• Nenhum resultado encontrado

Λέξεις-κλειδιά: Συνεταιριστική Τράπεζα Θεσσαλίας, συνεταιριστικές τράπεζες, κοινωνική οικονομία (4)4 Abstract The current study focuses on the role and importance of cooperative banks in the local economy, especially in times of economic and social crisis

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Λέξεις-κλειδιά: Συνεταιριστική Τράπεζα Θεσσαλίας, συνεταιριστικές τράπεζες, κοινωνική οικονομία (4)4 Abstract The current study focuses on the role and importance of cooperative banks in the local economy, especially in times of economic and social crisis"

Copied!
76
0
0

Texto

(1)

1 ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

«ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ»

Η συμβολή των Συνεταιριστικών Τραπεζών στη τοπική οικονομία την περίοδο της ύφεσης: Η περίπτωση της Τράπεζας Θεσσαλίας

ΟΝΟΜ/ΜΟ: ΝΤΙΚΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: ΟΡΦΑΝΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΗΤΡΩΟΥ: 130068 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ: ΙΟΥΛΙΟΣ 2020

ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ (2019-2020)

(2)

2 ΔΗΛΩΣΗ ΑΠΟΔΟΧΗΣ

Η παρούσα εργασία αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του Ντίκα Βασιλείου φοιτητή που την εκπόνησε. Στο πλαίσιο της πολιτικής ανοικτής πρόσβασης ο/η συγγραφέας/δημιουργός εκχωρεί στο ΕΑΠ, μη αποκλειστική άδεια χρήσης του δικαιώματος αναπαραγωγής, προσαρμογής, δημόσιου δανεισμού, παρουσίασης στο κοινό και ψηφιακής διάχυσής τους διεθνώς, σε ηλεκτρονική μορφή και σε οποιοδήποτε μέσο, για διδακτικούς και ερευνητικούς σκοπούς, άνευ ανταλλάγματος και για όλο το χρόνο διάρκειας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Η ανοικτή πρόσβαση στο πλήρες κείμενο για μελέτη και ανάγνωση δεν σημαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παραχώρηση δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας του/της συγγραφέα/δημιουργού ούτε επιτρέπει την αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, εμπορική χρήση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «μεταφόρτωση» (downloading), «ανάρτηση»

(uploading), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά της εργασίας, χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του/της συγγραφέα/δημιουργού. Ο/Η συγγραφέας/δημιουργός διατηρεί το σύνολο των ηθικών και περιουσιακών του δικαιωμάτων.

(3)

3

Περίληψη

Η παρούσα εργασία έχει ως αντικείμενο τον ρόλο και τη σημασία των συνεταιριστικών τραπεζών στην τοπική οικονομία, ειδικά σε συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Ο θεσμός των συνεταιριστικών –αλλά και ευρύτερα των κοινωνικών- επιχειρήσεων έχει αναδειχθεί ως φορέας τοπικής ανάπτυξης, κοινωνικής συνοχής, ανθεκτικότητας του κοινωνικού ιστού. Ειδικά οι συνεταιριστικές τράπεζες έχουν έναν ρόλο ιδιάζουσας σημασίας, δεδομένου ότι δραστηριοποιούνται όχι μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά και στην περιφέρεια, με αποτέλεσμα να συμβάλουν στην μείωση των γεωγραφικών αποκλίσεων και στην οικονομική ενίσχυση κλάδων και περιοχών που συχνά παραγνωρίζονται.

Στην συγκεκριμένη εργασία εξετάζεται, ως μελέτη περίπτωσης, η Συνεταιριστική Τράπεζα Θεσσαλίας και η συμβολή της στην τοπική οικονομία. Η Συνεταιριστική Τράπεζα Θεσσαλίας δραστηριοποιείται σε τέσσερις νομούς και έχει σημαντική παρουσία ως φορέας χρηματοδότησης και ανάπτυξης για πλειάδα επιχειρήσεων σημαντικών κλάδων, όπως η γεωργία, η βιομηχανία και το εμπόριο, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί οργανισμό προώθησης και ενίσχυσης του πνεύματος της συνεργατικής οικονομίας, προωθώντας τις αρχές του συνεταιρισμού.

Λέξεις-κλειδιά: Συνεταιριστική Τράπεζα Θεσσαλίας, συνεταιριστικές τράπεζες, κοινωνική οικονομία

(4)

4

Abstract

The current study focuses on the role and importance of cooperative banks in the local economy, especially in times of economic and social crisis. Cooperative enterprises- in fact, social enterprises, in general- emerged as a carrier of local development, social cohesion, and resilience of the social fabric. Cooperative banks in particular have a important role to play, as they operate not only in large cities but also in rural areas, helping to reduce geographic discrepancies and financially strengthen sectors and areas that are often overlooked by the systemic banks.

In the study, the Cooperative Bank of Thessaly and its contribution to the local economy are examined as a case study. The Cooperative Bank of Thessaly is active in four prefectures and has a significant presence as a financing and development body for many companies in important sectors, such as agriculture, industry and trade, while at the same time it is an organization for promoting and strengthening the spirit of the cooperative economy.

Keywords: Bank of Thessaly Cooperative Bank, Cooperative Banks, Social Economy

(5)

5 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Περίληψη ...3

Abstract ...4

Ευρετήριο Πινάκων ...6

Ευρετήριο Σχημάτων ...7

1. Εισαγωγή...8

1.1 Προβληματική και αφετηρίες της εργασίας ...8

1.2 Σκοπός και στόχοι της εργασίας ...11

1.3 Δομή της εργασίας…...11

2. Θεωρητικό πλαίσιο ... 13

2.1 Γενικές αρχές και ιστορικό περίγραμμα...13

2.2 Άξονες λειτουργίας συνεταιριστικών τραπεζών...16

3. Το τραπεζικό περιβάλλον...24

3.1 Οι εξελίξεις στο τραπεζικό περιβάλλον κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης διεθνώς...24

3.2 Η διαμόρφωση των οικονομικών μεγεθών στον τραπεζικό τομέα στην Ελλάδα την περίοδο Ιανουαρίου- Σεπτεμβρίου 2019 ...38

4. Η Τράπεζα Θεσσαλίας…...….43

4.1 Ιστορική ανασκόπηση...43

4.2 Επιχειρηματικό μοντέλο και στρατηγική...45

4.3 Οικονομικά μεγέθη Συνεταιριστικής Τράπεζας Θεσσαλίας το έτος 2019 και απολογισμός του 2019...47

4.4Ανάλυση οικονομικών μεγεθών της Συνεταιριστικής Τράπεζας Θεσσαλίας από το 2015 έως το έτος 2019...58

5. Η συμβολή της Τράπεζας στη τοπική οικονομία...56

6. Συμπεράσματα και συζήτηση………...73

Βιβλιογραφία………..……..75

(6)

6 Ευρετήριο Πινάκων

Πίνακας 1. Πηγές και τρόποι άντλησης εξωτερικού κεφαλαίου πιστωτικών συνεταιριστικών οργανισμών ... 22 Πίνακας 2. Εθνική Τράπεζα, αριθμός υποκαταστημάτων και αριθμός προσωπικού ... 30 Πίνακας 3. Εθνική Τράπεζα, αριθμός υποκαταστημάτων και αριθμός προσωπικού (με προσθήκη μεγεθών των τρίτων τραπεζών) ... 31 Πίνακας 4. Τράπεζα Πειραιώς αριθμός υποκαταστημάτων και αριθμός προσωπικού ... 32 Πίνακας 5. Τράπεζα Πειραιώς, αριθμός υποκαταστημάτων και αριθμός προσωπικού (με προσθήκη μεγεθών των τρίτων τραπεζών) ... 33 Πίνακας 6. Alpha Bank, αριθμός υποκαταστημάτων και αριθμός προσωπικού ... 34 Πίνακας 7. Alpha Bank, αριθμός υποκαταστημάτων και αριθμός προσωπικού με προσθήκη μεγεθών των τρίτων τραπεζών) ... 35 Πίνακας 8. Eurobank, αριθμός υποκαταστημάτων και αριθμός προσωπικού ... 36 Πίνακας 9. Eurobank αριθμός υποκαταστημάτων και αριθμός προσωπικού (με προσθήκη μεγεθών των τρίτων τραπεζών) ... 37 Πίνακας 10. Αποτελέσματα χρήσεως των ελληνικών τραπεζών ΙΑΝ – ΔΕΚ 2019 ... 42 Πίνακας 11. Ισολογισμός Συνεταιριστικής Τράπεζας Θεσσαλίας ... 50 Πίνακας 12. Εξέλιξη οικονομικών μεγεθών της Συνεταιριστικής Τράπεζας Θεσσαλίας 2015 – 2019……….………..……….51 Πίνακας 13. Σύνολο καταθέσεων, Συνεταιριστική Τράπεζα Θεσσαλίας, σύνολο 4 νομών, σύνολο χώρας ... 599 Πίνακας 14. Ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές καταθέσεων ... 61 Πίνακας 15. Συντελεστής συσχέτισης μεταβολής καταθέσεων ... 62 Πίνακας 16. Μερίδιο αγοράς Συνεταιριστικής Τράπεζας Θεσσαλίας έναντι συνόλου καταθέσεων τεσσάρων νομών ... 62 Πίνακας 17. Χορηγήσεις 2009-2015 ... 66 Πίνακας 18. Μεταβολή χορηγήσεων Συνεταιριστική Τράπεζα Θεσσαλίας ... 66 Πίνακας 19. Λίστα (απόσπασμα) μαλακών και σκληρών πληροφοριών για την χορήγηση δανείου ... 70

(7)

7 Ευρετήριο Σχημάτων

Σχήμα 1. Πυλώνες βιώσιμης ανάπτυξης ... 10

Σχήμα 2. Οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας στην Ελλάδα πριν από την εφαρμογή του Νόμου 4019/2011 ... 16

Σχήμα 3. Υποχρεώσεις και δομή κεφαλαίων συνεταιρισμών (δείγμα 300 μεγαλύτερων συνεταιρισμών παγκοσμίως) ... 21

Σχήμα 4. Κεφάλαια συνεταιρισμών στον κλάδο των τραπεζικών και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών ... 22

Σχήμα 5. Αριθμός υποκαταστημάτων ανά 100.000 κατοίκους, παγκοσμίως ... 26

Σχήμα 6. Αριθμός υποκαταστημάτων ανά 100.000 κατοίκους, χώρες ΟΟΣΑ ... 26

Σχήμα 7. Μείωση αριθμού υποκαταστημάτων τραπεζών Ηνωμένου Βασιλείου ... 27

Σχήμα 8. Αριθμός υποκαταστημάτων Βελγικών τραπεζών ... 28

Σχήμα 9. Αριθμός τραπεζικών υπαλλήλων, σε εκ. άτομα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ... 28

Σχήμα 10. Εξέλιξη Ελληνικού τραπεζικού συστήματος, 2008 έως και 2013 ... 29

Σχήμα 11. Τράπεζα Θεσσαλίας Ανώνυμος Εταιρία εν Βόλω, 10 μετοχές ... 44

Σχήμα 12. Διοίκηση αξόνων επιχειρησιακής λειτουργίας ... 46

Σχήμα 13. Ύψος συνόλου καταθέσεων Συνεταιριστική Τράπεζα Θεσσαλίας ... 58

Σχήμα 14. Μεταβολή καταθέσεων νοικοκυριών ... 60

Σχήμα 15. Μεταβολή καταθέσεων μη χρηματοπιστωτικών οργανισμών ... 60

Σχήμα 16. Ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές καταθέσεων ... 61

Σχήμα 17. Μερίδιο αγοράς συνεταιριστικών τραπεζών σε διάφορες χώρες, 2005 ... 63

Σχήμα 18. Εξέλιξη τραπεζικής χρηματοδότησης 2008-2014 ... 63

Σχήμα 19. Εξέλιξη τραπεζικής χρηματοδότησης 2012-2019 ... 64

Σχήμα 20. Δάνεια προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (ρυθμός μεταβολής) ... 64

Σχήμα 21. Κριτήρια χορήγησης δανείων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις... 65

Σχήμα 22. Μεταβολή χορηγήσεων, 2011-2020 ... 65

(8)

8

1. Εισαγωγή

1.1 Προβληματική και αφετηρίες της εργασίας

Σημαντικότατοι διεθνείς οργανισμοί, όπως τα Ηνωμένα Έθνη και το Διεθνές Γραφείο Εργασίας έχουν δείξει έντονο ενδιαφέρον για το συνεργατικό μοντέλο, με ειδική αναφορά σε ότι αφορά στην εφαρμογή του συγκεκριμένου μοντέλου στον τομέα των πιστώσεων. Μάλιστα ο ΟΗΕ όρισε το 2005 ως «Διεθνές Έτος Μικροπίστωσης», ως προσέγγιση για την αύξηση της πρόσβασης σε χρηματοοικονομικές υπηρεσίες για όλους και το συνεργατικό μοντέλο θεωρήθηκε ως το μέσο για την επίτευξη αυτού του στόχου, ενώ το 2012 ορίστηκε ως «Διεθνές Έτος Συνεταιρισμών». Επιπλέον, το 2013, το Διεθνές Γραφείο Εργασίας διεξήγαγε έρευνα σχετικά με την ανθεκτικότητα που είχε δείξει το συνεργατικό / συνεταιριστικό μοντέλο στην πρόσφατη οικονομική κρίση.

Στις αρχές της χιλιετίας, ο ΟΗΕ διαμόρφωσε οκτώ αναπτυξιακούς στόχους της χιλιετίας, μια εκ των οποίων είναι η προώθηση του χρηματοπιστωτικού τομέα για την παροχή πρόσβασης σε υπηρεσίες για όλα τα επίπεδα εισοδήματος. Επιπλέον, η αυξημένη διαθεσιμότητα χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών είναι αναμφισβήτητα μεταξύ των ζωτικών παραγόντων της οικονομικής ανάπτυξης. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να γίνει ένας εννοιολογικός διαχωρισμός:

οι συνεταιριστικές τράπεζες -και γενικά οι συνεταιριστικοί οργανισμοί- επιδιώκουν να έχουν κέρδη, αφού η κερδοφορία αφενός αντανακλά την ικανότητα της διοίκησης –άρα λειτουργεί ως κριτήριο λογοδοσίας της διοίκησης για το πόσο αποτελεσματικές είναι οι αποφάσεις της- και αφετέρου αποτελεί το στοιχείο διασφάλισης της βιωσιμότητας του οργανισμού. Ωστόσο, η σημαντικότερη διαφορά μεταξύ των συνεταιριστικών τραπεζών και των εμπορικών, κλασσικών, τραπεζών είναι ότι οι συνεταιριστικές τράπεζες, σε αντίθεση με τις εμπορικές τράπεζες, δεν έχουν ως στόχο τη μεγιστοποίηση του κέρδους. Αντιθέτως, η μεγιστοποίηση του κέρδους δεν εκλαμβάνεται ως στόχος από μόνος του αλλά ως προϋπόθεση για την προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης των μελών και της τοπικής κοινωνίας. Ακριβώς υπό αυτό το σκεπτικό γίνεται διαχωρισμός μεταξύ των τραπεζών που δημιουργούν αξία μόνο για τους μετόχους (shareholder value banks) και των τραπεζών που δημιουργούν αξία για όλα τα

(9)

9 ενδιαφερόμενα μέρη (stakeholder value banks), μεταξύ των οποίων είναι μεν οι μέτοχοι, όμως δεν έχουν την πρωτοκαθεδρία μεταξύ των άλλων ενδιαφερομένων μερών, όπως, για παράδειγμα οι εργαζόμενοι, οι πελάτες, οι συνεργαζόμενοι και η τοπική κοινωνία. Άρα, είναι προφανές ότι οι συνεταιριστικές τράπεζες αποτελούν οργανισμούς δημιουργίας αξίας για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και όχι εταιρίες μεγιστοποίησης κερδών.

Όλα τα παραπάνω αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα όταν υπάρχουν συνθήκες κρίσης, καθώς ακριβώς σε αυτές τις συνθήκες η τοπική κοινωνία αναζητά λύσεις και υπηρεσίες που οι παραδοσιακοί πιστωτικοί οργανισμοί αδυνατούν να καλύψουν. Μάλιστα, αυτές ακριβώς οι συνθήκες είναι η αιτία της εμφάνισης του μοντέλου των συνεταιρισμών αποταμίευσης και πίστωσης, το οποίο δημιουργήθηκε ως απάντηση στην αποτυχία της αγοράς του επίσημου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η ανάγκη πίστωσης από τα αγροτικά νοικοκυριά προκάλεσε την ανάπτυξη αυτών των ιδρυμάτων καθώς οι επίσημες τράπεζες παρείχαν τις υπηρεσίες τους στα πλέον εύπορα μέλη της κοινωνίας χωρίς να καλύπτουν τις ανάγκες χρηματοδότησης της πλειονότητας, ενώ προσέφεραν δάνεια σε συγκεκριμένους κλάδους και επιχειρήσεις που είχαν πρόσβαση στα κέντρα λήψης αποφάσεων και αναλάμβαναν πολύ υψηλούς κινδύνους χρησιμοποιώντας τις αποταμιεύσεις των πελατών τους. Αντιθέτως, οι συνεταιρισμοί αποταμίευσης και πίστωσης χρηματοδοτούσαν τις τοπικές επιχειρήσεις και είχαν ορθολογική διαχείριση των αποταμιεύσεων και των στοιχείων ενεργητικού τους, ως εκ τούτου απέκτησαν την εμπιστοσύνη των τοπικών κοινωνιών.

Επιπλέον, οι χρηματοοικονομικοί συνεταιρισμοί έχουν δείξει μεγαλύτερη βιωσιμότητα σε σύγκριση με εμπορικές τράπεζες, ενώ έχουν αποδεδειγμένα σημαντική συμβολή στις τοπικές οικονομίες. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ1 οι δραστηριότητες ταμιευτηρίου και πιστωτικών συνεταιρισμών παρέχουν τα προς το ζην σε έως και τρία δισεκατομμύρια άτομα και συμβάλλουν επίσης σημαντικά στις εθνικές οικονομίες. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι συνεταιρισμοί αποταμίευσης και πίστωσης υποστηρίζουν τις αξίες της βιώσιμης ανάπτυξης υποστηρίζοντας ενεργά τους τρεις πυλώνες της βιώσιμης ανάπτυξης, που είναι οι εξής (Σχήμα 1):

• Ο πυλώνας της οικονομίας, που εμπεριέχει την διατήρηση και δημιουργία θέσεων εργασίας, την αύξηση του παραγόμενου προϊόντος, την ανάπτυξη, κ.ο.κ.

1 United Nations, 2013

(10)

10

• Ο πυλώνας του περιβάλλοντος, που εμπεριέχει τη προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, τον περιορισμό της ρύπανσης, την διαχείριση των αποβλήτων, την προστασία της χλωρίδας και πανίδας, κ.ο.κ.

• Ο πυλώνας της κοινωνίας, που εμπεριέχει άξονες όπως η ευημερία, η ισότητα, η πρόσβαση σε αγαθά, η υγεία, η εκπαίδευση, η έλλειψη διακρίσεων, κ.ο.κ.

Σχήμα 1. Πυλώνες βιώσιμης ανάπτυξης

Αυτοί οι τρεις πυλώνες είναι το στήριγμα της αειφόρου ανάπτυξης που διέπει την ανάπτυξη των συνεταιρισμών αποταμίευσης και πίστωσης. Οι αρχές συνεργασίας είναι οι κατευθυντήριες γραμμές που ενσωματώνουν οι συνεταιρισμοί για να διασφαλίσουν ότι προστατεύονται οι τρεις πυλώνες της βιωσιμότητας.

Με βάση, λοιπόν, όλα τα παραπάνω, η προβληματική της παρούσας εργασίας εξετάζει την επίδραση που έχουν οι συνεταιριστικές τράπεζες στην τοπική ανάπτυξη, και θέτει το θέμα της στρατηγικής που αναπτύσσει μια συνεταιριστική τράπεζα ώστε να αποτελέσει πραγματικό αρωγό στην επιχειρηματικότητα, στην ανταγωνιστικότητα της περιοχής, στην απασχόληση και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και της συνολικής βιωσιμότητας.

(11)

11

1.2.Σκοπός και στόχοι της εργασίας

Κύριος σκοπός της εργασίας είναι η εξέταση της συμβολής της Συνεταιριστικής Τράπεζας Θεσσαλίας στην τοπική οικονομία, ειδικά κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Στα πλαίσια του κύριου σκοπού, στην εργασία τίθενται μια σειρά από λοιπούς στόχους, όπως η ανάδειξη της σημασίας που έχουν οι συνεταιριστικές τράπεζες για την ενίσχυση των τοπικών κοινωνιών, την ανάπτυξη των δεσμών μεταξύ των φορέων της οικονομικής δραστηριότητας των περιοχών, τη μεταλαμπάδευση των συνεταιριστικών Αρχών σε όλο και περισσότερες εταιρίες και τη συνεργασία με εγχώριους και διεθνείς συνεταιριστικούς οργανισμούς ώστε να δημιουργηθεί ένα δίκτυο γνώσης και δράσης.

Όλα τα παραπάνω αποκτούν ειδική σημασία στο σημερινό περιβάλλον, καθώς ναι μεν η χώρα έχει ξεπεράσει την οικονομική κρίση, ωστόσο οι συνέπειές της ταλανίζουν ακόμη το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα αλλά και τα νοικοκυριά, ενώ ταυτόχρονα εμφανίζονται νέοι κίνδυνοι, λόγω του ιού Covid-19, τους οποίους θα πρέπει να αντιμετωπίσει επιτυχώς η Ελληνική κοινωνία, οι επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι. Σε αυτή την κατεύθυνση, στόχος της εργασίας είναι να αναδείξει τη σημασία του να υπάρχουν και να αναπτύσσονται συνεταιριστικές τράπεζες, έχοντας τον στόχο της προστασίας των μελών και της ανθεκτικότητας των τοπικών κοινωνιών.

1.3.Δομή της εργασίας.

Η δομή της εργασίας είναι η ακόλουθη:

Στο Κεφάλαιο 1 τίθεται εισαγωγικά το ζήτημα, με αναφορά στην προβληματική της έρευνας, το σκοπό και τους στόχους της και παρατίθεται η δομή της.

Στο Δεύτερο Κεφάλαιο γίνεται ανάπτυξη του θεωρητικού πλαισίου της εργασίας, όπου καταγράφεται η έννοια και λειτουργία των συνεταιριστικών τραπεζών και γίνεται αναφορά στα μεγέθη και της τάσεις των συνεταιριστικών τραπεζών στην Ευρώπη.

Στο Τρίτο κεφάλαιο καταγράφονται οι εξελίξεις στο συνολικό τραπεζικό περιβάλλον και η λειτουργία των συνεταιριστικών τραπεζών την περίοδο της οικονομικής κρίσης.

(12)

12 Στο Τέταρτο κεφάλαιο γίνεται ιστορική ανασκόπηση της Συνεταιριστικής Τράπεζας Θεσσαλίας, αποτυπώνεται το επιχειρηματικό μοντέλο και η στρατηγική της και γίνεται αναφορά στα πρόσφατα οικονομικά της στοιχεία.

Στο Πέμπτο κεφάλαιο καταγράφεται η συμβολή της τράπεζας στην τοπική οικονομία, εξετάζοντας διάφορες διαστάσεις, όπως οι χορηγήσεις και οι καταθέσεις.

Στο Έκτο κεφάλαιο διατυπώνονται τα συμπεράσματα της εργασίας.

(13)

13

2. Θεωρητικό πλαίσιο

2.1 Γενικές αρχές και ιστορικό περίγραμμα

Για να γίνει σαφής η ουσία των συνεταιριστικών τραπεζών, είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη τα καθοριστικά χαρακτηριστικά και οι ομοιότητές τους. Πριν αναπτυχθούν τα εν λόγω ζητήματα, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι συνεταιριστικές τράπεζες έχουν μακρά ιστορία και έχουν κοινές αρχές. Συγκεκριμένα, οι συνεταιριστικές αρχές είναι οι ακόλουθες2:

1. Εθελοντική και ελεύθερη προσχώρηση μέλους. Οι συνεταιρισμοί είναι εθελοντικοί οργανισμοί, ανοιχτοί σε όλους τους ανθρώπους που μπορούν να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες του και είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν τις ευθύνες της ιδιότητας μέλους, χωρίς κοινωνική, φυλετική, πολιτική ή θρησκευτική διάκριση.

2. Δημοκρατικός έλεγχος από τα μέλη. Οι συνεταιρισμοί είναι δημοκρατικοί οργανισμοί που ελέγχονται από τα μέλη τους - εκείνοι που αγοράζουν τα αγαθά ή χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες του συνεταιρισμού - που συμμετέχουν ενεργά στον καθορισμό πολιτικών και στη λήψη αποφάσεων.

3. Οικονομική συμμετοχή των μελών. Τα μέλη συμβάλλουν εξίσου και δημοκρατικά στον έλεγχο της πρωτεύουσας του συνεταιρισμού. Αυτό ωφελεί τα μέλη ανάλογα με την επιχείρηση που διεξάγουν με τον συνεταιρισμό και όχι με το επενδυμένο κεφάλαιο.

4. Αυτονομία και ανεξαρτησία. Οι συνεταιρισμοί είναι αυτόνομες οργανώσεις αυτοβοήθειας που ελέγχονται από τα μέλη τους. Τυχόν συμφωνίες με άλλους οργανισμούς ή εξωτερικές πηγές κεφαλαίου διασφαλίζουν δημοκρατικό έλεγχο από τα μέλη και διατηρούν την αυτονομία του συνεταιρισμού.

5. Εκπαίδευση, Κατάρτιση και Πληροφόρηση. Οι συνεταιρισμοί παρέχουν εκπαίδευση και κατάρτιση σε μέλη, εκλεγμένους αντιπροσώπους, διευθυντές και υπαλλήλους, ώστε να μπορούν

2 Κιντής, 2004

(14)

14 να συμβάλουν αποτελεσματικά στην ανάπτυξη του συνεταιρισμού τους, και να ενημερώνουν το κοινό σχετικά με τη φύση και τα οφέλη των συνεταιρισμών.

6. Συνεργασία μεταξύ των Συνεταιρισμών. Οι συνεταιρισμοί εξυπηρετούν τα μέλη τους πιο αποτελεσματικά και ενισχύουν το κίνημα συνεργασίας συνεργαζόμενοι μέσω τοπικών, εθνικών, περιφερειακών και διεθνών δομών.

7. Μέριμνα για την Κοινότητα. Οι συνεταιρισμοί ναι μεν επικεντρώνονται στις ανάγκες των μελών, ωστόσο ταυτόχρονα εργάζονται για τη βιώσιμη ανάπτυξη των κοινοτήτων μέσω πολιτικών και προγραμμάτων που προτείνονται και γίνονται αποδεκτά από τα μέλη.

Όσον αφορά το γενικό ιστορικό περίγραμμά, πολλές σύγχρονες συνεταιριστικές τράπεζες υπάρχουν για περισσότερο από έναν αιώνα3. Η απαρχή των συνεταιριστικών τραπεζών καταγράφεται το 1810, όταν ο Henry Duncan ίδρυσε μια ενοριακή τράπεζα στο Ruthwell της Σκωτίας στην οποία ήταν ιερέας. Πριν την ίδρυση της τράπεζας, ο Duncan είχε προβεί σε διάφορες ενέργειες προς τους ενορίτες του, όπως η εισαγωγή σιτηρών στην περιοχή και η διάθεσή τους σε τιμές χονδρικής. Η ενοριακή τράπεζα είχε ως άξονα λειτουργίας ότι οι ενορίτες θα μπορούσαν να ανοίξουν έναν λογαριασμό ταμιευτηρίου καταθέτοντας έξι πένες. Οι καταθέσεις πραγματοποιούνταν σε μια τοπική εμπορική τράπεζα, που έδινε επιτόκιο5% ενώ οι αποταμιευτές λάμβαναν επιτόκιο 4% Το υπόλοιπο 1% χρησιμοποιούνταν για την παροχή ενός φιλανθρωπικού ταμείου, των κλιμακωτών τόκων για τους μακροπρόθεσμους αποταμιευτές και ένα ποσό για τη διαχείριση της τράπεζας. Επόμενο σημαντικό βήμα ήταν ο συνεταιρισμός Rochdale ο οποίος ιδρύθηκε από 28 «πρωτοπόρους». Με τη συσσώρευση των πρώτων χρημάτων, ενοικιάστηκε ένα μικρό διαμέρισμα ως κατάστημα και αγοράστηκαν τα απαραίτητα αγαθά. Η διοίκηση ανατέθηκε σε ένα συμβούλιο, το οποίο αποτελούνταν από μέλη της ένωσης, και το ανώτατο σώμα του συνεταιρισμού ήταν η γενική συνέλευση, όπου όλοι οι εταίροι είχαν μία ψήφο ο καθένας. Ο στόχος του συνεταιρισμού ήταν να εξασφαλίσει σημαντικά οφέλη για τη βελτίωση της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μελών του, μέσω της δημιουργίας κεφαλαίου που θα συνέβαλε στην επίτευξη των στόχων, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ενός συνεταιριστικού καταστήματος, αγοράς, τη δική του παραγωγή ορισμένων αγαθών και τη δική του χρηματοδότηση.

3 Τραγάκης, 1996 Τραγάκης, 1996

(15)

15 Τα κέρδη χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία βιβλιοθήκης, σχολείου το 1850 και ταμείου πρόνοιας για περιπτώσεις ασθενειών και θανάτου το 1860. Με βάση το μοντέλο συνεργασίας Rochdale, εκατοντάδες συνεταιρισμοί ιδρύθηκαν σε ολόκληρη την Ευρώπη και η αποδοχή τους είχε ως αποτέλεσμα στα κράτη να σχηματίσουν ένα νομικό πλαίσιο για τη μορφή αυτών των συνεταιρισμών. Ωστόσο, ένα πράγμα που δεν θα έκαναν οι εν λόγω συνεταιρισμοί ήταν να δώσουν πίστωση. Στις γερμανόφωνες χώρες, ιδρύθηκαν τοπικοί πιστωτικοί συνεταιρισμοί τον 19ο αιώνα, με την εμφάνιση δύο διαφορετικών τύπων πιστωτικών συνεταιρισμών. Κοινό στοιχείο και των δύο μορφών αποτέλεσε η παροχή κεφαλαίων ώστε να χορηγούνται κεφάλαια προς τα μέλη τους και ο πιστωτικός συνεταιρισμός να λειτουργεί ως ένας φορέας που παρέχει πιστωτική προστασία. Στη Γερμανία την περίοδο του 1846-1850 υπήρχε μια χρόνια έλλειψη κεφαλαίων, η οποία καθυστερούσε την οικονομική ανάπτυξη. Οι μικροί επιχειρηματίες και οι αγρότες έβλεπαν ότι θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τις νέες αγορές που ανοίγονταν, ωστόσο για να το κάνουν αυτό και να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους χρειάζονταν κεφάλαιο. Όμως, οι εμπορικές τράπεζες, που δημιουργήθηκαν για την εξυπηρέτηση πλουσιότερων πελατών, δεν ήταν πρόθυμες να καλύψουν τις ανάγκες τους. Έτσι, ουσιαστικά υπήρχε ένας φαύλος κύκλος όπου οι άνθρωποι παρέμειναν φτωχοί λόγω έλλειψης κεφαλαίου και είχαν έλλειψη κεφαλαίου επειδή ήταν φτωχοί. Διαπιστώθηκε, λοιπόν, η ανάγκη να βρεθεί ένας τρόπος να δοθεί πίστωση σε όσους δεν μπορούσαν να παρέχουν κάποια εγγύηση ως ενέχυρο έναντι του δανείου. ασφάλεια να προσφέρουν σε αντάλλαγμα. Έτσι, δημιουργήθηκαν οι πρώτες συνεταιριστικές τράπεζες στη Γερμανία. Με μια χρονική υστέρηση, η συνεταιριστική ιδέα για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες εξαπλώθηκε και στη Βόρεια Αμερική.

Όσον αφορά στην Ελλάδα, ο πρώτος πιστωτικός συνεταιρισμός ιδρύθηκε στη Λαμία το 1900 με Βασιλικό Διάταγμα, υπό την επωνυμία: Σύλλογος των Τεχνοεργατών εν Λαμία. Ο εν λόγω πιστωτικός συνεταιρισμός –βεβαίως όχι με τη μορφή και με την έννοια που ορίζεται ο όρος σήμερα, αφού δεν υπήρχε καν η νομική θεσμοθέτηση των συνεταιριστικών δραστηριοτήτων- , λειτούργησε ως συνεταιριστική οργάνωση με 582 μέλη.

Για την Ελλάδα, ορόσημο αποτέλεσε ο Ν. 4019, αν και θα πρέπει να αναφερθεί ότι , ήδη πριν την εφαρμογή του Ν. 4019//2011 λειτουργούσαν, μεταξύ του συνόλου των 50.000 επιχειρήσεων της κοινωνικής οικονομίας, 25 συνεταιριστικές τράπεζες (Σχήμα 2) που απασχολούσαν 1.238 εργαζομένους4.

4 Αποστολόπουλος και Λιαργκόβας, 2020

(16)

16 Σχήμα 2. Οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας στην Ελλάδα πριν από την εφαρμογή του Νόμου 4019/2011

Πηγή: Αποστολόπουλος και Λιαργκόβας, 2020, σελ. 8

2.2 Άξονες λειτουργίας συνεταιριστικών τραπεζών

Ένας από τους πρωταρχικούς άξονες λειτουργίας των συνεταιριστικών τραπεζών είναι ότι οι πελάτες του τοπικού ή περιφερειακού συνεταιρισμού έχουν την ευκαιρία να γίνουν μέλη / ιδιοκτήτες της τράπεζάς τους. Η συμμετοχή είναι εθελοντική και ανοιχτή. Επιπλέον, υπάρχει μια πολυδιάστατη σχέση μεταξύ των μελών και της συνεταιριστικής τους τράπεζας. Το μέλος είναι ταυτόχρονα ιδιοκτήτης, πελάτης, επόπτης και ενδιαφερόμενο μέλος της κοινότητας.

Οι συνεταιριστικές εταιρείες ταμιευτηρίου και πίστωσης, που μερικές φορές αναφέρονται ως χρηματοοικονομικοί συνεταιρισμοί, είναι μια αυτόνομη ένωση προσώπων που ενώνονται εθελοντικά για να καλύψουν τις κοινές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ανάγκες και φιλοδοξίες τους μέσω μιας κοινώς ελεγχόμενης, δημοκρατικά ελεγχόμενης επιχείρησης. Οι χρηματοοικονομικοί συνεταιρισμοί είναι συνεταιρισμοί που ανήκουν στα μέλη και έχουν την εντολή να κινητοποιήσουν τις αποταμιεύσεις και να παρέχουν πρόσβαση σε προσιτές πιστώσεις στα μέλη ως έναν τρόπο για να βοηθήσουν την κοινωνικοοικονομική τους ευημερία. Στους χρηματοοικονομικούς συνεταιρισμούς, τα μέλη είναι ταυτόχρονα ιδιοκτήτες και πελάτες. Τα μέλη είναι η «καρδιά» ενός χρηματοοικονομικού συνεταιρισμού και είναι ο λόγος για την επιβίωση του ιδρύματος.

(17)

17 Με την προϋπόθεση ότι υπάρχουν αποτελεσματικές ρυθμίσεις διακυβέρνησης, τα συμφέροντα των μελών ως καταθετών συμπίπτουν με τα συμφέροντα των μελών ως μετόχων: προϊόντα καλής ποιότητας σε λογικές τιμές βάσει της συνέχειας και του χαμηλού κινδύνου. Αντιθέτως, στις εισηγμένες τράπεζες τα συμφέροντα των καταθετών λιανικής δεν ευθυγραμμίζονται αυτόματα με αυτά των μετόχων ως ιδιοκτήτες. Με άλλα λόγια, η οι τραπεζικοί πελάτες, ως μέλη, ξεχωρίζουν από τους πελάτες των εμπορικών τραπεζών.

Με μερικές εξαιρέσεις, ένα μέλος πρέπει να αγοράσει τουλάχιστον ένα μερίδιο μέλους ή πιστοποιητικό, οπότε ο μέγιστος αριθμός μετοχών που κατέχει ένα μεμονωμένο μέλος είναι περιορισμένος. Δεδομένου ότι οι μετοχές μελών δεν είναι μεταβιβάσιμες, τα μέλη δεν μπορούν να συγκεντρώσουν ψήφους μέσω αγοράς μετοχών στη δευτερογενή αγορά. Τα δικαιώματα ψήφου που παρέχονται από την ιδιότητα μέλους βασίζονται στην αρχή «ένα μέλος, μία ψήφος»

και δεν είναι ανάλογα με το μέγεθος του μεριδίου μέλους στην τράπεζα. Αυτό είναι ουσιαστικά διαφορετικό από την κατανομή των δικαιωμάτων ψήφου σε μετοχικές τράπεζες, στις οποίες οι ανώνυμοι μέτοχοι έχουν εξουσία λήψης αποφάσεων ανάλογα με το επενδυμένο κεφάλαιο τους («μία μετοχή, μία ψήφος»). Τα εκλεγμένα μέλη εκπροσωπούν τοπικά και κεντρικά όργανα διακυβέρνησης συνεργατικών τραπεζικών ομίλων, π.χ. ως μη εκτελεστικοί διευθυντές ή επόπτες. Οι εκπρόσωποι των μελών πρέπει να πληρούν τις διάφορες απαιτήσεις των εποπτικών και ρυθμιστικών αρχών τραπεζών. Ως αποτέλεσμα, η παρουσία χρηστών οικονομικών γνώσεων και πρακτικής εμπειρογνωμοσύνης είναι εγγυημένη στα τοπικά και κεντρικά εποπτικά συμβούλια των περισσότερων συνεταιριστικών τραπεζών. Επιπλέον, η πλειονότητα των συνεταιριστικών τραπεζών διαθέτει εκπαιδευτικά προγράμματα για να εξοπλίσει τα μέλη με τις απαραίτητες δεξιότητες για να καταστήσει αποτελεσματική την άσκηση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας τους.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι μερίδες επιστρέφονται σε περίπτωση αποχώρησης του μέλος από τον συνεταιρισμό. Με δεδομένο αυτό το χαρακτηριστικό της επιστροφής του αντιτίμου των μερίδων, οι μερίδες δεν θεωρούνται στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα ως ίδια κεφάλαια, καθώς δεν υπάρχει η μονιμότητα των ιδίων κεφαλαίων που προκύπτει από την αγορά μετοχών από τους μετόχους μιας ανώνυμης εταιρίας. Ως εκ τούτου, οι μερίδες που εκδίδονται από τις συνεταιριστικές τράπεζες και τις πιστωτικές ενώσεις δεν αναγνωρίζονται ως κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1.

(18)

18 Άρα, υπό αυτή τη διάσταση γίνεται σαφές ότι μια συνεταιριστική τράπεζα –όπως και γενικά οποιαδήποτε συνεταιριστική επιχείρηση-διαφοροποιείται από τις αστικές επιχειρήσεις όσον αφορά στο ζήτημα της ιδιοκτησίας. Η ιδιοκτησία οποιασδήποτε επιχείρησης γενικά αποδίδει το δικαίωμα σε κάποιο βαθμό ελέγχου αυτής της επιχείρησης. Η ιδιοκτησία συνδέεται επίσης με τα δικαιώματα σε ένα συγκεκριμένο μερίδιο του καθαρού εισοδήματος της εταιρείας κατά τη λειτουργία, ή μια αξίωση διαιρεμένων περιουσιακών στοιχείων εάν η εταιρεία διαλύεται. Στις περισσότερες εταιρείες, όσο περισσότερα χρήματα επενδύει ένα άτομο, τόσο περισσότερα ίδια κεφάλαια στην επιχείρηση θα έχει. Τόσο ο έλεγχος όσο και οι οικονομικές ανταμοιβές καθοδηγούνται από το ποσό των χρημάτων που επενδύθηκαν και όσο περισσότερα από ένα, τόσο περισσότερα από τα άλλα.

Οι συνεταιρισμοί διακρίνονται από άλλους οργανισμούς καθώς οι τυχόν οικονομικές αποδόσεις στους ιδιοκτήτες συνεταιρισμών συνήθως προέρχονται από την κατανομή κερδών με βάση την προστασία τους ή τις συναλλαγές με τον συνεταιρισμό. Αυτό είναι πολύ διαφορετικό από μια εταιρεία που ανήκει σε επενδυτές, όπου δεν είναι απαραίτητο να πραγματοποιείται συναλλαγή οποιασδήποτε επιχείρησης με την επιχείρηση προκειμένου να επωφεληθεί από αυτήν ως ιδιοκτήτης. Σε μια εταιρεία που ανήκει σε επενδυτές, η απόδοση προέρχεται από τα επενδυμένα κεφάλαια και όχι από τις υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται.

Οι συνεταιρισμοί διαφέρουν επίσης από μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, οι οποίοι δεν εκδίδουν μετοχές και δεν έχουν καθόλου μεμονωμένους ιδιοκτήτες. Οι περισσότεροι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί έχουν ως αποστολή τους πολιτιστικούς, εκπαιδευτικούς ή / και φιλανθρωπικούς σκοπούς και οι δραστηριότητές τους περιορίζονται γενικά σε τέτοιες δραστηριότητες. Τυχόν πλεονασματικά κέρδη πρέπει να διατηρούνται και να επανεπενδύονται για την επίτευξη του δηλωμένου στόχου του οργανισμού ή να διανέμονται σε άλλο μη κερδοσκοπικό οργανισμό. Ο έλεγχος μπορεί να ασκείται από ένα εκλεγμένο διοικητικό συμβούλιο των «μελών» του συλλόγου όπως υπαγορεύεται στα οργανωτικά του έγγραφα, αλλά οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί ελέγχονται επίσης συχνά από ένα αυτοεπιλεγμένο συμβούλιο όπου τα σημερινά μέλη του συμβουλίου επιλέγουν τις δικές τους αντικαταστάσεις.

Οι συνεταιριστικές τράπεζες λειτουργούν συνήθως μέσα σε ένα αποκεντρωμένο δίκτυο συνδεδεμένων τραπεζών, και χρηματοδοτούνται κατά κύριο λόγο από παρακρατούμενα κέρδη, μετοχές μελών και καταθέσεις λιανικής που συγκεντρώνονται τοπικά. Δεσμεύονται στην τοπική

(19)

19 παρουσία και λογοδοτούν στα τοπικά μέλη. Εκτός αυτού, οι ρυθμίσεις εσωτερικής διακυβέρνησης γενικά ενσωματώνουν θεσμικά πλαίσια και μηχανισμούς αλληλεγγύης, όπως τα συστήματα θεσμικής προστασίας, τα οποία διατηρούν τη διαρθρωτική σταθερότητα των συνεταιριστικών τραπεζικών ομίλων.

Τα κέρδη δεν είναι ούτε ο μόνος ούτε ο απώτερος στόχος των συνεταιριστικών τραπεζών, αλλά, μεταξύ άλλων, ένα μέσο για τη συσσώρευση κεφαλαίου, την απορρόφηση κραδασμών, την επένδυση και την καινοτομία. Επίσης απαιτούνται κέρδη για την επίτευξη πρόσθετων στόχων.

Για παράδειγμα, η τόνωση της περιφερειακής οικονομίας ή η παροχή (μη) χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στα μέλη. Λόγω αυτού του προσανατολισμού, οι συνεταιριστικές τράπεζες συνήθως χαρακτηρίζονται ως ιδρύματα που επανεπενδύουν το κοινωνικό μέρισμα στην κοινωνία.

Παρά τις ίδιες αρχές και τις ενοποιητικές πτυχές της διακυβέρνησης, ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ευρωπαϊκής συνεταιριστικής τραπεζικής είναι ότι δεν υπάρχει ενιαίο μοντέλο που να ισχύει για κάθε μεμονωμένη συνεταιριστική τράπεζα. Υπάρχουν σημαντικές διαφορές στα μεγέθη, τα επίπεδα ολοκλήρωσης, τα οργανωτικά πλαίσια, τα μοντέλα διακυβέρνησης, τις δομές κεφαλαίων, τις πολιτικές μελών και τις (δια) εθνικές δραστηριότητες εκτός του συνεταιριστικού μέρους του οργανισμού. Αυτές οι ανισότητες μπορούν να εξηγηθούν από πολλούς παράγοντες. Ένας από τους λόγους είναι ότι πολλές συγκυριακές συνθήκες έχουν διαμορφώσει μεμονωμένους συνεταιριστικούς τραπεζικούς ομίλους σε όλη την ιστορία τους.

Αφορά τη γεωγραφία (μέγεθος της χώρας), τα χαρακτηριστικά της εθνικής τραπεζικής αγοράς, τη συμπεριφορά και τις προτιμήσεις των καταναλωτών και τα ρυθμιστικά και εποπτικά καθεστώτα.

Συνοψίζοντας, η συνεταιριστική δομή ιδιοκτησίας έχει αντίκτυπο στον προσανατολισμό, το επιχειρηματικό μοντέλο, τη στρατηγική κεφαλαιοποίησης και την οικονομική απόδοση των τραπεζών. Βεβαίως θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτό που καταγράφεται στην Ευρώπη και την Αμερική είναι ότι όλο και περισσότερες συνεταιριστικές τράπεζες εξυπηρετούν επίσης μεγάλο αριθμό μη μελών. Ο αυξανόμενος αριθμός μελών μπορεί να οφείλεται σε πάρα πολλούς παράγοντες: οικονομικά οφέλη, άυλα πλεονεκτήματα, συνάφεια με το εμπορικό σήμα, ικανοποίηση με προϊόντα και υπηρεσίες, κοινωνικούς στόχους, συνεργατικές δωρεές κ.λπ. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για την «αντιληπτή αξία μέλους» που τα μέλη αντλούν ή βιώνουν από την ιδιότητα μέλους τους

(20)

20 Η συνεργατική βιωσιμότητα είναι η ικανότητα ενός συνεταιρισμού να είναι μια οικονομικά βιώσιμη επιχείρηση που εφαρμόζει πλήρως τις επτά αρχές συνεργασίας και διατηρεί ή αναζωογονεί το οικοσύστημα στο οποίο ενσωματώνεται.

Η συνεργατική αειφορία χωρίζεται στους τρεις πυλώνες της αειφορίας, δηλαδή τις κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές διαστάσεις. Η κοινωνική βιωσιμότητα ορίζεται ως η ικανότητα των συνεταιρισμών αποταμίευσης και πίστωσης να αναπτύσσουν διαδικασίες και δομές που, όχι μόνο ικανοποιούν τις ανάγκες της τρέχουσας συμμετοχής του, αλλά και υποστηρίζουν την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να διατηρούν μια υγιή κοινότητα. Η οικονομική βιωσιμότητα είναι η χρήση των συσσωρευμένων περιουσιακών στοιχείων του συνεταιρισμού ταμιευτηρίου και πιστώσεων για να του επιτρέψει να συνεχίσει να λειτουργεί κερδοφόρα μακροπρόθεσμα. Από την άλλη πλευρά, η περιβαλλοντική βιωσιμότητα είναι η διατήρηση των παραγόντων και πρακτικών που συμβάλλουν στην ποιότητα του περιβάλλοντος σε μακροπρόθεσμη βάση.

Ένα από τα θέματα που προκύπτουν στις συνεταιριστικές τράπεζες –όπως και στο σύνολο, άλλωστε, των συνεταιριστικών οργανισμών- αφορά στο ζήτημα του κεφαλαίου Όπως παρουσιάζεται στο επόμενο σχήμα, για τους συνεταιριστικούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς τα ίδια κεφάλαια αποτελούν την κύρια πηγή κεφαλαίου τους, έχοντας ένα ποσοστό 38% των συνολικών τους κεφαλαίων.

Μια άλλη σημαντική πηγή κεφαλαίου για τους χρηματοπιστωτικούς συνεταιριστικός οργανισμούς είναι, σαφώς, οι καταθέσεις, που κατά μέσο όρο, αποτελούν το 24% του συνολικού κεφαλαίου, ενώ και οι υποχρεώσεις των ασφαλιζομένων αποτελούν ένα σημαντικό ποσοστό, ανερχόμενο στο 23% του συνολικού τους κεφαλαίου. Ένα θέμα ιδιαίτερης σημασίας για τα κεφάλαια των χρηματοπιστωτικών οργανισμών αφορά στις «Λοιπές Υποχρεώσεις», καθώς εκεί εντάσσεται η έκθεση της τράπεζας σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά προϊόντα.

Το θέμα που εγείρεται είναι ότι η χρήση των παραγώγων προϊόντων μπορεί να έχει ως αποκλειστικό στόχο την προστασία της τράπεζας από τις μεταβολές των υποκείμενων μεταβλητών που πιθανότατα να αποφέρουν ζημία στην αξία ή την κερδοφορία της τράπεζας.

Για παράδειγμα, μια τράπεζα μπορεί να χρησιμοποιήσει ένα παράγωγο προϊόν που να καλύπτει τον κίνδυνο μεταβολής των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα, ώστε να καλύψει τις αρνητικές αυτές επιπτώσεις. Ωστόσο, το πρόβλημα που μπορεί να προκύψει είναι ότι ένας

(21)

21 χρηματοπιστωτικός οργανισμός πιθανό να έχει έκθεση σε παράγωγα προϊόντα όχι για λόγους προστασίας και κάλυψης κινδύνου, αλλά για λόγους κερδοσκοπίας. Ως εκ τούτου απαιτείται εξέταση προκειμένου να διαπιστωθεί εάν η τράπεζα χρησιμοποιεί ως πηγή κεφαλαίου αντίστοιχες πρακτικές.

Σχήμα 3. Υποχρεώσεις και δομή κεφαλαίων συνεταιρισμών (δείγμα 300 μεγαλύτερων συνεταιρισμών παγκοσμίως)

Πηγή: Andrews, 2015, σελ. 30

Τα ίδια κεφάλαια διαμορφώνονται από τα αδιανέμητα κέρδη και τα αποθεματικά, γεγονός που δείχνει το πόσο σημαντικό είναι να γίνεται μια διαχείριση των κερδών με γνώμονα όχι μόνο την άμεση ικανοποίηση των μελών με την απόδοση μερίσματος, αλλά την μακροημέρευση του οργανισμού. Συγκεκριμένα, όπως αποτυπώνεται στο επόμενο σχήμα, για τους συνεταιρισμούς που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των τραπεζικών και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών τα παρακρατούμενα κέρδη αποτελούν το 28% του συνολικού κεφαλαίου, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του αποθεματικού ανέρχεται στο 11%. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι και οι μη- χρηματοπιστωτικοί συνεταιριστικοί οργανισμοί επίσης στηρίζονται στα ίδια κεφάλαια για την επιτυχία τους, όπου ειδικά για τους συνεταιρισμούς που δραστηριοποιούνται στο λιανικό εμπόριο τα παρακρατούμενα κέρδη αποτελούν το 75% του συνολικού κεφαλαίου.

(22)

22 Σχήμα 4. Κεφάλαια συνεταιρισμών στον κλάδο των τραπεζικών και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών

Πηγή: Andrews, 2015, σελ. 31

Ένα ζήτημα ιδιαίτερης σημασίας είναι η άντληση κεφαλαίου από εξωτερικές πηγές, η οποία, όπως αποτυπώθηκε στο παραπάνω σχήμα ανέρχεται στο 22% του συνολικού κεφαλαίου. Ως επί το πλείστων, τα τραπεζικά ιδρύματα αντλούν εξωτερική χρηματοδότηση με τους εξής τρόπους:

ίδια κεφάλαια από μερίδες μελών, προνομιούχες μερίδες, ειδικές προνομιούχες μερίδες, έκδοση χρεογράφων μειωμένης εξασφάλισης, ανασφάλιστες μακροχρόνιες καταθέσεις και εισηγμένο μειοψηφικό μερίδιο.

Πίνακας 1. Πηγές και τρόποι άντλησης εξωτερικού κεφαλαίου πιστωτικών συνεταιριστικών οργανισμών

(23)

23 Πηγή: Andrews, 2015, σελ. 34

(24)

24

3. Το τραπεζικό περιβάλλον

3.1 Οι εξελίξεις στο τραπεζικό περιβάλλον κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης διεθνώς.

Η ενοποίηση του τραπεζικού τομέα υπήρξε ιδιαίτερα έντονη στην Ελλάδα από την έναρξη της κρίσης το 2010. H Ελλάδα σημείωσε τη μεγαλύτερη σχετική μείωση του αριθμού των τραπεζών μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, ακολουθούμενη από την Κύπρο και την Ισπανία (ECB, 2015a). Το ένα τρίτο των καταστημάτων έκλεισε και η ξένη ιδιοκτησία σχεδόν εξαφανίστηκε.

Η Piraeus Bank απορρόφησε τη Geniki Bank (θυγατρική της Societe Generale), τη Millenium Bank, τα ελληνικά καταστήματα τριών κυπριακών τραπεζών και το «υγιές» τμήμα της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδας. Η Alpha Bank απορρόφησε την Emporiki (θυγατρική της Crεdit Agricole). Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος και η Eurobank απέκτησαν μικρότερες ελληνικές τράπεζες και συνεταιριστικές τράπεζες. Η BNP Paribas έκλεισε τα καταστήματά της στην Ελλάδα στις αρχές του 2012. Μετά από αυτό το κύμα ενοποίησης, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες που εμφανίστηκαν έχουν συνδυασμένο μερίδιο αγοράς του 98% του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων: Το υπόλοιπο 2% κατανέμεται μεταξύ της Τράπεζας Αττικής και των συνεταιριστικών τραπεζών.

Ένα από τα πρώτιστα στοιχεία που θα πρέπει να αναφερθούν για τις μεταβολής του παγκόσμιου αλλά και εγχώριου τραπεζικού περιβάλλοντος αφορά στο ανθρώπινο δυναμικό των τραπεζών.

Τόσο λόγω της μεταβολής των τραπεζικών μεγεθών, όσο και λόγω της μεγαλύτερης υιοθέτησης των ψηφιακών τεχνολογιών από τα τραπεζικά ιδρύματά, οι εργασιακές σχέσεις, οι απαιτούμενες δεξιότητες και προσόντα, καθώς και τα καθιερωμένα πρότυπα εργασίας και αμοιβών αναμένεται να υποστούν σημαντικές αλλαγές.

Οι νέες μορφές απασχόλησης διαμορφώνουν μια νέα, διεθνοποιημένη και ευέλικτη αγορά εργασίας. Ταυτόχρονα, με την εισαγωγή τεχνολογικών καινοτομιών, εμφανίζονται νέες θέσεις εργασίας και άλλες εξαφανίζονται, επηρεάζοντας το μέγεθος της απασχόλησης, τη δομή της και τον καταμερισμό της εργασίας. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της αλλαγής είναι η πόλωση των ειδικοτήτων σε δύο κατηγορίες: η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει έναν μικρό αριθμό υπαλλήλων των οποίων το περιεχόμενο της εργασίας είναι ευρύ ή εξαιρετικά

(25)

25 εξειδικευμένο και καταλαμβάνει τα υψηλότερα επίπεδα της ιεραρχίας. Η δεύτερη κατηγορία είναι η μεγάλη μάζα εργαζομένων με σχετικά φτωχό περιεχόμενο ή εξαιρετικά γενική εργασία.

Επομένως, η ψηφιοποίηση επηρεάζει το περιεχόμενο και την ποιότητα της εργασίας, δημιουργώντας κενά ποιότητας.

Έτσι, αφενός, παρατηρείται ο σχηματισμός δύο βασικών επιπέδων επαγγελματικής εξειδίκευσης, με την εξαφάνιση των ενδιάμεσων ιεραρχικών επιπέδων και, αφετέρου, του ήδη μεγάλου χάσματος που χωρίζει, όσον αφορά το περιεχόμενο της εργασίας , διευρύνεται για αυτές τις δύο κατηγορίες εργαζομένων.

Οι εργαζόμενοι που ανήκουν στην πρώτη κατηγορία, ιεραρχικά ανώτεροι και με λιγότερα άτομα, έχουν υψηλό μορφωτικό επίπεδο, ευρεία κατανόηση του περιεχομένου της εργασίας τους και ικανότητα πρόσβασης σε όλες τις πληροφορίες που αφορούν την επιχείρηση ή τουλάχιστον το εύρος των πληροφοριών που είναι απαραίτητα για τη λήψη οργανωτικών αποφάσεων σε επίπεδο τμήματος ή σε επίπεδο γενικής οργάνωσης και οι οποίοι συμμετέχουν στο σχεδιασμό της παραγωγικής δραστηριότητας. Ουσιαστικά, αυτοί οι εργαζόμενοι μπορούν να διεκδικήσουν το προνόμιο της δημιουργικότητας και της λήψης αποφάσεων. Το ζήτημα, όμως, που δημιουργείται είναι ότι με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται δύο κατηγορίες εργαζομένων.

Ένα άλλο ζήτημα που δημιουργείται αφορά στον αριθμό των εργαζομένων λόγω της μεταβολής του τραπεζικού τοπίου. Ενδεικτικά, θα εξεταστεί το ζήτημα της αλλαγής του αριθμού των υποκαταστημάτων. Βάσει των στοιχείων της Παγκόσμιας Τράπεζας5 ο αριθμός των τραπεζικών υποκαταστημάτων παγκοσμίως αυξάνεται σημαντικά από το 2004 έως το 2018, με ελαφρά μείωση στην περίοδο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης 2008-2010. Συγκεκριμένα, παγκοσμίως, το 2004 υπήρχαν 9,8 καταστήματα ανά 100.000 ενήλικες, ενώ το 2018 υπάρχουν περισσότερα από 12,5 καταστήματα ανά 100.000 ενήλικες, πράγμα που σημαίνει ότι τα υποκαταστήματα θεωρούνται σημαντικός άξονας της επέκτασης των τραπεζών, που είναι το κύριο κανάλι διανομής.

5 World Bank, 2020

Referências

Documentos relacionados

Η δε ικανότητα των απορροφητήρων του άνθρακα - που παρέχουν στην Γη μια φυσική ικανότητα να απορροφάει τον άνθρακα από την ατμόσφαιρα - μειώνεται καθώς ανεβαίνουν οι θερμοκρασίες και τα