• Nenhum resultado encontrado

Loukianos Tria Erga

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2021

Share "Loukianos Tria Erga"

Copied!
59
0
0

Texto

(1)

Λ Ο Υ Κ Ι Α Ν Ο Σ

Ο θάνατος τού Περεγρίνου

Οι δραπέτες

Συμπόσιο

Νεοελληνική μετάφραση,

σχόλια και παραρτήματα:

Αθανάσιος Α. Τσακνάκης

(2)

Μέρος Α΄

(3)

Λουκιανός ο Σαμοσατεύς

Ο Λουκιανός έζησε μεταξύ τού 120 και τού 180 μ.Χ., σε μία εποχή έντονων αμφισβητήσεων και μεγάλων αντιπαραθέσεων και αναθεωρήσεων σε κάθε τομέα τής ανθρώπινης ζωής. Καταγόταν από τα Σαμόσατα τού Άνω Ευφράτη. Πρωτοδιδάχτηκε την ελληνική γλώσσα στο σχολείο και την βελτίωσε ταξιδεύοντας μέχρι την Ιταλία και την Γαλατία, κάνοντας πολλές περιηγήσεις, μελετώντας τα ήθη και τα έθιμα διαφόρων περιοχών, διερευνώντας τις δοξασίες των απλών ανθρώπων, εξετάζοντας τις διδασκαλίες των φιλοσόφων και των ιερέων, παρατηρώντας τά κοινωνικά, πολιτικά, πολιτισμικά και θρησκευτικά γεγονότα και φαινόμενα. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου έζησε ως ελεύθερος συγγραφέας. Σε μεγάλη ηλικία βρέθηκε στην Αίγυπτο, διορισμένος σε κάποια δημόσια υπηρεσία. Από το σύνολο τού συγγραφικού έργου του, σήμερα σώζονται γύρω στα ογδόντα συγγράμματα (αν και αμφισβητείται η γνησιότητα ορισμένων απ’ αυτά), τα οποία έχουν συνήθως μορφή επιστολής ή διαλόγου. Σκοπός τού συγγραφέα είναι να χλευάσει την φιλοσοφική υπερβολή και την θρησκευτική αφέλεια, να θίξει τα «κακώς κείμενα» τής κοινωνικής πραγματικότητας, να περιγελάσει την ανθρώπινη ανοησία και την δεισιδαιμονία, την ματαιοδοξία και την μισαλλοξία. Ο Λουκιανός χρησιμοποιεί ευτράπελες ιστορίες και φανταστικές διηγήσεις επιθυμώντας να διεγείρει την κοινή λογική και να την θέσει αντιμέτωπη στην απολιθωμένη λαϊκή λατρευτική παράδοση και στον άκαμπτο δογματισμό των διαφόρων φιλοσοφικών σχολών. Την μεγαλύτερη επιρροή στο έργο του φαίνεται να έχει ασκήσει η Νέα Κωμωδία και ο Μένιππος ο Γαδαρηνός, ένας από τους κυριότερους εκφραστές της. Το θεματολόγιο τού Λουκιανού παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες μ’ εκείνο τού Μένιππου. Το ύφος του τείνει προς το αττικό, αλλά αρνείται – ή δεν καταφέρνει – να συμμορφωθεί με τις αυστηρές απαιτήσεις τής Δεύτερης Σοφιστικής. Τα κείμενά του είναι αφορμή ευχάριστου στοχασμού και ευτράπελου αυτοελέγχου. Η φλύαρη διάθεσή του υποκρύπτει την ανάγκη τού Λουκιανού να «μιλήσει χύμα» και να τα πει όλα «έξω απ’ τα δόντια». Το συνολικό έργο του αποτελεί πολύτιμη πηγή πληροφοριών σχετικά με τις καθημερινές συνήθειες και το ιδεολογικό περιβάλλον τής εποχής του. Τρία από τα πιό ενδιαφέροντα έργα τού Λουκιανού φιλοξενούνται στην παρούσα έκδοση: «Ο θάνατος τού Περεγρίνου», «Οι δραπέτες» και το «Συμπόσιο». Και στα τρία κείμενα, τα σκωπτικά και τόσο επίκαιρα πυρά τού συγγραφέα μας στρέφονται εναντίον των ψευδο-φιλοσόφων και των ψευδο-διδασκάλων, των οποίων ο πρόστυχος και ασελγής βίος, γεμάτος από κάθε είδους προκλητική ακολασία και υποκρισία, δεν είχε απολύτως καμμία σχέση με τις αξιοθαύμαστες θεωρίες που καθημερινά – και έναντι αδρής αμοιβής – ανέπτυσσαν ενώπιον των άτυχων μαθητών και οπαδών τους. Αθανάσιος Τσακνάκης

(4)

Μέρος Β΄

Ο θάνατος τού Περεγρίνου

Οι δραπέτες

(5)

Ο θάνατος τού Περεγρίνου

Ο Λουκιανός εύχεται στον Κρόνιο1 ευτυχία. Ο κακότυχος ο Περεγρίνος2, ή – όπως ο ίδιος χαιρόταν να ονομάζει τον εαυτό του – ο Πρωτεύς, έπαθε ακριβώς το ίδιο με τον Πρωτέα3 τού Ομήρου γιατί, αφού υπέστη τα πάντα κ’ έπαθε μύριες μεταμορφώσεις γιά χάρη τής δόξας, τώρα τελευταία μεταμορφώθηκε και σε φωτιά, γιατί τόσο ερωτευμένος ήταν με την δόξα! Απανθρακώθηκε, λοιπόν, εκείνος ο υπέροχος άνθρωπος, όπως ο Εμπεδοκλής4, με μόνη διαφορά ότι ο Εμπεδοκλής φρόντισε να πέσει κρυφά στον κρατήρα τού ηφαιστείου, ενώ ο γενναίος Περεγρίνος επέλεξε το πιό πολυσύχναστο ελληνικό πανηγύρι, άναψε μιά όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πυρά και ανέβηκε σ’ αυτήν μπροστά στα μάτια τόσων μαρτύρων, αφού – πριν από λίγες μέρες – είχε εκφωνήσει έναν λόγο προς τους Έλληνες, σχετικό με το μελλοντικό τόλμημά του. Φαντάζομαι πόσο θα γελάσεις με την τρέλα εκείνου τού γέροντα, και μάλιστα σ’ ακούω ν’ αναφωνείς «τι ηλιθιότητα!», «τι δοξομανία!», και άλλα, τα οποία συνήθως λέμε γι’ ανθρώπους τέτοιου είδους. Εσύ, λοιπόν, αυτά τα κάνεις από πολύ μακριά και με ασφάλεια, αλλά εγώ τα έκανα εκεί, κοντά στην φωτιά, και πρωτύτερα τα είπα μπροστά σε πολυάριθμους ακροατές, απ’ τους οποίους πολλοί ενοχλούνταν, γιατί θαύμαζαν την τρέλα τού γέροντα, ενώ υπήρχαν και μερικοί που επίσης γελούσαν μ’ αυτά. Ωστόσο, παρά λίγο να με κατασπαράξουν οι Κυνικοί φιλόσοφοι, όπως οι σκύλλοι τον Ακταίωνα ή οι μαινάδες τον ανηψιό του, τον Πενθέα. Δες, λοιπόν, τώρα πώς εκτελέστηκε ολόκληρο το δράμα. Γνωρίζεις ποιός ήταν ο ποιητής του και πόσες περιπέτειες είχε περάσει σε όλη την ζωή του, περιπέτειες πιό τραγικές και από εκείνες που ανέβασαν στην σκηνή ο Σοφοκλής και ο Αισχύλος. Όταν, λοιπόν, έφτασα στην Ήλιδα και περιφερόμουν στο γυμναστήριο, άκουσα κάποιον Κυνικό που έλεγε με δυνατή και τραχιά φωνή τα συνηθισμένα και τετριμμένα λόγια γιά την αρετή και γενικά έβριζε τους πάντες. Μετά οι φωνές του κατέληξαν στον Πρωτέα. Θα προσπαθήσω – όσο μπορώ – να θυμηθώ ακριβώς εκείνα που έλεγε. Εσύ εύκολα θα τ’ αναγνωρίσεις αφού πολλές φορές ήσουν παρών στις φωνές τους. Είπε, λοιπόν, ότι «κάποιος άνθρωπος τόλμησε να ονομάσει κενόδοξο τον Πρωτέα, αχ, γη και ήλιε και ποταμοί και θάλασσα και πατρώε Ηρακλή! Τον Πρωτέα, που – όντας στην Συρία – ρίχτηκε στο δεσμωτήριο, που δώρισε στην πατρίδα του πέντε χιλιάδες τάλαντα, που εξορίστηκε απ’ την πόλη των Ρωμαίων, τον πιό περίλαμπρο και από τον Ήλιο, που μπορούσε ν’ ανταγωνιστεί και τον ίδιο τον Ολύμπιο Δία! Αποδίδουν, λοιπόν, σε κενοδοξία το γεγονός ότι αποφάσισε να φύγει απ’ την ζωή μέσω τής φωτιάς. Μήπως και ο Ηρακλής δεν έκανε το ίδιο; Μήπως και ο Ασκληπιός και ο Διόνυσος δεν κεραυνοβολήθηκαν; Μήπως – τώρα τελευταία – και ο Εμπεδοκλής δεν ρίχτηκε στον κρατήρα τού ηφαιστείου;». 1 Κρόνιος: πρόκειται μάλλον γιά κάποιον επικούρειο φιλόσοφο, άγνωστο από άλλη πηγή. 2 Κυνικός φιλόσοφος τού β΄ μ.Χ. αιώνα. Απεβίωσε στα 165 μ.Χ. 3 Πρωτεύς: θαλάσσια θεότητα με προφητικό χάρισμα, που είχε την ιδιότητα ν’ αλλάζει εύκολα πολλές μορφές. 4 Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος: φυσικός φιλόσοφος που έζησε μεταξύ τού 494 και τού 434 π.Χ. Λέγεται ότι αυτοκτόνησε πέφτοντας στον κρατήρα ενός ηφαιστείου.

(6)

Αφού ο Θεαγένης είπε αυτά – γιατί έτσι ονομαζόταν εκείνος που ξεφώνιζε – ρώτησα έναν από τους παρευρισκόμενους τι εννοούσε με όσα έλεγε γιά την φωτιά, και ποιά σχέση είχαν με τον Πρωτέα ο Ηρακλής και ο Εμπεδοκλής. Αυτός μού αποκρίθηκε ότι μετά από λίγες μέρες, στην Ολυμπία, ο Πρωτεύς θα κάψει τον εαυτό του στην φωτιά. «Πώς;», είπα εγώ. «Γιά ποιόν λόγο;». Αυτός προσπάθησε να μού μιλήσει, αλλά ο Κυνικός φώναζε τόσο δυνατά, ώστε ήταν αδύνατο ν’ ακούσω τον άλλον. Συνέχισα, λοιπόν, ν’ ακούω τον Κυνικό να συσσωρεύει μεγαλοστομίες και θαυμαστές υπερβολές σχετικά με τον Πρωτέα, αφού δεν καταδεχόταν να τον συγκρίνει ούτε με τον Σινωπέα5, ούτε με τον δάσκαλό του τον Αντισθένη6, ούτε με τον ίδιο τον Σωκράτη, ενώ καλούσε μόνον τον Δία γιά να τον συναγωνιστεί. Τελικά αποφάσισε ν’ αναγνωρίσει κάποια ισότητα ανάμεσα στον Πρωτέα και τον Δία, κ’ έτσι περάτωσε τον λόγο του. «Δύο τέλεια δημιουργήματα είδε ο κόσμος μας», είπε, «τον Ολύμπιο Δία7 και τον Πρωτέα. Κατασκευαστής και τεχνίτης τού πρώτου ήταν ο Φειδίας, ενώ τού δεύτερου η Φύση. Τώρα, όμως, αυτό το άγαλμα8 θα φύγει από τους ανθρώπους προς τους Θεούς, μεταφερόμενο επάνω στην φωτιά, αφήνοντάς μας ορφανούς». Μιλούσε με τόση σφοδρότητα, που ίδρωνε πολύ και δάκρυζε με πολύ γελοίο τρόπο και μαδούσε τις τρίχες τού κεφαλιού του προσέχοντας – ωστόσο – να μην τις τραβά δυνατά. Τελικά, ενώ έκλαιγε, μερικοί από τους Κυνικούς τον απομάκρυναν γιά να τον παρηγορήσουν. Αμέσως μετά απ’ αυτόν, ένας άλλος ανέβηκε στο βήμα πριν να διαλυθεί το πλήθος, αφού στην βράση κολλάει το σίδερο. Αρχικά γελούσε γιά πολύ και φαινόταν ότι γελούσε με πραγματική όρεξη. Έπειτα άρχισε να λέει: «Αφού ο καταραμένος Θεαγένης τελείωσε τον μιαρό του λόγο με τα δάκρυα τού Ηράκλειτου, εγώ – αντίθετα – θα ξεκινήσω με το γέλιο τού Δημόκριτου». Πάλι, λοιπόν, γελούσε γιά πολύ κ’ έτσι έκανε και τους περισσότερους από εμάς να τον μιμηθούμε. Έπειτα σοβαρεύτηκε και είπε: «Τι άλλο πρέπει να κάνει κάποιος όταν ακούει λόγια τόσο γελοία και όταν βλέπει γέρους ανθρώπους που είναι έτοιμοι να κάνουν τούμπες ανάμεσά σας γιά χάρη μιάς κατάπτυστης δόξας; Γιά να μάθετε τι είναι το άγαλμα9 που θα πυρποληθεί, ακούστε εμένα, που από την αρχή παρακολούθησα τον χαρακτήρα και κατανόησα τον βίο του, ενώ πήρα και κάποιες πληροφορίες από τους συμπολίτες του, οι οποίοι αναγκαστικά τον γνώριζαν καλά. Αυτό, λοιπόν, το πλάσμα και κατασκεύασμα τής Φύσης, ο Κανόνας10 τού Πολύκλειτου, ενώ μόλις έμπαινε στην ανδρική ηλικία, συνελήφθη να μοιχεύει στην Αρμενία, όπου τον έδειραν πάρα πολύ και τελικά κατάφερε να ξεφύγει από την στέγη έχοντας ένα ραπανάκι βυθισμένο στον πισινό του11. Μετά διέφθειρε έναν όμορφο νεαρό και με τρεις χιλιάδες δραχμές 5 Διογένης ο Σινωπεύς: ο κυριότερος εκπρόσωπος τής κυνικής φιλοσοφίας. Γεννήθηκε στα 400 και απεβίωσε στα 325 π.Χ. 6 Αντισθένης ο Αθηναίος: σοφιστής και ρήτορας, σωκρατικός φιλόσοφος και εμπνευστής των κυνικών φιλοσόφων. Γεννήθηκε στα 455 και απεβίωσε στα 360 π.Χ. 7 Πρόκειται γιά το περίφημο άγαλμα που κατασκεύασε ο διάσημος γλύπτης Φειδίας. 8 Στο σημείο αυτό, η λέξη «άγαλμα» χρησιμοποιείται επαινετικά. 9 Εδώ, η λέξη «άγαλμα» χρησιμοποιείται ειρωνικά. 10 «Κανών» είχε ονομαστεί λόγω των τέλειων αναλογιών του το άγαλμα τού θεού Ερμή, που είχε κατασκευάσει ο περίφημος γλύπτης Πολύκλειτος. 11 Με αυτόν τον επώδυνο τρόπο τιμωρούνταν οι μοιχοί κατά την αρχαία εποχή. Η τιμωρία ονομαζόταν «ραφανίδωσις», δηλαδή ρεπάνισμα.

(7)

εξαγόρασε τους γονείς τού παιδιού, που ήταν φτωχοί, ώστε να μην τον καταγγείλουν στον αρμοστή τής Ασίας. Τέτοια και παρόμοια θα μπορούσα ν’ αναφέρω και άλλα, αλλά τα παραλείπω γιατί ακόμη το άγαλμά μας ήταν άπλαστος πηλός12 και δεν είχε τέλεια κατασκευή. Την διαγωγή του, όμως, προς τον πατέρα του αξίζει να την ακούσετε, αν και όλοι γνωρίζετε και θα έχετε ακούσει πώς έπνιξε τον γέροντα, μη υποφέροντας να τον βλέπει να ζει αφού ήδη είχε περάσει το εξηκοστό έτος του. Μετά, επειδή το γεγονός έγινε γνωστό, καταδίκασε τον εαυτό του σε εξορία και περιπλανιόταν από χώρα σε χώρα. Τότε ακριβώς διδάχτηκε και την θαυμαστή σοφία των χριστιανών, των οποίων τους ιερείς και τους δασκάλους γνώρισε στην Παλαιστίνη13. Και λοιπόν; Μέσα σε λίγο χρόνο τούς ξεπέρασε κ’ έγινε προφήτης και ηγέτης και πρόεδρος των συναθροίσεών τους, συγκεντρώνοντας τα πάντα στα χέρια του. Όχι μόνον, λοιπόν, εξηγούσε και αποσαφήνιζε τα ιερά βιβλία τους, αλλά έγραφε και πολλά και οι χριστιανοί τον νόμιζαν γιά Θεό και τον μεταχειρίζονταν ως νομοθέτη και τον αναγνώριζαν ως άρχοντα. Αυτοί, λοιπόν, ακόμη λατρεύουν τον μεγάλο εκείνον άνθρωπο14 που σταυρώθηκε στην Παλαιστίνη επειδή εισήγαγε αυτή την νέα θρησκεία στον κόσμο μας. Τότε, λοιπόν, συνελήφθη ο Πρωτεύς – εξαιτίας αυτού – και ρίχτηκε στο δεσμωτήριο, κάτι που τού προσέδωσε μεγάλο κύρος γιά τον μελλοντικό βίο του και τού χρησίμεψε στην αγυρτεία και στην δοξομανία, με τις οποίες ήταν ερωτευμένος. Αφού ρίχτηκε στην φυλακή, οι χριστιανοί θεώρησαν το γεγονός ως συμφορά και κίνησαν τα πάντα και κατέβαλαν κάθε προσπάθεια γιά να τον αρπάξουν, αλλά – μιά και αυτό ήταν αδύνατο – τον περιποιούνταν με κάθε τρόπο, μ’ εξαίρετο ενδιαφέρον. Συνήθως έβλεπες από το πρωί γριούλες, χήρες και ορφανά παιδιά να περιμένουν μπροστά στο δεσμωτήριο, ενώ οι πρόκριτοι των χριστιανών δωροδοκούσαν τους δεσμοφύλακες κ’ έπαιρναν άδεια να μπαίνουν μέσα και να κοιμούνται μαζί του και τού πήγαιναν κάθε είδους φαγητό κ’ έλεγαν προσευχές και ο υπέροχος Περεγρίνος – έτσι λεγόταν ακόμη – ονομαζόταν νέος Σωκράτης15 απ’ τους ίδιους. Έρχονταν, όμως, αντιπρόσωποι των χριστιανών και από πόλεις τής Ασίας, γιά να φέρουν εράνους και βοηθήματα, γιά να συνηγορήσουν προς χάρη τού φυλακισμένου και γιά να τον παρηγορήσουν. Αξιοθαύμαστη είναι η προθυμία που δείχνουν όταν κάποιος απ’ τους ομόθρησκούς τους πάθει κάτι παρόμοιο, οπότε δεν διστάζουν να προβούν σε κάθε είδους θυσία. Και ο Περεγρίνος, λοιπόν, τους πήρε πολλά χρήματα, χρησιμοποιώντας ως πρόφαση την φυλάκισή του, και απόκτησε σημαντικές προσόδους, γιατί εκείνοι οι κακότυχοι πιστεύουν ότι θα μείνουν αθάνατοι και ότι θα ζήσουν παντοτινά, οπότε περιφρονούν τον θάνατο και πολλές φορές εκούσια παραδίνονται σ’ αυτόν. Ύστερα πάλι, ο πρώτος νομοθέτης τους16 τούς έπεισε ότι όλοι είναι αδελφοί μεταξύ τους εάν παραβούν την θρησκεία τους και 12 Βρισκόταν, δηλαδή, σε σχετικά νεαρή ηλικία. 13 Οι περισσότεροι φιλόλογοι κρίνουν ότι οι γραπτές αναφορές τού Λουκιανού στους χριστιανούς εκείνης τής εποχής έχουν υποστεί μεταβολές από τους αντιγραφείς των έργων του, επειδή θεωρήθηκαν βλάσφημες ή προσβλητικές γιά την χριστιανική πίστη. Γι’ αυτόν τον λόγο, το συγκεκριμένο κείμενο παρουσιάζει σημεία με προβληματικό νόημα. 14 Τον Χριστό. 15 Οι πρώτοι χριστιανοί συνήθιζαν ν’ αποκαλούν «προ Χριστού χριστιανό» τον φιλόσοφο Σωκράτη (βλέπε στο Παράρτημα Α΄). 16 Ο Χριστός ή ο Παύλος.

(8)

απαρνηθούν τους ελληνικούς Θεούς και προσκυνήσουν εκείνον τον σταυρωμένο σοφιστή τους και ζήσουν σύμφωνα με τους νόμους του. Αφού, όμως, τα πίστεψαν όλα τούτα χωρίς να τα καλοεξετάσουν, περιφρονούν εξίσου τα πάντα και τα θεωρούν κοινά. Εάν, λοιπόν, παρουσιαστεί ανάμεσά τους κάποιος απατεώνας κ’ επιτήδειος άνθρωπος, ικανός να τους εκμεταλλευτεί, μπορεί – μέσα σε λίγο χρόνο – να γίνει πολύ πλούσιος εξαπατώντας αυτούς τους απλοϊκούς ανθρώπους. Ο Περεγρίνος, όμως, αφέθηκε ελεύθερος από τον τότε άρχοντα τής Συρίας, ο οποίος τιμούσε την φιλοσοφία και κατάλαβε ότι εκείνος ο άνθρωπος είχε τόση τρέλα, ώστε θα μπορούσε να δεχτεί και τον θάνατο προκειμένου να δοξαστεί. Τον θεώρησε, λοιπόν, ανάξιο τιμωρίας και τον απελευθέρωσε. Τότε ο Περεγρίνος επέστρεψε στην πατρίδα του17, βρήκε τους συμπολίτες του ακόμη εκνευρισμένους με τον φόνο τού πατέρα του, ενώ πολλοί ήταν διατεθειμένοι ν’ ανακινήσουν την εναντίον του κατηγορία. Επίσης, κατά την απουσία του, είχαν διαρπαγεί τα περισσότερα από τα κτήματά του και είχαν απομείνει μόνον τ’ αγροκτήματα, που άξιζαν περίπου δεκαπέντε τάλαντα, διότι όλη η περιουσία, που τού άφησε ο γέροντας, θ’ άξιζε μέχρι τριάντα τάλαντα, και όχι πέντε χιλιάδες, όπως έλεγε εκείνος ο γελοιοδέστατος Θεαγένης. Τέτοιο ποσό, όμως, δεν θα συγκεντρωνόταν από μιά πώληση, ακόμη και αν πουλιόταν όλη η πόλη των Παριανών μαζί με πέντε γειτονικές, τους ανθρώπους, τα βοσκήματα και όλο το περιεχόμενό τους. Ωστόσο, η κατηγορία και το έγκλημα ήταν ακόμη ζεστά και – προφανώς – δεν θα ξέφευγε γιά πολύ από την μήνυση. Μάλιστα ο ίδιος ο λαός αγανακτούσε πενθώντας έναν τόσο αγαθό – όπως έλεγαν όσοι τον γνώριζαν – γέροντα, που χάθηκε μ’ αυτόν τον ασεβή τρόπο. Ορίστε, λοιπόν, τι επινόησε εκείνος ο σοφός Πρωτεύς γιά ν’ αντιμετωπίσει όλα τούτα και να πώς ξέφυγε από τον κίνδυνο: εμφανίστηκε στην εκκλησία τού δήμου των Παριανών – ήδη είχε αφήσει μακριά μαλλιά, φορούσε βρόμικο μανδύα, είχε κρεμάσει σακκούλι στον ώμο του, κρατούσε ραβδί και, γενικά, είχε προετοιμάσει θεατρικά την εμφάνισή του – εμφανίστηκε με τέτοιον τρόπο18 στους συμπολίτες του και δήλωσε ότι παραχωρεί την περιουσία του, εκείνη που τού άφησε ο μακαρίτης ο πατέρας του, ώστε να γίνει δημόσια. Αφού το άκουσε αυτό ο λαός, ο οποίος αποτελούνταν από φτωχούς ανθρώπους που χάσκουν γιά βοηθήματα, άρχισε αμέσως να φωνάζει ότι ο Πρωτεύς είναι ένας φιλόσοφος, ένας φιλόπατρις, και τον ανακήρυττε οπαδό τού Διογένη19 και τού Κράτητα20. Το στόμα των εχθρών του φιμώθηκε. Εάν κάποιος επιχειρούσε ν’ αναφέρει τον φόνο, θα λιθοβολούνταν αμέσως. Μετά απ’ αυτά, ξανάρχισε τον περιπλανόμενο βίο έχοντας ως επαρκή στηρίγματά του τους χριστιανούς, οι οποίοι τον ακολουθούσαν και με αφθονία τού παρείχαν όλα όσα χρειαζόταν. Γιά κάποιο χρονικό διάστημα έτσι τρεφόταν, αλλά μετά έκανε και σ’ αυτούς μιά παρανομία – νομίζω ότι τον είδαν να τρώει κάτι από εκείνα που θεωρούν απαγορευμένα – κ’ επειδή σταμάτησαν πλέον να τον βοηθούν, έπεσε στην φτώχια και θεώρησε ότι έπρεπε ν’ απαιτήσει από την πόλη να του αποδοθούν τα κτήματά του, οπότε έστειλε αίτηση στον αυτοκράτορα και του ζητούσε να διατάξει την απόδοσή τους. Επειδή, όμως, η πόλη έκανε ενέργειες προς τον αυτοκράτορα, μέσω των πρεσβευτών της, το αίτημα τού Περεγρίνου έμεινε χωρίς 17 Πατρίδα τού Περεγρίνου ήταν η πόλη Πάριον. Βρισκόταν στον Ελλήσποντο, κοντά στην Λάμψακο. 18 Έχοντας όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά ενός περιπλανόμενου φιλοσόφου. 19 Πρόκειται πάλι γιά τον Διογένη τον Σινωπέα. 20 Κράτης: κυνικός φιλόσοφος από την Θήβα, που έζησε κατά τον δ΄ με γ΄ π.Χ. αιώνα.

(9)

αποτέλεσμα και ο αυτοκράτορας διέταξε να μείνουν τα κτήματα στην πόλη, αφού ο Περεγρίνος τής τα δώρισε χωρίς κανείς να τον καταναγκάσει. Τότε αναχώρησε γιά τρίτο ταξίδι και πήγε στην Αίγυπτο, κοντά στον Αγαθόβουλο, κ’ εκεί ασχολήθηκε με την θαυμαστή άσκηση. Ξύριζε το μισό κεφάλι του, άλειφε με πηλό το πρόσωπό του και όρθωνε το πέος του μπροστά σ’ ένα πλήθος παρισταμένων. Αυτή η επίδειξη ήταν μία από εκείνες που οι Κυνικοί ονομάζουν αδιάφορες. Μετά χτυπούσε και χτυπιόταν στον πισινό του μ’ έναν νάρθηκα21 κ’ επιδείκνυε πολλά τέτοια ασκητικά θαύματα. Έτσι προετοιμασμένος έπλευσε από εκεί προς την Ιταλία, και μόλις αποβιβάστηκε απ’ το πλοίο άρχισε να τους βρίζει όλους, ακόμη και τον αυτοκράτορα, επειδή γνώριζε ότι ήταν πολύ πράος και πολύ ήρεμος, οπότε το τόλμημά του ήταν ασφαλές. Ο αυτοκράτορας, όπως ήταν αναμενόμενο, λίγο θιγόταν από τις βλασφημίες του και δεν θεωρούσε ότι έπρεπε να τιμωρήσει γιά τους λόγους του έναν άνθρωπο που παρουσιαζόταν ως φιλόσοφος και που είχε ως έργο του τις βρισιές. Με τούτα και μ’ εκείνα μεγάλωνε η δόξα τού Περεγρίνου. Μάλιστα, μεταξύ των απλοϊκών ανθρώπων θαυμαζόταν γιά την τρέλα του, μέχρι που ο αστυνόμος τής πόλης – ένας σοφός άνθρωπος – τον έδιωξε, επειδή είχε ξεπεράσει τα όρια τής ανοχής, και τού είπε ότι η πόλη δεν χρειαζόταν έναν τέτοιον φιλόσοφο. Και αυτό, ωστόσο, συνέβαλε στην αύξηση τής φήμης του, και όλα τα στόματα μιλούσαν γιά τον φιλόσοφο που εξορίστηκε εξαιτίας τού θάρρους και τής ελευθεροστομίας του, ενώ τον συνέκριναν – ως προς αυτά – με τον Μουσώνιο22, τον Δίωνα23, τον Επίκτητο24 και όλους όσους υπέστησαν παρόμοια εκδίωξη εξαιτίας τής παρρησίας τους. Έτσι, λοιπόν, επέστρεψε στην Ελλάδα. Άλλοτε έβριζε τού Ηλείους, άλλοτε παρακινούσε τους Έλληνες να ξεσηκωθούν εναντίον των Ρωμαίων και άλλοτε κατηγορούσε έναν ξεχωριστό γιά την παιδεία και τ’ αξιώματά του άνθρωπο25 – που έκανε πολλές ευεργεσίες στην Ελλάδα και που διοχέτευσε νερό στην Ολυμπία κ’ έπαψαν να χάνονται από την δίψα οι πανηγυριστές – ότι έκανε γυναικωτούς τούς Έλληνες, γιατί θα έπρεπε ν’ άφηνε τους θεατές των Ολυμπιακών αγώνων να υποφέρουν από την δίψα και μάλιστα πολλοί απ’ αυτούς να πεθαίνουν, μα τον Δία, από βαριές αρρώστιες, οι οποίες εμφανίζονταν πολυάριθμες λόγω τής ξηρότητας τού τόπου. Ενώ, όμως, τα έλεγε αυτά, έπινε από εκείνο το νερό. Επειδή, λοιπόν, όρμησαν όλοι εναντίον του – ενώ τα έλεγε – και παρά λίγο θα τον λιθοβολούσαν, πρόλαβε και κατέφυγε στον ναό τού Δία. Έτσι απέφυγε τότε τον θάνατο. Στην επόμενη Ολυμπιάδα, εκφώνησε προς τους Έλληνες έναν λόγο, τον οποίον είχε συνθέσει στα προηγούμενα τέσσερα χρόνια, κ’ επαίνεσε εκείνον που είχε φέρει νερό στην Ολυμπία, ενώ παράλληλα απολογούνταν γιά την τότε φυγή του. 21 Πρόκειται γιά ένα είδος καλαμιού, το οποίο φυτρώνει στην Αίγυπτο, στις όχθες τού ποταμού Νείλου. 22 Γάιος Μουσώνιος Ρούφος: φημισμένος στωικός φιλόσοφος, διδάσκαλος τού Επίκτητου. Εξορίστηκε στην Γυάρο από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Νέρωνα. 23 Δίων Χρυσόστομος: ρήτορας και φιλόσοφος, εκπρόσωπος τής λεγόμενης «δεύτερης σοφιστικής», ο οποίος έζησε στα τέλη τού α΄ και στις αρχές τού β΄ μ.Χ. αιώνα. 24 Επίκτητος ο Ιεραπολίτης: διάσημος στωικός φιλόσοφος. Γεννήθηκε στα 50 μ.Χ., στην Ιεράπολη τής Φρυγίας και πέθανε στα 130 μ.Χ., στην Νικόπολη τής Ηπείρου. Δίδαξε στην Ρώμη, από την οποία εκδιώχθηκε – μαζί με πολλούς άλλους φιλοσόφους – από τον αυτοκράτορα Δομιτιανό, στα 94 μ.Χ. (βλέπε στο Παράρτημα Β΄). 25 Ίσως πρόκειται γιά τον Ηρώδη τον Αττικό (101-177 μ.Χ.).

(10)

Τώρα, όμως, ήταν παραμελημένος απ’ όλους και δεν ήταν πιά περίβλεπτος, όπως τότε, γιατί όλες οι επιδείξεις του ήταν γνωστές από παλιά και δεν μπορούσε να επινοήσει τίποτε καινούργιο γιά να καταπλήξει και να ξαναπροκαλέσει την κοινή προσοχή και τον θαυμασμό, με τα οποία εξαρχής ήταν πολύ ερωτευμένος. Γι’ αυτόν τον λόγο αποφάσισε αυτό το τελευταίο τόλμημά του, τής φωτιάς, και διέδωσε μεταξύ των Ελλήνων – από την προηγούμενη Ολυμπιάδα – ότι θα καιγόταν κατά την επόμενη. Τώρα, λοιπόν, όπως λένε, κάνει θαυματουργική πράξη εκείνη την προαναγγελία του και σκάβει λάκκο, μαζεύει ξύλα και υπόσχεται ότι θα δείξει ξεχωριστή καρτερία. Ωστόσο, νομίζω ότι θα ήταν καρτερικότερο να περιμένει τον θάνατο και να μην δραπετεύσει απ’ την ζωή, αλλά – εάν όντως αποφάσισε να πεθάνει – θα έπρεπε να φύγει απ’ την ζωή όχι μέσω τής φωτιάς και με τέτοιον θεατρικό τρόπο, αλλά να διαλέξει, γιά να φύγει, έναν άλλον από τους μύριους τρόπους θανάτου. Εάν, όμως, προτιμά την φωτιά γιά να μιμηθεί τον Ηρακλή, γιατί δεν πηγαίνει να καεί αθόρυβα, επάνω σε δασωμένο βουνό, μόνος του, παίρνοντας μαζί του έναν άνθρωπο, γιά παράδειγμα τον Θεαγένη, σαν Φιλοκτήτη26; Αντί γι’ αυτό, όμως, διάλεξε την Ολυμπία, στο αποκορύφωμα τού πανηγυριού της, και θα ψηθεί σχεδόν επί σκηνής, αν και τού αξίζει να το πάθει – μα τον Ηρακλή! – γιατί αυτή είναι η ποινή που ταιριάζει στα έργα πατροκτόνων και αθέων. Σ’ αυτήν την περίπτωση, όμως, έχει αργήσει πολύ, γιατί προ πολλού θα έπρεπε να είχε ριχτεί στον ταύρο τού Φαλάριδα27 κ’ επάξια να τιμωρηθεί, και όχι να πεθάνει στην φλόγα αφού ανοίξει το στόμα του, γιατί – όπως άκουσα από πολλούς – δεν υπάρχει θάνατος γρηγορότερος από εκείνον τής φωτιάς, αφού αρκεί ν’ ανοίξει το στόμα του αυτός που καίγεται28, και πεθαίνει αμέσως. Ίσως το θέαμα να φαντάζει επιβλητικό: ένας άνθρωπος που καίγεται σε ιερό τόπο, εκεί όπου δεν επιτρέπεται να θάβονται ούτε καν όσοι πεθαίνουν από φυσικό θάνατο. Νομίζω ότι γνωρίζετε την ιστορία εκείνου που κάποτε θέλησε να γίνει ένδοξος και – μη μπορώντας να το πετύχει με άλλον τρόπο – πυρπόλησε τον ναό τής Εφέσιας Αρτέμιδας. Κάτι παραπλήσιο σκέφτηκε τώρα και τούτος. Τόσο πολύ τον λειώνει ο έρωτάς του γιά την δόξα! Υποστηρίζει, ωστόσο, ότι το κάνει γιά χάρη των ανθρώπων, γιά να τους διδάξει να περιφρονούν τον θάνατο και να είναι καρτερικοί στα δεινοπαθήματα, αλλά εγώ θέλω να ρωτήσω όχι εκείνον, αλλά εσάς, αν θα θέλατε και οι κακούργοι να διδαχτούν αυτή την καρτερία απ’ τον ίδιο, να περιφρονούν τον θάνατο, την φωτιά και άλλα τέτοια βασανιστήρια. Ωστόσο, είμαι βέβαιος ότι δεν θα το θέλατε. Πώς, λοιπόν, ο Πρωτεύς θα μπορέσει να κάνει αυτή την διάκριση έτσι, ώστε να ωφελήσει τους καλούς ανθρώπους με το παράδειγμά του, και να μην κάνει τους κακούς πιό επιρρεπείς προς τους κινδύνους και πιό τολμηρούς; Παρ’ όλ’ αυτά, ας υποθέσουμε ότι θεατές του θα είναι μόνον εκείνοι, στους οποίους θα ήταν ωφέλιμο το παράδειγμά του. Και πάλι, όμως, θα σας ρωτήσω: θα δεχόσασταν τα παιδιά σας να ζηλέψουν ένα τέτοιο παράδειγμα; «Όχι βέβαια», θα μου πείτε. Γιατί, όμως, κάνω μιά τέτοια ερώτηση, αφού ούτε κάποιος από τους 26 Πιστός φίλος και σύντροφος τού ημίθεου Ηρακλή. Ήταν παρών στις τελευταίες στιγμές τού ήρωα. 27 Φάλαρις: τύραννος τού Ακράγαντα. Θανάτωνε τους εγκληματίες και τους πολιτικούς αντιπάλους του κλείνοντάς τους μέσα σ’ έναν χάλκινο ταύρο, τον οποίον τοποθετούσε επάνω σε αναμμένη πυρά. Η παράδοση λέει ότι ένα ειδικό σύστημα σωληνώσεων μετέτρεπε τις κραυγές των θυμάτων του σε μυκηθμούς. Με αυτόν τον τρόπο εκτελέστηκε και ο ίδιος από τους αντιπάλους του. 28 Οπότε λιποθυμά από τις αναθυμιάσεις.

(11)

μαθητές του θα τον μιμούνταν; Μπορεί, μάλιστα, κάποιος να κατακρίνει αυτόν εδώ τον Θεαγένη γιατί, ενώ σ’ όλα τ’ άλλα μιμείται με ζήλο τον δάσκαλό του, δεν τον ακολουθεί και δεν τον συνοδεύει καθώς πηγαίνει – όπως λέει – προς τον Ηρακλή, και δεν ρίχνεται με το κεφάλι στην φωτιά ώστε να γίνει πανευτυχής μέσα σε λίγο χρόνο. Δεν είναι αρκετό να τον μιμείται στο σακκούλι, στο ραβδί και στον βρόμικο μανδύα. Αυτά είναι εύκολα, ακίνδυνα και εφικτά γιά όλους. Βασικός σκοπός είναι να τον μιμηθεί στα σημαντικά και – αφού ανάψει φωτιά με κλαδιά συκιάς, όσο το δυνατόν πιό χλωρά – να πέσει σ’ αυτήν και να πνιγεί απ’ τον καπνό, γιατί αυτός ο θάνατος δεν είναι μόνον τού Ηρακλή και τού Ασκληπιού, αλλά και των ιερόσυλων και των ανθρωποκτόνων, που συχνά τους βλέπουμε να καταδικάζονται σε τέτοιο θάνατο, ενώ ο θάνατος μέσω τού καπνού είναι και προτιμότερος, επειδή ιδιαιτέρως ταιριάζει σ’ εσάς τους Κυνικούς. Πέρ’ απ’ αυτό, όμως, ο Ηρακλής – εάν αληθεύει ότι πέθανε με τέτοιον τρόπο – το έκανε επειδή υπέφερε από αρρώστια κ’ επειδή τον κατέτρωγε το αίμα τού Κενταύρου29, όπως λέει η τραγωδία. Ο Πρωτεύς, όμως, γιά ποιόν λόγο πέφτει στην φωτιά; Ίσως, μα τον Δία, γιά να δώσει ένα παράδειγμα καρτερικότητας, όπως οι Βραχμάνες, αφού μ’ αυτούς τον παρομοίασε ο Θεαγένης, σαν να είναι αδύνατον να υπάρχουν ανόητοι και ματαιόδοξοι άνθρωποι μεταξύ των Ινδών! Δεν μιμείται, ωστόσο, ούτε εκείνους. Εκείνοι δεν πέφτουν στην φωτιά, όπως λέει ο Ονησίκριτος, ο ναύαρχος τού Αλεξάνδρου, που είδε τον Κάλανο30 να καίγεται, αλλά, αφού ετοιμάσουν την πυρά, παραμένουν ακίνητοι κοντά της και γιά κάποιο χρονικό διάστημα ψήνονται γύρω-γύρω, κ’ έπειτα ανεβαίνουν στην φωτιά, ξαπλώνονται με την ίδια αταραξία και καίγονται χωρίς να κινηθούν καθόλου από την θέση τους. Αυτός, όμως, τι τόσο μεγάλο θα καταφέρει με το να πέσει στην φωτιά και αμέσως να πεθάνει αρπαγμένος απ’ τις φλόγες; Ίσως, λοιπόν, να ελπίζει ν’ αναπηδήσει και να ξεφύγει μισοκαμένος, εκτός εάν η πυρά γίνει βαθιά – όπως λένε – και μέσα σε λάκκο. Υπάρχουν, ωστόσο, κ’ εκείνοι που λένε ότι μεταμελήθηκε και διηγείται ότι ο Δίας τού εμφανίστηκε σε όνειρο και τού απαγόρεψε να μολύνει τον ιερό χώρο. Εγώ, όμως, θα ορκιζόμουν ότι κανένας Θεός δεν θα στενοχωρηθεί εάν ο Περεγρίνος πεθάνει με κακό θάνατο. Παρ’ όλ’ αυτά, ακόμη και αν ο ίδιος το θέλει, δεν τού είναι πιά εύκολο να κάνει πίσω, γιατί οι Κυνικοί μαθητές του τον παρακινούν, τον εξωθούν προς την φωτιά, τον ενθαρρύνουν και δεν του επιτρέπουν να δειλιάσει. Αν, επίσης, παρασύρει μαζί του, στην φωτιά, και δύο απ’ αυτούς, αυτό θα είναι η μόνη καλή και ωραία πράξη του. Άκουσα ότι δεν θέλει πιά να λέγεται ούτε Πρωτεύς, αλλά μετονομάστηκε σε Φοίνικα, γιατί λέγεται ότι το ινδικό πτηνό, που ονομάζεται Φοίνικας, ανεβαίνει στην φωτιά και καίγεται όταν φτάσει σε βαθιά γεράματα. Πέρ’ απ’ αυτά, διαδίδει και διάφορες φήμες, αναφέροντας κάποιους παλιούς χρησμούς, σύμφωνα με τους οποίους πρέπει να γίνει δαίμονας νυχτοφύλακας31. Επίσης, είναι προφανές ότι θέλει να τού χτίσουν βωμούς κ’ ελπίζει να τού στήσουν χρυσό ανδριάντα32, και δεν είναι παράξενο – μα τον Δία – να βρεθούν κάποιοι, μεταξύ των πολλών ανόητων, που θα βεβαιώσουν ότι τους θεράπευσε από τεταρταίους πυρετούς και ότι τον συνάντησαν μέσα στην νύχτα, σαν δαίμονα νυχτοφύλακα, ενώ δεν αμφιβάλλω ότι αυτοί οι καταραμένοι μαθητές του σχεδιάζουν να ιδρύσουν μαντείο και άδυτο στον τόπο τής 29 Το οποίο – κατά την Μυθολογία – ήταν δηλητηριώδες. 30 Κάλανος: Ινδός ασκητής και φιλόσοφος. 31 Θεότητα τής νύχτας. 32 Οι Παριανοί όντως έστησαν αγάλματα στον Περεγρίνο, τα οποία – όπως ισχυρίζονταν οι πιστοί του – χρησμοδοτούσαν και προέλεγαν το μέλλον.

(12)

φωτιάς, αφού και ο Πρωτεύς, ο γιός τού Δία, ο κατά το όνομα προπάτορας τού τωρινού, προέλεγε το μέλλον. Προβλέπω, επίσης, ότι σύντομα θα έχουμε και ιερείς αυτού τού νέου ναού, που θ’ αυτομαστιγώνονται, θα καυτηριάζονται και θα κάνουν και άλλες τέτοιες τερατουργίες σε ανάμνηση αυτού. Ίσως, πάλι, να καθιερώσουν – μα τον Δία – και κάποια νυχτερινή τελετή και λαμπαδηφορία σε ανάμνηση τής πυράς του! Πρόσφατα ο Θεαγένης, καθώς μού ανέφερε κάποιος φίλος μου, έλεγε ότι αυτά τα προφήτεψε και η Σίβυλλα33. Ο ίδιος απομνημόνευσε τα λόγια της: «Όταν, όμως, ο Πρωτεύς, ο καλύτερος απ’ όλους τους Κυνικούς, ανάψει φωτιά εμπρός από τον ναό τού βαρύγδουπου Δία και πηδήξει στην φλόγα κ’ έρθει στον ψηλό Όλυμπο, τότε όλους εσάς, που τρώτε τον καρπό τής γης, σας συμβουλεύω να τον τιμάτε ως φύλακα τής νύχτας και μέγιστο ήρωα, σύνθρονο τού Ηφαίστου και τού άρχοντα Ηρακλή». Αυτά, λοιπόν, τ’ άκουσε ο Θεαγένης – όπως λέει – από την Σίβυλλα. Εγώ, πάλι, θ’ αναφέρω έναν σχετικό χρησμό τού Βάκιδα. Πολύ σωστά ο Βάκις προείπε τ’ ακόλουθα: «Όταν, όμως, ένας πολυώνυμος Κυνικός πηδήξει μέσα σε μεγάλη φλόγα, παρακινούμενος από την μανία του γιά δόξα, πρέπει τ’ άλλα τ’ αλεπουδόσκυλλα34, που τον ακολουθούν, να μιμηθούν τον θάνατο τού λύκου35 που φεύγει, κ’ εάν κάποιος – όντας δειλός – αποφύγει την μανία τού Ηφαίστου, πρέπει όλοι οι Αχαιοί να τον λιθοβολήσουν, γιά να μην μείνει ψυχρός κ’ επιχειρήσει να βγάλει λόγους φλογερούς και γεμίσει το σακκούλι του με χρυσάφι, προϊόν τοκογλυφίας, στην όμορφη Πάτρα36, όπου κατέχει δεκαπέντε τάλαντα». Τι σκέφτεστε, λοιπόν; Μήπως ο Βάκις σάς φαίνεται χειρότερος χρησμολόγος από την Σίβυλλα; Καιρός, λοιπόν, είναι αυτοί οι θαυμάσιοι μαθητές τού Πρωτέα να διαλέξουν το μέρος όπου θα «εξαερωθούν», αφού έτσι αποκαλούν την καύση». Αφού ο ρήτορας μίλησε έτσι, όλοι οι παρόντες φώναξαν: «να καούν τώρα αμέσως, αξίζει να καούν!». Τότε ο ομιλητής κατέβηκε γελώντας από το βήμα και ο «Νέστωρ Θεαγένης άκουσε τις φωνές37». Αφού, όμως, άκουσε την βοή, αμέσως έτρεξε, ανέβηκε στο βήμα και άρχισε να κραυγάζει και να λέει μύρια κακά γιά τον προηγούμενο ομιλητή. Δεν γνωρίζω, ωστόσο, το όνομα εκείνου τού υπέροχου ανθρώπου. Εγώ άφησα τον Θεαγένη να ξεφωνίζει και πήγα να δω τους αθλητές, γιατί έλεγαν ότι οι Ελλανοδίκες38 ήδη είχαν πάρει τις θέσεις τους. Αυτά, λοιπόν, συνέβησαν στην Ήλιδα. Όταν έφτασα στην Ολυμπία, ο οπισθόδομος39 ήταν γεμάτος απ’ όσους κατηγορούσαν τον Πρωτέα ή επαινούσαν την πρόθεσή του, ώστε πολλοί απ’ αυτούς πιάστηκαν στα χέρια, μέχρι που εμφανίστηκε ο ίδιος ο Πρωτεύς, συνοδευόμενος από πάρα πολύ λαό, μετά τον αγώνα των κηρύκων, μίλησε γιά τον εαυτό του και διηγήθηκε την ζωή του και τους κινδύνους που πέρασε και όσα υπέμεινε γιά χάρη τής φιλοσοφίας. Μίλησε πολύ, αλλά εγώ άκουσα λίγα επειδή δεν μπόρεσα να πλησιάσω 33 Σίβυλλα: κοινή ονομασία διαφόρων μαντισσών τής αρχαίας εποχής. 34 Υπονοούνται οι Κυνικοί φιλόσοφοι. 35 Υπονοείται ο Περεγρίνος. 36 Στο σημείο αυτό θα περιμέναμε ν’ αναφέρεται η πόλη Πάριον, όπου ο Περεγρίνος είχε την περιουσία του. 37 Παρωδία στίχου τής ομηρικής Ιλιάδας. 38 Ελλανοδίκες: οι κριτές-διαιτητές των Ολυμπιακών αγώνων. 39 Εννοείται ο οπισθόδομος τού ναού τού Ολύμπιου Δία.

(13)

λόγω τού πλήθους των συγκεντρωμένων. Έπειτα φοβήθηκα μήπως συντριβώ σε τόσο συνωστισμό – καθώς είδα άλλους να το παθαίνουν – και απομακρύνθηκα αποχαιρετώντας τον μελλοθάνατο σοφιστή που εκφωνούσε τον επιτάφιο λόγο του πριν από τον θάνατό του. Τον άκουσα να λέει μόνον αυτό: ότι ήθελε να τοποθετήσει χρυσή κορώνα στην χρυσή ζωή του, γιατί αυτός, που έζησε σαν τον Ηρακλή, έπρεπε και να πεθάνει σαν τον Ηρακλή, και ν’ αναμιχθεί με τον αιθέρα. «Θέλω, επίσης, να ωφελήσω τους ανθρώπους», είπε, «δείχνοντάς τους πώς πρέπει να περιφρονούν τον θάνατο, και νομίζω ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να μού χρησιμέψουν ως Φιλοκτήτες». Από τους ακροατές, οι πιό ανόητοι δάκρυζαν και φώναζαν: «Πρέπει να σωθείς γιά χάρη των Ελλήνων! Δεν θέλουμε να πεθάνεις!». Οι πιό αντρειωμένοι φώναζαν: «Εκτέλεσε την απόφασή σου!». Το τελευταίο τάραξε αρκετά τον γέροντα, που έλπιζε ότι όλοι θα ήταν με το μέρος του και δεν θα τον άφηναν να καεί, αλλά θα το ανάγκαζαν να ζήσει ακόμη και παρά την θέλησή του. Αυτή η κραυγή, όμως, «να εκτελέσει την απόφασή του», ήταν εντελώς απροσδόκητη και τον έκανε να κιτρινίσει ακόμη πιό πολύ, αν και ήδη είχε το χρώμα τού νεκρού και – μα τον Δία – έτρεμε και λίγο, ώστε σταμάτησε να μιλά. Όπως μπορείς να υποθέσεις, βέβαια, εγώ γελούσα, γιατί εκείνος ο άνθρωπος δεν μου φαινόταν άξιος γιά λύπηση, αφού με την ανόητη ματαιοδοξία του ξεπερνούσε όλους όσους υποφέρουν την ίδια ποινή. Ωστόσο, τον συνόδευαν πολλοί κ’ έτσι ικανοποιούσε την φιλοδοξία του και παρατηρούσε το πλήθος των οπαδών του χωρίς να σκέφτεται – ο άθλιος – ότι ακόμη κ’ εκείνοι, που οδηγούνται στον σταυρό ή σέρνονται από τον δήμιο, ακολουθούνται από πολύ περισσότερους. Κάποτε οι Ολυμπιακοί αγώνες τελείωσαν. Εκείνη ήταν η ωραιότερη Ολυμπιάδα απ’ όσες έχω δει. Μέχρι τώρα, έχω παρευρεθεί σε Ολυμπιάδα τέσσερις φορές. Επειδή, όμως, ήταν δύσκολο να βρω όχημα – αφού αναχωρούσαν πολλοί άνθρωποι ταυτόχρονα – αργοπόρησα χωρίς να το θέλω, ενώ ο Πρωτεύς, που συνέχεια ανέβαλλε την εκτέλεση τής απόφασής του, τελικά αποφάσισε να προσφέρει το θέαμα τής καύσης του μέσα στην νύχτα. Ένας φίλος μου με πήρε και φύγαμε γύρω στα μεσάνυχτα. Κατευθυνθήκαμε προς την Αρπίνη, όπου ήταν η πυρά. Αυτός ο τόπος απέχει από την Ολυμπία περίπου είκοσι στάδια και βρίσκεται ανατολικά, προς το μέρος τού ιππόδρομου. Φτάσαμε πολύ γρήγορα. Βρήκαμε την πυρά ετοιμασμένη σ’ έναν λάκκο βάθους περίπου μίας οργιάς. Τα ξύλα, που θ’ ανάβονταν, ήταν κυρίως δαδιά, αναμεμιγμένα με φρύγανα, γιά ν’ ανάψουν γρηγορότερα. Όταν πρόβαλε η σελήνη – γιατί κ’ εκείνη έπρεπε να δει αυτό το ωραιότατο θέαμα! – ο Πρωτεύς παρουσιάστηκε με τα συνηθισμένα ενδύματά του, και μαζί του ήταν οι πιό διάσημοι Κυνικοί. Ανάμεσά τους ήταν και ο έξοχος Πατρινός Κυνικός40, που κρατούσε μία δάδα κ’ έπαιζε καλά τον δευτεραγωνιστή. Δάδα κρατούσε και ο Πρωτεύς. Κατέφτασαν και άλλοι, από διάφορα μέρη, και άναψαν μεγάλη φωτιά, μεγάλη γιατί αποτελούνταν από δαδιά και φρύγανα. Ο Πρωτεύς, λοιπόν – και τώρα πρόσεξέ με πολύ! – άφησε κάτω το σακκούλι του, τον μανδύα κ’ εκείνο το ηράκλειο ρόπαλο, κ’ έμεινε μόνον μ’ ένα φοβερά βρόμικο πουκάμισο. Στην συνέχεια, ζήτησε λιβάνι γιά να το ρίξει στην φωτιά. Κάποιος τού έδωσε. Αφού το έρριξε στην φωτιά, στράφηκε προς τον νότο – και αυτή η κίνησή του, προς τον νότο, ήταν σχετική με την τραγωδία – και είπε: «Δαίμονες μητρικοί και πατρικοί, δεχθείτε με μέ καλή διάθεση!». Μετά, πήδηξε μέσα στην φωτιά και δεν ξαναφάνηκε, γιατί οι φλόγες ήταν μεγάλες και αμέσως τον τύλιξαν. 40 Ο Θεαγένης.

(14)

Καλέ μου Κρόνιε, σε βλέπω και πάλι να γελάς με την λήξη τού δράματος. Εγώ, όταν τον άκουσα να καλεί τους μητρικούς δαίμονες, μα τον Δία δεν παραξενεύτηκα πολύ, αλλά όταν κάλεσε και τους πατρικούς, δεν μπόρεσα να κρατήσω τα γέλια μου, επειδή θυμήθηκα όσα λέγονταν γιά τον φόνο τού πατέρα του, ενώ οι Κυνικοί, που είχαν περικυκλώσει την φωτιά, δεν δάκρυζαν, αλλά μόνον με την σιωπή τους εξέφραζαν κάποια λύπη και κοίταζαν προς την φωτιά. Κάποτε κουράστηκα βλέποντας όλα τούτα και είπα: «Ας φύγουμε, ανόητοι! Δεν είναι ευχάριστο στην όραση το θέαμα ενός γεροντάκου που ψήνεται και αποπνέει δυσάρεστη μυρωδιά. Ή μήπως περιμένετε να έρθει κάποιος ζωγράφος γιά να μας ζωγραφίσει, όπως απεικονίζουν τους μαθητές τού Σωκράτη στο δεσμωτήριό του;». Οι Κυνικοί αγανακτούσαν και άρχισαν να με βρίζουν. Κάποιοι σήκωσαν και τα ραβδιά τους, αλλά – επειδή τους απείλησα ότι θ’ άρπαζα μερικούς και θα τους έρριχνα στην φωτιά γιά ν’ ακολουθήσουν τον δάσκαλό τους – σώπασαν και ηρέμησαν. Επιστρέφοντας, λοιπόν, σκεφτόμουν διάφορα, φίλε μου, και αναλογιζόμουν το πάθος τής φιλοδοξίας και συμπέρανα ότι μόνον αυτός ο έρωτας είναι αναπόφευκτος, και μάλιστα όχι μόνον γι’ ανθρώπους σαν τον Περεγρίνο – ο οποίος, κατά τ’ άλλα, ήταν τρελός κ’ έζησε παράλογη ζωή και άξια να τελειώσει επάνω στην πυρά – αλλά και γιά τους πιό θαυμάσιους ανθρώπους. Στον δρόμο, έπειτα, συνάντησα πολλούς που πήγαιναν και αυτοί να δουν το θέαμα, γιατί νόμιζαν ότι θα προλάβαιναν τον Περεγρίνο ζωντανό. Πραγματικά, την προηγούμενη μέρα είχε διαδοθεί ότι θα έπεφτε στην φωτιά αφού προσευχόταν προς τον ανατέλλοντα ήλιο, όπως λέγεται ότι κάνουν οι Βραχμάνες. Εγώ, λοιπόν, απέτρεπα τους περισσότερους απ’ αυτούς, λέγοντάς τους ότι το έργο είχε τελειώσει, εκτός αν είχαν την περιέργεια να δουν μόνον το μέρος ή να προφτάσουν κάποιο απομεινάρι τής φωτιάς. Μπήκα, όμως, σε μεγάλες σκοτούρες, φίλε μου, γιατί βρέθηκα αναγκασμένος ν’ αφηγούμαι σε όλους και ν’ ακούω τις ερωτήσεις ανθρώπων που ήθελαν να πάρουν κάθε πληροφορία. Όταν, λοιπόν, έβλεπα κανέναν έξυπνο, απλώς διηγιόμουν, όπως κάνω σ’ εσένα, όσα συνέβησαν, ενώ γιά τους βλάκες και τους ανόητους έπλαθα δικά μου παραμύθια κ’ έλεγα σ’ αυτούς ότι, αφού άναψαν την φωτιά κ’ έπεσε σ’ αυτήν ο Περεγρίνος, έγινε πρώτα ένας μεγάλος σεισμός και ανέβηκε μεγάλο βουητό μέσα απ’ την γη, κ’ έπειτα ότι, ανάμεσα απ’ τις φλόγες, πέταξε ένας γύπας, ο οποίος πήγε προς τον ουρανό φωνάζοντας με ανθρώπινη μιλιά: «Άφησα την γη και ανεβαίνω στον Όλυμπο!». Εκείνοι, που με άκουγαν, φοβούνταν κ’ έτρεμαν και μουρμούριζαν προσευχές και με ρωτούσαν ποιά κατεύθυνση πήρε ο γύπας – ανατολική ή δυτική; – κ’ εγώ απαντούσα οτιδήποτε μού ερχόταν στο μυαλό. Επιστρέφοντας στο πανηγύρι, συνάντησα έναν ηλικιωμένο άνδρα, που – μα τον Δία – φαινόταν αξιόπιστο πρόσωπο, λόγω τής γενειάδας και τής γενικής σεμνότητάς του, και τον άκουσα να διηγείται γιά τον Πρωτέα ότι, αφού κάηκε, ο ίδιος τον είδε με λευκό μανδύα, και πριν από λίγο τον άφησε να περπατά στην επτάφωνη στοά41, χαμογελαστό, έχοντας στο κεφάλι του ένα στεφάνι από κότινο42. Ύστερα ανέφερε επιπλέον και τον γύπα, και ορκιζόταν ότι τον είδε με τα μάτια του να πετά μέσα απ’ την φωτιά, τον γύπα – δηλαδή – που εγώ πρωτύτερα είχα αφήσει να πετάξει γιά να περιγελάσει τους ανόητους και τους βλάκες! Τώρα μπορείς να φανταστείς πόσα θ’ ακολουθήσουν! Πόσες μέλισσες θα φανούν στον τόπο τής φωτιάς και πόσα τζιτζίκια θα τραγουδήσουν και πόσες 41 Επτάφωνη στοά: στοά όπου η ηχώ επαναλαμβανόταν επτά φορές. 42 Κότινος: το στεφάνι των ολυμπιονικών, κατασκευασμένο από κλαδιά αγριελιάς.

(15)

κουρούνες θα πετάξουν και πόσα παρόμοια43, όπως ακριβώς στον τάφο τού Ησίοδου! Και δεν αμφιβάλλω ότι και οι ίδιοι οι Ηλείοι και οι άλλοι Έλληνες, προς τους οποίους έστειλε γράμματα, όπως λέγεται, αμέσως θα του κατασκευάσουν πολλά αγάλματα. Πράγματι, λέγεται ότι έστειλε γράμματα σχεδόν σε όλες τις ένδοξες πόλεις. Μ’ αυτά τους έστειλε τις τελευταίες του επιθυμίες, μαζί με διάφορες συμβουλές και με κανόνες. Ανέθεσε, επίσης, σε μερικούς φίλους του το έργο των πρεσβευτών, και τους χειροτόνησε «νεκραγγέλους» και τους ονόμασε «νεκροταχυδρόμους». Τέτοιο ήταν το τέλος τού κακότυχου Περεγρίνου, ο οποίος – με δυό λόγια – ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε γιά την αλήθεια, ενώ καθετί, που είπε κ’ έκανε, πάντοτε αποσκοπούσε στην δόξα και στον έπαινο τού πλήθους, σε τέτοιον βαθμό, που μέχρι και στην φωτιά έπεσε, χωρίς να υπολογίσει ότι ήταν αδύνατον ν’ απολαύσει την δόξα, αφού θα πέθαινε και δεν θα μπορούσε ν’ ακούει τους επαίνους. Ωστόσο, πριν τελειώσω, θα σου αφηγηθώ και κάτι ακόμη, γιά να μπορέσεις να γελάσεις περισσότερο. Εδώ και καιρό γνωρίζεις όσα μού συνέβησαν ενώ συνταξίδευα με τον Πρωτέα από την Τρωάδα – αφού σού τα είχα διηγηθεί αμέσως, επιστρέφοντας από την Συρία – καθώς και την άλλη ταξιδιωτική διασκέδασή του, και τον όμορφο έφηβο, τον οποίον είχε προσηλυτίσει στον Κυνισμό ώστε και ο ίδιος να έχει τον Αλκιβιάδη44 του, καθώς και πόσο τρόμαξε όταν, μιά νύχτα, στην μέση τού Αιγαίου, σκοτείνιασε ο ουρανός κ’ έγινε τρομερή τρικυμία, και ο ίδιος έκλαιγε μαζί με τις γυναίκες, αυτός που θαυμαζόταν και θεωρούνταν περιφρονητής τού θανάτου. Ωστόσο, και λίγο πριν από τον θάνατό του, πριν από περίπου εννέα μέρες, μέσα στην νύχτα, επειδή – νομίζω – έφαγε περισσότερο από το κανονικό, άρχισε τούς εμέτους και ανέβασε υψηλό πυρετό. Αυτά μού τα είπε ο γιατρός Αλέξανδρος, που ειδοποιήθηκε γιά να τον εξετάσει. Μού είπε, λοιπόν, ότι τον βρήκε να κυλιέται στην γη, να βασανίζεται από ανυπόφορο πυρετό κ’ επίμονα να επιζητά κρύο νερό. Ο γιατρός δεν του έδινε, και του είπε ότι – αν οπωσδήποτε ήθελε να πεθάνει – ο θάνατος είχε έρθει μόνος του στην εξώθυρά του, και δεν απέμενε παρά να τον ακολουθήσει, χωρίς να φροντίσει γιά φωτιά. Ο Πρωτεύς, τότε, τού απάντησε ότι ένας τέτοιος θάνατος δεν είχε αξία, αφού θα έμοιαζε με τον θάνατο όλων των άλλων, οπότε θα ήταν άδοξος. Αυτά μου είπε ο Αλέξανδρος. Κ’ εγώ ο ίδιος, όμως, τον είδα πριν από λίγες μέρες να έχει αλείψει με φάρμακο το μάτι του, που δάκρυζε από την δριμύτητα τής αλοιφής. Βλέπεις; Φαίνεται ότι ο Αιακός45 δεν καλοδέχεται όσους πάσχουν από τα μάτια τους! Ο Πρωτεύς, δηλαδή, έκανε κάτι παρόμοιο με τον άνθρωπο που θα σταυρωνόταν και φρόντιζε να θεραπεύσει μιά μικρή πάθηση τού δακτύλου του. Τι νομίζεις ότι θα έκανε ο Δημόκριτος εάν τα έβλεπε αυτά; Θα γελούσε τόσο, όσο άξιζε στον Πρωτέα. Αλλά πού το έβρισκε κ’ εκείνος τόσο γέλιο; Γέλα, λοιπόν, κ’ εσύ, φίλε μου, και ιδιαίτερα όταν ακούς άλλους να τον θαυμάζουν!

* * * * * * *

43 Φυσικά φαινόμενα που αφελώς εκλαμβάνονταν ως θεϊκά μηνύματα αποδοχής και επιβράβευσης τού νεκρού. 44 Αλκιβιάδης: σύντροφος και μαθητής τού φιλόσοφου Σωκράτη. 45 Αιακός: φύλακας και κριτής τού Άδη.

Referências

Documentos relacionados

• Uma válvula de segurança para falta de água que condiciona a chegada do gás ao queimador com a circulação de água através do aparelho.. • Alguns modelos incorporam

Objetivo: uso do tratamento fisioterapêutico respiratório como forma de prevenir o surgimento de pneumonia em pacientes com diagnóstico clínico de leishmaniose visceral (LV)

A Taxa de Administração Financeira - TAF é o percentual que incide sobre o patrimônio total do fundo, pago mensalmente para remunerar o serviço de administração realizada

Santos - ABEC; PUCSP 17h30- 18h20 Rodas de conversa II – Novos desafios na publicação cientifica/ Público alvo: membros de equipes editorias de revistas consolidadas Sala de

Cargo/ Perfil: NS-71 - Pesquisador A-B / Análise de Proteínas (Classe Senior I - Padrão III) Categoria Descrição Valor unitário em pontos Valor mínimo em pontos (*) Valor

Avaliando o efeito de diferentes níveis de aptidão aeróbia submáxima (aptidão aeróbia boa (AB) e aptidão aeróbia ruim (AR)) na VFC da amostra estudada, constatou-se que,

Formado em Direito pela Pontifícia Universidade Católica de São Paulo (PUC) e em Administração pela Escola de Administração de Empresas da Fundação Getulio Vargas (FGV-SP),

A produção de cabos de ferramentas (enxada, machado, martelo, formão, etc.) e de utensílios de cozinha (facas, conchas, etc.), a partir de plantas do sub-bosque, é considerada