• Nenhum resultado encontrado

Γενικά περί μισθοδοσίας προσωπικού, διαδικασία πρόσληψης, υποχρεώσεις εργοδοτών, ακαθάριστες αποδοχές, καθαρές αποδοχές, κρατήσεις, δώρα, επιδόματα, αποζημιώσεις

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Γενικά περί μισθοδοσίας προσωπικού, διαδικασία πρόσληψης, υποχρεώσεις εργοδοτών, ακαθάριστες αποδοχές, καθαρές αποδοχές, κρατήσεις, δώρα, επιδόματα, αποζημιώσεις"

Copied!
79
0
0

Texto

(1)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΘΕΜΑ: ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΜΙΣΘΟΔΟΣΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ, ΔΙΑΔΙΚ,ΔΣΙΑ ΠΡΟΣΑΗΨΗΣ, ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ, ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ, ΚΑΘΑΡΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ, ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ, ΔΩΡΑ, ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ, ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ

ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΠΟΥΔΑΣΤΡΙΑ: ΑΣΚΗΤΙΔΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ

ΚΑΒΑΛΑ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2002

(2)

Tc.l. ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ Η ^ΠΗΟΕΣίή ΠΟΥ ti.Hd^SMZETAI Αριθμ Πρωτ

3 Ί ν ^ Ημερομη\/ιο

ΐ ν ί ο ί ^

^v«p\W €i<M ίτ> taToS edm TTiX ^O feaS ΠτυΛ)«Χ1^'Λ ^ € f J p .6 i A S ,

. to-

0 Cnifejj^DuA/ νΐ£)«ε>ΐΓι^»η·5>

r£iO(j)glOS f e . ^yr>t»)c>0S

(3)

Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΟΛΟΓΟΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 - ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 1.1 Η ΝΟΜΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

1.2 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1.3 Ο ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ

1.4 ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΡΓΟΔΟΤΗ 1.5 Ο ΜΙΣΘΩΤΟΣ 1) ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 - ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ - ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 2.1 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ

2.2 ΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΤΟΥ ΜΙΣΘΩΤΟΥ ΧΩΡΙΣ ΤΗ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΤΩΝ Γ.Ε.Ε.

2.3 ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

2.4 ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

2.5 ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ Η ΓΡΑΠΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 14 14 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 - ΩΡΑΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

3.1 ΩΡΑΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 19

3.2 ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΠΕΝΤΕ ΕΡΓΑΣΙΜΩΝ ΗΜΕΡΩΝ 19

3.3 ΥΠΕΡΩΡΙΑ - ΙΔΙΟΡΡΥΘΜΗ ΥΠΕΡΩΡΙΑ 20

3.4 ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ 22

3.5 ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 24

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 - Ο ΜΙΣΘΟΣ

4.1 ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΜΙΣΘΟΥ 27

4.2 ΕΙΔΗ ΜΙΣΘΟΥ 27

4.3 ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΩΝ 28

4.4 ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ 31

4.5 ΚΑΘΑΡΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ 31

4.6 ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΠΛΗΡΩΤΕΕΣ 32

4.7 ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΙΣΘΟΔΟΣΙΑΣ 32

4.8 ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΜΗΝΙΑΙΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΜΙΣΘΩΤΟΥ 34

ΑΠΟΥΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΜΙΑ Η ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΣΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΕΝΟΣ ΜΗΝΑ

4.9 ΕΠΙΔΟΜΑ ΓΑΜΟΥ ΚΑΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ) 35

4.10 ΠΟΙΕΣ ΘΕΩΡΟΥΝΤΑΙ ΤΑΚΤΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΕΠΙ ΤΗ ΒΑΣΕΙ ΤΩΝ 35 ΟΠΟΙΩΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΤΑ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ

ΜΙΣΘΩΤΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 - ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ - ΠΑΣΧΑ 5.1 ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΕΟΡΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΠΑΣΧΑ

5.2 ΠΩΣ ΥΠΟΛΟΓΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΕΠΙΔΟΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ 5.3 ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ ΕΟΡΤΩΝ ΤΩΝ ΩΡΟΜΙΣΘΙΩΝ 5.4 ΠΩΣ ΥΠΟΛΟΓΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΕΠΙΔΟΜΑ ΠΑΣΧΑ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ 5.5 ΕΠΙΔΟΜΑ (ΔΩΡΟ) ΠΑΣΧΑ ΩΡΟΜΙΣΘΙΩΝ

40 41 43

(4)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 - ΕΤΗΣΙΑ ΑΔΕΙΑ ΜΙΣΘΩΤΩΝ 6.1 ΕΤΗΣΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ 6.2 ΧΡΟΝΟΣ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΕΤΗΣΙΑΣ ΑΔΕΙΑΣ 6.3 ΠΡΩΤΗ ΑΔΕΙΑ ΜΙΣΘΩΤΟΥ 6.4 ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΕΤΗΣΙΑΣ ΑΔΕΙΑΣ 6.5 ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ

6.6 ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΑΔΕΙΑΣ 6.7 ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΜΑ ΜΗ ΧΟΡΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΑΔΕΙΑΣ 6.8 ΑΔΕΙΑ ΑΝΕΥ ΑΠΟΔΟΧΩΝ

48 49 49 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 - ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

7.1 ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΤΟΥΣ ΑΜΕΙΒΟΜΕΝΟΥΣ ΜΕ ΜΗΝΙΑΙΟ ΜΙΣΘΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΜΕΙΒΟΜΕΝΟΥΣ ΜΕ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΕΡΓΟΔΟΤΗ (ΣΧΕΣΗ ΑΟΡΙΣΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ)

7.2 ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΤΟΥΣ ΑΜΕΙΒΟΜΕΝΟΥΣ ΜΕ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟ (ΣΧΕΣΗ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 - ΛΥΣΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ 8.1 ΛΥΣΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

8.2 ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΟΜΕΝΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ 8.3 ΥΠΟΛΟΠΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ

8.4 ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΛΥΣΗΣ (ΜΕ ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ ΤΡΟΠΟ) ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

8.5 ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ

56 57 59 60

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

(5)

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΥΝΤΜΗΣΕΩΝ

Α.Κ Αστικός κώδικας Γ.Ε.Ε Γ ραφείο ευρέσεως εργασίας Δ.Α Διαιτητική απόφαση Δ.ΟΎ Δημόσια οικονομική υπηρεσία Ε.Γ.Σ.Σ.Ε Εθνική γενική συλλογική σύμβαση

εργασίας

Ι.Κ.Α Ίδρυμα κοινωνικών ασφαλίσεων Σ.Σ.Ε Συλλογική σύμβαση εργασίας Υ.Α Υπουργική απόφαση Φ.Μ.Υ Φόρος μισθωτών υπηρεσιών

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ: Αδειας μισθωτών Σελ. 47

ΠΙΝΑΚΑΣ: Κλίμακα υπολογισμού φόρου εισοδήματος Σελ. 52 φυσικών προσώπων για μισθούς και συντάξεις

ΠΙΝΑΚΑΣ: Αποζημιώσεων υπαλλήλων Σελ. 57

ΠΙΝΑΚΑΣ : Αποζημιώσεων εργατοτεχνών Σελ. 58

(6)

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Η αιτία που με ώθησε να ασχοληθώ με αυτό το θέμα στην πτυχιακή μου εργασία ως απόφοιτη του Τ.Ε.Ι. Καβάλας , προήλθε από το μικρό σχετικά διάστημα που απασχολήθηκα σε λογιστικό γραφείο.

Έβλεπα την άγνοια και αγωνία των υπαλλήλων μισθωτών των επιχειρήσεων πελατών μας. οι οποίοι κάνουν πάντα τις ίδιες ερωτήσεις :

- Ποιος είναι ο καθαρός μισθός μου ; - Τι κρατήσεις έχω στο μισθό ; - Επίδομα αδείας θα πάρω ;

Έτσι, πήρα την απόφαση να ασχοληθώ λίγο περισσότερο με αυτό το θέμα, χρησιμοποιώντας ως ερέθισμα την πτυχιακή μου εργασία.

Θα ήθελα με αυτή μου την προσπάθεια να βοηθηθούν και άλλα άτομα εργαζόμενοι - μελλοντικοί εργαζόμενοι, οι οποίοι θα βρεθούν στην ίδια κατάσταση και θα θέσουν τα ποιο πάνω ερωτήματα πρώτα στον εαυτό τους και ύστερα σε κάποιον άλλο αρμόδιο.

Εύχομαι να σας φανεί χρήσιμο.

(7)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στην αρχή της εργασίας μου αναλύω κάποιες βασικές έννοιες, οι οποίες είναι απαραίτητες για την καλύτερη κατανόηση του θέματος.

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην νομική έννοια της εργασίας, με έμψαση στην εξαρτημένη εργασία . Επίσης διευκρινίζονται οι όροι «εργοδότης», «εργαζόμενος», οι υποχρεώσεις αυτών και τα δικαιώματά τους, όροι, οι οποίοι βοηθούν στην προσέγγιση του νοήματος της σύμβασης εργασίας και ακολουθεί, σταδιακά, στο ειδικότερο κεφάλαιο της μισθοδοσίας.

Το κεφάλαιο της μισθοδοσίας αναφέρεται στις ακαθάριστες αποδοχές των μισθωτών στις καθαρές, στις πληρωτέες, στον υπολογισμό του μισθού ,των επιδομάτων, αδειών κ.τ.λ..

Τέλος, αναλύεται το θέμα λύσεως σύμβασης εργασίας σε συνδυασμό με τις αποζημιώσεις κυρίως των εργαζομένων, οι οποίοι παρέχουν στον εργοδότη τους υπηρεσίες που πηγάζουν από σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.

(8)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Η ΝΟΜΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ -

ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ - ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΡΓΟΔΟΤΗ

ΜΙΣΘΩΤΟΣ - ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ

(9)

1.1 Η ΝΟΜΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Νομικά, ως εργασία νοείται κάθε συνειδητή και ηθελημένη παραγωγική δραστηριότητα του ανθρώπου, κατά τις αντιλήψεις που επικρατούν στις συναλλαγές . Το είδος της εργασίας είναι αδιάφορο για το Νόμο, μπορεί να είναι εργασία σωματική ή ττνευματική, να συνίσταται σε θετική ενέργεια ή και σε απλή παρουσία σε ορισμένο τόπο. Γενικά, δηλαδή, η εργασία μπορεί να έχει οποιαδήποτε μορφή. Και η σκόπιμη ακινησία (καλυμμένη θετική ενέργεια) και ο περιορισμός, γενικά, του ελεύθερου χρόνου του εργαζόμενου για τις ανάγκες ενός άλλου, όπως είναι η ετοιμότητα για εργασία, εμπίπτουν στην έννοια της εργασίας.

Η ετοιμότητα για εργασία σημαίνει ότι κάποιο πρόσωπο δέχεται να περιορίσει χρονικά την ελευθερία του για χάρη κάποιου άλλου προσώπου, με το σκοπό να του προσφέρει εργασία μέσα στο χρόνο που συμφωνήθηκε και που μπορεί να του ζητηθεί κάθε (ρορά. Σ' αυτές τις περιπτώσεις ανάγεται η εργασία των πυροσβεστών, των οδηγών αυτοκινήτων (αστικών και υπεραστικών συγκοινωνιών), αυτών, οι οποίοι μεταφέρουν διευθυντές μεγάλων οικονομικών μονάδων ή πολιτικούς και κάποιου, ο οποίος περιμένει σε ετοιμότητα για να αντικαταστήσει κάποιον άλλον στην εργασία του (περίπτωση ηθοποιών).

Από τις κατά καιρούς διακρίσεις της εργασίας, η πλέον σημαντική είναι εκείνη σε εξαρτημένη και ανεξάρτητη και πνευματική και σωματική. Αντικείμενο και πεδίο ε(ραρμογής των διατάξεων του Εργατικού Δικαίου είναι η εξαρτημένη εργασία.^

1.2 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Οι απόψεις για τον εννοιολογικό προσδιορισμό της εξαρτημένης εργασίας διίστανται και υπάρχει έντονη σχετική αμφισβήτηση. Η απάντηση πάνω στο ζήτημα αυτό στηρίζεται, σύμφωνα με την πιο σύγχρονη και κρατούσα στη Γαλλία άποψη, στο κριτήριο της νομικής εξάρτησης, χαρακτηριστικό του οποίου είναι ότι ο εργαζόμενος με βάση τη σύμβασή του, κατά την εκτέλεση της εργασιακής του παροχής, μπαίνει στη διάθεση του εργοδότη και υπόκειται στις οδηγίες και τον έλεγχό του. Κυρίαρχο στοιχείο όλων των απόψεων ωστόσο, αποτελεί ότι η εργασία παρέχεται στην υπηρεσία άλλου προσώπου (του εργοδότη), στις οδηγίες και τον έλεγχο του οποίου ο εργαζόμενος έχει την υποχρέυκτη να υπακούει (διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη). Αναπτύχθηκαν παράλληλα και άλλα κριτήρια, όπως αυτό της προσωπικής εξάρτησης και το οικονομικό. Στην ελληνική νομολογία και επιστήμη επικράτησαν τα κριτήρια της νομικής και της προσωπικής εξάρτησης .

' Βλ. ΚΑΜΠΑΝΤΑΗΣ (1990) σελ.13 . Βάση Ν.4345/64

^ Βλ. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ(1988), σελ.40

’ Βλ. Ο.Π. σελ. 41 ( είναι τιερίληψη του συγγραφέα)

(10)

Εργοδότης χαρακτηρίζεται κάθε φυσικό ή νομικό ττρόσωττο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, στην υπηρεσία του οποίου βρίσκεται ένα άλλο φυσικό πρόσωπο για τη παροχή εξαρτημένης εργασίας, έναντι ορισμένης αμοιβής.

Εργοδότης, σύμφωνα με τον ορισμό, είναι ο αντισυμβαλλόμενος του μισθωτού στην εργασιακή σχέση. Αλλά το πρόσωπο του αντισυμβαλλόμενου εργοδότη δεν είναι πάντοτε αποφασιστικής σημασίας για την υπόσταση της εξαρτημένης σχέσης εργασίας, κι αυτό, διότι τα τελευταία ιδιαίτερα χρόνια, με την εμφάνιση της απρόσωπης επιχείρησης, ο εργοδότης μπορεί να εξουσιοδοτήσει ή να εκχωρήσει σε άλλα πρόσωπα της επιχείρησης, τα οποία ασκούν τη διοίκηση της επιχείρησης, ολικά ή μερικά, τα διευθυντικά και λειτουργικά δικαιώματά του.

Συνεπώς, υπάρχει μία μετατόπιση στην ισορροπία δυνάμεων μέσα στις επιχειρήσεις με ιεραρχική δομή θέσεων και, ^ σ ικ ά , η εξουσία έχει περάσει κατά κανόνα στα χέρια των πιαηαρβτβ, οι οποίοι ελέγχουν και διοικούν τις επιχειρήσεις.

Στην πραγματικότητα, η σχέση εργασίας, με την ένταξή της σήμερα στην λειτουργική και οργανωτική δομή της επιχείρησης δεν επηρεάζεται από την τυχόν μεταβολή του προσώπου του εργοδότη. Είναι, δηλαδή, δυνατή η μεταβίβαση της επιχείρησης (με πώληση, πλειστηριασμό ή με κληρονομιά), χωρίς διαταραχή των εργασιακών σχέσεων των εργαζομένων. Και αυτό, λόγω της αποπροσωποίησης των σχέσεων, μεταξύ εργαζόμενων και εργοδοτών στις μεσαίες και μεγάλες ιδιαίτερα, επιχειρήσεις. Ακόμα κι ο θάνατος του εργοδότη δεν επηρεάζει τη σχέση εργασίας, όταν εξακολουθεί να λειτουργεί η επιχείρηση.^

1.3 Ο ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ

1.4 ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ Οι κυριότερες υποχρεώσεις του εργοδότη είναι οι εξής:

1. Υποχρέωση καταβολής αμοιβής μισθού ή ημερομίσθιου στον εργαζόμενο.

2. Υποχρέωση ασφαλιστικής κάλυψης του εργαζομένου για όσο χρόνο θα διαρκέσει η εργασία.

3. Υποχρέωση παροχής αδείας και καταβολής επιδόματος αδείας στον εργαζόμενο.

4. Υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης σε περίπτουση απόλυσης.

5. Υποχρέωση πρόνοιας υπέρ των εργαζομένων

Οι όροι, οι οποίοι αναφέρονται στις συμβάσεις εργασίας καθορίζονται με Νόμους, Προεδρικά Διατάγματα, Υπουργικές Αποφάσεις, ή. Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας ή Διαιτητικές Αποφάσεις.^

' Βλ. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ Φ.,κ.α (1988), σελ.47 2 Βλ. ΡΑΠΑΝΑΚΗΣ (2001) σελ.94

(11)

Μισθωτός ή εργαζόμενος θεωρείται κάθε πρόσωπο, το οποίο, στο πλαίσιο μιας σύμβασης ιδιωτικού δικαίου, υποχρεούται να παρέχει την εργασία του στην υπηρεσία ενός άλλου προσώπου, νομικού ή φυσικού, με αντάλλαγμα ορισμένη αμοιβή. Μισθωτοί είναι μόνο τα φυσικά πρόσωπα, διότι η εργασία είναι ανθρώπινη ενέργεια. Συνεπώς, τα νομικά πρόσωπα όταν παρέχουν υπηρεσίες δεν μπορούν να είναι μισθωτοί.

Κύρια στοιχεία της έννοιας του μισθωτού ή εργαζομένου είναι:

1ο. Η υποχρέωση για παροχή εργασίας.

2ο. Η υποχρέωση αυτή να προκύπτει από σύμβαση εργασίας ή από άλλη έννομη σχέση.

3ο. Η υποχρέωση να έχει ως αντικείμενο την παροχή εξαρτημένης εργασίας, και,

4ο. για την εργασία αυτή να καταβάλλεται αμοιβή.

Κατά κανόνα, μισθωτοί είναι αυτοί, οι οποίοι απασχολούνται στην οργανωμένη επιχείρηση του εργοδότη, δηλαδή, σε κατάστημα ή σε εργοστάσιο, αλλά αυτό δεν αποκλείει από την ιδιότητα του μισθωτού και όσους απασχολούνται σε εξωτερικές υπηρεσίες ή ακόμη και κατ' οίκον, εφόσον, όμως, εργάζονται με βάση κάποια σχέση και αποκλειστικά για λογαριασμό εργοδότη, σύμφωνα με τις οδηγίες και τις εντολές του.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι μισθωτοί δεν είναι:

□ Οι δημόσιοι υπάλληλοι.

1.5 Ο ΜΙΣΘΩΤΟΣ.

□ οι συνέταιροι οι οποίοι παρέχουν εργασία απο εταιρική υποχρέωση,

□ τα μέλη της οικογένειας, τα οποία απλά βοηθούν τους γονείς τους,

□ οι ελεύθεροι επαγγελματίες, και,

□ όσα άτομα δεν δουλεύουν με τη θέλησή τους, όποος, π.χ. είναι οι επιστρατευμένοι ή αυτοί που εργάζονται σε καταναγκαστικά έργα.

Η υποχρέωση του μισθωτού για παροχή εργασίας ρυθμίζεται από τον Α.Κ.

σύμφωνα με τον, οποίο αυτός οφείλει να εκτελεί με επιμέλεια την εργασία του, ευθυνόμενος για την εκ δόλου ή αμέλεια ζημιά, την οποία προξενεί στον εργοδότη. Η υποχρέωση πίστεως του μισθωτού είναι η υποχρέωση αυτού να καταβάλλει κάθε προσπάθεια για την πρόοδο και ανάπτυξη της επιχείρησης του εργοδότη και να αποφύγει κάθε τι, το οποίο μπορεί να βλάψει την επιχείρηση. Η υποχρέωση πίστεως απορρέει από τις αρχές της καλής πίστεως και από το χαρακτήρα της σύμβασης εργασίας, η οποία είναι προσωπικής φύσεως και στηρίζεται στην αμοιβαία

(12)

εμπιστοσύνη και συνεργασία. Σαν υποχρεώσεις πίστεως μπορούν να αναφερθούν οι εξής:

1. Η υποχρέωση κανονικής απόδοσης της εργασίας.

2. Η καταβολή προσπάθειας για πρόληψη ζημιών.

3. Η παροχή εργασίας πέραν του ωραρίου σε περιπτώσεις εκτάκτου και επείγουσας ανάγκης.

4. Η αποφυγή δυσμενών διαδόσεων για την εργασία 5. και, η εχεμύθεια.

Συνέπειες. Οι συνέπειες παράβασης από τον εργαζόμενο τόσο της υποχρέωσης παροχής εργασίας, όσο και της υποχρέωσης πίστεως δίνουν το δικαίωμα στον εργοδότη:

1. Να ζητήσει αποζημιώσεις για ζημίες, τις οποίες υφίσταται, 2. Να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας για σπουδαίο λόγο, 3. Να επιβάλει πειθαρχικές ποινές βάσει του ΝΔ 3789/57

4. Να ζητήσει, ενδεχομένως, την ποινική δίωξη του μισθωτού, όταν υπάρχει ποινικό αδίκημα (εχεμύθεια).

Υποχρεώσεις εργοδότη

Για όλες τις αναφερόμενες ανωτέρω υποχρεώσεις του, ο εργοδότης πρέπει να είναι συνεπής, διότι οι συνέπειες και οι ευθύνες, οι οποίες τον βαρύνουν είναι μεγάλες και επισύρουν ποινικές κυρώσεις πέραν των δικαιωμάτων του μισθωτού (αποζημιώσεις - επίσχεση εργασίας κ.λ.π.).

Σε ότι αφορά την υποχρέωση πρόνοιας, η οποία απορρέει από την αρχή του σεβασμού της προσωπικότητας του εργαζόμενου και των αρχών της καλής πίστεως, μπορούμε να τονίσουμε ότι αυτή αποτελεί τον αντίποδα της υποχρέωσης πίστεως του μισθωτού, γΓ αυτό και στην υποχρέωση πίστεως του μισθωτού θεωρείται ότι αντιστοιχεί η υποχρέωση πρόνοιας του εργοδότη.

Έτσι, ο εργοδότης, με βάση την υποχρέωση πρόνοιας, πρέπει να παίρνει όλα τα μέτρα, τα οποία συντελούν στην υγιεινή και ευημερία του μισθωτού και να φροντίζει για την πρόληψη κάθε βλάβης αυτού.’

1.6 ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ.

Η πλέον παραδεκτή διάκριση των μισθωτών, η οποία γίνεται με λειτουργικά κριτήρια, χωρίζει αυτούς σε τρεις κύριες κατηγορίες;

□ σε υπαλλήλους και εργάτες,

□ σε ανώτερα στελέχη ή διευθύνοντες υπαλλήλους, και

□ σε κυρίως μισθωτούς και μαθητευόμενους.

’ Βλ. ΚΑΜΠΑΝΤΑΗΣ (1990) σελ. 12

(13)

Οι διακρίσεις αυτές έχουν κυρίως σημασία ως προς το πεδίο εφαρμογής Ειδικών Εργατικών Διατάξεων για τη ρύθμιση των επιμέρους αυτών σχέσεων.

Ειδικότερα:

Διάκριση των μισθωτών σε υπαλλήλους και εργάτες. Η διάκριση αυτή των μισθωτών είναι από τις σημαντικότερες και η σημασία της βρίσκεται στο γεγονός ότι οι υπάλληλοι θεωρούνται πως κατέχουν κοινωνικά καλύτερη θέση, ότι έχουν μεγαλύτερη σταθερότητα στην απασχόληση, λόγω της φύσης της εργασίας τους, ότι, κατά την εφαρμογή των κανόνων του Εργατικού Δικαίου, έχουν μεγαλύτερες άδειες μετ’αποδοχών κάθε χρόνο.

Αποφασιστικό κριτήριο για το διαχωρισμό των μισθωτών σε υπαλλήλους και εργάτες αποτελεί η φύση των έργων, τις οποίες εκτελεί ο μισθωτός. Από τη διάκριση της εργασίας σε πνευματική και σωματική απορρέει και η διάκριση των εργαζομένων σε υπαλλήλους και εργάτες.

Όταν η εργασία είναι αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ττνευματική, προσδίδει στο μισθωτό και την ιδιότητα του υπαλλήλου. Αντίθετα, όταν στην εργασία προέχει το σωματικό και όχι το πνευματικό στοιχείο, τότε ο μισθωτός χαρακτηρίζεται εργάτης. Η διάκριση της εργασίας σε σωματική και ττνευματική και, κατά προέκταση των εργαζομένων σε υπαλλήλους και εργάτες, με τα σημερινά δεδομένα έχει μικρή μόνο αξία, διότι η τάση είναι να εκλείψει παντελώς ο τρόπος αυτός διάκρισης μεταξύ υπαλλήλων και εργατών και τούτο, διότι κατά βάση, σε κάθε εργασία ενυπάρχει τόσο το σωματικό όσο και το πνευματικό στοιχείο και, γΓ αυτό είναι δύσκολο να σταθμιστεί επακριβώς ο βαθμός συμμετοχής του κάθε στοιχείου στη συγκεκριμένη εργασία. Έτσι, βοηθητικά, για το σχηματισμό ασφαλούς κρίσης για την υπαλληλική ιδιότητα, χρησιμοποιούνται κι άλλα στοιχεία, όπως, για παράδειγμα, η απασχόληση με γραφική εργασία, η εξειδικευμένη εμπειρία.

Ανώτερα στελέχη ή διευθύνοντες υπάλληλοι. Σε όλες, σχεδόν, τις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις υπάρχει μια ιδιαίτερη κατηγορία υπαλλήλων με υψηλά προσόντα και ιδιαίτερες ικανότητες, στους οποίους είναι ανατεθειμένα τα καθήκοντα της γενικότερης διεύθυνσης των υποθέσεων ολόκληρης της επιχείρησης ή σημαντικών τομέων αυτής, οι οποίοι, με τη δράση τους, επηρεάζουν αποφασιστικά την πορεία και την εξέλιξη των επιχειρήσεων. Διακρίνονται σα<ρώς από τους υπόλοιπους μισθωτούς, οι οποίοι διεκπεραιώνουν τη συνήθη τρέχουσα εργασία.

Διακρίνονται συνήθως, για τις πρωτοβουλίες, τις οποίες αναπτύσσουν στην οργάνωση και στον προγραμματισμό δράσης των επιχειρήσεων, αμείβονται με υψηλές αποδοχές και θεωρούνται ποινικά υπεύθυνοι για τις παραβιάσεις ορισμένων όρων εργασίας.

Μαθητευόμενοι Οι μαθητευόμενοι είναι άτομα νεαρής ηλικίας, τα οποία συνδυάζουν τη μαθητεία κοντά στον εργοδότη με φοίτηση σε Επαγγελματική ή Τεχνική Σχολή.

’ Βλ. ΚΟΥΛΙΑΔΗΣ (1995) σελ. 298-299

(14)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2"

ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ - ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

ΑΙΑΑΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ - ΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ ΧΩΡΙΣ ΤΗ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΤΩΝ Γ.Ε.Ε. -

ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ -

ΑΙΑΡΚΕΙΑ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ-

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ Η ΓΡΑΠΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

(15)

2.1 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ

Βάσει νόμου’ , όλοι οι εργοδότες (επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις ή εργασίες του Ιδιωτικού τομέα γενικότερα), είναι κατά αρχήν υποχρεωμένοι να προσλαμβάνουν το πάσης φύσεως εργατικό δυναμικό τους (υπαλλήλους, εργάτες) από το αρμόδιο Γραφείο Ευρέσεως Εργασίας (Γ.Ε.Ε.) της οικείας Επιθεώρησης Εργασίας.

Ως αρμόδιο, νοείται το Γραφείο Ε υρέσ ε^ Εργασίας ( Γ.Ε.Ε.) της περιοχής όπου στεγάζεται η επιχείρηση η οποία προβαίνει σε προσλήψεις μισθωτών. Οι άνεργοι, οι οποίοι είναι ικανοί να εργασθούν, καθώς και όσοι αναζητούν μισθωτή εργασία για πρώτη φορά, από τη στιγμή, κατά την οποία επιθυμούν να απασχοληθούν, επιβάλλεται να εγγραφούν στο αρμόδιο Γραφείο Ευρέσεους Εργασίας ( Γ.Ε.Ε.) της περιοχής όπου κατοικούν. Με τη διαδικασία αυτή οι άνεργοι μπορούν να λάβουν κάρτα ανεργίας, αφού προηγουμένως εγγραφούν στα Μητρώα Ανέργων.

Όσον αφορά τους εργοδότες οι οποίοι πρόκειται να προβούν σε προσλήψεις, αυτοί μπορούν;

1) Να ζητήσουν και να επιτύχουν την πρόσληψη ενός ή και περισσοτέρων ανέργων της δικής τους επιλογής από τα Μητρώα Ανέργων του αρμοδίου Γραφείου Ευρέσεως Εργασίας ( Γ.Ε.Ε).

2) Να ζητήσουν από το αρμόδιο Γραφείο Ευρέσεως Εργασίας να προσλάβουν έναν ορισμένο αριθμό μη επιλεγμένων ανέργων. Στην περίπτωση αυτή το αρμόδιο Γραφείο Ευρέσεως Εργασίας ( Γ.Ε.Ε.) τοποθετεί τους ανέργους οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα ανέργων, με βάση την προτεραιότητα η οποία ορίζεται από το νόμο.

Είναι αυτονόητο ότι η υποχρέωση των εργοδοτών να προσλαμβάνουν το προσωπικό τους από τα Γραφεία Ευρέσεως Εργασίας δεν υφίσταται για τις επιχειρήσεις, οι οποίες στεγάζονται σε γεωγραφικές περιοχές όπου δεν υπάρχουν Γραφεία Ευρέσεως Εργασίας ( Γ.Ε.Ε. ).^

2.2 ΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ ΧΩΡΙΣ ΤΗ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΤΩΝ Γ.Ε.Ε.

Στην περίπτωση κατά την οποία ο εργοδότης δεν επιθυμεί τη μεσολάβηση του αρμόδιου Γραφείου Ευρέσεως Εργασίας για να προσλάβει μισθωτούς στην επιχείρησή του, τότε οφείλει να αναγγείλει την πρόσληψη αυτών στο αρμόδιο Γ.Ε.Ε.

μέσα σε οκτώ (8) ημέρες. Ειδικά για τις νεοίδρυόμενες επιχειρήσεις, αλλά μόνο για τους τρεις (3) πρώτους μήνες από την ίδρυσή τους, η ως άνω προθεσμία αυξάνεται σε τριάντα (30) ημέρες.

Η κάρτα αναγγελίας πρόσληψης υπογράφεται από αμφότερους τους συμβαλλόμενους (εργοδότη, νεοπροσλαμβανόμενο μισθωτό) και συμπληρώνεται εις διπλούν. Το ένα στέλεχος κρατάει το Γραφείο Ευρέσεως Εργασίας(Γ.Ε.Ε.) της περιοχής όπου υπάγεται η επιχείρηση και το άλλο στέλεχος το κρατάει ο εργοδότης για το αρχείο του.^

’ Βλ. Αρθ.5 παρ.2 του Ν.Δ. 763 / 1970

^ Βλ. ΡΑΠΑΝΑΚΗΣ (2001) σελ.91

^Βλ. Ο.Π. σελ.92

(16)

2.3 ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Σύμβαση εργασίας είναι η συμφωνία (έγγραφη ή προφορική), βάσει της οποίας ένα ορισμένο άτομο (ο μισθωτός) αναλαμβάνει την υποχρέωση να παρέχει για ορισμένο ή αόριστο χρόνο την εργασία του σε ένα ορισμένο εργοδότη (φυσικό ή νομικό πρόσωπο), ο οποίος υποχρεούται αντίστοιχα να καταβάλλει τον συμφωνηθέντα ή συνηθισμένο μισθό ή ημερομίσθιο. Με τη σύμβαση εργασίας καθορίζονται οι όροι εκτελέσεως της εργασίας, η φύση, η έκταση και το είδος αυτής, ο μισθός κ.λ.π.. Οι συμφωνημένοι όροι ισχύουν μόνο ε(ρόσον εξασφαλίζουν στο μισθωτό μεγαλύτερη προστασία από την προβλεπόμενη από Νόμο ή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας(Σ.Σ.Ε,) ή Διαιτητικής Απόφασης(Δ.Α ) ή Υπουργικής Απόφασης.

Η σύμβαση εργασίας είναι έγκυρη όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Νόμου. Διαφορετικά έχουμε την άκυρη σύμβαση εργασίας, δηλαδή την απλή σχέση εργασίας, δηλώνει τη σχέση η οποία δημιουργείται, από την πραγματική απασχόληση του εργαζομένου, ανεξάρτητα από το κύρος της σύμβασης εργασίας

2.4 ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Οι συμβάσεις εργασίας, από πλευράς χρονικής διάρκειας, διακρίνονται σε συμβάσεις εργασίας:

> Ορισμένου χρόνου.

> Αορίστου χρόνου.

2.4.1 Ορισμένου χρόνου

Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, είναι η σύμβαση εκείνη, με την οποία συμφωνείται συγκεκριμένα η χρονική της διάρκεια και η λήξη της (π.χ. 12 μήνες, 5 μήνες, κλπ.). Όμως, σύμβαση ορισμένου χρόνου μπορεί να υπάρχει, όταν η χρονική της διάρκεια προκύπτει και από το είδος της σύμβασης ή το σκοπό της (π.χ.

προσλαμβάνεται κάποιος κτίστης από έναν εργολάβο, ο οποίος έχει αναλάβει την αποπεράτωση συγκεκριμένης οικοδομής).

Στην περίπτωση αυτή, η διάρκεια της σύμβασης, αν και δεν ορίζεται συγκεκριμένα, λόγω της φύσεως του έργου, είναι βέβαιο ότι θα διαρκέσει μέχρι του να αποπερατωθεί η οικοδομή.

Ομως, όταν λήξει μια σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου και ο εργαζόμενος συνεχίζει να εργάζεται χωρίς να εναντιώνεται ο εργοδότης, τότε, η σύμβαση αυτή θεωρείται ότι μετατράπηκε σε αορίστου χρόνου.

Έχει γίνει δεκτό, όταν συνάπτονται αλλεπάλληλες αλυσιδωτές διαδοχικές συμβάσεις με ορισμένη χρονική διάρκεια, εάν ο καθορισμός της διάρκειας αυτών δεν δικαιολογείται από τη φύση των συμβάσεων αλλά τέθηκε σκόπιμα, να τίθεται θέμα ακυρότητας αυτών, ως προς τον καθορισμό της ορισμένης διάρκειας της σύμβασης και γΓαυτό θεωρείται ότι καταρτίστηκε ενιαία σύμβαση εργασίας αόριστης διάρκειας.^

' Βλ. ΚΑΜΠΑΝΤΑΗΣ (1990) σελ. 10

=*Βλ. Ν. 2112/20

(17)

2.4.2 Αορίστου χρόνου

Σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, είναι η σύμβαση εκείνη, στην οποία δεν έχει καθοριστεί πότε τελειώνει ο χρόνος της, ούτε προκύπτει από άλλα στοιχεία πότε λήγει ο χρόνος της.

Αρχικά, ο Άρειος Πάγος δέχτηκε ότι έχουν εφαρμογή μόνο στις έγκυρες εργασιακές συμβάσεις. Με νεότερες του αποφάσεις, όμως, ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι; "και εκ της εξ άκυρου συμβάσεαις εργασίας δημιουργούμενης ως εκ της πραγματικής απασχόλησης του μισθωτού, εργασιακής σχέσης, απολαύει αυτός της προστασίας των εργατικών νόμων, ιδιαίτερα όταν αυτοί επιβάλλουν υποχρεώσεις πρόνοιας, που έχουν χαρακτήρα κανόνων αναγκαστικού δικαίου, όποος είναι όχι μόνο οι διατάξεις περί αδειών αλλά και οι διατάξεις περί σποζημιώσεως λόγω απόλυσης.’

2.5 ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ Η ΓΡΑΠΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Η γραπτή σύμβαση εργασίας ή το απλό έγγραφο, πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής στοιχεία:

α) Τα στοιχεία ταυτότητας των συμβαλλόμενων

Ως στοιχεία ταυτότητας των συμβαλλόμενων μερών (εργοδότης- εργαζόμενος) θεωρούνται τα στοιχεία εκείνα, από τα οποία είναι δυνατό να συνάγεται κατά τρόπο σαφή, ασφαλή και βέβαιο η ταυτότητα του ενεργούντος προσώπου, όπως; ονοματεπώνυμο, όνομα πατρός, όνομα μητρός, αριθμός δελτίου ταυτότητας, διεύθυνση κατοικίας.

Αν ο εργοδότης είναι νομικό πρόσωπο, θα αναγράφεται η πλήρης επωνυμία αυτού και επιπρόσθετα, υποχρεωτικά, τα ανωτέρω στοιχεία ταυτότητας του νόμιμου εκπροσώπου ή του διαχειριστή αυτού, κατά περίπτωση.

Σε περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας υπογράφεται από πρόσωπο που έχει ειδική για το λόγο αυτό εξουσιοδότηση από τον εκπρόσωπο του νομικού προσώπου, τότε θα αναγράφονται απαραίτητα και τα στοιχεία ταυτότητας του υπογράφοντος τη σύμβαση.

β) Τον τόπο παροχής της εργασίας, την έδρα της επιχείρησης ή τη διεύθυνση κατοικίας του εργοδότη

Συγκεκριμένα, αναγράφονται τα προσδιοριστικά γεωγραφικά και λοιπά στοιχεία του τόπου, στον οποίο κατά τρόπο μόνιμο και συνήθη ο εργαζόμενος υποχρεούται, αλλά και δικαιούται να παρέχει τις υπηρεσίες του, του τόπου στον οποίο βρίσκεται η έδρα του εργοδότη ή του τόπου στον οποίο βρίσκεται η κατοικία του.

’ Βλ. ΠΙΝΤΕΛΟΓΛΟΥ (1998) σελ. 18-19

(18)

γ) Τη θέση ή την ειδικότητα του εργαζόμενου, το βαθμό του, την κατηγορία απασχόλησής του, καθώς και το αντικείμενο της εργασίας του

Η θέση (όπου προβλέπεται σύμφωνα με το ισχύον ή εφαρμοζόμενο σύστημα οργανωτικής δομής και λειτουργικής διαδικασίας της μονάδας) ή η ειδικότητα του εργαζόμενου (λογιστής - οδηγός αυτοκινήτου - αποθηκάριος) ο βαθμός του (π.χ. διευθυντής α' - τμηματάρχης α' - όπου ισχύει ή εςχιρμόζεται σύστημα (βαθμολογικής ιεραρχίας), η κατηγορία της απασχόλησής του (π.χ.

διοικητικός, τεχνικός, νοσηλευτικός, υπηρετικός, ιατρικός, εκπαιδευτικός κλάδος, κλάδος πληροφορικής κ.λ.π.), καθώς και το αντικείμενο της εργασίας του (μια συνοπτική περιγραφή της παρεχόμένης εργασίας).

δ) Την ημερομηνία έναρξης της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας και τη διάρκεια αυτής, στην περίπτωση που καταρτίζεται για ορισμένο χρόνο

Συγκεκριμένα, αναγράφονται οι ακριβείς χρονικοί προσδιορισμοί, από τους οποίους θα προκύπτει με σαφήνεια και βεβαιότητα η έναρξη της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας.

Αναγράφεται, επίσης, αν πρόκειται για σύμβαση ή σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, η ένδειξη «σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου» και αν πρόκειται για σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου, η ένδειξη «σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου» συμπληρωμένη απαραιτήτως και από τη χρονική διάρκεια αυτής κάτι το οποίο μπορεί να καθορίζεται με ακριβείς χρονικούς προσδιορισμούς ή να συνάγεται από το είδους και του σκοπού αυτής (π.χ. πρόσληψη για την εκτέλεση ορισμένου έργου κ.λ.π ).

ε) Τη διάρκεια της άδειας με αποδοχές τις οποίες δικαιούται ο εργαζόμενος, καθώς και τον τρόπο και χρόνο χορήγησής της

Αναγράφεται, δηλαδή, ο αριθμός των εργάσιμων ημερών ετήσιας άδειας με αποδοχές, τις οποίες δικαιούται κάθε εργαζόμενος, σύμφωνα με το χρόνο υπηρεσίας του, το σύστημα εβδομαδιαίας εργασίας (πενθήμερο ή εξαήμερο), το οποίο εφαρμόζεται στην επιχείρηση, το σύστημα μερικής απασχόλησης ή διαλείπουσας εργασίας ή εκ περιτροπής εργασίας κ.λ.π.

Προσδιορίζεται, επίσης, ο τρόπος χορήγησης της άδειας (π.χ. σε αλλεπάλληλες εργάσιμες ημέρες ή τμηματικό ).

Τέλος, καθορίζεται και ο χρόνος χορήγησης της άδειας.

στ) Το ύψος της αποζημίωσης το οποίου οφείλεται και οι προθεσμίες, που πρέπει να τηρούν εργοδότης και εργαζόμενος, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, σε περίπτωση λύσεως της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας με καταγγελία.

Το ύψος της αποζημίωσης ενός εργαζόμενου το οποίο συνδέεται με τον εργοδότη του με σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, εξαρτάται από τη διάρκεια αυτής (εργασιακής σύμβασης ή σχέσης), από την ιδιότητα του εργαζόμενου ως υπαλλήλου ή εργατοτεχνίτη και από το σύνολο των τακτικών αποδοχών αυτού.

(19)

ζ) Τις πάσης φύσεως αποδοχές τις οποίες δικαιούται ο εργαζόμενος και την περιοδικότητα καταβολής τους.

Απεικονίζονται, δηλαδή, αναλυτικά οι πάσης φύσεως αποδοχές, τις οποίες δικαιούται ο εργαζόμενος για την απασχόλησή του, κατά το νόμιμο ή συμβατικά εφαρμοζόμενο ωράριο εργασίας (βασικός μισθός, νόμιμος ή συμφωνημένος, επίδομα, προϋπηρεσία, επίδομα οικογενειακών βαρών, άλλα επιδόματα κ.λ.π.).

Πέραν των ανωτέρω, αναγράφονται, επίσης, και οι προσαυξήσεις για εργασία κατά Κυριακές, εξαιρέσιμες και νύκτες, οι πρόσθετες αμοιβές και προσαυξήσεις για υπερωρίες.

η) Τη διάρκεια της ημερήσιας και εβδομαδιαίας απασχόλησης του εργαζόμενου

Συγκεκριμένα, αναγράφονται οι ώρες της ημερήσιας και εβδομαδιαίας απασχόλησης του εργαζόμενου, νόμιμες ή συμβατικές.

Θ) Αναφορά της Συλλογικής ρύθμισης, η οποία έχει εφαρμογή και καθορίζει τους ελάχιστους όρους αμοιβής και εργασίας τού εργαζόμενου.

Αναγράφεται, δηλαδή με τα πλήρη στοιχεία της η Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (Σ.Σ.Ε.) ή η Διαιτητική Απόφαση (Δ.Α.) ή η Υπουργική απόφαση η οποία έχει εφαρμογή σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και καθορίζει τους ελάχιστους όρους αμοιβής και εργασίας του εργαζόμενόυ.’

W

Έλ. ,ΡΑΠΑΝΑΚΗΣ (2001) σελ. 327-328

(20)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3°

ΩΡΑΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ & ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

ΩΡΑΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ -

ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΠΕΝΤΕ ΕΡΓΑΣΙΜΩΝ ΗΜΕΡΩΝ - ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ - ΥΠΕΡΩΡΙΑ -

ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ -

ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ

(21)

3.1 ΩΡΑΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Ως ωράριο εργασίας νοείται ο συνολικός αριθμός των ωρών εργασίας του μισθωτού - όττου ως ο συνολικός αυτός αριθμός προσδιορίζεται από τη νομοθεσία- κατά τη διάρκεια του οποίου (του ωραρίου) ο μισθωτός υποχρεούται να παρέχει εργασία. Το ωράριο εργασίας αναλύεται σε ημερήσιο και εβδομαδιαίο.

Ως ώρες εργασίας νοούνται μόνο οι πραγματικές, μη συμπεριλαμβανομένων των διαλειμμάτων και των διακοπών κατά τη διάρκεια της εργασίας.

Τονίζεται επίσης, πως στο χρόνο απασχόλησης του μισθωτού δεν συμπεριλαμβάνεται ο χρόνος, τον οποίο αναλίσκει κατά τη μετάβαση από την κατοικία του στον τόπο εργασίας, καθώς και ο χρόνσς ο οποίος απαιτείται για να επιστρέφει σ’ αυτήν ακόμη και στην περίτπωση, κατά την οποία ο εργαζόμενος μετακινείται με μεταφορικά μέσα του εργοδότη. Ακόμη, εάν ο εργοδότης το απαιτήσει, μπορεί να μην συμπεριληφθούν στο ωράριο εργασίας οι διακοπές οι οποίες προκαλούνται, για πρόγευμα ή για μεσημβρινό γεύμα του μισθωτού. Στον αντίποδα, για τον υπολογισμό του ωραρίου λαμβάνεται υπόψη το σύνολο του χρόνου, κατά τη διάρκεια του οποίου ο μισθωτός βρίσκέται στη διάθεση του εργο­

δότη του, ανεξάρτητα αν ο μισθωτός, κάτω από την εποπτεία του εργοδότη του, παρέχει ή όχι την εργασία του συνεχώς και αδιαλείτττως κατά τη διάρκεια του ωραρίου απασχόλησής του.

Από το 1975 έως σήμερα, έχει πραγματοποιηθεί σταδιακή μείωση των ωρών εργασίας από σαράντα οκτώ (48) σε σαράντα (40) ώρες εργασίας την εβδσμάδα χωρίς μείωση των αποδοχών εργαζομένων με τη διαδικασία της Εθνική Γενικής Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.) ή Διαιτητικής Απόφασης (Δ Α)..’

3.2 ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΠΕΝΤΕ ΕΡΓΑΣΙΜΩΝ ΗΜΕΡΩΝ

Η 5νθήμερη εβδομαδιαίως απασχόληση των μισθωτών εισήχθηκε στην Ελλάδα το 1975. 0 εργοδότης, μέσα στο πλαίσιο εφαρμογής της 5νθήμερης εβδομαδιαίως εργασίας, τονίζεται ότι;

1. Δεν μπορεί να απασχολήσει τους μισθωτούς του εκτός από την Κυριακή και κατά το Σάββατο ή κάποια άλλη ημέρα της εβδομάδας η οποία έχει ορισθεί ως ημέρα ανάπαυσης και

2. Οφείλει να καταβάλει την ίδια αμοιβή στους μισθωτούς τους οποίους απασχολεί επί 5νθήμερο, με αυτή την οποία θα κατέβαλε, εάν τους απασχολούσε επί θήμερο εβδομαδιαίως και τούτο, διότι οι ώρες απασχόλησης των μισθωτών εβδομαδιαίως υπό κανονικές συνθήκες παραμένουν ίδιες.

’ Βλ. ΤΣΙΝΙΑΣ (2002) σελ. 255

(22)

Τούτο σημαίνει ότι οι μισθωτοί, επί τη βάσει του συμβατικού εβδομαδιαίου ωραρίου απασχόλησης των σαράντα (40) ωρών, εάν μεν απασχολούνται επί δνθήμερο, εργάζονται οκτώ (8) ώρες την ημέρα και σαράντα (40) ώρες εβδομαδιαία (8 ώρες X 5 ημέρες = 40 ώρες), εάν, δε, απασχολούνται επί 6ήμερο, εργάζονται έξι (6) ώρες και σαράντα (40) λεπτά την ημέρα και σαράντα (40) ώρες εβδομαδιαία (6 ώρες + 40 λεπτά X 6 ημέρες = 40 ώρες).

βάση τη νομοθεσία, η Κυριακή θεωρείται ως ημέρα αργίας. Αντίθετα, το Σάββατο (ή όποια άλλη μη εργάσιμη ημέρα της εβδομάδας), στην περίπτωση της δνθήμερης εβδομαδιαίως εργασίας, θεωρείται ως ημέρα ανάπαυσης.

Τονίζεται στο σημείο αυτό ότι, από 1ης Απριλίου 2001, η 41η, η 42η και η 43η ώρα εβδομαδιαίας εργασίας χαρακτηρίζεται ως ιδιόρρυθμη υπερωρία, για την οποία δεν απαιτείται προηγούμενη άδεια από την αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας.

Στην περίπτωση, τέλος, κατά την οποία η απασχόληση των μισθωτών (με δνθήμερο σύστημα απασχόλησης) κατά το Σάββατο καταστεί τακτική, τούτο σημαίνει ότι ανατρέπεται το σύστημα της δνθήμερης απασχόλησης και ο υπολογισμός των ωρών της υπερωριακής απασχόλησης (αν υπάρχουν) γίνεται επί τη βάσει της θήμερης απασχόλησης.’

3.3 ΥΠΕΡΩΡΙΑ - ΙΔΙΟΡΡΥΘΜΗ ΥΠΕΡΩΡΙΑΚΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ Στη διάταξη του άρθρου^, που αναφέρεται στην κατάργηση της υπερεργασιακής απασχόληση την αμοιβή της υπερωριακής απασχόλησης, ορίζονται τα εξής:

1. Από 01.04.2001, σε επιχειρήσεις, για τις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας σαράντα (40) ωρών την εβδομάδα, καταργείται η, κατά την κρίση του εργοδότη, υποχρέουση του μισθωτού για υπερεργασιακή απασχόληση πέντε (5) ωρών την εβδομάδα.

2. Στις ως άνω επιχειρήσεις, ο εργοδότης διατηρεί την ευχέρεια υπερωριακής απασχόλησης του μισθωτού και ο μισθωτός αντίστοιχα υποχρεούται να παρέχει την εργασία του για τρεις (3) ώρες πέραν του συμβατικού ωραρίου (41η, 42η και 43η ώρα) την εβδομάδα (ιδιόρρυθμη υπερωριακή απασχόληση).

3. Από 01.04.2001, η πέραν των σαράντα των (43) ωρών την εβδομάδα επιπλέον απασχόληση του μισθωτού στις επιχειρήσεις θεωρείται υπερωριακή απασχόληση ως προς όλες τις νόμιμες συνέπειες, διατυπώσεις και διαδικα­

σίες έγκρισης.

4. Από τον συνδυασμό των διατάξεων του Νόμου^ προκύπτει ότι η αμοιβή για την υπερωριακή απασχόληση των μισθωτών έχει ως εξής:

’ Βλ.ΡΑΠΑΝΑΚΗΣ (2001) σελ. 177

^Βλ. αρθ.4 του Ν.2874/2000

^ Βλ. Ν. 2874/2000 και του Α.Ν. 435/76

(23)

4.1 Ιδιόρρυθμη υπερωρία (41’’ , 42'* ,43'' ώρα) Καταβάλλεται το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 50%, 4.2 Κανονική υπερωρία (νόμιμη)

α) Μέχρι συμπληρώσεως 120 ωρών ετησίως (συνολικά νόμιμης και ιδιόρρυθμης), ο μισθωτός αμείβεται με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 50%.

β) Για πέρα των 120 ωρών ετησίους υπερωριακή απασχόληση ο μισθωτός αμείβεται με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 75%.

4.3 Μη νόμιμη υπερωρία

Σύμφωνα με το Νόμο’ οι μισθωτοί σε κάθε περίπτωση μη νόμιμης υπερωριακής απασχόλησης δικαιούνται αποζημίωση ίση με το 250% του καταβαλλόμενου ωρομισθίου για κάθε ώρα παράνομης υπερωρίας Κάθε συμφωνία με την οποία ο μισθωτός παραιτείται του δικαιώματος αμοιβής για υπερωρίες είναι άκυρη. Συμψηφισμός ωρών υπερωρίας με εργασία άλλης ημέρας δεν επιτρέπεται.^

3.4 ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Το χρονικό διάστημα απασχόλησης από 22:00 βραδινή ώρα έοος 06:00 πρωινή της επόμενης ημέρας, θεωρείται με βάση την εργατική νομοθεσία, ως νυχτερινή απασχόληση.

Οι μισθωτοί οι οποίοι παρέχουν νυχτερινή εργασία δικαιούνται των εκάστοτε καταβαλλόμενων κανονικών αποδοχών τους, προσαυξημένων κατά 25%.

Η προσαύξηση αυτή του 25% των οποίων δικαιούνται οι μισθωτοί οι οποίοι απασχολούνται από 22:00 βραδινή ώρα έως 06:00 πρωινή ώρα υπολογίζεται επί του νομίμου ωρομισθίου, όσον αφορά τους εργατοτεχνίτες και του 1/25 του νόμιμου μηνιαίου μισθού τους όσον αφορά τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό.

Ως νόμιμος μισθός ή ημερομίσθιο θωρείται ο μισθός ή το ημερομίσθιο το οποίο ορίζεται από Σ.Σ.Ε. ή από Δ.Α. και αναλύεται στο νόμιμο μισθό ή ημερομίσθιο και στα τυχόν επιδόματα τα οποία δικαιούνται οι μισθωτοί και τα οποία προβλέπονται από τις οικείες Σ.Σ.Ε, ή ΔΑ. όπως είναι το επίδομα γάμου, το επίδομα τέκνων, οι τριετίες, το ταμειακό επίδομα, το επίδομα πτυχίου κ.λ.π. και ως πραγματικός μισθός ή ημερομίσθιο θεωρείται ο μισθός ή το ημερομίσθιο που προκύπτει κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζόμενου και είναι ο μισθός αυτός ή το ημερομίσθιο που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον απασχολούμενο μισθωτό.

Στο μισθωτό εκείνο, ο οποίος απασχολείται με νυχτερινό ωράριο και έχει καταβαλλόμενες αποδοχές ίσες με τις νόμιμες αποδοχές του, προσαυξημένες κατά 25% και πλέον δεν οφείλεται υποχρεωτικά η προσαύξηση που προβλέπεται για τη νυχτερινή απασχόληση.

' Βλ. παρ.5 αρθ.4 του Ν.2874/2000 2 Βλ. ΛΑΜΠΟΣ (2002) σελ. 263

^ Βλ. ΡΑΠΑΝΑΚΗΣ (2001) σελ.202

(24)

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

Υπάλληλος με καταβαλλόμενο μηνιαίο μισθό 1174 €. και νόμιμο μισθό 880

€, εργάσθηκε μέσα στα πλαίσια του συμβατικού ωραρίου απασχόλησής του από 22:00 της Πέμπτης 17/01/ 2001 έως 06:00 της Παρασκευής 18/01/ 2001.

Ποίο είναι το ποσό της πρόσθετης αμοιβής που δικαιούται λόγω νυχτερινής απασχόλησης;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Για τις 8 ώρες απασχόλησης από 22:00 της 17.1.2001 έως 06:00 της επόμενης, δικαιούται ο εν λόγω υπάλληλος προσαύξησης 25% που υπολογίζεται στις νόμιμες αποδοχές του.

Συνεπώς:

Νόμιμο ωρομίσθιο^ = νόμιμος μηνιαίος μισθός X 0,006 =

= 880 € X 0,006 = 5.28 Πρόσθετη αμοιβή = 8 ώρες X νόμιμο ωρομίσθιο X 25% =

= 8 ώρες X 5.28€ X 25% =10.55 €.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

Εργάτης με καταβαλλόμενο ημερομίσθιο 44 € και νόμιμο ημερομίσθιο 38

€. εργάσθηκε μέσα στα πλαίσια του συμβατικού ωραρίου απασχόλησής του από 16:00 έως 24:00 της Τετάρτης 16\01\ 2001.

Ποιο είναι το ποσό της πρόσθετης αμοιβής που δικαιούται λόγω νυχτερινής απασχόλησης;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Για τις 6 ώρες απασχόλησης από 16:00 έως 22:00 το ωράριο του εν λόγω εργατοτεχνίτη δεν εμπίπτει στο χρονικό διάστημα που, σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία, θεωρείται ως νυχτερινή απασχόληση.

Συνεπώς, πρόσθετη αμοιβή λόγω νυχτερινής απασχόλησης δικαιούται για τις 2 ώρες που αφορούν το διάστημα από 22.00 έως 24:00.

Ά ρ α .

πρόσθετη αμοιβή = 2 ώρες χ νόμιμο ωρομίσθιο χ 25% =

= 2 ώρες χ 5.7 € χ 25% = 2.85 €.

Νόμιμο ωρομίσθιο’ = νόμιμο ημερομίσθιο X 0,15 =

= 38 X 0.15 = 5 J0€ f

’ Νόμιμο ωρομίσθιο : βλ. κεφ. 4 παρ. 4.3 2 Βλ.ΡΑΠΑΝΑΚΗΣ (2001 )σελ. 203

Referências

Documentos relacionados

Μέσα από την παράθεση της εξέλιξης των μουσείων επιστημών και των αστεροσκοπείων γίνονται αντιληπτές οι ιδιαιτερότητες ως προς το περιεχόμενο των συλλογών τους και τον ρόλο που