• Nenhum resultado encontrado

Προστατευτέες περιοχές και περιφερειακή ζώνη: άμεση εξάρτηση σε υγροτοπικά είδη πουλιών

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Προστατευτέες περιοχές και περιφερειακή ζώνη: άμεση εξάρτηση σε υγροτοπικά είδη πουλιών"

Copied!
104
0
0

Texto

(1)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Τοµέας ∆ιαχείρισης Οικοσυστηµάτων Εργαστήριο ∆ιαχείρισης Βιοποικιλότητας

Πτυχιακή Εργασία:

Προστατευτέες περιοχές και περιφερειακή Ζώνη:

Άµεση εξάρτηση σε υγροτοπικά είδη πουλιών

Γέρου Ελευθερία Τίγκα Ιφιγένεια

Επιβλέπων καθηγητής : Τ.Ακριώτης

ΜΥΤΙΛΗΝΗ Σεπτέµβριος 2003

(2)

Ευχαριστίες

Θα θέλαµε να ευχαριστήσουµε πρώτα τον επιβλέποντα καθηγητή µας κ.

Τριαντάφυλλο Ακριώτη για την βοήθεια που µας προσέφερε τόσο στην επιλογή του θέµατος όσο και στην ολοκλήρωση της εργασίας µας. Ευχαριστούµε επίσης τους, κ.

Κώστα Θεοδώρου και τον κ Παναγιώτη ∆ηµητρακόπουλο που δέχτηκαν να είναι τα µέλη της τριµελούς επιτροπής. Ιδιαίτερα ευχαριστούµε τον κ. Π. ∆ηµητρακόπουλο που προσφέρθηκε να µας βοηθήσει όταν του το ζητήσαµε.

Επίσης, θα θέλαµε να ευχαριστήσουµε τον κ. Σωτήρη Κουκούλα για της συµβουλές και υποδείξεις του σχετικά µε το πρόγραµµα Arc View και το Λευτέρη Κακαλή για την παραχώρηση κάποιων δεδοµένων που αφορούσαν δικές του παρατηρήσεις .

Ένα µεγάλο ευχαριστώ στην Βαγγελιώ Σταυροπούλου για την συνεργασία της, την παρέα της και την εµψύχωση της. Σε ευχαριστούµε πολύ για όλα!

Προσωπικά θα ήθελα να ευχαριστήσω την οικογένεια µου και τον Θοδωρή για την κατανόηση που έδειξαν όλο αυτό το διάστηµα καθώς επίσης την Ιφιγένεια και την Βαγγελιώ που προσπαθούσαν να µου φτιάξουν την διάθεση και να δηµιουργήσουν ευχάριστη ατµόσφαιρα όταν τα πράγµατα δεν πήγαιναν και τόσο καλά µε την εργασία.

∆εν θα µπορούσα να ξεχάσω βέβαια και τους φίλους µου, Αλίκη, Αναστασία, Μαρία, Νίκη και Βασίλη που ανέχθηκαν τα νεύρα µου και µε στήριξαν ψυχολογικά. Σας ευχαριστώ για τις όµορφες στιγµές που περάσαµε όλο αυτό τον καιρό! Καλή σας τύχη !

Ελευθερία

Από την πλευρά µου, θα ήθελα να ευχαριστήσω την Ελευθερία και την Βαγγελιώ για όλα όσα µοιραστήκαµε µε αυτή την εργασία. Ένα µεγάλο ευχαριστώ στην Αγγελική που είναι πάντα δίπλα µου, στη Στελλίνα για τις συµβουλές της και τις συζητήσεις µας και στην ωραία παρέα για όλα τα όµορφα που περάσαµε µαζί. Χριστίνα, Ιωάννα, Χριστίνα θα θυµάµαι τις εκδροµές µας! Καλή τύχη αστεράκια !

Ευχαριστώ την οικογένεια µου για την στήριξη τους σε αυτήν την προσπάθεια και την ενθάρρυνση τους σε ότι κάνω.

Ιφιγένεια

(3)

Περίληψη

Οι προστατευτέες περιοχές συνήθως εξαρτώνται ως προς τη λειτουργία τους και το σκοπό τους σε σηµαντικό (αλλά ποικίλο) βαθµό από τις ζώνες που βρίσκονται περιφερειακά των ορίων τους. Στη παρούσα εργασία καλούµαστε να αξιολογήσουµε τη σηµασία της περιφερειακής αυτής ζώνης για την προστατευτέα περιοχή. Προτείνεται να επικεντρωθεί στην ορνιθοπανίδα σε µεσογειακού τύπου υγρότοπους, όπου η εξάρτηση αυτή φαίνεται να παίζει ιδιαίτερα σηµαντικό ρόλο.

(4)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ………1

1.1 Γενικά περί προστατευτέων περιοχών………....1

1.1.1 Ορισµοί (προστατευτέα περιοχή – περιφερειακή ζώνη)……….1

1.1.2 Σχεδιασµός προστατευτέων περιοχών………3

1.1.3 Σηµασία της περιφερειακής ζώνης ………6

1.1.4 Νοµοθετικά καθεστώτα προστασίας των υγροτόπων……….7

1.1.5 Σηµασία προστατευτέων περιοχών………...9

1.2 Στόχοι της παρούσας εργασίας………10

1.3 Υγροβιότοπος Κόλπου Καλλονής Νήσου Λέσβου………..11

1.3.1 Περιγραφή ευρύτερης περιοχής ………...11

1.3.2 Καθεστώτα προστασίας του Κόλπου Καλλονής……….12

1.3.3 Πιθανοί κίνδυνοι στο οικοσύστηµα του Κόλπου της Καλλονής……13

1.4 Αλυκή Καλλονής………14

1.4.1 Γενικά………...14

1.4.2 Περιγραφή διαµόρφωσης και λειτουργίας………...15

1.4.3 Η Αλυκή της Καλλονής ως προνοµιούχος χώρος για τη διατήρηση του περιβαλλοντικού συστήµατος του Κόλπου Καλλονής………16

1.4.4 Η σηµασία της Αλυκής Καλλονής για την ορνιθοπανίδα………18

1.4.5 Αναφορά των ειδών που χρησιµοποιούν την Αλυκή Καλλονής……..18

1.5 Ανάλυση των ειδών που παρακολουθήθηκαν………..18

1.5.1 Sterna hirundo (Ποταµογλάρονο)………...18

1.5.2 Sterna albifrons (Νανογλάρονο)………..19

(5)

1.5.3 Egretta alba (Αργυροτσικνιάς)……….20

1.5.4 Egretta garzetta (Λευκοτσικνιάς)……….21

1.5.5 Ardea cinerea (Σταχτοτσικνιάς)………22

1.5.6 Ciconia nigra (Μαυροπελαργός) ………..23

1.5.7 Phalacrocorax carbo (Κορµοράνος)……….23

2 ΜΕΘΟ∆ΟΛΟΓΙΑ………25

2.1 Γλαρόνια………..26

2.1.1 Χαρακτηριστικά επισκέψεων……… ..26

2.1.2 Μέθοδος καταγραφής………...27

2.2 Ερωδιοί………28

2.2.1 Χαρακτηριστικά επισκέψεων………...28

2.2.2 Μέθοδος καταγραφής………...28

2.3 Καταγραφή της ακτογραµµής του Κόλπου Καλλονής – ∆ιασπορά ερωδιών………..29

2.3.1 Χαρακτηριστικά επισκέψεων………..29

2.3.2 Μέθοδος καταγραφής……….31

2.4 Μαυροπελαργοί……….32

2.5 Εργαλεία……….32

2.6 Χαρτογράφηση του Κόλπου Καλλονής µε την βοήθεια των Συστηµάτων Γεωγραφικών Πληροφοριών (G.I.S.)………..32

2.7 Στατιστική ανάλυση……….36

2.7.1 ∆οκιµασία χ2 (test x2 ) – ∆οκιµασία του Fisher (Fisher’s exact test) 2.7.2 ∆υαδική Λογιστική Παλινδρόµηση……….36

2.7.2.1 Περιγραφή µεταβλητών………..37

2.7.2.2 Το Μοντέλο της ∆υαδικής Λογιστικής Παλινδρόµησης. 2.7.2.3 ∆ηµιουργία των Μοντέλων……….39

(6)

2.8 Βιβλιογραφική αναφορά των πουλιών της Ελλάδας και των οικοτόπων

που προτιµούν για τροφή και φώλιασµα………….40

3 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ……….42

3.1 Γλαρόνια………..42

3.1.1 Ποταµογλάρονα………42

Στατιστική ανάλυση 3.1.2 Νανογλάρονα………46

3.2 Ερωδιοί……….49

3.2.1 Αργυροτσικνιάδες……….50

Στατιστική ανάλυση 3.2.2 Σταχτοτσικνιάδες………..52

Στατιστική ανάλυση 3.2.3 Λευκοτσικνιάδες………..54

3.3 Μαυροπελαργοί……….56

3.4 Κόλπος Καλλονής……….59

3.4.1 Καταγραφή τύπου ακτής του Κόλπου Καλλονής………..59

3.4.2 Κατανοµή ερωδιών και Μαυροπελαργών κατά µήκος του Κόλπου Καλλονής………...61

3.4.3 Παρουσία Κορµοράνων στην θαλάσσια περιοχή του Κόλπου Καλλονής………...65

Στατιστική ανάλυση (∆υαδική Λογιστική Παλινδρόµηση) 3.5 Πουλιά της Ελλάδας………73

4 ΣΥΖΗΤΗΣΗ……….74

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I………..82

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II………...87

Βιβλιογραφία………..97

(7)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο : ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1 Γενικά περί προστατευτέων περιοχών

Κατά ένα µεγάλο µέρος, οι ρυθµιστικές ζώνες προτάθηκαν για να προστατέψουν τα είδη των υγροτόπων βασισµένες στη µελέτη των ειδών και των ενδιαιτηµάτων τους.(Leedy et al 1978,Roman &Good 1985, Brown et al 1989, Diamond & Nilson 1988, New Jersey Department of environmental regulation 1988, Brady & Buchsbaum, 1989).

Παρόλα αυτά, οι υγροτοπικές περιοχές µπορεί να προστατεύονται (ή να προτείνονται για προστασία) αλλά όχι η περιφέρεια τους.

Όσο αφορά τους παραλιακούς υγρότοπους, υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους η δηµιουργία ρυθµιστικής ζώνης φαίνεται να είναι ιδιαίτερης σηµασίας για τα ενδιαιτήµατα τους.

Επιµέρους τµήµατα υγροτοπικών αλλά και άλλων περιοχών (κατατµήµατα) µπορεί να αλληλεπιδρούν µε τη µορφή δικτύου – ιδιαίτερα για τα πουλιά που χαρακτηρίζονται από µεγάλη ευκολία στις µετακινήσεις σε σύγκριση (συγκρινόµενα) µε άλλα σπονδυλωτά.

Πολλά είδη που ζουν στους υγροτοπους εξαρτώνται άµεσα από την ευρύτερη περιοχή για κάλυψη, φώλιασµα, για µια εναλλακτική περιοχή τροφής και για την χρήση της ως διάδροµο αποδηµίας. Πολλά πουλιά και θηλαστικά τρέφονται µε τα άφθονα ασπόνδυλα και τα ψάρια ενός αλµυρού έλους αλλά απαιτούν την ευρύτερη περιοχή για φώλιασµα ή ως καταφύγιο κατά την διάρκεια παλιρροιών (Kent,D.M,1994).

1.1.1 Ορισµοί (προστατευτέα περιοχή – περιφερειακή ζώνη)

Εξαρχής είναι απαραίτητο να τονιστεί ότι αναφερόµαστε σε προστατευτέες και όχι προστατευόµενες περιοχές, προσπαθώντας να αποδώσουµε την έννοια του «protected area» στα ελληνικά. Η ελληνική γλώσσα δίνει δυο λέξεις που θα µπορούσαν να αποδώσουν τον όρο αυτό, µε διαφορετικές όµως ερµηνείες για την κάθε µία. Χρησιµοποιώντας τον όρο

«προστατευτέες περιοχές» αναφερόµαστε σε περιοχές που οφείλουν να προστατευτούν, ανεξάρτητα αν τις προστατεύουµε ή όχι. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος Χωροταξίας και

∆ηµόσιων Έργων, κρίνει κάποιες φυσικές περιοχές της χώρας µας, ως

«προστατευόµενες»,αλλά η εµπειρία µας έχει δείξει ότι οι περιοχές αυτές δεν προστατεύονται πραγµατικά (Μπάκας Μ.,2000)

Η προστασία ενδιαιτηµάτων, τα οποία εµπερικλείουν εύρωστες και µη διαταραγµένες βιολογικές κοινότητες αποτελεί τον αποτελεσµατικότερο τρόπο προστασίας της βιολογικής ποικιλότητας. Το κρίσιµο βήµα στην προστασία των βιολογικών κοινοτήτων είναι η εγκαθίδρυση προστατευτέων περιοχών, οι οποίες θα διέπονται από

(8)

σαφές νοµικό πλαίσιο, το οποίο θα ρυθµίζει το βαθµό εµπορικής εκµετάλλευσης των πόρων τους, τη χρήση του χώρου από τους κατοίκους των περιοχών και τις δυνατότητες αναψυχής.

Ο όρος ‘’Προστατευτέα Περιοχή’’, σύµφωνα µε Ι.U.C.Ν., αναφέρεται σε κάθε χερσαία ή υδάτινη έκταση, στην οποία ο βασικός σκοπός είναι η προστασία και διατήρηση της βιολογικής ποικιλότητας και των φυσικών και πολιτιστικών πόρων. Η διαχείριση της πραγµατοποιείται διαµέσου θεσµικών ή άλλων αποτελεσµατικών µέσων.

Η οριοθέτηση του προστατευτέου αντικειµένου εντός των τόπων πρέπει να εκφράζει τον καλύτερο δυνατό συµβιβασµό, ο οποίος επιτρέπει την διατήρηση των φυσικών τύπων οικοτόπων και των ενδιαιτηµάτων των ειδών σ’ ένα τόπο όπου ασκούνται ανθρώπινες δραστηριότητες λιγότερο ή περισσότερο συµβατές. Έτσι, κρίνεται ως επιτακτική ανάγκη η χρήση µιας εσωτερικής ζώνωσης επιτρεπόµενων δραστηριοτήτων.

Βασιζόµενη στην αναγνώριση των εκτάσεων που καταλαµβάνουν οι τύποι οικοτόπων και τα ενδιαιτήµατα των ειδών, η ζώνωση θα επιτρέψει την διάκριση περιοχών πυρήνων (core areas), ρυθµιστικών ζωνών (buffer zones) και µεταβατικών ζωνών (transition areas) στο εσωτερικό κάθε τόπου που συνδέεται µέσω διαδρόµων (habitat corridors).

Έτσι, λοιπόν γύρω από τον πυρήνα βρίσκεται η περιφερειακή ζώνη η οποία αποτελείται από µια ή περισσότερες ρυθµιστικές ζώνες (buffer zones).Αυτές µπορεί να είναι µίγµα δηµόσιας και ιδιωτικής γης στις οποίες επιτρέπονται δραστηριότητες συµβατές µε την προστασία του κεντρικού πυρήνα. Αυτές θα µπορούσαν να περιλάβουν κατευθυνόµενη έρευνα, εκπαίδευση, επανεποίκηση ενδιαιτηµάτων, οικοτουρισµό και παραδοσιακή χαµηλής έντασης χρήση γης.

Εξωτερικά της ρυθµιστικής ζώνης χωρίς ορατά σύνορα είναι η συνέχεια της περιφερειακής ζώνης, η µεταβατική ζώνη (transition area), η οποία τοπικά µπορεί να περιλάβει ανθρώπινες εγκαταστάσεις και συναφείς δραστηριότητες όπως ψάρεµα, ξυλεία, γεωργία και άλλες αειφορικά οικονοµικές δραστηριότητες συµβατές µε την προστασία της περιοχής του πυρήνα (Σχήµα 1.1). Οι µεταβατικές ζώνες µπορούν να εκτείνονται αόριστα και να συνδέουν διάφορα συστήµατα διατήρησης σε µια περιοχή.(Meffe G. et al, 1999).

(9)

Σχήµα 1.1. Το γενικό σχήµα µιας προστατευτέας περιοχής όπως προτείνεται απο το MAB περιλαµβάνει την περιοχή πυρήνα (Undisturbed core area, λευκό χρώµα) η οποία περικλείεται απο την ρυθµιστική ζώνη (Buffer zone, ανοιχτό γκρί χρώµα).Στην ζώνη αυτή οι ανθώπινες δραστηριότητες ελέγχονται και επιτρέπονται επιστηµονικές ερευνες. Τέλος η µεταβατική ζώνη (transition zone, σκούρο γκρί χρώµα) επιτρέπει την αειφορική ανάπτυξη και την επιστηµονική έρευνα .

Υπάρχουν τρεις τύποι ρυθµιστικών ζωνών , (α) ρυθµιστική ζώνη ορίζεται ως η περιοχή που διευρύνει τα ενδιαιτήµατα µερικών ειδών, επιτρέποντας έτσι µεγαλύτερους αναπαραγόµενους πληθυσµούς.(Mackinnon et al,1986) (β) οι οικολογικές ρυθµιστικές ζώνες οι οποίες βοηθούν να διατηρηθεί η οικολογική ακεραιότητα της προστατευτέας περιοχής και (γ) οι κοινωνικό – ρυθµιστικές ζώνες, οι οποίες επιτρέπουν την συνδυασµένη χρήση από την τοπική κοινωνία και την διατήρηση της άγριας ζωής, (Spellerberg, I.F.1992).

Η περιφερειακή ζώνη είναι, δηλαδή, περιοχές διαχείρισης, οι οποίες στοχεύουν στην ρύθµιση της διακύµανσης αβιοτικών, βιοτικών και ανθρωπογενούς προέλευσης παραγόντων στις παρακείµενες ενός φυσικού υπολείµµατος περιοχές το οποίο σχεδιάστηκε ως περιοχή προστασίας.

1.1.2 Σχεδιασµός προστατευτέων περιοχών

Ο σχεδιασµός προστατευτέων περιοχών οφείλει να εξετάσει πέντε κύριες συνιστώσες οι οποίες είναι σηµαντικές για την επιλογή της κατάλληλης στρατηγικής για την προστασία της φύσης. Αυτές είναι : το µέγεθος των αποθεµάτων, η ελαχιστοποίηση των επιδράσεων των άκρων του κατακερµατισµού, η αποτελεσµατική προστασία των ειδών, η συνδετικότητα και η οικολογία τοπίου και σχεδιασµός φυσικών αποθεµάτων.

(10)

Μέγεθος αποθεµάτων

Κατά γενική οµολογία οι στρατηγικές για το µέγεθος του αποθέµατος εξαρτώνται από την οµάδα των υπό εξέταση οργανισµών. Γενικά, είναι αποδεκτό ότι τα µεγάλα σε σχέση µε τα µικρά αποθέµατα είναι καλύτερα για να διατηρήσουν πολλά είδη εξαιτίας των µεγάλων πληθυσµιακών µεγεθών τους και της µεγαλύτερης ποικιλίας των ενδιαιτηµάτων.

Ωστόσο, καλά διευθετηµένα µικρά φυσικά αποθέµατα έχουν αξία ιδιαίτερα για την προστασία πολλών φυτικών ειδών, ασπόνδυλων και µικρών σπονδυλόζωων.

Το αποτελεσµατικό µέγεθος ενός υγροτόπου µπορεί να αυξηθεί µε την δηµιουργία ρυθµιστικών ζωνών. Οι ρυθµιστικές ζώνες θα πρέπει να εγκαθίστανται, µελετώντας τον τύπο του εδάφους, τον τύπο της βλάστησης στις υπόψη ρυθµιστικές ζώνες τις παρακείµενες χρήσεις γης, την κλίση, την απορροή, την ποιότητα του υγροτοπου και τα ιθαγενή είδη. Καταλήγοντας, µια ρυθµιστική ζώνη 200 µέτρα πλάτος φαίνεται να είναι αρκετή στις περισσότερες περιπτώσεις για την αποφυγή της άµεσης ενόχλησης και για να µειώσουν τις αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα του νερού από τυχόν µολυσµένα ύδατα.

Όσο αφορά την ενόχληση ο Brown et al (1989) µε µια αυστηρή προσέγγιση συµπέρανε ότι οι χωρικές απαιτήσεις και τα είδη ενδεικτες καθόρισαν ότι οι ρυθµιστικές ζώνες θα πρέπει να είναι από 98 έως 224 µέτρα πλάτος. Παρόλο αυτά δεν υπάρχει µια σαφής διατύπωση που να προτείνει µια σχέση ανάµεσα στην απόσταση της ενόχλησης και της ταξινοµικής οµάδας του είδους, του µεγέθους του σώµατός του ή την οικολογική του θέση.

Η ρυθµιστική ζώνη επίσης αποµονώνει τα είδη από την ενόχληση και από αναπτυξιακές δραστηριότητες στην περιφέρεια του υγροτοπου. Μια απόσταση 90 µέτρων έχει προταθεί ότι παρέχει µια ρυθµιστική ζώνη ενάντια της ενόχλησης γύρω από τα καταφύγια άγριας ζωής και τις περιοχές προστασίας.( Diamond and Nilson, 1988).

Ελαχιστοποίηση των επιδράσεων των άκρων και του κατακερµατισµού

Όσο αφορά την ελαχιστοποίηση των επιδράσεων των άκρων και του κατακερµατισµού τα φυσικά αποθέµατα θα πρέπει να διαχειρίζονται σε ένα περιφερειακό πλαίσιο για να προάγουν ροές γονιδίων και µεταναστεύσεις µεταξύ των πληθυσµών και να εξασφαλίζουν επαρκή αντιπροσώπευση ειδών και ενδιαιτηµάτων.

Η προστασία ενός κινδυνεύοντος είδους θα πρέπει να περιλαµβάνει το σύνολο του εύρους κατανοµής του, γιατί διαφορετικά θα συνεχίζει να παρουσιάζει πληθυσµιακή µείωση. Το σηµείο αυτό είναι κρίσιµο για τα µεταναστευτικά είδη.

(11)

Αποτελεσµατική προστασία των ειδών

Ο αποτελεσµατικός σχεδιασµός φυσικών αποθεµάτων απαιτεί λεπτοµερή γνώση της φυσικής ιστορίας των σηµαντικών ειδών της κατανοµής των βιολογικών κοινοτήτων.

Πληροφορίες σχετικά µε τις διατροφικές απαιτήσεις, τις ηµερήσιες και εποχιακές µετακινήσεις, τη συµπεριφορά κατά το φώλιασµα, τους δυνητικούς θηρευτές και ανταγωνιστές και ευπάθεια στις αρρώστιες βοηθούν στον προσδιορισµό αποτελεσµατικών στρατηγικών διατήρησης σε φυσικά αποθέµατα που σχεδιάζονται για να περιλάβουν όσο περισσότερες βιοτοπικές απαιτήσεις για κάθε είδος είναι δυνατό.

Συνδετικότητα

Η σύνδεση αποµονωµένων προστατευταιων περιοχών επιτυγχάνεται διαµέσου διαδρόµων (habitat corridors). Οι διάδροµοι είναι στενές λωρίδες γης που διαφέρουν από το υπόβαθρο που τις περιβάλλει και από τις δυο πλευρές τους.

Υπάρχουν τρεις τύποι διαδρόµων διαχωρισµένοι µε βάση τη δοµή τους. Αυτοι είναι : 1)οι γραµµικοί διάδροµοι – τεχνητοί διάδροµοι 2)οι διάδροµοι διάνοιξης και 3) τα ρέµατα.

Οι διάδροµοι επιτρέπουν τη διασπορά φυτών και ζωών µεταξύ των κατατµηµάτων, προάγοντας τις ροές γονίδιων και την εποίκιση ευνοϊκών θέσεων. Οι διάδροµοι επίσης παρέχουν προστασία σε ζώα τα οποία µεταναστεύουν εποχιακά (ή µετακινούνται σε ηµερήσια βάση) µεταξύ διαφορετικών ενδιαιτηµάτων ή (κατατµηµάτων). Επίσης, στους διαδρόµους κυριαρχούν τα συνοριακά και τα γενικευµένα είδη, ενώ τα σπάνια και τα κινδυνεύοντα είδη δεν υπάρχουν σε αυτούς εκτός αν οι διάδροµοι συνιστούν τα µόνα υπολείµµατα φυσικής βλάστησης στην περιοχή ή εκτός και αν οι διάδροµοι διαθέτουν εσωτερική περιοχή.

Συνοψίζοντας, τα πλεονεκτήµατα των οικολογικών διαδρόµων είναι : 1. οι υψηλότεροι ρυθµοί εποικισµού

2. η παροχή µεγαλύτερης επιφάνειας για την διατροφή ευρέως διαδεδοµένων ειδών 3. η κάλυψη από τους θηρευτές κατά την µετακίνηση µεταξύ των ενδιαιτηµάτων 4. η ποικιλία ενδιαιτηµάτων και περιβαλλοντικών συνθηκών για τα είδη που έχουν

τέτοιες απαιτήσεις

ενώ τα πιθανά µειονεκτήµατα είναι :

1. ότι οι υψηλότεροι ρυθµοί εποικισµού µπορεί να ευνοήσουν την εξάπλωση ασθενειών, επιβλαβών εντοµών, εξωτικών ειδών και ζιζανίων.

2. η ευκολότερη εξάπλωση διαταραχών (π.χ. φωτιά) 3. η έκθεση της άγριας ζωής σε κυνηγούς και θηρευτές

(12)

4. το κόστος και οι πιθανές συγκρούσεις µε στρατηγικές διατήρησης της γης.

Οι υγροτοποι για µεταναστευτικά είδη πουλιών δεν απαιτούν διαδρόµους. Παρόλο αυτά, οι σχεδιαστές υγρότοπων για τα αποδηµητικά είδη πουλιών θα πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η αειφορικοτητα των εποχιακών πληθυσµών εξαρτάται από έναν ή περισσότερους υγροτοπους εκατοντάδες µέτρα ή ακόµη και χιλιόµετρα µακριά.

Οι διάδροµοι θα πρέπει να εξετάζονται υπό το πρίσµα της επανένωσης κατακερµατισµένων αποθεµάτων. ∆εν υπάρχει µια γενική απάντηση για το ποιο θα είναι το ιδανικό µέγεθος ή σχήµα τους. Η απάντηση εξαρτάται : 1) από τις µορφές των έµβιων όντων που πρόκειται να προστατευτούν, 2) την κινητικότητα τους, 3) την απόσταση µεταξύ των αποθεµάτων που πρόκειται να προστατευτούν, 4) την αναµενόµενη επίδραση του ανθρώπου που θα ασκηθεί σε αυτούς και 5) την διαθεσιµότητα ενδιαιτηµάτων που µπορούν να γίνουν διάδροµοι.

Η γνώση του µεγέθους του µέσου ζωτικού χώρου των ειδών θα µπορούσε να βοηθήσει για την εκτίµηση του ελάχιστου εύρους που απαιτείται για την λειτουργία του διαδρόµου.

Οικολογία τοπίου και σχεδιασµός φυσικών αποθεµάτων

Η οικολογία τοπίου µελετά τα µορφώµατα των χρήσεων γης σε περιφερειακή κλίµακα και την επίδραση τους στις κατανοµές των ειδών και των οικοσυστηµικων διεργασιών. Πολλά είδη δεν περιορίζονται σε ένα ενδιαίτηµα, αλλά µετακινούνται µεταξύ αυτών ή διαβιούν στα όρια δυο τύπων ενδιαιτηµάτων. Για τα είδη αυτά, τα µορφώµατα των τύπων ενδιαιτηµάτων σε περιφερειακή κλίµακα είναι κρίσιµης σηµασίας.

1.1.3 Σηµασία της περιφερειακής ζώνης

Ο φυσικός και οικολογικός ρόλος της περιφερειακής ζώνης

Η περιφερειακή ζώνη αναµένεται να υπηρετήσει άµεσους οικολογικούς στόχους που σχετίζονται µε την ελαχιστοποίηση των επιδράσεων του κατακερµατισµού του τοπίου και της αποµόνωσης των περιοχών πυρήνων. Έτσι :

ƒ εξασφαλίζει χώρο για ευρέως διαδεδοµένα είδη αλλά και για σπάνια είδη για τα οποία οι περιοχές πυρήνες είναι µικρές για να υποστηρίξουν ένα βιώσιµο µέγεθος πληθυσµού.

ƒ αποτελεί µια στρατηγική που στοχεύει στον αποκλεισµό των πυρήνων από επιπρόσθετες µικροκλιµατικές αλλαγές.

(13)

ƒ συµβάλλει στην διόρθωση του σχήµατος του πυρήνα µε σκοπό :

(1) να ελαχιστοποιήσει τις εξωτερικές επιδράσεις και να διατηρήσει τα επίπεδα των πόρων εντος των περιοχών περισσότερο αποτελεσµατικά

(2) να προάγει τις αλληλεπιδράσεις µε τα παρακείµενα οικοσυστήµατα και µε τα περισσότερο αποµακρυσµένα τµήµατα του τοπίου και

(3) να διορθώσει την κλίση (ή προσανατολισµό) του άξονα ενός πυρήνα σχετικά µε τις ροές (νερού ,θρεπτικών, ατόµων) στο τοπίο. Αυτό το γνώρισµα της περιφερειακής ζώνης γίνεται όλο και περισσότερο σηµαντικό καθώς το µέγεθος των πυρήνων µειώνεται.(∆ηµητρακόπουλος, 2003)

Λειτουργικότητα της περιφερειακής ζώνης

ƒ Η περιφερειακή ζώνη είναι απαραίτητη σε µια περιοχή, καθώς αυτή, µπορεί να απαιτεί επιπρόσθετες περιοχές για να επιτυγχάνεται επαρκής έλεγχος.

ƒ Η διαχείριση των παραγόντων που άµεσα επηρεάζουν τις οικολογικές συνθήκες µιας τοποθεσίας είναι πρωταρχικής σηµασίας. Για παράδειγµα, τα επίπεδα του νερού µέσα σε µια προστατευτέα περιοχή µπορεί να διαχειρίζονται σε µια κλίµακα µεγαλύτερη από αυτή της περιοχής. Σε αυτή την περίπτωση η δηµιουργία της περιφερειακής ζώνης είναι απαραίτητη.

ƒ Η διαχείριση των παρακείµενων των προστατευταίων περιοχών εκτάσεων επηρεάζει τις προστατευτέες περιοχές (π.χ εµπλουτισµός σε θρεπτικά).

ƒ Η περιφερειακή ζώνη αποτρέπει απειλές που προέρχονται από αναπτυξιακές δραστηριότητες και δεν είναι συµβατές µε το τοπίο της περιοχής.

1.1.4 Νοµοθετικά καθεστώτα προστασίας των υγρότοπων

Η ελληνική νοµοθεσία για την προστασία της φύσης περιλαµβάνει νόµους και νοµοθετικά διατάγµατα που µπορούν να ταξινοµηθούν σε τρεις κατηγορίες και αφορούν την προστασία ειδών, την προστασία ειδών και ενδιαιτηµάτων και τη διαχείριση του φυσικού χώρου και των πόρων (Λαζαρέτου 1995).

• Ν. 1650/1986: προστασία του περιβάλλοντος.

• Ν. 2055/1992: κυρώνει τη σύµβαση διεθνούς εµπορίας απειλουµένων ειδών της άγριας πανίδας και αυτοφυούς χλωρίδας (Σύµβαση ΟΙΤΕ5).

• Ν. 1469 1950: τόποι ιστορικοί και ιδιαίτερου φυσικού κάλλους.

• Ν.∆. 996/1971: εθνικοί δρυµοί, αισθητικά δάση και διατηρητέα µνηµεία της φύσης.

(14)

• Ν.∆. 191/1974: κυρώνει τη διεθνή Σύµβαση Ραµσάρ που υπογράφηκε από την Ελλάδα στις 2.2.1971.

• Ν. 177/1975: καταφύγια θηραµάτων.

• Ν. 1335/1986: κυρώνει τη διεθνή Σύµβαση Βέρνης για τη διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης.

• Ν. 2204/1994: κυρώνει τη σύµβαση για τη βιολογική ποικιλότητα, που υπογράφηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο σας 5.7.1992, και την Απόφαση 93/626/ΈΟΚ του Συµβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

• Ν. 998/1979: προστασία δασών και δασικών εκτάσεων.

• Ν. 1337/1983: επέκταση πολεοδοµικό^ σχεδίων και πολεοδοµικής ανάπτυξης.

• Ν. 1739/1987: διαχείριση υδατικών πόρων.

Πολύ σηµαντική είναι η έκδοση δύο Κοινοτικών Οδηγιών, της 79/409/ΕΟΚ για τη διατήρηση των αγρίων πουλιών και της 92/43/ΕΟΚ (∆ίκτυο Φύση 2000-Natura 2000) για τη διατήρηση των φυσικών ενδιαιτηµάτων και των ειδών άγριας πανίδας και αυτοφυούς χλωρίδας. Το ανωτέρω νοµικό πλαίσιο συµπληρώνεται από διάφορες άλλες κανονιστικές πράξεις που αφορούν την απόθεση αποβλήτων, απαγορεύσεις κυνηγιού κ.λπ.

Στις περιοχές του δικτύου Natura 2000 κύριος στόχος είναι να διαφυλαχθούν οι οικότοποι και τα είδη προτεραιότητας της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ αλλά και να διασφαλιστεί η διατήρηση και αποκατάσταση όλων των τύπων οικοτόπων και οικοτόπων των ειδών της Οδηγίας στη φυσική τους περιοχή, θέτοντας όρους και περιορισµούς στην ενάσκηση των δραστηριοτήτων.

Οι περιοχές του δικτύου Natura 2000, όπως έχουν οριοθετηθεί σήµερα από τους υπεύθυνους του προγράµµατος ΗΡΕ '95 (ΕΚΒΥ-Πανεπιστήµια της χώρας) δεν αποτελούν περιοχές απόλυτης προστασίας δεδοµένου ότι δεν υπάρχει λεπτοµερής αναγνώριση των εκτάσεων που καταλαµβάνουν οι τύποι οικοτόπων και είδη προτεραιότητας της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ.

Κατά καιρούς εκδίδονται Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις και Προεδρικά

∆ιατάγµατα για τους Υγροτοπους του Καταλόγου Ραµσάρ που καθορίζουν τα όρια των προστατευόµενων ζωνών και τα διαχειριστικά µέτρα

Η σύµβαση Ραµσάρ, που ως το τέλος του 1995 είχε υπογράφει από 90 χώρες , είναι η µόνη διεθνής σύµβαση που αφορά υγροτοπους. Οι χώρες που υπογράφουν τη Σύµβαση Ραµσάρ πιστεύουν ότι οι υγρότοποι είναι αναντικατάστατος πόρος µε µεγάλη οικονοµική , πολιτιστική και επιστηµονική αξία καθώς και αξία αναψυχής και ως εκ τούτου επιθυµούν να αποτρέψουν απώλειες υγροτόπων τώρα και στο µέλλον µε εθνική και διεθνή δράση.

(15)

Η Ελλάδα έχει εντάξει τους εξής 11 υγροτοπους της στον Κατάλογο Ραµσάρ : 1. ∆έλτα Έβρου

2. Λίµνη Ισµαρίδα και λιµνοθάλασσες Ροδόπης (παλιότερη ονοµασία : λίµνη Μητρικού και σύµπλεγµα λιµνών)

3. Λίµνη Βιστονίδα – Πόρτο Λάγος 4. ∆έλτα Νέστου

5. Τεχνητή λίµνη Κερκίνη

6. Λίµνες Βόλβη και Κορώνεια (Λαγκαδά)

7. ∆έλτα ποταµών Αξιού –Αλιάκµονα – και Αλυκή Κίτρους Πιερίας 8. Λίµνη Μικρή Πρέσπα.

9. Αµβρακικό κόλπο.

10. Λιµνοθάλασσα Μεσολογγίου.

11. Λιµνοθάλασσα Κοτύχι και δάσος Στροφυλιάς.

1.1.5 Σηµασία προστατευτέων περιοχών

Ένα σύστηµα από προστατευτέες περιοχές αποτελεί τον πυρήνα για κάθε πρόγραµµα που στοχεύει τόσο στην διατήρηση της ποικιλότητας των οικοσυστηµάτων, των ειδών και των φυσικών γενετικών οικοσυστηµάτων όσο και στη προστασία των σηµαντικών φυσικών περιοχών όχι µόνο των εγγενών αξιών αλλά και λόγω της έµπνευσης και της αναψυχής που προσφέρουν στον άνθρωπο.

Ένα σύστηµα από προστατευτέες περιοχές διασφαλίζει :

ƒ Τα φυσικά και ηµιφυσικά οικοσυστήµατα που είναι απαραίτητα για την συντήρηση των οικολογικών λειτουργιών, την διατήρηση των άγριων ειδών και των περιοχών µε ιδιαίτερα υψηλή ποικιλότητα ειδών, την προστασία εγγενών αξιών και πηγών έµπνευσης και την υποστήριξη της επιστηµονικής έρευνας.

ƒ Τα τοπία που έχουν σηµαντική πολιτιστική αξία – συµπεριλαµβανοµένων των τόπων που αναδεικνύουν αρµονικές σχέσεις µεταξύ ανθρώπων και φύσης-, τα ιστορικά στοιχεία και την πολιτιστική κληρονοµιά σε δοµηµένες περιοχές.

ƒ Την αειφόρο χρήση χλωρίδας και πανίδας σε ηµιφυσικά οικοσυστήµατα.

ƒ Τις παραδοσιακές, αειφόρους χρήσης των οικοσυστηµάτων σε ιερές περιοχές ή σε περιοχές από τις οποίες εξαρτώνται άµεσα οι αυτόχθονες πληθυσµοί.

ƒ Την αναψυχή και την εκπαίδευση σε φυσικά , ηµιφυσικά και τεχνητά οικοσυστήµατα.

Οι προστατευόµενες περιοχές µπορεί να είναι ιδιαίτερα σηµαντικές για την ανάπτυξη όταν :

(16)

ƒ Προστατεύουνε το έδαφος και τα νερά σε περιοχές που παρουσιάζουν µεγάλη διάβρωση λόγω , π.χ. καταστροφής ή υποβάθµισης της φυσικής βλάστησης , ιδιαίτερα σε απόκρηµνες πλαγιές και σε όχθες ποταµών.

ƒ Ρυθµίζουν ποσοτικά την ροή του νερού , ιδιαίτερα µέσα από την προστασία υγροτόπων και δασών.

ƒ ∆ιασφαλίζουν τους ανθρώπους από φυσικές καταστροφές ,όπως πληµµύρες και καταιγίδες , ιδιαίτερα µέσα από την προστασία των δασών, σε λεκάνες απορροής, και των παραποτάµιων και παράκτιων υγροτόπων.

ƒ Συντηρούν σηµαντική φυσική βλάστηση σε εδάφη που από την φύση τους δεν προσφέρονται για καλλιέργεια.

ƒ Προστατεύουν είδη και φυτικούς ή ζωικούς πληθυσµούς που είναι εξαιρετικά ευαίσθητοι στην όχληση από ανθρώπους.

ƒ Αποτελούν κρίσιµο ενδιαίτηµα για την αναπαραγωγή, διατροφή ή ανάπαυση συγκεκριµένων ειδών που είτε τα εκµεταλλεύεται ο άνθρωπος είτε είναι αποδηµητικά είτε απειλούνται µε εξαφάνιση.

ƒ Προσφέρουν εισόδηµα και θέσεις εργασίας στον τοπικό πληθυσµό, ιδιαίτερα από τον τουρισµό.

1.2 Στόχοι της παρούσας εργασίας

Ο βασικός στόχος της παρούσας εργασίας είναι να δείξουµε ότι πέρα των έµµεσων σχέσεων (ρύπανση κ.λ.π.) µεταξύ των οικοσυστηµάτων παραλιακών υγροτόπων υπάρχουν και άµεσες συνδέσεις µεταξύ συστηµάτων που θεωρούνται προστατευτέα και σε άλλα που δε θεωρούνται, τουλάχιστον στον ίδιο βαθµό.

Συχνά κάποιες λειτουργίες των πουλιών (όπως και άλλων ζωικών οργανισµών) επιτελούνται σε διαφορετικά σηµεία του χώρου και συχνά ο χωρικός αυτός διαχωρισµός συµπίπτει µε τον διαχωρισµό του χώρου σε διακριτά ενδιαιτήµατα. Χρησιµοποιώντας αυτήν την αναµβισβητητα, σε κάποιο βαθµό, απλουστευτική προσέγγιση, εξετάζουµε το βαθµό εξάρτησης που υπάρχει µεταξύ διαφορετικών κατατµηµάτων από ποικίλα ενδιαιτήµατα για ορισµένα είδη πουλιών.

Στην περίπτωσή µας επιλέγουµε τον υγροβιότοπο του Κόλπου Καλλονής ο οποίος διαθέτει πλούσια ορνιθοπανίδα αλλά και ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, σε σύγκριση µα άλλες υγροτοπικές περιοχές της Ελλάδας, το γεγονός ότι συνίσταται από µια οµάδα µικρών παραλιακών υγροτοπικών υποπεριοχών, κατά µήκος των ακτών του κόλπου, που περιβάλλονται από µη – υγροτοπικά ενδιαιτήµατα. Στοχεύουµε στο να τεκµηριώσουµε την

(17)

άµεση εξάρτηση που παρατηρείται σε κάποια είδη πουλιών µεταξύ υγροτοπικών ενδιαιτηµάτων και της περιφερειακής τους ζώνης (τον ευρύτερο χώρο).

Ειδικότερα από το σύνολο των πιθανών εξαρτήσεων επιλέξαµε να µελετήσουµε τις πλέον εµφανείς στην περιοχή µελέτης, οι οποίες είναι οι εξής :

¾ Εξάρτηση µεταξύ θέσεων φωλιάσµατος και χώρων εύρεσης τροφής.

¾ Εξάρτηση µεταξύ θέσεων ανάπαυσης και χωρών εύρεσης τροφής.

Αυτές οι εξαρτήσεις µπορεί να υπάρχουν µεταξύ σηµείων (περιοχών) εντός ή εκτός κάποιου υγροτοπικού συστήµατος και έτσι προκύπτουν τέσσερις συνδυασµοί (εντός και εκτός ως προς φώλιασµα / ανάπαυση και εύρεση τροφής). Για να πετύχουµε το σκοπό αυτό χρησιµοποιήσαµε είδη πουλιών στα οποία είναι πιθανό να υπάρχουν τέτοιες εξαρτήσεις (για την διαδικασία επιλογής τους βλ. Μεθοδολογία).

1.3 Υγροβιότοπος Κόλπου Καλλονής Νήσου Λέσβου 1.3.1 Περιγραφή ευρύτερης περιοχής

Ο υγροβιότοπος του Κόλπου Καλλονής περιλαµβάνει όλη την παράκτια ζώνη του οµώνυµου κόλπου, η οποία µαζί µε τη θαλάσσια αβαθή έκταση του κόλπου αποτελεί ένα οικοσύστηµα σηµαντικού οικολογικού ενδιαφέροντος. Ο Κόλπος της Καλλονής είναι ο µεγαλύτερος φυσικός κόλπος της νήσου Λέσβου. Το εµβαδόν του εκτιµάται σε 110 τετρ.

χιλιόµετρα, ενώ το βάθος του υπολογίζεται στα 18 µέτρα κατά µέγιστη τιµή και στα 10 µέτρα κατά µέση τιµή. Χαρακτηρίζεται αβαθής και ηµίκλειστος κόλπος µε µήκος περίπου 20 χιλιόµετρα και πλάτος περίπου 10 χιλιόµετρα (Κατσίκι 1990, Τάσσος 1989). Συνδέεται µε τα ανοιχτά νερά του Αιγαίου πελάγους µε δίαυλο µήκους 4 χιλιοµέτρων περίπου.

Γεωγραφικά τοποθετείται στο νοτιο-δυτικό τµήµα της νήσου Λέσβου µε γεωγραφικές συντεταγµένες, ΓΜ 28° 11’-28°13' και ΓΠ-38°12’-39°13’.

Ο Κόλπος της Καλλονής δέχεται τα εκπλύµατα της λεκάνης απορροής, η οποία καταλαµβάνει έκταση περίπου 110.000 στρεµµάτων µε καλλιέργειες αροτριαίες, κηπευτικές, δενδρώδεις, αµπέλια, αγραναπαύσεις. ∆ιοικητικά υπάγεται στη Νοµαρχία Λέσβου και εκτείνεται στους δήµους και κοινότητες Βασιλικών, Λισβορίου, Πολιχνίτου, Αγίας Παρασκευής, Αρίσβης, Καλλονής, Κεραµίου και Παρακοίλων συνολικού πληθυσµού 12.000 κατοίκων περίπου. Μετά βεβαίως τις συνενώσεις του σχεδίου

«Καποδίστριας», τα όρια των δήµων έχουν διαµορφωθεί, αλλά ακόµη χρησιµοποιούνται τα όρια και τα ονόµατα των παλαιών κοινοτήτων και δήµων. Το σύνολο των γεωργικο-

(18)

κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων της λεκάνης απορροής καθώς επίσης και οι οικισµοί επηρεάζουν την ποιότητα των νερών του Κόλπου της Καλλονής.

Η Νήσος Λέσβος από κλιµατική άποψη κατά Thornthwaite (Καρρά, 1973), ανήκει στο µεσογειακό τύπο, µε κλίµα ξηρό που αποκλίνει προς ηµίυγρο, µε µέτριο πλεόνασµα νερού κατά το χειµώνα. Το θερµικό κλίµα της περιοχής είναι µεσόθερµο και υποδηλώνει ότι η γειτονική θαλάσσια περιοχή εξασκεί µεγάλη επίδραση στη διαµόρφωση του θερµικού χαρακτήρα της περιοχής.

Στο βόρειο και νοτιοανατολικό τµήµα του Κόλπου της Καλλονής υπάρχει σηµαντικός αριθµός υγρότοπων σε ποικιλία µεγεθών και µε διαφορετικά χαρακτηριστικά οι κυριότεροι των οποίων είναι οι Αλυκές Καλλονής, Αλυκές Σκάλας Πολιχνίτου, Αχλαδερή, περιοχή ιχθυοτροφείου Βούβαρη, Κεραµειό, Παράκοιλα, υγρότοπος προς Αχλαδερή – Βούβαρη – Κρυονέρι, η περιοχή των οποίων αποτελεί υγροβιότοπο µιας ιδιαίτερα πλούσιας ποσοτικά και ποιοτικά ορνιθοπανίδας. Η χερσαία ζώνη του Κόλπου της Καλλονής, µε τις θερµοπηγές Πολιχνίτου και Λισβορίου και τα ρέµατα και τους χείµαρρους, είναι η πλουσιότερη σε υδατικό δυναµικό περιοχή της νήσου Λέσβου. Στον Κόλπο Καλλονής εκβάλλουν τα ρέµατα : Αγίου Γεωργίου, Μυλοποτάµου, Καλαµίου, Κρυονέριου, Βούβαρη, Αχλαδερής και Ρεύµατος. Οι περιοχές αυτές είναι σηµαντικές για αναπαραγωγή αλλά και αναζήτηση τροφής για τα απειλούµενα και προστατευόµενα είδη στους υγρότοπους του Κόλπου Καλλονής. Συχνά περιλαµβάνουν µίγµα υγροτόπων, δάσους και καλλιεργειών οπότε τέτοιοι βιότοποι είναι στενά αλληλένδετοι, δηλαδή η ύπαρξη κάποιων προστατευόµενων πουλιών εξαρτάται από τη συνύπαρξη δύο ή περισσότερων τύπων βιοτόπων.

1.3.2 Καθεστώτα προστασίας του Κόλπου Καλλονής

Ο Κόλπος Καλλονής περιλαµβάνεται στον ευρωπαϊκό κατάλογο µε τις Σηµαντικές Περιοχές για τα πουλιά (Important Bird Areas in Europe) και επιπλέον στο δίκτυο Φύση 2000 (Natura 2000).Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούµενων Σπονδυλόζωων της Ελλάδας αναφέρει δυο από τα είδη που µελετούµε στην παρούσα εργασία ως ιδιαίτερα προστατευόµενα είδη και αυτά είναι ο Μαυροπελαργός (C.nigra) και ο Αργυροτσικνιας (E.alba).

Επίσης, ο υγροβιότοπος του Κόλπου Καλλονής ανήκει στις Σηµαντικές Περιοχές για τα Πουλιά (Σ.Π.Π) γιατί φιλοξενεί το 1% βιογεωγραφικού είδους υδρόβιου πουλιού ή 20.000 υδρόβια πουλιά (κατηγορία 1γ). Ακόµη, η περιοχή φιλοξενεί είδος ή υποείδος απειλούµενο σε µεγάλη έκταση ή σε όλη την Ευρώπη και είναι µια από τις πέντε

(19)

σηµαντικότερες περιοχές του υπό συζήτηση γεωγραφικού χώρου (εάν η κατανοµή του είδους είναι ευρεία, τότε σηµαντική είναι µια περιοχή που περιλαµβάνεται στις δέκα σπουδαιότερες για το είδος ή το υποείδος) είτε µια από τις εκατό σηµαντικές περιοχές της Ευρώπης (κατηγορία 3).

1.3.3 Πιθανοί κίνδυνοι στο οικοσύστηµα του Κόλπου της Καλλονής

Οι πιθανοί κίνδυνοι για τον Κόλπο της Καλλονής προέρχονται κυρίως από φυσικά αιτία και από ανθρωπογενείς επιδράσεις ενώ συγχρόνως απειλείται και η ορνιθοπανίδα της περιοχής. Αναλυτικότερα :

Όσο αφορά τα φυσικά αιτία, το στενό και άβαθες στόµιο του κόλπου δηµιουργεί συνθήκες βραδείας ανανέωσης του νερού του. Έτσι, υπάρχει κίνδυνος να δηµιουργηθούν : α) ευτροφικες καταστάσεις λόγω συγκεντρώσεων φωσφορικών και αζωτούχων ενώσεων (λιπάσµατα) που προέρχονται από την λεκάνη απορροής και β) ανοξικές καταστάσεις λόγω έλλειψης οξυγόνου.

Επίσης, η ειδική σύσταση και προέλευση των πετρωµάτων της λεκάνης απορροής (ηφαιστειακά πετρώµατα και περιδοτίτες) έχουν ως αποτέλεσµα τον εµπλουτισµό των νερών µε βαριά µέταλλα.

Στις ανθρωπογενείς επιδράσεις, η έντονη γεωργική δραστηριότητα και η αλόγιστη χρήση λιπασµάτων και φυτοφαρµάκων στους ελαιώνες, δηµιουργούν πιέσεις στον υγροβιότοπο του Κόλπου Καλλονής. Επιπλέον, τα τοξικά φυτοφάρµακα µπορούν να δράσουν αρνητικά τόσο στην αναπαραγωγική ικανότητα της άγριας πτερωτής ορνιθοπανίδας όσο και στην πλούσια ιχθυοπανίδα του κόλπου.

Οι περιοχές της Καλλονής και του Πολιχνίτου δέχονται ισχυρές πιέσεις επέκτασης των οικιστικών περιοχών, ενώ θα πρέπει να αναφερθεί η ύπαρξη όλο και µεγαλύτερων πιέσεων από την βιοµηχανία που έχει την τάση να συγκεντρώνεται κατά µήκος των δυο κυρίων οδικών αξόνων Μυτιλήνης – Καλλονής και Μυτιλήνης – Πλωµαρίου.

Απειλή για τον Υγρότοπο των Μέσων αποτελούν, επίσης, η αµµοληψία και η πίστα carting που διαµορφώνεται τώρα.

Η βόσκηση στον υγροβιότοπο ανατολικά της Σκάλας Καλλονής καθώς επίσης και στην ζώνη βλάστησης µεταξύ της περιφερειακής τάφρου της Αλυκής Καλλονής και της δηµοσίας οδού, η οποία ρυθµίζει και προστατεύει τον υγρότοπο, έχει υποβαθµίσει αισθητά το φυσικό περιβάλλον της περιοχής.

Στην ίδια περιοχή (ζώνη βλάστησης Αλυκής Καλλονής), εµφανής είναι και ο κίνδυνος από επεκτάσεις γειτονικών καλλιεργειών .

Γενικά, για τον Κόλπο Καλλονής οι κίνδυνοι που απειλούν το οικοσύστηµά του είναι οι εξής :

(20)

• Η ελάττωση της στάθµης των υδροφόρων στο εσωτερικό των προστατευταίων περιοχών και αντλήσεις εκτός αυτών,

• Οι απορρίψεις µπαζών και σκουπιδιών στην περιοχή των υγροτόπων,

• Η απόρριψη ανεπεξέργαστων οικιακών, κτηνοτροφικών και βιοµηχανικών απόβλητων των ελαιοτριβείων και των τυροκοµείων στο οικοσύστηµα του κόλπου,

• Το χωρίς περιορισµούς κυνήγι στην περιοχή του υγροβιότοπου, εκτός του ελεγχόµενου χώρου των Αλυκών, καθώς δεν υπάρχει καµία ειδική απαγόρευση για το κυνήγι στην ευρύτερη περιοχή, ούτε κάποιο άλλο µέτρο που να διασφαλίζει την προστασία των σπάνιων ειδών και

• Η µη ορθολογική αλιευτική διαχείριση στον Κόλπο της Καλλονής που έχει ως αποτέλεσµα τη µείωση των ιχθυοαποθεµάτων.

Οι απειλές για την ορνιθοπανίδα είναι ορατές και από την οικιστική δραστηριότητα, όπου υπάρχουν κατοικίες ή τουριστικές εγκαταστάσεις επάνω στο όριο ή ακριβέστερα εντός των φυσικών ορίων των υγροβιότοπων ή άλλων σηµαντικών περιοχών. Επιπλέον, η έντονη ανθρώπινη παρουσία στα όρια ακριβώς των µικρότερων υγρότοπων (Αλυκές Καλλονής, Αλυκές Πολιχνίτου) µειώνει την ελκυστικότητα για τα πιο ευαίσθητα είδη πουλιών (αρπακτικά, φλαµίγκο και αλλά µεγαλόσωµα είδη). Τέλος, η κατασκευή δρόµου προς Αχλαδερή και Πολιχνίτο, ο οποίος ουσιαστικά µοιράζει στα δύο τον υγρότοπο της περιοχής, και αναµφίβολα είναι πηγή ενόχλησης.

1.4 Αλυκή Καλλονής 1.4.1 Γενικά

Οι αλυκές αποτελούν ηµιτεχνητά οικοσυστήµατα και βρίσκονται σε περιοχές σε στενή γειτνίαση µε τη θάλασσα, σε µέρη όπου πριν την ανθρώπινη επέµβαση υπήρχαν υπεραλατούχες λίµνες, υπεράλµυροι λειµώνες ή λιµνοθάλασσες.

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά µιας περιοχής που θα µπορούσε να µετατραπεί σε αλυκή είναι η µεγάλη επίπεδη παράλια έκταση, µε εδαφικό υλικό µη υδατοπερατό. Τα παραπάνω εξασφαλίζουν αντίστοιχα τη δαπάνη κατά το δυνατόν λιγότερης ενέργειας για τη διακίνηση του νερού και τις µειωµένες στο ελάχιστο απώλειες νερού προς το έδαφος.

Σηµαντικό είναι, επίσης, το κλίµα της περιοχής να χαρακτηρίζεται από τις κατάλληλες µετεωρολογικές συνθήκες ώστε το υδατικό ισοζύγιο να είναι αρνητικό. Αυτό σηµαίνει ότι η εξάτµιση πρέπει να υπερισχύει της βροχόπτωσης, αν όχι συνολικά κατά τη

(21)

διάρκεια του έτους, κατά το διάστηµα µέσα στο οποίο είναι δυνατό να ολοκληρωθεί µια καλλιεργητική περίοδος.

1.4.2 Περιγραφή διαµόρφωσης και λειτουργίας

Μια αλυκή αποτελείται από ένα σύστηµα λεκανών, τα όρια των οποίων καθορίζονται µε κατάλληλα διαµορφωµένα αναχώµατα και που επικοινωνούν µεταξύ τους µε ανοίγµατα ,τις πόρτες. Το νερό της θάλασσας περνώντας διαδοχικά µέσα από αυτό το σύστηµα καταλήγει, µετά από τη σταδιακή συµπύκνωση που υφίσταται, να καθιζάνει στον πυθµένα των τελευταίων λεκανών. Εξωτερικά σε µια αλυκή βρίσκεται η περιµετρική τάφρος, η οποία κύριο στόχο έχει την συλλογή των επιφανειακών υδάτινων µαζών που καταλήγουν και επηρεάζουν το περιµετρικό ανάχωµα.

Αναλυτικότερα το νερό της θάλασσας εισάγεται στην πρώτη λεκάνη της σειράς, συνήθως µε άντληση και κατόπιν συνεχίζει να περνά από τις λεκάνες που ακολουθούν είτε µε τη βοήθεια της βαρύτητας, λόγω της συµπύκνωσης που διατελείτε µε τη βοήθεια της εξάτµισης, είτε µε υδραυλική προώθηση µε τη χρήση αντλιών. Η διάρκεια της παραµονής του νερού σε κάθε λεκάνη είναι διαφορετική και ρυθµίζεται παράλληλα µε τη βοήθεια θυροφραγµάτων στα ανοίγµατα µεταξύ κάποιων λεκανών. Οι λεκάνες εξάτµισης αυτές ονοµάζονται θερµάστρες (A1-A8, B1-B5 και C1-C7) (Σχήµα 1.2).

Μετά τη διέλευση της άλµης από κάποιο απαιτούµενο αριθµό θερµαστρών και αφού επιτευχθεί κορεσµένο διάλυµα, εισέρχεται αυτή κατά τακτά χρονικά διαστήµατα σε υποσύστηµα ειδικών λεκανών για την σταδιακή απόθεση του αλατιού που περιέχει, σε κορεσµένη µορφή στον πυθµένα τους. Οι λεκάνες αυτές ονοµάζονται κρυσταλλοπήγια ή αλοπήγια και είναι ορθογώνιες µε επίπεδο πυθµένα (Κ).

Κατά το τέλος της καλλιεργητικής περιόδου, δηλαδή στα τέλη Σεπτεµβρίου, στα κρυσταλλοπήγια έχει αποτεθεί στρώµα αλατιού πάχους 8-17 cm. Το υπερκείµενο στρώµα άλµης στη φάση αυτή απορρίπτεται στην περιµετρική τάφρο. Τα κρυσταλλοπήγια στη συνέχεια ξηραίνονται για περίπου δυο εικοσιτετράωρα και στη συνέχεια το στρώµα του αλατιού συλλέγεται και µεταφέρεται στη µονάδα πλύσης. Εκεί το αλάτι πλένεται για την αποµάκρυνση προσµίξεων γαιώδους προέλευσης. Τέλος, αποθηκεύεται σε µεγάλους σωρούς µέχρι την τελική διάθεση του στην αγορά.

Η Αλυκή Καλλονής αποτελεί την τρίτη σε µέγεθος (2.630 στρέµµατα) και δεύτερη σε δυναµικότητα παραγωγής (40.000 τόνοι ) αλυκή στη χώρα µας. Η Αλυκή Καλλονής βρίσκεται στα βόρεια παράλια του Κόλπου Καλλονής. Αποτελεί το µεγαλύτερο διακεκριµένο υγροτοπικό πυρήνα του ευρύτερου Υγροτόπου του Κόλπου Καλλονής.

(22)

ΥΠΟΜΝΗΜΑ

Α1-Α8 Θερµάστρες χαµηλής αλατότητας Β1-Β5 Θερµάστρες µεσαίας αλατότητας

C1-C7 Θερµάστρες υψηλής αλατότητας

D1-D5 Λεκάνες εκτός ροής

Κ Κρυσταλλοπήγια

Ε1,Ε2,Κ2 Κανάλια

Κ1,Κ3 Τµήµατα περιµετρικού καναλιού

Σχήµα 1.2. Ζώνες µελέτης Αλυκής Καλλονής. (Η ροή του νερού στις λεκάνες του εσωτερικού γίνεται µε τη σειρά που υποδεικνύει πρώτα η αλφαβητική και κατόπιν η αριθµητική τους ονοµασία.)

Referências

Documentos relacionados

Τι γνώριζε πραγματικά ο Ηρόδοτος για τα γεγονότα και τις ιστορίες που του αφηγήθηκαν οι πληροφοριοδότες της Εγγύς Ανατολής; Όσον αφορά τις αντιλήψεις περί μοναρχίας και γυναίκας στην