• Nenhum resultado encontrado

Αποτίμηση των περουσιακών στοιχείων κατά την σύνταξη απογραφής τέλους χρήσεως

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Αποτίμηση των περουσιακών στοιχείων κατά την σύνταξη απογραφής τέλους χρήσεως"

Copied!
55
0
0

Texto

(1)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΉΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ ΛΟΠΣΉΚΗΣ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

•ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΕΧΕΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ' ΣΥΝΤΑΞΗ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΤΕΛΟΥΣ ΧΡΗΣΕΩΣ"

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Υποβληθείσα στην καθηγήτρια κα. Κερενιδου απο την σπουδαστρια ΚΟΥΡΤΙΔΟΥ ΑΡΤΈΜΗΣΙΑ κατοίκου Θεσσαλονίκης, Λευκακτίας 8. Καλαμαριά.

Εναρξη; 15 ΜΑΡΤΙΟΥ 1994 Παράδοση:

ΘΕΣΣΑΛΟΝΊΚΗ ΙΟΥΝΙΟΣ 1994

(2)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΉΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ ΛΟΠΣΉΚΗΣ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

•‘ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΝΤΑΞΗ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΤΕΛΟΥΣ ΧΡΗΣΕΩΣ”

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Υποβληθείσα στην καθηγήτρια κα. Κερενίδου από την σπουδάστρια ΚΟΥΡΤΙΔΟΥ ΑΡΤΕΜΗΣΙΑ κατοίκου Θεσσαλονίκης, Λευκωσίας 8. Καλαμαριά.

Εναρξη: 15 ΜΑΡΤΙΟΥ 1994 Παράδοση:

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΙΟΥΝΙΟΣ 1994

(3)

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:

“ΑΠΟΉΜΗΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΝΤΑΞΗ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΤΕΛΟΥΣ ΧΡΗΣΕΩΣ”

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

I. Πίνακας Περιεχομένων

II. Κατάλογος συντμήσεων 1. Πρόλογος Θέματος

2. Κύριο θέμα 2.1. Εισαγωγικά - έννοιες 2.2. Αποτίμηση εμπορεύσιμων αγαθών

2.2.1. Ανάπτυξη κανόνων αποτίμησης

2.2.2 Λεπτομερέστερη ανάπτυξη μεθόδων τιμής κτήσειος 2.3. Αποτίμηση πά"/ιων στοιχείων

2.4. Αποτίμηση συμμέτοχων και χρεογράφων 2.5. Αποτίμηση απαιτήσεων και υποχρεώσεων

Αποτίμηση συναλλαγματικών διαφορών 2.6. Αποτίμηση έργων υπό κατασκευή

3. Συμπεράσματα - Επίλογος

III. Κατάλογος βιβλιογραφίας

(4)

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΥΝΤΜΗΣΕΩΝ

Γ.Λ.Σ. Γενικό Λογιστικό Σχέδιο.

Κ.Β.Σ. Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων.

Ν.Δ. Νομοθετικό Διάταγμα.

Κ.Φ.Σ. Κώδικας Φορολογικών Στοιχείων.

ΠΑΡ. ή § Παράγραφος.

ΠΕΡ. Περίπτωση.

Ν. Νόμος

Ε. Εγκύκλιος

Π. Δ. Προεδρικό Διάταγμα

(5)

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

1. Δ. ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΥ; Κ. Φ. Σ.

Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1992.

2. ΧΡ. ΤΟΤΣΗ; ΕΡΜΗΝΕΙΑ Κ. Β. Σ.

Εκδόσεις Πάμισός, Αθήνα 1993.

3. ΒΑΣ. Δ. ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ III Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων 1988.

4. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ Γ. ΚΟΝΤΑΚΟΥ: ΓΕΝΙΚΗ ΛΟΓΙΣΉΚΗ Αθήνα 1987.

(6)

Στην εργασία μου αυτή, θέλω να δώσω μια σαφή και ακριβή περιγραφή του θέ­

ματος που μου ανατέθηκε.

Τα βιβλία που υπάρχουν για αυτό το θέμα είναι πάρα πολλά, αλλά αναφέρουν σχεδόν τα ίδια πράγματα. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι τα ττεριουσιακά στοι­

χεία αποτιμώνται σύμφωνα με ενιαίο νόμο, πράγμα που είναι οδηγός για όλους τους συγγραφείς σχετικών βιβλίων.

Ελπίζω να ανταποκρίθηκα στις απαιτήσεις του θέματος.

Την ύλη που κάλυψα την αναζήτησα σε δύο λο·η.στικά γραφεία και στην βι­

βλιοθήκη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Πιο πολύ όμως με βοήθησαν στα λογι­

στικά γραφεία όπου είχαν πλούσια βιβλιοθήκη. Στην βιβλιοθήκη του Π ανεπιστη­

μίου Μακεδονίας υπήρχαν πολλά σχετικά βιβλία, που δυστυχώς έλειπαν για αρκετό καιρό από την θέση τους. Ειδικά τα πιο πρόσφατα δεν κατάφερα να τα βρώ.

Ακόμη με βοήθησαν τα βιβλία της σχολής μας όπου υπήρχαν εκτενείς αναφορές στην Αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων.

1. Πρόλογος

(7)

2. Κν3ριο θέμα

2.1. Εισαγωγικά - ε'ννοιες

Αποτίμηση, κατά μια έννοια, είναι ο προσδιορισμός της αξίας των περιουσια­

κών στοιχείων σε χρηματικές μονάδες και αποβλέττει στο να εκτιμηθεί και να υπο­

λογιστεί η περιουσία κάθε οικονομικής μονάδας.

Για την σωστή αποτίμηση της οικονομικής κατάστασης, πρέπει στο σκέλος της αποτίμησης, να περιλαμβάνεται και ο σαφής χαρακτηρισμός και προσδιορισμός των στοιχείων του κόστους για την εξαγωγή του σοχττού αποτελέσματος.

Με την αποτίμηση μπορεί κανείς να βρεί με ακρίβεια την οικονομική θέση μιας επιχείρησης, σε αξία, σε μια δεδομένη στιγμή.

Σε γενικές γραμμές, η αποτίμηση αναφέρεται στα ακόλουθα περιουσιακά στοι­

χεία:

α) Στα εμπορεύσιμα αγαθά (αποθέματα).

β) Στα πάγια στοιχεία.

γ) Στις συμμετοχές και τα χρεόγραφα.

δ) Στις απαιτήσεις και υποχρεώσεις.

ε) Στις συναλλαγματικές διαφορές (ή απαιτήσεις και υποχρεώσεις σε ξένο νόμι­

σμα).

Το θέμα της αποτιμήσεως απασχολεί πολύ αυτούς που ασχολούνται με τη λο­

γιστική και την οικονομική. Υπάρχει, εκτός από τους κανόνες που αναφέραμε, πλή­

θος απόψεων για τους τρόπους αποτίμησης θεωρητικού επιπέδου.

Ετσι, στο βιβλίο της Γενικής Λογιστικής του κυρίου Α. Γ. Κοντάκου, ο συγγρα­

φέας αναφέρει έναν διαχωρισμό των κανόνων αποτίμησης ο οποίος είναι διαφορετι­

κός από τον διαχωρισμό στο βιβλίο Λογιστικής III του κυρίου Β. Δ. Χατζή βασιλείου, και στα βιβλία των κυρίων Χρ. Τότση και Δ. Σταματόπουλο.

Στο βιβλίο Λογιστικής III οι κανόνες είναι:

1) Στην τιμή κτήσεως.

2) Στην τρέχουσα τιμή.

(8)

3) Στην χαμηλότερη τιμή μεταξύ κτήσειος και τρέχουσας.

4) Με την τιμή αντικατάστασης.

Ενώ, στο βιβλίο “Γενική Λογιστική” οι κανόνες είναι:

1) Στην τιμή κτήσεως.

2) Στην τρέχουσα τιμή.

3) Στην τιμή πρότυπου κόστους.

4) Στην τιμή κεφαλαιοποίησης.

Σ' αυτήν την πτυχιακή εργασία θα λάβω υπόψη τον διαχωρισμό που υπάρχει στα βιβλία των κυρίων Χρ. Τότση και Δ. Σταματόπουλου στα οποία αναφέρονται οι εξής κανόνες αποτίμησης:

1) Στην τιμή κτήσεως.

2) Στην τρέχουσα τιμή.

3) Στο ιστορικό κόστος παραγωγής.

4) Στην καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία.

Αυτοί οι κανόνες προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 28 του Κ. Β. Σ.

και του άρθρου 43 του νόμου 2190/1920.

Στη συνέχεια θα αναλύσω την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων της απογραφής ξεκινώντας από την αποτίμηση των αποθεμάτων (εμπορεύσιμων αγα­

θών).

2.2. Αποτίμηση αποθεμάτων (εμπορεύσιμων αγαθών)

Αποθέματα είναι τα εμπορεύσιμα αγαθά που προέρχονται από αγορές της επι­

χείρησης με σκοπό είτε την μεταπώληση τους αυτουσίιος, όπως αγοράσθηκαν χωρίς μεταβολή ή επεξεργασία, είτε να μεταποιηθούν για παραγωγή άλλων προϊόντων.

α) Τα αποθέματα που προέρχονται από αγορές (εμπ/τα, Α' ύλες, είδή συσκευα- σίας κ.λπ.) αποτιμώνται στην κατά είδος χαμηλότερη τιμή μεταξύ τιμής κτή­

σεως και τρέχουσας τιμής αγοράς.

β) Τα αποθέματα (εκτός από τα υπολείμματα και τα υποπροϊόντα) που προέρ­

χονται από την παραγωγή της επιχείρησης και προορίζονται είτε για μετα­

πώληση, είτε για παραπέρα επεξεργασία προς παραγωγή ετοίμων προϊόντων αποτιμώνται στην κατά είδος χαμηλότερη τιμή μεταξύ τιμών ιστορικού (πραγματικού) κόστους παραγωγής και καθαρής ρευστοποιήσιμης αξίας.

(9)

“Τιμή κτήσεως” είναι η τιμολογιακή αξία αγοριχς των αποθεμάτων, αν)ξημένη με τα ειδικά έξοδα αγοράς και μειωμένη με τις εκπτώσεις (άμεσο κόστος αγοράς). Τιμο­

λογιακή αξία είναι αυτή που αναγράφεται στα τιμολόγια, μειωμένη κατά τις εκ­

πτώσεις που κάθε φορά χορηγούνται από τους προμηθευτές και απαλλαγμένη από τους φόρους και τα τέλη που δεν βαρύνουν, τελικά, την οικονομική μονοιδα.

Ειδικά έξοδα αγοράς είναι τα άμεσα έξοδα αγορόις που γίνονται μέχρι την πα­

ραλαβή και αποθήκευση του αγαθού και ιδιαίτερα οι δασμοί και λοιποί φόροι-τέλη εισαγω'ήίς, καθώς και τα έξοδα μεταφοράς και παραλαβής των σχετικών ειδών.

"Τρέχουσα τιμή αγοράς” είναι η τιμή αντικαταστάσεως του συγκεκριμένου αποθέματος, δηλ. η τιμή στην οποία η οικονομική μονάδα έχει τη δυνατότητα να προμηθευτεί το αγαθό, κατά την ημέρα συντάξεως της απογραφής, από τη συνήθη αγορά, με συνήθεις όρους και κάτω από κανονικές συνθήκες, χωρίς να λαμβοτνονται υπόψη περιπτωσιακά και προσωρινά γεγονότα που προκαλούν αδικαιολόγητες προσωρινές διακυμάνσεις τιμών. Η τρέχουσα τιμή αγοράς διαμορφώνεται με το συν- υπολογισμό όλων των στοιχείων του κόστους κτήσεαχς. Σε περίπτωση αδυναμίας προσδιορισμού της τρέχουσας τιμής, εφαρμόζεται η καθαρή ρευστοποιήσιμη α ξία

“Ιστορικό κόστος παραγω'/ής” είναι το άμεσο κόστος αγοράς (ή τιμή κτήσεως) των πρώτων υλών και των διάφορων υλικών που χρησιμοποιήθηκαν στην παρα­

γωγή των αγαθών, προσαυξημένο με τα γενικά (έμμεσα) έξοδα αγορών, καθιός και με τα άμεσα και έμμεσα έξοδα παραγωγής (κόστος κατεργασίας) που δαπανήθηκαν για να φτάσουν τα παραγμένα αγαθά στη θέση και κατάσταση που βρίσκονται κατά την απογραφή.

Το ιστορικό κοστος παραγωγής υπολογίζεται με μία από τις μεθόδους που υπο­

λογίζεται και η τιμή κτήσεως.

“Καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία” είναι η τιμή πωλησεως του αποθέματος, στην οποία υπολογίζεται ότι αυτό θα πωληθεί κάτω από συνθήκες ομαλής πορείας των εργασιών της οικονομικής μονάδας, μειωμένη με το κόστος ολοκλήριοσης της επε­

ξεργασίας (όταν πρόκειται για ημιτελή αποθέματα ή αποθέματα που βρίσκονται στο στάδιο της κατεργασίας) και με τα έξοδα που υπολογίζεται ότι θα πραγματο­

ποιηθούν για την επίτευξη της πωλήσεως.

Σε περίπτιοση ημιτελών ή αποθεμάτων που βρίσκονται στο στάδιο της κατερ­

γασίας, η πιο πάνω αξία (ρευστοποιήσιμη) μειώνεται με το κόστος που απαιτείται για την ολοκλήριοση της.

γ) Τα υπολείμματα αποτιμώνται στην πιθανή τιμή πωλήσεως τους, μειωμένη με τα άμεσα έξοδα που υπολογίζεται ότι θα πραγματοποιηθούν για την πώ- λησή τους.

(10)

δ) Τα υποπροϊόντα, εφόσον προορίζονται για πώληση, αποτιμώνται στην πι­

θανή τιμή πωλήσειος. Όταν όμως προορίζονται ν α χρησιμοποιηθούν από την ίδια την επιχείρηση, αποτιμώνται στην τιμή χρησιμοποιήσεακ; τους, δηλ.

στην τιμή που θα αγοράζονταν με σκοπό να χρησιμοποιηθούν από αυτή.

Η αποτίμηση των αποθεμάτων σε επιχειρήσεις που εφαρμόζουν σύστημα πρό­

τυπης κοστολόγησης μπορεί να γίνεται στις τιμές του πρότυπου κόστους. Προϋπό­

θεση αυτού είναι ότι οι αποκλίσεις που ενδεχόμενα θα προκόψουν ανάμεσα στο ιστορικό και το πρότυπο κόστος θα κατανέμονται στα μένοντα και πωλημένα απο­

θέματα τους. Το ποσό των αποκλίσεων που αναλογεί στα απώλητα αποθέματα της απογραφής εμφανίζεται ιδιαίτερα.

Σύμφωνα με το Ελληνικό Γενικό Λο'/ιστικό Σχέδιο, αποθέματα είναι τα υλικά προϊόντα τα οποία:

α) Προορίζονται να πωληθούν κατά τη συνήθη πορεία των εργασιών της επι­

χείρησης.

β) Βρίσκονται στη διαδικασία της παραγωγής και προορίζονται να πωληθούν όταν προσλάβουν τη μορφή των έτοιμων προϊόντων.

γ) Προορίζονται να αναλωθούν για την παραγωγή ετοίμων αγαθών.

δ) Προορίζονται να αναλωθούν για την καλή λειτουργία, τη συντήρηση ή επι­

σκευή, καθώς και την ιδιοπαραγωγή παγίων στοιχείων.

ε) Προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τη συσκευασία των παραγόμενων προϊόντων ή των εμπορευμάτων που προορίζονται για πώληση.

Στις γεωργικές επιχειρήσεις τα αποθέματα κατατάσσονται σε τρείς βασικές κα­

τηγορίες:

1) Αποθέματα από προμήθειες, τα οποία παραμένουν αχρησιμοποίήτα κατά το τέλος της χρήσειος. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται εμπορεύματα, πρώτες ύλες, αναλώσιμα υλικά, υλικά συσκευασίας κ.λπ. τα οποία παραμέ­

νουν αχρησιμοποίητα στην αποθήκη της επιχείρησης κατά το χρόνο σύντα­

ξης της απογραφής τέλους χρήσεως.

2) Αποθέματα ετοίμων προϊόντων συγκομιδής, φυτικής ή ζωϊκής προέλευσης, τα οποία προορίζονται προς πώληση ή αυτοκατανάλωση (σίτος, γάλα, τυρός κ.λπ.).

3) Αποθέματα ειδών που χρησιμοποιήθηκαν στην καλλιέργεια και τα οποία βρίσκονται στο έδαφος, αναμένοντας την ολοκλήροκτη της εσοδείας, η οποία μέλλει να πραγματοποιηθεί στις επόμενες χρήσεις (μετά την ημέρα σύνταξης της απογραφής). Είναι οι λεγάμενες “προκαταβολές επί καλλιεργειών”.

Κατά το Γ. Λ. Σ. στην κατηγορία των αποθεμάτων περιλαμβάνονται οι εξής με- ρικότερες κατηγορίες αποθεμάτων:

(11)

- Εμπορεύματα.

- Ετοιμα προϊόντα.

- Ημιτελή προϊόντα.

- Υποπροϊόντα.

- Υπολείμματα.

- Πρώτες και βοηθητικές ύλες.

- Υλικά συσκευασίας.

- Αναλώσιμα υλικά.

- Ανταλλακτικά πάγιων στοιχείων.

- Είδη συσκευασίας.

- Συμπαράγωγα προϊόντα.

- Ελαττωϊΐατικα προϊόντα.

- Προκαταβολές επί καλλιεργειών.

Σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Κ. Β. Σ., τα αποθέματα αποτιμώνται στην κατ' είδος χαμηλότερη τιμή μεταξύ της τιμής κτήσεως ή του ιστορικού κόστους πα­

ραγωγής τους και της τιμής στην οποία η επιχείρηση μπορεί να τα αγοράσει ή να τα παράγει κατά την ημέρα κλεισίματος του ισολογισμού.

Εάν η τελευταία αυτή τιμή είναι χαμηλότερη από την τιμή κτήσεως αλλά με­

γαλύτερη από την καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία, τότε η αποτίμηση γίνεται στην καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία (καθαρή τιμή πωλήσεως).

Ο ακόλουθος πίνακας διευκολύνει την κατανόηση του θέματος:

10

Είδος αποθέματος

Τιμή κτήσεως ή ιστορικό κόστος

Τρέχουσα τιμή αγοράς

Ρευστοποιήσιμη Αποτίμηση αξία

Είδος Α' 200 300 200 200

Είδος Β' 500 400 300 300

Είδος Γ 600 500 500 500

Είδος Δ' 800 1.000 900 800

2.100 2.200 1.900 1.800

Στην κατηγορία των αποθεμάτων, τα οποία αποτιμώνται στην κατ' είδος χαμη­

λότερη τιμή, μεταξύ τιμής κτήσεως ή ιστορικού κόστους παραγωγής και τρέχουσας τιμής αγοράς περιλαμβάνονται τα εξής:

- Τα κυρίιος εμπορεύματα.

- Τα έτοιμα προϊόντα.

- Τα ημιτελή προϊόντα.

(12)

- Η παραγωγή σε εξέλιξη.

- Οι πρώτες και βοηθητικές ύλες.

-Τ α υλικά συσκευασίας.

-Τ α είδη συσκευασίας.

-Τ α αναλώσιμα υλικά και -Τ αα ντα λλα κ τικά παγίων στοιχείων.

Στην συνέχεια θα καθορίσω ορισμένες έννοιες των παραπάνω ειδών.

1. Εμπορεύματα είναι τα υλικά ή ενσώματα αγαθά, τα οποία αγοράζει η επιχεί­

ρηση από τρίτους με σκοπό τη μεταπώληση τους στην κατάσταση που αγοράσθη­

καν, χοψίς να επιφέρει σ' αυτά καμία επεξεργασία ή μεταβολή, εκτός από την ανα­

γκαία συσκευασία τους.

2. Έτοιμα προϊόντα είναι τα ενσώματα ή υλικά αγαθά, τα οποία έχουν υποστεί το τελευταίο στάδιο επεξεργασίας στον κύκλο παραγωγής και προορίζονται για πώληση ή άλλη χρήση.

3. Ημιτελή προϊόντα ή ενδιάμεσα ή ημικατεργασμένα είναι τα προϊόντα τα οποία έχουν υποστεί μια πρώτη κατεργασία, χωρίς να προσλάβουν την οριστική τους μορφή και προορίζονται να υποστούν μια παραπέρα νέα κατεργασία.

4. Παραγωγή σε εξέλιξη είναι πρώτες ύλες, βοηθητικά υλικά, ημιτελή προϊόντα και άλλα στοιχεία κόστους (π.χ. εργασία, γενικά βιομηχανικά έξοδα), τα οποία κα­

τά τη διάρκεια της χρήσεως ή στο τέλος αυτής, κατά την απογραφή, βρίσκονται στο κύκλωμα της παραγωγικής διαδικασίας για κατεργασία.

5. Πρώτες και βοηθητικές ύλες είναι υλικά αγαθα, ακατέργαστα ή κατεργα­

σμένα, τα οποία αγοράζει η επιχείρηση με σκοπό την επεξεργασία τους για την π α ­ ραγωγή νέων προϊόντων.

6. Υλικά συσκευασίας είναι υλικά αγαθά που αποκτά ή επιχείρήση με προορι­

σμό να χρησιμοποιηθούν για τη συσκευασία των εμπορευμάτων ή προϊόντων της, ώστε να φθάνουν αυτά στην κατάσταση εκείνη στην οποία είναι δυνατό ή σκόπιμο να προσφέρονται στην πελατεία.

7. Είδη συσκευασίας είναι τα υλικά μέσα που χρησιμοποιούνται από την οικο­

νομική μονάδα για τη συσκευασία εμπορευμάτων ή προϊόντων της και παραδίδο- νται στους πελάτες μαζί με το περιεχόμενό τους.

Τα είδη της εμπορικής συσκευασίας διακρίνονται σε:

α) Επιστρεπτέα.

β) Μη επιστρεπτεα.

Επιστρεπτέα είναι τα είδη που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν πολλές φο­

ρές.

(13)

12 Μη επιστρεπτέα είναι τα είδη συσκευασίας, τα οποία πωλούνται στους τιελά- τες μαζί με το περιεχόμενό τους, χωρίς να επιστρέφονται.

8. Αναλώσιμα υλικά είναι τα υλικά αγαθά, τα οποία αποκτά η επιχείρηση όχι για μεταπώληση, αλλά για ανάλοκτη, η οποία είναι αναγκαία για την κανονική λει­

τουργία της. Τα αναλώσιμα υλικά συμβάλλουν έμμεσα στην παραγωγή προϊόντων χωρίς να επανευρίσκονται στα παραγόμενα προϊόντα.

9. Ανταλλακτικά πα'{ίων στοιχείων είναι τεμάχια μηχανισμού, τα οποία προο­

ρίζονται για την αντικατάσταση άλλων ομοίων που υπόκεινται σε φθορά, απώλεια ή βλάβη.

10. Υπολείμματα είναι τα κατάλοιπα της κατεργασίας που προκύπτουν κατά τα διάφορα στάδια της παραγω·/ής και τα οποία είναι συνήθως πολύ μικρής αξίας ή μηδαμινής. Κατά τον ορισμό του Γ. Λ. Σ., υπολείμματα είναι τα υλικά κατάλοιπα της παραγωγικής διαδικασίας, κατά κανόνα άχρηστα.

11. Υποπροϊόντα. Κατά τον ορισμό του Γ. Λ. Σ. υποπροϊόντα είναι τα υλικά αγαθά (προϊόντα), τα οποία παράγονται μαζί με τα κύρια προϊόντα, σε διάφορα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας, από τις ίδιες πρώτες και βοηθητικές ύλες. Τα υποπροϊόντα επαναχρησιμοποιούνται από την οικονομική μονάδα ως πρώτη ύλη ή πωλούνται αυτούσια.

12. Ελαττωματικά προϊόντα είναι προϊόντα κακότεχνα ή σκάρτα τα οποία οφείλονται σε λάθη κατά την παραγωγή. Είναι άχρηστα ή ελάχιστης αξίας, τα οποία εξ αιτίας ελαττωματικής παραγωγής ή κατασκευής διαφέρουν από τα λοιπά κανονικά προϊόντα και πωλούνται με το χαρακτηριστικό του ελαττωματικού σε τιμή κατώτερη της κανονικής.

Η αποτίμηση των ελαττωματικών προϊόντων γίνεται ως εξής:

α) Σε περίπτωση που το ελαττωματικό προϊόν πρόκειται να διατεθεί με το ελάττωμά του σε μικρότερη τιμή, η αποτίμηση του γίνεται στην πιθανή τιμή πωλή- σειος του.

β) Σε περίπτιοση που το ελαττωματικό προϊόν πρόκειται να διατεθεί με το ελάττωμά του με μικρή έκπτωση, αποτιμάται όπως και το κανονικό προϊόν.

γ) Σε περίπτιοση που το ελαττωματικό προϊόν δεν είναι δυνατόν ή δε συμφέρει να διατεθεί στην αγορά με το ελάττωμά του, και για το λόγο αυτό επανεισάγεται στην παραγωγική διαδικασία με σκοπό την εξάλειψη του ελαττώματος, τα έξοδα της πρόσθετης κατεργασίας βαρύνουν το σύνολο της παραγωγής και όχι μόνο εκείνη που προέρχεται από την επεξεργασία των ελαττωματικών προϊόντων. Στην περίπτωση συνεπώς αυτή η αποτίμηση του προϊόντος γίνεται στο ιστορικό κόστος παραγωγής του.

(14)

13 13. Συμπαράγωγα προϊόντα είναι τα προϊόντα, τα οποία παράγονται από την ίδια πρώτη ύλη και κατά την διάρκεια της ίδιοις παραγωγικής διαδικασίας. Είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους, είτε διότι δεν μπορούν να παραχθούν το ένα προϊόν χωρίς.το άλλο, είτε διότι ορθολογικά επιβάλλεται η από κοινού παραγοτγή των προϊόντων.

Τα συμπαράγωγα προϊόντα έχουν ενιαίο κόστος παραγωγής, το οποίο μειού- μενο κατά την αξία των υποπροϊόντων και υπολειμμάτων, κατανέμεται μεταξύ τους με κριτήριο την αξία τους σε καθαρές τιμές πωλήσεως.

Το Γ. Λ. Σ. παραθέτει το εξής παράδειγμα υπολογισμού:

Από τη βιομηχανοποίηση της πρώτης ύλης (Υι) συμπαράγονται τα προϊόντα Πι + Π2. Κατά τη διάρκεια μιας κοστολογικής περιόδου, τα απολογιστικά δεδομένα έχουν ως εξής:

Βιομηχανοποίηση πρώτης ύλης Υ1 μον. 110.000 χ 10 δρχ. 1.100.000

Κόστος κατεργασίας δρχ. 500.000

Συνολικό κόστος δρχ. 1.600.000

Μείον αξία αποτίμησης υποπροϊόντων και υπολειμμάτων δρχ. 100.000

Κόστος συμπαράγωγων προϊόντων δρχ-1- 500.000

Παραγωγή προϊόντος Π] μον. 40.000 τιμή πωλήσειος δρχ. 25 κατά μονάδα.

Παραγωγή προϊόντος Π2 μον. 50.000 τιμή πωλήσεως δρχ. 20 κατά μονάδα.

Η κατανομή του ενωμένου κόστους γίνεται (ος εξής:

Προϊόν Πι μον. 40.000 χ 25 = 1.000.000 χ (1.500.000 : 2.000.000) = 750.000 Προϊόν Π2 μον. 50.000 χ 20 = 1.000.000 χ (1.500.000 : 2.000.000) = 750.000

Κόστος μονάδας προϊόντος Πι 750.000 : 40.000 = δρχ. 18.75 Κόστος μονάδας προϊόντος Π2 750.000 : 50.000 = δρχ. 15.00 Προσδιορισμός του κόστους των συμπαράγωγων προϊόντων.

Η συνήθης και πρακτική μέθοδος εξεύρεσης του κόστους των συμπαράγωγων προϊόντων είναι η μέθοδος της μέσης ενιαίας τιμής. Αν τα προϊόντα είναι ίσης περί­

που αξίας και εκφράζονται με την ίδια φυσική μονάδα, διαιρούμε το συνολικό κό­

στος παραγωγής με το σύνολο των μονάδων που παράχθηκαν. Επιτυγχάνουμε, έτσι, ένα μέσο ενιαίο κόστος το οποίο εφαρμόζεται σε όλες τις παραχθείσες ποσότητες.

Παράδειγμα: Έστω, ότι το συνολικό κόστος παραγωγής των προϊόντων ανέρχε­

ται σε 240.000 δρχ. για μια παραγωγή 300.000 χιλιογράμμων, που αφορά τα εξής προϊόντα:

(15)

- Προϊόν A' 100.000 χιλ/γρ.

- Προϊόν Β' 75.000 χιλ/γρ.

- Προϊόν Γ 125.000 χιλ/γρ.

Το μέσο κόστος κατά χιλ/μο ανέρχεται σε 240.000 : 300.000 = 0,80. Και το κόστος κάθε προϊόντος σε δρχ.

- Προϊόν Α’, 0,80 X 100.000 = 80.000 δρχ.

- Προϊόν Β , 0,80 X 75.000 =60.000 δρχ.

- Προϊόν Γ, 0,80 X 125.000= 100.000 δρχ.

14. Αποτίμηση απαςιωθέντων εμπορευμάτων. Μερικές φορές τα εμπορεύματα υφίστανται βλάβη ή αλλοίοχτη από διάφορες φυσικές αιτίες ή από οικονομικούς λό­

γους (παρέλευση μόδας). Στις περιπτώσεις αυτές τα εμπ/τα υφίστανται σοβαρή μείωση της αξίας τους (απαξίοκτη). Η αποτίμηση αυτών, γίνεται στην πιθανή τιμή πωλήσειος τους, αφού αφαιρεθούν α π ’ αυτή τα έξοδα πωλήσειος. Σε ττερίπτωση που τα εμπ/τα αχρηστευθούν τελείως πρέπει να απογραφούν άνευ αξίας.

Στις περιπτώσεις απαξιώσεις των εμπ/των η αποτίμηση τους στην πιθανή τιμή πωλήσεως (ρευστοποίησης) είναι υποχρεωτική για την επιχείρηση, αλλιώς τα δια­

νεμόμενα κέρδη θα είναι εικονικά.

14

2.2.1. Ανάττνξη κανόνων α.τοτιμησης

Όπως είχα αναφέρει στην εισαγωγή σ’ αυτήν την πτυχιακή θα αναφερθώ στους κανόνες αποτίμησης που προβλέπονται από το νόμο, και είναι οι εξής:

Α) Αποτίμηση στην τρέχουσα τιμή.

Β) Αποτίμηση στο ιστορικό (πραγματικό) κόστος παραγωγής.

Γ) Αποτίμηση στην καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία (τιμή πώλησης).

Δ) Αποτίμηση στην τιμή κτήσεως.

Α) Αποτίμηση στην τρέχουσα τιμή, δηλαδή στην τιμή που η οικονομική μονάδα έχει την δυνατότητα να προμηθευτεί το αγαθό, κατά την ημέρα σύνταξης της απογραφής, από την συνήθη αγορά, με συνήθεις όρους και κάτω από κανονικές συνθήκες. Η τρέχουσα τιμή διαμορφώνεται με τον συνυπολογισμό όλων των στοι­

χείων του κόστους κτήσεοις. Σε περίπτωση αδυναμίας προσδιορισμού της τρέχου­

σας τιμής, εφαρμόζεται η καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία.

Υπάρχουν δύο περιπτώσεις τρέχουσας τιμής την ημέρα της απογραφής.

α) Τρέχουσα τιμή ως τιμή εφοδιασμού και β) ως τιμή διάθεσης.

(16)

Ως τιμή εφοδιασμού σημαίνει την τιμή στην οποία μπορεί να πωληθεί το αγαθό κατά την στιγμή της αποτίμησης, και θεωρείται η ορθότερη περίπτοχτη κατά την απογραφή τέλους χρήσεως για το προσδιορισμό αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης.

Ως τιμή διαθέσεως προτιμάται κατά την διάλυση ή συγχώνευση της επιχείρη­

σης.

Η μέθοδος της τρέχουσας τιμής πλεονεκτεί έναντι της τιμής κτήσεως διότι απο- τιμώντας με την τιμή της ημέρας μας δίνει την πραγματική οικονομική κατάσταση της επιχείρησης κατά την μέρα της απογραφής.

Μειονεκτεί όσον αφορά τον εντοπισμό της αγοράς. Δηλαδή, ποιά αγορά (τόπο) θαλάβουμε υπόψη για να προσδιορίσουμε την τιμή εφοδιασμού ή διάθεσης.

Β) Αποτίμηση στο ιστορικό κόστος παραγω'ιτις.

Το ιστορικό κόστος παραγωγής υπολογίζεται με μία από τις μεθόδους που υπο­

λογίζεται και η τιμή κτήσεως.

15

Γ) Αποτίμηση στην καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία.

Η μέθοδος της καθαρής ρευστοποιήσιμής αξίας ή μέθοδος της τιμής πώλησης κατά την έκφραση του Γ. Λ. Σ., υποδεικνύεται τόσο από το Γ. Λ. Σ., όσο και από το Ν. 2190/1920 ιος μέθοδος αποτίμησης των αποθεμάτων, στην περίπτοχτη κατά την οποία η επιχείρηση αδυνατεί να προσδιορίσει την τρέχουσα τιμή αγοράς.

Επίσης, η καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία εφαρμόζεται στις αγροτικές και αγρο- τοβιομηχανικές εκμεταλλεύσεις, οι οποίες δεν τηρούν, κατά το πλείστον, διπλογρα­

φικά λογιστικά βιβλία.

Τρέχουσα ρευστοποιήσιμη αξία ή τρέχουσα τιμή πώλησης είναι η τιμή στην οποία μπορεί η επιχείρηση να πωλήσει (ρευστοποιήσει) τα περιουσιακά της στοι­

χεία κατά το χρόνο της απογραφής, υπό ομαλές όμως συναλλακτικές συνθήκες και όχι υπό την πίεση των πραγμάτων. Ως τιμή πωλήσεως λαμβανεται η καθαρή τιμή, δηλαδή η τιμή που προκύπτει μετά την αφαίρεση των εξόδων πραγματοποίησης της πωλήσειος.

Κατά το Γ. Λ. Σ. καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία είναι η τιμή πώλησης του απο­

θέματος, στην οποία υπολογίζεται ότι θα πωληθεί το απόθεμα κάτω από συνθήκες ομαλής πορείας των εργασιών της επιχείρησης, μειωμένη με το κόστος ολοκλήροχτης της επεξεργασίας (όταν πρόκειται για ημιτελή) αποθέματα που βρίσκονται στο στάδιο της επεξεργασίας) και με τα έξοδα που υπολογίζεται ότι θα πραγματοποιη­

θούν για την επίτευξη της πωλήσεως.

(17)

Μερικοί συγγραφείς προτείνουν ότι η καθαρή τιμή πώλησης πρέπει να μεκοθεί περαιτέρω και κατά ένα λογικό ποσοστό κέρδους, το οποίο εμπεριέχεται στην τιμή πώλησης.

Η καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις παραγγε­

λιών ειδών παραδοτέων σε τακτή προθεσμία που εμπίμπτει σε χρόνο μεταγενέστερο εκείνου της απογραφής, οπότε είναι δίκαιον όπως το κέρδος από την παραγγελία αυτή να καρπωθεί ή κλειομένη χρήση. Διότι στην περίπτοχτη αυτή έχει ήδή πωληθεί το εμπόρευμα και δεν υπολείπεται παρά μόνον η παράδοση του, η οποία συμπίμπτει ν α γίνεται μετά τη σύνταξη της απογραφής.

Κατά τους υποστηρικτές της άποψης αυτής πρέπει να συντρέχουν απαραιτή­

τους οι εξής προϋποθέσεις:

- Η παραγγελία να είναι οριστική, χωρίς αμφισβητήσεις.

- Το εμπόρευμα να είναι απόλυτα σύμφωνο με τις απαιτήσεις του τιελάτη και να έχει συμφωνηθεί οριστικά ή τιμή του.

- Το εμπόρευμα πρέπει να είναι στην αποθήκη της επιχείρησης έτοιμο προς παράδοση και να μην είναι υπό κατασκευή ή σε χέρια τρίτων.

16

Δ) Αποτίμηση στην τιμή κτήσειος (αγοράς).

Υπάχουν για εφαρμο^/ή διάφοροι (τρόποι) μέθοδοι υπολογισμού της τιμής κτή- σειος που γίνονται δεκτοί από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και από την Διοί­

κηση (Υπουργείο Οικονομικών). Επίσης ο Κώδικας δέχεται οποιαδήποτε (χλλη πα­

ραδεγμένη μέθοδο υπολογισμού της τιμής κτήσεως, αρκεί αυτή να εφαρμόζεται κατά πάγιο τρόπο.

Κατά το Ελληνικό Λογιστικό Σχέδιο χρησιμοποιούνται οι εξής μεθόδοι υπολο­

γισμού της τιμής κτήσεοος (αγοράς):

1) Η μέθοδος του μέσου σταθμικού κόστους.

2) Η μέθοδος του κ^υκλοφοριακού μέσου όρου ή των διαδοχικών υπολοίπων.

3) Η μέθοδος F.I.F.O.

4) Η μέθοδος L.I.F.O.

5) Η μέθοδος του βασικού αποθέματος.

6) Η μέθοδος του εξατομικευμένου κόστους.

7) Η μέθοδος του πρότυπου κόστους.

Παραδεκτές μέθοδοι υπολογισμού της τιμής κτήσεως από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και από το Υπουργείο Οικονομικών θεωρούνται οι εξής:

(18)

α) Η μέθοδος του μέσου σταθμικού κόστους;

Εδώ η μέση σταθμική τιμή κτήσης υπολογίζεται ως εξής:

ΜΕΣΗ ΣΤΑΘΜΙΚΗ ΤΙΜΗ ΚΤΗΣΗΣ

Αξία αποθέματος ενάρξεαχ; ττεριόδου + Αξία αγορών περιόδου στην τιμή κτησης Ποσότητα αποθέματος ενοφξεως περιόδου + Ποσότητα που αγοράζεται στην ττερίοδο

β) Η μέθοδος του κυκλοφοριακού μέσου όρου ή των διαδοχικών υπολοίπων;

Μετά από κάθε εισαγωγή καθορίζεται η μέση τιμή του υπολοίπου με τον εξής τύπο;

Αξία προηγουμένου υπολοίπου + I νέας αγορας στην τιμή ιετησης Ποσότητα προηγούμενου υπολοίπου τ ποσότητα νέο^ αγοράς

γ) Η μέθοδος F.I.F.O. (First In - First Out) ή αλλιώς Πρώτη Εισαγωγή - Πρώτη Εξαγωγή.

Κατά την μέθοδο αυτή θεωρείται ότι η πρώτη εισαγωγή (αγορά) εξάγεται πρώτη και ότι τα αποθέματα της απογραφής προέρχονται από τις τελευταίες αγο­

ρές της χρήσεως και αποτιμούνται στις τιμές που οιντιστοιχα αγοράστηκαν. Η αρχή του σχετικού υπολογισμού γίνεται από την τελευταία αγορά.

δ) Η μέθοδος L.I.F.O. (Last In - First Out) ή αλλιώς Τελευταία Εισαγωγή - Πρώτη Εξαγωγή.

Κατά την μέθοδο αυτή θεωρείται ότι η πρώτη εξαγω'Λί προέρχεται από την τε­

λευταία εισαγωγή (Last in - First out) και ότι τα αποθέματα τέλους χρήσεως προέρ­

χονται από τις παλαιότερες εισαγωγές. Η αρχή του σχετικού υπολογισμού γίνεται από την πρώτη αγορά της χρήσειος.

ε) Η μέθοδος του βασικού αποθέματος.

Κατά τη μέθοδο αυτή τα αποθέματα τέλους χρήσεως διακρίνονται σε δύο μέρη.

Το ένα αντιστοιχεί στο βασικό απόθεμα που αντιπροσωπεύει την ελάχιστη ποσό­

τητα (στοκ ασφαλείας) η οποία κρίνεται αναγκαία για την ομαλή διεξαγωγή της συνήθους δραστηριότητας της οικονομικής μονάδας. Το άλλο προορίζεται για εξυ­

πηρέτηση μελλοντικών αναγκών βιομηχανοποιήσεων, όταν πρόκειται για υλικά που αναλώνονται στην παραγωγική διαδικασία.

Το βασικό απόθεμα αποτιμάται στην αξία της αρχικής κτήσεως του. Το υπό­

λοιπο μέρος (υπεραπόθεμα) αποτιμάται με μία από τις παραπάνω μεθόδους υπολο­

γισμού της τιμής κτήσεως.

Σε περίπτοοση που η ποσότητα των κατ' είδος αποθεμάτων δεν διακυμαίνεται σημαντικά από χρήση σε χρήση, είναι δυνατόν να χαρακτηρίζεται ολόκληρη η πο­

σότητα αυτή σαν βασικό απόθεμα και ανάλογα να γίνεται η αποτίμηση της.

(19)

στ) Η μέθοδος του εξατομικευμένου κόστους.

Κατά τη μέθοδο αυτή τα αποθέματα παρακολουθούνται όχι μόνο κατ' είδος, αλλά και κατά συγκεκριμένες παρτίδες αγοράς ή παραγωγής, οι οποίες έτσι α πο­

κτούν αυτοτέλεια κόστους (π.χ. παρτίδα μαλλιών, ακατέργαστων δερμάτων, πλα­

στικών πρώτων υλών, μέρων μήχανημάτων). Κατά τήν αποτίμησή των αποθεμάτων τής απογραφής, αυτά αναλύονται σε ποσότητες κατά παρτίδα από την οποία προ­

έρχονται και αποτιμούνται στο κόστος της συγκεκριμένης παρτίδας, ανεξάρτητα από το χρόνο παραγατ/ής ή αγοράς τους.

ζ) Η μέθοδος του πρότυπου κόστους.

Κατά τη μέθοδο αυτή τα αποθέματα αποτιμούνται στην τιμή του πρότυπου κόστους. Η μέθοδος του πρότυπου κόστους εφαρμόζεται με την προϋπόθεση ότι εφαρμόζονται τα οριζόμενα από τη διάταξη της περίπτακτης 5 της παραγράφου 2.2.205 του π.δ. 1123/1980. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή οι οικονομικές μονάδες που εφαρμόζουν σύστημα πρότυπης κοστολόγησης, έχουν τη δυνατότητα να αποτιμούν τα αποθέματα τους στις τιμές του πρότυπου κόστους, με την προϋπόθεση ότι οι αποκλίσεις, που ενδεχόμενα θα προκόψουν ανάμεσα στο ιστορικό και στο πρότυπο κόστος, θα κατανέμονται στα απώλητα (μένοντα) και στα πωλημένα ή αναλώμενα αποθέματά τους. Το ποσό των αποκλίσεων που αναλογεί στα απώλητα ή μη ανα­

λωμένα αποθέματα της απογραφής εμφανίζεται ιδιαίτερα, με ένα ποσό για κάθε κα­

τηγορία αποθέματος που αντιστοιχεί στους πρωτοβάθμιους λογαριασμούς της ομά­

δας 2 του ενιαίου λογιστικού σχεδίου.

Το ιστορικό κόστος παραγωγής υπολογίζεται με μία από τις μεθόδους που υπο­

λογίζεται και ή τιμή κτήσεως, κατά τον τρόπο που ορίζεται παραπάνω.

2.2.2. Λεπτομερέστερη ανάπτυξη των μεθόδων υπολογισμού τιμής κτήσεως Στις επόμενες παραγράφους γίνεται λεπτομερέστερή ανάπτυξη των μεθόδων υπολογισμού της τιμής κτήσειος, παρατίθονται και σχετικά παραδείγματα:

1) Μέθοδος της απλής μέσής τιμής κτήσεως.

Είναι ή απλούστερη μέθοδος όλων των εν χρήση μεθόδων υπολογισμού της αξίας των αποθεμάτων και συνηθίζεται προς χάρη ευκολίας στην πράξη.

Κατά την μέθοδο αυτή η μέση, κατά μονάδα, τιμή κτήσεως εξευρίσκεται με τήν άθροιση των τιμών κτήσειος όλων των αγορών, περιλαμβανομένου και αρχικού απο­

θέματος και ιδιαίτερα ύστερα του αθροίσματος με τον αριθμό των αγορών.

(20)

Έστω ότι έχουμε:

Αρχικό απόθεμα 100 μονάδες, προς Ι δρχ. = 100 δρχ.

πρώτη αγορά 200 " , " 1,10 δρχ. = 220 δρχ.

Δεύτερη αγορά 250 " , " 1,20 δρχ. = 300 δρχ.

Τρίτη αγορά 100 " , " 1,25 δρχ. = 125 δρχ.

Τέταρτη αγορά 150 " , " 1,30 δρχ. = 195 δρχ.

Σύνολο = 800 μονάδες 940 δρχ.

Ας υποθέσουμε, ότι κατά την απογραφή τέλους χρήσεως τα αποθέματα ανέρ­

χονται σε 200 μονάδες.

Με τα δεδομένα αυτά η μέση τιμή κτήσεως (μέσο κόστος) ανέρχεται σε δρχ. 1,17 ως εξής:

1.00+ 1,10+ 1.20+ 1,25 + 1,30 ^ ^ 5

Η δε εκτίμηση της αξίας του αποθέματος ανέρχεται σε δρχ. 234 (200 μονάδες προς 1,17 κατά μονάδα).

2) Μέθοδος του μέσου σταθμικού κόστους.

Κατά τη μέθοδο αυτή η τιμή κτήσειος (κόστος) των αγορών, περιλαμβανομένου και του κόστους του αρχικού αποθέματος, διαιρείται με το σύνολο των αγορασθει- σών μονάδων συν το αρχικό απόθεμα.

Εφαρμόζοντας το ανώτερο εξευρίσκουμε ότι η συνολική αξία του αποθέματος ανέρχεται σε δρχ. 240, ως εξής:

Συνολικό κόστος δρχ. 1.200 Σύνολο μονάδων 1.000 Μέσο κόστος = 1.200/1.00 = 1.20 απόθεμα απογραφής: 200 χ 1.20 = δρχ. 240

Η μέθοδος του μέσου σταθμικού κόστους προβλέπεται και από το Γ. Λ. Σ., το οποίο ορίζει, ότι η μέση σταθμική τιμή κτήσεως (μέσο σταθμικό κόστος) υπολογίζε­

ται με τον εξής τρόπο:

Αξία αποθέματος + αξία αγορών της περιόδου έναρξης της περιόδου + στην τιμή κτήσεως Ποσότήτα αποθέματος

έναρξης της περιόδου

ποσότητα που αγοράζεται στην περίοδο

(21)

20 3) Μέθοδος του ιτυκλοφοριακού μέσου όρου ή των διαδοχικών υπολοίπων.

Η μέθοδος αυτή προβλέπεται από το Γ. Λ. Σ„ το οποίο ορίζει, ότι μετά από κάθε εισαγωγή καθορίζεται η μέση τιμή του υπολοίπου με τον εξής τύπο:

Αξία προηγούμενου υπολοίπου

αξία νέας αγοράς στην τιμή κτήσεως Ποσότητα προηγούμενου

υπολοίπου

ποσότητα νέας αγοράς

Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται, όταν η επιχείρηση τηρεί σύστημα διαρκούς απο- γραφης, οπότε η μέση τιμή κτήσεως κατά μονάδα (μέσο κόστος) υπολογίζεται μετά από κάθε νέα συναλλαγή (αγορά ή πώληση).

Παρατίθεται παράδειγμα υπολογισμού της μέσης τιμής κτήσεως και της αξίας του απομένοντος αποθέματος κατά το τέλος της χρήσεως.

Μονάδες

Απόθεμα ενάρξειος Πρώτη αγορά Απογραφή Πρώτη πώληση Απογραφή Δεύτερη αγορά Απογραφή Δεύτερη πώληση Απογραφή Τρίτη αγορά Απογραφή Τρίτη πώληση Απογραφή Τέταρτη πώληση Απογραφή Τέταρτη αγορά Απογραφή

Εκτίμηση αποθέματος απογραφής = 255,130, δηλαδή 200 μονάδες προς 1,27565 δρχ. κατά μονάδα.

375 275 100 100 200 50

150 200

Τιμή μονάδας

δρχ.

1 1,10

1,0666 1,20

1,1555

1,25

1,2028

1,2028

1,30 Ποσό

δρχ.

100,00 220,00 320.00 186,67 133.33 300.00 433.33 317,78 115.55 125.00 240.55 60,14 180,41 120,28 60,13 195.00

Μέση τιμή κτήσεως (κόστος)

1

(22)

21 4) Μέθοδος πρώτη εισαγ(ογή - πρώτη εξαγωγή (First-in, First-out) Η μέθοδος αυτή προβλέπεται από το Γενικό Λογιστικό Σχέδιο, το οποίο ορίζει, ότι κατά τη μέθοδο αυτή θεωρείται, ότι η πρώτη εισαγω'γή (αγορά) εξάγεται πρώτη και ότι τα αποθέματα της απογραφής προέρχονται από τις τελευταίες αγορές της χρήσεως και αποτιμούνται στις τιμές που αντίστοιχα αγοράστηκαν. Η αρχή του σχετικού υπολογισμού γίνεται από την τελευταία αγορά.

Η μέθοδος αυτή, αμερικανικής προελεύσεως, βασίζεται στην υπόθεση ότι το παλαιότερο απόθεμα είναι συνήθως το πρώτο το οποίο πωλείται και συνεπώς τα μένοντα κατά την απογραφή προέρχονται από τις τελευταίες αγορές. Η μέθοδος αυτή επιδοκιμάζεται από μεγάλη μερίδα λογιστών και οικονομολόγων, γιατί είναι σύμφωνη προς τους ορθούς κανόνες αποτίμησης των αποθεμάτων, εφαρμόζεται δε χωρίς δυσκολία, ακόμη και εκεί όπου δεν τηρείται το σύστημα της διαρκούς απο­

γραφής, διότι ο προσδιορισμός των τιμών των αποθεμάτων μπορεί να γίνει βάσει των τηρουμένων τιμολογίων. Για το λόγο αυτό η μέθοδος αυτή έχει ευρύτατη εφαρ­

μογή στην εκτίμηση των πρώτων υλών, εμπορευμάτων και βιομηχανικών προϊό­

ντων. Ηταν επί μακρό χρόνο η αναγνωρισμένη μέθοδος αποτίμησης του American Bureau of Internal Revenue (Γραφείου Φορολογίας του Εισοδήματος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής). Αντίθετη μέθοδος προς τη FIFO είναι η μέθοδος LIFO (Last in-First out), που βασίζεται στην υπόθεση, ότι η πρώτη εξαγωγή προέρχεται από την τελευταία εισαγω^ιή και συνεπώς τα αποθέματα προέρχονται από τις παλαιότερες εισαγωγές.

Με τα δεδομένα της § 868 θα έχουμε τα ακόλουθα:

Από την τέταρτη αγορά: 150 μονάδες, προς 1,30 δρχ. 195,00 Από την τρίτη αγορά: 50 μονάδες, προς 1,25 δρχ. 62,50

Σύνολο 200 μονάδες 257,50

5) Μέθοδος τελευταία εισαγωγή - πρώτη εξαγωγή (Last-in, First-out) Η μέθοδος αυτή προβλέπεται από το Γενικό Λογιστικό Σχέδιο. Κατά τη μέθοδο αυτή θεωρείται ότι η πρώτη εξαγωγή προέρχεται από την τελευταία εισαγωγή (Last in - First Out) και ότι τα αποθέματα τέλους χρήσειος προέρχονται από τις παλαιότε­

ρες εισαγωγές. Η αρχή του σχετικού υπολογισμού γίνεται από την πρώτη αγορά της χρήσεως.

Η μέθοδος αυτή είναι αμερικανικής προελεύσεως και είναι ευρύτατα διαδεδο­

μένη στη λογιστική πρακτική των Η.Π.Α. Κατά τη μέθοδο LIFO, θεωρείται κατά τεκμήριο, ότι το απόθεμα τέλους χρήσεως σύμφωνα με τα δεδομένα του ακολούθου παραδείγματος.

(23)

Εστω τα εξής δεδομένα:

Ποσότητα σε μονάδες

Τιμή κτήσεως (κόστος) σε

δρχ.

Σύνολο σε δρχ.

Απόθεμα ενάρξεως χρήσειος 1,000 8 8,000

Πρώτη αγορά 250 9 2,250

Δεύτερη αγορά 300 10 3,000

Τρίτη αγορά 100 13 1,300

Τέταρτη αγορά 200 14 2.800

Εάν υποθέσουμε, ότι κατά το τέλος της χρήσειος παραμένουν 1,300 μονάδες.

σύμφωνα με τη μέθοδο Lifo, η αποτίμηση του αποθέματος θα γίνει στην τιμή των δρχ. 10,750, ως εξής:

Ποσότητα σε μονάδες

Τιμή κτήσεως (κόστος) σε

δρχ.

Σύνολο σε δρχ.

Απόθεμα ενάρξειος χρήσεως 1,000 8 8,000

Πρώτη αγορά 250 9 2,250

Μέρος της δεύτερης αγοράς 50 10 500

Σύνολο 1,30010,750

6) Μέθοδος του βασικού αποθέματος

Είναι μία από τις μεθόδους που προβλέπει το Γενικό Λογιστικό Σχέδιο. Κατά τη μέθοδο αυτή τα αποθέματα τέλους χρήσεως διακρίνονται σε δύο μέρη. Το ένα αντι­

στοιχεί στο βασικό (ελάχιστο) απόθεμα που αντιπροσωπεύει την ελάχιστη ποσό­

τητα (στοκ ασφαλείας) η οποία κρίνεται αναγκαία για την ομαλή διεξαγωγή της συνήθους δραστηριότητας της οικονομικής μονάδας. Το άλλο προορίζεται για εξυ­

πηρέτηση μελλοντικών αναγκών πωλήσεων, όταν πρόκειται για εμπορεύματα ή έτοιμα προϊόντα, ή αναγκών βιομηχανοποιήσεων, όταν πρόκειται για υλικά που αναλώνονται στην πραγωγική διαδικασία. Το βασικό απόθεμα αποτιμάται στην αξία της αρχικής κτήσεώς του. Το υπόλοιπο μέρος (υπεραπόθεμα) αποτιμάται με μία από τις παραπάνω μεθόδους υπολογισμού της τιμής κτήσεως.

Σε περίπτιοση που η ποσότητα των κατ' είδος αποθεμάτων δεν διακυμαίνεται σημαντικά από χρήση σε χρήση, είναι δυνατόν να χαρακτηρίζεται ολόκληρη η πο­

σότητα αυτή ως βασικό απόθεμα και ανάλογα να γίνεται η αποτίμησή της.

Referências

Documentos relacionados

του ΟΗΕ θεωρώντας ότι : • μία από τις βασικές αρχές του χάρτη των Ηνωμένων Εθνών είναι αυτή της αξιοπρέπειας και της ισότητας που είναι εγγενείς σε όλα τα ανθρώπινα όντα και όλα τα