• Nenhum resultado encontrado

Εκτίμηση κατάστασης περιβάλλοντος / βιωσιμότητας σε τοπικό επίπεδο: η περίπτωση της Κω

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2023

Share "Εκτίμηση κατάστασης περιβάλλοντος / βιωσιμότητας σε τοπικό επίπεδο: η περίπτωση της Κω"

Copied!
96
0
0

Texto

(1)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Πτυχιακή Εργασία

Τίτλος: Εκτίμηση κατάστασης περιβάλλοντος / βιωσιμότητας σε τοπικό επίπεδο: η περίπτωση της Κω

Συγγραφέας & Α.Μ.: Αργυρίου Δημήτριος, 141\2004006

Επιβλέπων Καθηγητής: Ιωάννης Σπιλάνης

Μυτιλήνη 9/2008

(2)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ... 6

2. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ... 8

2.1. Βιώσιμη ανάπτυξη ... 8

2.1.1. Ορισμός ... 8

2.1.2. Ιστορική αναδρομή ... 8

2.2. Πλαίσια PSR, DSR και DPSIR ... 12

2.3. Μετρήσεις Σε Μικρό Χωρικό Επίπεδο - Νησιά ... 17

3. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ... 23

3.1. Κινητήριες Δυνάμεις (Driving Forces) ... 24

3.2. Πιέσεις (Pressure) ... 26

3.2.1. Οικονομία ... 26

3.2.2. Κοινωνία ... 26

3.2.3. Περιβάλλον ... 27

3.2.3.1. Κατανάλωση νερού ... 28

3.2.3.2. Απόβλητα (στερεά, υγρά) ... 28

3.2.3.3. Αλλαγή χρήσεων γης ... 28

3.2.3.4.κατανάλωση ενέργειας ... 29

3.2.3.5.αριθμός οχημάτων ... 29

3.3. Κατάσταση (State) ... 30

3.3.1. Οικονομία ... 30

3.3.2. Κοινωνία ... 31

3.3.3. Περιβάλλον ... 32

3.3.3.1. Ποσότητα και ποιότητα νερού ... 33

3.3.3.2. Ποιότητα εδάφους ... 35

3.3.3.3. Ποιότητα παράκτιων υδάτων ... 36

3.3.3.4. Βιοποικιλότητα ... 37

3.3.3.5. Ποιότητα Αέρα ... 38

3.3.3.6. Αστικό τοπίο ... 38

3.3.3.7. Φυσικό Τοπίο ... 39

3.4. Αντίδραση (Response) ... 41

4 ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΗ ΚΩ ... 42

(3)

4.1 Περιοχή μελέτης ... 42

4.2. Κινητήριες Δυνάμεις ... 43

4.2.1. Πληθυσμός ... 43

4.2.2 Φυσική κίνηση ... 46

4.2.3.Τουριστική προσφορά ... 48

4.2.3.1 Τουριστικές Υποδομές (Κλίνες σε ξενοδοχεία και Ενοικιαζόμενα Δωμάτια) ... 48

4.2.3.2 Τουριστικές Επιχειρήσεις ... 48

4.2.3.3. Τουριστικοί Πόροι ... 49

4.2.3.4. Γενικές Υποδομές (Συγκοινωνίες – Μεταφορές) ... 54

4.2.4 Τουριστική ζήτηση ... 56

4.2.4.1 Αφίξεις ... 56

4.2.4.1.1. Αεροδρόμιο ... 56

4.2.4.1.2. Λιμάνι ... 61

4.2.4.2 Διανυκτερεύσεις ... 62

4.2.4.2.1. Ξενοδοχεία ... 62

4.2.4.2.2.Ενοικιαζόμενα δωμάτια ... 63

4.2.4.2.3. Παραθεριστικές κατοικίες ... 64

4.2.4.3.Μέση Διάρκεια Παραμονής ... 65

4.2.4.4. Πληρότητες ... 67

4.3. Πιέσεις ... 68

4.3.1 Οικονομία ... 68

4.3.1.1. Έσοδα ... 68

4.3.1.2. Οικονομική απόδοση επιχειρήσεων ... 68

4.3.2. Κοινωνία ... 68

4.3.2.1. Επίπεδο εκπαίδευσης του πληθυσμού ... 68

4.3.2.2. Ποσοστό εποχικά απασχολούμενων προς το σύνολο των απασχολούμενων σε μια περιοχή ... 68

4.3.3.Περιβάλλον ... 68

4.3.3.1. Κατανάλωση νερού ... 68

4.3.3.2 Απόβλητα (στερεά, υγρά) ... 70

4.3.3.3 Αλλαγή χρήσεων γης ... 72

(4)

4.3.3.4. Κατανάλωση ενέργειας ... 75

4.3.3.5. αριθμός οχημάτων ... 76

4.4. Κατάσταση ... 77

4.4.1. Οικονομία ... 77

4.4.2. Κοινωνία ... 78

4.4.2.1. Μεταβολή Πληθυσμού ... 78

4.4.2.2. Απασχόληση - Ανεργία ... 78

4.4.3. Περιβάλλον ... 81

4.4.3.1. Ποσότητα και ποιότητα νερού ... 81

4.4.3.2. Ποιότητα εδάφους ... 82

4.4.3.3. Ποιότητα παράκτιων υδάτων ... 84

4.4.3.4. Βιοποικιλότητα ... 86

4.4.3.5. Ποιότητα Αέρα ... 90

4.4.3.6. Αστικό τοπίο ... 91

4.5. Αντίδραση ... 92

5. Συμπεράσματα- Συζήτηση ... 94

6. Βιβλιογραφία ... 95

(5)

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ

Ευχαριστώ στους υπεύθυνους των Δήμων Κω Ηρακλειδών και Δικαίου, των τοπικών ΔΕΥΑ, της ΔΕΗ Κω, του Λιμεναρχείου, της Πυροσβεστικής, του Γραφείου Συγκοινωνιών, των ενώσεων ξενοδόχων και ενοικιαζομένων δωματίων, του ενιαίου φορέα τουρισμού, της ΕΚΟ, της KOS GASS και όλων όσων βοήθησαν, ή έστω είχαν την διάθεση αλλά όχι τα μέσα, στη συλλογή των δεδομένων που χρειάσθηκαν για αυτή την εργασία.

Πολλά ευχαριστώ στους διδάσκοντες του τμήματος Αλούπη Μαρία , Γαγάνη Πέτρο, Δημητρακόπουλο Παναγιώτη, Κουτσίδου Ευγενία, Παπαπαναγιώτου Ευάγγελος για την βοήθεια τους στην δημιουργία της μεθοδολογίας αυτής της εργασίας.

Γενικότερα πολλά ευχαριστώ σε όλους τους διδάσκοντες του τμήματος που αυτά τα τέσσερα χρόνια στάθηκαν δίπλα μας, μας βοήθησαν και μας έδωσαν τόσα πολλά.

Ευχαριστώ από τα βάθη της καρδίας όλους τους φίλους και τους συμφοιτητές από το τμήμα περιβάλλοντος που με στήριξαν αυτά τα τέσσερα χρόνια.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ στους γονείς μου τόσο επειδή με στήριξαν απόλυτα και ουσιαστικά αυτά τα τέσσερα χρόνια όσο και για την μεγάλη βοήθεια τους στη συλλογή των δεδομένων.

Ευχαριστώ ακόμα τις τότε υποψήφιες διδάκτορες του Τμήματος Ιουλία Κονδύλη για την βοήθεια της στο ξεκίνημα αυτής της εργασίας και Σοφία Καράμπελα για την βοήθεια της κατά την διάρκεια της εργασίας.

Τελειώνοντας, το μεγαλύτερο από τα ευχαριστώ μου στον επιβλέποντα καθηγητή αυτής της εργασίας Ιωάννη Σπιλάνη, όχι μόνο για την τεράστια βοήθεια και ακόμα μεγαλύτερη υπομονή του μέχρι την ολοκλήρωση αυτής της εργασίας αλλά περισσότερο για όλα όσα μου έμαθε όσο αφορά φυσικά το Χωρικό Περιβαλλοντικό Σχεδιασμό και την Βιώσιμη Ανάπτυξη μα κυρίως για όλα αυτά που μου έμαθε και με βελτίωσαν σαν άνθρωπο και σαν μελλοντικό επιστήμονα.

(6)

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σε αυτή την πτυχιακή εργασία θα γίνει μια προσπάθεια να μελετηθεί η οικονομική, η κοινωνική και η περιβαλλοντική κατάσταση σε μικρό νησιωτικό χώρο σε επίπεδο αποτελεσματικότητας, δικαιοσύνης και διατήρησης αντίστοιχα. Οι τρεις αυτές παράμετροι θα στηρίξουν αποκλειστικά την εξαγωγή συμπερασμάτων για την πορεία της βιώσιμης ανάπτυξης της περιοχής μελέτης, έννοια που περιλαμβάνει τις τρεις προαναφερθείσες παραμέτρους (διαστάσεις). Στην εργασία θα γίνει χρήση και επεξεργασία, δεδομένων από δημόσιους φορείς, σε περίπτωση μη ύπαρξης τους θα πρέπει να αντικατασταθούν από γενικότερα δεδομένα σε μια προσπάθεια προσέγγισης, χρίση επιστημονικών μεθόδων όπως το GIS και τοπική έρευνα.

Στόχος της εργασίας αυτής είναι:

• Η δημιουργία μεθοδολογίας βάση του συστήματος D.P.S.R. για την μελέτη της βιώσιμης ανάπτυξης και κυρίως της περιβαλλοντικής διατήρησης. Στην μεθοδολογία θα πρέπει να οριστεί τι θεωρείται περιβαλλοντική πίεση (P) και γιατί και να δημιουργηθούν εύχρηστοι δείκτες για την αριθμητικοί απεικόνιση των παραγόντων. Οι παράγοντες και οι δείκτες θα πρέπει να κατασκευαστούν όχι για μια συγκεκριμένη περιοχή μελέτης αλλά γενικότερα ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την μελέτη περιοχών σε μικρό νησιωτικό χώρο αλλά και με κάποιες τροποποιήσεις και σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή μελέτης.

Ακόμα στόχοι στο πρακτικό μέρος της εργασίας είναι:

• Ο εντοπισμός και η μέτρηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (S) στο νησί της μελέτης π.χ. η γενική περιβαλλοντική υποβάθμιση, αλλά και οι αιτίες που τις προκάλεσαν πχ οι έντονες αλλαγές χρήσεων γης στη βιοποικιλότητα.

• Οι πιθανόν έντονες αλλαγές των παραγόντων χωρικά και χρονικά και η εύρεση τον παραγόντων (D) που οδήγησαν στα πρόβλημα π.χ. όπως η έντονη τουριστική ανάπτυξη. Δυο ενέργειες που θα βοηθήσουν όχι μόνο στον εντοπισμό των προβλημάτων αλλά και στη βαθύτερη εύρεση των αιτιών που τα προκάλεσαν.

(7)

• Μέτρηση της βιώσιμης ανάπτυξης στο νησί, μελέτη της πορείας της την τελευταία ή τελευταίες δεκαετίες (ανάλογα με τα διαθέσιμα δεδομένα) και αξιολόγηση της, δίνοντας αριθμητικά αν καταστεί δυνατό την κατάσταση στο νησί ώστε να υπάρχει δυνατότητα σύγκρισης του με της γύρο περιοχές και όχι μόνο αφού η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης χρησιμοποιείται παγκόσμια.

• Και τέλος προσπάθεια αξιολόγησης της κατάστασης σε επίπεδο πολιτικών και δράσεων που έχουν στόχο την βελτίωση της βιωσιμότητας του νησιού.

Η περιοχή μελέτης αποφασίσθηκε να είναι το νησί της Κω. Έτσι με καταγραφή και αξιολόγηση της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής κατάστασης του νησιού και για τους τρεις του δήμους, Κω, Δικαίου και Ηρακλειδών θα γίνει μια προσπάθεια αξιολόγησης της σημερινής συνολικής κατάστασης σε επίπεδο βιώσιμης ανάπτυξης αλλά και μια χρονική και χωρική σύγκριση των αποτελεσμάτων.

(8)

2. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ

2.1. Βιώσιμη ανάπτυξη

2.1.1. Ορισμός

Η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης και η σημασία που της αποδίδεται σήμερα διαμορφώθηκε μόλις τις τελευταίες δεκαετίες. Δεν υπάρχει, βέβαια κοινά αποδεκτός ορισμός της έννοιας της βιώσιμης ανάπτυξης ωστόσο παρακάτω παραθέτονται οι πιο γνωστοί:

Βιώσιμη ανάπτυξη είναι η βελτίωση της ποιότητας της ζωής μέσα στα πλαίσια της φέρουσας ικανότητας των υποστηρικτικών οικοσυστημάτων (IUCN, UNEP and WWF 1991).

Βιώσιμη είναι η κοινωνία που μπορεί να υπάρχει για γενεές και γενεές , που μπορεί να βλέπει αρκετά μακριά, που είναι αρκετά ευέλικτη και σοφή, ώστε να µην υποθάλπει ούτε τα φυσικά, ούτε τα κοινωνικά της υποστηρικτικά συστήματα.(Meadows et al.

1995).

2.1.2. Ιστορική αναδρομή

Βιώσιμη ανάπτυξη σημαίνει να βασίζονται οι αναπτυξιακές και περιβαλλοντικές πολιτικές σε µία ανάλυση κόστους -οφέλους και σε µία προσεκτική οικονομική ανάλυση που θα ενδυναμώνει την περιβαλλοντική προστασία και θα οδηγεί σε αυξανόμενα και διατηρήσιμα επίπεδα ευημερίας.

Η έννοια προέκυψε από μία στροφή στην αντίληψη των πραγμάτων, η οποία αρχικά εκφράστηκε ως ανησυχία για το περιβάλλον (και τις επιπτώσεις που έχει η υποβάθμιση του στην υγεία και στην ποιότητα ζωής των ανθρώπων αλλά και σ’ αυτή την οικονομική ανάπτυξη) και ως συνειδητοποίηση ότι οι φυσικοί πόροι έπρεπε να διατηρηθούν και για τις επόμενες γενεές. Η πετρελαϊκή κρίση και η οικονομική ύφεση της δεκαετίας του ’70 δημιούργησαν στην ουσία τις πρώτες σοβαρές αμφιβολίες, όσον αφορά στη δυνατότητα των οικονομιών να μεγεθύνονται απεριόριστα, θέτοντας επί τάπητος το θέμα της σπανιότητας των φυσικών πόρων. Το 1972 η Ομάδα της Ρώμης

(9)

(Club of Rome) εξέδωσε την αναφορά Τα Όρια στη Μεγέθυνση (The Limits to Growth) για την κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος του πλανήτη. Η αναφορά ενστερνιζόταν ότι η κακή κατάσταση των πεπερασμένων πόρων ήταν το αποτέλεσμα της εκθετικής μεγέθυνσης του παγκόσμιου πληθυσμού, της εξάντλησης των πόρων, και της βιομηχανικής ρύπανσης (Mikolajuk and Gar-On Yeh 2000). Την ίδια χρονιά, στη γενική Σύνοδο της Διεθνούς Ένωσης για τη Διατήρηση της Φύσης και των Φυσικών Πόρων (IUCN) δινόταν έμφαση σε θέματα διατήρησης και ανάπτυξης. Η Διεθνής ένωση σε συνεργασία με το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών (UNEP) και το Παγκόσμιο Ταμείο για την Άγρια Φύση (WWF) είχε αρχίσει να διαμορφώνει την ιδέα μίας στρατηγικής προσέγγισης για τη διατήρηση του περιβάλλοντος από το 1975.

Το 1972 το συνέδριο των Ηνωμένων Εθνών (ΗΕ) για το Ανθρώπινο Περιβάλλον αποτέλεσε ένα σημαντικό βήμα στην ανάπτυξη της έννοιας της βιώσιμης ανάπτυξης.

Αν και η σύνδεση ανάμεσα στα περιβαλλοντικά και στα αναπτυξιακά θέματα δεν ήταν έντονη, υπήρξαν ενδείξεις ότι η μορφή της οικονομικής ανάπτυξης θα έπρεπε να μεταβληθεί ή να αλλάξει. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η ορολογία εξελίχθηκε σε έννοιες όπως περιβάλλον και ανάπτυξη, ανάπτυξη χωρίς καταστροφή, και περιβαλλοντικά υγιής ανάπτυξη. Τελικά, ο όρος οίκο-ανάπτυξη εμφανίστηκε στην επιθεώρηση του Περιβαλλοντικού Προγράμματος των ΗΕ το 1978. Μέχρι τότε, είχε αναγνωριστεί παγκόσμια ότι οι περιβαλλοντικές και οι αναπτυξιακές ιδέες έπρεπε να λαμβάνονται υπόψη παράλληλα.

Η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης πρωτοεμφανίστηκε το 1980 στην πρώτη Παγκόσμια Στρατηγική για την Διατήρηση η οποία δημοσιεύτηκε από την Παγκόσμια Ένωση Διατήρησης (World Conservation Union) και η οποία αναγνώριζε ως στόχους τη διατήρηση των βασικών οικολογικών διαδικασιών, τη διαφύλαξη της γενετικής ποικιλότητας και τη βιώσιμη χρήση των πόρων. Σύμφωνα με αυτό τον ορισμό, βιώσιμη ανάπτυξη είναι η διατήρηση των απαραίτητων οικολογικών διαδικασιών και συστημάτων υποστήριξης της ζωής, η διατήρηση της γενετικής ποικιλότητας και η βιώσιμη εκμετάλλευση των ειδών και των οικοσυστημάτων 1997). Στο Άρθρο 2 της Συνθήκης του Μάαστριχ (1992) περιγράφεται ως κύρια αποστολή της Κοινότητας η προαγωγή της «αρμονικής» και «ισόρροπης» ανάπτυξης των οικονομικών δραστηριοτήτων. Μπορεί η αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης να μην αναφέρεται ρητά

(10)

αλλά σαφώς περιγράφεται. Ωστόσο πρέπει να αναφερθεί πως δεν υπήρξε συσχέτιση της έννοιας της βιώσιμης ανάπτυξης με την κοινωνική διάσταση. Στο Άρθρο 2 της Συνθήκης του Άμστερνταμ (1997) γίνεται λόγος για «αρμονική ισόρροπο και αειφόρο ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων» . Έτσι η βιώσιμη ανάπτυξη έπαψε να θεωρείται αποκλειστικά περιβαλλοντική έννοια και αναγνωρίστηκε πως πρέπει να υπάρξει στενή συσχέτιση ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη, στην κοινωνική συνοχή και στην περιβαλλοντική προστασία στα πλαίσια της στρατηγικής της ΕΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Από την πλευρά των οικονομικών του περιβάλλοντος, το περιβάλλον και οι φυσικοί πόροι τους οποίους αυτό περιλαμβάνει μπορεί να θεωρηθούν ως απόθεμα φυσικού κεφαλαίου. Το απόθεμα αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί και να αποσπασθεί. Σύμφωνα με την έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης το απόθεμα του φυσικού κεφαλαίου δεν πρέπει να φθίνει με την πάροδο του χρόνου. Η υπόθεση πως το απόθεμα του φυσικού κεφαλαίου πρέπει να διατηρείται σταθερό είναι ‘άκαμπτη’ και σε πολλές περιπτώσεις μη ρεαλιστική. Η υπόθεση αυτή ισχύει περισσότερο στην περίπτωση των ανανεώσιμων φυσικών πόρων και λιγότερο ή καθόλου στην περίπτωση των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων. Οι έννοιες της ισχυρούς βιωσιμότητας (strong sustainability) και της ασθενούς βιωσιμότητας (weak sustainability) χρησιμοποιούνται για τη διαφοροποίηση μεταξύ των δύο αυτών περιπτώσεων.

Σύμφωνα με την ισχυρή βιωσιμότητα η τέλεια υποκατάσταση ανάμεσα σε διαφορετικούς τύπους κεφαλαίου δεν είναι μία βάσιμη υπόθεση. Κάποια στοιχεία του αποθέματος σε φυσικό κεφάλαιο δεν μπορούν να υποκατασταθούν από ανθρωπογενές κεφάλαιο (παρά μόνο σε πολύ περιορισμένη βάση). Κάποιες από τις λειτουργίες και τις υπηρεσίες των οικοσυστημάτων είναι ζωτικές για την ανθρώπινη επιβίωση, είναι υπηρεσίες υποστήριξης της ζωής (life support systems) και δεν μπορούν να υποκατασταθούν. Σύμφωνα με την ασθενή βιωσιμότητα δεν είναι απαραίτητο να ξεχωρίζεται το περιβάλλον για μία ειδικότερη μεταχείριση. Είναι απλά ένα άλλο είδος κεφαλαίου. Περαιτέρω, αυτό που είναι αναγκαίο για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι η μεταβίβαση ενός συνολικού αποθέματος κεφαλαίου, όχι λιγότερο από αυτό που υπάρχει τώρα. Η ασθενής βιωσιμότητα υπονοεί πως ένα συγκεκριμένο στοιχείο του φυσικού κεφαλαίου μπορεί να υποκατασταθεί από άλλα είδη κεφαλαίου, είτε φυσικού είτε ανθρωπογενούς. Σύμφωνα με την ασθενή βιωσιμότητα η ανάπτυξη μπορεί να θεωρηθεί

(11)

βιώσιμη αν και εφόσον το συνολικό κεφάλαιο παραμένει σταθερό. Αυτός συνεπώς είναι ο σταθερός κεφαλαιακός κανόνας της ασθενούς βιωσιμότητας. Η ασθενής βιωσιμότητα λοιπόν βασίζεται στην τέλεια υποκαταστασιμότητα ανάμεσα στις διαφορετικές μορφές του κεφαλαίου.

Βάσει των παραπάνω προέκυψαν 4 διαφορετικές προσεγγίσεις βιώσιμης ανάπτυξης:

- Η πολύ ισχυρή βιωσιμότητα σύμφωνα με την οποία δεν επιτρέπεται η υποκαταστασιμότητα μεταξύ των διαφορετικών μορφών κεφαλαίου,

- Η ισχυρή βιωσιμότητα σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η εν μέρει υποκαταστασιμότητα μεταξύ των κεφαλαίων,

- Η ασθενής βιωσιμότητα σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η υποκαταστασιμότητα των κεφαλαίων μέχρι ορισμένων –μη εύκολα προσδιορίσιμων- ορίων,

- Η πολύ ασθενής βιωσιμότητα σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η πλήρης υποκαταστασιμότητα των κεφαλαίων.

Η προσέγγιση της ΕΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι η λεγόμενη προσέγγιση των τριών πυλώνων (οικονομική αποτελεσματικότητα, περιβαλλοντική προστασία, κοινωνική δικαιοσύνη), η οποία προϋποθέτει την ενσωμάτωση των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών πολιτικών. Η βιώσιμη ανάπτυξη λαμβάνεται υπόψη ως υπερισχύουσα αρχή (over-arching principle) και αναγνωρίζεται πως η ανάπτυξη μπορεί να θεωρηθεί βιώσιμη εάν και μόνο το παραγόμενο αποτέλεσμα (output) από τη χρήση του αποθέματος του κεφαλαίου, δηλαδή η ευημερία, παραμένει σταθερό ή αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου.

Στην πορεία αυτή για την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης η ΕΕ αναγνωρίζει 6 κύριες πηγές απειλής, οι οποίες είναι:

1. Οι κλιματικές αλλαγές οι οποίες επιδρούν στην άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη και στην παρουσία ακραίων καιρικών φαινομένων,

2. Οι κίνδυνοι για την δημόσια υγεία από ασθένειες ανθεκτικές στα αντιβιοτικά αλλά και από τη χρήση χημικών ουσιών στην καθημερινή ζωή,

3. Η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός, 4. Η γήρανση του πληθυσμού,

5. Η αυξανόμενη πίεση στους ζωτικούς φυσικούς πόρους και η μείωση της βιοποικιλότητας,

(12)

6. Το πρόβλημα των μεταφορών (κυκλοφοριακά προβλήματα στις αστικές περιοχές) και η ρύπανση που προκαλούν τα μέσα μεταφοράς.(ΕΤΝΑ, Φεβρουάριος 2005)

2.2. Πλαίσια PSR, DSR και DPSIR

Τα μοντέλα αυτά ξεκίνησαν ως εστίαση στις πιέσεις που τίθενται στον άνθρωπο από το περιβάλλον. Τα σύγχρονα μοντέλα αυτής της κατηγορίας βασίζονται στην προσπάθεια που έγινε να οργανωθούν τα στατιστικά δεδομένα που σχετίζονται με το περιβάλλον, σε 4 κατηγορίες:

Ένταση δραστηριοτήτων (D) Περιβαλλοντική πίεση (P)

Περιβαλλοντική απόκριση στις πιέσεις (περιβαλλοντική κατάσταση, S) Συλλογική και ατομική ανθρώπινη απόκριση με πολιτικές (R).

Από τα παραπάνω προέκυψε το μοντέλο Pressure-State-Response του OECD και το πιο πρόσφατο μοντέλο Driving Force-State-Response του United Nations CSD. Άλλα μοντέλα που βασίστηκαν σε αυτή την προσέγγιση είναι το Environmental Pressure Index της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή το National Indicator Set of Canada.

Α. Pressure-State-Response, OECD

Το πλαίσιο ‘Πιέση-Κατάσταση-Απόκριση’ (Pressure-State-Response, PSR) βασίζεται στην έννοια της αιτιότητας: οι ανθρώπινες δραστηριότητες δημιουργούν πιέσεις στο περιβάλλον και μεταβάλλουν την ποιότητά του, αλλά και την ποσότητα των φυσικών πόρων (κατάσταση-state). Η κοινωνία ανταποκρίνεται σε αυτές τις αλλαγές μέσω περιβαλλοντικών, οικονομικών και τομεακών πολιτικών (κοινωνική απόκριση- societal response). Η τελευταία δημιουργεί μία ανάδραση στις πιέσεις διαμέσου των ανθρώπινων δραστηριοτήτων (Σχήμα 7).

(13)

Σχήμα 7: Πλαίσιο Πίεση-Κατάσταση-Απόκριση

Πηγή: OECD 1993, σ.10

Πιο αναλυτικά οι περιβαλλοντικές πιέσεις περιγράφουν πιέσεις από τις ανθρώπινες δραστηριότητες που ασκούνται στο περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων και των φυσικών πόρων. Ο όρος πιέσεις εδώ καλύπτει βαθύτερες ή έμμεσες πιέσεις (π.χ.

ανθρώπινες δραστηριότητες και τάσεις με περιβαλλοντική σημασία) καθώς και άμεσες πιέσεις όπως η χρήση φυσικών πόρων, η απόθεση αποβλήτων και η απελευθέρωση ρύπων. Οι δείκτες των περιβαλλοντικών πιέσεων σχετίζονται άμεσα με τους τύπους παραγωγής και κατανάλωσης, επίσης συχνά παρουσιάζουν εντάσεις εκπομπών ή χρήσης πόρων ταυτόχρονα με σχετιζόμενες τάσεις και αλλαγές για μια ορισμένη χρονική περίοδο. Χρησιμοποιούνται για να υποδείξουν την πρόοδο στην αποσύνδεση των οικονομικών δραστηριοτήτων από τις περιβαλλοντικές πιέσεις ή στην επίτευξη εθνικών στόχων ή διεθνών δεσμεύσεων (π.χ. στόχους μείωσης εκπομπών).

(14)

Σχήμα 8: Πλαίσιο ‘Παράγοντες Πίεσης-Πίεση-Κατάσταση-Επίπτωση-Απόκριση’

Πηγή: European Commission 1999, σ.5

Η περιβαλλοντική κατάσταση σχετίζεται με την ποιότητα του περιβάλλοντος και την ποιότητα και ποσότητα των φυσικών πόρων, αντικατοπτρίζοντας το απόλυτο αντικείμενο των περιβαλλοντικών πολιτικών. Οι δείκτες περιβαλλοντικής κατάστασης έχουν σχεδιαστεί για να δίνουν μια συνολική άποψη της κατάστασης όσον αφορά το περιβάλλον και την ανάπτυξη του διαχρονικά. Παραδείγματα τέτοιων δεικτών είναι η συγκέντρωση ρύπων στους αποδέκτες, η υπέρβαση κρίσιμων ορίων, η έκθεση του πληθυσμού σε συγκεκριμένα επίπεδα ρύπανσης, η υποβάθμιση της ποιότητας του περιβάλλοντος και οι επιδράσεις στην υγεία, η κατάσταση της άγριας ζωής, των οικοσυστημάτων και των αποθεμάτων φυσικών πόρων.

Η απόκριση δείχνει την έκταση στην οποία η κοινωνία αποκρίνεται στα περιβαλλοντικά θέματα λαμβάνοντας μέτρα πολιτικής. Αναφέρεται σε ατομικές ή ομαδικές δράσεις και αντιδράσεις που αποσκοπούν:

• στην άμβλυνση, την αποδοχή ή την παρεμπόδιση των ανθρωπογενών αρνητικών επιδράσεων στο περιβάλλον

• την διακοπή ή αντιστροφή περιβαλλοντικών καταστροφών

(15)

• την συντήρηση ή διατήρηση της φύσης και των φυσικών πόρων

Παραδείγματα τέτοιων δεικτών είναι οι δαπάνες για το περιβάλλον, οι περιβαλλοντικοί φόροι και επιχορηγήσεις, τα ποσοστά ανακύκλωσης, τα μερίδια στην αγορά περιβαλλοντικά φιλικών αγαθών και υπηρεσιών (πχ. βιολογικά προϊόντα) και τα μέτρα ελέγχου.

Το μοντέλο υπογραμμίζει τις σχέσεις αιτίας-αποτελέσματος και βοήθα τους λήπτες των αποφάσεων και το κοινό να δουν τις συνδέσεις ανάμεσα σε περιβαλλοντικά και οικονομικά θέματα. Παρέχει ένα μέσο επιλογής και οργάνωσης δεικτών εξασφαλίζοντας ότι κανένα από τα σημαντικά θέματα δεν έχει παραβλεφθεί.

Με μία ευρύτερη έννοια, αυτή η ακολουθία αποτελεί μέρος ενός περιβαλλοντικού κύκλου (πολιτικής), ο οποίος περιλαμβάνει την αντίληψη των προβλημάτων, τη διαμόρφωση πολιτικής, την παρακολούθηση και την αξιολόγησή της. Παρόλο που το πλεονέκτημα του πλαισίου είναι η ανάδειξη αυτών των διασυνδέσεων, τείνει να υποδηλώνει γραμμικές σχέσεις στην αλληλεπίδραση της ανθρώπινης δραστηριότητας και του περιβάλλοντος. Τρεις τύποι δεικτών μπορούν να διακριθούν με βάση το πλαίσιο Πίεση-Κατάσταση-Απόκριση: α) περιβαλλοντικής πίεσης (pressure), β) περιβαλλοντικής κατάστασης (state), και γ) κοινωνικής απόκρισης (response).

Ένα από τα κύρια προβλήματα του πλαισίου είναι η δυσκολία διάκρισης μεταξύ των δεικτών πίεσης και κατάστασης και η ανάγκη επέκτασης του πλαισίου για να μπορέσει να περιγράψει καλύτερα τη βιωσιμότητα.

Έχει το πλεονέκτημα ότι είναι ένα από τα πιο εύκολα πλαίσια για να κατανοηθεί και να εφαρμοστεί και είναι ουδέτερο, με την έννοια ότι προβάλει τις σχέσεις που υπάρχουν, ενώ δεν παρουσιάζει εάν αυτές έχουν αρνητικά ή θετικά αποτελέσματα.

Αυτό βέβαια δεν πρέπει να αποκρύπτει το γεγονός ότι οι συνδέσεις μεταξύ οικοσυστημάτων, περιβάλλοντος-οικονομίας και περιβάλλοντος-κοινωνίας είναι πιο πολύπλοκες.

Ανάλογα με τον σκοπό για τον οποίο χρησιμοποιείται το μοντέλο μπορεί εύκολα να προσαρμοστεί για την καταγραφή με μεγαλύτερη λεπτομέρεια ή για ειδικά χαρακτηριστικά.

Παραδείγματα προσαρμοσμένων εκδόσεων του μοντέλου αποτελούν το DSR (Driving Force-State-Response) από τον UNCSD και το DPSIR (Driving Force-

Response) που χρησιμοποιείται από τον EEA.

(16)

Β. Driving forces-State-Response, United Nations Commission on Sustainable Development

Το 1995 από τα συμπεράσματα της τρίτης συνάντησης της UNCSD για την εφαρμογή της Agenda 21, προέκυψε ότι εννοιολογικά πλαίσια όπως το P-S-R αποτελούν χρήσιμα εργαλεία για την οργάνωση και την δημιουργία ομάδων δεικτών για την βιώσιμη ανάπτυξη. Έτσι, δημιουργήθηκε μια μεθοδολογία ομάδας δεικτών με την μορφή της κάρτας για κάθε δείκτη. Πιο συγκεκριμένα για τους περιβαλλοντικούς δείκτες αποφασίστηκε ότι τα θέματα της Agenda 21 μπορούν να οργανωθούν σε ομάδες που να αναφέρονται σε διαφορετικά κεφάλαια της έκθεσης, βασιζόμενοι σε δύο παρόμοιες προσεγγίσεις, στο μοντέλο του OECD, P-S-R (πολλές φορές το Pressure αναφέρεται και ως Driving Force) και στο πλαίσιο του UNSD, FDES (Framework for the Development of Environment Statistics).

Το πλαίσιο ‘Κινητήριες Δύναμεις-Κατάσταση-Απόκριση’ για τη βιώσιμη ανάπτυξη (Driving Force-State-Response, DSR) αποτελεί μία διαφοροποίηση του πλαισίου Πίεσης-Κατάστασης-Απόκρισης. Οι Κινητήριες Δυνάμεις αποτελούνται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, τις διαδικασίες και τους τρόπους που επιδρούν στη βιώσιμη ανάπτυξη. Η Κατάσταση περιγράφει την κατάσταση της βιώσιμης ανάπτυξης.

Η Απόκριση αποτελεί τις πολιτικές επιλογές και άλλες αντιδράσεις στις αλλαγές στη βιώσιμη ανάπτυξη. Οι Κινητήριες Δυνάμεις έχουν αντικαταστήσει τις Πιέσεις του πλαισίου Πίεσης-Κατάστασης-Απόκρισης, προκειμένου να εξυπηρετηθεί καλύτερα η ενσωμάτωση κοινωνικών, οικονομικών και θεσμικών δεικτών, αλλά και για να τονιστεί ότι οι επιπτώσεις στη βιωσιμότητα μπορεί να είναι ταυτόχρονα και θετικές και αρνητικές. Το πλαίσιο αποτελεί μία μήτρα που περιλαμβάνει τρεις τύπους δεικτών στον οριζόντιο άξονα και τις διαστάσεις της βιώσιμης ανάπτυξης (οικονομία, κοινωνία, περιβάλλον, θεσμοί) στο κάθετο άξονα.

Ο κατάλογος των δεικτών περιλαμβάνει 134 περιβαλλοντικούς δείκτες, ενώ η συνολική λίστα περιλαμβάνει οικονομικούς και κοινωνικούς δείκτες. Ο κατάλογος αναθεωρήθηκε το 1996 μετά από την επεξεργασία του από ένα σύνολο χωρών.

(17)

Γ. Driving Force – Pressure – State – Impact - Response, European Environmental Agency

Το πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ‘Κινητήριες Δυνάμεις-Πίεση-Κατάσταση- Επίπτωση-Απόκριση (Driving Force-Pressure-State-Impact-Response, DPSIR) παρέχει ένα μηχανισμό για την ανάλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων (Σχήμα 8) και η ομάδα των περιβαλλοντικών δεικτών που εκδόθηκε πρώτη φορά το 2000 περιέχει τους δείκτες οργανωμένους σε σχέση με την περιβαλλοντική διάσταση μόνο (GHK, 2002).

Οι κινητήριες δυνάμεις (driving forces) (ανθρώπινες δραστηριότητες), δημιουργούν πιέσεις (pressures) στο περιβάλλον, οι οποίες μεταβάλλουν την κατάσταση (state) του περιβάλλοντος, κάτι το οποίο στη συνέχεια έχει επιπτώσεις (impacts) στην ανθρώπινη υγεία και στα οικοσυστήματα, γεγονός που αναγκάζει την κοινωνία να ανταποκριθεί (response) με διάφορα μέτρα πολιτικής για την αντιμετώπιση των προβλημάτων.

.(ΕΤΝΑ, Φεβρουάριος 2005)

2.3. Μετρήσεις Σε Μικρό Χωρικό Επίπεδο - Νησιά

Οι Giaoutzi και Nijkamp (1993) δημιούργησαν ένα περιφερειακό μοντέλο για τα νησιά των Σποράδων προκειμένου να μελετήσουν τα διάφορα θέματα της βιωσιμότητας των νησιωτικών οικονομιών και των συγκρούσεων που αναμειγνύονται στα πλαίσια διαμόρφωσης μίας πολιτικής για τη βιωσιμότητα. Με το ολοκληρωμένο δυναμικό μοντέλο απεικόνισαν την ανάπτυξη των τριών νησιωτικών οικονομιών των Σποράδων και την αλληλεπίδρασή τους με το χερσαίο και θαλάσσιο περιβάλλον. Στη συνέχεια με τη διενέργεια πολυκριτηριακής ανάλυσης και τη χρησιμοποίηση ενός Γεωγραφικού Συστήματος Πληροφοριών διαμόρφωσαν ένα Σύστημα Υποστήριξης Αποφάσεων (Decision Support System) για τη διευκόλυνση του σχεδιασμού στα πλαίσια της βιώσιμης ανάπτυξης. Με την έρευνά τους τόνισαν το γεγονός ότι για την επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης χρειάζονται να δημιουργηθούν στρατηγικές αποτελεσματικής περιβαλλοντικής διαχείρισης, ως μέρους της ευρύτερης βιώσιμης αναπτυξιακής πολιτικής (Giaoutzi and Nijkamp 1993).

Στη Μάλτα εφαρμόστηκε, για την ανάπτυξη δεικτών βιωσιμότητας, η συστημική ανάλυση και ανάλυση προοπτικών βιωσιμότητας (systemic and prospective

(18)

sustainability analysis-SPSA). Η μέθοδος χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο για τη βιώσιμη διαχείριση των χερσαίων και θαλάσσιων περιοχών της Μάλτας (Bell and Morse 2004).

Βιώσιμο Guernsey. Η προσέγγιση του Βιώσιμου Guernsey αποτελεί μια ετήσια καταγραφή των Κοινωνικών, Οικονομικών και Περιβαλλοντικών τάσεων του νησιού Guernsey στην Νοτιοδυτική Μεγάλη Βρετανία, ένα από τα νησιά του Καναλιού της Μάγχης ανάμεσα στην νότια Μεγάλη Βρετανία και την Βόρεια Γαλλία. Το νησί έχει έκταση 63 km2 και πληθυσμό 60.000 κατοίκους το 2001, με ιδιαίτερα ανεπτυγμένο τον τριτογενή τομέα της οικονομίας με ποσοστό απασχολουμένων 77%, ενώ ο πρωτογενής τομέας έχει το 13% των απασχολούμενων και ο δευτερογενής το 10% αυτών. Στον τριτογενή τομέα οι πιο δυναμικοί τομείς είναι τα χρηματο-οικονομικά (finance), η παροχή ιδιωτικών υπηρεσιών και η παροχή δημόσιων υπηρεσιών.

Η προσπάθεια ξεκίνησε το 2001 (Policy Council 2004) και αναπτύχθηκαν 17 κύριοι και 55 στρατηγικοί δείκτες, η παρακολούθηση των οποίων δείχνει την πορεία προς μία βιώσιμη ανάπτυξη του νησιού στις εξής κατηγορίες: πληθυσμός, υγεία, εκπαίδευση, κοινοτική συμμετοχή, νοικοκυριά, εγκληματικότητα, οικονομική απόδοση, κατανάλωση ενέργειας, διεθνείς μεταφορές, ανάπτυξη εργατικού δυναμικού, βιοποικιλότητα, κατάσταση ατμόσφαιρας, κατάσταση υδάτων, υδάτινοι πόροι, χρήση γης, οικιακά και εμπορικά απόβλητα, τοπικές μεταφορές.

Για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων των δεικτών χρησιμοποιείται ένας μετρητής με την μορφή πυξίδας και τις ενδείξεις «καλύτερος», «χειρότερος»,

«σταθερός» και «άγνωστο». Για τους δείκτες του 2004 εισήχθηκε ένα τμήμα στην αναφορά της μελέτης που ονομάζεται «διασυνδέσεις» και αφορά στην υπογράμμιση των αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στην οικονομία, την κοινότητα και το περιβάλλον.

Αξίζει να σημειωθεί τέλος ότι παρά το γεγονός ότι έχει ήδη εφαρμοστεί η μεθοδολογία του οικολογικού αποτυπώματος στο νησί (Barrett 1998, Chambers et al.

2004), η μεθοδολογία που επιλέχθηκε τελικά από τον αρμόδιο φορέα για την μελέτη της βιωσιμότητας δεν ήταν αυτή.

Οι Juanda και Warsin (2002) διαμόρφωσαν ένα σχεσιακό μοντέλο για τη βιώσιμη ανάπτυξη της Ινδονησίας, το οποίο στηρίζεται σε τρεις παράγοντες: ανθρώπινοι πόροι, οικονομία, και ποιότητα ζωής (Σχήμα 19). Προκειμένου αυτό το θεωρητικό μοντέλο να συγκεκριμενοποιηθεί για την Ινδονησία και να προσδιοριστούν οι επιμέρους παράμετροι που διαμορφώνουν τους τρεις παράγοντες χρησιμοποιείται ένα μοντέλο

(19)

δεικτών βιωσιμότητας. Το μοντέλο αποτελείται από δύο μέρη: το μοντέλο μέτρησης και το δομικό εξισωτικό μοντέλο (structural equation model). Το πρώτο καθορίζει πως οι τρεις παράγοντες που καθορίστηκαν στο μοντέλο βιωσιμότητας εξαρτώνται ή καθορίζονται από τις παρατηρούμενες μετρήσεις. Το δεύτερο μοντέλο καθορίζει τις αιτιακές σχέσεις ανάμεσα στους τρεις παράγοντες και προσδιορίζει τη διακύμανση. Η επιλογή των δεικτών που θα αξιολογηθούν στο μοντέλο γίνεται με βάση τη συνάφειά τους στα πλαίσια τεσσάρων συστημάτων: οικολογικό, οικονομικό, κοινωνικό, και θεσμικό (Σχήμα 20). Για κάθε σύστημα οι δείκτες κατηγοριοποιούνται ανάλογα με το αν αποτελούν δείκτες πίεσης, κατάστασης ή απόκρισης. Οι δείκτες περιορίζονται ακόμα περισσότερο μετά την εφαρμογή κάποιων ακόμα θεωρητικών και πρακτικών κριτηρίων.

Σχήμα 19: Πλαίσιο Βιώσιμης Ανάπτυξης

Σχήμα 20: Πλαίσιο Επιλογής Δεικτών

Πηγή: Juanda and Warsin 2002, σ. 2-3

Οι Nijkamp και Ouwersloot (1997) εφάρμοσαν στη Λέσβο το μοντέλο των σημαιών που ανάπτυξαν, για να αξιολογήσουν διάφορα σενάρια αναπτυξιακής πολιτικής. Για τα τέσσερα σενάρια που προτάθηκαν δημιουργήθηκε μία ποιοτική μήτρα επιπτώσεων. Με τη μήτρα αυτή αξιολογήθηκαν οι πιθανές επιπτώσεις στην οικονομία, στην κοινωνία, και στο περιβάλλον βάσει συγκεκριμένων δεικτών που επιλέχθηκαν για κάθε διάσταση της βιωσιμότητας. Η αξιολόγηση έγινε από τους τοπικούς εμπειρογνώμονες ύστερα από συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν. Οι απόψεις των ειδικών χρησιμοποιήθηκαν και για τον προσδιορισμό των κρίσιμων τιμών (κρίσιμα κατώφλια/όρια) για κάθε δείκτη

(20)

βιωσιμότητας. Με τη χρησιμοποίηση του λογισμικού πακέτου του μοντέλου διαμορφώθηκε η συνολική εκτίμηση βιωσιμότητας για κάθε σενάριο.

Σχήμα 21: Μήτρα κοινωνικο-οικονομικής βιωσιμότητας για τη Σκοτία

Πηγή: Copus και Crabtree 1996, σ. 52

Οι Copus και Crabtree (1996) όρισαν τη βιωσιμότητα σε όρους τριών διαστάσεων:

δομής, απόδοσης και εξάρτησης. Αυτές οι διαστάσεις εκτιμήθηκαν για τρεις ομάδες κοινωνικo-οικονομικών χαρακτηριστικών, και συγκεκριμένα αυτών που σχετίζονται με τη δημογραφική ανάπτυξη, την οικονομική δραστηριότητα, και την κοινότητα και τον πολιτισμό. Η μήτρα βιωσιμότητας που δημιουργήθηκε αποτελεί ένα εργαλείο εκτίμησης της κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης, η οποία εφαρμόστηκε για τις

(21)

περιφερειακές περιοχές της υπαίθρου της Σκοτίας, συμπεριλαμβανόμενων και των μικρών νησιών της. Η μήτρα κοινωνικο-οικονομικής βιωσιμότητας (Σχήμα 21) βαθμολογεί ποιοτικά τους επιλεγμένους δείκτες κάθε διάστασης και ανά ομάδα (‘+’,‘-

’,‘*’) με βάση την επιρροή κάθε δείκτη πάνω στη βιωσιμότητα. Παραλληλα υπολογίζεται και μία συνολική βαθμολογία για το συνδυασμό των διαστάσεων και των χαρακτηριστικών. Η υποκειμενικότητα στη απόδοση των βαρών για αυτές τις συνολικές βαθμολογίες αποθάρυνε τους μελετητές για μία περαιτέρω προσπάθεια υπολογισμού ενός συνολικού δείκτη βιωσιμότητας.

Η ανάλυση του Οικολογικού Αποτυπώματος για το Island of Wight

Το νησί Wight βρίσκεται στην νότια ακτή του Ηνωμένου Βασιλείου και έχει πληθυσμό 126.000. Ο πιο δραστήριος τομέας της οικονομίας είναι ο τουρισμός οπότε και ο πληθυσμός του νησιού το καλοκαίρι αυξάνεται σε 200.000. Στο νησί το 34% του πληθυσμού δεν είναι οικονομικά ενεργός αλλά είναι συνταξιούχοι.

Για την μελέτη της βιωσιμότητας του νησιού επιλέγηκε να εφαρμοστεί η μεθοδολογία του οικολογικού αποτυπώματος για τους παρακάτω λόγους:

• Ως νησί είναι απόλυτα οροθετημένο γεωγραφικά

• Χωρίς οδική πρόσβαση, τα δεδομένα για την ενέργεια, το νερό, και τις ροές υλικών ήταν ευκολότερα διαθέσιμα

• Το νησί έχει μόνο έναν εργολάβο συλλογής αποβλήτων οπότε η συλλογή των στοιχείων ήταν εύκολη

• Η εγγύτητα με την ενδοχώρα και η πολιτική οργάνωση το θέτουν αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού του Η.Β.

• Το μέγεθος του πληθυσμού είναι σημαντικό αλλά εύκολο να διαχειριστεί για μια τέτοια ανάλυση

• Το τοπικό συμβούλιο και οι οργανώσεις ήταν πρόθυμοι να υποστηρίξουν το σχέδιο ως μέρος της δέσμευσης τους στην Local Agenda 21

• παρά το μικρό μέγεθος, το νησί είναι αυτόνομο σε όρους υποδομών και διοίκησης, με δική του οργάνωση, σχολεία, νοσοκομείο, λιανικό εμπόριο, διαχείριση αποβλήτων, μεταφορές κλπ.

Η ανάλυση ολοκληρώθηκε σε πέντε φάσεις. Στην πρώτη φάση έγινε η συλλογή των

(22)

ενοποιώντας και διαχωρίζοντας τα δεδομένα, ώστε να περιγραφούν οι εισροές (ενέργειας και υλικών) στο νησί, οι ποσότητες που παραμένουν ως αποθέματα και οι αναμενόμενες εκροές (απόβλητα και εκπομπές ρύπων). Αυτή η προσέγγιση παρέχει μια εικόνα των ροών ανάμεσα στο νησί και τον υπόλοιπο κόσμο και κάνει δυνατό τον υπολογισμό της καθαρής κατανάλωσης. Οι κατηγορίες που καταγράφηκαν είναι υλικά και απόβλητα, ενέργεια, μεταφορές επιβατών, μεταφορές εμπορευμάτων, νερό και υγρά απόβλητα.

Στην τρίτη φάση πραγματοποιήθηκε η ανάλυση του οικολογικού αποτυπώματος σύμφωνα με την μεθοδολογία του Best Foot Forward(www.bestfootforward.com). Στην τέταρτη φάση έγινε σύγκριση των απαιτήσεων του νησιού σε πόρους σε σχέση με τις διαθέσιμες ποσότητες σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο και απαντήθηκαν τα ερωτήματα, «το νησί καταναλώνει περισσότερο από ότι του παρέχεται τοπικά;» και «ο πληθυσμός του νησιού χρησιμοποιεί περισσότερους πόρους από όσους του αναλογούν σε παγκόσμιο επίπεδο;». Στην πέμπτη και τελευταία φάση προτάθηκαν σενάρια για περιβαλλοντική βελτίωση. .(ΕΤΝΑ, Φεβρουάριος 2005)

(23)

3. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Όπως αναφέρθηκε και στην εισαγωγή σε αυτή την πτυχιακή εργασία θα μελετηθεί η οικονομική, η κοινωνική και η περιβαλλοντική κατάσταση του νησιού της Κω σε επίπεδο αποτελεσματικότητας, δικαιοσύνης και διατήρησης αντίστοιχα. Είναι εύκολα, λοιπόν κατανοητό ότι η μεθοδολογία που θα δημιουργηθεί αφορά παρόμοιες περιοχές δηλαδή μικρό νησιωτικό ή παράκτιο χώρο με κύρια μορφή απασχόλησης των κατοίκων του τον τουρισμό. Η μεθοδολογία που ακολουθείται εφαρμόζει το σύστημα του μοντέλου DPSR όπως αυτό παρουσιάσθηκε στο θεωρητικό υπόβαθρο της εργασίας.

Αρχικά θα προσδιοριστούν οι κινητήριες δυνάμεις της περιοχής(D), στη συνέχεια οι πιέσεις τους (P) έπειτα η κατάσταση της περιοχής μελέτης (S) και τέλος η καταγραφή δράσεων και πολιτικών που εφαρμόζονται στο νησί σε μια πρώτη προσέγγιση της αντίδρασης (R). Πριν παρατεθεί η μεθοδολογία είναι χρήσιμο να παρατηρηθεί το παρακάτω σχήμα ως μια γενική προσέγγιση στο αντικείμενο.

Σχήμα 3: Προσέγγιση DPSR

DF P S

Τουρισμός Γεωργία

Παραγόμενο Προϊόν Απασχόληση Κατανάλωση

νερού

Παραγωγή αποβλήτων

Αλλαγές χρήσεων

γης

Εξέλιξη ΑΕΠ Ανταγωνιστικοί τομείς

Μονοκαλλιέργεια Κλίνες Διανυκτερεύσεις

Κατανάλωση ενέργειας

Απόδοση

Performance Επιπτώσεις Πολιτική R

Αναπτυξιακό πρότυπο

Πληθυσμιακή εξέλιξη

& δομή

Προσδοκώμενη διάρκεια ζωής Διανομή εισοδήματος Ποσότητα διαθέσιμου νερού

Ποιότητα πόσιμου νερού Ποιότητα εδάφους

Βιοποικιλότητα Ποιότητα αέρα Ποιότητα θαλασσινού νερού

Ποιότητα τοπίου Ποιότητα Αστικού περιβάλλοντος

Φυσικά & Πολιτιστικά Μνημεία Εκμεταλλεύσεις

Μεταποίηση Πληθυσμός

Πηγή: ΕΤΝΑ

(24)

3.1. Κινητήριες Δυνάμεις (Driving Forces)

Η πρώτη κινητήρια δύναμη που εξετάζεται οποιαδήποτε και αν είναι η περιοχή μελέτης είναι αυτή του Πληθυσμού, κατά κύριο λόγο βάση των απογραφών της Ε.Σ.Υ.Ε. εξετάζετε ο αριθμός των κατοίκων της περιοχής αλλά και η φυσική κίνηση του πληθυσμού με σκοπό την απεικόνιση της εξέλιξης του (μείωση η αύξηση) αλλά και των αιτιών της.

Έπειτα εξετάζονται οι κινητήριες δυνάμεις που δημιουργούνται από την μορφή της απασχόλησης του πληθυσμού. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω η συγκεκριμένη μεθοδολογία δημιουργείται για περιοχή μελέτης νησιωτική ή παράκτια με κύρια μορφή απασχόλησης των τουρισμό έτσι δεν γίνεται παρά μόνο μια απλή αναφορά σε άλλες δυνάμεις όπως η γεωργία και η κτηνοτροφία και η έρευνα ασχολείται με τον Τουρισμό.

Για τον τουρισμό δύο είναι τα ζητούμενα της έρευνας, ο προσδιορισμός της τουριστικής προσφοράς και της τουριστικής ζήτησης.

Η τουριστική προσφορά περιλαμβάνει τις τουριστικές υποδομές δηλαδή κλίνες σε ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια / διαμερίσματα και παραθεριστικές κλίνες και ακόμα τουριστικές Επιχειρήσεις, τουριστικούς πόρους και γενικές υποδομές.

Η τουριστική ζήτηση περιλαμβάνει τις διανυκτερεύσεις σε ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια / διαμερίσματα και παραθεριστικές κλίνες τη μέση διάρκεια παραμονής, τις αφίξεις σε αεροδρόμια με τακτικές και Έκτακτες (Charter) πτήσεις και σε λιμάνια και τέλος τις πληρότητες. Στον πίνακα 3.1.1 παρουσιάζονται όλοι οι ζητούμενοι παράγοντες για τον προσδιορισμό των κινητήριων δυνάμεων.

(25)

Πίνακας 3.1. «Παράγοντες κινητήριων δυνάμεων»

Πληθυσμός Αριθμός κατοίκων Φυσική κίνηση Τουρισμός Τουριστική

προσφορά

Τουριστικές Υποδομές Κλίνες Ξενοδοχεία

Ενοικιαζόμενα Δωμάτια

Παραθεριστικές κλίνες Τουριστικές Επιχειρήσεις

Τουριστικοί Πόροι Γενικές Υποδομές

Τουριστική ζήτηση Αφίξεις Αεροδρόμιο Τακτικές

Έκτακτες (Charter) Λιμάνι

Διανυκτερεύσεις Ξενοδοχεία

Ενοικιαζόμενα Δωμάτια Παραθεριστικές κατοικίες Μέση Διάρκεια

Παραμονής Πληρότητες

(26)

3.2. Πιέσεις (Pressure)

3.2.1. Οικονομία

Στην οικονομία όπου οι πιέσεις αφορούν ουσιαστικά οικονομικές επιδώσεις δύο είναι οι βασική τομείς οι οποίοι πρέπει να εξεταστούν.

α. Τα χρήματα που εισρέουν στο σύστημα, στην συγκεκριμένη περίπτωση στην περιοχή μελέτης, και η προέλευση τους (πχ. Τουριστική δαπάνη).

Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο πρέπει να εξεταστούν ανά τομέα απασχόλησης τα έσοδα της περιοχής.

β. Οικονομική απόδοση επιχειρήσεων

Ένας καλός δείκτης για την οικονομική απόδοση των επιχειρήσεων είναι το σύνολο ΦΠΑ, δηλαδή η αξία σε € του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας που πληρώνεται στην περιοχή από επιχειρήσεις. Πιθανόν λόγο της μη τήρησης των νόμιμων διαδικασιών, μεγάλη φοροδιαφυγή, τα αποτελέσματα να μην είναι άκρως αντιπροσωπευτικά, είναι όμως ένας εύχρηστος δείκτης που μπορεί να δώσει μια εικόνα της οικονομικής απόδοσης των επιχειρήσεων στην περιοχή με βάση τον ΦΠΑ που πληρώνουν για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που παράγουν ή εμπορεύονται. Αποτελεί δείκτη μεγάλης σημασίας, καθώς διαχρονικές μεταβολές στις σταθερές τιμές του (χωρίς τον πληθωρισμό), προσφέρουν μια πολύ καθαρή εικόνα των οικονομικών δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα σε μια περιοχή.

Αλλαγές σε ένα σύστημα σε οικονομικό επίπεδο μπορεί να φέρει μόνο η αλλαγή του ποσού των χρημάτων που εισρέουν στο σύστημα και η διατήρηση τους σε αυτό. Η διατήρηση και η κατανομή των χρημάτων εξετάζονται ξεχωριστά από την εισροή τους.

Σε πολλές περιοχές γίνονται επενδύσεις από επιχειρηματίες ή απασχολούνται εργαζόμενοι οι οποίοι δεν ξοδεύουν τα χρήματα εντός της περιοχής αλλά επενδύουν ή μεταφέρουν τα χρήματα τους σε περιοχές εκτός αυτής της μελέτης.

3.2.2. Κοινωνία

Στην κοινωνία οι πιέσεις αφορούν την απασχόληση και τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά. Δυο βασικά χαρακτηρίσθηκα βοηθούν στην αντίληψη μέρους της εικόνας των κοινωνικών πιέσεων, το επίπεδο εκπαίδευσης και η διάρκεια απασχόλησης.

Referências

Documentos relacionados

Ο σκοπός που επιδιώκεται από τον υπολογισμό του QoE μπορεί να είναι η βελτίωση της λειτουργίας του δικτύου με βάση αντικειμενικές παραμέτρους, ή η γνώση της ποιότητας που τελικά