• Nenhum resultado encontrado

Η ανάπτυξη πράσινων τραπεζικών προίόντων στην ελληνική αγορά

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Η ανάπτυξη πράσινων τραπεζικών προίόντων στην ελληνική αγορά"

Copied!
91
0
0

Texto

(1)

ΑΤΕΙ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ Σ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Τμήμα

Λογιστικής και

Χρηματοοικο νομικής

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

« Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΡΑΣΙΝΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ »

της

Καμβύση Σαραντούλας

Επόπτης Καθηγητής: Γεωργιλά Καλλιρρόη

Οκτώβριος 2014

(2)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ 4

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 6

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ 12

1.1 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ 12

1.2 ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ 14

1.2.1 ΦΟΡΕΙΣ ΠΟΥ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ

ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ 14

1.3 ΝΕΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΥΝ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ

ΣΥΣΤΗΜΑ 17

1.3.1 ΑΝΑΚΕΦΑΛΟΠΟΙΗΣΗ 18

1.3.2 ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ 19

1.3.3 ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ 21

1.3.4 ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ 21

1.3.5 ΝΕΟ ΜΟΝΤΕΛΟ BANKING I 22

1.3.6 ΝΕΟ ΜΟΝΤΕΛΟ BANKING II 22

1.4 ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 23

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΠΡΑΣΙΝΑ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ 27

2.1 ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ 28

2.2. ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΡΑΣΙΝΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΔΙΕΞΟΔΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ

ΤΡΑΠΕΖΕΣ 31

2.3. ΠΡΟΒΟΛΗ Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΑ «ΠΡΑΣΙΝΑ» ΔΑΝΕΙΑ 33

(3)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ 38

3.1 ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ 38

3.2 ALPHA BANK 44

3.2 EUROBANK 49

3.3 ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ. 54

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 62

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ 65

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 91

(4)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

ΣΚΟΠΟΣ: Μελέτη των Πράσινων Τραπεζικών Προϊόντων που προσφέρει ο Χρηματοπιστωτικός μας Τομέας μέσα στο πλαίσιο της Ελληνικής αγοράς καθώς και η πρακτική εφαρμογή τους στις νέες οικονομικές συνθήκες που διαδραματίζονται στην Ελλάδα του σήμερα εξαιτίας των μεταβολών που επέβαλλε η οικονομική κρίση.

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: Πραγματοποιήθηκε έρευνα στην ελληνική βιβλιογραφία καθώς και αναζήτηση σε ιστοσελίδες στο διαδίκτυο, απ' όπου και εκμαιεύτηκε μεγάλος όγκος δεδομένων για την εμβάθυνση και καλύτερη κατανόηση του θέματος της παρούσας πτυχιακής εργασίας.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Με τον όρο Green Banking εννοούμε χρηματοδοτικά προγράμματα τραπεζών προς επιχειρήσεις ή ιδιώτες για την ανάπτυξη της οικονομίας μέσα από επενδύσεις που είναι φιλικές προς το περιβάλλον. Οι επενδύσεις αυτές έχουν ως σκοπό να συμβάλουν στην δημιουργία προϋποθέσεων ανάκαμψης της οικονομίας, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας σε καινούργιους τομείς, προστατεύοντας παράλληλα το περιβάλλον. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, οι τράπεζες δημιούργησαν τα λεγάμενα «πράσινα τραπεζικά προϊόντα», δανειοδοτώντας με ευνοϊκότερους όρους πρωτοβουλίες που εκτιμάται ότι θα τονώσουν την ελληνική οικονομία με νέες φιλοπεριβαλλοντικές ενέργειες. Με τη σταδιακή σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας, το τραπεζικό σύστημα θα κληθεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην πράσινη επιχειρηματικότητα και να υποδεχθεί νέες επενδυτικές προτάσεις, τις οποίες θα αξιολογήσει με βάση τραπεζικά κριτήρια και την πείρα που διαθέτει πλέον από τα έργα που ήδη έχουν υλοποιηθεί στη χώρα μας.

(5)
(6)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ποτέ άλλοτε, τα περιβαλλοντικά ζητήματα δεν ήταν τόσο φλέγοντα στο οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι. Έτσι λοιπόν, τα τελευταία χρόνια γίνεται λόγος για ολοένα και μεγαλύτερη προστασία του περιβάλλοντος. Όλοι γνωρίζουμε την έκφραση «η φύση εκδικείται». Μήπως έχει ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση; Οι μεταβολές που συντελούνται στον περιβαλλοντικό παράγοντα είναι μεγάλες και ουσιαστικές και θα καθορίσουν μακροπρόθεσμα την οικονομική πορεία όλων των χωρών.

Ο ρόλος των τραπεζών στη προώθηση του νέου μοντέλου ανάπτυξης - του πράσινου και όχι του κλασσικού, είναι σημαντικός γιατί καλείται να ισορροπήσει το κοινωνικό, το οικονομικό και το περιβαλλοντικό όφελος και να συνδέσει την πράσινη επιχειρηματικότητα, με την πράσινη τραπεζική.

Κρίσιμο ρόλο στην εθνική προσπάθεια για περισσότερη «πράσινη» ανάπτυξη μέσα στην επόμενη δεκαετία αναμένεται να διαδραματίσει η τραπεζική αγορά μέσω του green banking.

Η υποχρέωση που έχει αναλάβει η Ελλάδα έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καλύψει το 20% των ενεργειακών αναγκών της μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέχρι το 2020 με παράλληλη μείωση κατά το ίδιο ποσοστό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, επιβάλει την πραγματοποίηση επενδύσεων που θα φτάσουν και ίσως θα ξεπεράσουν τα 50 δις ευρώ. Τα προγράμματα green banking των εγχώριων τραπεζών

(7)

αναμένεται να αποτελέσουν το σημαντικότερο μοχλό ανάπτυξης των «πράσινων»

επενδύσεων στη χώρα μας καθώς τα ποσοστά επιδοτήσεων κυμαίνονται από 30% έως 50%

κάτι που σημαίνει ότι το ήμισυ και πλέον των επενδύσεων θα πρέπει να καλυφθεί από ιδιωτικά κεφάλαια και τραπεζικό δανεισμό. Ωστόσο υπάρχουν και προγράμματα εκ μέρους των τραπεζών που καλύπτουν σε ποσοστό 100% κάποιες επενδύσεις. Για την επόμενη πενταετία υπολογίζεται ότι ποσό της τάξης των 10 δις ευρώ θα «απελευθερωθεί» από τις τράπεζες για την υλοποίηση των πράσινων στόχων της χώρας.

To green banking καλύπτει κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα που έχει στόχο την προστασία ή τη μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος. Από την παραγωγή ενέργειας μέσω ανανεώσιμων πηγών (φωτοβολταϊκά, αιολικά πάρκα, βιομάζα κλπ), την εξοικονόμηση ενέργειας (βιοκλιματικά-ενεργειακά κτήρια, οικολογική δόμηση κλπ.), τις

«πράσινες» μεταφορές (μεταφορικά μέσα με χαμηλές εκπομπές C02, υβριδικά αυτοκίνητα, επαγγελματικά οχήματα με φυσικό αέριο κλπ), τη βιολογική γεωργία, μέχρι την πράσινη χημεία (ήπια απορρυπαντικά, βιοπολυμερή, φυτικά καλλυντικά) και τον αγροτουρισμό.

ΣΧΗΜΑ 1: ΝΕΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΠΡΑΣΙΝΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Νέες επενδύσεις σε πράσινη ενέργεια

2004 2005 2006 2007 2012 2020

Πηγή: UNEP - NEF, 2008

(8)

ΟΥΡΑΓΟΣ Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΙΣ ΑΠΕ

Σε ότι αφορά την παραγωγή ενέργειάς από ΑΠΕ η χώρα μας είναι ουραγός σε σχέση με τις περισσότερες προηγμένες χώρες της δυτικής και βόρειας Ευρώπης παρά το γεγονός ότι έχει πολύ πιο πλούσιο αιολικό δυναμικό και ηλιοφάνεια από αυτές. Οι κύριοι λόγοι της υστέρησης που επέδειξε η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια ήταν η γραφειοκρατία, οι αλλαγές του νομοθετικού πλαισίου, το χωροταξικό πρόβλημα, οι ανεπαρκείς υποδομές των δικτύων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και οι αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών.

Πολλά από αυτά τα προβλήματα λύνονται σταδιακά το τελευταίο διάστημα με αποτέλεσμα να προχωρούν πιο γρήγορα οι επενδύσεις. Σε ότι αφορά το νομοθετικό πλαίσιο τα στελέχη της τραπεζικής αγοράς θεωρούν ότι οι ΑΠΕ είναι ο μόνος τομέας που παρέχονται εγγυήσεις ενώ και οι τιμές πώλησης είναι εξασφαλισμένες από το νόμο. Το επενδυτικό ενδιαφέρον προέρχεται τόσο από εγχώριους όσο και διεθνείς επιχειρηματικούς ομίλους και θα βαίνει αυξανόμενο όσο θα ξεπερνιούνται τα γραφειοκρατικά και άλλα εμπόδια δεδομένων των πλεονεκτημάτων που έχει η χώρα μας δηλαδή το αιολικό και υδρολογικό δυναμικό καθώς και την αυξημένη ηλιοφάνεια.

Η καθυστέρηση της ανάπτυξης των ΑΠΕ, τα τελευταία χρόνια δημιουργεί τόσο στις τράπεζες όσο και στους επενδυτές την αισιοδοξία ότι ο κλάδος θα «τρέξει» με μεγαλύτερη ταχύτητα στο άμεσο μέλλον με πολλαπλά οφέλη για τη δοκιμαζόμενη ελληνική οικονομία, όπως είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας αλλά και η μείωση της ανεργίας.

Η ανάπτυξη της αιολικής ενέργειας και των ΑΠΕ γενικά, έχει οδηγήσει σε κλείσιμο συμβατικών και πυρηνικών σταθμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Την περίοδο 2000-2009 στην Ενωμένη Ευρώπη η συνολική εγκατεστημένη ισχύ των στερεών καυσίμων (άνθρακα, λιγνίτη) μειώθηκε κατά 12.010 ΜΨ, του πετρελαίου κατά 12.920 Μ\Υ και των πυρηνικών κατά 7.205 Μ\ν. Η τάση αυτή είναι διαρκώς και πιο έντονη.

Χαρακτηριστικά το 2009, η συνολική καθαρή αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος για ηλεκτροπαραγωγή στη Ευρώπη προήλθε κατά 77% από ΑΠΕ εκ των οποίων το 50% από αιολικά πάρκα και 21% από φωτοβολταϊκά.

Στην Ελλάδα όλοι οι ειδικοί συμφωνούν ότι η εκμετάλλευση του αιολικού δυναμικού πρέπει να αποτελέσει έναν από τους στρατηγικούς στόχους της χώρας για την πράσινη ανάπτυξη. Σχετικά με την φιλολογία για τις επιπτώσεις των αιολικών πάρκων

(9)

στον τουρισμό και τις αντιδράσεις που υπάρχουν στις τοπικές κοινωνίες με το επιχείρημα ότι μειώνουν την ελκυστικότητα των νησιών και των βουνών ή ότι μειώνουν την αξία της γης στην οποία εγκαθίστανται, έρευνες έχουν αποδείξει ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.

Μάλιστα το αιολικό πάρκο Παναχαϊκού που αποτελείται από 57 ανεμογεννήτριες αποτελεί το δεύτερο πιο πολυφωτογραφημένο θέμα για τους τουρίστες στην περιοχή μετά τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, ενώ κάτι αντίστοιχο ισχύει και για το αιολικό πάρκο της Ανάβρας.

ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΟΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΣΤΑ ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΪΚΑ

Για τα φωτοβολταϊκά συστήματα η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει στόχο να συμμετέχουν στο συνολικό ενεργειακό μείγμα κατά 12% μέχρι το 2020. Αυτό σημαίνει ότι για το σύνολο της Ευρώπης η συνολική εγκατεστημένη ισχύς πρέπει να φτάσει τα 390 0 \νρ , ενώ αντίστοιχα στην Ελλάδα τα 6 ΰ Ψ ρ πάντα μέχρι το 2020. Αν και τα δύο τελευταία χρόνια ο ρυθμός αύξησης των νέων εγκαταστάσεων φωτοβολταϊκών έχει αυξηθεί η ελληνική αγορά βρίσκεται σε πολύ πρώιμο στάδιο ανάπτυξης. Υπολογίζεται ότι για τα επόμενα 10 χρόνια θα πραγματοποιηθεί ένας ετήσιος μέσος όρος εγκαταστάσεων περίπου 300 Μ\Υρ προκειμένου να επιτευχθεί σε ένα μεγάλο βαθμό μέρος του εθνικού μας στόχου.

Τα φωτοβολταϊκά συστήματα μπορούν να συνδεθούν με το ηλεκτρικό δίκτυο σαν μικρά, μεσαία ή μεγάλα αποκεντρωμένα συστήματα παραγωγής και να συνεισφέρουν στη μείωση της αιχμής ζήτησης, λόγω σύμπτωσης το καλοκαίρι με τη μεσημεριανή αιχμή.

Παράλληλα με την επιτόπια κατανάλωση μειώνονται οι απώλειες, λόγω του ότι δεν υπάρχει ανάγκη μεταφοράς της ηλεκτρικής ενέργειας από τους κεντρικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής.

Η τιμή των φωτοβολταϊκών συστημάτων είναι αρκετά χαμηλή, ώστε εδώ και χρόνια να αποτελούν την οικονομικότερη λύση για την ηλεκτροδότηση αυτόνομων συστημάτων, μακριά από το ηλεκτρικό δίκτυο, εφαρμογές χαμηλής κατανάλωσης σε καταναλωτικά προϊόντα (αριθμομηχανές κ.λπ.). Η σημαντική πτώση των τιμών, όμως, ήρθε με την προώθηση των εφαρμογών μέσω προγραμμάτων με ειδική τιμή για την πώληση της ενέργειας στο ηλεκτρικό δίκτυο και την επένδυση της βιομηχανίας σε μονάδες παραγωγής φωτοβολταϊκών σε μεγάλη κλίμακα, λόγω των προγραμμάτων προώθησης.

(10)

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ ΚΑΤ ΟΙΚΟΝ»

Με τη χρήση του νέου κανονισμού της Ε.Ε., ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στις 24 Ιουνίου 2010 επιτρέπεται για πρώτη φορά στην ιστορία των Διαρθρωτικών Ταμείων η σύσταση Επενδυτικών Ταμείων για επενδύσεις εξοικονόμησης ενέργειας σε ιδιωτικές κατοικίες. Το πρόγραμμα «Εξοικονόμηση κατ οίκον» το οποίο υλοποιείται μέσω Ειδικού Ταμείου Χρηματοδότησης (Ε.Τ.Χ.), έχει διευρυμένο πεδίο εφαρμογής, ενισχύοντας τα παρεχόμενα κίνητρα και μεγιστοποιώντας τα οφέλη για τους πολίτες.

Αναμένεται λοιπόν να έχει σημαντική συμβολή στην προσπάθεια της χώρας για την επίτευξη των στόχων στην εξοικονόμηση ενέργειας. Η συνολική επένδυση στην πραγματική οικονομία θα προέρχεται τόσο από τους ίδιους πόρους του Ταμείου

«Εξοικονομώ κατ’ οίκον», όσο και από την κινητοποίηση πόρων του χρηματοπιστωτικού τομέα. Το αρχικό συνολικό κεφάλαιο του «Εξοικονομώ κατ οίκον» για το 2010 ανερχόταν σε 396 εκ.

ΣΕ ΕΜΒΡΥΑΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ Η ΧΡΗΣΗ ΒΙΟΜΑΖΑΣ

Στην παραγωγή ενέργειας από βιομάζα η Ελλάδα είναι από τις τελευταίες χώρες στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα βρίσκεται στην 22η δεύτερη θέση με τις επιδόσεις της να

(11)

είναι πολύ χαμηλές σε αυτόν τον τομέα, παρά το γεγονός ότι στην Ευρώπη η βιομάζα χρησιμοποιείται όσο καμία άλλη μορφή ΑΠΕ για την παραγωγή θερμότητας ενώ έρχεται δεύτερη μεταξύ των ΑΠΕ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Στην Ελλάδα η βιομάζα χρησιμοποιείται με τρεις τρόπους κυρίως. Με κούτσουρα σε ανοικτά τζάκια και λέβητες ξύλου για θέρμανση, ως βιοαέριο από ΧΥΤΑ ή βιολογικούς καθαρισμούς αστικών αποβλήτων επίσης για θερμότητα, και αγροτικά υπολείμματα για παραγωγή θερμότητας σε γεωργικές βιομηχανίες και θερμοκήπια. Δηλαδή δεν χρησιμοποιούνται καθόλου τα απόβλητα της κτηνοτροφίας, δεν υπάρχει συμπαραγωγή ενέργειας από στερεή βιομάζα ενώ η χρήση pellet (συσσωματώματα, ή σύμπηκτα ξύλου) βρίσκεται σε εμβρυακό στάδιο.

(12)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

1.1 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Η ιστορία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος θα μπορούσε περιληπτικά να χωριστεί σε τέσσερις περιόδους:

Η πρώτη περίοδος εκτείνεται από την ουσιαστική εγκαθίδρυση του νεότερου ελληνικού κράτους το 1828 μέχρι το 1927 περίπου, οπότε και ιδρύθηκε η Τράπεζα της Ελλάδος, με σκοπό να βρει λύσεις στα οικονομικά προβλήματα που υπήρχαν εκείνη την εποχή. Η περίοδος αυτή συμπίπτει με την εποχή του διεθνούς οικονομικού φιλελευθερισμού και χαρακτηρίζεται, κυρίως, από την παντελή έλλειψη κυβερνητικής μέριμνας και συγκεκριμένης πολιτικής στον πιστωτικό τομέα.

Η δεύτερη περίοδος καλύπτεται από τη δεκαετία του 1928 μέχρι και το τέλος το Β’

Παγκοσμίου Πολέμου, με κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου, το γεγονός ότι για πρώτη φορά παρατηρείται το φαινόμενο της εισαγωγής στοιχείω ν εξειδίκευσης και νομοθετικής ρύθμισης στην οργάνωση της τραπεζικής δραστηριότητας. Το 1931 ψηφίστηκε ο νόμος 5076 περί «Ανωνύμων Εταιριών και Τραπεζών», με βάση τον οποίο οι τράπεζες μπορούσαν να λειτουργούν μόνο ως ανώνυμες εταιρίες. Στο διάστημα μέχρι και το τέλος του Β ’ Παγκοσμίου Πολέμου έγιναν πολλές συγχωνεύσεις τραπεζών. Η Εθνική τράπεζα συγχωνεύθηκε με την τράπεζα Πειραιώς και η Ιονική τράπεζα με την Λαϊκή, ενώ παράλληλα οι μεγαλύτερες τράπεζες κρατικοποιήθηκαν, με αποτέλεσμα το τραπεζικό σύστημα στην πλειοψηφία του να περιέλθει άμεσα ή έμμεσα από τον κρατικό έλεγχο.

Η τρίτη περίοδος από το 1946 μέχρι και το 1992, κατά την οποία παρατηρήθηκε έντονη, συστηματική και πολύπλευρη κρατική παρέμβαση στην άσκηση της τραπεζικής

(13)

πίστης εντός του γενικότερου πλαισίου των σύγχρονων διεθνών αντιλήψεων της αναπτυξιακής οικονομικής πολιτικής. Η παρουσία του κράτους στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος ενισχύθηκε αισθητά κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960, με κύρια χαρακτηριστικά την ίδρυση της κυβερνητικής σύνθεσης της Νομισματικής Επιτροπής, ή οποία μέχρι το 1982 που καταργήθηκε, ήταν αρμόδια για τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής στην Ελλάδα και την άσκηση στις εμπορικές τράπεζες κάθε μορφής κατασταλτικών ελέγχων, περιλαμβανομένων του καθορισμού των επιτοκίων χορηγήσεων και κάθε είδους καταθέσεων, αλλά και των όρων και προϋποθέσεων διάθεσης όλων των τραπεζικών προϊόντων. Ωστόσο, η κατάσταση αυτή δε μεταβλήθηκε ουσιαστικά ούτε στη δεκαετία του 1950 και 1960, με κύρια χαρακτηριστικά την ίδρυση της κυβερνητικής σύνθεσης της 1970, η οποία χαρακτηρίσθηκε από δύο μείζονος σημασίας εξελίξεις, α) την εγκατάσταση στην Ελλάδα ικανού αριθμού αλλοδαπών τραπεζών μέσω υποκαταστημάτων, εν όψει της προοπτικής της ένταξης της χώρας στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), και β) την κρατικοποίηση της μεγαλύτερης -εκείνη την εποχή- ελληνικής ιδιωτικής τράπεζας, της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος.

Τέλος, η τέταρτη περίοδος ξεκινάει από το 1992 και εκτείνεται μέχρι και σήμερα, είναι η περίοδος της σύγχρονης αντίληψης για την τραπεζική διοικητική χρηματοοικονομική, η οποία τυπικά αρχίζει από την ημερομηνία έναρξης της συνθήκης του Μάαστριχ, αλλά ουσιαστικά είχε ήδη ξεκινήσει με αργούς ρυθμούς, από την 1.1.1981 με την πλήρη ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

Οι θεσμικές εξελίξεις στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα κατά την διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας επηρεάστηκαν καθοριστικά από τις μεταβολές στο πλαίσιο λειτο υ ρ γία ς του διεθ νο ύ ς χρη μ α το π ισ τω τικ ο ύ σ υσ τή μ α το ς. Η αύξηση της διασυνοριακής κίνησης κεφαλαίων, η διεθνοποίηση των τραπεζικών δραστηριοτήτων, και η εμφ άνιση νέω ν τραπεζικώ ν κινδύνω ν έθεσαν επιτα κτικά την ανάγκη προσαρμογής της ελληνικής τραπεζικής πραγματικότητας στις νέες συνθήκες.

Ειδικότερα, η διαδικασία χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τη δημιουργία της ενιαίας τραπεζικής και χρηματοπιστωτικής αγοράς, επιτάχυνε αναμφίβολα τη μεταρρύθμιση των όρων λειτουργίας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος

(14)

1.2 ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

1.2.1 Φορείς που δραστηριοποιούνται στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα

Όπως έχει επισημανθεί και σε προηγούμενες μελέτες της ΕΕΤ λόγω της παγκοσμιοποίησης της τραπεζικής αγοράς, της ελεύθερης κυκλοφορίας ανθρώπων, επιχειρήσεων και κεφαλαίων και των δυνατοτήτων που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία επικοινωνιών, οι έλληνες συναλλασσόμενοι μπορούν σήμερα να αναζητούν και να επιλέγουν χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες από έναν πολύ μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων και τους ανά τον κόσμο ανταποκριτές ή συνεργάτες τους.

Στοιχεία για τις κατηγορίες φορέων παροχής τραπεζικών υπηρεσιών στην Ελλάδα δημοσιεύει τακτικά η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ). Οι πιο πρόσφατες σχετικές δημοσιεύσεις περιέχουν πίνακες και καταλόγους σύμφωνα με τους οποίους τα τραπεζικά προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσφέρονται σήμερα στην Ελλάδα είναι 487.

Τους οργανισμούς αυτούς η ΤτΕ ταξινομεί ως εξής:

■ 52 πιστωτικά ιδρύματα με έδρα ή υποκατάστημα στην Ελλάδα

■ 374 πιστωτικά ιδρύματα με έδρα σε άλλο κράτος μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, που παρέχουν στην Ελλάδα υπηρεσίες χωρίς επί όπου παρουσία τους

■ 61 λοιπές εταιρείες του χρηματοπιστωτικού συστήματος

Πιστωτικά ιδρύματα με έδρα ή υποκατάστημα στην Ελλάδα

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, τον Νοέμβριο του 2012 ήταν στην Ελλάδα εγκατεστημένα και λειτουργούσαν 52 πιστωτικά ιδρύματα (έναντι 62 τον Νοέμβριο του 2011), εκ των οποίων:

■ 29 πιστωτικά ιδρύματα (16 εμπορικές και 13 συνεταιριστικές τράπεζες) που έχουν καταστατική έδρα στην Ελλάδα, έχουν

(15)

αδειοδοτηθεί και εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος και υπάγονται στο καθεστώς της αμοιβαίας αναγνώρισης (κοινοτικό διαβατήριο) σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3601/2007,

■ 18 υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν έδρα σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, επίσης, υπάγονται στο καθεστώς της αμοιβαίας αναγνώρισης (κοινοτικό διαβατήριο) του ν.

3601/2007, εποπτευόμενα από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής των πιστωτικών ιδρυμάτων,

■ 4 υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν έδρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς δεν υπάγονται στο καθεστώς της αμοιβαίας αναγνώρισης, και

■ 1 πιστωτικό ίδρυμα που έχει εξαιρεθεί από την εφαρμογή του ν.

3601/2007, δηλαδή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.

Έως το τέλος Νοεμβρίου 2012 αποχώρησαν από τη χώρα μας τέσσερα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων με έδρα σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ένα υποκατάστημα πιστωτικού ιδρύματος με έδρα σε κράτος εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ πέντε πιστωτικά ιδρύματα (2 εμπορικές και 3 συνεταιριστικές τράπεζες) έπαψαν τη λειτουργία τους μετά την ολοκλήρωση της διευθέτησής τους (resolution), σύμφωνα με τα οριζόμενα στον ν. 3601/2007, όπως ισχύει.

Πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν στην Ελλάδα υπηρεσίες εξ αποστάσεως

Επιπλέον των παραπάνω πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν μόνιμη εμπορική παρουσία στην Ελλάδα, τραπεζικές υπηρεσίες (πληρωμών ή χρηματοδότησης) προς ελληνικά φυσικά ή νομικά πρόσωπα δύνανται, επίσης, να παρέχουν, και παρέχουν, 374 πιστωτικά ιδρύματα (έναντι 350 τον Νοέμβριο του 2011),τα οποία εδρεύουν σε άλλο κράτος μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα εποπτεύονται από τις αρμόδιες αρχές της χώρας καταγωγής τους και, κατά τα προβλεπόμενα από τον ν. 3601/2007, έχουν απλώς γνωστοποιήσει στην Τράπεζα της Ελλάδος «ενδιαφέρον παροχής υπηρεσιών χωρίς εγκατάσταση».

(16)

Στο χρονικό διάστημα Νοέμβριος 2011 - Νοέμβριος 2012 ο αριθμός των πιστωτικών ιδρυμάτων αυτής της κατηγορίας αυξήθηκε κατά 7%, με σημαντικότερη συμβολή στην ανωτέρω αύξηση να παρουσιάζουν τα πιστωτικά ιδρύματα από Λουξεμβούργο, Αυστρία, Γερμανία και Γαλλία.

Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι, το 71% (Νοέμβριος 2011: 70%) των πιστωτικών ιδρυμάτων που παρέχουν στην Ελλάδα εξ αποστάσεως χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν σε κράτη μέλη της ευρωζώνης. Μεταξύ των κρατών μελών της ευρωζώνης μόνο πιστωτικά ιδρύματα εγκατεστημένα στη Σλοβενία και Σλοβακία δεν έχουν γνωστοποιήσει μέχρι σήμερα σχετικό ενδιαφέρον στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Λοιπές εταιρείες του χρηματοπιστωτικού συστήματος

Επιπλέον των προαναφερθέντων πιστωτικών ιδρυμάτων, στην Ελλάδα λειτουργούν άλλες 61 εταιρείες (έναντι 54 τον Νοέμβριο του 2011) του χρηματοπιστωτικού συστήματος, οι οποίες εξειδικεύονται στην παροχή συγκεκριμένων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών (εκτός της αποδοχής καταθέσεων από το κοινό, υπηρεσία που σύμφωνα με τη νομοθεσία επιτρέπεται να παρέχεται μόνον από τα πιστωτικά ιδρύματα) και εποπτεύονται, επίσης, από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η κατανομή τους, ανά κατηγορία επιχειρήσεων, έχει ως εξής:

Αριθμός εταιρειών

■ Ανταλλακτήρια Συναλλάγματος 11 (10)

■ Εταιρείες Χρηματοδοτικής Μίσθωσης 12(12)

■ Εταιρείες Πρακτορείας Επιχειρηματικών Απαιτήσεων 5 (5)

■ Εταιρείες Παροχής Πιστώσεων 4 (4)

(17)

Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος (χωρίς εγκατάσταση) 13 (11)

■ Χρηματοδοτικά Ιδρύματα (χωρίς εγκατάσταση) 1 (2)

■ Ιδρύματα Πληρωμών 11 (7)

■ Αντιπρόσωποι/Υποκαταστήματα Ιδρυμάτων Πληρωμών του ΕΟΧ που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα 4 (3)

Σύνολο: 61 (54) Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος, Εποπτευομένα Ιδρυμάτα, Νοέμβριος 2012

Με εξαίρεση τα χρηματοδοτικά ιδρύματα χωρίς εγκατάσταση στην Ελλάδα, ο αριθμός των εταιρειών λοιπών κατηγοριών παρουσιάστηκε αυξητικός ή αμετάβλητος ως προς τους απόλυτους αριθμούς των δραστηριοποιούμενων εταιρειών. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει το συνεχιζόμενο έντονο ενδιαφέρον διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών για την ελληνική αγορά και τον έντονο μεταξύ τους ανταγωνισμό στην παροχή εξειδικευμένων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

Τέλος, θα πρέπει να επισημανθεί πως, τον Αύγουστο του 2012, δεκατέσσερις (14) τράπεζες, από οκτώ ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ, διατηρούσαν στη χώρα μας γραφεία αντιπροσωπείας.

1.3 ΝΕΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΥΝ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

■ Ανακεφαλαιοποίηση

■ Ρευστότητα

(18)

Ενοποίηση

■ Η μετάβαση στην Τραπεζική Ένωση

■ Υιοθέτηση ενός νέου επιχειρηματικού μοντέλου

1.3.1 ΑΝΑΚΕΦΑΑΟΠΟΙΗΣΗ

Είναι προφανές ότι χωρίς την επίπτωση των προ-φόρων € 37 δισ. ζημιών από τη συμμετοχή τους στο PSI, οι ελληνικές τράπεζες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, θα διατηρούσαν κερδοφορία και ικανοποιητικούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, παρά τη βαθιά πολυετή ύφεση και το σημαντικό ύψος των προβλέψεων που ανέλαβαν έναντι επισφαλών δανείων. Η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων την τελευταία τριετία, λόγω της ύφεσης και της μείωσης των εισοδημάτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων, δεν θα αποτελούσε από μόνη της, χωρίς δηλαδή την επίπτωση του PSI, αναγκαία συνθήκη για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, κάτι που επιβεβαιώθηκε και από την ειδική προς τον σκοπό αυτό διαγνωστική μελέτη του χαρτοφυλακίου πιστοδοτήσεων των τραπεζών από τη διεθνή εταιρεία BlackRock.

Συνεπώς, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα τρέχοντα προβλήματα των ελληνικών τραπεζών είναι αποτέλεσμα της επιλογής τους να διατηρούν στο χαρτοφυλάκιό τους τα κρατικά ομόλογα, όπως κάνουν όλες οι τράπεζες του κόσμου. Επισημαίνεται σχετικά ότι η επιλογή αυτή ενισχύθηκε και από το γεγονός ότι το ισχύον (μέχρι και σήμερα) ελληνικό κανονιστικό πλαίσιο (διεθνούς και ευρωπαϊκής προέλευσης) αναφορικά με την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών ορίζει ρητά ότι οι επενδύσεις τους σε τίτλους του ελληνικού Δημοσίου είναι μηδενικού κινδύνου, ενθαρρύνοντάς τες, συνεπώς, προφανώς εσφαλμένα (εκ του αποτελέσματος), να προβαίνουν σε αυτές.

Η συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος είναι σημαντική, καθώς μπορεί να συμβάλει στη μελλοντική πώληση της κρατικής συμμετοχής στις τράπεζες σε καλύτερες από τις εκτιμώμενες αποτιμήσεις και, συνεπώς, στη μεγιστοποίηση των εσόδων για το ελληνικό Δημόσιο.

(19)

Επιπλέον, η διατήρηση του ιδιωτικού χαρακτήρα των ελληνικών τραπεζών θα βελτιώσει το επενδυτικό κλίμα και, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της προληπτικής εποπτείας, της διαφάνειας, της λογοδοσίας και του αναπτυξιακού ρόλου του τραπεζικού συστήματος στο νέο περιβάλλον, μπορούν να συμβάλουν καθοριστικά:

• στην ενίσχυση της αξιοπιστίας του τραπεζικού συστήματος,

• στη θωράκισή του από μελλοντικές αναταράξεις.

• στην ταχύτερη δυνατή πρόσβαση των τραπεζών στη διεθνή διατραπεζική αγορά και στις αγορές ομολόγων, καθώς και

• στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών στη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος,

ώστε να αποκατασταθεί η βασική λειτουργία της χρηματοδότησης της οικονομίας.

Η συνολική κεφαλαιοποίηση της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς διαμορφώθηκε στα 33,766 δισ.ευρώ στο τέλος του 2012 έναντι 26,783 δισ. ευρώ στο τέλος του 2011

1.3.2 ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ

Η πρώτη μεγάλη αιτία της μείωσης της ρευστότητας προέρχεται από την σιωπηρή και ρητή πίεση που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές τράπεζες στην αποπληρωμή της χρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος, σύμφωνα με την Πειραιώς.

Η δεύτερη μεγάλη αιτία είναι η πλήρης ανατροπή του μηχανισμού "δημιουργίας καταθέσεων" και της "μείωσης καταθέσεων":

Όταν μια τράπεζα εκδίδει ένα νέο δάνειο δημιουργεί ένα επιπλέον ποσό, είτε σε όσους έχουν λάβει το δάνειο ή στον τελικό αποδέκτη του δανεισμένου ποσό. Για παράδειγμα, όταν ένας δυνητικός αγοραστής ακινήτου παίρνει ένα στεγαστικό δάνειο, μια κατάθεση ίσου ποσού έχει δημιουργηθεί στο λογαριασμό του πωλητή του ακινήτου.

Επιπλέον, επειδή οι τράπεζες υποχρεούνται να κατέχουν μόνο ένα τμήμα των καταθέσεών τους ως αποθεματικό, αυτή η νέα κατάθεση μπορεί να δημιουργήσει ένα άλλο δάνειο , το οποίο δημιουργεί μια νέα κατάθεση... και ούτω καθεξής. Με τον τρόπο αυτό, έχουμε θέσει σε κίνηση ένα μηχανισμό που δημιουργεί έναν ενάρετο κύκλο καταθέσεων και δανείων.

(20)

ΣΧΗΜΑ 2: ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑ (ΕΚΑΤ. €)

Liabilities to th e tiirosystein (mo. O

180.000

Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος, Piraeus Bank Calculations

Δημιουργία καταθέσεων

Αυτή η διαδικασία δημιουργεί μια ισχυρή σύνδεση μεταξύ δανείων και καταθέσεων και ήταν η κύρια αιτία για την αύξηση των καταθέσεων στην Ελλάδα στην περίοδο μεταξύ 2000-2008.

Πρόσφατα, έχουμε εισέλθει σε έναν αρνητικό κύκλο, όπου η μείωση του τραπεζικού δανεισμού οδηγεί σε μια ανάλογη διάβρωση των καταθέσεων των τραπεζών και ως εκ τούτου στη ρευστότητα του μη τραπεζικού τομέα. Οι τράπεζες περικόπτουν περαιτέρω τον δανεισμό τους, με αποτέλεσμα οι καταθέσεις να διαβρώνονται ακόμη περισσότερο. Έτσι έχουμε μια αντιστροφή του μηχανισμού δημιουργίας καταθέσεων.

Αυτό δεν είναι απλώς ένα ακαδημαϊκό θέμα, αλλά ένα πραγματικό γεγονός. Το 2013, οι καταθέσεις θα έπρεπε να αυξηθούν, δεδομένου ότι είχαμε 2,1 δισ. των φορολογικών επιστροφών, 3,5 δισ. ευρώ πληρωμές από καθυστερούμενες οφειλές του δημοσίου, 2 δισ. ευρώ κοινοτικών επιδοτήσεων γεωργίας. Ωστόσο, οι καταθέσεις έχουν παραμείνει στάσιμες. Η κατάσταση θα επιδεινωθεί λόγω της υποχρέωσης της χώρας μας να χρησιμοποιήσει μέρος του πρωτογενούς πλεονάσματος της για την αποπληρωμή του

(21)

εξωτερικού χρέους.

1.3.3 ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ο στόχος της τραπεζικής ένωσης είναι να αντιμετωπιστούν οι αδυναμίες του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου, οι οποίες εμφανίστηκαν κατά την πρόσφατη χρηματοπιστωτική και κρίση.

Πιο συγκεκριμένα οι στόχοι μπορούν να συνοψιστούν:

■ Στην αντιμετώπιση του κατακερματισμού του τραπεζικού συστήματος, η οποία εκδηλώθηκε και στη μετατόπιση της ρευστότητας από τα αδύναμα στα ισχυρά τραπεζικά ιδρύματα και στη διεύρυνση του χάσματος στο κόστος του χρήματος.

■ Στην αποφυγή της μετατροπής της ευρωπαϊκής οικονομίας σε

"ζόμπι" (Zombification), όπου οι τράπεζες συνεχίζουν να αναχρηματοδοτούν τις κακές πιστώσεις, προκειμένου να αποφευχθεί η πραγματοποίηση των ζημιών και να αρνούνται να χορηγήσουν νέα δάνεια σε φερέγγυους πελάτες.

■ Στην αποφυγή της χρήσης των χρημάτων των φορολογούμενων για να σώνονται τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με απερίσκεπτες διοικήσεις.

■ Στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών, όσον αφορά τους κινδύνους που αναλαμβάνουν σε μετοχές και ομόλογα τραπεζών.

1.3.4 ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ

Η μετάβαση από το τρέχον ρυθμιστικό καθεστώς σε μια πλήρως ανεπτυγμένη Ένωση Τραπεζών θα είναι παρατεταμένη, "ανώμαλη" και γεμάτη από αβεβαιότητες.

Πιο συγκεκριμένα, η αβεβαιότητα θα ενισχύεται από τις προσπάθειες για:

• Κοινούς ορισμούς και πρότυπα, π.χ. μη εξυπηρετούμενων δανείων, εποπτικά κεφάλαια, σταθμίσεις κινδύνου, κλπ.

•Αποτίμηση κρατικών ομολόγων, π.χ. συντελεστές στάθμισης κινδύνου

(22)

■Αντιμετώπιση χρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος, ως μέρος του ΣΕΠ

■Ποιος θα πρέπει να λαμβάνει αποφάσεις για την εξυγίανση των τραπεζών

■ Ευελιξία στην εφαρμογή του bail -in

1.3.5 ΝΕΟ ΜΟΝΤΕΛΟ BANKING I

Η παραδειγματική στροφή της ελληνικής οικονομίας από την κατανάλωση στις επενδύσεις και τις εξαγωγές θα έχει βαθιά επίδραση στην κατεύθυνση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Η άμεση συνέπεια αυτού του επαναπροσανατολισμού είναι ότι οι τράπεζες θα μετατοπίσουν την προσοχή τους από τη χρηματοδότηση της κατανάλωσης στη χρηματοδότηση του νέου αναπτυξιακού προτύπου.

Αυτό περιλαμβάνει τη χρηματοδότηση:

■ Εξαγωγικών τομέων

■ Βασικών μετάλλων

■ Έργων υποδομής

■ Γ εωργία

■ Πράσινη οικονομία

1.3.6 ΝΕΟ ΜΟΝΤΕΛΟ BANKING II

Την ίδια στιγμή, ριζικές αλλαγές θα πρέπει να γίνουν όσον αφορά τη σχέση μεταξύ των τραπεζών και των εταιρειών.

Το τρέχον μοντέλο, σύμφωνα με την οποία οι τράπεζες παρέχουν το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης για κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα, με περιορισμένη συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο νέων μετόχων, και όπου ο πιστωτικός κίνδυνος μετριάζεται μέσω της χρήσης των ασφαλειών δεν είναι πλέον βιώσιμο. Αντίθετα, οι τράπεζες είναι αναγκαίο να διασφαλίσουν τη ρευστότητα και τα κεφάλαια τους, χρηματοδοτώντας νέες επιχειρήσεις.

(23)

1.4 ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Για την ελληνική οικονομία το 2011 αποτέλεσε, όπως άλλωστε αναμενόταν, έτος ιδιαίτερα αρνητικών εξελίξεων με συγκέντρωση του διεθνούς ενδιαφέροντος γύρω από τον τρόπο διαχείρισης του υψηλού δημόσιου χρέους και την πολιτική αβεβαιότητα.

Για την αντιμετώπιση των μεγάλων οικονομικών ανισορροπιών συνεχίστηκε η λήψη μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής, ενώ τον Φεβρουάριο του 2012 συμφωνήθηκε το δεύτερο πρόγραμμα οικονομικής στήριξης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το οποίο περιελάμβανε, όχι μόνο μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά και μια σειρά από διαρθρωτικές αλλαγές, καθώς και εθελοντικό πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων του ιδιωτικού τομέα, το οποίο και ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 2012. Στόχος του προγράμματος είναι ο περιορισμός των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και η σταδιακή αποκλιμάκωση του υψηλού δημόσιου χρέους, η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών.

Το 2011 η ελληνική οικονομία βρέθηκε για τέταρτη χρονιά σε τροχιά συρρίκνωσης της οικονομικής δραστηριότητας. Το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 7,1% (2010: - 4,9%), με βασικότερα χαρακτηριστικά τη σημαντική πτώση της εγχώριας κατανάλωσης, ιδιωτικής και δημόσιας και τη ραγδαία άνοδο του ποσοστού ανεργίας, με επιταχυνόμενη τάση.

Σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ήρθε αντιμέτωπο με πρωτόγνωρες προκλήσεις και έντονη αβεβαιότητα. Οι συνεχείς υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης των ελληνικών τραπεζών, αποτέλεσμα των αντίστοιχων υποβαθμίσεων της χώρας, ο συνεχιζόμενος αποκλεισμός τους από τις διεθνείς αγορές άντλησης κεφαλαίων, αλλά και ο Περιβάλλον, κοινωνία και οικονομία είναι οι τρεις πυλώνες της αειφόρου ανάπτυξης.

Παραδοσιακά, οι επιχειρήσεις έριχναν το βάρος τους στην οικονομία, ενώ διστακτικά έκαναν κάποια βήματα σε ορισμένα κοινωνικά θέματα. Τελευταία όμως, η περιβαλλοντική διάσταση γίνεται ολοένα και πιο εμφανής στην οικονομική δραστηριότητα. Η ανάπτυξη των πράσινων αγορών διευρύνεται σημαντικά σε όλο τον κόσμο.

(24)

Οι διευθύνσεις επιχειρηματικού σχεδιασμού των εταιρειών, έχουν αντιληφθεί την αξία αυτών των απαιτήσεων και στην προσπάθειά τους να προλάβουν την τάση αυτής της αγοράς, δημιουργούν καινοτόμες περιβαλλοντικές λύσεις. Όμως το βασικότερο στοιχείο είναι πως τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά θέματα αποκτούν διαφορετική ταυτότητα, και από ρίσκο με πρόσθετο κόστος για μία εταιρεία, μετατρέπονται σε επενδυτικές ευκαιρίες, προσδίδοντας προστιθέμενη αξία, τόσο στην ίδια την εταιρεία, όσο και στους μετόχους της. Η αξία αυτή, πέραν του οικονομικού οφέλους, έχει άμεση σχέση και με τη φήμη της εταιρείας. Σήμερα, στο πλαίσιο της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης, η περιβαλλοντική πολιτική αποκτά έναν αναγκαίο ρόλο στον επιχειρηματικό σχεδίασμά. Ο περιορισμός της ρευστότητάς τους από την έντονη εκροή καταθέσεων που παρατηρήθηκε στην ελληνική αγορά και κατά τη διάρκεια του 2011 αντισταθμίστηκαν κυρίως από τα συνδυασμένα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας εκ μέρους του ελληνικού Δημοσίου, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του μηχανισμού Έκτακτης Παροχής Ρευστότητας (ELA) της Τράπεζας της Ελλάδος.

Το 2012 ήταν μια ακόμα δύσκολη χρονιά για τη χώρα μας και το τραπεζικό της σύστημα. Ενώ το διεθνές οικονομικό περιβάλλον παρουσιάζει σταδιακή ανάκαμψη, η Ελλάδα βρίσκεται σε φάση ύφεσης για πέμπτη συνεχόμενη χρονιά, με εκτίμηση για αναστροφή του οικονομικού κλίματος από το 2014. Ταυτόχρονα, όταν τον Μάρτιο του 2012 ολοκληρώθηκε το εθελοντικό πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων (PSI+), οι ελληνικές τράπεζες συμμετείχαν με ποσό ομολόγων και ομολογιακών δανείων περίπου € 50 δισ., ένα μέγεθος που αποτελούσε περίπου το 25% της συνολικής περιμέτρου του προγράμματος. Η ενέργειά τους αυτή βοήθησε καθοριστικά στην επιτυχία του PSI+ και στο υψηλό τελικό ποσοστό συμμετοχής των ιδιωτών σε αυτό (96,6%).

Ωστόσο, η εθελοντική αυτή συνδρομή προς το Δημόσιο είχε τεράστιο κόστος για τις ελληνικές τράπεζες. Αναγκάστηκαν να καταγράψουν εκτιμώμενες ζημίες (προ-φόρων) ύψους περίπου € 38 δις

■ τόσο λόγω της συμμετοχής τους στο PSI+,

■ όσο και λόγω της (μειωμένης) αποτίμησης των νέων ομολόγων του Δημοσίου βάσει της τρέχουσας αξίας τους.

Επίσης, τον Δεκέμβριο του 2012, οι ελληνικές τράπεζες συμμετείχαν στην επαναγορά ομολόγων σε συνέχεια των αποφάσεων του Eurogroup για την Ελλάδα στις 27 Νοεμβρίου. Σύμφωνα με τους σχετικούς υπολογισμούς, οι ελληνικές τράπεζες

(25)

συμμετείχαν με ποσό ομολόγων περίπου € 14 δισ., ένα μέγεθος που αποτέλεσε περίπου το 45% της συνολικής περιμέτρου του προγράμματος, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην έγκριση εκταμίευσης της δεύτερης δόσης, συνολικού ποσού 49,1 δισ. ευρώ, στο πλαίσιο του δεύτερου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής της Ελλάδας που συμφωνήθηκε τον Φεβρουάριο του 2012.

Παρά τα προβλήματα όμως αυτά οι τράπεζες έδειξαν και εξακολουθούν να δείχνουν αξιοσημείωτη αντοχή.

Κάτω από τις σημερινές συνθήκες, η πρόκληση για το τραπεζικό μας σύστημα έχει τέσσερις πτυχές:

■ την επαναφορά της εμπιστοσύνης καταθετών και επενδυτών,

■ να συνεχιστεί η συγκράτηση των λειτουργικών του εξόδων,

■ να θωρακιστεί από την επίδραση των αυξημένων μη εξυπηρετούμενων δανείων λόγω της βαθιάς ύφεσης, και

■ να συνδράμει τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας της χώρας μας και των διεθνών δραστηριοτήτων του.

Οι τράπεζες που ασκούν δραστηριότητα στη χώρα μας είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν αυτές τις προκλήσεις, συνεχίζοντας να στηρίζουν, όσο και αν αυτό δεν αναδεικνύεται στον δημόσιο διάλογο, επιχειρήσεις και νοικοκυριά της χώρας μας που σέβονται τη συναλλακτική ηθική και προσπαθούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.

Κατά τη διάρκεια της τρέχουσας δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας, οι τράπεζες που λειτουργούν στην Ελλάδα έχουν προβεί και προβαίνουν διαρκώς σε εκτενέστατες ρυθμίσεις των κάθε κατηγορίας δανείων και οφειλών προς αυτές, στεγαστικών, καταναλωτικών και επιχειρηματικών.

Σε συνεχή βάση, δημιουργούνται και εφαρμόζονται από το σύνολο των τραπεζών συγκεκριμένα προγράμματα ρύθμισης, που απευθύνονται - ανά τράπεζα- σε όλες ανεξαιρέτως τις κατηγορίες οφειλετών, με ειδική μέριμνα στη διευκόλυνση και ελάφρυνση όσων επλήγησαν ή πλήττονται περισσότερο από την κρίση, όπως των ανέργων, των απολυμένων, των συνταξιούχων και όσων υπέστησαν σοβαρή μείωση των εισοδημάτων τους.

(26)
(27)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΠΡΑΣΙΝΑ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ

Οι Τράπεζες έχουν και αυτές έναν διακριτό ρόλο και μπορούν να δράσουν καταλυτικά στην ανάπτυξη των πράσινων αγορών. Προϊόντα όπως, δάνεια για εξοικονόμηση, πράσινες πιστωτικές κάρτες, δάνεια για Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιου είδους ευκαιριών και εμφανίζονται στις μέρες μας με την ορολογία Πράσινα Τραπεζικά Προϊόντα.

Τα πράσινα προϊόντα και οι υπηρεσίες συμβάλλουν στη δημιουργία αποδοτικών και μεγάλου εύρους λύσεων για μία αγορά που ανταποκρίνεται στα περιβαλλοντικά προβλήματα, στις νέες νομοθεσίες και οδηγίες και στην περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση.

Βασικό βήμα για την ανάπτυξη των πράσινων προϊόντων στην Ελλάδα αποτελεί η αξιολόγηση της αγοράς. Γενικά, τρία στοιχεία συνθέτουν τις κατευθυντήριες δυνάμεις στις τάσεις της αγοράς σήμερα και στην ανάγκη για ανάπτυξη και προώθηση πράσινων προϊόντων και αγορών:

■ Η γνώση του περιβαλλοντικού προβλήματος .

■ Η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση και η κοινή γνώμη.

■ Η περιβαλλοντική νομοθεσία.

Είναι αναμφισβήτητο γεγονός πως στην Ευρώπη γενικότερα, υπάρχει γνώση για τα περιβαλλοντικά προβλήματα. Ήδη από το 2005, πάνω από το 50% των ευρωπαίων πολιτών υποστήριζε πως γνωρίζει τα ζητήματα αυτά. Σήμερα η σχετική εικόνα είναι ακόμη πιο έντονη. Στην Ελλάδα συγκεκριμένα, πολλοί είναι οι πολίτες που δηλώνουν πως γνωρίζουν τα περιβαλλοντικά θέματα και τα παρακολουθούν. Όλο και περισσότεροι καταναλωτές και επιχειρήσεις μετατοπίζουν το ενδιαφέρον τους σε λύσεις και ενέργειες φιλικές προς το περιβάλλον.

Το επόμενο στοιχείο που παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη πράσινων

(28)

προϊόντων είναι η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση. Στην Ευρώπη, η αυξημένη περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση και η κυβερνητική υποστήριξη αντανακλώνται στην ανάγκη για φιλικά προς το περιβάλλον προϊόντα και υπηρεσίες. Η ευαισθητοποίηση αυτή εκφράζεται με διαφορετικούς τρόπους, είτε από ιδιώτες είτε από εταιρείες. Η περίπτωση της ευαισθητοποίησης των εταιρειών, όταν εξελιχθεί σε πράξη, έχει και τη μεγαλύτερη επίδραση στο περιβάλλον.

Σήμερα στην Ελλάδα, παρατηρείται ενδιαφέρον στις περιβαλλοντικές απαιτήσεις που αφορούν κυρίως την υπευθυνότητα μιας εταιρείας, ώστε διαμέσου της λειτουργίας της και των πρακτικών που χρησιμοποιεί για να κατασκευάσει το «προϊόν» της, να μην επιδρά αρνητικά στο περιβάλλον.

2.1 ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ

Οι Τράπεζες, ως φύση αντικειμένου, πάντοτε εξέφραζαν την κερδοσκοπική όψη του συστήματος, μέσω της αυστηρής επιλογής χρηματοδότησης και των ορθολογικών τοποθετήσεων σε επενδύσεις. Αυτή τους η επιλογή γινόταν και γίνεται πάντοτε με γνώμονα το κέρδος και την αύξηση των ταμειακών τους εισροών από την κάθε επένδυση.

Βέβαια, σήμερα υπάρχουν πολλές παραλλαγές σε αυτή την έννοια της κερδοφόρας επιλογής. Αυτές οι παραλλαγές απορρέουν από σύγχρονες αντιλήψεις, που διατυπώνονται σχετικά με το ρόλο των τραπεζών στα νέα κοινωνικά, καταναλωτικά δεδομένα και σχετικά με τον επαναπροσδιορισμό της σχέσης των τραπεζών με την

Referências

Documentos relacionados

Διαφοροποίηση στις απόψεις των πολιτών των δύο δήμων υπάρχουν και στο πως προτιμούν τις περιοχές που έγινε η ανάπλαση αφού στον δήμο του Μαραθώνα σε ποσοστό 63% τις προτιμούσαν πριν την