• Nenhum resultado encontrado

ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2021

Share "ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ"

Copied!
212
0
0

Texto

(1)
(2)
(3)

Φωτοστοιχειοθεσία - Ατελιέ - Μοντάζ: Αφοί Φοαγχούδη O.E., Σταδίου 60,2ος ό<?οφος, Αθήνα 105 64,

(4)
(5)

Αισθητική και Θεωρία της Τέχνης

Επιμέλεια

ΠΑΥΛΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑ ΑΘΗΝΑ 1994

(6)
(7)

To Έκτο Πανελλήνιο Συνέδριο της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας με θέμα την Αισθητική και τη θεωρία της Τέχνης θα πραγματοποιηθεί στην Αθήνα κατά το τριήμερο 18 έως 20 Μαΐου 1994. Στο Συνέδριο συμμετέχουν είκοσι πέντε σύνεδροι οι οποίοι θα κάνουν είκοσι τρεις Εισηγήσεις (δεδομένου ότι δύο εισηγήσεις έχουν δύο σκέλη τα οποία θα διαπραγματευθούν από κοινού δύο ομιλητές). Ο παρών τόμος περιλαμβάνει είκοσι ένα κείμενα τα οποία συνιστούν τις Εισηγήσεις που παρελήφθησαν εμπρόθεσμα. Τα θέματα του Συνεδρίου καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα. Οι περισσότερες εισηγήσεις αναφέρονται, περισσότερο ή λιγότερο άμεσα, στα προβλήματα των σχέσεων του μοντερνισμού με το μεταμοντερνισμό: η ανακοίνωση του λέκτορα κ. Κ. Ανδρουλιδάκη έχει ως αντικείμενό της την οριοθέτηση του Λόγου, της αναπληρώτριας καθηγήτριας κ. Ρ. Αργυράκη και του κ. I. Τσούμα τον ορισμό της τέχνης, του καθηγητή κ. Γ. Λάββα το χαρακτηρι-σμό του μοντερνισμού, των καθηγητών κκ. Δ. Κοκκινίδη και Π. Χριστου-λίδη το χαρακτηρισμό του μεταμοντερνισμού. Οι εισηγήσεις του καθηγητή κ. Σ. Δεληβογιατζή και του αναπληρωτή καθηγητή κ. Ν. Χρόνη αφορούν τη νεωτερική αισθητική, η εισήγηση του Ακαδημαϊκού, καθηγητή κ. Ε. Μουτσόπουλου το θέμα της μίμησης, του καθηγητή κ. Θ. Τάσιου χαι του δόκτορα Κ. Κωβαίου τους κανόνες αξιολόγησης, του καθηγητή κ. Ε. Δημητρέα τον ειδικό χαρακτήρα των εικαστικών τεχνών, του ομότιμου καθηγητή κ. Γ. Νικολαΐδη την καλλιτεχνική δημιουργικότητα, του

(8)

καθηγη-Αισβητική χαι θεο)θ(α της Τέ)ονης τή κ. Σ. Κονταράτου τις σχέσεις της αρχιτεκτονικής με τη φιλοσοφία, του λέκτορα κ. Σ. Βιςβιδάκη και των δοκτόρων κκ. Φ. ΠαιονΙδη και Π. Σκαλτσογιάννη τις σχέσεις τέχνης και ηθικής, του αναπληρωτή καθηγητή κ. Ζ. Σιαφλέκη μερικά αισθητικά ζητήματα που θέτει η συγκριτική λογοτε-χνία και του ποιητή και κριτικού της λογοτελογοτε-χνίας κ. Ρ. Πσπαγγέλου το ζή-τημα της ελληνικότητας σήμερα. Τέσσερις εισηγήσεις αφορούν την ανάλυ-ση των απόψεων επιμέρους φιλοσόφων: του Heidegger οι ειανάλυ-σηγήσεις του καθηγητή κ. Δ. Κούτρα και του αναπληρωτή καθηγητή κ. Γ. Τζαβάρα, του Descartes η εισήγηση του επίκουρου καθηγητή κ. Καϊμάκη και του Hume η εισήγηση της δρ. Ε. Καλοκαιρινού. Η κυριότερη πρωτοτυπία του Συνεδρίου έγκειται στο ότι σ' αυτό συμ-μετέχουν όχι μόνο φιλόσο(ροι και θεωρητικοί διαφόρων τεχνών, αλλά και καλλιτέχνες, φιλόλογοι, και λογοτέχνες, που έχουν συμβάλει στη θεωρία της τέχνης. Αυτό ελπίζουμε ότι θα επιτρέψει την εγκαθίδρυση ενός γόνι-μου διαλόγου μεταξύ των φιλοσόφων και των καλλιτεχνών οι οποίοι προσεγγίζουν τα προβλήματα της αισθητικής από την πλευρά της ενεργού άσκησης της τέχνης. Εδώ θα ήθελα να απευθύνω τις θερμές μου ευχαριστίες στον Υπουργό Πολιτισμού κ. Θάνο Μικρούτσικο για την οικονομική ενίσχυση του Συνεδρίου και στο Τμήμα Συνεδρίων του Υπουργείου Πολιτισμού για την πρόθυμη υποστήριξη του Συνεδρίου μας, στον κ. Ανδρέα Μαλέκο, Σύμβουλο της Κυπριακής Πρεσβείας στην Αθήνα, για την παραχώρηση των χώρων του Σπιτιού της Κύπρου, όπου θα διεξαχθούν οι εργασίες του Συνεδρίου μας· στην κ. Α. Καρδαμίτσα που με προθυμία ανέλαβε να εκ-δώσει αυτό τον τόμο των Εισηγήσεων, στους Αφούς Φραγκούδη για την ε-πιμελημένη τυπογραφική εργασία. Τέλος, στη μεταπτυχιακή φοιτήτρια δ. Μαρία Πούλου, για την πολύτιμη βοήθειά της στη διόρθωση των τυπο-γραφικών δοκιμίων. Αθήνα, Μάιος 1994 Παύλος Χριστοδουλίδης Επιμελητής της Έκδοσης

(9)

σελ. Πρόλογος του Επιμελητή 7 Πρόγραμμα του Συνεδρίου 11 Εισηγήσεις ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ Κωνσταντίνος Ορθός λόγος και τέχνη του λόγου: Για μια οριοθέτηση των πεδίων της φιλοσοφίας και της τέχνης 15 ΑΡΓΥΡΑΚΗ Ρεγγίνα και ΤΣΟΥΜΑΣ Ιωάννης Το έργο τέχνης: Πρόβλημα οντολογίας ή πρόβλημα ορισμού; Θεωρητική προσέγγιση 25 ΒΙΡΒΙΔΑΚΗΣ Στέλιος και Π ΑΙΟΝΙΑΗΣ Φιλήμων Αισθητική, τέχνη, ηθική 29 ΔΕΑΗΒΟΓΙΑΤΖΗΣ Σωκράτης Το αισθητικό γεγονός (και η αυτονομία του) 43 ΔΗΜΗΤΡΕΑΣ Ευάγγελος Παρατηρήσεις πάνω στον ειδικό χαρακτήρα των εικαστικών τεχνών 49 ΚΑΪΜΑΚΗΣ Παύλος Ο Descartes και η μουσική 59 ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΥ Ελένη Το κριτήριο της καλαισθησίας κατά τον Hume 69

(10)

10 Αισθητική και θεωρία της Τέχνΐ)5 ΚΟΚΚΙΝΙΔΗΣ Δημοσθένης Αισθητικά και ηθικά ποοβλήματα των πλαστικών τεχνών στο τέλος του αιώνα. 77 ΚΟΝΤΑΡΑΤΟΣ Σάββας Ο αρχιτέκτονας και η φιλοσοφία 83 κ ο ύ τ ρ α ς Δημήτριος Η ουσία του έργου τέχνης κατά Martin Heidegger 93 ΚΩΒΑΙΟΣ Κωστής Το αριστούργημα. Κορύφωση ή αφετηρία; 103 ΛΑΒΒΑΣ Γιώργος Η αισθητική πτώχευση της «Μοντέρνας» αρχιτεκτονικής ως αρρυθμία επιστήμης και τέχνης 115 ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ Ευάγγελος Φύση και καλλιτεχνική μίμηση: Προσέγγιση ή υπέρβαση; 125 ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ Γιώργος Παρατηρήσεις πάνω στη διαδικασία της καλλιτεχνικής δημιουργίας 131 ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΥ Ρόης Ελληνική λογοτεχνία. Ιδιαιτερότητα ή περιχαράκωση; 137 ΣΙΑΦΛΕΚΗΣ Ζαχαρίας Προτάσεις για μια αισθητική του λογοτεχνικού συγκριτισμού 149 ΣΚΑΛΤΣΟΓΙΑΝΝΗΣ Παύλος Ηθική και αισθητική: Πρέπει τα έργα τέχνης να αξιολογούνται επί τη βάσει ηθικών κριτηρίων; 157 ΤΑΣ10Σ Θεοδόσιος Η σχετικότητα τ(ον κανόνων του αρεστού στα τεχνικά προ'ίόντα 167 ΤΖΑΒΑΡΑΣ Γιάννης Ο εξωπραγματικός χαρακτήρας του καλλιτεχνήματος κατά τον Martin Heiddegger 179 ΤΣΟΥΜΑΣ Ιωάννης Το έργο Τέχνης: πρόβλημα οντολογίας ή πρόβλημα ορισμού; Πρακτική προσέγγιση 185 ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ Παύλος Τέχνη και Ιδεολογία. Η περίπτωση του μεταμοντερνισμού 189 ΧΡΟΝΗΣ Νικόλαος Το έργο τέχνης στις σύγχρονες κατευθύνσεις 203

(11)

Τετάρτη 18 Μαΐου 1994, ώρα 17.00 Μανώλης ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗΣ, Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανε-πιστημίου θεσσαλονίκης Συσχετισμοί θεωρίας, υλικών και τεχνικών στις σύγχρονες έρευνες Γιώργος ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Ομότιμος Καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Παρατηρήσεις πάνω στη διαδικασία της καλλιτεχνικής δημιουργίας Σάββας ΚΟΝΤΑΡΑΤΟΣ, Καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Ο αρχιτέκτονας και η φιλοσοφία Ευάγγελος ΔΗΜΗΤΡΕΑΣ, Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου θεσσαλονίκης Παρατηρήσεις πάνω στον ειδικό χαρακτήρα των εικαστικών τεχνών Δημοσθένης ΚΟΚΚΙΝΙΔΗΣ, Καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Αισθητικά και ηθικά προβλήματα των πλαστικών τεχνών στο τέλος του αιώνα

(12)

12 Αισθητική και θεωρία της Τέχνΐ)5 Παύλος ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ, Καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Τέχνη και Ιδεολογία. Η περίπτωση του μεταμοντερνισμού Ζαχαρίας ΣΙΑΦΛΕΚΗΣ, Αναπληρωτής Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου θεσσαλονίκης Προτάσεις για μια αισθητική του λογοτεχνικού συγκριτισμού Ροής ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΥ, ποιητικής και κριτικός Ελληνική λογοτεχνία: Ιδιαιτερότητα ή περιχαράκωση; Πέμπτη 19 Μαΐου 1994, ώρα 17.00 Παύλος ΣΚΑΑΤΣΟΓΙΑΝΝΗΣ, δρ. Φιλοσοφίας Ηθική και αισθητική: Πρέπει τα έργα τέχνης να αξιολογούνται επί τη βάσει ηθικών κριτηρίων; Στέλιος ΒΙΡΒΙΔΑΚΗΣ, λέκτως του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου θεσσαλονίκης και Φιλήμων ΠΑΙΟΝΙΔΗΣ, δρ. Φιλοσοφίας Αισθητική, τέχνη, ηθική Γιώργος ΑΑΒΒΑΣ, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Η αισθητική πτώχευση της «Μοντέρνας» αρχιτεκτονικής ως αρρυθμία επιστήμης και τέχνης Κωνσταντίνος ΑΝΔΡΟΥΛ1ΔΑΚΗΣ, λέκτωρ του Πανεπιστημίου Κρήτης Ορθός λόγος και τέχνη του λόγου: Για μια οριοθέτηση των πεδίων της φιλοσοφίας και της τέχνης Θεόδωρος ΓΕΩΡΓΙΟΥ, δρ. Φιλοσοφίας Μοντέρνα τέχνη και αισθητικός εξορθολογισμός

(13)

Νικόλαος ΧΡΟΝΗΣ, Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Το έργο τέχνης στις σΰγχοονες κατευθύνσεις Ρεγγίνα ΑΡΓΥΡΑΚΗ, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου θεσσαλονίκης και Ιωάννης ΤΣΟΥΜΑΣ, ιστορικός του Design Το έργο τέχνης: Πρόβλημα οντολογίας ή πρόβλημα ορισμού; Σωκράτης ΔΕΛΗΒΟΓΙΑΤΖΗΣ, Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανε-πιστημίου Θεσσαλονίκης Το αισθητικό γεγονός (και η αυτονομία του) Παρασχενή 20 Μαΐου 1994, ώρα 17.00 Κωνσταντίνος ΚΩΒΑΙΟΣ, δρ. Φιλοσοφίας Το αριστούργημα. Κορύφωση ή αφετηρία; Θεοδόσιος ΤΑΣΙΟΣ, Καθηγητής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου Η σχετικότητα των κανόνων του αρεστού στα τεχνικά προϊόντα Ελένη ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΥ, δρ. Φιλοσοφίας Το κριτήριο της καλαισθησίας κατά τον Hume Παύλος ΚΑΪΜΑΚΗΣ, Επίκουρος Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπι-στημίου Θεσσαλονίκης Ο Descartes και η μουσική Ευάγγελος ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, Ακαδημαϊκός, Καθηγητής του Πανεπι-στημίου Αθηνών Φύση και καλλιτεχνική μίμηση: Προσέγγιση ή υπέρβαση;

(14)

14 Αιοθητικήχοιθεωοίο της Τέχνης Δημήτριος ΚΟΥΤΡΑΣ, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Η ουσία του έργου τέχνης κατά Martin Heidegger Γιάννης ΤΖΑΒΑΡΑΣ, Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης Ο εξωπραγματικός χαρακτήρας του καλλιτεχνήματος κατά τον Martin Heidegger

(15)

Ορθός λόγος και τέχνη του λόγου

Για μια οριοθέτηση των πεδίων της φιλοσοφίας

και της λογοτεχνίας

«Ένας επαρκής αναγνώστης θα βρει πάντα στα συγγράμματα των άλλων πράγματα που ο συγγραφέας δε θέλησε διόλου να βάλει.» (Montaigne)' Α ' Εισαγωγή θ α ήθελα να ζητήσω την προσοχή σας για ορισμένες εξελίξεις στη σύγ-χρονη φιλοσοφία, οι οποίες, ενώ φαίνεται ότι διανοίγουν προοπτικές, εί-ναι σε ορισμένα σημεία προβληματικές. Για να μη χαθούμε στην υπερβολι-κά α<ρηρημένη σκέψη, θα αναφερθώ συγκεκριμένα σε ορισμένες θέσεις της λεγόμενης θεωρίας της «αποδόμησης» σχετικά με τη λογοτεχνία, τη λογο-τεχνική κριτική και, τελικά, σχετικά με τις σχέσεις λογοτεχνίας, αισθητι-κής και φιλοσοφίας, θ α πρέπει να διευκρινίσω αμέσως ότι δεν αποβλέπω εδώ σε μια ερμηνεία των απόψεων του Ντεριντά. Τις χρησιμοποιώ απλά ως αφετηρία ενός προβληματισμού για την οριοθέτηση των πεδίων της φι-λοσοφίας και επιστήμης από το ένα μέρος και του λογοτεχνικού, ποιητι-κού και ρητοριποιητι-κού λόγου από το άλλο. Έτσι, η ορθότητα των θέσεών μου δεν εξαρτάται από την ορθότητα ή μη της κατανόησής μου των απόψεων που θα εξετάσω στη συνέχεια. Μια πρώτη βασική θέση του Ντεριντά είναι ότι δεν υπήρξε καθόλου.

(16)

16 Αισθητική χαι θεωρία της Τέχνης τουλάχιστον μέχρι τον Μαλλαρμέ, λογοτεχνία. Γιατί στην μέχρι τότε λο-γοτεχνία (ας την ονομάσομε «παραδοσιακή») -υπόδουλη της θεωρίας της μιμήσεως- το πρωτεύον και το ζητούμενο είναι το νόημα, το σημαινόμε-νον, ενώ το κείμενο και η γραφή είναι δευτερεύοντα. Η λογοτεχνία, που υ-πέκειτο στην «τυραννία» της αλήθειας, της μιμήσεως και του «μιμητο-λογισμού», δεν έχει αυτοτελή σημασία, δεν διακρίνεται ως ιδιαίτερο πε-δίο, αλλά ανάγεται ή εξαντλείται στο «νόημα» και την «αλήθεια» που υ-ποτίθεται ότι πρέπει να εκφράζει. Η λογοτεχνία, με λίγες εξαιρέσεις, υπεβλήθη στα δεσμά της φιλοσοφίας και των εννοιών της. Στην πραγματικότητα, δεν υπήρξε διάκριση, αλλά ταύτιση λογοτεχνίας και φιλοσοφίας. Σε αντίθεση με την παλαιά, η νέα «λογοτεχνία» (σε εισαγωγικά) χαρα-κτηρίζεται από την άρνηση του χαρακτήρα της ως λογοτεχνίας, από τη δυ-νατότητα της πλήρους απώλειας του νοήματος. Η νέα «λογοτεχνία δεν έ-χει «ουσία», αλλά είναι ένα «μεταξύ» της λογοτεχνίας και της φιλοσο-φίας, ένα «γενικό κείμενο»^. Αυτό το «γενικό κείμενο» (που θα δούμε σε λίγο τον χαρακτήρα του) δεν εκμηδενίζει βέβαια τη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία, αλλά προσδιορί-ζει, «εγγράφει και υπερβαίνει» τα πεδία τους και ακόμα κλονίζει τους ι-σχυρισμούς και τις αξιώσεις τους για αλήθεια, αυτονομία κτλ^. Β ' Αντιρρήσεις, κριτική, απορίες. Ας εξετάσομε, λοιπόν, τις θέσεις αυτές και τη βασιμότητά τους. 1. Πρώτα, σχετικά με τη θέση ότι δεν υπήρξε ουσιαστικά μέχρι τον ΙΘ' αι. αυτοτελής λογοτεχνία, επειδή αυτή είχε υποταχτεί στην αναζήτηση και τη διατύπωση ενός νοήματος μέσω της μιμήσεως και ότι συνεπώς υπήρχε ταύτιση μεταξύ λογοτεχνίας και φιλοσοφίας. θεωρώ την άπο\|)η που υποστηρίζει τη δυνατότητα και ενδεχομένως την αναγκαιότητα μιας τέχνης αυτοτελούς ή αυτόνομης -με την έννοια ότι αμ-φισβητεί ή αρνείται την ύπαρξη και, αντίστοιχα για την κριτική της λογο-τεχνίας, την αναζήτηση ενός συγκεκριμένου σημαινομένου (νοήματος, α-ληθείας, περιεχόμενου κοκ.) του έργου τέχνης- ως εύλογη και βάσιμη. «Κάθε εξήγηση ποιήματος είναι, μου φαίνεται, εξωφρενική» λέει ο Σεφέ-ρης, διατυπώνοντας μιαν αρχή της ποιητικής του^. Η αντίθετη αντίληψη δίδει πάντοτε αςχ>ρμή για μιαν ατέρμονα και συχνά αφελή αναζήτηση του

(17)

σχετικού συγκεκριμένου σημαινομένου (είναι η λεγόμενη «υπερβατική ανάγνωση» σε αναζήτηση του υποτιθεμένου, πέραν του κειμένου, νοήμα-τος)5. Η λογοτεχνία έχει πράγματι συχνά ως κοινό σημείο με τη φιλοσοφία το «φιλοσοφικό περιεχόμενο», δηλ. την αναζήτηση ή έκφραση της αλήθειας σχετικά με πολλά από τα παραδοσιακά φιλοσοφικά προβλήματα (μεταφυ-σικά, ηθικά, υπαρξιακά, αισθητικά κ.ά. - όχι όλα: π.χ. αυτά που θα ονο-μάζαμε τεχνικά ή ειδικά ζητήματα). Ωστόσο, η διάκριση μεταξύ λογοτεχνίας (και γενικότερα τέχνης) και φι-λοσοφίας δεν είναι τυχαία ή αυθαίρετη, αλλά βασίζεται στα ίδια τα πράγ-ματα και ακόμη υπήρξε στην ιστορία στις περισσότερες περιπτώσεις αρ-κετά σαφής. Αυτό ισχύει τουλάχιστον, εάν περιορίσομε την έννοια της φι-λοσοφίας μέσα στο πλαίσιο του επιστημονικού εγχειρήματος με την ευ-ρεία έννοια -ώστε να τη διακρίνομε από καθαρά λογοτεχνικά κείμενα- ό-πως θα φανεί αυτό από τα αμέσως επόμενα. Παρόλα αυτά, είναι φανερό ότι δεν επιλύονται έτσι όλα τα ζητήματα οριοθέτησης. Ειδική περίπτωση αποτελεί π.χ., λόγω της μορφής του, το έργο του Πλάτωνος. Θα αναφέρω ορισμένα από τα κυριότερα ιστορικά «παραδείγματα» (ή πρότυπα) διακρίσεως και οριοθετήσεως των πεδίων που μας ενδιαφέρουν εδώ, χωρίς να επεκταθώ στο γενικότερο θέμα της ταξινομήσεως των επι-στημών και των άλλων πνευματικών ή πολιτιστικών περιοχών. α) Ο Αριστοτέλης διακρίνει, από το ένα μέρος, τρία είδη ή λειτουργίες της «διανοίας» («πάσα διάνοια ή πρακτική ή ποιητική ή θεωρητική») και από το άλλο, αντίστοιχα, τρία είδη «επιστήμης» ανάλογα με τον σκοπό, προς τον οποίο αποβλέπουν, και το αντικείμενο τους («θεωρητική γαρ και πρακτική και ποιητική λέγεται»)®. β) Ο Βάκων διακρίνει τα πεδία της μάθησης ή επιστήμης με βάση τη διάκριση των πνευματικών ικανοτήτων ή λειτουργιών. Έτσι, στον νου ή λόγο αντιστοιχούν η φιλοσοφία και οι επιστήμες, στην μνήμη η ιστορία και στη φαντασία η ποίηση''. γ) Ο Λάμπερτ, στο πλαίσιο της πρωτοποριακής ταξινόμησης του των «συστημάτων», διακρίνει ρητά στην πρώτη ομάδα (συστήματα που δημι-ουργούνται αποκλειστικά από τις δυνάμεις του νου ή θεωρητικά συστή-ματα - οι άλλες δύο ομάδες αποτελούνται από τα κοινωνικά και τα φυσι-κά, τεχνικά και μηχανικά συστήματα) από το ένα μέρος «το σύστημα των αληθειών γενικά» και «επιμέρους συστήματα επιστημών, θεωριών κτλ.» και από το άλλο μέρος «διηγήσεις, μύθους, ποιήματα, ομιλίες κτλ.»". δ) Ο Καντ διακρίνει τα πεδία της πνευματιχής δραστηριότητας με βάση μια διπλή διάκριση: πρώτα των πνευματικών λειτουργιών γενικά και ύστερα των

(18)

18 Αισθητική και θεωρία της Τέχνΐ)5 γνωστικών λειτουργιών ειδικότερα. Έτσι, προκύπτει το ακόλουθο σχή-μα:» Συνολικές ικανότητες Γνωστικές Αρχές Πεδία του πνεύματος ικανότητες a priori είραρμογής γνωστικές ικανότητες νους, διάνοια νομοτέλεια φύση αίσθημα ηδονής - λύπης δύναμη κρίσης τελικότητα τέχνη επιθυμητικό Λόγος τελικός σκοπός ελευθερία ε) Οι πρόσφατες συστηματοποιήσεις της γνώσης διακρίνουν με κάθε σαφήνεια τα πεδία των υπολοίπων επιστημών από εκείνα της γλώσσας, των κειμένων, της λογοτεχνίας και της τέχνης'". Η διάκρισή τους στηρίζεται σε μια ολόκληρη σειρά διαφορετικών ση-μείων που εδώ συνοψίζω. α) Σχετικά με τον στόχο ή με «αυτό, περί του οποίου πρόκειται» στις δύο περιπτώσεις: Στη φιλοσοφία και την επιστήμη είναι η, όσο αυτό είναι δυνατόν, αντικειμενική γνώση της πραγματικότητας, η επιστημονική αλή-θεια. Ενώ στη λογοτεχνία μπ;ορεί να είναι βέβαια συχνά η γνώση και η α-λήθεια, αλλά όχι ακριβώς όπως στην επιστήμη (αυτό θα φανεί και από τα επόμενα σημεία), αλλά άλλου γένους και πάντως με άλλη μορφή. Εδώ εί-ναι αναγκαίο να διακρίνομε δύο μορφές και έννοιες της αλήθειας: αα) την συνήθη στην επιστήμη έννοια της αλήθειας ως συμφωνίας των προτάσεων με την πραγματικότητα ή γενικότερα (για να συμπεριλάβαμε και τη λογική ορθότητα) με την έννοια της εσωτερικής συνέπειας των προ-τάσεων προς ένα δεδομένο σύστημα αποδεκτών εννοιών, αρχών (π.χ. α-ξιωμάτων), προκειμένων, προύποθέσων κοκ. (αυτή που συνήθως ονομά-ζεται «προτασιακή αλήθεια»). ββ) την ριζικά διαφορετική σημασία της «αλήθειας», όπως αυτή εννοεί-ται, όταν αναφέρεται όχι απλά σε προτάσεις αλλά στον ίδιο τον κόσμο και τα όντα (συμπεριλαμβανομένων των έργων τέχνης). Εδώ διαφέρουν φυσικά οι ερμηνευτικές προσεγγίσεις .πολύ και κυμαίνονται από την ο-ντολογικής (και όχι γνωσιολογικής) τάξεως «δημιουργική διάνοιξη ή α-νοιχτότητα του κόσμου» (Χάϊντέγγερ) μέχρι την «αυθεντικότητα» και «ει-λικρίνεια» της καλλιτεχνικής έκφρασης (Χάμπερμας). Σ' αυτόν τον συ-σχετισμό, συμβάλλει στην αποσαφήνιση των σχετικών εννοιών η διάκριση ανάμεσα στην «αλήθεια 1» (δημιουργική διάνοιξη ή, τελικά, κατανόηση του κόσμου, ποιητική ή δραματική πράξη) και την «αλήθεια 2» (ανακάλυ-ψη και διαπίστωση γεγονότων και της πραγματικότητας) (Φρανκ.)".

(19)

Σε αντίθεση λοιπόν με τη φιλοσοφία και τις επιστήμες, το ζητούμενο στην τέχνη είναι - γ ι α να μεταχειριστούμε την παραπάνω ορολογία- η «αλήθεια (1)» (ή «αλήθεια της τέχνης»), η γνησιότητα και αυθεντικότητα της έκφρασης, η ομορφιά. β) Σχετικά με τη μορφή του λόγου ή της έκφοασης: στη φιλοσοφία, πρό-κειται για τον θεωρητικό ή επιστημονικό ή ορθολογικό ή έλλογο λόγο και διάλογο («discourse») με όσες αξιώσεις αυτό συνεπάγεται· ενώ στη λογο-τεχνία, πρόκειται για τον ποιητικό ή λογοτεχνικό ή καλλιτεχνικό λόγο, που είναι ένας λόγος άλλου γένους. γ) Οι παραπάνω διαφορές συνεπιφέρουν μια σειρά συνεπειών αποφα-σιστικής σημασίας ως προς τις αξιώσεις ή απαιτήσεις που τίθενται - όχι αυθαίρετα, αλλά από τη φύση του πράγματος. Στη φιλοσοφία ισχύουν, κατά το δυνατόν, οι αξιώσεις της επιστημονικής μεθοδολογίας, δηλ. της λογικής ορθότητας και της ουσιαστικής αλήθειας ή βασιμότητας, ενώ στη λογοτεχνία δεν συμβαίνει αυτό. Στη φιλοσοφία υποχρεούμαστε να ρωτού-με, ποιό είναι ακριβώς το πρόβλημα ή το ζήτημα, στο οποίο γυρεύομε την απαντηση, ποιό είναι το κατά το δυνατόν ακριβές νόημα των λεγομένων, αν οι προτάσεις είναι αληθείς ή ψευδείς, αν τα επιχειρήματα είναι έγκυρα ή άκυρα, αν οι ισχυρισμοί έχουν στήριξη (θεμελίωση) σε επαρκή στοιχεία ή όχι. Και είναι άλλο θέμα ότι βεβαίως η απάντηση μπορεί να είναι κάθε φορά: «δεν ξέρομε», «πιθανόν» κοκ. Η δυνατότητα της πλάνης και του λάθους, και αντίστοιχα της διόρθωσής τους, αναγνωρίζεται πλήρως, χω-ρίς αυτό να αναιρεί κατ' αρχήν το αίτημα και την απαίτηση της αλήθειας στις επιστήμες. Αντίθετα, στη λογοτεχνία δεν ισχύουν αυτά. Μπορεί να απορρίπτονται οι απαιτήσεις αυτές «ποιητική αδεία» με μια ουσιαστική σημασία του ό-ρου. δ) Τέλος, όλες αυτές οι διαφορές σχετίζονται με μια ακόμη θεμελιώ-δους σημασίας: τη διαφορά ως προς τη γλώσσα. Στη φιλοσοφία και τις ε-πιστήμες, η λειτουργία (ή η χρήση) της γλώσσας συνίσταται στη διαπίστω-ση και την έκθεδιαπίστω-ση (ή διαπραγμάτευδιαπίστω-ση, περιγραφή) της πραγματικότητας με την ευρύτατη έννοια (εμπειρικής ή, ενδεχομένως, μεταφυσικής) και συ-νεπώς της αλήθειας. Αντίθετα, στην τέχνη η λειτουργία της γλώσσας συνί-σταται στην έκφραση του υποκειμενικού (ή «εσωτερικού») κόσμου και αι-σθημάτων, τη μετάδοση της «συγκίνησης» κοκ.'2. 2. Η νεότερη (μετά Μαλλαρμέ) «λογοτεχνία» (εντός εισαγωγικών) συ-γκροτεί αυτό π ο υ αποκαλεί ο Ντεριντά το «γενικό κείμενο» ως το «μεταξύ» (εννοεί μεταξύ λογοτεχνίας και φιλοσοφίας). Βέβαια, ο ίδιος το χαρακτηρίζει ως «μεταξύ», «γωνία», «υμένα» κτλ., αλλά είναι, τελικά,

(20)

αρ-20 Αισθητική και θεωρία της Τέχνΐ)5 κετά σαφές ότι αυτό το «γενικό κείμενο» ανήκει στον χώρο της τέχνης του λόγου (της «λογοτεχνίας») με την συνήθη, ευρεία έννοια του όρου και σε διάκριση από τη φιλοσοφία: «Υπάρχει ένα τέτοιο γενικό κείμενο παντού όπου (δηλαδή, παντού) αυτός ο λόγος [εννοείται: ο φιλοσοφικός] και η τάξη του υπερχειλίζουν...»". Τα «κείμενα» είναι, τελικά, λογοτεχνικού ή ρητορικού χαρακτήρα και ως τέτοια θα πρέπει να αντιμετωπίζονται. Αρα, το «γενικό κείμενο» δεν υπόκειται στις δεσμεύσεις, οι οποίες αφορούν τον φιλοσοφικό και επιστημονικό λόγο. Παρόλα αυτά, στο «γενικό κείμενο» ανατίθεται το έργο της υπονομεύ-σεως ή «αποδομήυπονομεύ-σεως» ή αντιστάυπονομεύ-σεως κατά των φιλοσοφικών εννοιών, οι οποίες εκυριάρχησαν τόσο στη φιλοσοφία όσο και στη λογοτεχνία, και τε-λικά της αμφισβήτησης της αυθεντίας της φιλοσοφίας: «[Ο υμήν] ξεγελά και ανατρέπει όλες τις οντολογίες, όλα τα φιλοσοφήματα, όλους τους τρόπους της διαλεκτικής». «Αυτή η μετατόπιση (ή εκτόπιση) (του Πλατω-νισμού και της κληρονομιάς του] είναι πάντοτε ένα αποτέλεσμα της γλώσ-σας ή της γραφής, της σύνταξης, και ποτέ απλά η διαλεκτική ανατροπή μιας έννοιας (σημαινομένου)»'·*. Η κριτική της φιλοσοφίας και της επιστήμης - ακόμα και όταν τίθενται τόσο υπέρογκοι στόχοι όπως «η αποδόμηση όλων των κληρονομημένων εννοιών, σε όλα τα πεδία (ψυχανάλυση, λογοτεχνική κριτική, ανθρωπολο-γία, κοινωνιολοανθρωπολο-γία, γλωσσολοανθρωπολο-γία, φιλοσοφία κτλ.) με όρους της προβλη-ματικής της γραφής»'5 - εςρόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, θα μπορούσε πράγματι να είναι γόνιμη. Αλλά αυτή ακριβώς η απορία γεννά-ται εδώ: είναι δυνατόν, εργαζόμενοι με κείμενα, που έχουν χαρακτήρα λο-γοτεχνικό, ρητορικό, ποιητικό κοκ., να ασκούμε κριτική σε κείμενα φιλο-σοφικά και επιστημονικά με εκπεφρασμένη μάλιστα εκ των προτέρων πρό-θεση αναιρέσεώς τους; Μήπως θα ήταν πιο φρόνιμο να θυμόμαστε την υ-πόμνηση του Καντ: «επειδή αντίκειται σε όλους τους θεμελιώδεις κανόνες της φιλοσοφικής μεθόδου να αποδεχόμαστε ήδη εκ των προτέρων ως απο-ςρασισμένο εκείνο, για το οποίο ακριβώς πρόκειται να αποφασίσομε»; Για να μπορεί να υπάρξει έγκυρος θεωρητικός διάλογος θα πρέπει να συνομολογείται από τους διαλεγομένους μια σειρά «σιωπηρών προϋπο-θέσεων» (Wittgenstein), οι οποίες στην περίπτωσή μας συνοψίζονται στην αποδοχή των όρων του ορθολογικού ή ελλόγου δ ι α λ ό γ ο υ Δ ε ν είναι δυ-νατόν να ασκείται κριτική - ούτε καν να αρχίζει ο σχετικός διάλογος - με βάση προτάσεις που: α) δεν αναγνωρίζουν κατ' αρχήν την ανάγκη του, όσο γίνεται, σαφούς και ακριβούς νοήματος των λεγομένων, αλλά αντίθετα -με ποιά πρόθεση, είναι άλλο θέμα- δίδουν συχνά την εντύποκίη ότι ο λόγος τους είναι κυρίως

(21)

QTitoQixôç ή ψευδοςητοοικός, ότι αναλίσκονται σε αυτοαναιςούμενα ή ακα-τάλτριτα λογοπαίγνια: «Αυτές οι «λέξεις» επιτρέπουν μέσα στα παιγνίδια τους τόσο την αντίφαση όσο και τη μη-αντίφαση (καθώς και την αντίφαση και τη μη-αντίφαση μ ε τ α ξ ύ τ ^ αντίφασης και της μη-αντίφασης)»'«. β) ακόμα χειρότερα, δεν αναγνωρίζουν τη δυνατότητα θεωρητικά αλη-θινών προτάσεων και τη διάκριση αλήθεια - ψεύδος, αλλά σκοπεύουν να την καταργήσουν. Εδώ όμως πια γεννάται ένα σοβαρό ζήτημα. Εάν ο στόχος είναι η «αποδόμηση» (αναίρεση κτλ.) φιλοσοφικών και επιστημονικών εννοιών -και τελικά της «τάξης της αλήθειας», του «θεωρητικού ή εννοιολογικού διαλόγου», της Μεταφυσικής κοκ.- ερωτάται, σε ποια βάση ή ποιό πεδίο αναλαμβάνεται το έργο αυτό; Ποιό είναι το «γένος» ή το «status» των σχε-τικών θέσεων, προτάσεων και του όλου εγχειρήματος; Εάν είναι το ρητο-ρικό ή ποιητικό ή λογοτεχνικό γένος, τότε δεν είναι δυνατή, σύμφωνο με τα παραπάνω, η κριτική κατά του φιλοσοφικού λόγου, αφού τα δύο αυτά πεδία είναι ετερογενή και υπάγονται σε διαφορετικούς όρους «λει-τουργίας». Εάν όμως η σκοπιά τους είναι φιλοσοφική, εάν επικαλούνται κατ' αρχήν για τους ισχυρισμούς τους (έστω και έμμεσα ή σιωπηρά) αξιώ-σεις αλήθειας και εγκυρότητας, τότε έχουν ήδη υποπέσει στην αντίφαση να αποδέχονται (έμμεσα ή σιωπηρά) αυτό ακριβώς, εναντίον του οποίου στρέφονται, δηλ. την «τάξη του λόγου και της αλήθειας». Την ακόλουθη απορία δεν μπορεί να αποφύγει κανείς. Ο Ντεριντά κά-νει αρκετά σαφές δτι αντιλαμβάνεται το σύνολο της δυτικής φιλοσοφικής παράδοσης κατά ενιαίο τρόπο. Συγκεκριμένα, α)ς ένα ενιαίο ρεύμα που θα μπορούσε κανείς να ονομάσει «Λογοκρατία», «Μεταφυσική» ή «Πλατω-νισμό» -«όπου «Πλατωνισμός» εδώ σημαίνει λίγο ή πολύ άμεσα ολόκλη-ρη την ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας, συμπεριλαμβανομένων των αντι-Πλατωνισμών που τακτικά την τροςκ)δοτούν»- ως εάν ο φιλοσοφικός λό-γος και η παράδοσή του εκυριαρχούντο από μια ενιαία και μονολιθική «τάξη»: «την ουσία, το νόημα, την αλήθεια, τη σημασία, τη συνείδηση, την ιδεατότητα κτλ.»". Ο Ντεριντά ςραίνεται να διαβάζει τη φιλοσοφική παράδοση με μια απο-κλειστικά νιτσεϊκή ή χαϊντεγγεριανή ματιά: για όλες τις αρνητικές εξελί-ξεις σ' αυτήν είναι υπεύθυνες, για να το πούμε σύντομα, η λογοκρατία, ο λογοκεντρισμός, ο ιδεαλισμός και η μεταφυσική - και γι* αυτές, ο Πλάτων. Είναι όμως έτσι; Η ανάγνωση αυτή παραβλέπει ότι η ιστορία της φιλο-σοφίας δεν είναι ένα ενιαίο ρεύμα, αλλά ότι σ* αυτήν συνυπήρξαν πάντο-τε και εξ αρχής τάσεις κριτικές, σκεπτικιστικές και αρνητικές της λογο-κρατίας και της μεταφυσικής.

(22)

22 Αισθητική και θεωρία της Τέχνΐ)5 Γ ' Από τον Ντεριντά στον Νίτσε θ α μας βοηθήσει, νομίζω, να κρίνομε το ζήτημά μας ορθότερα, μια σύ-ντομη αναφορά στον γενάρχη των εξεταζομένων απόψεων: τον Φρειδε-ρίκο Νίτσε. Δεν είναι ίσως ο πρώτος, αλλά είναι εκείνος που εξέφρασε με ρωμαλεότητα την ανάγκη της καθάρσεως του αισθητικού φαινομένου, της αισθητικής εμπειρίας, από κάθε ανάμιξη θεωρητικού ή ηθικού στοιχείου. Το ζητούμενο είναι η λύτρωση, η δικαίωση της ζωής, η οποία ανατίθεται στην αισθητική εμπειρία - το τόλμημα «να δούμε την επιστήμη από την ο-πτιχή γωνία τον καλλιτέχνη, αλλά την τέχνη από εκείνη της ζωής...χ20. Δεν θα υπήρχε καμιά αντίρρηση εναντίον της απόψεως ότι η μόνη (ή α-ληθινή, αυθεντική κοκ.) δικαίωση της ζωής είναι η θεώρησή της από την αισθητική σκοπιά, η οποία αντίθετα μου φαίνεται εύλογη. Το πρόβλημα γεννάται, εφόσον: α) ανάγονται τα πάντα στο αισθητικό φαινόμενο ή πεδίο και έτσι αμφι-σβητείται η ανεξαρτησία των λογικών, θεωρητικών, ηθικών κτλ. κριτη-ρίων από κατηγορίες αισθητικές ή φυσικές, βιολογικές κοκ. και β) επιχει-ρείται μια συνολική («ολιστική») κριτική εναντίον του Λόγου ή της ορθο-λογικότητας -αλλά και της Μεταφυσικής ή της Ηθικής, της Πολιτικής κοκ.- από τη σκοπιά ενός χώρου που βρίσκεται ολωσδιόλου εκτός του Λόγου, συγκεκριμένα από το πεδίο του «γούστου» - «πέραν του καλού και του κακού» και, τηρουμένων των αναλογιών, πέραν του αληθούς και του ψευδούς. Επειδή είναι άλλο πράγμα να εξέρχεται κανείς από το πεδίο του Λόγου ή του ελλόγου - αυτό είναι θέμα επιλογής και αποφάσεως και, ως τέτοιο, η σχετική απόφαση είναι θεμιτή. Και είναι άλλο πράγμα, αφού αποχωρήσει κανείς από το πεδίο αυτό, να αναγορεύει τα αντίθετά του (το παράλογο ή το άλογο ή το εξωλογικό στοιχείο ή το «άλλο του Λόγου» ή όπως αλλιώς το ονομάσομε) ως το θεμέλιο, με βάση το οποίο θα «αποδομήσει» («αναι-ρέσει», «υπερβεί» κοκ.) το πεδίο του Λόγου. Το τελευταίο αυτό είναι - α π ό τη σκοπιά βέβαια του Λόγου ή της ορθολογικότητας, από την οποία και μό-νο είναι δυνατή κατ' αρχήν η έγκυρη κρίση θεωρητικών ζητημάτων- απλώς αδύνατον. Διότι από μια σκοπιά που βρίσκεται εκτός του Λόγου ή σε ένα πεδίο ετερογενές σε σχέση με τον Λόγο -π.χ. υπό το κράτος μιας ισχυρής συγκίνησης ή βιώματος καλλιτεχνικής ή ερωτικής ή άλλης ανάλογης φύσης-καταργείται η δυνατότητα ελλόγου κρίσεως για θεωρητικά ζητήματα, αίρο-νται οι αντιθέσεις και διαφορές αλήθειας και πλάνης ή λάθους: τα πάντα εί-ναι αληθή ή τα πάντα είεί-ναι ψευδή ή αβέβαια κατά βούλησιν.

(23)

Μια τελευταία παρατήρηση. Τα παραπάνω δεν θα πρέπει να παρανοη-θούν και να εκληφπαρανοη-θούν ως υπερτίμηση της θεωρητικής δραστηριότητας εις βάρος της ποιητικής λ.χ. ή της τέχνης. Απέβλεπαν απλά στο να υπενθυμί-σουν ορισμένες αναγκαίες διακρίσεις. Όσο για τα άλλα, ελπίζω να θυμόμα-στε καμιά φορά ότι «Υπάρχουν περισσότερα πράγματα στον ουρανό και τη γη, Οράτιε, από όσα ονειρεύτηκε η φιλοσοφία μας» (Χάμλετ, Α, S)^'. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Το παράθεμα πτον Γ. ΣεφίοΊ. «Δοκιμές», 5η έκ., Αθήνα Ο'καοος), 1984, τ. Α ' , σ. 57 και 149.

2. Δες J. Derrida, «Dissémination», Chicago (C.U.P.), 1982.

«Of Grammatology», Baltimore (Johns Hopkins U.P.), 1976. «Positions» Chicago (C.U.P.), 1971.

Από τη βιβλιογοαφία ιδιαίτεοα χρήσιμα για τη σαφήνειά τους: R. Gasche, «The Tain of the Mirror. Derrida and the Philosophy of Reflection», Cambridge, Mass. - London (Harvard U.P.), 1986. M. Frank, «Das individuelle Aligemeine», Frankfurt/M. (Suhrkamp), 1985, no. 4886. -Από την άλλη πλευρά, J. Habermas, «Der philosophische Diskurs der Moderne», Frankfurt/M. (Suhrkamp), 1985, κεφ. VII.

3. Δες «Positions», ο.π., πα. 59 επ., 69 επ. - Πρβλ. ιδιαίτερα τα κείμενα «Tympan» και «The Double Session» (σε αυτά παραπέμπω στην έκδοση: Ρ. Kamuf (ed.), «A Derrida Reader», New York (Columbia U.P.), 1991, σσ. 148-168 και 171-199, αντίστοιχα).

4. Γ. Σϊφέρης, «Δοκιμές», ο.π., τ. Β ' , σ. 53. - Πρβλ. Ν. Βαγενά, «Ο ποιητής και ο χορευτής», Αθήνα (Κέδρος), 1979, σπ. 44 επ., 49 επ. (και σημ. 108-115 στη σ. 305 με περαιτέ-ρω βιβλιογραφία). - Για το θέμα δες ιδιαίτερα το έργο του R. Berthes π.χ. «Critique et Vérité», Paris (du Seuil), 1966 και «Leçon». Paris (du Seuil). 1978.

5. J. Derrida, «Of Grammatology», ο.π. (οημ. 2), σ. 160.

6. Αριστοτέλους «Μετά τα Φυσικά», Ε 1,1025 b 25 και «Τοπικά» Ζ 6,145 α, 15-16. 7. F. Bacon, «De dignitate et augmentis scientiarum», 2, I.

8. J. H. Lambert, «Drei Abhandlungen zum Systembegriff» (1782, 1787). To παράθεμα πρό-χειρα πτο: Η. Seiffert/G. Radnitzky (εκδ.), «Handlexikon zur Wissenschaltstheorie», München (dtv), 1992, σ. 339.

9. I. Καντ, «Κριτική της Κρίσης» (1790), Hamburg (F. Meiner), 1974, σ, 36 (σ, LVIII της πρωτότ. έκδ.)

10. Δες π.χ. Seiffert/Radnitzky, ο.π. (σημ. 8), οσ. 344-352 με περαιτέρω βιβλιογραφία. 11. Δες Μ. Heidegger, «Der Ursprung des Kunstwerkes» στο «Holzwege», Frenkfurt/M (Klostermann), 1950. (Ελληνική μετάφραση με εισαγωγή και σχόλια Γ. Τξαβάρα: «Η προέ-λευση του έργου τέχνης», Αθήνα, Δωδώνη, 1986). - J. Habermas, «Tlieorie des kommuni-kativen Handelns», Frankfurt/M (Suhrkamp), 1981, τ. 1, σσ. 372 επ., ιδιαίτερα 435-452, - M. Frank, «Einfuhrung in die fruhromantische Ästhetik», Frankfurt/M (Suhrkamp), σ. 17.

12. Για το θέμα αυτό πρβλ. ιδιαίτερα: I.A. Richards, «Principles of Literary Criticicm» (1924), London (Routledge and Kegan Paul), 1983, κεφ. 34. - Κ. Buhler, «Sprachtheorie». Jena

1934, - J. Habermas, ο.π. (σημ. 11).

(24)

24 Αισθητική και θεωρία της Τέχνΐ)5

14. J. Derrida, «The Double Session», ο.π. (σημ. 3), a. 187,185. 15. J. Derrida, «Positions», ο.π. (σημ. 2), σ. 114. 16.1. Καντ, «Κοιτιχή του ποοκτικοϋ Λΰγου» (1788), Hamburg (F. Meiner) 1974, a. 74 (σ, 110-111 της ποωτότ.έχό.) 17. Δες L. Wittgenstein, «Φιλοσοφιχίς Έρευνες» (εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Π. Χρι-στοδουλίόη), Αθήνα (ΠαΛΟζήσης), 1977, σ. 228, - Για τη λογικότητα ως πιωπηοή προϋπόθεση πρβλ. Θ.Ν. Πελεγρ(νη, «Η ανθρώπινη ύπαρξη», Αθήνα (Καρδαμίτσας), 1985, σσ. 25-41 και «Η θεμελί(ΰση του ηθικού Ρίου», Αθήνα (Καρδαμίτσας), 1986, σσ. 90-98.

18. J. Derrida, «The Double Session», ο.π. (σημ. 3), σ. 190.

19. Τα παραθέματα στα «The Double Session», ο.π. (σημ. 3), σ. 177 και «Positions», ο. 59. 20. F. Nietzsche, «Die Geburt der Tragödie» στο G. Colli - M. Montinarl (έκδ,), «Sämtliche Werke», Berlin (de Gniyter), 1967κ.ε.,τ. Ι,σ. 14.

21. Σύμφωνα με τη νέα έκδοση «The Oxford Shakespeare», G. R. Hibbard (έκδ.), «Hamlet», Oxford (O.U.P.), 1987:

«There are more things in heaven and earth, Horatio, Than are dreamt of In our philosophy.» (1,5, στ. 174-5) (οι προηγούμενες εκδόσεις είχαν «in your philosophy»).

(25)

Το έργο τέχνης:

πρόβλημα οντολογίας ή πρόβλημα ορισμού;

Θεωρητική προσέγγιση

1. Η προσπάθεια οοιοθέτησης του πλάτους της έννοιας «έργο τέχνης» στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα φαίνεται τουλάχιστον ανέλπιδη, αν, βέβαια κάποιος δεν χρησιμοποιεί σαν σημείο εκκίνησης μια δεδομένη κο-σμολογική θέση, από την οποία ya κατέρχεται προς επιλεγμένα κατασκευ-άσματα που να ονομάζει «έργα τέχνης» προκειμένου να την επικυρώσει, αλλά αν αντίθετα προσπαθεί να ορίσει την έννοια παρατηρώντας όσα έρ-γα είναι υποψήφια προς ένταξη στο πλάτος της. Και τούτο επειδή με μια πρώτη ματιά η κατασκευαστική ανομοιογένεια των έργων είναι τόσο εξαι-ρετικά εκτεταμένη, ώστε να αποκλείει την διάκριση κοινών χαρακτήρων και να ανατρέπει τους «κλασικούς» ορισμούς του έργου τέχνης. Πίσω όμως από κάθε πρόβλημα ορισμού κρύβεται συνήθως ένα πρό-βλημα οντολογίας, που παρουσιάζει δύο όψεις: αφ' ενός τι είδους όντα περιλαμβάνει μια οντολογική παραδοχή, αφ' ετέρου με τι είδους γλώσσα περιγράφονται αυτά. Και όταν αναφέρομαι στο είδος της γλώσσας, στην πραγματικότητα εννοώ τις σχέσεις μεταξύ μιας λογικής κατά το βάθος και μιας λογικής κατά το πλάτος των εννοιών οι οποίες ονομάζουν τα ό-ντα της παραδοχής αυτής. 2. Στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα κανένας ορισμός του έργου τέ-χνης, όσο ασαφής ή μεταφορικός και αν είναι, επομένως και καμιά οντο-λογία που να περικλείει «έργα τέχνης», δεν αρνείται πως αυτά είναι και ε-μπειρικά αντικείμενα ή τουλάχιστον αντιστοιχούν προς τέτοια. Αλλά οι ρυθμιστικοί παράγοντες της εκάστοτε γλώσσας περιγραφής είναι η

(26)

κατη-26 Αιοβητιχή xat βεωρία της Τέχνης γόρηση, οι ποσοδείχτες και τα προτασιακά (αληθοσυναρτησιακά) συνδετι-κά, παράγοντες δηλαδή που συγκεκριμενοποιούν την υπό περιγρσφήν ο-ντολογική παραδοχή'. Αν δεχτώ ότι (3χ) (χ είναι έργο τέχνης), τότε μπορώ να δηλώσω είτε ότι υπάρχει ένα χ τέτοιο που καλείται έργο τέχνης, είτε ότι υπάρχει κάτι έτσι, ώστε αυτό να είναι έργο τέχνης. Η δήλωση μου αποτελείται από τον υπαρ-κτικό ποσοδείκτη (προσδιορισμό πλάτους) «3χ», το κατηγόρημα «είναι έργο τέχνης» και ένα «χ» που, ως φορέας χαρακτήρα, μου υποδεικνύει υπό ποιόν ποσοδείκτη υπάγεται το κατηγόρημα. Σύμφωνα με την γλωσσι-κή λειτουργία της πρότασης έχω δεσμευτεί, αν την δηλώσω, να δεχτώ πως τα έργα τέχνης είναι υπαρκτά, όμως το χ ως φορέας χαρακτήρα σηματο-δοτεί το είδος της κατηγοριοποίησης, αν δηλαδή αυτή είναι συμβατιστική (σύμφωνα με την πρώτη ερμηνεία) ή μη (σύμφωνα με την δεύτερη ερμη-νεία). Οδηγούμαι επομένως οτο πρόβλημα των εξωτερικών και των εσω-τερικών ιδιοτήτων του αντικειμένου χ. 3. Αν αναγνωρίζω ένα αντικείμενο μέσω μιας περιγραφής, τότε το αντι-κείμενο είναι ο φορέας εκείνων των ιδιοτήτων που παράγουν αντιληπτι-κές ποιότητες απαραίτητες για την σύσταση αυτής της περιγραφής. Ως γνώστης μιας γλώσσας μπορώ να χρησιμοποιήσω διάφορες διαδικασίες αναγνώρισης (δηλαδή επιλογής ιδιοτήτων) προς τις οποίες να αντιστοιχεί το ίδιο όνομα, με αποτέλεσμα διάφορες παραδηλώσεις ουσιαστικά άχρη-στες για την διαμόρφωση αναγκαίας αλήθειας. Μια ιδιότητα είναι εσωτερική (δηλαδή αποδίδει ποιότητα-χαρακτήρα), όταν δεν μεταβιβάζεται καμιά πληροφορία για το αντικείμενο από όποιον δηλώνει ότι τούτο την απώλεσε. Και μια ιδιότητα είναι εξωτερική, αν με-ταβιβάζεται πληροφορία από όποιον δηλώνει πως η ιδιότητα αίρεται (ό-ταν προκύπτει μία κατάσταση πραγμάτων που επαληθεύει τη δήλωση αυ-τή2). Αν οι χαρακτήρες του χ ανάγονται σε εξωτερικές ιδιότητες, τότε οι ορι-σμοί του έργου τέχνης μπορούν να υπαγορεύονται από την ακραία^ ή την μετριοπαθής θεσμική θεωρία, ή από τον εξωτερικό^ και τον εσωτερικό« ι-στορικισμό ή από την θεωρία των οικογενειακών ομοιοτήτων^. Και οι τρεις περιπτώσεις είναι ανασκευάσιμες», αλλά κυρίως δεν διακρίνουν ο-ντολογικές αναφορές, δηλαδή διαφοροποιήσεις περιγραφής μεταξύ έργων τέχνης, αντικειμένων design, ready-made κλπ. Αν οι χαρακτήρες του χ α-νάγονται σε εσωτερικές ιδιότητες, τότε ο ορισμός του έργου τέχνης μπο-ρεί να υπαγορεύεται μόνον από τον φορμαλισμό. 4. Ένας τέτοιου είδους φορμαλιστικός ορισμός μπορεί εύκολα να πα-ρεξηγηθεί ως κανονιστικός. Στην πραγματικότητα αυτό αποκλείεται,

(27)

ε-πειδή η αναγωγή σε εσωτερικές ιδιότητες (α) αποτελεί βάση της σαφούς διάκρισης μεταξύ της μεταβατικής και της αμετάβατης χρήσης του όρου «αισθητική αξία»'· (β) είναι μη συμβατιστική, επομένως επισημαίνεται η μεγαλύτερη ετοιμότητά μας να μιλήσουμε με γλώσσα αναφερόμενη σε αι-σθητηριακούς (αντιληπτικούς) διεγερτές, παρά σε γλώσσα που ανήκει α-ποκλειστικά σε ερμηνευτικό μοντέλο- (γ) το ενδιαφέρον του παρατηρητή για ένα χ που επιλέγει να περιγράψει με ποιότητες-χαρακτήρες αναγόμε-νες σε εσωτερικές ιδιότητες υπαγορεύεται αναπόφευκτα από το βαθύ υπό-στρωμα. Αντιθέτως οι ορισμοί που περιγρά(ρουν το χ με ποιότητες-χαρα-κτήρες αναγόμενες σε εξωτερικές ιδιότητες καταλήγουν οπωσδήποτε κα-νονιστικοί, επειδή (α) χρησιμοποιούν τον όρο «αισθητική αξία» μεταβατι-κά και αμετάβατα αδιακρίτως (η περίπτωση της αισθητικής στάσης)· (β) είναι συμβατιστικοί, άρα τείνουν να αγνοήσουν το γεγονός ότι η κοινή λο-γική προϋποθέτει περισσότερο μια ρεαλιστική, παρά μια ινστρουμενταλι-στική χρήση εκείνου που θεωρούμε γνώση περί ενός αντικειμένου'"· (γ) το ενδιαφέρον του παρατηρητή για ένα χ που επιλέγει να περιγράφει με ποι-ότητες-χαρακτήρες αναγόμενες σε εξωτερικές ιδιότητες ρυθμίζεται κατ' εκπαίδευση από το τοπικό υπόστρωμα" μέσω εννοιακών σχημάτων μη ε-πιβεβαιωμένων κατ' ανάγκην εμπειρικά, αλλά τα οποία αποδίδουν πλη-ροφορίες κοινές στα πλαίσια της ομάδας που μέσα της δρα ο παρατηρη-τής. Τέλος, ο φορμαλιστικός ορισμός διευκολύνει την διατύπωση αισθητι-κών κριτιαισθητι-κών προτάσεων, ενώ οι συμβατιστικοί ορισμοί επιτρέπουν την υποκατάσταση των προτάσεων αυτών από εκτιμήσεις, αξιολογικές προ-τάσεις ή ερμηνείες'2. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Βλ. και W.V.O. Quine: The Roots of Reference, Open Coun. U Salle III., 1973. 2. Βλ. χαιT. Sprigge: "Internal and External Properties", ΜίΠ(1,τ.Ί\. 1962, σσ. 197-212. 3. G. Dickie, The Art Circle, N.Y., 1985.

4. A. Danto: The Transfiguration of the Commonplace, Cambridge Mass., 1981.

5. Βλ. J.D.Carney: "Style Theory of Art", Pacific Philosophical Quarterly, t.Tl. 1991. οσ. 273-289.

6. Βλ. και J. Levlnson: "Extending Art Historically", The Journal of Aesthetics and Art

Criticism, τ. 51, No. 3,1993; σσ. 411 -423.

7. Βλ. και τα άρβοα των Ziff, Weltz και Kennick ατην ανθολογία του W. Elton (ed.).

Aesthetics and Language. Β. Blackwell, Oxford, 1954.

8. R. Wollheim: "The Institutional Theory of Art", Art and its Objects. Cambridge Univ. Press, Cambridge, 1980. G. Oppy, "On Defining Art Historically", The British Journal of

(28)

28 Αισθυτιχήχαιβίωρία της Τέχνης

Generalisation Concerning the Arts", Aesthetics (eds. G. Dickie and R. Sciafani), St. Manins Press, New Yoric, 1977.

9. Βλ. χαι R. Gaskin, "Can Aesthetic Value be Explained?", Brlttsh Journal of Aesthetics, x. 29. No. 4, 1989, σα. 329-340.

10. M. Beardsley, "The Instrumentalist Theory of Aesthetic Value", Smoductory Readings in

Aesthetics (ed. J. Hospers), The Free Press, N.Y., 1969.

11. Βλ. xoi J. Searle, Speech Acts, Cambridge Press, Cambridge, 1983.

(29)

ΦΙΛΗΜΩΝΠΑΙΟΝΙΔΗΣ

Αισθητική, τέχνη, ηθική

Η διερει3νηση της προβληματικής των σχέσεων αισθητικής, τέχνης και ηθικής θα απαιτούσε εκτενή συζήτηση, η οποία δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο μιας σύντομης ανακοίνωσης. Εδώ θα επιχειρηθεί μια πρώτη παρουσίαση ορισμένων μόνο πτυχών αυτής της προβληματικής. Στο πρώ-το μέρος της εργασίας θα προτείνουμε μια γενική θεώρηση πρώ-του συσχετι-σμού ηθικών και αισθητικών ή καλλιτεχνικών αξιών, ενώ στο δεύτερο θα εξετάσουμε ειδικότερα ηθικά ερωτήματα που αφορούν διάφορες όψεις της καλλιτεχνικής δημιουργίας ^ Α. Η ΠροβληματίΗή της Ηθικής και της Αισθητικής Είναι γνωστό πως ένα βασικό ζήτημα που απασχολεί τη φιλοσοφική σκέψη έχει να κάνει με την ενδεχόμενη απόκλιση ή και σύγκρουση ανάμεσα στην αισθητική και την ηθική σκοπιά προσέγγισης των ανθρώπινων κατα-στάσεων. Το ορθολογικό υποκείμενο ρυθμίζει τη συμπεριφορά του με ανα-φορά σε ποικίλες αξίες που παρέχουν κίνητρα για συγκεκριμένες πράξεις. Το πρόβλημα είναι η ιεράρχηση αυτών των αξιών μέσα σ' ένα ενιαίο πλαί-σιο. Αν εξαιρέσει κανείς τη φυσική προτεραιότητα θετικής αποτίμησης υ-λικών στοιχείων που είναι απαραίτητα για την ικανοποίηση βασικών ανα-γκών επιβίωσης, δεν είναι διόλου προφανής η σειρά επιλογής «ανώτερων» ιδεωδών που υπαγορεύουν τη μία ή την άλλη οργάνωση του βίου. Έτσι, α-νάλογα με την έμφαση που δίνει σε κάποια απ' αυτά τα ιδεώδη, μπορεί κα-νείς να υιοθετεί γενικές οπτικές γωνίες οι οποίες επιβάλλουν και επί

(30)

μέ-30 Αίοβητίχή wxi θεωρία της Τέχνης ρους ιεραρχήσεις. Μπορούμε, πράγματι, να κάνουμε λόγο για αισθητική, ηθική ή θρησκευτική «σκοπιά» θεώρησης καταστάσεων που αντιδιαστέλ-λονται προς κάθε άμεσα πρακτική -«συμφεροντολογική» (prudential)- α-ντιμετώπιση. Βέβαια, υποστηρίζεται συνήθως πως ο κεντρικός ρόλος των θεσμών της ηθικής για την αναγκαία διατήρηση της συνοχής της κοινωνι-κής ομάδας τους εξασφαλίζει κάποιο σημαντικό προβάδισμα στην αξιολο-γική κατάταξη. Όμως αυτή η δικαιολόγηση της προνομιακής υιοθέτησης της ηθικής σκοπιάς σε κοινωνικό-συλλογικό επίπεδο δεν παρέχει αδιαμφι-σβήτητα αντικειμενικά κριτήρια για την υποστήριξη της προτεραιότητάς της στην περίπτωση του κάθε ατόμου, εξεταζομένου ξεχωριστά και μέσα από το πρίσμα των υποκειμενικών διαφερόντων και αξιολογήσεών του. Κατ' αυτό τον τρόπο προβάλλονται εξω-ηθικές συλλήψεις ενός τελικού α-γαθού ή αγαθών, οι οποίες ανταγωνίζονται τις αξιώσεις της ηθικής, συχνά στο όνομα μιας, υποτίθεται υψηλότερης, αισθητικής σκοπιάς^. Αναρωτιέ-ται κανείς αν, αντί για την επιδίωξη της σταθερής κατίσχυσης του ηθικού, θα ήταν εφικτή κάποια ενοποιητική προσέγγιση που θα βασιζόταν στη δυ-νατότητα σύνθεσης των αντικρουόμενων προοπτικών. Μια πρόχειρη ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη των κυριότερων αξιο-λογικών αντιλήψεων μας υπενθυμίζει την ύπαρξη μιας λιγότερο ή περισ-σότερο ενιαίας θεώρησης αυτού του είδους στην αρχαιοελληνική σκέψη. Διάφοροι επικριτές της νεότερης και της σύγχρονης ηθικής αρχών τονί-ζουν το ενδιαφέρον του κλασικού εννοιολογικού πλαισίου της ηθικής α-ρετών, που φαίνεται να έχει χάσει πλέον τελείως τη λειτουργικότητά του^. Αυτή η ηθική αρετών αποτελούσε ακριβώς φυσική έκφραση ενός οργανι-κού και αρμονιοργανι-κού αξιαοργανι-κού συνόλου. Ο κατακερματισμός, οι ενστάσεις και η ισχυρή ασυμμετρία θεμελιωδών αξιών που μας προβληματίζουν σή-μερα είναι προϊόντα της νεότερης εποχής. Στο έργο του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη δε συναντά κανείς μια σαφή και αυστηρή διάκριση μεταξύ η-θικού και εξω-ηη-θικού στο μέτρο που ο προσδιορισμός του πρακτού αγα-θού δεν ανάγεται στην επεξεργασία ενός κώδικα αρχών και κανόνων, αλ-λά στην προσπάθεια συνολικής απάντησης στο ερώτημα «πώς θάπρεπε να ζει κανείς;» και μιας γενικότερης φροντίδας «επιμέλειας ψυχής». Και αν εξαιρεθούν σημαντικές σοφιστικές προκλήσεις, όπως αυτές που εκφράζο-νται από τον θρασύμαχο και τον Καλλικλή, η κρατούσα άπο\ΐ»η προϋπο-θέτει μια στενή αλληλεξάρτηση μεταξύ ευδαιμονίας και ηθικού χαρακτή-ρα·*. Η αναγνώριση αισθητικών ποιοτήτων συνάπτεται με τις ικανότητες του «καλού καγαθού» ανδρός που ενσαρκώνει σε μεγάλο βαθμό το πρότυ-πο του αριστοτελικού «φρονίμου» ή «σπρότυ-πουδαίου». Αλλά και ο οπωσδήπρότυ-πο- οπωσδήπο-τε ασκητικόοπωσδήπο-τερος πλατωνικός φιλόσοφος, ο οποίος διατυπώνει μία από

Referências

Documentos relacionados

Santos - ABEC; PUCSP 17h30- 18h20 Rodas de conversa II – Novos desafios na publicação cientifica/ Público alvo: membros de equipes editorias de revistas consolidadas Sala de

- A fixação correta do sistema anti-queda no edifício deve ficar documentada através de relatórios de ancoragem e fotografias das respetivas situações de montagem.. Em caso de

Desligue o produto da tomada elétrica e contacte o Serviço de Apoio ao Cliente da Brother ou o seu Revendedor Brother local.. Se ocorrer alguma entrada de água, outro líquido ou

As perdas dos grãos foram divididas em perdas por deficiência na altura de corte (Pcor), quando os grãos dentro da armação estavam em plantas que continham vagens com grãos; perdas

Utiliza-se uma técnica de controle preditivo para sistemas não lineares para otimizar a operação de um grupo de poços funcionando em uma configuração de

Diante do possível impacto negativo dos TMC na vida e no aprendizado dos estudantes e pela escassez de estudos comparativos sobre TMC, os objetivos deste estudo foram es- timar

Fabian Filipe Figueiredo (BE) substituído por Samuel Marcelino Belchior Cardoso; Honorato Monteiro Moura (PS) substituído Carlos Manuel Barradas Carvalho; Helena Maria de

Baseando-se nessas informações, foi proposto esse estudo, utilizando-se o ácido hialurônico como marcador sérico de fibrose hepática, para avaliar se este seria