυτοκάλυψη (όσο μεγαλύτερη φυτοκάλυψη, τόσο μικρότερη η κινητική ενέργεια των σταγόνων της βροχής και άρα καλύτερη η προστασία).

Πρέπει να πούμε ότι τα τρία πρώτα επιτείνουν το τέταρτο. Οι μεσογειακές χώρες είναι περιοχές υψηλού κινδύνου και ήδη έχουν υποφέρει πολύ από τη διάβρωση, γιατί τουλάχιστο τα τρία τελευταία σημεία είναι χαρακτηριστικά των οικοσυστημάτων τους.

(19)

Πάντως, οι παραπάνω περιπτώσεις έχουν να κάνουν με μη ανθρωπογενείς συνθήκες. Τις περισσότερες φορές όμως οι λόγοι που επιταχύνουν τη διάβρωση είναι κατά βάση ανθρωπογενείς.

Τέτοιες ανθρωπογενείς επιδράσεις είναι οι εξής:

 Αλλαγή χρήσης γης προς τη γεωργική. Αυτό προκαλεί

1. Μείωση ριζικού συστήματος. Όσο μικρότερο το ριζικό σύστημα, τόσο μεγαλώνει η ευπάθεια του εδάφους στη διάβρωση. Συνήθως αφορά αποψίλωση περιοχών με μόνιμες φυτοκοινωνίες (δενδρώδεις και θαμνώδεις εκτάσεις) και εγκατάσταση εμπορικών γεωργικών καλλιεργειών, οι περισσότερες από τις οποίες είναι ετήσιες. Αυτό επίσης προκαλεί

2. Μείωση του ποσοστού της φυλλικής κάλυψης του εδάφους. Έτσι η βροχή προκαλεί έντονες φθορές στο έδαφος σε σχέση με παλαιότερα που υπήρχε δασοκάλυψη.

3. Μείωση της οργανικής ουσίας του εδάφους. Γεωργική χρήση σημαίνει εκμηχανισμένη καλλιέργεια, άρα συχνός αερισμός του εδάφους, και τελικά απότομη αποικοδόμηση της οργανικής ουσίας.

 Αλλαγή χρήσης γης προς κτηνοτροφία. Αυτό επιταχύνει την αποψίλωση περιοχών με μόνιμες φυτοκαλύψεις.

Οι κυριότεροι παράγοντες που επηρεάζουν το μέγεθος της απώλειας του εδάφους από την διάβρωση είναι το κλίμα, το έδαφος, η τοπογραφία και η κάλυψη της βλάστησης. Το USDA Agriculture Research Service, πρότεινε μια μέθοδο εκτίμησης του μεγέθους της διάβρωσης που λαμβάνει χώρα σε έναν αγρό σε ετήσια βάση. Δίνεται από τον παρακάτω τύπο:

A=R x K x LS x C x P Όπου

A= Ετήσια ποσότητα διάβρωσης (ton/acre/year)

R= Χαρακτηριστικά της βροχόπτωσης (ένταση, μέγεθος σταγόνας κλπ.) K= Η διαβρωσιμότητα του εδάφους

L= Το μήκος του πρανούς (πλαγιάς)

(20)

S= Η κλίση του πρανούς C= Η κάλυψη της βλάστησης P= Τα μέτρα προστασίας

Αναλυτικές μέθοδοι και διαγράμματα για την εκτίμηση της απώλειας εδάφους από την διάβρωση και στοιχεία υπολογισμού των τιμών των διαφόρων παραμέτρων έχουν δοθεί από τον Gray and Leiser (1982) and Goldman et al., (1986).

Γενικά η διάβρωση απομακρύνει το γόνιμο επιφανειακό έδαφος, ελαττώνει τα θρεπτικά συστατικά και την ικανότητα του εδάφους να αποθηκεύει νερό μειώνοντας έτσι σημαντικά την παραγωγικότητα του εδάφους.

3.1.6. Ερημοποίηση

Τα υψηλά ποσοστά διάβρωσης και ερημοποίησης που παρατηρούνται στη χώρα μας αποδίδονται κυρίως στο κλίμα και γενικά στη φτωχή κάλυψη με φυσική βλάστηση, αλλά και στις μη ορθολογιστικές χρήσεις γης.

Η ερημοποίηση είναι η συνεχής μετατροπή εδαφών σε άγονες εκτάσεις αμώδους σύστασης. Κυριότερες αιτίες που την προκαλούν είναι η μεγάλης διάρκειας ξηρασία που προκαλεί αποσάθρωση πετρωμάτων και απώλεια οργανικής ύλης, η οποία σε πολλές περιοχές οφείλεται σε κλιματικές αλλαγές, στην αποδάσωση περιοχών και στην υπερεκμετάλλευση υπόγειων νερών. Όμως οι βασικότερες αιτίες είναι ο υπερπληθυσμός, η εξάπλωση των πόλεων και των κατοικημένων περιοχών, η ανάπτυξη οδικών αρτηριών και άλλων εγκαταστάσεων που διασπά την γεωμορφολογία πολλών περιοχών. Οι άνεμοι και οι βροχές εκπλύνουν τα θρεπτικά συστατικά και η σύσταση του εδάφους αλλοιώνεται σε βαθμό που δεν μπορεί να διατηρήσει πλέον την υφή του και τη συνεκτικότητα των εδαφικών συστατικών.

Υπερβολική άρδευση προκαλεί την απώλεια πολύτιμων υδατίνων πόρων και αύξηση της αλατότητας λόγω εισροής θαλάσσιων νερών με την πτώση του επιπέδου του υδροφόρου ορίζοντα σε παράκτιες περιοχές.

Η ερημοποίηση αποτελεί το μεγαλύτερο κίνδυνο υποβάθμισης γαιών στην ημιξηρική ζώνη της Ελλάδας. Οποιαδήποτε αλλαγή χρήσης γης είναι επιτρεπόμενη μόνο αν διασφαλίζει αειφορία, και δεν υποβαθμίζει την παραγωγικότητα και τις

(21)

άλλες άμεσα ή έμμεσα ωφέλιμες λειτουργίες της γης. Έτσι, οποιαδήποτε αλλαγή χρήσης γης σε ευαίσθητες στην ερημοποίηση περιοχές πρέπει να βασίζεται σε εδαφολογικές και υδρολογικές μελέτες των συγκεκριμένων περιοχών, καθώς και στην ευρύτερη κοινωνική αποδοχή και πολιτική συναίνεση.

Σχήμα 2. Ερημοποίηση. Παγκόσμιος χάρτης με διαβάθμιση της ρύπανσης των

εδαφών κατά την ερημοποίηση (Desertification, UN Environmental Programme).

Η ερημοποίηση αποτελεί σημαντικό παράγοντα απώλειας εδαφών και έχει μελετηθεί επισταμένα σε πολλές χώρες για την ανεύρεση πρακτικών μεθόδων επανόρθωσης και αποκατάστασης ερημοποιημένων περιοχών.Ο ΟΗΕ έχει διεξάγει πολλές μελέτες και προώθησε το 1994 τη διεθνή σύμβαση για την καταπολέμηση της ερημοποίησης, ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Όπως τονίζει στην «Καθημερινή» ο κ. Κωνσταντίνος Κοσμάς, καθηγητής εδαφολογίας και μέλος της «εθνικής επιτροπής κατά της ερημοποίησης», «ένα εκατοστό εδάφους χρειάζεται 5-10 αιώνες για να δημιουργηθεί εφόσον πρόκειται για ασβεστολιθικά πετρώματα και 50 χρόνια εφόσον πρόκειται για σχιστολιθικά πετρώματα.

Μπορεί όμως να καταστραφεί μέσα σε μια δεκαετία».

Γενικά οι περιοχές που απειλούνται περισσότερο από την ερημοποίηση βρίσκονται στη βόρεια Αφρική, στην Ασία και στην Ευρώπη.

Ειδικότερα για την Ευρώπη, οι περιοχές αυτές, εκτός της Ελλάδας, είναι η νότια Ιταλία, η Σικελία, η Κορσική και η Ιβηρική χερσόνησος.

(22)

3.1.7. Γεωργική καλλιέργεια ορεινών εδαφών

Τα δασικά εδάφη στις μεσογειακές περιοχές έχουν μια πολύ ευαίσθητη ισορροπία, η οποία μπορεί να διαταραχθεί πολύ εύκολα. Μια μεγάλη ποικιλία από οργανισμούς δημιουργεί στοές και κανάλια στο δασικό έδαφος. Το σύστημα αυτό

Εικόνα:5. Εκτεταμένη καλλιέργεια σε λόφους

των ρωγμών, στοών και καναλιών που δημιουργούνται στο έδαφος, μπορεί να είναι είτε κενό, είτε να περιέχει υπολείμματα ριζών ή άλλες οργανικές ουσίες δημιουργώντας έτσι τις καλύτερες συνθήκες υγρασίας αερισμού και θρέψεις για τη δασική βλάστη. Για να διατηρήσουμε όμως το σύστημα αυτό θα πρέπει το έδαφος να παραμείνει αδιατάρακτο και να υπάρχει μια συνεχείς διαδοχή της δασικής βλάστησης.

Όταν όμως το δάσος υλοτομηθεί, εκχερσωθεί και η έκταση καλλιεργηθεί γεωργικά, στα καλλιεργούμενα επιφανειακά στρώματα του εδάφους (βάθους 20cm περίπου) οι στοές και τα κανάλια καταστρέφονται γρήγορα, καθώς και το μακροπορώδες ελαττώνεται σημαντικά. Ενώ στα βαθύτερα στρώματα οι μικρές αρχικά ρίζες και οι χοντρές στη συνέχεια σαπίζουν και οι χώροι τους οποίους καταλαμβάνουν γεμίζουν με ορυκτό έδαφος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της φαινομενικής πυκνότητας, την ελάττωση του αερισμού και της διήθησης του νερού. Οι επιδράσεις αυτές, ιδιαίτερα στις επικλινείς θέσεις των ορεινών περιοχών, γρήγορα οδηγούν στην έντονη διάβρωση και υποβάθμιση του τοπίου.

(23)

3.1.8. Υλοτομία

Η επίδραση των αποψιλωτικών υλοτομιών εξαρτάτε κυρίως από το είδος, την πυκνότητα και την ηλικία της συστάδας, από τις κλιματικές συνθήκες, την τοπογραφική διαμόρφωση της περιοχής, τη φυσική κατάσταση του εδάφους, τη μεταφορά των ξύλων καθώς και από το χρόνο έκθεσης του γυμνού εδάφους.

Εικόνα :6. Υλοτομημένο δάσος

Με τις αποψιλωτικές υλοτομίες, η ανακύκλωση των θρεπτικών στοιχείων διακόπτεται και συγχρόνως με τη μεταβολή των υδροθερμικών συνθηκών, της αύξησης θερμοκρασίας και υγρασίας, επιταχύνονται οι διεργασίες που έχουν καταστροφικό χαρακτήρα, όπως διάσπαση οργανικής ουσίας, έκπλυση και απώλεια θρεπτικών συστατικών με την επιφανειακή απορροή και την αύξηση της διάβρωσης του εδάφους (Χατζηστάθης 1986, Παπαμίχος 1990α).

Η έρευνα απέδειξε ότι:

1. Η απομάκρυνση ολόκληρων δέντρων, αντί μόνο του κορμόξυλου, από τα δασικά οικοσυστήματα έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια μεγάλων ποσοτήτων θρεπτικών στοιχείων.

2. Οι επιλογικές υλοτομίες που εφαρμόζονται στην Ελλάδα και η συγκομιδή μόνο του κορμόξυλου, έχει ως αποτέλεσμα μικρή διατάραξη των δασικών οικοσυστημάτων και μικρές απώλειες θρεπτικών στοιχείων.

3. Μεγάλη διατάραξη των δασικών οικοσυστημάτων και δραματική αύξηση των απωλειών σε θρεπτικά στοιχεία, που θα οδηγήσει σε

(24)

υποβάθμιση της παραγωγικότητας των δασών, θα επιφέρει η εφαρμογή αποψιλωτικών υλοτομιών στο τέλος του περίτροπου χρόνου με συγκομιδή ολόκληρων των δέντρων και πιθανή καταστροφή του δασικού τάπητα (Αλιφραγκής και Τσιόντσης 1994, Κωστάκης κ.α.

2002).

Επομένως πρέπει να αποφεύγονται οι αποψιλωτικές υλοτομίες. Η απομάκρυνση μόνο του κορμόξυλου δεν υποβαθμίζει το οικοσύστημα. Οι προσθήκες των θρεπτικών στοιχείων και η ανακύκλωση αυτών με το βιοχημικό κύκλο εξασφαλίζει την καλη ανάπτυξη των δέντρων (Τάντος, 1997).

3.1.9. Υπερβόσκηση

Η υπερβόσκηση θεωρείται ως το μεγαλύτερο αίτιο υποβάθμισης σε παγκόσμια κλίμακα (Oldemann at al. 1991). Εντατική βόσκηση μπορεί να αλλάξει τις ιδιότητες του εδάφους, όπως το πάχος των εδαφικών οριζόντων, την ποσότητα της οργανικής ουσίας και των θρεπτικών στοιχείων, να μειώσει την μικροβιακή δραστηριότητα και την υδατοϊκανότητα (Moir at al. 2000) και να αλλάξει το μικροκλίμα. Η κυριότερη επίδραση που μπορεί να έχει μια περιοχή η οποία βόσκετε, είναι η συμπίεση των επιφανειακών στρωμάτων του εδάφους η οποία προέρχεται από το ποδοπάτηπα της επιφάνειάς του εδάφους από τα ζώα τα οποία βόσκουν μέσα στο δάσος και καταπατούν τα νεαρά φυτάρια, τρώνε ή σπάνε τους ακραίους και τους πλάγιους βλαστούς των φυταρίων και δενδρυλλίων, προκαλούν ζημιές στο φλοιό και τις ρίζες

Εικόνα:7. Υπερβόσκηση

(25)

των δενδρυλλίων και δένδρων, με αποτέλεσμα, την ελάττωση του πορώδους και ιδίως των μακροπόρων, και την αύξηση της φαινομενικής πυκνότητας (Werren at al. 1986, Fuls 1992, Hofstede 1995). Η ελάττωση των μακροπόρων έχει ως άμεση συνέπεια των περιορισμό του αερισμού του εδάφους, καθώς και της διήθησης του νερού στο έδαφος, με συνέπεια την αύξηση της επιφανειακής απορροής και την εμφάνιση φαινόμενων διάβρωσης, και υποβάθμισης του εδάφους (Παπαμίχος, 1996). Η βαριά ή εντατική βόσκηση ή υπερβόσκηση στα δάση οδηγεί σε εξαφάνιση της αναγέννησης, σε υπεργήρανση των συστάδων, υποβάθμιση του εδάφους και τελικά σε βαθμιαία εξαφάνισή τους. Η οπισθοδρομική διαδοχή που σε περιπτώσεις υπερβόσκησης λαμβάνει χώρα οδηγεί βαθμιαία από το δάσος στα δασοσκεπή λιβάδια, στους βοσκότοπους και τελικά σε άγονες εκτάσεις οι οποίες μερικές φορές δεν είναι κατάλληλες ούτε για βοσκή.

Επίσης η εντατική βοσκή περιορίζει και καταστρέφει τη χαμηλή θαμνώδη και κυρίως την ποώδη βλάστηση, η οποία προστατεύει το έδαφος και ταυτόχρονα με την ανακύκλωση των θρεπτικών ουσιών διατηρεί την γονιμότητα του. Η βοσκή έχει την δυνατότητα να αλλάζει την σύνθεση της βλάστησης (Crawley 1993, Augustine and Mc Naughton 1998). Το μεγάλο πρόβλημα που ανακύπτει από την επίδραση της βοσκής στο έδαφος, αφορά την αφαίρεση οργανικών υλικών και άρα θρεπτικών στοιχείων. Ακόμη, προκαλεί αύξηση του pH του εδάφους (Μακέδος και Αλιφραγκής 2000)

Ποιο συγκεκριμένα τις μεγαλύτερες ζημιές στα δάση τις προκαλούν τα γίδια.

Ακόμη και όταν υπάρχουν αρκετές πόες και γράστεις για τη διατροφή τους, κατατρώνε εύκολα φύλλα και βλαστάρια από τα νεαρά νεόφυτα και δενδρύλλια, εξαφανίζοντας εντελώς τη φυσική αναγέννηση των συστάδων. Αλλά και τα άλλα ζώα όπως είναι τα πρόβατα, δεν είναι λιγότερο επιζήμια για το δάσος. Τα πρόβατα, εκτός από την καταστροφή στην αναγέννηση που επιφέρουν, προκαλούν και ισχυρή συμπίεση του εδάφους. Επιπλέον, η κτηνοτροφία προβάτων, απαιτεί την τακτική καύση των βοσκοτόπων για την αναγέννηση των αγρωστωδών, που είναι γνωστό στους κτηνοτρόφους ως "πούσι".

Εκτός από τις ζημιές που αναφέρθηκαν παραπάνω ότι προκαλούνται στα δάση, η εντατική βόσκηση συνεπάγεται και κινδύνους για την υγεία των δασικών δένδρων.

Η πλήγωση των ριζών και του κορμού των δενδρυλλίων και των δένδρων δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την προσβολή από μύκητες.

Referências

Documentos relacionados

ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ  Η τάση του διακόπτη μπορεί να φτάσει σε ύψος σχεδόν διπλάσιο από την ονομαστική τάση του δικτύου  Η παράγωγος της τάσης είναι επίσης μεγάλη, εφόσον είναι ανάλογη των