• Nenhum resultado encontrado

Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2021

Share "Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ"

Copied!
275
0
0

Texto

(1)
(2)

Ç Ø Õ × Ï Ë Ï Ã É Á

Ç Ø Õ × Ï Ë Ï Ã É Á

Ç Ø Õ × Ï Ë Ï Ã É Á

Ç Ø Õ × Ï Ë Ï Ã É Á

Ó Ô Ç Í Å Ñ Ã Á Ó É Á

Ó Ô Ç Í Å Ñ Ã Á Ó É Á

Ó Ô Ç Í Å Ñ Ã Á Ó É Á

Ó Ô Ç Í Å Ñ Ã Á Ó É Á

Γιργο Παπανικολ ου

Γιργο Παπανικολ ου

Γιργο Παπανικολ ου

Γιργο Παπανικολ ου

Τεχνικ Ασφ λεια

Τεχνικ Ασφ λεια

Τεχνικ Ασφ λεια

Τεχνικ Ασφ λεια

Γεν ρη

Γεν ρη

Γεν ρη

Γεν ρηò 1997

ò 1997

ò 1997

ò 1997

(3)

Ð Å Ñ É Å × Ï Ì Å Í Á

Å É Ó Á Ã Ù Ã Ç ...1 Ã Å Í É Ê Á...11 Á É Ó È Ç Ì Á Ô Á---23 Ç ÔÁÎÉÍÏÌÇÓÇ ÔÙÍ ÁÉÓÈÇÌÁÔÙÍ--- 26 Ç ÁÉÓÈÇÔÉÊÏÔÇÔÁ ÊÁÉ Ç ÅÊÔÁÓÇ ÔÇÓ --- 27 Ç ÐÑÏÓÁÑÌÏÃÇ--- 29 ÏÉ ÁÍÔÁÍÁÊËÁÓÔÉÊÏÉ ÌÇ×ÁÍÉÓÌÏÉ ÔÙÍ ÁÉÓÈÇÌÁÔÙÍ--- 32 ÔÏ ÏÐÔÉÊÏ ÓÕÓÔÇÌÁ ---39 ËÅÉÔÏÕÑÃÉÊÁ ×ÁÑÁÊÔÇÑÉÓÔÉÊÁ ÔÏÕ ÌÁÔÉÏÕ--- 47 ÏÉ ÏÐÔÉÊÅÓ ÁÐÁÔÅÓ --- 58 ÔÏ ÖÙÓ ÊÁÉ ÏÉ ÉÄÉÏÔÇÔÅÓ ÔÏÕ--- 64 ÏÑÁÓÇ ÊÁÉ ÖÙÔÉÓÌÏÓ --- 71 ÖÕÓÉÊÏÓ ÖÙÔÉÓÌÏÓ( ÖÙÓ ÇÌÅÑÁÓ)--- 83 ÔÅ×ÍÇÔÏÓ ÖÙÔÉÓÌÏÓ --- 89 Ç ÓÔÁÈÌÇ ÖÙÔÉÓÌÏÕ --- 91 ÁÍÔÉÈÅÓÇ (ÊÏÍÔÑÁÓÔ) --- 93 ÊÁÔÁÍÏÌÇ ÔÇÓ ËÁÌÐÑÏÔÇÔÁÓ ÓÔÏ ×ÙÑÏ--- 95 ÊÕÌÁÉÍÏÌÅÍÇ ËÁÌÐÑÏÔÇÔÁ --- 99 × Ñ Ù Ì Á Ô Á---102 Á Ê Ï Ç --- 111 Ï È Ï Ñ Õ Â Ï Ó ---125 ÅÍÍÏÉÁ ÔÏÕ ÈÏÑÕÂÏÕ ---125 ÂËÁÐÔÉÊÇ ÄÑÁÓÇ ÔÏÕ ÈÏÑÕÂÏÕ ÓÔÇÍ ÁÊÏÇ ---130 ÄÅÑÌÁÔÉÊÁ ÁÉÓÈÇÌÁÔÁ --- 137 Ï ÐÏÍÏÓ---142 Ã Å Õ Ó Ç & Ï Ó Ö Ñ Ç Ó Ç --- 146 ÊÉÍÇÔÉÊÁ ÁÉÓÈÇÌÁÔÁ --- 159 ÁÉÓÈÇÌÁÔÁ ÓÔÁÓÇÓ (ÉÓÏÑÑÏÐÉÁÓ) --- 164 ÔÁ ÏÑÃÁÍÉÊÁ ÁÉÓÈÇÌÁÔÁ(ÁÉÓÈÇÌÁÔÁ ÐÅÉÍÁΣ, ÄÉØÁΣ, ÁÉÓÈÇÌÁÔÁ ÔÙÍ ËÅÉÔÏÕÑÃÉÙÍ ÔÇΣ ÁÍÁÐÍÏÇΣ ÊÁÉ ÔÇΣ ÊÕÊËÏÖÏÑÉÁΣ ÔÏÕ ÁÉÌÁÔÏΣ). --- 166

(4)

Ç Ð Ñ Ï Ó Ï × Ç--- 182 ÉÄÉÏÔÇÔÅÓ ÔÇÓ ÐÑÏÓÏ×ÇÓ---188 Ç Ì Í Ç Ì Ç --- 192 ÏÉ ÁÍÁÃÊÅÓ ÊÁÉ ÔÁ ÓÕÍÁÉÓÈÇÌÁÔÁ --- 200 ÁÍÁÃÊÅÓ-ÊÉÍÇÔÑÁ-ÐÑÁÎÅÉÓ-ÅÍÅÑÃÅÉÅÓ-ÅÍÄÉÁÖÅÑÏÍÔÁ ---200 ÓÕÃÊÉÍÇÓÅÉÓ-ÓÕÍÁÉÓÈÇÌÁÔÁ ---208 ÄÉÁÈÅÓÅÉÓ-ÁØÉÈÕÌÉÅÓ-ÐÁÈÇ ---214 ÂÏÕËÇÔÉÊÅÓ ÅÍÅÑÃÅÉÅÓ--- 216 Å Î Å É Ó --- 219 É Ê Á Í Ï Ô Ç Ô Å Ó --- 224 Ç Í Ï Ç Ó Ç (ÃÅÍÉÊÅÕÓÇ, ÁÖÁÉÑÅÓÇ, ÅÍÍÏÉÅÓ,ÊÑÉÓÅÉÓ, ÊÁÔÁÍÏÇÓÇ, ÁÔÏÌÉÊÅÓ ÄÉÁÖÏÑÅÓ ÓÔÇÍ ÐÍÅÕÌÁÔÉÊÇ ÉÊÁÍÏÔÇÔÁ) --- 228 ÓÕÍÅÉÄÇÓÇ --- 237 Ï Ë Ï Ã Ï Ó (ÅÉÄÇ ÔÏÕ ËÏÃÏÕ, ÓÇÌÁÓÉÁ, ÍÏÇÌÁ)--- 240 Ç Ö Á Í Ô Á Ó É Á (ÁÍÁÐÁÑÁÃÙÃÉÊÇ ÖÁÍÔÁÓÉÁ, ÄÇÌÉÏÕÑÃÉÊÇ ÖÁÍÔÁÓÉÁ, ÅÌÐÍÅÕÓÇ) --- 251 ÉÄÉÏÓÕÃÊÑÁÓÉÁ (ÉÄÉÏÔÇÔÅÓ ÍÅÕÑÉÊÙÍ ËÅÉÔÏÕÑÃÉÙÍ) - ×ÁÑÁÊÔÇÑÁÓ ÐÑÏÓÙÐÉÊÏÔÇÔÁ --- 257

(5)

Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η

Η

ασφάλεια δεν αποτελείται από ένα φωτεινό σήµα, είτε µια σειρά κανόνων ή από ένα προφυλακτήρα. Είναι τρόπος ζωής, είναι η διανοητική κατάσταση κατά την οποία καθένας αναλογιζόµενος το µέγεθος των συνεπειών των ατυχηµατων, έχει τη θέληση ν αναλάβει την δική του ευθύνη στην πρόληψη των ατυχηµατων στην εργασία του, στο γραφείο, στο σπίτι, στο δρόµο, οπουδήποτε. Με δυο λόγια: ο χαρακτήρας της ασφαλούς εργασίας καθορίζεται όχι τόσο από αυτά που κάνει κάποιος, όσο από τον τρόπο που τα κάνει.

(6)



Τ

ο προβληµα των ανθρωπινων σχέσεων γεννήθηκε µαζί µε την κοινότητα, την ανάγκη των ανθρωπων να συµβιώσουν σ έναν κοινό χώρο. Η συµβίωση αυτή δηµιούργησε και δηµιουργεί πολλά προβληµατα και αρκετές δυσκολίες γιατί είναι κοινό µυστικό ότι παρά την ανάπτυξη του τεχνικού πολιτισµού, οι συγκρούσεις µεταξύ των ανθρωπων σήµερα είναι πολλές και το άγχος της ζωής µεγάλο. Μέχρι πριν λίγες δεκαετίες γνωρίζαµε µόνο τον χειρισµό πραγµάτων, τη φύση και τον τρόπο χειρισµού εργαλείων, µηχανηµάτων, εγκαταστάσεων κλπ και είχαµε άγνοια, ή πολύ λίγες γνώσεις και εµπειρίες για την ανθρωπινη συµπεριφορά και ιδίως για το προβληµα επίδρασης σ αυτήν. Ετσι όλες οι σχετικές µελέτες στρέφονταν γύρω από πράγµατα γιατί ακολουθούσαµε την αρχή ότι ο καθένας ήξερε τον εαυτό του και κατά συνέπεια και τους άλλους, ξεκινώντας από την λαθεµένη αντίληψη ότι οι ανθρωποι είναι όµοιοι, χωρίς να λαµβάνουµε υπόψη την ατοµικότητα του καθενός. Με την συνδροµή της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας το προβληµα αυτό τέθηκε σε νέες βάσεις και ανοίχτηκε ένας καινούργιος ορίζοντας µε το σύνθηµα να ξαναγυρίσουµε στον ανθρωπο και στις ανθρωπινες αξίες. Ετσι, ο κάθε εργαζοµενος αναγνωρίζεται σαν πραγµατικός συντελεστής της παραγωγικής διαδικασίας, διότι έγινε αντιληπτό ότι αν ο εργαζοµενος δεν καταθέσει την καλή του διάθεση στην εργασία, τίποτε δεν µπορεί να προχωρήσει παραγωγικά. Η καλή όµως διάθεση του εργαζοµενου στους χώρους εργασίας προϋποθέτει την ανάπτυξη σωστών ανθρωπινων σχέσεων, µεταξύ όλων των συνεργαζοµένων, προϊσταµένων και υφισταµένων µε αµοιβαιότητα.

(7)



Γ

ια να µπορέσει κάποιος να επιδράσει στον τρόπο δράσης του ατόµου, θα πρέπει να εστιάσει την επικοινωνία στο επίπεδο του χαρακτήρα, της προσωπικότητας και γενικά στο επίπεδο των γενικότερων κανόνων και εννοιών του ατόµου. Η επικοινωνία µε τον εργαζοµενο θα πρέπει να έχει σαν αποστολή όχι µονάχα να του δώσει γνώσεις, αλλά και να του διαµορφώσει τον προσανατολισµό της προσωπικότητάς του, τη στάση του απέναντι στην πραγµατικότητα. Πρέπει να πλησιάσουµε την επικοινωνία και τη διδασκαλία σαν λειτουργίες που αφορούν τον ανθρωπο (τι ανθρωπο να διαµορφώσουµε) και όχι µονάχα σαν λειτουργίες για την απόκτηση επιδεξιότητας, ικανότητας, ιδεών, συναισθηµάτων (ποιές δεξιότητες, ποιές ικανότητες, ποιά συναισθήµατα πρέπει ν αποκτήσει κάποιος). Γιατί αυτό που σκέπτεται, αυτό που «βλέπει», αυτό που αισθάνεται ο καθένας, δεν είναι η ίδια η σκέψη του, το ίδιο το συναίσθηµά του, οι ίδιες οι πεποιθήσεις του. Αυτό που σκέπτεται, αυτό που πιστεύει, αυτό που αισθάνεται ο καθένας, είναι το νόηµα όλων αυτών για τον ίδιο. Είναι ο ανθρωπος που πιστεύει, που αισθάνεται, που σκέπτεται.

(8)

Για να συναντήσεις τον κόσµο του ανθρωπου, πρέπει να περάσεις από τον ίδιο τον ανθρωπο, από το εγώ του, από την προσωπικότητά του. Αυτή διαµεσολαβεί τη σχέση του µε τους άλλους. Για να µιλήσουµε λοιπόν ουσιαστικά για ασφάλεια στο επίπεδο της πρόληψης, θα πρέπει να χρησιµοποιήσουµε µια εκπαίδευση που θα εστιάζει την προσοχή της από την διδακτέα ύλη στον τρόπο εκµάθησης, από το περιεχόµενο στη διεργασία, από το τι στο πως. Μια εκπαίδευση δηλαδή, που θα χρησιµοποιεί το περιεχόµενο της ύλης για να «δείξει», να επισηµάνει και να διακοινώσει, βαθύτερες και γενικότερες έννοιες και ψυχολογικές διαδικασίες. Γενικά η διδακτέα ύλη πρέπει να χρησιµοποιείται σαν πλαίσιο θεµάτων για την ανάπτυξη των δεξιοτήτων της σκέψης και της µάθησης. Ρωτήθηκαν τρεις εργάτες «τι κάνουν». Ο πρώτος απάντησε ότι «σπάζει πέτρες». Ο δεύτερος ότι «κερδίζει το ψωµί του». Ο τρίτος ότι «κατασκευάζει έναν µητροπολιτικό ναό».

(9)



ρισµένοι κίνδυνοι είναι προφανείς ( η συγκόλληση ενος γεµάτου ρεζερβουάρ βενζίνης εµπεριέχει τον προφανή κίνδυνο της έκρηξης - στην εργασία µε ικριώµατα χωρίς κατάλληλα προστατευτικά, εύκολα αναγνωρίζουµε τον κίνδυνο του τραυµατισµού από πτώση). Ωστόσο, οι «κρυφοί» κίνδυνοι είναι πολύ περισσότεροι ( πχ η κατασκευή της µόνωσης ενός βιοµηχανικού κτιρίου από πολυουρεθάνη εµπεριέχει σε περίπτωση πυρκαγιάς τον «κρυφό» κίνδυνο της έκλυσης ατµών υδροκυανίου από την χηµική αντίδραση µε το νερό πυρόσβεσης, µε συνεπακόλουθα την ρύπανση της περιοχής και τη δυσκολία κατάσβεσης). Η ύπαρξη παρόµοιων κινδύνων σηµαίνει αβλεψία, παράλειψη ή δυσλειτουργία του συστήµατος διοίκησης της επιχείρησης. Η αναγνώρισή τους απαιτεί σύνθετες τεχνικές γνώσεις και διοικητική υποδοµή στοχευµένη στο σκοπό αυτό. Γι αυτό σήµερα, ένα σηµαντικό σηµείο στην πρόληψη του επαγγελµατικού κινδύνου, αποτελεί η απαίτηση ενσωµάτωσης της πρόληψης του επαγγελµατικού κινδύνου στον αρχικό τεχνικό, κοινωνικό και οικονοµικό σχεδιασµό µιας επιχείρησης.

(10)



Σε ατοµικό επίπεδο, εκείνο που «ζωντανεύει» τον κίνδυνο στους χώρους εργασίας είναι σε πολλές περιπτώσεις η µη τήρηση των κανονισµών ασφάλειας, η ιδιαιτερότητα κάποιων ανθρώπων, η έλλειψη προσοχής, η άγνοια, το απρόσµενο της συµπεριφοράς σε σχέση µε την κανονική προβλεπόµενη λειτουργία των χειριστών των εγκαταστάσεων ή µηχανηµάτων κλπ. Το απρόβλεπτο και η τεράστια ποικιλία συµπεριφορών, καθώς και η δυσκολία επηρεασµού τους, είναι το κατ εξοχήν χαρακτηριστικό του ανθρώπου, σε αντίθεση µε τα υλικά στοιχεία µιας εγκατάστασης, η συµπεριφορά των οποίων είναι συνήθως προβλέψιµη. Γενικά µπορούµε να πούµε ότι η µηχανή και γενικότερα οι φυσικές διαδικασίες, οσοδήποτε πολύπλοκες κι αν είναι, µόνο να παρεµβληθούν µπορούν στις ανθρώπινες σχέσεις. Ο άνθρωπος είναι αυτός που διευθύνει και καθορίζει τις παραγωγικές και κοινωνικές λειτουργίες. Αυτό λοιπόν το αποκλειστικά ανθρώπινο χαρακτηριστικό, φανερώνει την αξία και τη δύναµή του ιδιαίτερα σήµερα, στην εποχή των σύγχρονων τεχνολογικών συστηµάτων, όπου οι αναλύσεις ατυχηµάτων που πήραν τεράστια δηµοσιότητα τα τελευταία χρόνια (πυρηνικά εργοστάσια Chernobyl και Three Mile Island, χηµικό εργοστάσιο Bhopal κα ) έδειξαν ότι η ανθρώπινη παρέµβαση ή παράλειψη µπορεί ν αποτελέσει την αιτία τεραστίων διαστάσεων καταστροφών. Ο επαγγελµατικός κίνδυνος πρέπει να κατανοηθεί σαν µια ανθρώπινη δύναµη, δηλαδή σαν η δυνατότητα του ανθρώπου να χρησιµοποιήσει επικίνδυνα ένα «φυσικό» (στην πραγµατικότητα, ένα κοινωνικό) φαινόµενο, σαν τις σηµερινές παραγωγικές διαδικασίες, µορφές ενέργειας και εγκαταστάσεις.

(11)

Η τεχνολογική γνώση για την αντιµετώπιση του επαγγελµατικού κινδύνου προϋποτίθεται, αλλά δεν αρκεί. Χρειάζεται επιπρόσθετα και η γνώση και συνειδητή παρέµβαση στον άνθρωπο χειριστή της τεχνολογίας (µε την έννοια την ατοµική, αλλά και τη συλλογική). Εχουµε να κάνουµε µε κοινωνικές σχέσεις, µε σχέσεις µεταξύ ανθρώπων, κάτω από ορισµένες προϋποθέσεις. Ο επαγγελµατικός κίνδυνος, λοιπόν σήµερα και η αντιµετώπισή του, γίνεται ένα κατ εξοχήν ανθρώπινων ιδιοτήτων, χαρακτηριστικών και σχέσεων επιστηµονικό ζήτηµα, όχι µόνον, ούτε πολύ περισσότερο κύρια, τεχνικών γνώσεων και µεθόδων. Η τεχνική γνώση αποτελεί βεβαίως µια σηµαντική, αλλά µόνον µια από τις προϋποθέσεις αντιµετώπισης του θέµατος. Λοιπόν, εδώ είναι που αποκτούν τεράστια σηµασία τα ΑΝΘΡΩΠΟΚΕΝΤΡΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, δηλ η εξέταση των εργασιακών συστηµάτων από την άποψη των δυνατοτήτων, των αναγκών και των αδυναµιών του συγκεκριµένου ανθρώπου που λειτουργεί µέσα σ αυτό το σύστηµα. Λέγοντας ανθρώπινες δυνατότητες, ανάγκες και αδυναµίες εννοούµε χαρακτηριστικά που ανήκουν στο επίπεδο της βιολογίας (πχ φύλο, ηλικία κα), στο επίπεδο της φυσιολογίας (πχ βιοµετρία, ανατοµία), στο επίπεδο της ψυχολογίας (αντιληπτικές ικανότητες, δεξιότητες, χαρακτηρας, προσωπικότητα), στο γνωστικό επίπεδο (πχ θεωρητική γνώση, εµπειρία) και στο κοινωνικό επίπεδο (πχ ήθη, αξίες, Μονάδες Αλλαγής Ζωής (ΜΑΖ), δηλαδή προηγούµενα γεγονότα που έπαιξαν σηµαντικό ρόλο στη ζωή του ατόµου). Η ένταξη όλων αυτών των ανθρώπινων χαρακτηριστικών στη µελέτη του εργασιακού χώρου ξανοίγει τεράστιες δυνατότητες για την

(12)

και των οµάδων των εργαζοµένων. Από την άλλη πλευρά, ένας από τους προεξέχοντες στόχους στην εξανθρώπιση της εργασίας -αλλά και ένα από τα βασικά προαπαιτούµενα για την αποδοτική λειτουργία των νέων τεχνολογιών- είναι η δηµιουργία συνθηκών για τον αυτόνοµο έλεγχο (αυτοέλεγχο) του ατόµου. Αυτό σηµαίνει ότι δεν θα έχει κανείς στο επίκεντρο το εργατικό πρόσωπο στο αφηρηµένο, αλλά τον άνθρωπο σαν συγκεκριµένο υποκείµενο. Ετσι, το θέµα είναι να σπουδάσει κανείς τη συµπεριφορά των συνανθρώπων του, να µάθει µε ποιό τρόπο αντιδρούν στην κάθε περίπτωση, αν θέλουµε να τους κατευθύνουµε για έναν παραγωγικό σκοπό και να τους γνωρίσουµε, όχι µόνο σαν άτοµα, αλλά και σαν µέλη οµάδας. Γιατί ο ανθρωπος αντιδρά διαφορετικά σαν άτοµο και αλλιώς σαν µέλος µιας οµάδας. Μέσα στην οµάδα υπάρχει µια συνεχής αλληλεπίδραση, ο ένας ακουµπά στον άλλο, επιδρά πάνω του, τον διαµορφώνει, αλλά και δέχεται τις επιδράσεις του. Η συµπεριφορά του ενός σε πολλές περιπτώσεις, εξαρτάται από τη στάση του άλλου. Ανησυχίες, φόβοι, εχθρότητες, µίση αλλά και συµπάθειες και φιλίες διαχέονται µέσα στην οµάδα και διαποτίζουν τα µέλη της. Η µελέτη αυτών των αλληλεπιδράσεων που καθορίζουν το ψυχολογικό κλίµα σε µια επιχείρηση, δηµιουργεί έναν νέο κλάδο των κοινωνικών επιστηµών που ονοµάζεται ανθρωπινες σχέσεις. Με τον όρο ανθρωπινες σχέσεις ενοούµε το σύνολο των ενσυνείδητων προσπαθειών της ηγεσίας και του προσωπικού των επιχειρήσεων, για τη δηµιουργία και τη διατήρηση επικοινωνίας, µε κοινότητα ιδεών και αξιών, καθώς και αξιοπρέπεια, µε σεβασµό των αναγκών και της προσωπικότητας κάθε ανθρωπου µέσα και έξω από την επιχείρηση, µε σκοπό την πραγµατοποίηση των στόχων της επιχείρησης.



Ολο και περισσότερες επιχειρήσεις - ιδίως όσες χρησιµοποιούν νέες τεχνολογίες - ανακαλύπτουν ότι ο εργαζόµενος δεν είναι ένα

(13)

αναγκαίο κακό, αλλά ένας πολύτιµος πόρος, όχι µόνον ορατός στα αποτελέσµατα, στα οφέλη και τα προϊόντα της επιχείρησης, αλλά και καθόλη τη διάρκεια και τη διαδικασία λειτουργίας της επιχείρησης. Μελέτη του ΜΙΤ (Τεχνολογικό Ινστιτούτο Μασαχουσέτης) έχει δείξει ότι η διπλάσια παραγωγικότητα της Ιαπωνικής αυτοκινητοβιοµηχανίας σε σχέση µε την Αµερικανική, δεν οφείλεται κύρια στην τεχνολογία της παραγωγής, αλλά στην οργάνωση του εργοστασίου και της εργασίας. Ανάλογης σηµασίας είναι και το συµπέρασµα αµερικανών ερευνητών σε σχέση µε την επίδραση των νέων τεχνολογιών (ηλεκτρονικά δίκτυα) στην αλλαγή της επιχείρησης και του προσωπικού της: «η τεχνολογία από µόνη της δεν παρακινεί αλλαγές. Οι επιλογές της διεύθυνσης και οι πολιτικές είναι εξ ίσου επιδραστικές». Οι πολιτικές έρευνας, εκπαίδευσης και ανάπτυξης στην Ελλάδα, δεν ανταποκρίνονται επαρκώς στις νέες οικονοµικές προκλήσεις. Είναι εξαιρετικά προσκολληµένες στην αντίληψη ότι µόνον η τεχνολογία είναι ο κύριος παράγοντας για την ανταγωνιστικότητα και τη βιοµηχανική ανάκαµψη της χώρας, ενώ δεν δίνεται αρκετή προσοχή σε πλευρές όπως οι ανθρώπινοι πόροι και η οργάνωση, οι οποίες είναι αποφασιστικής σηµασίας για να επιτυγχάνεται ισορροπία µε την τεχνολογία.



Στη χώρα µας, µε βάση τον ν. 1568/85 έχει δηµιουργηθεί ένα πλαίσιο νοµοθετικής επιβολής της ανθρωποκεντρικής θεώρησης της εργασίας. Η καθυστέρηση όµως και η αποφυγή εφαρµογής ουσιαστικών στοιχείων αυτής της νοµοθεσίας, αποπροσανατολίζει και διαστρεβλώνει το χαρακτήρα της ανθρωποκεντρικής αντίληψης. Με βάση τα προλεχθέντα, οι εργαζόµενοι, οι εργοδότες αλλά και η πολιτεία έχουν ισχυρά κίνητρα για να δραστηριοποιηθούν στην κατεύθυνση ουσιαστικής και πρωτοπορειακής εφαρµογής της νοµοθεσίας και να προσαρµόσουν το εργασιακό περιβάλλον στη χώρα µας στη σύγχρονη αντίληψη πρόληψης του επαγγελµατικού κινδύνου.

(14)
(15)

Γ Ε Ν Ι Κ Α

Μ

έσω του νευρικού συστήµατος ο ανθρωπος έρχεται σε επαφή µε τον εξωτερικό κόσµο.

(16)

Ï ïñãáíéóìüò ôùí áíþôåñùí æþùí êáé éäéáßôåñá ôïõ áíèñùðïõ åßíáé éêáíüò í áíôéëáìâÜíåôáé êáé ôïõò ðéï ëåðôïýò åñåèéóìïýò, íá ôïõò åðåîåñãÜæåôáé êáé íá ôïõò óõíäõÜæåé ðïëýðëïêá êáé íá ðñïóáñìüæåôáé ì åðéôõ÷ßá óôéò ðéï äéáöïñåôéêÝò áëëáãÝò ôïõ ðåñéâÜëëïíôïò. ÁõôÞ ç ëåðôÞ êáé ðïëýðëïêç åñãáóßá ãßíåôáé ÷Üñç óôï êåíôñéêü íåõñéêü óõóôçìá, äçëáäÞ ôïí åãêåöáëï êáé ôïí íùôéáßï ìõåëü. Ôï êåíôñéêü íåõñéêü óõóôçìá áðïôåëåßôáé áðü äéÜöïñá ìÝñç ðïõ óõíäÝïíôáé (ìÝóù ôïõ ðåñéöåñåéáêïý íåõñéêïý óõóôçìáôïò) ìå ôá üñãáíá ôùí áéóèÞóåùí êáé ôá üñãáíá ðïõ ðñáãìáôïðïéïýí ôéò áðáíôçôéêÝò áíôéäñÜóåéò ôïõ ïñãáíéóìïý (ôïõò ìõò êáé ôïõò áäÝíåò) êáé åêðëçñþíïõí äéÜöïñåò ìïñöÝò óýíèåôçò íåõñéêÞò ëåéôïõñãßáò. Ï åãêÝöáëïò óå ìïñöïëåéôïõñãéêÞ áðåéêüíéóç

(17)

Íåõñéêü êýôôáñï. Ïëüêëçñï ôï íåõñéêü óõóôçìá áðïôåëåßôáé áðü ìåãÜëï áñéèìï ìéêñïóêïðéêþí óôïé÷åßùí, ôá íåõñüíéá. ÊÜèå íåõñüíéï áðïôåëåßôáé áð ôï íåõñéêü êýôôáñï, ôïõò äåíäñßôåò ðïõ îåêéíïýí áð áõôü êáé ìéá íåõñéêÞ ßíá(íåõñÜîïíáò) ìÝóù ôçò ïðïßáò ìåôáöÝñïíôáé ìçíýìáôá áðü ôïí íåõñüíá áõôüí óå Üëëá êýôôáñá.

Ç

âáóéêÞ ëåéôïõñãéêÞ ìïíÜäá ôçò íåõñéêÞò äñáóôçñéüôçôáò åßíáé ç áíôáíáêëáóôéêÞ êßíçóç óáí áðÜíôçóç óôïí åîùôåñéêü åñåèéóìü ðïõ ðñáãìáôïðïéåßôáé áðü ôï êåíôñéêü íåõñéêü óõóôçìá êáé ôï áíôáíáêëáóôéêü ôüîï óáí áíáôïìéêÞ âÜóç ôçò áíôáíáêëáóôéêÞò êßíçóçò (ð÷ Ýíáò åîùôåñéêüò åñåèéóìüò (üðùò êÜøéìï) åíåñãåß óôá üñãáíá ôùí áéóèÞóåùí êáé ìÝóù áõôþí ìåôáäßäåôáé óôïí åãêÝöáëï, áðü ôïí åãêÝöáëï óôïõò ìõò, ðñïêáëþíôáò ôç óýóðáóÞ ôïõò). Áðüëõôá áíôáíáêëáóôéêÜ ïíïìÜæïíôáé ôá Ýìöõôá Þ ëßãï ðïëý áìåôÜâëçôá áíôáíáêëáóôéêÜ ðïõ ðñáãìáôïðïéïýíôáé áðü ôá ôìÞìáôá ôïõ íåõñéêïý óõóôÞìáôïò ðïõ âñßóêïíôáé êÜôù áðü ôïí öëïéü ôïõ êõñßùò åãêåöÜëïõ. Ç âÜóç ôçò óõíïëéêÞò óõìðåñéöïñÜò ôùí æþùí êáé óå ìåãÜëï âáèìü ôçò áíèñùðéíçò óõìðåñéöïñÜò åßíáé ç ìç åîáñôçìÝíç Ýìöõôç áíôáðüêñéóç, öõóéïëïãéêÞ Þ óõíáéóèçìáôéêÞ, ó Ýíá åñÝèéóìá. Ïëåò ïé ìïñöÝò æùÞò, áðü ôá Ýíôïìá ìÝ÷ñé ôïí áíèñùðï äéáèÝôïõí ðïéêéëßá ôÝôïéùí Ýìöõôùí áíôáðïêñßóåùí, ïé ðåñéóóüôåñåò áðü ôéò ïðïßåò

(18)

åðéâßùóçò åíáíôßïí öõóéêþí å÷èñþí. Ãéá ðáñáäåéãìá ç Ýêêñéóç óÜëéïõ åßíáé ç Ýìöõôç áðÜíôçóç óôï åñÝèéóìá ôçò ôñïöÞò. Ôá áðüëõôá áíôáíáêëáóôéêÜ Ý÷ïõí ìåãÜëç óçìáóßá ãéá ôçí áíèñþðéíç æùÞ. Áí ï ïñãáíéóìüò äåí Þôáí ðñïéêéóìÝíïò ìå áõôÜ ôá áóõíåßäçôá áíôáíáêëáóôéêÜ, ç æùÞ èá Þôáí åîáéñåôéêÜ ðïëýðëïêç, ãéáôß ç èÝëçóÞ ìáò èá Ýðñåðå í áðïöáóßæåé êáé ãéá ôçí ðáñáìéêñüôåñç êßíçóç. Ï ó÷çìáôéóìüò ôùí åîáñôçìÝíùí áíôáíáêëáóôéêþí åßíáé ï ó÷çìáôéóìüò óôïí åãêÝöáëï íÝùí ðñüóêáéñùí äåóìþí ðïõ äåí õðÞñ÷áí ðñéí. Áõôïß ïé äåóìïß óôá áíþôåñá æþá êáé óôïí áíèñùðï ó÷çìáôßæïíôáé óôï öëïéü ôùí çìéóöáéñßùí ôïõ åãêåöÜëïõ ðïõ åßíáé ç êýñéá õðüóôáóç ôçò øõ÷Þò. Ð÷ ç Ýêêñéóç óÜëéïõ åßíáé ìÝñïò ôçò áðüëõôçò ôñïöéêÞò áíôßäñáóçò ôïõ ïñãáíéóìïý, ìå ôçí ðôþóç ôñïöÞò óôï óôüìá. Ïìùò ôÝôïéá Ýêêñéóç óÜëéïõ ãßíåôáé êáé óôçí ðåñéðôùóç ðïõ åðéäñÜ óôïí ïñãáíéóìü ïðïéïóäÞðïôå åîáñôçìÝíïò åñåèéóìüò (ð÷ ÷ñþìáôïò Þ Þ÷ïõ) ðïõ ìüíï ðñïåéäïðïéåß ãéá ôçí åìöÜíéóç ôñïöÞò. Ç Ýêêñéóç óÜëéïõ ó áõôÞ ôçí ðåñéðôùóç åßíáé åîáñôçìÝíç ôñïöéêÞ áíôßäñáóç. ÁíÜðôõîç åîáñôçìÝíçò óõìðåñéöïñÜò óå óêýëï.

(19)

ÁíÜðôõîç åîáñôçìÝíçò óõìðåñéöïñÜò óå ÷ôáðüäé. ÓÞìá ãéá ôïí ïñãáíéóìü ìðïñåß íá ãßíåé ü÷é ìüíï ïðïéïóäÞðïôå åñåèéóìüò, áëëÜ êáé ç äéáêïðÞ ôçò åíÝñãåéáò ôïõ åñåèéóìïý. ÓÞìá ìðïñåß íá åßíáé êáé ï ÷ñüíïò. Ãéá ôïí áíèñùðï óÞìáôá ìðïñåß íá åßíáé ü÷é ìüíïí áíôéêåßìåíá áëëÜ êáé ëÝîåéò. Áò õðïèÝóïõìå üôé Ýíáò óõããåíÞò óõíçèßæåé íá öÝñíåé Ýíá äþñï óå êÜðïéï ðáéäß êÜèå öïñÜ ðïõ ôï åðéóêÝðôåôáé. Áí ï óõããåíÞò ðáñáëåßøåé íá öÝñåé äþñï ìéá öïñÜ, ôï ðáéäß áíôéäñÜ ìå êëÜìáôá. Å÷åé «åîáñôçèåß» ìå ôï íá óõíäÝåé ôïí åñ÷ïìü ôïõ óõããåíïýò ìå ðñïóöïñÜ êáéíïýñãéùí ðáé÷íéäéþí.

(20)

êÜðíéóìá ìåôÜ ôï ãåýìá, Þ êáèþò ðßíåé êáöÝ. Ïôáí êüøåé ôï ôóéãÜñï, ç ðáñüñìçóç íá êáðíßóåé èá åßíáé ðéèáíþò ðïëý ìåãáëõôåñç üôáí ðßíåé Þ ìõñßæåé êáöÝ, Þ áêüìá êáé ìå ôçí áðëÞ áíáöïñÜ ôçò ëÝîçò. Óôçí ðåñßðôùóç ôçò óýíäåóçò ôóéãÜñïõ êáé êáöÝ, ôï åñÝèéóìá ôçò ïóìÞò ôïõ êáöÝ ðéèáíüí íá ðñïêáëÝóåé óôïí ðñþçí êáðíéóôÞ áêüìá êáé ìåôáâïëéêÝò áëëáãÝò, ðïõ óõíäÝïíôáé ìå ôçí õðåñåðéèõìßá ãéá ôóéãÜñï. Åðßóçò Ýíá Üôïìï ðïõ áéóèÜíåôáé õðåñÝíôáóç êÜôù áðü ïñéóìÝíåò êïéíùíéêÝò óõíèÞêåò, ìðïñåß íá ìÜèåé êÜðïéåò áíáðíåõóôéêÝò áóêÞóåéò ðïõ èá ÷áëáñþóïõí áðïôåëåóìáôéêÜ áõôÞ ôçí Ýíôáóç. ÌåôÜ ôçí êáèçìåñéíÞ Üóêçóç êáé ôç óýíäåóç ôçò Üóêçóçò ìå ëÝîç Þ ëÝîåéò ðïõ åðáíáëáìâÜíïíôáé íïåñÜ, ôï áðïôÝëåóìá ôçò Üóêçóçò ìðïñåß íá åðéôåõ÷èåß êáé ìüíï áðü ôï äåýôåñï åîáñôçìÝíï åñÝèéóìá, äçëáäÞ ôéò ëÝîåéò. Ïé åðéóôÞìïíåò Ý÷ïõí áðïäå÷èåß üôé ôï öáéíüìåíï ôçò åîÜñôçóçò åßíáé èåìåëéþäåò ãéá ôï áíèñùðéíï íåõñéêü óõóôçìá êáé ãåíéêüôåñá ãéá ôï ìåãáëõôåñï ôìÞìá ôçò ïñãáíéêÞò æùÞò.

Ï

é ëÝîåéò ïíïìÜóôçêáí «óÞìá ôïõ óÞìáôïò» åðåéäÞ ç ëÝîç ìðïñåß íá óçìáßíåé åêåßíïõò ôïõò åñåèéóìïýò ðïõ ïé ßäéïé åßíáé óïâáñÜ óÞìáôá ãéá ôçí åðßäñáóç ôçò ðñáãìáôéêüôçôáò. Ç ëÝîç ü÷é ìüíïí óçìáßíåé áõôü Þ åêåßíï ôï áíôéêåßìåíï Þ öáéíüìåíï áëëÜ êáé åðéôñÝðåé íá êÜíïõìå áöáßñåóç ôùí ïõóéùäþí ÷áñáêôçñéóôéêþí ôïõ êáé íá ôá ãåíéêåýóïõìå. Ç áöáßñåóç Þ ï ÷ùñéóìüò ôùí ïõóéùäþí ÷áñáêôçñéóôéêþí ôùí áíôéêåéìÝíùí êáé ç ãåíßêåõóÞ ôïõò áðïôåëïýí ïõóéáóôéêÞ éäéïññõèìßá ôïõ

(21)

ëüãïõ, óáí íÝáò ìïñöÞò åîáñôçìÝíùí óçìÜôùí, ðïõ äéáêñßíïíôáé áðü ôá Üìåóá óÞìáôá ôçò ðñáãìáôéêüôçôáò. Óôá æþá ïé ðñüóêáéñïé äåóìïß ó÷çìáôßæïíôáé áðïêëåéóôéêÜ ó÷åäüí óôçí âÜóç ôùí ìç åîáñôçìÝíùí áíôáíáêëáóôéêþí. Ìüíï óå ìåñéêÝò ðåñéðôþóåéò åîáñôçìÝíá áíôáíáêëáóôéêÜ óôá æþá ìðïñïýí íá ó÷çìáôéóôïýí óôç âÜóç Üëëùí, êáëÜ óôáèåñïðïéçìÝíùí áðü ðñéí åîáñôçìÝíùí áíôáíáêëáóôéêþí. Ïé ëÝîåéò ìðïñïýí í áíôéêáôáóôÞóïõí ü÷é ìüíïí ôïõò åîáñôçìÝíïõò áëëÜ êáé ôïõò áðüëõôïõò åñåèéóìïýò. Ìå ôï ëüãï åéóÜãåôáé íÝá áñ÷Þ ôçò íåõñéêÞò ëåéôïõñãßáò- ç áöáßñåóç êáé ôáõôü÷ñïíá ç ãåíßêåõóç áíáñßèìçôùí óçìÜôùí, ìå ôçí áíÜëõóç êáé óýíèåóç áõôþí ôùí íÝùí ãåíéêåõìÝíùí óçìÜôùí- ç áñ÷Þ ðïõ êáèïñßæåé ôçí áðåñéüñéóôç ðñïóáñìïãÞ ðñïò ôïí ãýñù êüóìï êáé äçìéïõñãåß áíþôåñç ðñïóáñìïóôéêüôçôá óôïí áíèñùðï, ç åðéóôÞìç. Ï áíèñùðïò ìå ôï ëüãï ó÷çìáôßæåé ôïí êáíüíá, óýìöùíá ìå ôïí ïðïßï ðñÝðåé í áðáíôÞóåé óôá óÞìáôá, ãé áõôü ïé åîáñôçìÝíåò áíôéäñÜóåéò ó÷çìáôßæïíôáé ãñÞãïñá, êÜðïôå áìÝóùò ýóôåñá áðü ôçí ðñþôç åìöÜíéóç ôïõ áíôßóôïé÷ïõ óÞìáôïò, ãñÞãïñá óôáèåñïðïéïýíôáé, ðáýïõí íá ÷ñåéÜæïíôáé óõìðëçñùìáôéêÞ åíßó÷õóç ãéáôß ï ó÷çìáôéóìüò ôïõ êáíüíá ï ßäéïò åßíáé ìüíéìç åíßó÷õóç. Ï áíèñùðïò ð÷ Ý÷åé óêïðïýò óôç æùÞ ôïõ êáé óêÝðôåôáé ðùò ìðïñåß íá ôïõò ðåôý÷åé. Ï óêïðüò åßíáé ôï ãåíéêü, ï êáíüíáò, ç áñ÷Þ ðïõ äéåõèýíåé. Ìå ôïí ßäéï ôñüðï åíåñãåß ï áíèñùðïò êáé óôá çèéêÜ æçôÞìáôá. Åäþ ç áíÜìíçóç ôïõ äéêáßïõ êáé ôïõ êáèÞêïíôïò åßíáé ôï ãåíéêü, ï óôáèåñüò êáíüíáò ðñïò ôïí ïðïßï ðñÝðåé íá ðñïóáñìüæïõìå ôç óõìðåñéöïñÜ ìáò. Áõôü ôï ãåíéêü, ï êáíüíáò äåí õðÜñ÷åé óáí ôÝôïéï åîùôåñéêÜ. Äåí ìðïñåß íá óõëëçöèåß áðü ôéò áéóèÞóåéò. Ï êáíüíáò, ôï ãåíéêü ïýôå âëÝðåôáé, ïýôå áêïýãåôáé, áëëÜ õðÜñ÷åé ìüíï ùò ðñïò ôï ðíåýìá. Ï áíèñùðïò ó÷çìáôßæïíôáò ìå ôç âïÞèåéá ôïõ ëüãïõ ïðïéïíäÞðïôå êáíüíá, êÜíåé ôéò áíôéäñÜóåéò ôïõ áíåîÜñôçôåò áð ôï óå ðïéÝò óõãêåêñéìÝíåò óõíèÞêåò ôïõ ðáñïõóéÜæïíôáé áõôïß Þ åêåßíïé ïé åñåèéóìïß. ÅÜí ð÷ Ýìáèå í áðáíôÜ ìå êßíçóç óå êÜèå ôñßôï óÞìá, óõãêñáôïýìåíïò áð ôï íá áðáíôÞóåé óôá äýï ðñþôá óÞìáôá, ôüôå åýêïëá áñ÷ßæåé íá ôï êÜíåé áõôü áíåîÜñôçôá áð ôï ñõèìü Þ ôçí óåéñÜ ðïõ åìöáíßæïíôáé ôá óÞìáôá.

(22)



Ô

á ðñþôá æùúêÜ üíôá Ý÷ïõí ìüíï åñåèéóôéêüôçôá, äçë ôçí éêáíüôçôá í áðáíôïýí ìå ïñéóìÝíï ôñüðï óôïõò åîùôåñéêïýò åñåèéóìïýò. Ç åñåèéóôéêüôçôá Þôáí ç öõóéïëïãéêÞ âÜóç ðÜíù óôçí ïðïßá áñ÷éêÜ åìöáíßóôçêáí ôá áäéáöïñïðïßçôá áéóèÞìáôá (ç ãåíéêÞ áéóèçôéêüôçôá) êáé ïé áðëïýóôáôåò êéíÞóåéò. Áñãüôåñá áíáðôýóóïíôáé äéÜöïñåò åéäéêÝò ìïñöÝò áéóèçìÜôùí êáé ðåñéóóüôåñï óýíèåôåò ìïñöÝò óõìðåñéöïñÜò. Óôá ðñþôá óôÜäéá áíÜðôõîçò ôçò æùÞò, ç åñåèéóôéêüôçôá åêäçëþíåôáé ìüíï óå ó÷Ýóç ìå ôéò åðéäñÜóåéò ðïõ Üìåóá åðéäñïýí óôç æùúêÞ ëåéôïõñãßá ôùí ïñãáíéóìþí üðùò ôñïöÞ, áõôïÜìõíá êáé äéáéþíéóç. Óå ïñéóìÝíï óôÜäéï åîÝëéîçò åìöáíßæåôáé ç åñåèéóôéêüôçôá ü÷é ìüíï óå ó÷Ýóç ìå ôéò åðéäñÜóåéò ðïõ Ý÷ïõí Üìåóç âéïëïãéêÞ óçìáóßá ãé áõôïýò, áëëÜ êáé óå ó÷Ýóç ìå êåßíåò ôéò åðéäñÜóåéò ðïõ ìüíïí ðñïåéäïðïéïýí (åñåèéóìïß-óÞìáôá) ãéá ôéò Üìåóá óïâáñÝò ãéá ôç æùÞ ôïõ ïñãáíéóìïý éäéüôçôåò ôïõ ðåñéâÜëëïíôïò(ð÷ åñåèéóôéêü óôïí Þ÷ï ðïõ Üìåóá áõôüò êáè åáõôüò äåí åßíáé óå èÝóç íá åðéäñÜóåé óôéò âáóéêÝò ëåéôïõñãßåò ôùí æþùí).

Ô

á áéóèÞìáôá åßíáé ç áðåéêüíéóç ôùí îå÷ùñéóôþí éäéïôÞôùí ôùí áíôéêåéìÝíùí êáé öáéíïìÝíùí. Ç ãÝííçóç ôùí áéóèçìÜôùí åßíáé ç ìåôáôñïðÞ ôçò åíÝñãåéáò ôùí åñåèéóìþí óå åíÝñãåéá ôùí íåõñéêþí ëåéôïõñãéþí ðïõ ãßíåôáé óôïõò áíáëõôÝò. Ï áíáëõôÞò äåí åßíáé ðáèçôéêüò äÝêôçò ôçò åíÝñãåéáò. Åßíáé üñãáíï ðïõ áíáäéïñãáíþíåé áíôáíáêëáóôéêÜ õðü ôçí åðßäñáóç ôùí åñåèéóìþí (ð÷ ìå ôçí åíÝñãåéá Ýíôïíïõ öùôüò ðñïêáëåßôáé ç óõóôïëÞ ôçò êüñçò ôïõ ìáôéïý êáé ôï êëåßóéìï ôùí âëåöÜñùí). Ï áíáëõôÞò áíáëýåé ü÷é ìüíïí ôïõò óôïé÷åéþäåéò áëëÜ êáé ôïõò óýíèåôïõò åñåèéóìïýò (óõìðëÝãìáôá åñåèéóìþí).

(23)

Ó

ôçí áíôßëçøç áíôáíáêëþíôáé ïé ðïëýìïñöåò éäéüôçôåò ôùí áíôéêåéìÝíùí êáé öáéíïìÝíùí óôï óýíïëü ôïõò, óôéò áìïéâáßåò ó÷Ýóåéò ôïõò êáôÜ ôçí Üìåóç åðßäñáóÞ ôïõò óôá üñãáíá ôùí áéóèÞóåùí. Ç éäéïìïñößá ôçò áíôßëçøçò äåí âñßóêåôáé óôï üôé áíôéëáìâáíüìáóôå ôá áíôéêåßìåíá óôçí ðïëõìïñößá ôùí éäéïôÞôùí êáé ìåñþí ôïõò, áëëÜ óôï üôé ïé éäéüôçôåò êáé ôá ìÝñç ôùí áíôéêåéìÝíùí ãßíïíôáé áíôéëçðôÜ óôéò áìïéâáßåò ó÷Ýóåéò ôïõò. Áðü áõôÜ Þ åêåßíá ôá ìÝñç ìðïñåß íá ó÷çìáôéóôåß äéáöïñåôéêü óýíïëï åÜí áõôÜ âñßóêïíôáé óå äéáöïñåôéêÞ ó÷Ýóç ìåôáîý ôïõò. Ïé ßäéïé Þ÷ïé ð÷ ìðïñïýí íá ãßíïõí áíôéëçðôïß óáí äéáöïñåôéêÞ ìåëùäßá, áíÜëïãá ìå ôç äéáäï÷éêüôçôÜ ôïõò, ôá äéáóôÞìáôá ìåôáîý ôïõò êáé ôï ìÞêïò êÜèå Þ÷ïõ.

Ç

åìöÜíéóç ôçò áíèñùðéíçò êïéíùíßáò ïäÞãçóå óå áíþôåñçò ìïñöÞò øõ÷éêÞ ëåéôïõñãßá - ôç óõíåßäçóç óáí êïéíùíéêÜ êáèïñéóìÝíç áíôáíÜêëáóç ôçò ðñáãìáôéêüôçôáò ìå ôç âïÞèåéá ôçò ãëþóóáò. Ç ãëþóóá áðïêñõóôáëëþíåé ôçí êïéíùíéêÞ ðåßñá ôçò áíèñùðüôçôáò, ôçí êïéíùíéêÞ ðñáêôéêÞ êáé ôéò åðåîåñãáóìÝíåò êïéíùíéêÜ éäÝåò. Ç óõíåßäçóç áð ôçí áñ÷éêÞ ôçò ìïñöÞ åßíáé êïéíùíéêü ðñïúüí. Ïé áíôéëÞøåéò ìáò êáé ïé ðáñáóôÜóåéò åßíáé ïé åéêüíåò ôùí áíôéêåéìÝíùí êáé öáéíïìÝíùí. Ïé åéêüíåò ôùí áíôéêåéìÝíùí åßíáé ôá áíôßãñáöÜ ôïõò, üìùò äåí åßíáé áõôÜ ôá ßäéá ôá áíôéêåßìåíá êáé öáéíüìåíá.

(24)

Ï

ìùò äåí áíôéëáìâáíüìáóôå Üìåóá ïýôå üëåò ôéò éäéüôçôåò ôùí áíôéêåéìÝíùí, ïýôå üëá ôá áíôéêåßìåíá. Äåí âëÝðïõìå ð÷ Üìåóá ôï Üôïìï, äåí áêïýìå ôïõò õðåñÞ÷ïõò, ðáñ üëá áõôÜ ç ýðáñîÞ ôïõò åßíáé ãíùóôÞ. Ó áõôÝò ôéò ðåñéðôþóåéò ç ãíþóç áðïêôÜôáé Ýììåóá - ìå ôç óýãêñéóç, ôçí áöáßñåóç. Ç ôÝôïéá Ýììåóç êáé ãåíéêåõìÝíç áðåéêüíéóç ôçò ðñáãìáôéêüôçôáò ïíïìÜæåôáé íüçóç. Ç íüçóç óõíäÝåôáé áäéÜññçêôá ìå ôç ãëþóóá êáé ðñáãìáôïðïéåßôáé ìå ôç âïÞèåéá ôçò ãëþóóáò.

Ï

åîùôåñéêüò êüóìïò áðåéêïíßæåôáé óôïí åãêÝöáëï ôïõ áíèñùðïõ ü÷é ìüíï ìå ôç ìïñöÞ ðáñáóôáôéêþí åéêüíùí ôùí áíôéêåéìÝíùí êáé öáéíïìÝíùí Þ ôùí åííïéþí ôïõò, äçëáäÞ ìå ôéò ãíùóôéêÝò äéáäéêáóßåò, áëëÜ êáé ìå ôç ìïñöÞ áõôÞò Þ åêåßíçò ôçò ó÷Ýóçò ôùí áíáãêþí êáé ôùí êéíÞôñùí ôïõ ðñïò ôá áíôéêåßìåíá êáé öáéíüìåíá ôçò ðñáãìáôéêüôçôáò, äçëáäÞ ìå ôç ìïñöÞ ôùí óõãêéíÞóåùí êáé ôùí óõíáéóèçìÜôùí. Ïé óõãêéíÞóåéò êáé ôá óõíáéóèÞìáôá åßíáé âéþìáôá ôçò áíôéóôïé÷ßáò Þ ìç áíôéóôïé÷ßáò ôùí áíôéêåéìåíùí êáé öáéíïìÝíùí ôçò ðñáãìáôéêüôçôáò ðñïò ôéò áíÜãêåò ôùí áíèñùðùí êáé ôéò áðáéôÞóåéò ôçò êïéíùíßáò. ÁíÜëïãá ìå ôéò éäéïññõèìßåò áõôïý ðïõ åíåñãåß ðÜíù ìáò êáé ôéò éäéïññõèìßåò ôçò ðñïóùðéêüôçôÜò ìáò ðïõ äçìéïõñãÞèçêáí áð ôçí ðñïçãïýìåíç åðßäñáóç ôùí áíôéêåéìÝíùí êáé öáéíïìÝíùí ôçò ðñáãìáôéêüôçôáò, áéóèáíüìáóôå áõôÝò Þ åêåßíåò ôéò áíÜãêåò êáé åíäéáöÝñïíôá, óõíáéóèÞìáôá êáé åðéèõìßåò êáé êÜíïõìå åêïýóéåò åíÝñãåéåò.

(25)



Ï

ëåò áõôÝò ïé äéÜöïñåò ìïñöÝò áðåéêüíéóçò ôïõ õëéêïý êüóìïõ (áéóèÞìáôá, óõãêéíÞóåéò, ëüãïò, óõíåßäçóç) óõíäÝïíôáé áäéÜññçêôá ìåôáîý ôïõò. Ãéáôß ü,ôé ÷áñáêôçñßæåé ôïí øõ÷éêü ìáò êüóìï åßíáé áêñéâþò ç åíüôçôá êáé ç óõíï÷Þ. ÏðïéáäÞðïôå óôéãìÞ óôáèïýìå ãéá íá ðáñáôçñÞóïõìå åíäïóêïðéêÜ ôé óõìâáßíåé ìÝóá ìáò, èá äéáðéóôþóïõìå üôé Ýíá øõ÷éêü èÝìá îåôõëßãåôáé óå ìéá óåéñÜ áëëåðÜëëçëùí êáôáóôÜóåùí, ðïõ ç ìéá ôïõò åéó÷ùñåß ôüóï âáèåéÜ ìÝóá óôçí Üëëç êáé óõíõöáßíåôáé ôüóï óôåíÜ ìáæß ôçò, þóôå åÜí ìå ìéá ôå÷íçôÞ ôïìÞ äéáëýóïõìå ôéò ðïëëáðëÝò óõíÜöåéåò ðïõ áðïôåëïýí ôï ðëÝãìá, ôá óôïé÷åßá ôïõ áëëïéþíïíôáé: ðáýïõí íá åßíáé áõôü ðïõ Þôáí, áðïîåíþíïíôáé áðü ôï íüçìÜ ôïõò. Ï øõ÷éêüò âßïò ëïéðüí ôïõ áíèñùðïõ ðáñïõóéÜæåé ìéá áäéÜóðáóôç áëëçëïõ÷ßá. Ç óõíåßäçóç óå êÜèå öÜóç ôçò øõ÷éêÞò æùÞò äñá óáí Ýíá áäéáßñåôï üëï. Åí ôïýôïéò ðÜíù óôï óõìðáãÝò áõôü üëï, ç åðéóôÞìç ìå ôïõò ðñéóìáôéêïýò ôçò öáêïýò êÜíåé áíáëýóåéò êáé ìáò ðëçñïöïñåß ãéá ôéò óõãêéíçóéáêÝò êáôáóôÜóåéò êáé ôçí âïõëçôéêÞ äñáóôçñéüôçôá, ãéá ôéò ðáñáóôÜóåéò, ôá óõíáéóèÞìáôá êáé ôéò åðéèõìßåò, óáí íá ðñüêåéôáé ãéá ÷ùñéóôÜ ðåñéå÷üìåíá Þ ðñïúüíôá ôçò óõíåßäçóçò. Ïé ôïìÝò áõôÝò åßíáé íüìéìåò êáé ÷ñÞóéìåò, ìå ôïí ñçôü üñï üôé äåí èá îå÷íÜìå üôé ãßíïíôáé ìüíï áðü ëüãïõò ìåèïäïëïãéêÞò óêïðéìüôçôáò. Äåí áðåéêïíßæïõí ôçí øõ÷éêÞ ðñáãìáôéêüôçôá, áëëÜ åðéâÜëëïíôáé áðü ôçí áíÜãêç íá ôç ãíùñßóïõìå áðü «ðéï êïíôÜ», åîåôÜæïíôáò ÷ùñéóôÜ Ýíá-Ýíá ôá óôïé÷åßá ðïõ ôçí áðïôåëïýí. Óôéò áíáëýóåéò ìáò ëïéðüí ðñÝðåé íá Ý÷ïõìå ðëÞñç åðßãíùóç üôé ÷ùñßæïõìå ôå÷íçôÜ Ýíá áðü ôç öýóç ôïõ åíéáßï óýíïëï, ãéá íá ôï ðñïóÝîïõìå ìéá óôéãìÞ êáé Ýðåéôá íá ôï åíôÜîïõìå êáé ðÜëé ìÝóá óôç óõíå÷Þ ñïÞ ðïõ ôïõ äßíåé æùÞ êáé íüçìá.

(26)

õðïêáôáóôÞóåé ìå íïçôÝò áöáéñÝóåéò ôçí æùíôáíÞ ðñáãìáôéêüôçôá. ÁõôÞ äåí ãíùñßæåé «ðáñáóôÜóåéò» Þ «êñßóåéò» ÷ùñéóôÝò áðü ôá «óõíáéóèÞìáôá» êáé «åðéèõìßåò» áíåîÜñôçôåò áðü «åíôõðþóåéò» êáé «óõãêéíÞóåéò». Åíéáßá êáé áäéáßñåôç åßíáé óôçí äñáóôçñéüôçôÜ ôçò ç óõíåßäçóç: áíôéëáìâáíüìåíç êáé óõíÜìá óõãêéíïýìåíç, óõãêéíïýìåíç êáé óõíÜìá åðéèõìïýóá: ÌÝóá óôçí êáêïêáéñßá ï êåñáõíüò, ðïõ îáöíéêÜ áêïýãåôáé ôüóï êïíôÜ, ìå ôñïìÜæåé, ãéáôß óõëëïãßæïìáé üôé ôï óðßôé ìïõ äåí ðñïóôáôåýåôáé áðü áëåîéêÝñáõíï: ôá ìÝëç ìïõ Ý÷ïõí ðáñáëýóåé. Áðü ôçí áõëÞ ìïõ âëÝðù óôïí äéðëáíü êÞðï Ýíá ùñáßï ôñéáíôÜöõëëï. Ìïõ åðéôñÝðåôå, ñùôþ ôïí ãåßôïíá ðïõ ôï êáìáñþíåé, íá ðëçóéÜóù êé åãþ íá ôï ìõñßóù;

(27)

Α Ι Σ Θ Η Μ Α Τ Α

Α

ίσθηµα είναι η αντίληψη των ξεχωριστών ιδιοτήτων των αντικειµενων και φαινοµενων της πραγµατικότητας, που άµεσα επιδρούν στα όργανα των αισθήσεων. Τα αισθήµατα µας επιτρέπουν να κρίνουµε και για τις αλλαγές που γίνονται και στο ίδιο µας το σώµα, για τη λειτουργία των εσωτερικών µας οργάνων. Tα αντικειµενα και φαινόµενα της πραγµατικότητας που επιδρούν στα όργανα των αισθήσεων ονοµάζονται ερεθισµοί. Το ερέθισµα προκαλεί στον νευρικό ιστό τη λειτουργία της διέγερσης. Το αίσθηµα είναι αποτέλεσµα της διέγερσης. Η γέννηση των αισθηµάτων είναι η µετατροπή της ενέργειας των ερεθισµών σε ενέργεια των νευρικών λειτουργιών που γίνεται στους αναλυτές.

(28)

Ο αναλυτής αποτελείται: α) από το περιφερειακό τµήµα (τον δέκτη) που δέχεται τον ερεθισµό. β) τα κεντροµόλα νεύρα. γ) τα αντίστοιχα τµήµατα των υποφλοιωδών και φλοιωδών συστηµατων του εγκεφάλου στα οποία γίνεται η επεξεργασία των νευρικών ωθήσεων που έρχονται από τα περιφερειακά τµήµατα. Ο αναλυτής δεν είναι παθητικός δέκτης της ενέργειας. Είναι όργανο που αναδιοργανώνει αντανακλαστικά υπό την επίδραση των ερεθισµών πχ µε την ενέργεια έντονου φωτός προκαλείται η συστολή της κόρης του µατιού και το κλείσιµο των βλεφάρων. Η εξωτερική επίδραση προκαλεί εποµένως αντανακλαστικό γεγονός που ρυθµίζεται απ τους αναλυτές που βοηθάνε στην αντίληψη του ερεθισµού. Στο σύνολο των οπτικών, ακουστικών, οσφρηντικών και άλλων νεύρων που κατευθύνονται προς το κέντρο υπάρχουν και φυγόκεντρες (κινητικές) ίνες, µε τις οποίες ο φλοιός ρυθµίζει την εργασία των κατώτερων τµηµάτων του αναλυτή - των περιφερειακών δεκτών. Ο αναλυτής λειτουργεί αντανακλαστικά σαν ενιαίο σύνολο, στο οποίο η κατάσταση των δεκτών κατευθύνεται από τη λειτουργία των κυττάρων του φλοιού και η λειτουργία αυτών µε τη σειρά της εξαρτάται απ την κατάσταση των δεκτών. Ο αναλυτής αναλύει αντανακλαστικά όχι µόνον τους στοιχειώδεις αλλά και τους σύνθετους ερεθισµούς (συµπλέγµατα ερεθισµών). Η ανάλυση των συµπλεγµάτων των ερεθισµών απαιτεί την συννένωση των συνθετικών µερών καθ ενός από αυτούς σε ένα σύνολο. Στους αναλυτές λοιπόν έχει θέση και η σύνθεση των ξεχωριστών ερεθισµών σε σύνθετα συστηµατα. Η ανάπτυξη των αισθηµάτων είναι αποτέλεσµα τελειοποίησης των αναλυτών και καθορίζεται απ την επίδραση του εξωτερικού περιβάλλοντος. Η ειδική απάντηση κάθε οργάνου των αισθήσεων στον ερεθισµό που επιδρά πάνω του είναι προϊόν της προσαρµογής του δοσµένου οργάνου των αισθήσεων σε ορισµένης µορφής ερεθισµούς, αποτέλεσµα της µεγαλύτερης αισθητικότητάς του σ αυτούς τους ερεθισµούς, που καλλιεργήθηκε στην πορεία της εξέλιξης απ την επίδραση αυτών των ερεθισµών.

(29)

Ιδιαίτερα στον ανθρωπο, η ανάπτυξη των αισθηµάτων γίνεται σε σύνδεση µε την πρακτική και εξαρτάται απ τις απαιτήσεις που προβάλλει η κοινωνική ζωή µπρος στα όργανα των αισθήσεων. Σε υψηλή βαθµίδα τελειότητας πχ φθάνουν τα αισθήµατα γεύσης και όσφρησης στους πραγµατογνώµονες των ποιοτήτων του τσαγιού, τυριού, καπνού, κρασιού κλπ. Η ζωγραφική που συνδέεται µε την απόδοση της µορφής, αναλογίας και απόχρωσης των χρωµάτων κατά την απεικόνιση των αντικειµενων, προβάλλει ιδιαίτερες απαιτήσεις στην αντίληψη των αναλογιών και των σχέσεων των χρωµάτων. Το ίδιο ισχύει για τους µουσικούς ως προς τον ακριβή καθορισµό των ήχων. Το παίξιµο µουσικών κοµµατιών µε βιολί προβάλλει σε σχέση µε το πιάνο, ιδιαίτερες απαιτήσεις για την ακοή των υψηλών ήχων απ τον βιολιστή, παρά απ τον πιανίστα.

(30)

Η ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

Τ

α αισθήµατα διακρίνονται ανάλογα µε ποιό µηχανισµό αναλυτών δηµιουργούνται και επειδή κάθε αναλυτής προσαρµόζεται µε καλύτερο τρόπο στο να διακρίνει την κάθε ορισµένη µορφή ενέργειας, τότε τα αισθήµατα µπορούν να χαρακτηριστούν απ τους ερεθισµούς των οποίων είναι αποτέλεσµα. Ολοι οι αναλυτές µπορούν να χωριστούν σε δυο οµάδες, τους εσωτερικους και τους εξωτερικους. Οι εξωτερικοι αναλυτές έχουν τους δέκτες που είναι στην επιφάνεια του δέρµατος και δέχονται τους εξωτερικους ερεθισµούς. Οι εσωτερικοι αναλυτές που είναι οι απολήξεις των δεκτών που βρίσκονται στα εσωτερικα όργανα και ιστούς δέχονται τις αλλαγές που γίνονται στο εσωτερικο του οργανισµού. Ενδιάµεση θέση κατέχει ο κινητικός αναλυτής. Τα περιφερειακά του άκρα είναι διασκορπισµένα στους µυς και τους ειδικούς δέκτες. Χρησιµεύουν τόσο για τα αισθήµατα κίνησης και κατάστασης των οργάνων του σώµατος, όσο και για τον καθορισµό των ιδιοτήτων των εξωτερικων αντικειµενων, πχ κατά την αφή αντικειµενων µε το χέρι. Κοινά για όλους τους αναλυτές είναι τα αισθήµατα πόνου, που ειδοποιούν για την βλαπτική επίδραση των ερεθισµών.

(31)

Η ΑΙΣΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ

Ο

κάθε ερεθισµός δεν προκαλεί αίσθηµα. Για να προκληθεί αίσθηµα πρέπει ο ερεθισµός να φτάσει σε ορισµένη ένταση. Η ελάχιστη ένταση του ερεθισµού που µόλις και προκαλεί αίσθηµα ονοµάζεται απόλυτη βαθµίδα του αισθήµατος. Οσο πιο αδύνατοι είναι οι ερεθισµοί που µπορούν να προκαλούν αίσθηµα, δηλαδή όσο µικρότερο είναι το ύψος της απόλυτης βαθµίδας, τόσο υψηλότερη είναι η ικανότητα των οργάνων των αισθήσεων ν αντιδρούν σ αυτές τις επιδράσεις, τόσο µεγαλύτερη είναι η απόλυτη αισθητικότητα. Μετρώντας τη βαθµίδα του αισθήµατος είναι ανάγκη να υπολογίσουµε τη διάρκεια της επίδρασης του ερεθισµού, γιατί ανάλογα µ αυτή, η ενέργεια που φτάνει στον δέκτη αλλάζει. Στους ερεθισµούς ελάχιστου χρόνου, η ένταση του ερεθισµού που για πρώτη φορά προκαλεί αίσθηµα, είναι τόσο πιο µεγάλη όσο πιο µικρός είναι ο χρόνος επίδρασης στον δέκτη. Με ορισµένη αύξηση του χρόνου επίδρασης (για την όραση είναι περίπου 3 δευτερολεπτα) η ένταση που είναι αναγκαία για την εµφάνιση του αισθήµατος δεν εξαρτάται πρακτικά από τον χρόνο ενέργειας του ερεθισµού. Ουσιαστική επίδραση στην βαθµίδα του αισθήµατος ασκεί η έκταση του ερεθισµού. Εχει αποδειχθεί ότι για το δέρµα, τις κόρες των µατιών και άλλα όργανα των αισθήσεων, το µεγάλωµα της έκτασης του ερεθισµού επιτρέπει την µείωση της έντασης της βαθµίδας του ερεθισµού, προκειµένου να γίνει αντιληπτός. Οµως όταν η έκταση του ερεθισµού είναι µεγάλη και την αυξήσουµε κι άλλο, τότε πρακτικά παύει να επιδρά στη βαθµίδα του αισθήµατος. Μεγάλη επίδραση στο ύψος της βαθµίδας έχει το αρχικό επίπεδο του ερεθίσµατος στον αναλυτή, πχ την ηµέρα όταν είναι καθαρός ο ουρανός δεν βλέπουµε αστέρια, το βράδυ όµως βλέπουµε.

(32)

φωτός που παρατηρείται πρώτα, προς το αρχικό της επίπεδο, µένει σε ύψος σταθερό, ενώ κατά το απόλυτο ύψος η αύξηση της ζωηρότητας αλλάζει. Για παραδειγµα, αν ο αρχικός φωτισµός είναι 100 lux, τότε η αύξηση του φωτισµού που για πρώτη φορά µπορούµε να παρατηρήσουµε, πρέπει ν αποτελείται όχι λιγότερο από 1 lux. Αν ο φωτισµός είναι 1000 lux, τότε η αύξηση πρέπει να είναι όχι λιγότερο από 10 lux. Ο ανθρωπος διακρίνει λοιπόν, όχι τη διαφορά της ζωηρότητας, αλλά τη σχέση της προς την αρχική ζωηρότητα. Η βαθµίδα διαφοράς για κάθε όργανο των αισθήσεων είναι σχετικά σταθερό ύψος, που δείχνει ποιο µέρος του πρωταρχικού ύψους του ερεθισµού πρέπει να προστεθεί σ αυτή για να έχουµε µόλις παρατηρούµενη αλλαγή του αισθήµατος. Για την όραση είναι 1/100, για την ακοή 1/10 και για τους ειδικούς δέκτες 1/3. Παρόµοια βρέθηκε ότι συγκρίνοντας το βάρος των αντικειµενων και παρατηρώντας τις διαφορές µεταξύ τους, αντιλαµβανόµαστε όχι τις διαφορές ανάµεσα στα αντικειµενα, αλλά τη σχέση της διαφοράς προς το µέγεθος των συγκρινοµένων αντικειµενων. Η σταθερότητα της σχέσης µεταξύ του ύψους της αύξησης του ερεθισµού και του αρχικού του επιπέδου εκφράζεται µαθηµατικά µε τη σχέση: Dp / P = K, όπου Dp είναι το ύψος της αύξησης του ερεθισµού, το Ρ το αρχικό του επίπεδο και Κ µια σταθερά, χαρακτηριστική του αισθήµατος. Η σχέση αυτή ονοµάζεται νόµος Μπυγκέρ-Βέµπερ. Η αισθητικότητα ως προς τη διαφορά ή διαφορική αισθητικότητα, δηλαδή το ύψος του ερεθισµού προς τη διαφορά βαθµίδας, είναι λοιπόν, επίσης απόλυτη αισθητικότητα. Ο νόµος Μπυγκέρ-Βέµπερ είναι σωστός στη µεσαία ζώνη της εντατικότητας των ερεθισµών. Οταν πλησιάζει προς την απόλυτη βαθµίδα και αντίθετα περνώντας σε πολύ έντονους ερεθισµούς, η διαφορική αισθητικότητα µειώνεται σηµαντικά. Παρατηρείται λοιπόν η γενική τάση της πιο αργής αύξησης του αισθήµατος σε σύγκριση µε την αύξηση του ερεθισµού.

(33)

Η ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ

Η

αισθητικότητα του αναλυτή αλλάζει υπό την επίδραση της προσαρµογής του οργάνου των αισθήσεων προς τον ερεθισµό που επιδρά. Αυτό το φαινόµενο καλείται προσαρµογή. Η προσρµογή µπορεί να γίνει τόσο προς την κατεύθυνση της ανόδου της αισθητικότητας (όταν γίνεται µετάβαση απ τους δυνατούς προς τους αδύνατους ερεθισµούς), όσο και προς την κατεύθυνση της καθόδου της (όταν γίνεται µετάβαση απ τους αδύνατους στους δυνατούς ερεθισµούς). Η προσαρµογή εκδηλώνεται σ όλες τις µορφές των αισθηµάτων. Ιδιαίτερα είναι έντονη στην όραση, όσφρηση, γεύση και τα δερµατικά αισθήµατα. Στον τοµέα της ακοής εκδηλώνεται λιγότερο. Οταν πάµε απ το ζωηρό φως στο σκοτάδι, δεν βλέπουµε στην αρχή τα αντικειµενα και αρχίζουµε να διακρίνουµε τα χαρακτηριστικά τους σιγά-σιγά (προσαρµογή στο σκοτάδι). Αν στην περίπτωση αυτή µετράται συνεχώς η αισθητικότητα, τότε φαίνεται ότι αυξάνει στην αρχή πολύ γρήγορα, ύστερα πιο αργά και τέλος στο 3ο-4ο λεπτό η παραµονή στο σκοτάδι σταθεροποιείται σε ορισµένο επίπεδο. Τα όρια αλλαγής της αισθητικότητας του οργάνου της όρασης µπορούν να φτάσουν σε µεγάλα ύψη (η αισθητικότητα µπορεί να µεγαλώσει περίπου 200 εκατοµµυρια φορές). Η προσαρµογή στον ερεθισµό που επιδρά, αποδεικνύεται όχι µόνον απ τις άµεσες περιοδικά πραγµατοποιούµενες αλλαγές της αισθητικότητας, αλλά και µε ηλεκτροφυσιολογικά πειράµατα. Αν καταγράψουµε το ρεύµα ενέργειας του οπτικού νεύρου κατά την επίδραση φωτός στον αµφιβληστροειδή, τότε αποδεικνύεται ότι οι παλµικές κινήσεις είναι ιδιαίτερα έντονες κατά τη στιγµή της έναρξης του ερεθισµού και βαθµιαία αδυνατίζουν ανάλογα µε τη συνέχιση της επίδρασης του φωτός. Αντίθετα, µε την µετάβαση απ το σκοτάδι στο φως, η διάκριση των αντικειµενων επίσης χειροτερεύει, αλλά αυτή η χειροτέρευση διαρκεί πολύ λίγο (µερικά δευτερολεπτα) και ύστερα απ αυτή γίνεται η προσαρµογή του µατιού στο φως. Η προσαρµογή στο φως, σε διάκριση απ την προσαρµογή στο σκοτάδι, παρουσιάζει όχι άνοδο, αλλά µείωση της αισθητικότητας του µατιού. «Τυφλωνόµαστε» µεταβαίνοντας απ το σκοτάδι στο φως, εξ αιτίας της υψηλής αισθητικότητας του µατιού που πριν ήταν προσαρµοσµένο στο σκοτάδι και αρχίζουµε να διακρίνουµε τα

Referências

Documentos relacionados

Local: A inscrição e entrega de documentos serão realizadas somente na Secretaria Municipal de educação, com endereço na Rua São José nº 210 (fundos) – Centro, Itatiaia. A

A outra constatação mais geral sobre as relações entre determinados recursos de posição social e as chances de candidatura é o peso significativo da titulação escolar na divisão

Na coluna vertebral encontramos também o sacro (cerca de quatro ou cinco vértebras fundidas – não móveis) e inferiormente ao mesmo, localiza-se o cóccix (fusão de 4 vértebras

Rios e lagos contribuem muito pouco para o total de água doce existente mas eles são essenciais para a renovação do ciclo já que o tempo de renovação médio das águas..

sumo. Acredito também que seus traços sumo. Acredito também que seus traços formais expressam de muitas maneiras a formais expressam de muitas maneiras a lógica mais

Flemming mostra que o escritor visionário do Apocalipse vê quebrantamento da criação através da lente do futuro de Deus, a igreja deve capturar esta visão do futuro de Deus, que

No município de João Pessoa, há dois serviços destinados ao acolhimento de pacientes com indicações para Cuidados Paliativos, sendo eles o Núcleo de Cuidados Paliativos Hospital

Ou seja, o grupo tem uma ideia, mas não tem dinheiro para concretizá-la e terá que gerar interesse para que os investidores o