• Nenhum resultado encontrado

Προσδιορισμός περιοχών προτεραιότητας για τη διατήρηση της χλωρίδας της Κύπρου και εκτίμηση των απειλών λόγω αλλαγών στις χρήσεις γης (2000-2006) με χρήση Συστημάτων Γεωγραφικών Πληροφοριών

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Προσδιορισμός περιοχών προτεραιότητας για τη διατήρηση της χλωρίδας της Κύπρου και εκτίμηση των απειλών λόγω αλλαγών στις χρήσεις γης (2000-2006) με χρήση Συστημάτων Γεωγραφικών Πληροφοριών"

Copied!
68
0
0

Texto

(1)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗΣ

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΧΛΩΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΑΠΕΙΛΩΝ ΛΟΓΩ ΑΛΛΑΓΩΝ

ΣΤΙΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ (2000-2006) ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Πτυχιακή Εργασία

Δημητρίου Σταυρούλα

Επίβλεψη: Π. Δημητρακόπουλος, Ε. Παπαπαναγιώτου

Μυτιλήνη 2010

(2)

Ευχαριστίες

Πριν την παρουσίαση της εργασίας μου θεωρώ απαραίτητο να ευχαριστήσω ολόψυχα όλους όσους με βοήθησαν, όλους όσους μου έδωσαν τις γνώσεις τους και την βοήθειά τους για να ολοκληρώσω την πτυχιακή μου, καθώς και την επίλυση των προβλημάτων που προέκυψαν κατά την εκτέλεση της.

Οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ, στον επιβλέποντα αυτής της εργασίας και Επίκουρο Καθηγητή του Τομέα Διαχείρισης Οικοσυστημάτων του Τμήματος Περιβάλλοντος κ.

Δημητρακόπουλο Γ. Παναγιώτη για την άριστη συνεργασία που είχαμε και την εμπιστοσύνη που έδειξε στο πρόσωπό μου όλο αυτό τον καιρό δίνοντας μου να δουλέψω το συγκεκριμένο θέμα.

Ευχαριστώ, τον Καθηγητή του Τομέα Περιβαλλοντικής Μηχανικής και Επιστήμης κ.

Παπαπαναγιώτου Ευάγγελο για την θερμή υποστήριξη στο πρόσωπό μου, το χρόνο που αφιέρωσε και για την βοήθεια κατά την εκπόνηση της εργασίας μου. Οι χρήσιμες υποδείξεις, οι παρατηρήσεις και το αμείωτο ενδιαφέρον του στην πορεία της έρευνας ήταν καθοριστικές για την περάτωση της εργασίας μου.

Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω τον κ. Χατζόπουλο Ν. Ιωάννη Καθηγητή του Τομέα Περιβαλλοντικής Μηχανικής και Επιστήμης καθώς και Διευθυντή του Εργαστηρίου Τηλεπισκόπησης, αλλά και ως Καθηγητή μου για τις επιστημονικές γνώσεις που μου προσέφερε κατά την διάρκεια της φοίτησής μου στο Τμήμα Περιβάλλοντος.

Ευχαριστώ βαθύτατα το Υπουργείο Γεωργίας Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος

Κύπρου και ιδιαίτερα το Τμήμα Δασών για τα δεδομένα που πρόθυμα μου παρέδωσε από

τα προσωπικά του αρχεία καθώς και για τις πολύτιμες πληροφορίες και ουσιαστικές

συζητήσεις που είχαμε σε θέματα της Χλωρίδας της Κύπρου.

(3)

βρίσκομε χιλιόμετρα μακριά τους. Η ηθική στήριξή τους αποτέλεσε τον σημαντικότερο

παράγοντα στην ολοκλήρωση των σπουδών μου για να σας παρουσιάσω την ακόλουθη

διπλωματική.

(4)

Περίληψη

Η εργασία αυτή ασχολείται με την διατήρηση της Κυπριακής Χλωρίδας. Συγκεκριμένα με βάση τα δεδομένα κατανομής των απειλούμενων φυτών της Κύπρου καθορίστηκαν ποιες περιοχές εμφανίζουν τη μεγαλύτερη συγκέντρωση απειλούμενων ειδών . Επιπρόσθετα, αντικείμενο της παρούσας διατριβής ήταν η εύρεση των αλλαγών των χρήσεων Δασικής και Υδάτινης/κάλυψης γης της Κύπρου μεταξύ των ετών 2000 και 2006.

Τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για την ολοκλήρωσή της είναι το Κόκκινο Βιβλίο της Χλωρίδας της Κύπρου, τα δεδομένα του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Εδαφικής Κάλυψης (Corine Land Cover) και στοιχεία του δικτύου Natura 2000.

Η ανάλυση των πιο πάνω στοιχείων έδειξε ότι τα απειλούμενα φυτά της Κύπρου εξαπλώνονται σε ολόκληρη την Κύπρο. Υπάρχουν κενά στην κατανομή τους κυρίως σε αστικά κέντρα και καλλιεργούμενες περιοχές. Οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις των απειλούμενων φυτών στις διάφορες περιοχές έχει να κάνει με το ενδιαίτημα δηλ.

τοπογραφικά στοιχεία, υπόστρωμα και τύπος βλάστησης, παρά τις ανθρώπινες πιέσεις.

Σύμφωνα με τις αλλαγές χρήσης/κάλυψης γης η κύρια απειλή για την Χλωρίδα της Κύπρου είναι οι ανθρώπινες δραστηριότητες όπως για παράδειγμα οικιστική ανάπτυξη, τουριστική ανάπτυξη και κατασκευή δρόμων καθώς και η βόσκηση, δραστηριότητες αναψυχής, πυρκαγιές. Οι περιοχές του δίκτυου Natura 2000 φαίνεται ότι επηρεάζονται από τις Αλλαγές Δασικής και Υδάτινης Κάλυψης μεταξύ του 2000 και 2006 λόγω της φωτιάς.

Λέξεις Κλειδιά: Απειλούμενα είδη, Βιοποικιλότητα, Χρήσεις/καλύψεις γης, Corine

2000-2006, Natura 2000, IUCN, ΣΓΠ (Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών).

(5)

Περιεχόμενα

1. Εισαγωγή Σελ.6 2. Χλωρίδα της Κύπρου Σελ.10 3. Μεθοδολογία Σελ.16 4. Αποτελέσματα Σελ.23 5. Συμπεράσματα Σελ.38 6. Βιβλιογραφία

Παράρτημα

(6)

1. Εισαγωγή

Η αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού πάνω στη γη σε συνδυασμό των αλλαγών του κλίματος και των μορφωμάτων των χρήσεων γης, αποτελούν τις κυριότερες αιτίες αύξησης των απωλειών της βιοποικιλότητας (Nowicki et al., 1998). Η βιοποικιλότητα μειώνεται εξαιτίας της διεύρυνσης των ανθρώπινων δραστηριοτήτων (WCMC, 1992).

Ο πιο γνωστός ορισμός της είναι εκείνος της Σύμβασης για τη Βιοποικιλότητα (www.biodiv.org ), η οποία υπογράφτηκε στις 5 Ιουνίου του 1992 στο Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας. ˝ Ο όρος ‘ Βιολογική Ποικιλότητα ’ υποδηλώνει την παραλλακτικότητα (variability) μεταξύ των ζωντανών οργανισμών των χερσαίων, των θαλάσσιων και των άλλων υδατικών οικοσυστημάτων καθώς και των οικολογικών συμπλόκων τα οποία σχηματίζουν. Περιλαμβάνει την ποικιλότητα μεταξύ των ειδών, στο εσωτερικό ενός είδους και την ποικιλότητα των οικοσυστημάτων ˝ (Johnson 1993).

Το Ευρωπαϊκό δίκτυο Natura, (Οδηγία 92/43/ ΕΟΚ, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας) έχει σαν στόχο να συμβάλει στην προστασία της βιοποικιλότητας μέσω της διατήρησης των φυσικών οικοτόπων στο ευρωπαϊκό έδαφος (Κουτούπα, 2007:164).

Ο όρος ˝χρήση γης˝ (land cover ) αναφέρεται στον τρόπο χρήσης της γης από τον άνθρωπο, συνήθως με έμφαση στο λειτουργικό ρόλο της γης στις οικονομικές δραστηριότητες (Campbell, 2002). Μια αφηρημένη έννοια η οποία δεν είναι άμεσα παρατηρήσιμη, ακόμη και αν γίνεται από κοντά. Μπορούμε να διακρίνουμε τις επιδράσεις της χρήσης αυτής στα φυσικά χαρακτηριστικά της επιφάνειας της γης.

Αρκετές φορές οι ανθρώπινες επιδράσεις μπορούν να συσχετισθούν με συγκεκριμένες

οικονομικές δραστηριότητες (Καρτάλης & Φείδας , 2006: 292).

(7)

κατηγορίες κάλυψης γης. Η χρήση γης αποτελεί αφηρημένη έννοια, η κάλυψη γης είναι έννοια με συγκεκριμένα και παρατηρήσιμα χαρακτηριστικά και συνεπώς αποτελεί αντικείμενο παρατήρησης (Καρτάλης & Φείδας 2006: 292). Η ανάγκη να γίνει διάκριση μεταξύ κάλυψη και χρήσης γης θα πρέπει να εξετάζεται σε σχέση με τα οικονομικά και κοινωνικά αίτια της αλλαγής της χρήσης γης (Haines 2009).

Η σχέση μεταξύ των χρήσεων γης και της βιοποικιλότητας είναι θεμελιώδης για την κατανόηση της σχέσης μεταξύ ανθρώπου και περιβάλλοντος. Η Βιοποικιλότητα μπορεί να μετρηθεί με πολλούς τρόπους. Η έννοια αυτή καλύπτει όχι μόνο το συνολικό πλούτο των ειδών που απαντούν σε μια συγκεκριμένη περιοχή, αλλά και την ποικιλία των γονοτύπων, των λειτουργικών ομάδων, των κοινοτήτων, των οικοτόπων και οικοσυστημάτων. Οι σχέσεις μεταξύ τους είναι συχνά διπλής κατεύθυνσης, έτσι ώστε απλές σχέσεις μεταξύ αιτίας και αποτελέσματος μπορεί να είναι δύσκολο να εντοπιστούν.

Παρόλο που οι εκτιμήσεις για τις επιπτώσεις των αλλαγών του κλίματος και των αλλαγών στις χρήσεις γης στη βιοποικιλότητα εμφανίζονται να ποικίλουν, η μείωση του πλούτου των ειδών εμφανίζεται να είναι η πιο συχνή απόρροια των αλλαγών στις χρήσεις γης (Ransevell 2009).

Υπάρχουν αυξανόμενα στοιχεία ότι οι περιοχές με υψηλές συγκεντρώσεις των ειδών τείνουν να έχουν υψηλές συγκεντρώσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Σε όλα τα κοινωνικο-οικονομικά σενάρια υπήρχε μια τάση για την αύξηση της αστικοποίησης και τη μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων (Araújo, Nogués, Reginster, Rounsevell, Whittaker 2008).

Τρέχουσες απειλές για τη βιοποικιλότητα του πλανήτη θέτουν σε κίνδυνο κυρίως

νησιωτικές χλωρίδες. Τα ενδημικά είδη φυτών από τα πολύ μικρά νησιά είναι πιο συχνά

απειλούμενα υπό εξαφάνιση. Η συνεργιστική αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων

απειλής μπορεί να προκαλέσει σημαντικές οικολογικές διαταραχές, που οδηγούν σε

μεγάλης κλίμακας εκλείψεις (Castells, Crawford, Santos-Guerra, Sakai et al 2010).

(8)

Το νησί της Κύπρος έχει αλλοιωθεί από χιλιετίες πριν στη χρήση της γης (Karl et al.

2007). Επιπλέον, οι αλλαγές στο ημερήσιο εύρος θερμοκρασίας μπορεί ενδεχομένως να εξηγηθεί από την αύξηση της νεφοκάλυψης. Ένα μέρος αυτών των αλλαγών είναι που προκαλούνται από τις τοπικές μεταβολές χρήσης γης, κυρίως από την αυξανόμενη αστικοποίηση της Κύπρου (Alpert, Michaelides et al 1999).

Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η βιοποικιλότητα αναμένεται να μειωθεί μέχρι το 2030 στις περισσότερες χώρες. Είναι μάλλον, απίθανο πως η Ε.Ε θα είναι σε θέση να εκπληρώσει τη δέσμευσή της για να σταματήσει την απώλεια της βιοποικιλότητας έως το 2010 (Alkemade, Metzger et al 2007).

Στην παρακάτω εργασία εξετάστηκε ο προσδιορισμός των περιοχών προτεραιότητας για τη διατήρηση της χλωρίδας της Κύπρου και έγινε η εκτίμηση των απειλών λόγω αλλαγών στις χρήσεις γης του 2000-2006 με τη χρήση των συστημάτων γεωγραφικών πληροφοριών.

Κατά τον Burrough,1983 (Κουτσόπουλος, 2002), τα Σ.Γ.Π. είναι «ένα σύνολο ισχυρών εργαλείων για την συλλογή, αποθήκευση, ανάλυση ανά πάσα στιγμή, μετασχηματισμό και απεικόνιση χωρικών στοιχείων του πραγματικού κόσμου». Έχει τη δυνατότητα να φέρει εις πέρας πολλές δραστηριότητες, όπως την αποθήκευση, τη διαχείριση και την ενσωμάτωση ενός μεγάλου όγκου χωρικών στοιχείων. Αποτελεί το πιο κατάλληλο εργαλείο χωρικής ανάλυσης,

Τα δεδομένα κατανομής των απειλούμενων φυτών της Κύπρου προέρχονταν από το

Κόκκινο Βιβλίο (Τsintides, Christodoulou, Delipetrou & Georghiou, 2007). Με την

χρήση των Σ.Γ.Π εξήχθησαν οι χάρτες τους σε κανναβο ανοίγματος 20 x 20 km. Η

(9)

Η εκτίμηση των απειλών λόγω αλλαγών στις χρήσεις γης μεταξύ 2000-2006 έγινε με τη χρήση των Σ.Γ.Π και με τη βοήθεια του Corine. Η Ευρωπαϊκή Ένωση στα πλαίσια μίας προσπάθειας καταγραφής και χαρτογράφησης των χρήσεων/κάλυψης της δημιούργησε το πρόγραμμα Corine (Coordination of Information οn the Environment) (URL1&2). Ο στόχος του ήταν να συγκεντρωθούν πληροφορίες σχετικά με το περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους των χωρών μελών.

Αφού εντοπίστηκαν οι αλλαγές των χρήσεων για δασικές εκτάσεις και υδάτινες επιφάνειες γης για το 2000 και το 2006 και δημιουργήθηκαν οι αντίστοιχοι χάρτες τέθηκε το ερώτημα για το ποιες αλλαγές επιφέρουν μεγαλύτερη πιθανή μεταβολή στο καθεστώς απειλής των ειδών της Χλωρίδας της Κύπρου.

Στόχος της παρούσας έρευνας είναι: 1) να βρεθεί η γεωγραφική εξάπλωση των

απειλούμενων ειδών και να αποτυπωθεί σε ψηφιακή μορφή με τη χρήση Σ.Γ.Π 2) να

εξεταστούν οι περιοχές που έχουν τη μεγαλύτερη συγκέντρωση απειλούμενων ειδών, 3)

να ανιχνευθούν οι αλλαγές των χρήσεων/ κάλυψης γης της Κύπρου τα έτη 2000 και

2006, 4) να εντοπιστούν οι αλλαγές χρήσεων γης που επιφέρουν τις μεγαλύτερες

μεταβολές στη Χλωρίδα της Κύπρου τέλος, 5) να εξεταστεί εάν οι αλλαγές αυτές

επηρεάζουν τις περιοχές του δικτύου Natura 2000.

(10)

1. Χλωρίδα της Κύπρου

Γεωγραφική Θέση

Η Κύπρος είναι το τρίτο νησί, σε μέγεθος, της ανατολικής Μεσογείου με έκταση 9251 km² (Εικόνα 2.1). Βρίσκεται στο αναλυτικότερο άκρο της λεκάνης της Μεσογείου και γειτνιάζει με την Ασία, την Αφρική, και την Ευρώπη. Η πλησιέστερη ξηρά προς την Κύπρο είναι τα παράλια της νότιας Τουρκίας (64km) στα βόρεια και οι ακτές της Συρίας (105km) στα ανατολικά.

Εικόνα 2.1: Το νησί της Κύπρου και οι κύριοι ορεινοί όγκοι του

Γεωμορφολογία

Η οροσειρά του Τροόδους, η οροσειρά του Πενταδακτύλου, της Μεσαορίας και η

παραλιακή ζώνη είναι τα γεωμορφολογικά γνωρίσματα της Κύπρου.

(11)

κορυφογραμμών, βαθιές ρεματιές και απόκρημνες επιφάνειες και καλύπτεται από πυκνό δίκτυο ρυακιών, χειμάρρων και ποταμών. Η υψηλότερη κορυφή είναι η χιονίστρα με υψόμετρο 1952 m.

Η οροσειρά του Πενταδακτύλου ξεκινά δυτικά από τον Κορμακίτη και καταλήγει ανατολικά στον Απόστολο Ανδρέα. Το πλάτος της πολύ σπάνια υπερβαίνει τα 5km, ενώ η ψηλότερη της κορυφή είναι το Κυπαρισσόβουνο με υψόμετρο 1024 m. Αποτελείται από σκληρούς ανακρυσταλλωμένους ασβεστόλιθους που περιβάλλονται από ιζηματογενή πετρώματα. Διακρίνεται μια αρκετά εντυπωσιακή τοπογραφία με απότομες πλαγιές, κάθετους γκρεμούς, φαράγγια και βαθιές κοιλάδες.

Η πεδιάδα της Μεσαορίας εκτείνεται από τον κόλπο της Μόρφου, στα βορειοδυτικά, μέχρι τον κόλπο της Αμμοχώστου, στα ανατολικά, μεταξύ Τροόδους και Πενταδακτύλου. Το υψόμετρό της κυμαίνεται από 0 έως 300 m και γενικά χαρακτηρίζεται από επίπεδες μέχρι ελαφρά επικλινείς, αλλουβιακές πεδιάδες και χαμηλούς τραπεζοειδείς και κωνικούς λόφους.

Κλίμα

Το κλίμα της Κύπρου είναι μεσογειακό με παρατεταμένο ξηρό και θερμό καλοκαίρι και βροχερό-ήπιο χειμώνα καθώς και δύο ενδιάμεσες μεταβατικές περιόδους με ασταθείς μετεωρολογικές συνθήκες, το φθινόπωρο και την άνοιξη.

Η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι περίπου 480 mm, ωστόσο υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην κατανομή της λόγω της επίδρασης του ανάγλυφου και της τοπογραφίας.

Στις υψηλότερες πλαγιές της Χιονίστρας η βροχόπτωση φθάνει στα 1100 mm, στην οροσειρά του Πενταδακτύλου η βροχόπτωση κυμαίνεται γύρω στα 550 mm, ενώ στην κεντρική πεδιάδα πέφτει στα 300 mm. Η χιονόπτωση εμφανίζεται στις ψηλότερες περιοχές, συνήθως πάνω από 1000 m υψόμετρο, και σπάνια ξεπερνά τα 2 m στη Χιονίστρα.

Το ανάγλυφο και η θάλασσα έχουν παρόμοια επίδραση και στη θερμοκρασία. Οι μέσες

ημερήσιες θερμοκρασίες τον Ιούλιο και τον Αύγουστο κυμαίνονται μεταξύ 29 º C στην

κεντρική πεδιάδα και 22 º C στις ψηλότερες περιοχές του Τροόδους, ενώ οι αντίστοιχες

μέσες ημερήσιες θερμοκρασίες τον Ιανουάριο είναι 10 º C και 3 º C. Η μέση διάρκεια

της ηλιοφάνειας είναι αρκετά μεγάλη με 5,5 ώρες τον χειμώνα και 11,5 ώρες το

καλοκαίρι. Επίσης η μέση σχετική υγρασία κυμαίνεται μεταξύ 60-80% τον χειμώνα και

(12)

40- 60% . Το βιοκλίμα της Κύπρου κατά Rivas-Martinez είναι Μεσογειακό Μεσοφυτικό έως Ξηροφυτικό-Ωκεάνιο, με ζώνες που κυμαίνονται από την ημι-ερημική Μεσογειακή (στα πεδινά) ως την Υπερ-Μεσογειακή υγρή στο Τρόοδος. (Barbel i Vellles 1995 Ανδρέου & Παναγιώτου2004).

Βλάστηση και Φυσικοί Οικότοποι

Η Κύπρος που δεν είναι πια το ˝ Πράσινο Νησί ˝ του Ερατοσθένη, διατηρεί εκτεταμένα δάση που καλύπτουν το 17% του νησιού (MANRE 2005) και απλώνονται κυρίως στις οροσειρές του Τροόδους και του Πενταδακτύλου. Από θάμνους διαφόρων τύπων καλύπτονται οι χαμηλότεροι λόφοι. Οι πεδινές περιοχές καθώς και η παράκτια ζώνη καλύπτονται από καλλιέργειες (περίπου 45%) και οικισμούς.

Οι τύποι της βλάστησης αποτελούν ενδιαιτήματα, με λίγα λόγια τους τόπους, όπου ζουν, αναπαράγοντα και τρέφονται τα είδη. Οι διάφοροι τύποι βλάστησης αντιστοιχίζονται σε τύπους ενδιαιτημάτων ή οικοτόπων. Στην Κύπρο οι πιο πολλοί φυσικοί οικότοποι, βρίσκονται υπό την προστασία του Εθνικού και Ευρωπαϊκού Επιπέδου με βάση την Οδηγία, 92/43/ΕΟΚ (Παράρτημα Πίνακας 1.1).

Θερμο- και Μεσο-Μεσογειακά Δάση

Τα θερμόφιλα πευκοδάση της τραχείας πεύκης ( Pinus brutia, τύπος οικοτόπου 9540) είναι τα πιο εξαπλωμένα (πάνω από 90% της έκτασης των ψηλών δασών). Τα πευκοδάση καλύπτουν την οροσειρά του Τροόδους, και στο Δάσος Πάφου βρίσκονται τα πιο εκτεταμένα συνεχή και καλύτερα διατηρημένα δάση Pinus brutia στην Κύπρο.

Εκτεταμένα πευκοδάση υπάρχουν επίσης στον Πενταδάκτυλο και στη Χερσόνησο του

Ακάμα. Τα θερμόφιλα δάση κυπαρισσιού ( Cupressus sempervirens, τύπος οικοτόπου

9290) βρίσκονται στο βέλτιστο της ανάπτυξης τους στις ασβεστολιθικές πλαγιές του

Πενταδακτύλου, σε αμιγείς συστάδες ή σε μίξη με το πεύκο. Τα δάση της ημι-

φυλλοβόλου βελανιδιάς Quercus infectoria subsp. veneris (τύπος οικοτόπου 93Α0)

θεωρείται ότι αποτελούν τη δυνητική βλάστηση σε μεγάλο τμήμα της δυτικής Κύπρου σε

υψόμετρο 600-1000 m.

(13)

(Pinus nigra subs. pallasiana, τύπος οικοτόπου 9530) σχηματίζει δάση στο Εθνικό Δασικό Πάρκο Τροόδους αρχίζοντας από τα 1200-1500 m.

Ο ενδημικός κυπριακός κέδρος ( Cedrus brevifolia, τύπος οικοτόπου 9590) περιορίζεται στην υγρή και ύφυγρη ζώνη του Δάσους Πάφου. Ο πυρήνας του δάσους του κέδρου καταλαμβάνει τις πλαγιές και την κορυφή του Τριπύλου, ενώ συστάδες κέδρων εμφανίζονται στις γειτονικές κορυφές σε υψόμετρα 800 – 1400 m. Οι ορεινοί αόρατοι, Juniperus foetidissima ( τύπος οικοτόπου 9563), J. excelsa ( τύπος οικοτόπου 5213) εμφανίζονται κυρίως σε μικρά ανοίγματα και στον υπόροφο του πευκοδάσους πάνω από τα 1000 m και τοπικά σχηματίζουν μικρές συστάδες στα μεγαλύτερα υψόμετρα του Δάσους Τροόδους και της Μαδαρής. Η λατζιά ( Quercus alnifolia, τύπος οικοτόπου 9390) επίσης βρίσκεται κυρίως στον υπόροφο των κωνοφόρων αλλά σχηματίζει και αμιγείς συστάδες κατά τόπους σε όλη την οροσειρά του Τροόδους σε υψόμετρο πάνω από 700 m.

Θαμνώνες

Οι διάφοροι τύποι θαμνώνων κυριαρχούν στο τοπίο της θερμομεσογειακής αλλά και της ημι-ερημικής ζώνης. Οι αείφυλλοι-σκληρόφυλλοι θαμνώνες, περίπου 20% του νησιού (MANRE 2005), σε διάφορα στάδια ανάπτυξης ή υποβάθμισης, ανάλογα κυρίως με τις ανθρωπογενείς επιρροές που δέχονται, είναι εξαπλωμένοι στις περιοχές που δεν καλλιεργούνται. Οι ψηλοί θαμνώνες των μακί με ελιά ( Olea europaea), χαρουπιά (Ceratonia siligua) και σχίνο ( Pistacia lentiscus), τύπος οικοτόπου 9320. Οι χαμηλοί, αγκαθωτοί θαμνώνες των φρυγάνων (τύπος οικοτόπου5420), που καταλαμβάνουν τις ξηρότερες και τις βοσκόμενες περιοχές και τα πιο φτωχά εδάφη, αποτελούν τον πιο συχνό τύπο βλάστησης σε όλη την Κύπρο.

Λιβάδια διαφόρων τύπων, σχηματίζονται σε ανοικτές θέσεις ανάμεσα στους θαμνώνες

και σε ανοίγματα δασών ή σε παρυφές καλλιεργειών και δρόμων και σε εγκαταλειμμένες

καλλιέργειες. Τα ξηρά λιβάδια με μονοετή φυτά και αγρωστώδη, που αναπτύσσονται σε

φτωχά εδάφη χωρίς έντονες ανθρωπογενείς πιέσεις (τύπος οικοτόπου 6220),

περιλαμβάνουν συχνά μεγάλο αριθμό φυτών. Στην κατηγορία των υγρών λιβαδιών

εντάσσονται οι αλκαλικοί τυρφώνες που σχηματίζονται με δύο θέσεις κοντά στο

Τρόοδος.

(14)

Αζωνική Βλάστηση

Οι αμμώδεις ακτές, λόγω είτε της γεωμορφολογίας είτε των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων, είναι ως επί το πλείστον στενές με αμμόφιλες κοινότητες σε χαμηλές πρωτογενείς θίνες (τύπος οικοτόπου 2110). Επίσης εκτεταμένα είναι τα αμμοθινικά συστήματα που συνδέονται με παράκτιους υγρότοπους όπως στην Αμμόχωστο, την Αγία Ειρήνη και στις αλμυρές λίμνες του Ακρωτηρίου και της Λάρνακας. Στους υγρότοπους αυτούς υπάρχει αλοφυτική βλάστηση.

Η εγκατάσταση και η εξέλιξη των φυτών της Κύπρου δεν μελετήθηκε σε σημαντικό βαθμό. Τα πρώτα φυτά εγκαταστάθηκαν στην κυπριακή γη πριν από 10-15 εκατομμύρια χρόνια, δηλαδή λίγο αργότερα από την ανάδυση του Τροόδους από το βυθό της θάλασσας.

Οι ποταμοί του νησιού είναι στενοί και περιοδικής ροής και λίγα τμήματά τους, στα ορεινά, κρατούν νερό μόνιμα. Όπου τα ρέματα κρατούν περισσότερο νερό, αναπτύσσετε υδρόφιλη βλάστηση με Mentha spp., Nasturtium officinale, Apium nodiflorum, Veronica anagallis-aquatica και υγρά λιβάδια.

Οι υδατοφράκτες και οι υδατοδεξαμενές που κατασκευάστηκαν μετά το 1950 σε όλη την Κύπρο δημιούργησαν ένα νέο βιότοπο, ένα είδος μεγάλων λιμνών γλυκού νερού, που δεν υπήρχε πριν. Σε αυτό το ενδιαίτημα εγκαταστάθηκαν υδρόβια και υδρόφιλα είδη, πολλά τα οποία είναι σπάνια. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα φύκη (Chara sp., τύπος οικοτόπου 3140) και τα μοναδικά υφυδατικά αγγειόσπερμα του νησιού, όπως τα είδη Najas marina subsp, armata, Myriophyllum spicatum και Potamogeton spp. ( τύπος οικοτόπου 3150).

Στην Κύπρο υπάρχει μόνο ένας φυσικός οικότοπος στάσιμου γλυκού νερού. Τα εποχιακά λιμνία του σχηματίζονται στις καυκάλες. Αναπτύσσεται η αμφίβια βλάστηση (τύπος οικοτόπου 3170), με μικρού μεγέθους φυτά που εμφανίζονται μόνο νωρίς την άνοιξη.

Η ποικιλομορφία των τοπίων, οι γεωλογικοί σχηματισμοί όπως και οι κλιματικές

(15)

Η Χλωρίδα

Η ιθαγενής χλωρίδα (Πτεριδόφυτα και Σπερματόφυτα) της Κύπρου περιλαμβάνει 1.610 είδη ή 1.738 taxa σε επίπεδο ποικιλίας, ενώ η επιγενής χλωρίδα περιλαμβάνει 238 taxa (Meikle 1977, 1988 Χατζηκυριάκου 1997 CyprusFlora 2007). Το επίπεδο αυτό ποικιλότητας ειδών είναι συγκρίσιμο με εκείνο άλλων μεσογειακών νησιών ανάλογης έκτασης, όπως για παράδειγμα η Κρήτη. Ένας μεγάλος αριθμός φυτών, γύρω στα 500, θεωρούνται σπάνια, αφού αν και έχουν ευρεία εξάπλωση, ο πληθυσμός τους είναι μικρός, ενώ άλλα που έχουν σχετικά μεγάλο πληθυσμό και μπορούν να θεωρηθούν ως τοπικά κοινά, έχουν περιορισμένη εξάπλωση. Επίσης κάποια δεν έχουν επανεντοπισθεί.

Ορισμένα έχουν εξαφανισθεί, αλλά τα περισσότερα δεν έχουν ερευνηθεί επαρκώς.

Η ενδημική χλωρίδα της Κύπρου περιλαμβάνει 108 είδη ή 143 taxa σε επίπεδο ποικιλίας που αντιπροσωπεύουν το 6,7% και 8,2% της ιθαγενής χλωρίδας της Κύπρου, αντίστοιχα. Η σημαντικότερη περιοχή ενδημισμού του νησιού είναι το Εθνικό Δασικό Πάρκο Τροόδους που φιλοξενεί 74 ενδημικά taxa της Κύπρου από τα οποία τα 13 είναι τοπικά ενδημικά, ενώ ολόκληρη η οροσειρά του Τροόδους φιλοξενεί 94 ενδημικά taxa, δηλαδή το 65,7%της ενδημικής χλωρίδας της Κύπρου. Άλλες σημαντικές περιοχές είναι η σειρά του Πενταδακτύλου και η χερσόνησος του Ακάμα που φιλοξενεί 56 και 44 ενδημικά taxa της Κύπρου αντίστοιχα.

(16)

3 . Μεθοδολογία

Περιγραφή κατηγοριών απειλής του Κόκκινου Βιβλίου

O όρος ˝ Απειλούμενα είδη ˝ αναφέρεται στα είδη που απαριθμούνται στα Παραρτήματα της Σύμβασης της Βέρνης και έχουν κατηγοριοποιηθεί από την IUCN (2003) ως εξής:

Εξαφανισθέν (Extinct – EN): Φυτό, για το οποίο δεν υπάρχει δικαιολογημένη αμφιβολία ότι και το τελευταίο άτομο έχει εκλείψει.

Εξαφανισθέν στη Φύση (Extinct in the Wild – EW): Φυτό, το οποίο, αφού και το τελευταίο άτομο του φυσικού πληθυσμού του έχει εκλείψει, υπάρχει μόνο σε καλλιέργεια ή εγκλιματισμένο σε περιοχή διαφορετική από την ιστορική περιοχή εξάπλωσής του.

Κρισίμως Κινδυνεύον (Critically Endangered - CR): Φυτό το οποίο με βάση τις πλέον ακριβείς διαθέσιμες πληροφορίες πληροί οποιοδήποτε από τα κριτήρια Α-Ε, στην κατηγορία Κρισίμως Κινδυνεύον, και επομένως διατρέχει εξαιρετικά υψηλό κίνδυνο εξαφάνισης.

Κινδυνεύον (Endangered - EN): Φυτό το οποίο με βάση τις πλέον ακριβείς διαθέσιμες πληροφορίες πληροί οποιοδήποτε από τα κριτήρια Α-Ε, στην κατηγορία Κινδυνεύον, και επομένως διατρέχει πολύ υψηλό κίνδυνο εξαφάνισης.

Εύτρωτο (Vulnerable - VU): Φυτό το οποίο με βάση τις πλέον ακριβείς διαθέσιμες πληροφορίες πληροί οποιοδήποτε από τα κριτήρια Α-Ε, στην κατηγορία Εύτρωτο, και επομένως διατρέχει υψηλό κίνδυνο εξαφάνισης.

Εγγύς Απειλούμενο (Near Threatened - NT): Φυτό το οποίο κατόπιν αξιολόγησης αποδεικνύεται ότι δεν πληροί κανένα από τα κριτήρια στις κατηγορίες κινδύνου Κρισίμως Κινδυνεύον, Κινδυνεύον ή Εύτρωτο, αλλά δεν απέχει πολύ από το να ικανοποιήσει αυτά τα κριτήρια ή είναι πιθανόν αυτό να συμβεί στο εγγύς μέλλον.

Χαμηλού Κινδύνου (Least Concern - LC): Φυτό, που αξιολογήθηκε και δεν πληροί

κανένα από τα πιο πάνω κριτήρια σε οποιαδήποτε κατηγορία κινδύνου και ούτε είναι

εγγύς απειλούμενο. Αφορά φυτά με μεγάλους πληθυσμούς και ευρεία εξάπλωση.

(17)

κατατάσσονται στα απειλούμενα, θα μπορούσε να είναι ακόμα και Εξαφανισθέντα ή Κρισίμως Κινδυνεύοντα.

Μη Αξιολογηθέν, (Not Evaluated - NE): Φυτά που δεν έχει μέχρι τώρα αξιολογηθεί με βάση τα κριτήρια της IUCN.

3. Μεθοδολογία – Διάγραμμα Ροής

Σχήμα 3.1: Διάγραμμα Ροής των εργασιών που λήφθηκαν κατά την διάρκεια εκπόνησης

της έρευνας.

(18)

Στα πλαίσια της έρευνας με τη χρήση των ΣΓΠ και με τη βοήθεια του λογισμικού ArcGis, εντοπίσθηκαν οι γεωγραφικές θέσεις των φυτών της Κύπρου. Τα βήματα εκπόνησης της εργασίας περιλαμβάνουν τα εξής:

Βήμα 1

ο

: Στο ˝ Κόκκινο Βιβλίο ˝ υπήρχαν χάρτες εξάπλωσης των φυτών (Εικόνα 3.1), με άνοιγμα καννάβου 4 x 4 km οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν για να εντοπισθούν οι θέσεις εμφάνισης των φυτών (βλ.Παράρτημα IV). Για κάθε φυτικό είδος ξεχωριστά βρέθηκαν οι συντεταγμένες από όλους τους χάρτες εξάπλωσης και ακολούθως μετατράπηκαν σε ένα χάρτη με τη γεωγραφική κατανομή των απειλούμενων ειδών με άνοιγμα καννάβου 20 x 20 km.

Βήμα 2

ο

: Ο χάρτης με άνοιγμα καννάβου 20 x 20 km (Εικόνα 3.2), αφότου σκανάρίστηκε, τοποθετήθηκε πάνω από την ακτογραμμή της Κύπρου για να του δοθούν συντεταγμένες εδάφους. Έγινε γεωγραφική προβολή WGS_1984_UTM_Zone_36N και έπειτα βρέθηκαν οι νέες συντεταγμένες x και y (420000,3820000) αντίστοιχα.

Βήμα 3

ο

: Σε κάθε κελί εντοπίστηκαν πολλά σημεία εμφάνισης ανά είδος απειλής, τα οποία φαινόντουσαν σαν ένα σημείο. Έγινε ο διαχωρισμός των 3 κατηγοριών απειλής (VU,EN,CR) και με την βοήθεια της πυκνότητας των σημείων (Point Density) και με ακτίνα 16 km² υπολογίστηκαν τα σημεία γύρω από κάθε κελί. Μετέπειτα κάθε κελί είχε πολλαπλασιάστηκε επί 16 για να βρεθεί ο πραγματικός αριθμός του πλήθους των ειδών (εντολή Τimes).

Βήμα 4

ο

: Τέλος, για να δημιουργηθεί το τελικό αποτέλεσμα που φαίνεται στους χάρτες

(4.1, 4.2, 4.3, 4.4), έγινε μετατροπή των επιθεμάτων από διανυσματική μορφή σε μορφή

πολυγώνων.

(19)

Εικόνα 3.1: Χάρτες εξάπλωσης των φυτών σε προβολή UTM, WGS84. Κάνναβος 20 x 20 km.

Εικόνα 3.2: Η γεωγραφική κατανομή των απειλούμενων ειδών της Κύπρου

(20)

Στη συνέχεια διεξάχθηκε έρευνα για την παρατήρηση των αλλαγών χρήσεων γης στο νησί της Κύπρου. Η έρευνα έχει να κάνει με ποιο τρόπο υπολογίστηκαν οι Αλλαγές των Χρήσεων Γης. Το βασικό εργαλείο για την διεκπεραίωση της εργασίας είναι το ΣΓΠ και με τη βοήθεια του λογισμικού ArcGis, το οποίο θα επεξεργαστεί τα δεδομένα που έχουν συλλεχθεί. Στο δεύτερο σκέλος της έρευνας μας, δίνεται έμφαση στην παρατήρηση των Αλλαγών της Δασικής και της Υδάτινης Κάλυψης που έγιναν το 2006 σε σχέση με το 2000.

Βήμα 1

ο

: Με τη βοήθεια του Corine (Land Cover), προσκομίσθηκαν τα δεδομένα μας

για μια περίοδο έξι χρόνων από το 2000 μέχρι και το 2006. Τα δεδομένα του Corine για

το 2006 ήταν διαφοροποιημένα συγκριτικά με αυτά του 2000, συγκεκριμένα υπήρχαν οι

καλύψεις γης όλης της Ευρώπης (Εικόνα 3.3) και λόγω της μεγάλης έκτασης του αρχείου

θεωρήθηκε ορθό να αποκοπεί (Clip) μόνο η περιοχή μελέτης, δηλαδή της Κύπρου,

(Εικόνα 3.4).

(21)

Εικόνα 3.3: Αλλαγές χρήσεων γης της Ευρώπης για το 2006.

Εικόνα 3.4: Αλλαγές χρήσεων γης της Κύπρου για το 2006

(22)

Βήμα 2

ο

: Τα δεδομένα του 2006 που απεικόνιζαν τις καλύψεις γης όλης της Ευρώπης ήταν διαφοροποιημένα. Ήταν υπό μορφή ραστερ ενώ του 2000 που απεικόνιζαν τις καλύψεις γης μόνο της Κύπρου, το αρχείο ήταν υπό μορφή πολυγώνων. Αφού αποκόπηκε η περιοχή μελέτης (με Χmax=6527569,204 Xmin=6339046,274 Ymax=1763510,163 Ymin=157984,153) κρίθηκε αναγκαίο να μετατραπούν τα δεδομένα μας από ράστερ σε πολύγωνα, ούτως ώστε να μπορέσουν να εξαχθούν ευκολότερα οι αλλαγές χρήσεων γης.

Βήμα 3

ο

: Για να διακρίνονται οι διαφορές και να εξαχθεί η πληροφορία χρησιμοποιήθηκε η ένωση (εντολή Union), έτσι ώστε οι δύο επικαλύψεις χρήσεων γης να είναι αλληλοεπικαλυπτόμενες. Όταν είχε γίνει η μετατροπή των δεδομένων από ραστερ σε πολύγωνα υπήρξε ασυμφωνία. Αυτή η ασυμφωνία, μέσα από την ένωση ορίστηκε στα 90m.

Βήμα 4

ο

: Μέσω του Arc Catalog δημιουργήθηκε ένας πίνακας αντιστοίχησης (dBase), και αυτό γιατί τα δεδομένα του Corine 2006 είχαν διαφορετικούς κωδικούς από αυτά του 2000. Εφαρμόστηκε ένωση (εντολή Join), όπου τοποθετήθηκαν στον πίνακα (dBase) οι αύξοντες αριθμοί του Corine 2006 μαζί με τους κωδικούς που τους αντιστοιχούν από το Corine του 2000. Αφότου ενώθηκαν τα δεδομένα του βήματος 3 και 4 (εντολή Join και εντολή Union) εντοπίστηκαν οι αλλαγές των χρήσεων γης.

Βήμα 5

ο

: Έπειτα υπολογίστηκε το εμβαδόν των αλλαγών χρήσεων γης σε ha. Συνολικά, εκατόν ογδόντα (180) αλλαγές ήταν μικρότερες του 3,55 ha και αφαιρέθηκαν.

Θεωρήθηκε ότι το ραστερ είναι τετραγωνισμένο ενώ το πολύγωνο έχει ακανόνιστο

σχήμα κατά συνέπεια όταν έγινε η μετατροπή του ραστερ αρχείου σε πολύγωνα υπήρξαν

κενά (ασυμφωνία).

(23)

4. Αποτελέσματα

Τριακόσια είκοσι οχτώ (328) φυτά αξιολογήθηκαν, από τα οποία 150 ήταν Εύτρωτα (VU), 64 Κινδυνεύοντα (EN), 46 Κρισίμως Κινδυνεύοντα (CR), 45 Ανεπαρκώς Γνωστά (DD) και τέλος 23 Τοπικά Εξαφανισθέντα (RE). Στον Πίνακα 4.1 φαίνονται συνοπτικά τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των φυτών με βάση τα κριτήρια της IUCN.

Πίνακας 4.1: Συνοπτικά αποτελέσματα της αξιολόγησης των φυτών με βάση τα κριτήρια της IUCN.

Κατηγορία IUCN Αριθμός Φυτών Ποσοστό %

Τοπικά Εξαφανισθέντα

(RE) 23 7,0

Κρισίμως Κινδυνεύοντα

(CR) 46 14,0

Κινδυνεύοντα (EN) 64 19,5

Εύτρωτα (VU) 150 45,8

Ανεπαρκώς Γνωστά (DD) 45 13,7

Σύνολο 328 100,0

Στον Χάρτη 4.1 φαίνεται η Κατανομή των απειλούμενων φυτικών ειδών (VU, EN, CR),

της Κύπρου, με μέγιστο αριθμό φυτών, ανά κελί, τα 25 είδη και ελάχιστο αριθμό το ένα

είδος. Η πλειονότητα των φυτικών ειδών βρίσκεται στο Νοτιοδυτικό άκρο του νησιού

κοντά στην οροσειρά του Τροόδους, μέσα στην περιοχή Natura του Εθνικού Δασικού

Πάρκου Τροόδους με έκταση 8.991,76 ha. Επίσης, μεγάλο αριθμό απειλούμενων

φυτικών ειδών (VU, EN, CR), συναντούμε και στο Νότιο Ακρωτήρι της επαρχίας

Λεμεσού το οποίο δεν φαίνεται να έχει ενταχθεί σε κάποια προστατευτέα περιοχή του

δικτύου Natura 2000.

(24)

Στον Χάρτη 4.2 απεικονίζεται η Κατανομή των φυτικών ειδών που χαρακτηρίζονται ως Εύτρωτα (VU), με μέγιστο αριθμό φυτών, σε κάθε κελί, 20 και ελάχιστο, αριθμό φυτών, 1. Επαναλαμβάνεται και σε αυτή την περίπτωση η πλειονότητα των φυτικών ειδών στο Νοτιοδυτικό άκρο του νησιού κοντά στην οροσειρά του Τροόδους, μέσα στην περιοχή Natura του Εθνικού Δασικού Πάρκου Τροόδους.

Η Κατανομή των φυτικών ειδών που χαρακτηρίζονται ως Κινδυνεύοντα (EN) απεικονίζεται στο Χάρτη 4.3. Ο μέγιστος αριθμός φυτών, ανά κελί, είναι 4 είδη και ο ελάχιστος αριθμός ένα είδος. Οι περιοχές αυτές καλύπτουν το Νοτιοδυτικό άκρο της Κύπρου, μεταξύ των περιοχών του δικτύου Natura της Κοιλάδας του Καρκώτη (106,73 ha) και της Μαδαρής – Παπούτσας (4.524,28 ha).

Τέλος, η Κατανομή των φυτικών ειδών που χαρακτηρίζεται ως Κρισίμως Κινδυνεύοντα (CR) φαίνεται στο Χάρτη 4.4. Ο μέγιστος αριθμός ειδών ανά κελί είναι 3. Η μέγιστη εμφάνιση κρισίμων κινδυνεύοντων ειδών παρουσιάζεται στην οροσειρά του Πενταδακτύλου καθώς και στην οροσειρά Τροόδους μέσα στην περιοχή Natura του Εθνικού Δασικού Πάρκου Τροόδους.

Επίσης στην περιοχή Ακρωτηρίου της επαρχίας Λεμεσού υπάρχει περιοχή που φιλοξενεί τρία Κρισίμως Κινδυνεύοντα (CR) φυτικά είδη.

(25)
(26)
(27)

Χάρτης4.3: Κατανομή των φυτικών ειδών που χαρακτηρίζονται ως Κινδυνεύοντα (EN).

(28)
(29)

χρήσεις/κάλυψης γης του νησιού, μεταξύ των ετών 2000 και 2006. Η μεγαλύτερη σε έκταση (5272,58 ha) αλλαγή που έχει σημειωθεί αφορά τις εκτάσεις που κάηκαν (44 70,48 ha ), όπου στην καταγραφή του έτους 2006 εμφανίζονται ως Θαμνώδη και Ποώδης Βλάστηση. Οι περισσότερες περιοχές, παραμένουν σε έκταση επιπέδου ίδιες με απειροελάχιστες εώς καμία αλλαγή. Όλες αυτές οι αλλαγές απεικονίζονται στους παρακάτω Χάρτες 4.5 και 4.6 ως πολύγωνα.

Οι περισσότερες από αυτές σημειώθηκαν στη Βορειοδυτική πλευρά του νησιού, ενώ ένα μεγάλο μέρος τους παρατηρείται και στη Νοτιοανατολική πλευρά.

Παρατηρώντας τη Δασική και Υδάτινη Κάλυψη του 2000, αναγνωρίστηκε πως στην οροσειρά του Πενταδακτύλου υπήρχαν δύο μικρές δασικές περιοχές έκτασης 5,83 ha και 3,58 ha αντίστοιχα. Επικρατούσαν αρκετές Θαμνώδης και Ποώδης εκτάσεις από 4,66 ha μέχρι και 129,66 ha. Δασική έκταση 7,34 ha βρέθηκε και στην περιοχή της επαρχίας Κερύνειας. Επίσης, κοντά στο χωριό Νέα Δήμματα του Πύργου Τηλλυρίας, υπήρχαν Δασικές, Θαμνώδεις και Ποώδεις καλύψεις με αριθμό έκτασης 60,46 ha. Στην περιοχή Κόρνου παρατηρούνται Θαμνώδη και Ποώδη Δάση έκτασης 92,00 ha.

Στο Νοτιοδυτικό άκρο του νησιού της επαρχίας Πάφου, εντοπίστηκαν Θαμνώδεις και Ποώδεις Δάση: α) Δίπλα στο χωριό Τσάδα (64,30 ha), β) μεταξύ Κόνια – Αναβαργός (1 68,74 ha), καθώς το 2006 μετατράπηκαν σε Αστικό Περιβάλλον.

Μόλις, λίγα χιλιόμετρα από το χωριό Κούκλια της επαρχίας Πάφου, δίπλα στην προστατευτέα περιοχή Χα Ποτάμι (2628,59 ha) του Natura 2000, συναντάς τέτοιου είδους Δάση ˙ έκτασης (451,43 ha) που στη συνέχεια μιας εξαετίας άλλαξαν σε Αστικό Περιβάλλον και Αραιή βλάστηση (22,15 ha).

Τα Θαμνώδεις και Ποώδεις Δάση εντοπίστηκαν και στην επαρχία Λεμεσού κοντά στα

χωριά, Παρεκκλησιά, Μοναγρούλλι, Αρμενοχώρι με συνολική έκταση 27,53 ha.

(30)

Στην Κοιλάδα των Κέδρων-Κάμπος, η οποία ανήκει στο δίκτυο Natura 2000 και έχει έκταση 18297,18 ha, φάνηκε πως η φωτιά έπληξε ένα μεγάλο μέρος έκτασης το οποίο βρισκόταν δίπλα στην περιοχή. Η περιοχή του δικτύου Natura 2000, επηρεάστηκε από την φωτιά γιατί τα δύο εξωτερικά της άκρα κάηκαν. Η έκταση της καμένης γης είναι 5272,58 ha και 332,61 ha αντίστοιχα. Άλλη μια μεγάλη περιοχή, συνολικής έκτασης 1269,81 ha , που κάηκε διακρινόταν κοντά στα χωριά Αγία Μαρίνα, Κάτω Μονή, Ποτάμι.

Ευτυχώς δεν φάνηκε να επηρεάζει την προστατευταία περιοχή Natura 2000, η οποία βρισκόταν πολύ κοντά στις εκτάσεις που κάηκαν. Επίσης, Αραιή Βλάστηση 56,88 ha διαπιστώθηκε μέσα στην περιοχή Natura του Εθνικού Δασικού Πάρκου Τροόδους.

Ας αναφερθεί πως, κοντά στην περιοχή των Λευκάρων (65,21 ha) και της Ασγάτας (56,99 ha ) του Natura, εντοπίστηκε έκταση 4107,83 ha η οποία είχε καεί.

Θαλάσσιος υγρότοπος εμφανίστηκε κοντά στην Δρομολαξιά – Μενεού 4,10 ha, καθώς και Θαλάσσια ύδατα στην περιοχή Βασιλικού, πάνω στην ακτογραμμή, με έκταση 9,43 ha.

Εξετάζοντας τη Δασική και Υδάτινη Κάλυψη του 2006, εντοπίστηκαν πολλές Θαμνώδεις και Ποώδεις εκτάσεις. Συγκεκριμένα, στην περιοχή των Λευκάρων (65,21 ha) και της Ασγάτας (56,99 ha) του Natura, αναγνωρίστηκε έκταση 4135,83 ha η οποία είχε αλλάξει σε Θαμνώδεις και Ποώδεις Δάση από καμένη περιοχή το 2000. Άλλες δύο όμοιες περιπτώσεις ήταν και αυτές α) μέσα στην περιοχή, Κοιλάδα των Κέδρων-Κάμπος (18297,18 ha) 4470,48 ha και 332,61 ha του Natura 2000 και β) μέσα στο Natura του Εθνικού Δασικού Πάρκου Τροόδους 8994,11 ha. Μια τρίτη και επαναλαμβανόμενη, όπως πιο πάνω αλλαγή κάλυψης εμφανίστηκε κοντά στα χωριά Αγία Μαρίνα, Κάτω Μονή, Ποτάμι με αριθμό έκτασης 1269,81 ha.

Παρατηρήσιμη ήταν και η κάλυψη κοντά στο χωριό Κόρνος της επαρχίας Λάρνακας.

(31)

Παρόλο που οι καμένες περιοχές δεν είναι πολύ εμφανής εδώ, δεν παύουν να υπάρχουν δίπλα στο χωριό Ποτάμι, στις Κάτω Κυβίδες και στον Άγιο Τύχωνα της επαρχίας Λεμεσού. Με αριθμούς έκτασης 84,15 ha, 47,23 ha, και 27,53 ha αντίστοιχα.

Αξιοσημείωτο, να αναφέρουμε και την περιοχή στα Νέα Δήμματα του Πύργου Τηλλυρίας, όπου υπήρχαν το 2000 Θαμνώδεις και Ποώδεις καλύψεις με αριθμό έκτασης 60,46 ha και το 2006 μεταμορφώθηκαν σε καμένη γη ίδια έκτασης με την προηγούμενη.

Αραιή βλάστηση 4,50 ha συναντήθηκε κοντά στην Μεσαορία (Λύση).

Για πρώτη φορά αναγνωρίστηκε στον Χάρτη 4.6 καλύψεις με γυμνά βράχια έκτασης 4,1 0 ha όπου, πριν (2000) ήταν πράσινη Αστική περιοχή. Το Κάβο Γκρέκο 836,52 ha, η περιοχή όπου βρίσκονταν τα γυμνά βράχια, διαπιστώθηκε πως ανήκει στις προστατευμένες περιοχές του δικτύου Natura 2000.

Τέλος, στο κατεχόμενο χωριό της Μόρφου (Καλό Χωρίο) εντοπίστηκαν Εσωτερικά Ύδατα έκτασης 27,74 ha.

(32)

Πίνακας 4.2: Ακριβής έκταση των αλλαγών στις χρήσεις γης και στην κάλυψη γης στην Κύπρο τα έτη 2000 – 2006 .

Κωδικός 2000

Κωδικός 2006

Αλλαγή Χρήσης/

κάλυψη γης

Έκταση Επιπέδου

2000 (ha)

Έκταση Επιπέδου

2006 (ha)

Διαφορές 2000/

2006 (ha)

311 334 311-334 60,46 60,46 0

311 112 311-112 58, 39 58, 39 0

311 112 311-112 73, 49 73, 49 0

311 324 311-324 35, 81 35, 81 0

324 311 324-311 92, 00 55, 09 36, 91

324 334 324-334 27, 53 27, 53 0

324 112 324-112 64, 30 64, 30 0

324 112 324-112 168,74 168,74 0

324 333 324-333 451, 43 451, 43 0

324 112 324-112 46, 65 46, 65 0

324 112 324-112 129, 66 129, 66 0

324 333 324-333 45, 00 45, 00 0

324 334 324-334 84, 15 84, 15 0

324 334 324-334 47, 23 47, 23 0

333 324 333-324 56, 88 164, 13 107, 25

334 324 334-324 5272, 58 4470, 48 802, 10

334 324 334-324 332, 61 332, 61 0

334 324 334-324 4107, 83 4135, 83 28, 00

334 324 334-324 1269, 81 1269, 81 0

* Σημείωση: Όπου υπάρχει ο κωδικός 112 αντιστοιχεί σε Αστικό Περιβάλλον, ο κωδικός

311 αναφέρετε σε Δάση, ο 324 σε Θαμνώδης και Ποώδης Βλάστηση, ενώ ο 333

χαρακτηρίζει Αραιή Βλάστηση. Τέλος, ο κωδικός 334 αναφέρετε σε έκταση η οποία έχει

καεί. Η λίστα παρατίθεται στο Παράρτημα V.

(33)
(34)
(35)
(36)

Συγκρίνοντας τις δύο καλύψεις Δασικής – Υδάτινης, του 2000 αλλά και του 2006 διαπιστώθηκε πως οι αλλαγές δεν είναι και πολύ διακριτές στο χάρτη. Αν και πολύ μικρές, κατά ένα ποσοστό είναι αρκετές για να διαμορφώσουν το τοπίο.

Όσες περιοχές καταστράφηκαν λόγω της φωτιάς, κατά την διάρκεια μιας εξαετίας κατάφεραν να μετατραπούν σε Περιοχές με Θαμνώδη και Ποώδη βλάστηση. Αν και οι πιο εμφανής, δεν παύουν οι καμένες εκτάσεις να πλήττουν και την περιοχή του δικτύου Natura που βρίσκεται μέσα ή πολύ κοντά σε κάποιες περιπτώσεις. Επίσης πολλές Περιοχές με Θαμνώδη και Ποώδη βλάστηση την χρονιά του 2000, παρατηρήθηκε πως το 2006 αλλάζουν χρήση. Ας αναφερθεί πως μετατρέπονται σε Αστικό Περιβάλλον, το οποίο δεν έχει συμπεριληφθεί στο τελικό χάρτη. Δασικές περιοχές καίγονται όπως για παράδειγμα αυτή στις Κάτω Κυβίδες, αλλά και άλλες περιοχές αραιής βλάστησης (του 2006) εμφανίζονται σαν Αστικός Περιβάλλον.

Στον Πίνακα 4.2 τα συνοπτικά αποτελέσματα των αλλαγών, μας δείχνουν πως αρκετά Δάση με μεγαλύτερη έκταση 60,46 ha το 2000 μετατρέπονται σε Καμένη έκταση, Αστικό Περιβάλλον και Θαμνώδης και Ποώδης Βλάστηση.

Το 2000 επικρατεί κυρίως Θαμνώδης και Ποώδης βλάστηση με μεγαλύτερη έκταση 4 51,43 ha . Στην πορεία αλλάζει σε Αστικό Περιβάλλον, Καμένες Εκτάσεις, Αραιή Βλάστηση και Δάσος. Οι περισσότερες εκτάσεις γης που έχουν καεί και καταφθάνουν τα 5272,58 ha σε μία περίοδο έξι χρόνων μετατρέπονται σε Θάμνους και Ποώδης Βλάστηση.

Η έκταση επιπέδου από το 2000 μέχρι το 2006 στις πλείστες περιπτώσεις παραμένει η

ίδια σε ha. Σε τέσσερις περιπτώσεις η έκταση γης το 2006 μειώνεται αρκετά από τις

(37)

Επίσης στον Χάρτη 4.7. οι Αλλαγές Δασικής και Υδάτινης Κάλυψης του 2006 δεν επηρεάζουν και δεν φέρουν αρνητικές επιπτώσεις στα απειλούμενα φυτά. Οι αλλαγές είναι πολύ μικρές. Το δίκτυο Natura 2000 επηρεάζεται από τις Αλλαγές Δασικής και Υδάτινης Κάλυψης του 2006, επειδή σε κάποιες περιοχές, στην Κοιλάδα των Κέδρων- Κάμπος και στο Εθνικό Δασικό πάρκο Τροόδους, βρίσκονται Θαμνώδης και Ποώδης εκτάσεις λόγω φωτιάς προηγούμενων χρόνων.

(38)

5. Συμπεράσματα

Τα απειλούμενα φυτά όπως φαίνονται στους Χάρτες 4.1 & 4.7, εξαπλώνονται σχεδόν σε ολόκληρη την Κύπρο. Στην κατανομή τους υπάρχουν κενά κυρίως σε μεγάλα αστικά κέντρα και στις εντατικά καλλιεργούμενες περιοχές όπως για παράδειγμα η Μεσαορία.

Γενικά, διακρίνουμε μικρότερο αριθμό φυτών στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού μας, αλλά αυτό ενδέχεται να οφείλεται στο γεγονός ότι η ένταση συλλογής πληροφοριών στις περιοχές αυτές ήταν μικρότερη, τα πεδία και οι θέσεις των φυτών ήταν άγνωστα για τους περισσότερους ερευνητές και επιπλέον υπήρχαν περιορισμοί στην πρόσβαση στις πολυάριθμες στρατιωτικές περιοχές.

Οι περιοχές με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση απειλούμενων φυτών είναι το Δάσος Τροόδους, το Δάσος Πάφου, η Χερσόνησος του Ακάμα, η Χερσόνησος του Ακρωτηρίου, το Κάβο Γκρέκο και η οροσειρά του Πενταδακτύλου. Η κατανομή αυτή εν μέρει ενδέχεται να οφείλεται στη παρουσία φυτών με περιορισμένη έκταση ενδιαιτήματος παρά στον αριθμό και την ένταση των ανθρωπογενών πιέσεων.

Στους Χάρτες 4.1 & 4.7 απεικονίζεται η εμφάνιση των απειλούμενων φυτών (260 φυτά των κατηγοριών CR, EN, & VU) στα διάφορα ενδιαιτήματα. Φαίνεται ότι τα περισσότερα απειλούμενα φυτά απαντούν στους θαμνώνες και φρυγανότοπους. Τούτο οφείλεται στο ότι οι οικότοποι φιλοξενούν τη πιο πλούσια βιοποικιλότητα σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχουν συγκριτικά τη μεγαλύτερη έκταση από τα ενδιαιτήματα που απαντούν στην Κύπρο (20% περίπου της έκτασης της Κύπρου, MANRE 2005) και υφίστανται σημαντική πίεση από τη ραγδαία ανάπτυξη της γης (MANRE 2005:10).

Η απώλεια και η υποβάθμιση ενδιαιτήματος από ανθρώπινες δραστηριότητες είναι η

κύρια απειλή για τη χλωρίδα της Κύπρου. Οι δραστηριότητες που διαπιστώθηκε να

Referências

Documentos relacionados

HEALTH,2005 Με βάση τα παραπάνω διαχείριση κρίσεων είναι η ενδελεχής μελέτη και πρόβλεψη των κινδύνων που ενδέχεται να απειλήσουν μια επιχείρηση/ οργανισμό με σκοπό τη μείωση της