• Nenhum resultado encontrado

TVN AP

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2024

Share "TVN AP"

Copied!
197
0
0

Texto

(1)

YPERTVNARICTOFANOYCXRHMA

TVN AP

OLO    GIA

 

 

DHMOYKATALYSEVSAPOLOGIAaPOLO GIADEY TERA YPER XR IC

TIA N VNP

ROCTHNRVM AIVNC YGKLHTONENBOYLH

I

MANTIUEV

I

DOKI M AZOMENV

I

APOLOGIAYP ERΠ P ALAM HDOY SAPO LOGIA PROS ANTV NINON TONEYCEBHYPERXRICTIANVNAPOLOGI A

PRVT HYPE RTOY ERAT OCUENO FONOYAPOLOGIAcVKRATOYCAPOL OGIAAREOPAGITIKOSPERITOYCHKOYAPOLOGI ADHMOSUENOYSAPOLOGIAYPEREYJENIPPOY EISAGGELIASAPOLOGIAPROCPOLYEYKTONAP OLOGIAPERITHCEJAHMEROYAPOLOGIADVROD

OKIASAPARACHMOSaaPOLOGIAPROSTONBASI L EAKVNCTANTIONAPOLOGIAPERI

THSFYGHS APOLOGHT

IKOSKATAAREIANVN

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ – ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΒΛΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΒΙΒΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Στυλιανός Ν. Λαμνής

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ΑΠΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟΣ Το Απολογητικό Στοιχείο στις Ομιλίες

των Πράξεων

Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία

Σύμβουλος καθηγήτρια: Άννα Κόλτσιου – Νικήτα

Θεσσαλονίκη 2017

(2)

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ – ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΒΛΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΒΙΒΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Στυλιανός Ν. Λαμνής Α.Ε.Μ.: 1741

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ΑΠΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟΣ Το Απολογητικό Στοιχείο στις Ομιλίες

των Πράξεων

Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία

Σύμβουλος καθηγήτρια: Άννα Κόλτσιου – Νικήτα

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2017

(3)

(4)

Στην ιερή μνήμη του πατέρα μου, Νικολάου

ἐὰν ἐπιλάθωμαί σου Ἱερουσαλήμ ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου κολληθείη ἡ γλῶσσά μου τῷ λάρυγγί μου ἐὰν μή σου μνησθῶ

Ψαλμ. 137, 5-6

(5)
(6)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ΑΠΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟΣ Το Απολογητικό Στοιχείο στις Ομιλίες

των Πράξεων

(7)
(8)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

... 9

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

... 11

1. Σκοπός, πορεία και μέθοδος

... 12

2. Ιστορία της έρευνας

... 13

ΜΕΡΟΣ 1

Ο

ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΚΟ ΚΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ ΠΑΥΛΕΙΩΝ ΑΠΟΛΟΓΙΩΝ 1.1. Η απολογητική γραμματεία ως τον 2

ο

αι....

21

1.1.1. Ελληνορωμαϊκή απολογητική γραμματεία ... 22

1.1.2. Ελληνιστική Ιουδαϊκή και Χριστιανική απολογητική γραμματεία ... 31

1.1.3. Αντί συμπεράσματος – Προσπάθεια για έναν περιγραφικό ορισμό του απολογητικού είδους ... 33

1.2. Ο δικαζόμενος Παύλος

1.2.1. Το μοτίβο της Δίκης ... 35

1.2.2. Οι δίκες στις Πράξεις ... 37

1.2.3 Οι δίκες του Παύλου ... 40

ΜΕΡΟΣ 2Ο

Η ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ (Πρ. 17, 22-31)

2.1. Η σκηνοθεσία (17, 16-22a)

... 42

2.2. Ο λόγος: Ρητορική και αφηγηματολογική θεώρηση

2.2.1. Δομή και πρώτη αναγνωστική προσέγγιση ... 43

2.2.2. Η δικανική απολογητική τακτική του Παύλου ... 47

2.2.3. Υφολογική προσέγγιση ... 50

2.2.4. Πολυσημίες του λόγου ... 53

2.3. Φιλοσοφική και θεολογική θεώρηση

2.3.1. Απολογία στην πνευματική μητρόπολη του εθνικού κόσμου – O Παύλος ως Σωκράτης redivivus ... 55

2.3.2. Η διακειμενικότητα του λόγου και η φύση του θείου ... 58

2.3.3. Θεολογία του λόγου - Η διακοπή της ομιλίας και η ανάσταση ... 69

(9)

2.3.4. Η μαρτυρία της ανάστασης ως (αυτο)βιογραφικό στοιχείο ... 76

2.3.5. Απολογία του Παύλου ή απολογητική του Λουκά; ... 77

2.3.6. Ο Αρεοπαγιτικός των Πράξεων και η χριστιανική απολογητική του 2ου αι. .82

2.4. Γενική αποτίμηση της απολογίας

... 88

ΜΕΡΟΣ 3

Ο

ΑΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΔΕΣΜΩΤΗ ΠΑΥΛΟΥ (Πρ. 22-28) 3.1. Οι απολογίες και το αφηγηματικό τους πλαίσιο

3.1.1. Μία προαναγγελθείσα σύλληψη ... 91

3.1.2. Η απολογία του Παύλου ενώπιον του πλήθους (Πρ. 22, 1-22) ... 96

3.1.3. Η αντίδραση της Ρωμαϊκής εξουσίας (Πρ. 22, 22-30) – Η απολογία ενώπιον του συνεδρίου (Πρ. 23) ... 105

3.1.4. Δίκη και απολογία ενώπιον του Φήλικα (Πρ. 24) ... 111

3.1.5. Καίσαρα ἐπικαλοῦμαι (Πρ. 25, 1-12) ... 123

3.1.6. Η εμπλοκή του Αγρίππα (Πρ. 25, 13-27) ... 128

3.1.7. Η απολογία ενώπιον του Αγρίππα (Πρ. 26) ... 130

3.1.8. Ο απολογητικός χαρακτήρας των αφηγήσεων της κλήσης του Παύλου .... 142

3.1.9. Η αφηγηματική αθώωση του Παύλου – «Απολογία» στους Ιουδαίους της Ρώμης (Πρ. 27-28) ... 149

3.2. Γενικές επισημάνσεις για τις απολογίες των κεφ. 22-28

3.2.1. Το αυτοβιογραφικό στοιχείο στις απολογίες του Παύλου ... 154

3.2.2. Η εγκατάλειψη του ναού και της λατρείας του ... 155

3.2.3. Η ανάσταση στις απολογίες του Παύλου ... 157

3.2.4. Σωκράτης, Ιησούς, Παύλος, βίοι παράλληλοι ... 160

ΜΕΡΟΣ 4

Ο

ΣΥΝΟΨΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

... 164

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΚΩΝ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ

... 171

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

... 175
(10)

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ο απόστολος Παύλος είναι γνωστός σε κάθε χριστιανό, ιδιαίτερα στους ορθόδοξους χριστιανούς της Ελλάδας, όπου πολλές πόλεις καυχώνται για την αποστολική προέλευση των τοπικών Εκκλησιών τους λόγω της ίδρυσής τους από τον απόστολο των εθνών. Τρεις από αυτές ήταν αποδέκτες πέντε επιστολών του. Η Θεσσαλονίκη ανήκει και στις δυο κατηγορίες. Ιδιαίτερα τον αισθάνονται οικείο όσοι, όπως ο γράφων, τυχαίνει να ανήκουν σε ενορίες που φέρουν το όνομά του και συχνά ακούν τις λεπτομέρειες του βίου του και βλέπουν αγιογραφημένη τη μορφή του.

Ο ευαγγελιστής Λουκάς, που διασώζει λεπτομέρειες της ζωής του Παύλου, στους περισσότερους είναι γνωστός κυρίως ως συγγραφέας του τρίτου Ευαγγελίου και των Πράξεων. Όποιος βέβαια εντρυφήσει στα δυο έργα του θα ανακαλύψει, πέραν των θεολογικών, και υψηλές λογοτεχνικές αρετές, όπως τη δωρικότητα και στιβαρότητα της αφήγησης, τη δύναμη της εικονοποιίας και των εκφραστικών μέσων, τη λιτότητα του λόγου. Πάνω απ’ όλα ο Λουκάς είναι ένας αριστοτέχνης της αφήγησης, εφάμιλλος του Ηροδότου και του Παπαδιαμάντη, που ξέρει να υποτάσσει τα ποικίλα θέματά του στον κεντρικό άξονα και να τα συνδυάζει με κατάλληλους υπαινιγμούς και αφηγηματικές αναφορές, να τα φωτίζει διαφορετικά κάθε φορά, υποτάσσοντάς τα πάντα στο κεντρικό του θέμα και καλώντας τον αναγνώστη να κάνει τους δικούς του συνειρμούς και παραδοχές, να ενεργοποιηθεί και να εξάγει μόνος του τα συμπεράσματά του. Γι αυτό και το έργο του επιδέχεται τόσες ερμηνείες. Πρόκειται για αφηγηματική τεχνική πρωτοποριακή για τα δεδομένα του 1ου αι. και ο συγγραφέας των Πράξεων γνωρίζει να την υπηρετεί στην εντέλεια.

Την αφήγησή του ο συγγραφέας των Πράξεων δεν την θεωρεί αυτοσκοπό αλλά την χρησιμοποιεί για να αναδείξει τη θεολογία του και το πρόσωπο του Παύλου ιδιαίτερα. Αυτό έκανε πολλούς να αναρωτιούνται αν ο Παύλος των Πράξεων είναι ο πραγματικός Παύλος. Βέβαια, κάθε συγγραφέας (ακόμη και ο ιστοριογράφος) αποδίδει μια εικόνα των ιστορικών προσώπων, τέτοια όπως τα γνώρισε, τα αντιλήφθηκε και τα θυμάται ο ίδιος κατά την περίοδο της συγγραφής του έργου και πάντα βάζει ένα κομμάτι του εαυτού του, έστω και ακούσια. Αυτό υπονοεί και ο Gustave Flaubert με την περίφημη φράση που του αποδίδεται: Madame Bovary, c'est moi (Η κυρία Μποβαρύ είμαι εγώ).

Η αφηγηματολογία υπήρξε από τα φοιτητικά μου χρόνια ένα ιδιαίτερα γοητευτικό πεδίο μελέτης, προβληματισμού και αισθητικής αναζήτησης. Μετά την πάροδο πολλών ετών το βιβλίο των Πράξεων με προ(σ)καλούσε να την ασκήσω, με την

(11)

ελπίδα μήπως και μπορέσω έστω κατά λίγο να κατανοήσω πώς μια ιουδαϊκή αἵρεσις έγινε η πίστη που νίκησε τον κόσμο (Α΄ Ιωαν. 5, 5).

Πολλές φορές κατά τη διάρκεια της πολύμηνης ενασχόλησής μου με το θέμα έφερα στο νου μου πέντε κυρίως ανθρώπους, που συντέλεσαν πρωτίστως στη φιλολογική μου συγκρότηση. Πρόκειται για τους πανεπιστημιακούς δασκάλους μου (τους αναφέρω με τη σειρά που τους γνώρισα) Δανιήλ Ιακώβ, Δημήτρη Μαρωνίτη, Νίκη Λυκούργου και τους ιδιαίτερα αγαπημένους Παναγιώτη Μουλά και Δημήτρη Λυπουρλή. Οι τρεις δεν βρίσκονται πια στη ζωή, ας είναι αυτή η αναφορά μικρό μνημόσυνο για όσα πρόσφεραν· στους δυο που ζουν και δεν γνωρίζουν ότι τους αναφέρω ας ανταποδώσει ο θεός κατά τα έργα τους, ὅτι ἠγάπησαν πολύ (Λουκ. 7, 47).

Ευχαριστίες οφείλω στην οικογένειά μου για την ολόψυχη στήριξη και βοήθεια.

Επίσης στους συναδέλφους θεολόγους του σχολείου μου για τη βοήθειά τους, Μαρία Γούδα και Στράτο Ανδρεάδη, φίλο αγαπητό, στον δεύτερο και για όσα βιβλία μου δάνεισε από την προσωπική του βιβλιοθήκη.

Ιδιαίτερα ευχαριστώ τους δασκάλους μου στο Μεταπτυχιακό Τμήμα, π. Ιωάννη Σκιαδαρέση, Χαράλαμπο Ατματζίδη και Γλυκερία Χατζούλη, για όσα έμαθα κοντά τους· οι ώρες που πέρασα μαζί τους ήταν πάντα γοητευτικές και ουσιαστικές παρά την κόπωση της ημέρας που είχε προηγηθεί. Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλω και στα μέλη της τριμελούς επιτροπής, για τον κόπο να διαβάσουν την εργασία και για τις βελτιώσεις που ενδεχομένως προτείνουν.

Την τιμητική τελευταία θέση κρατώ για την καθηγήτριά μου, κ. Άννα Κόλτσιου – Νικήτα. Και γι αυτήν ισχύουν βέβαια τα προηγούμενα, αλλά της οφείλω περαιτέρω ευχαριστίες πρώτα για την αποδοχή της και την εμπιστοσύνη της, έπειτα για την οικειότητα, την υπομονή και τις συμβουλές της και τέλος για την έγκυρη επιστημονική της καθοδήγηση.

Κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών σπουδών κοιμήθηκε ο πατέρας μου, Νικόλαος. Στην ιερή του μνήμη αφιερώνω τούτο το πόνημα.

Θεσσαλονίκη, Οκτώβριος 2016 Στυλιανός Ν. Λαμνής

(12)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Όποιος θελήσει να ασχοληθεί έστω και με μία ομιλία των Πράξεων έρχεται αντιμέτωπος με το πρόβλημα της ιστορικότητας και της πατρότητας των λόγων, το οποίο με τη σειρά του αποτελεί μέρος του γενικότερου προβλήματος των πηγών του έργου. Ως εκ τούτου η έρευνα κινήθηκε ανάμεσα σε δυο ακραίες θέσεις1: πως οι λόγοι των Πράξεων α) αποτελούν ελεύθερες φιλολογικές δημιουργίες του Λουκά που υπηρετούν τους κηρυγματικούς σκοπούς του έργου (Dibelius) και β) υπακούουν στον κανόνα που έθεσε ο Θουκυδίδης στο περίφημο κεφάλαιο της μεθόδου2. Ότι η τακτική του Θουκυδίδη είχε καθιερώσει ένα προηγούμενο, που οι ιστοριογράφοι της ύστερης αρχαιότητας το ακολουθούσαν ως υπόδειγμα, αποδεικνύει και ένα απόσπασμα του Λουκιανού3. Οι λόγοι των Πράξεων ανταποκρίνονται πλήρως στο συγκεκριμένο κριτήριο4.

Μια οριστική απάντηση στο πρόβλημα είναι δύσκολο να δοθεί, ωστόσο φαίνεται πως πιο κοντά στην πραγματικότητα είναι η άποψη πως οι λόγοι είναι μεν δημιουργίες του Λουκά στη μορφή που τους έχουμε (και μόνο το περιορισμένο μέγεθός τους αποτελεί επαρκή μαρτυρία γι αυτό5), αλλά διασώζουν ένα πραγματικό ιστορικό πυρήνα6. Ειδικότερα για τις ομιλίες του Παύλου ο Kennedy θεωρεί πως η μόνη που προδίδει προσωπική γνώση του λόγου από το συγγραφέα είναι ο λόγος προς τους πρεσβυτέρους της Εφέσου (Πρ. 20,18-35) ενώ η απολογία προς τον Αγρίππα θεωρεί ότι διακρίνεται και από κάποια χαρακτηριστικά του παύλειου ύφους, όλοι όμως

1 Για το θέμα βλ. Γεώργιος Π. Πατρώνος, Προλεγόμενα, το Γ΄ κεφάλαιο, ιδίως την ενότητα 2 «Οι Ομιλίες των Πράξεων και η αρχαία ιστοριογραφία», σ. 131-149 και την ενότητα 3 «Αξιοπιστία και ιστορική αξία των ομιλιών», σ. 150-60· Joseph A. Fitzmyer, Acts, σ. 103-8· Richard N. Longenecker,

«Acts», σ. 231· Ιωάννης Δ. Καραβιδόπουλος, Εισαγωγή, σ. 251.

2 Θουκ. 1, 22,1: Καὶ ὅσα μὲν λόγῳ εἶπον ἕκαστοι ἢ μέλλοντες πολεμήσειν ἢ ἐν αὐτῷ ἤδη ὄντες, χαλεπὸν τὴν ἀκρίβειαν αὐτὴν τῶν λεχθέντων διαμνημονεῦσαι ἦν ἐμοί τε ὧν αὐτὸς ἤκουσα καὶ τοῖς ἄλλοθέν ποθεν ἐμοὶ ἀπαγγέλλουσιν· ὡς δ’ ἂν ἐδόκουν ἐμοὶ ἕκαστοι περὶ τῶν αἰεὶ παρόντων τὰ δέοντα μάλιστ’ εἰπεῖν, ἐχομένῳ ὅτι ἐγγύτατα τῆς ξυμπάσης γνώμης τῶν ἀληθῶς λεχθέντων, οὕτως εἴρηται.

3 Λουκιανός, Πῶς δεῖ ἱστορίαν συγγράφειν, 58: ἢν δέ ποτε καὶ λόγους ἐροῦντά τινα δεήσῃ εἰσάγειν, μάλιστα μὲν ἐοικότα τῷ προσώπῳ καὶ τῷ πράγματι οἰκεῖα λεγέσθω, ἔπειτα ὡς σαφέστατα καὶ ταῦτα. πλὴν ἐφεῖταί σοι τότε καὶ ῥητορεῦσαι καὶ ἐπιδεῖξαι τὴν τῶν λόγων δεινότητα.

4 Βλ. Liggins, Stephen S., Convincing Proofs, σ. 40-1.

5 Βλ. όσα επισημαίνει για τον λόγο της Εφέσου (Πρ. 20, 17-38) ο π. Ιωάννης Σκιαδαρέσης στο Παύλειες Μελέτες Α΄, σ. 115, αφού προηγουμένως, σ. 111-3, προηγείται συνοπτική αναφορά στο γενικότερο ζήτημα των ομιλιών των Πράξεων.

6 Βλ. Robert Morgenthaler, Lukanische Geschichtsschreibung 2, σ. 54-6· Darrell L. Bock, Theology, σ.

53.

(13)

διακρίνονται από κάποια γνώση της παύλειας επιχειρηματολογίας. Καταλήγει επισημαίνοντας πως:

Από τα ρητορικά χαρακτηριστικά των Πράξεων το πιο σημαντικό από ιστορική άποψη είναι ο τρόπος που οι απόστολοι εκμεταλλεύονται τις ευκαιρίες για να κηρύξουν το ευαγγέλιο7.

1. Σκοπός, πορεία και μέθοδος

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω δεδομένα θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε αν και κατά πόσο η ένταξη στο έργο των Πράξεων μιας σειράς ομιλιών του Παύλου που συνιστούν δικανικές απολογίες ή παρουσιάζονται ως τέτοιες στα πλαίσια της αφήγησης σχετίζονται με την μετεξέλιξη του απολογητικού είδους, την μετατροπή του από δικανικό ρητορικό υπό-είδος σε χριστιανική απολογητική.

Ο κύριος στόχος είναι πολύπλοκος καθώς φιλοδοξεί να διερευνήσει τις συγκεκριμένες απολογίες του Παύλου σε σχέση με τα γραμματειακά προηγούμενα και από την άλλη σε σχέση με τις μεταγενέστερες εξελίξεις. Από την άλλη οι ομιλίες του Παύλου δεν είναι αυτόνομα δημιουργήματα αλλά λόγος του προσώπου μιας αφήγη- σης. Ως τέτοιοι έχουν δυο τουλάχιστον αποδέκτες, το εσωτερικό αφηγηματικό ακροατήριο και το υπονοούμενο ακροατήριο. Γι αυτό και θεωρούμε ότι ο κύριος στόχος θα επιτευχθεί μέσα από την προσπάθεια επίτευξης μιας σειράς δευτερευόντων στόχων, οι οποίοι ταυτίζονται με την προσπάθεια να απαντηθούν τα ακόλουθα ερωτήματα:

α) Κατά πόσο οι συγκεκριμένες ομιλίες συνδέονται με την δικανική ελληνορωμαϊκή ρητορική;

β) Πέρα από τον εσωτερικό τους ρόλο στην αφηγηματική πλοκή υπηρετούν και άλλους απολογητικούς στόχους; Αν ναι, αυτοί είναι του απολογούμενου Παύλου ή του συγγραφέα;

γ) Ποια η σχέση της αφηγηματικής συνάφειας των ομιλιών με τους γενικότερους στόχους του έργου;

δ) Ποια η σχέση των απολογιών του Παύλου με την μεταγενέστερη απολογητική χριστιανική γραμματεία;

Για τους λόγους αυτούς, αφού προηγηθεί μια σύντομη επισκόπηση της έρευνας, στο πρώτο μέρος της εργασίας θα προβούμε σε μια συνοπτική έκθεση της εξέλιξης του απολογητικού είδους από τις πρώτες αρχές ως τον 2ο αι. μ.Χ. Θα διερευνήθεί στη συνέχεια το μοτίβο της δίκης στις Πράξεις, αφού οι απολογίες του Παύλου αποτελούν συστατικό στοιχείο μιας σειράς δικών που αντιμετωπίζει ο απόστολος και θα εστιάσουμε στις δίκες του Παύλου.

Στο δεύτερο μέρος του έργου θα μελετήθεί με γνώμονα τα παραπάνω ερωτήματα η ομιλία του Παύλου στην Αθήνα ενώπιον του Αρείου Πάγου. Με το ίδιο σκεπτικό θα ακολουθήσει στο τρίτο μέρος η εξέταση των απολογιών των κεφ. 22 -28. Η εξέτασή

7 Βλ. George A. Kennedy, New Testament Interpretation, σ. 139-40.

(14)

τους θα είναι ενιαία, καθώς στην ουσία αποτελούν την ίδια δίκη που για διάφορους λόγους παρατείνεται και πέρα από το τέλος του έργου.

Στο 4ο και τελευταίο μέρος θα προβούμε στη σύνοψη της διεξαχθείσας έρευνας και στη διατύπωση των συμπερασμάτων.

Η μέθοδος που κυρίως υιοθετήθηκε είναι αυτή της κειμενικής αφηγηματικής κριτικής, καθώς πιστεύουμε πως το κείμενο είναι η μόνη αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα που διαθέτουμε. Η συγκεκριμένη επιλογή, που συνήθως αφορά σε σύγχρονα έργα που αποτελούν προϊόντα κυρίως μυθοπλασίας, δεν σημαίνει ότι θεωρούμε τις Πράξεις μυθοπλαστικό έργο. Στις Πράξεις ο Λουκάς αφηγείται γεγονότα που εκτείνονται από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 30 μ.Χ ως το 62 μ.Χ, ένα χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από της Ιστορίας του Θουκυδίδη, σε ένα πολύ μικρότερης έκτασης έργο. Η ιεράρχηση, επομένως, η επιλογή ή η παράλειψη και η διαπραγμάτευση των γεγονότων αποτελεί επιλογή του Λουκά και γίνεται μέσω του αφηγητή των Πράξεων και υπό το πρίσμα που αυτός επιλέγει. Παράλληλα η συμβολή του συγγραφέα στη σύνθεση των λόγων, όπως επισημάνθηκε στην προηγούμενη εισαγωγική ενότητα, είναι πολύ σημαντικότερη απ’ ό,τι ενός σύγχρονου ιστορικού.

Δεν θα παραλείψουμε επίσης να χρησιμοποιήσουμε την ρητορική μέθοδο, αφού κύριο αντικείμενο της έρευνάς μας είναι αποσπάσματα ενός αφηγηματικού έργου που παρεμβάλλονται σε ευθύ λόγο ως ρητορικές ομιλίες του απολογούμενου πρωταγωνιστή. Εξάλλου η ρητορική θεωρία, όπως αναπτύχθηκε κατά την αρχαιότητα, παρουσιάζει εντυπωσιακή επικάλυψη με τις σύγχρονες αφηγηματικές θεωρίες. Τα πορίσματα της πάντα πολύτιμης ιστορικής μεθόδου επίσης θα αξιοποιηθούν, όπου κριθεί αναγκαίο.

Κατά τη διάρκεια της έρευνάς μας δεν θα αναφερθούμε καθόλου στο πρόβλημα της πατρότητας του έργου8, το καθιερωμένο από την παράδοση «Λουκάς» θα χρησιμοποιείται συμβατικά εναλλάξ με το «συγγραφέας των Πράξεων» για να αποφευχθεί η λεκτική επανάληψη. Αντίθετα στην πορεία της έρευνάς μας θα χρειαστεί να εμπλακούμε στη συζήτηση για το τέλος του έργου και την χρονολόγησή του. Όσες φορές παραστεί ανάγκη να καταφύγουμε στις επιστολές του Παύλου, θα περιοριστούμε στις αδιαμφισβήτητης πατρότητας επιστολές.

2. Ιστορία της έρευνας

Ήδη ο C. J. Heumann στο Bibliotheca Bremensis το 1721 υποστήριξε τον απολογητικό χαρακτήρα του έργου του Λουκά9, διατυπώνοντας την άποψη πως στόχο

8 Για το πρόβλημα μπορεί κανείς να ενημερωθεί από τα υπομνήματα, ενδεικτικά αναφέρω: Joseph A.

Fitzmyer, Acts, σ. 49-51, όπου υποστηρίζεται η παραδοσιακή θέση της συγγραφής από τον Λουκά, και Ernst Haenchen, Acts, σ. 1-14 και 118-9 την άποψη του Dibelius, όπου προκρίνεται μετά από εξέταση των πηγών η συγγραφή του έργου από έναν άγνωστό μας συγγραφέα.

9 Λόγω του όγκου της βιβλιογραφίας η επισκόπηση της έρευνας περιορίζεται κυρίως σε απόψεις που προβάλλουν τον απολογητικό χαρακτήρα είτε του συνόλου των Πράξεων είτε του τελευταίου τμήματος του έργου, όπου απαντώνται οι περισσότερες δικανικές απολογίες του Παύλου (κεφ. 21-28).

(15)

είχε την υπεράσπιση του Χριστιανισμού με αποδέκτη τον εθνικό Θεόφιλο10. Η Loveday Alexander στο άρθρο της Acts of the Apostles as an Apologetic Text του 1999 επιχειρεί μια πολύ χρήσιμη κατηγοριοποίηση των διαφόρων ερμηνειών των Πράξεων ως απολογητικού έργου11· σύμφωνα μ’ αυτήν ο δεύτερος λόγος του Λουκά ερμηνεύθηκε ως:

α) Ενδοχριστιανική απολογία και πολεμική με σκοπό να προβάλει ο συγγραφέας την δική του θεολογία. Σ’ αυτή την κατηγορία περιλαμβάνεται και η άποψη της απολογίας υπέρ του Παύλου, έναντι αυτών που αμφισβητούσαν την αποστολή και το κήρυγμά του.

β) Χριστιανική απολογία εναντίον του Ιουδαϊσμού.

γ) Απολογία του Χριστιανισμού που απευθύνεται σε Έλληνες (εθνικούς) με σκοπό τον προσηλυτισμό τους.

δ) Πολιτική απολογία που απευθύνεται στη ρωμαϊκή εξουσία και στοχεύει να υποστηρίξει τον Χριστιανισμό ως ουδέτερη και ακίνδυνη πολιτικά ιδεολογία, μέσω της διακήρυξης της αθωότητας του Παύλου έναντι της Ρώμης και της προβολής της ρωμαϊκής του ταυτότητας. Πολλοί βλέπουν την διεκδίκηση εκ μέρους του Χριστιανισμού του καθεστώτος της religio licita, μιας δηλαδή αναγνωρισμένης θρησκείας που απολάμβανε, αν όχι την προστασία, την ανοχή της ρωμαϊκής εξουσίας12.

ε) Ενδοχριστιανική απολογία με σκοπό την αυτοσυνειδησία και την ενίσχυση των χριστιανικών κοινοτήτων που υφίστανται πολεμική και διώξεις από Ιουδαίους.

Σε σχέση με τις απολογίες του Παύλου έχουν κατά καιρούς προταθεί οι εξής αναγνώσεις13:

α) Αποτελούν μοντέλα απολογιών για τους διωκόμενους χριστιανούς.

β) Ο σκοπός τους δεν είναι απολογητικός αλλά κηρυγματικός.

γ) Απολογητική υπέρ του Παύλου έναντι των Ιουδαίων ή έναντι εξ Ιουδαίων πιστών.

δ) Απολογητική που στοχεύει να αποδείξει την αθωότητα του Παύλου λόγω της μακρόχρονης φυλάκισης του σε ελληνιστικό ακροατήριο.

ε) Ενδοχριστιανική απολογητική υπέρ του Παύλου που και πάλι σχετίζεται με τις διώξεις του και τις δίκες του.

στ) Απολογία υπέρ της Εκκλησίας με αποδέκτη το ρωμαϊκό κράτος.

ζ) Κοινωνικο-πολιτική απολογία που απευθύνεται σε ελληνιστικό ακροατήριο.

Επειδή πολλοί ερευνητές δεν συγκαταλέγουν το κήρυγμα της Αθήνας στην έρευνά τους, μια επισκόπηση της έρευνας για τον αρεοπαγιτικό του Παύλου παρατίθεται στο 2.3.6.

10 Βλ. Loveday Alexander, Acts, σ. 183.

11 Βλ. Loveday Alexander, Apologetic Text, σ. 16-9. Ανάλογη αλλά λεπτομερέστερη κατηγοριοποί- ηση παρουσιάζει και ο Alexandru Neagoe, Trial, σ. 6-21.

12 Για τη σημασία του όρου religio licita, τις σχέσεις Ρώμης – Ιουδαϊσμού και Ρώμης – Χριστιανισμού και το πόσο σημαντικό ήταν για τη νομιμοποίηση του Χριστιανισμού από τη ρωμαϊκή εξουσία η θεώρησή του ως αρχαίας και σεβαστής θρησκείας βλ. W. H. C. Frend, Martyrdom and Persecution, το κεφ. Rome and Foreign Cults, σ. 104-120.

13 Βλ. Alexandru Neagoe, Trial, σ. 176-85.

(16)

η) Apologia pro imperio με στόχο να παρουσιάσει θετικά τη ρωμαϊκή εξουσία στους πιστούς.

θ) Χριστολογική απολογητική.

Την άποψη του C. J. Heumann επανέφερε και επικρότησε 200 χρόνια αργότερα, το 1921, ο Henry J. Cadbury στο έργο του The Purpose Expressed in Luke's Preface14. Στο μεταξύ και η σχολή του Tübingen είχε επισημάνει τον απολογητικό χαρακτήρα των Πράξεων θεωρώντας πως αποτελούν έργο ειρηνικό και απολογητικό με διπλό στόχο, α) τη συμφιλίωση μεταξύ εξ Ιουδαίων και ελληνιστών χριστιανών και β) τη διαβεβαίωση της ρωμαϊκής εξουσίας ότι ο Χριστιανισμός είναι πολιτικά ουδέτερη θρησκεία15.

Ο Martin Dibelius στο έργο του Aufsätze zur Apostelgeschichte, που εκδίδεται το 1949, δυο χρόνια μετά τον θάνατό του, υποστηρίζει ότι οι δίκες του Παύλου στις Πράξεις στοχεύουν να στηρίξουν τους διωκόμενους χριστιανούς και οι απολογίες του να τους προσφέρουν μοντέλα για τη δική τους απολογητική τακτική16.

Ο Hans Conzelmann το 1953 στο έργο του Die Mitte der Zeit: Studien zur Theologie des Lukas, που το 1960 μεταφράστηκε στα αγγλικά με τον τίτλο The Theology of Saint Luke, υποστηρίζει τον απολογητικό χαρακτήρα όχι μόνο των Πράξεων αλλά ολόκληρου του έργου του Λουκά. Κατά τον Conzelmann η απολογητική του Λουκά έχει διπλό στόχο, θεολογικό και πολιτικό. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγείται έπειτα από εξέταση των δικών στα δυο έργα του Λουκά και της νομικής ορολογίας στις δίκες των Πράξεων. Παρατηρεί ότι ο όρος Νόμος εννοεί τον μωσαϊκό νόμο, όταν η δίκη διεξάγεται ενώπιον ιουδαϊκού ακροατηρίου και το ρωμαϊκό δίκαιο, όταν το ακροατήριο είναι εθνικής – ρωμαϊκής προέλευσης. Στην διαπραγμάτευσή του οι δίκες του Ιησού και του Παύλου καθώς και οι απολογίες του αποστόλου στο τελευταίο τμήμα των Πράξεων αποτελούν τα κύρια ερευνητικά πεδία.

Καταλήγει πως η θεολογική απολογητική του έργου στοχεύει να αποδείξει την φαινομενικά αντιφατική θέση: ο Χριστιανισμός ως εκπλήρωση των Γραφών είναι συνέχεια του Ιουδαϊσμού αλλά ταυτόχρονα σηματοδοτεί ρήξη με τον Ιουδαϊσμό, αφού τον αντικαθιστά στο σχέδιο της σωτηρίας. Η πολιτική απολογητική στοχεύει να καταδείξει ότι ο Χριστιανισμός είναι μια αθώα πολιτικά θρησκεία που δεν εναντιώνεται στη ρωμαϊκή εξουσία, ώστε να απολαμβάνουν οι χριστιανοί τα δικαιώματα που παρέχει το ρωμαϊκό δίκαιο στους κατοίκους της αυτοκρατορίας17. Ο Ernst Haenchen στο μνημειώδες υπόμνημά του για τις Πράξεις (1η έκδοση στα Γερμανικά το 1956) βλέπει την προσπάθεια του συγγραφέα να αποδείξει την συνέχεια Ιουδαϊσμού – Χριστιανισμού ως απολογία με διπλό στόχο, πολιτικό και θεολογικό, όπως ο Conzelmann. Ο πολιτικός συνίσταται στο να αποκτήσει ο Χριστιανισμός το προνόμια μιας religio licita, όπως ο Ιουδαϊσμός, και ο θεολογικός στο να νομιμοποιήσει την αποστολή στα έθνη χωρίς την σύνδεση με τον ιουδαϊκό Νόμο σε

14 Βλ. Loveday Alexander, Apologetic Text, σ. 15.

15 Βλ. Paul W. Walaskay, And So We Came to Rome, 1984, σ. 50.

16 Βλ. Jacob Jervell, Paulus, σ. 165.

17 Βλ. Hans Conzelmann, Theology, σ. 137-49.

(17)

μια εποχή, που ο Χριστιανισμός είχε χάσει πλέον την ελπίδα να αγρεύσει πιστούς από τον Ιουδαϊσμό. Βασικό ρόλο στην εκπλήρωση των στόχων αποδίδει στις απολογίες του Παύλου. Ελάχιστα ιστορικά στοιχεία – ίσως καθόλου – βρίσκει στην προσπάθεια αυτή του συγγραφέα, με αποτέλεσμα ο απολογητικός χαρακτήρας να ανάγεται σε κύριο σκοπό του βιβλίου18.

Ο C. F. Evans το 1956 (επαναλαμβάνει τις θέσεις του το 1970) θεωρεί ότι οι απολογίες του Πέτρου και του Παύλου πρέπει να θεωρηθούν όπως επιβάλλει η προέλευσή τους από την δικανική ρητορική και όχι ως κηρύγματα και ότι αποτελούν μέρος μιας γενικότερης πολεμικής του συγγραφέα υπέρ της αναστάσεως19.

Ο Jacob Jervell, στο άρθρο του Paulus: Der Lehrer Israels: Zu den Apologetischen Paulusreden in der Apostelgeschichte, που πρωτοδημοσιεύεται το 1968 και περιλαμβάνεται το 1996 στο σύγγραμμά του The Theology of the Acts of the Apostles, υποστηρίζει ότι το τελευταίο μέρος των Πράξεων είναι απολογία υπέρ του Παύλου, για να νομιμοποιηθεί η αποστολή στα έθνη και να ενισχυθούν εξ Ιουδαίων χριστιανοί, που αμφιταλαντεύονταν μεταξύ της Εκκλησίας και της Συναγωγής. Απευθύνεται σε χριστιανικό παύλειο ακροατήριο που αντιμετωπίζει την έχθρα των Ιουδαίων, επειδή θεωρούν α) τον Παύλο αποστάτη που κηρύσσει εναντίον του Νόμου του Μωυσή, του Ισραήλ και της ιουδαϊκής παράδοσης και β) πως οι χριστιανοί έχουν εκπέσει από το λαό του θεού. Γι αυτό ο Λουκάς παρουσιάζει τον Παύλο ως πιστό Ιουδαίο, φαρισαίο, δάσκαλο του Ισραήλ που ό,τι διδάσκει στηρίζεται στους προφήτες20.

Επίσης το 1968, ο Paul Schubert στο άρθρο του The Final Cycle of Speeches in the Book of Acts διατυπώνει την σύνθετη άποψη ότι οι απολογίες του Παύλου στα κεφ.

21-28 αναδεικνύουν τον απόστολο ως την κορυφαία προσωπικότητα του έργου, ανατρέπουν την πολιτική κατηγορία της στάσεως, νομιμοποιούν το κήρυγμα στα έθνη και την απομάκρυνση του Χριστιανισμού από τον Ιουδαϊσμό αλλά κυρίως είναι το όχημα για να προβάλει ο Λουκάς την θεολογία του περί της αναστάσεως και την εσχατολογία του. Είναι από τους λίγους ερευνητές που με έμφαση συνδέει τις απολογίες του τελευταίου μέρους του έργου με τις υπόλοιπες ομιλίες των Πράξεων και κυρίως τον αρεοπαγιτικό του κεφ. 17 και με την ελληνορωμαϊκή ρητορική.

Δυστυχώς, το γεγονός ότι αποφεύγει την αναδιατύπωση των συμπερασμάτων του στο τέλος αφήνει την έρευνά του χωρίς ευδιάκριτο άξονα. Η κατακλείδα του άρθρου είναι πως οι λόγοι του Λουκά είναι διαφορετικοί από του Θουκυδίδη, στο έργο του Έλληνα ιστορικού οι λόγοι φωτίζουν τα γεγονότα ενώ στου Λουκά οι ίδιοι οι λόγοι είναι τα γεγονότα.

Το 1977 δημοσιεύεται το The New Testament Concept of Witness του Allison Trites και αποδεικνύει ότι η σύλληψη της έννοιας της μαρτυρίας από τον Λουκά είναι καθαρά δικανική. Η έρευνά του δεν σχετίζεται άμεσα με την απολογία και την απολογητική αλλά καταδεικνύει τον ρόλο των δικών μέσα στο έργο, η αποστολική

18 Βλ. Ernst Haenchen, Acts, σ. 97-103 και τον σχολιασμό της σύλληψης και των απολογιών του Παύλου, σ. 606κεξ.

19 Βλ. François Bovon, Luke, σ. 147.

20 Βλ. Jacob Jervell, Paulus και του ίδιου, Theology, σ. 82-94.

(18)

μαρτυρία κατατίθεται μέσα από μια σειρά δικών και ταυτίζεται με την απολογία των κατηγορουμένων. Κέντρο της αποστολικής μαρτυρίας, την οποία ενισχύει η μαρτυρία του Αγίου Πνεύματος, είναι το γεγονός της ανάστασης και η εκπλήρωση της Παλαιάς Διαθήκης στο πρόσωπο του Χριστού. Θεωρούμε την έρευνα του Trites σημαντική για το δικό μας θέμα, καθώς έμμεσα υποδεικνύει ότι ο συγγραφέας των Πράξεων συλλαμβάνει με τη δικανική της σημασία όχι μόνο την έννοια μαρτυρία αλλά και την έννοια απολογία21.

Ο Paul W. Walaskay το 1984 επισημαίνει ότι οι Πράξεις είναι καθαρά πολιτική απολογία από μια άλλη όμως άποψη. Ασκώντας κριτική στις θέσεις του Conzelmann, διατυπώνει την άποψη ότι οι δίκες του Παύλου, με τον απόστολο να τίθεται επανειλημμένα υπό την προστασία της ρωμαϊκής εξουσίας, επιχειρούν να δικαιώσουν την τελευταία στη συνείδηση των χριστιανών22.

Σε διάλεξη του το 1985/6, που δημοσιεύτηκε με τον τίτλο “Not in a Corner”: Early Christian Apologetic in Acts 26:26 το 1989, ο Abraham Malherbe υποστήριξε πως ο αρεοπαγιτικός και η απολογία ενώπιον του Αγρίππα υπηρετούν το απολογητικό πλαίσιο μιας κοινωνικής απολογίας εναντίον των κατηγοριών πως οι χριστιανοί ήταν αδαείς, κατώτεροι κοινωνικά και αμόρφωτοι. Έτσι ο Παύλος παρουσιάζεται με όρους που ταιριάζουν στους Έλληνες ηθικούς φιλοσόφους23.

Ο Earl Schwartz το 1992 στο άρθρο The Trials of Jesus and Paul ερμηνεύει κυρίως τις δίκες του Παύλου και δευτερευόντως τις απολογίες των κεφ. 22-26 ως την προσπάθεια του Χριστιανισμού να απεγκλωβιστεί από τον Ιουδαϊσμό, να αποκτήσει αυτοσυνειδησία και να αυτοπροσδιοριστεί24.

Επίσης το 1992, ο Gregory E. Sterling στο Historiography and Self-Definition:

Josephos, Luke-Acts, and Apologetic Historiography ορίζει το είδος των Πράξεων ως

«απολογητική ιστοριογραφία». Θεωρεί πως το είδος προέρχεται από τις εθνογραφικές διηγήσεις που περιλαμβάνονται στα ιστορικά έργα και συμβάλλει στην αυτοπεποίθηση και αυτοσυνειδησία μιας κοινωνικής ομάδας, όπως οι χριστιανοί του 1ου αι., που κινείται στα όρια του κοινωνικού περιθωρίου25.

Ο Joseph Fitzmyer στο υπόμνημά του (1998) αποδέχεται την πολιτική απολογία ως δευτερεύοντα στόχο του έργου, τον οποίο κυρίως εντοπίζει στην προσπάθεια του συγγραφέα να αποδείξει ότι η χριστιανική διδασκαλία της εποχής που γράφει είχε τις ρίζες της στην εποχή του Ιησού, ενώ αρνείται την άποψη ότι αποτελεί χριστιανική απολογία εναντίον της αίρεσης των Γνωστικών26.

To 1999 η Loveday Alexander στο προαναφερθέν άρθρο της αρνείται τον απολογητικό χαρακτήρα των Πράξεων από ειδολογική άποψη, δέχεται όμως ότι το

21 Βλ Allison A..Trites, Concept of Witness, σ. 128-54.

22 Βλ. Paul W. Walaskay, And So We Came to Rome, σ. 50-2.

23 Βλ. Abraham J. Malherbe, “Not in a Corner”.

24 Βλ. Earl Schwartz, Trials of Jesus and Paul.

25 Gregory E Sterling, Historiography and Self-Definition: Josephos, Luke-Acts, and Apologetic Historiography, Brill, Leiden, 1992.

26 Βλ. Joseph A. Fitzmyer, Acts, σ. 55-60.

(19)

έργο έχει συντεθεί γύρω από μια σειρά απολογητικών σεναρίων. Η πρωτότυπη άποψή της είναι πολύτιμη για την έρευνά μας και σχετική με εκείνη του Trites, γιατί προβάλλει την εξάρτηση του Λουκά από δικανικά πρότυπα προκειμένου να συνθέσει την δική του απολογητική. Ταυτόχρονα συνδέει το απολογητικό είδος με ορισμένα ειδολογικά χαρακτηριστικά, τα οποία δεν ανακαλύπτει μέσα στο έργο· κυρίως θεωρεί ότι σε ένα απολογητικό έργο πρέπει να είναι φανεροί οι αντίπαλοι, οι φορείς και το περιεχόμενο της απολογίας.

Το 2002 ο Steve Walton με το άρθρο του The State They Were in: Luke's View of the Roman Empire προτείνει ένα συνδυασμό της θεωρίας της πολιτικής απολογίας με μια παρόμοια μ’ εκείνη του απολογητικού μοντέλου. Οι Πράξεις, υποστηρίζει, προσφέρουν στους αναγνώστες του Λουκά ένα κριτικό πρότυπο συμπεριφοράς έναντι του ρωμαϊκού κράτους. Σε περιόδους ελευθερίας δεν πρέπει να κάνουν τίποτα ενάντιο σ’ αυτό. Σε αντίθετες περιπτώσεις το έργο του Λουκά προσφέρει το υπόδειγμα της συμπεριφοράς που πρέπει να ακολουθήσουν και όχι απολογητικό. Πρέπει να δείχνουν υπομονή και να έχουν εμπιστοσύνη στον θεό που πάντα εκπληρώνει τις υποσχέσεις του, χωρίς να προβούν σε καμιά ενέργεια που θα έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια της αθωότητάς τους27.

Ένα έτος αργότερα, το 2003, δημοσιεύεται το άρθρο της Saundra C. Schwartz, The Trial Scene in the Greek Novels and Acts, όπου η ερευνήτρια προβαίνει σε συγκριτική μελέτη του μοτίβου της δίκης στα ελληνιστικά μυθιστορήματα και στις Πράξεις.

Χωρίς να αρνείται τις απολογητικές ερμηνείες του έργου, η Schwartz θεωρεί πως το μήνυμα του Λουκά είναι οικουμενικό και παρουσιάζει τον Χριστιανισμό ως οικουμενική πολιτεία. Σε σχέση με τη δική μας έρευνα διατυπώνει σημαντικές παρατηρήσεις για τη δομή και λειτουργία του μοτίβου της δίκης, το οποίο θεωρεί ως αφηγηματικό τέχνασμα ιδιαίτερα κατάλληλο για την προβολή μιας ιδεολογίας.

Σημαντικές είναι οι παρατηρήσεις της ακόμη για την οργάνωση της συνολικής δομής της αφήγησης των Πράξεων γύρω από το μοτίβο της δίκης. Διακρίνει τις δίκες του έργου σε τρεις ομάδες, από τις οποίες οι δυο τελευταίες αφορούν αποκλειστικά στον Παύλο, αλλά απολογητικές ομιλίες ο απόστολος εκφωνεί μόνο στις δίκες της τελευταίας ομάδας, με εξαίρεση τον αρεοπαγιτικό, γεγονός που ερμηνεύεται ως κλιμάκωση.

Ο Alexandru Neagoe το 2004 στο έργο του The Trial of the Gospel An Apologetic Reading of Luke's Trial Narratives εξετάζει τις δίκες του έργου του Λουκά και καταλήγει στο συμπέρασμα πως το δίτομο έργο (Ευαγγέλιο και Πράξεις) αποτελεί μια apologia pro evangelio28. Ειδικότερα για τις δίκες και απολογίες του Παύλου επισημαίνει πως ο ρόλος τους μέσα στο παραπάνω απολογητικό πλαίσιο είναι τριπλός, η απόδειξη της αθωότητας του Παύλου έναντι α) των Ιουδαίων, β) των εθνικών, γ) της Ρώμης. Μέσω του Παύλου το χριστιανικό ευαγγέλιο ανακηρύσσεται α) ως συνέχεια του Ιουδαϊσμού, αποδεικνύεται η θεϊκή του προέλευση και θεμελιώνεται θεολογικά η αποστολή προς τα έθνη, β) ανώτερο από την εθνική θρησκεία και φιλοσοφία, γ)

27 Βλ. Steve Walton, The State They Were in.

28 Βλ. Alexandru Neagoe, Trial, σ. 219-22.

(20)

συμβατό με την ρωμαϊκή ταυτότητα και αθώο από πολιτικής άποψης. Κατακλείει την έρευνά του με την παρατήρηση ότι ο Παύλος των Πράξεων και ο ιστορικός Παύλος εντοπίζουν το κέντρο της ύπαρξής τους ἐν τῇ ἀπολογίᾳ καὶ βεβαιώσει τοῦ εὐαγγελίου (Φιλιπ. 1, 7)29.

Δυστυχώς, πολύ λιγότερο ασχολήθηκε η έρευνα με τις απολογίες του Παύλου σε σχέση με την ελληνορωμαϊκή ρητορική.

Το 1975 ο Frederick Veltman στη διατριβή του The Defense Speeches of Paul in Acts: Gattungsforschung and its Limitations εξετάζει τις απολογίες του Παύλου συγκρίνοντάς τες με δικανικές απολογίες ιστοριογραφικών έργων και μυθιστορημάτων και προσπαθεί να καθορίσει μέσω αυτών το λογοτεχνικό είδος των Πράξεων. Δυστυχώς, κατά τον Hogan, η μέθοδός του είναι προβληματική και το συμπέρασμά του είναι αρνητικό καθώς θεωρεί πως οι απολογίες δεν προσφέρουν επαρκή στοιχεία για τον καθορισμό του είδους του έργου30.

Το 1984 ο G. A. Kennedy στο 6ο κεφ. του έργου του New Testament Interpretation through Rhetorical Criticism προσφέρει μια συνοπτική μελέτη όλων των λόγων των Πράξεων και διαπιστώνει μια τουλάχιστον στοιχειώδη σχέση του αρεοπαγιτικού και των άλλων απολογιών του Παύλου με την ελληνορωμαϊκή δικανική ρητορική και τη θεωρία της στάσεως του Ερμαγόρα31.

Την ίδια χρονιά ο Jerome H. Neyrey στο άρθρο του The Forensic Defense Speech and Paul's Trial Speeches in Acts 22-26: Form and Function διαπιστώνει τη συμφωνία των απολογιών του Παύλου με τα ρητορικά εγχειρίδια και την δικανική ρητορική. Δυστυχώς, και εδώ έρχεται κανείς αντιμέτωπος με μια μάλλον προβληματική διαπραγμάτευση καθώς αυτό που ο ίδιος ονομάζει «δομή» δεν είναι παρά η ανίχνευση των θεμάτων της δικανικής ρητορικής στο σώμα των παύλειων απολογιών32. Ο ίδιος συνδέει λόγω της αυτοβιογραφικής μαρτυρίας τον δικανικό λόγο (επομένως και τις απολογίες του Παύλου) με το εγκώμιο, γεγονός που θυμίζει τις αναγνώσεις των απολογιών του Παύλου ως κοινωνικοπολιτικής απολογίας.

Ο Derek Hogan στην δική του διατριβή, Forensic Speeches in Acts 22-26 in their Literary Environment: A Rhetorical Study, το 2006 εξετάζει τους δικανικούς λόγους των κεφ. 22-26 σε σχέση με τα δεδομένα των θεωρητικών εγχειριδίων ρητορικής, ιδίως το Ars Oratoria του Κοϊντιλιανού, και με τους δικανικούς λόγους σε δίκες των ελληνορωμαϊκών και ελληνοϊουδαϊκών ιστορικών έργων και των ελληνιστικών μυθιστορημάτων. Διαπιστώνει ότι οι απολογίες του Παύλου φανερώνουν σχέση με τα διδάγματα των θεωρητικών εγχειριδίων και με τις απολογίες των ελληνιστικών μυθιστορημάτων. Θεωρεί πως, όπως στα ελληνιστικά μυθιστορήματα, η αθώωση του Παύλου συμβαίνει στο δικαστήριο της φύσης, γεγονός που σε συνδυασμό με τις

29 Βλ. Alexandru Neagoe, Trial, σ. 213-18.

30 Δυστυχώς δεν στάθηκε δυνατόν να συμβουλευτούμε την συγκεκριμένη διατριβή. Τις πληροφορίες αντλούμε από τον Derek Κ Hogan, Forensic Speeches in Acts, σ. 2-3.

31 Βλ. Georges A. Kennedy, New Testament Interpretation, σ. 114κεξ.

32 Το ίδιο άρθρο αποτελεί με τον τίτλο «The Public Defense Speech: Describing Persons» το 3ο κεφ.

της πραγματείας των Bruce J. Malina & Jerome H. Neyrey, Portraits of Paul : An Archaeology of Ancient Personality, John Knox Press, Westminster, 1996, σ. 64-99.

(21)

διακηρύξεις της αθωότητάς του από τους εκπροσώπους της Ρώμης και τον Αγρίππα καθιστά περιττή την αφήγηση της δίκης ενώπιον του Καίσαρα.

(22)

ΜΕΡΟΣ 1

ο

ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΚΟ ΚΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ ΠΑΥΛΕΙΩΝ ΑΠΟΛΟΓΙΩΝ

1.1. Η απολογητική γραμματεία ως τον 2

ο

αι.

Το σημασιολογικό εύρος του όρου απολογία περιλαμβάνει δυο λογοτεχνικά είδη της ελληνορωμαϊκής γραμματείας.

Το πρώτο χρονολογικά περιλαμβάνει τα δημιουργήματα της ρητορικής, που στοχεύουν στην υπεράσπιση ενός κατηγορουμένου στο δικαστήριο και συγκροτούν μαζί με τους αντίστοιχους κατηγορητήριους λόγους το είδος της δικανικής ρητορικής33. Δεν είναι επομένως αρχικά η απολογία ένα αυτόνομο είδος αλλά μια υποκατηγορία της δικανικής ρητορικής. Συνήθως, ο όρος είναι συνδυασμένος με την αυτοϋπεράσπιση του κατηγορουμένου, σύμφωνα με την πρακτική, που είχε καθιερωθεί στην κλασική Αθήνα, να εκφωνεί ο κατήγορος την κατηγορία και να απαντά ο κατηγορούμενος με την απολογία του. Αυτό το σημασιολογικό περιεχόμενο φαίνεται ότι έχει η λέξη ἀπολογία και το ετυμολογικά συγγενές ρήμα ἀπολογέομαι στην εποχή του Παύλου και της σύνθεσης των Πράξεων· έτσι τα χρησιμοποιεί και ο Παύλος (Πρ. 22, 1· 24, 10· 26, 2) και ο Φήστος (25, 16) και ο αφηγητής των Πράξεων (19, 33· 25, 8· 26, 24)34. Ωστόσο, από τον 2ο αι. και μετά ο ίδιος όρος ή το παράγωγό του απολογητική χρησιμοποιείται για να περιγράψει το σύνολο μιας λογοτεχνικής παραγωγής, ελληνικής και λατινικής, που σκόπευε αρχικά στην υπεράσπιση του Χριστιανισμού και των χριστιανών ενώπιον της ρωμαϊκής εξουσίας κι έπειτα στην υπεράσπιση του χριστιανικού δόγματος από τις αιρέσεις.

33 Βλ. Liddell-Scott, τα λήμματα «ἀπολογέομαι», «ἀπολογητικός», «ἀπολογία». Για τα είδη των ρητορικών λόγων ακολουθούμε την διάκριση του Αριστοτέλη με κριτήριο το ακροατήριο και τους στόχους του λόγου σε δικανικούς, συμβουλευτικούς και επιδεικτικούς· Ῥητορική, 1 και 3.

34 Οι όροι «ἀπολογέομαι» και «ἀπολογία» εμφανίζονται 18 φορές στην ΚΔ, από τις οποίες: από τα Ευαγγέλια μόνο στου Λουκά (3 φορές), 7 φορές στις Πράξεις, όλες μετά το κεφ. 19, 6 φορές στις αδιαμφισβήτητες επιστολές του Παύλου, 1 στις ποιμαντικές και 1 στην 1Πέτρου. (Βλ. Paul W.

Walaskay, And So We Came to Rome, σ. 50-1)· δική μου έρευνα στο λογισμικό Bibleworks δίνει ένα αποτέλεσμα λιγότερο στο Ευαγγέλιο του Λουκά και ένα παραπάνω στις Πράξεις. Βλ. και Alexandru Neagoe, Trial, σ. 175. Συνεπώς πάνω από τις μισές φορές της συνολικής εμφάνισής τους στην ΚΔ οι όροι συναντιούνται στα έργα του Λουκά και από αυτά πάλι η μεγαλύτερη συγκέντρωση παρατηρείται στα κεφ. 19-26 των Πράξεων.

(23)

1.1.1. Ελληνορωμαϊκή απολογητική γραμματεία

Είναι σίγουρο πως ο απολογητικός λόγος ήταν βασικό συστατικό στοιχείο μιας δίκης και σε εποχές πολύ παλιότερες από τον 5ο και τον 4ο αι., οπότε χρονολογούνται οι περισσότεροι σωζόμενοι απολογητικοί λόγοι της κλασικής αττικής ρητορικής35. Τούτο μαρτυρούν μια σειρά από απολογίες σε επεισόδια δικαστικού χαρακτήρα που ενσωματώνονται σε άλλα λογοτεχνικά κείμενα ως υποταγμένες/δευτερεύουσες φόρμες (αγγ. sub-forms).

Η αρχαιότερη τέτοια σκηνή απαντάται στον ομηρικό ύμνο Εἴς Ἑρμῆν, έργο πιθανόν του 6ου αι. π. Χ., στ. 235-40436· ο Ερμής, βρέφος μιας ημέρας, έχει κλέψει τα βόδια που φυλάσσει ο Απόλλωνας και ο δεύτερος τον κατηγορεί και ζητά να του αποκαλύψει το μέρος, όπου έκρυψε το κοπάδι (στ. 235-303). Μετά την άρνηση του Ερμή σε μια ανεπίσημη απολογία (στ. 261-78) η σκηνή μεταφέρεται μπροστά στον Δία, που αναλαμβάνει το ρόλο του δικαστή· και οι δυο αντίπαλοι εκφωνούν λόγους και έτσι υπάρχει και μια «επίσημη» απολογία (στ. 368-86). Στους δυο λόγους του Ερμή είναι ήδη εμφανή βασικά μοτίβα του απολογητικού είδους: χρήση επιχειρημάτων κατά τό εἰκός ή ενθυμημάτων κατά τον Αριστοτέλη37 (στ. 265, 377), παρουσία αυτοβιογραφικών στοιχείων ως απόδειξη του άτοπου της κατηγορίας (στ.

265-8, 273, 376) ή της ειλικρίνειας του απολογούμενου (στ. 369), επίθεση στο ήθος του αντιδίκου (στ. 272, 374-5), επισήμανση έλλειψης μαρτύρων (στ. 372-3), πρόκληση της εύνοιας του δικαστή (στ. 376-8, 382), η captatio benevolentiae των Ρωμαίων, και όρκος ως ἄτεχνος πίστις38 (στ. 275-6, 383-6).

Με την γέννηση και την ανάπτυξη της τραγωδίας κατά τον 6ο και 5ο αιώνα, σκηνές δίκης εμφανίζονται σε επεισόδια τραγικών έργων, όπως του Ορέστη στην ιδρυτική δίκη του Άρειου Πάγου, που αποτελεί το θέμα των Εὐμενίδων (458 π. Χ.), τελευταίας τραγωδίας της αισχυλικής Ὀρέστειας (Εὐμενίδαι, 3ο και 4ο επεισόδιο, στ. 398-490 και 566-713 αντίστοιχα). Στο 3ο επεισόδιο γίνεται μια προκαταρκτική εξέταση από την

35 Βλ. Ἰλιάδος, Σ, στ. 498—509:

Referências

Documentos relacionados